Τα μεσημέρια των Κυριακών των εφηβικών μου χρόνων ήταν αφιερωμένα αποκλειστικά στις ραδιοφωνικές μεταδόσεις ποδοσφαίρου των αγώνων της Α’ Εθνικής.
«Καρφωμένη» στο τρανζιστοράκι μου, άκουγα με θρησκευτική ευλάβεια τους αγαπημένους μου εκφωνητές να μεταδίδουν λεπτό προς λεπτό τα παιχνίδια.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 υπήρχαν τουλάχιστον πέντε – έξι ομάδες μας πραγματικά μεγάλες, που τραβούσαν κατά χιλιάδες τον κόσμο στα γήπεδά τους.
Με παίκτες «αστέρια», φανταστικούς δεξιοτέχνες της μπάλας… Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Άρης, Ηρακλής. Συγκλονιστικές αναμετρήσεις, ωραίο θέαμα!
Ήταν η εποχή της αθωότητας για το ελληνικό ποδόσφαιρο (σε σύγκριση με όσα ακολούθησαν στις επόμενες δεκαετίες), αλλά και η εποχή των «ηρωικών μεταδόσεων» μέσω ραδιοφώνου.
Αφού οι μετέπειτα συνάδελφοί μου, που περιέγραφαν τους αγώνες τότε, δεν είχαν καμία από τις σημερινές τεχνολογικές ευκολίες και ανέσεις… Και, φυσικά, ήταν απαξάπαντες άνδρες!
Αγαπημένος μου εκφωνητής ήταν ο Αντώνης Πυλιαρός, ο οποίος δεν ήταν καν δημοσιογράφος, αλλά επαγγελματίας εκφωνητής της ΕΡΤ.
Η φωνή του (αείμνηστου πλέον) Αντώνη Πυλιαρού ήταν -στα δικά μου αυτιά, τουλάχιστον- με μια λέξη: συναρπαστική!
Σπάνιο μέταλλο, γλυκύτατη χροιά, καθαρή πάλλουσα φωνή που χρωματιζόταν ανάλογα με την ένταση του αγώνα, κρυστάλλινη άρθρωση, ευφράδεια, ετοιμότητα και άψογη εκφορά λόγου -λόγου ελληνικού χωρίς προσμείξεις …μισών Αγγλικών, τύπου «πάμε σε …μπρέικ»!
Με αφορμή την μετάδοση ποδοσφαιρικού αγώνα από μια γυναίκα, τη νεαρή Αγγελική Κούρκουλου στο «υβριδικό» κανάλι ΟΡΕΝ TV, για το Κύπελλο Ισπανίας, κάνω μια «βουτιά» στο παρελθόν.
Σχεδόν 37 χρόνια μετά την πρώτη μου μετάδοση αγώνα ποδοσφαίρου Α’ Εθνικής για το ραδιόφωνο της ΕΡΤ.
Μετάδοση που ήταν και διεθνής «πρωτιά», μάλιστα, αφού δεν είχε μεταδοθεί έως τότε (1983) αγώνας ποδοσφαίρου από γυναίκα παγκοσμίως…
Μάταια με περίμεναν οι φιλενάδες μου να κλείσω το ραδιόφωνο και να πάμε την καθιερωμένη βόλτα της Κυριακής, ως νεαρά κορίτσια!
Αν δεν τελείωναν οι αγώνες, ήταν αδύνατον να με ξεκολλήσουν από την αγαπημένη μου δίωρη κυριακάτικη απασχόληση.
Ρουφούσα, ασυναίσθητα, όλα όσα άκουγα και στις μεταδόσεις της Κυριακής και σε άλλες αθλητικές εκπομπές και μεταδόσεις οποιουδήποτε αθλήματος -η Ελλάδα είχε και σπουδαίο στίβο τότε- από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση της ΕΡΤ (των τότε ΕΙΡΤ και ΥΕΝΕΔ)…
Διάβαζα μετά μανίας την εβδομαδιαία εφημερίδα «Μπάλλα».
Ήξερα παίκτες, προπονητές, ομάδες, βαθμολογίες, αθλητές, ρεκόρ απ’ έξω κι ανακατωτά!
Λίγα χρόνια αργότερα, μόλις τελείωσα το Λύκειο στο χωριό μου, στη Νικήσιανη Καβάλας, βρέθηκα για σπουδές στην Αθήνα.
Όνειρό μου να γίνω δημοσιογράφος (και δικηγόρος, παράλληλα).
Όχι, όμως, στ’ αθλητικά (που είχα ως χόμπι), αλλά στο πολιτικό ρεπορτάζ, καθώς αγαπούσα με ανάλογο πάθος και την πολιτική και την Ιστορία και τα διεθνή θέματα.
Ούτε που μου περνούσε απ’ το μυαλό ότι, σχετικά σύντομα, η αθλητική δημοσιογραφία θα έπαιζε καταλυτικό ρόλο στην καριέρα και στη ζωή μου!
Μέσω των αθλητικών, άλλωστε, γνώρισα και τον μετέπειτα άνδρα μου, τον Ελληνο-Αυστραλό δημοσιογράφο και εκφωνητή αγώνων Κώστα Γιωτάκη.
Τελειώνοντας τη Σχολή Δημοσιογραφίας «Το Εργαστήρι» και φοιτώντας ήδη στη Νομική Σχολή Αθηνών, «έγραφα» κιόλας τα πρώτα μου ένσημα σε αθηναϊκές εφημερίδες, ως νεαρή δημοσιογράφος στον τομέα του πολιτικού και του κοινωνικού ρεπορτάζ.
Στα 21 μου, το 1982, βρέθηκα (περισσότερο από τύχη) στην Αγία Παρασκευή: στο Τμήμα Ρεπορτάζ του Ραδιοφώνου της ΕΡΤ1 (Α΄ και Β΄ Πρόγραμμα).
Μαζί με δεκάδες άλλες νεαρών συναδέλφων επιχειρούσαμε να δώσουμε έναν άλλον, πιο «ζωντανό», αέρα στην σχεδόν «αποστεωμένη» ΕΡΤ εκείνης της εποχής.
Τα καταφέραμε, χάρη και στην καθοδήγηση των προϊσταμένων μας και σπουδαίων δασκάλων μας στη ραδιοφωνική Δημοσιογραφία: του Γιάννη Παπαδημητρόπουλου, του Σπύρου Κατσίμη και του αείμνηστου Μίχου Κωστόπουλου.
Δίπλα τους, ένας άλλος δάσκαλος -που κατέληξε «δεύτερος πατέρας» μου- συστεγαζόταν με το δικό του τμήμα (ως προϊστάμενος στο Αθλητικό του Ραδιοφώνου) στην ίδια αίθουσα. Ο Ηρακλής Κοτζιάς.
Πολύπειρος δημοσιογράφος στον γραπτό Τύπο και ιδιαίτερα ικανός συντονιστής των ποδοσφαιρικών μεταδόσεων στο Β΄ Πρόγραμμα.
Απ’ όλους τους «ελεύθερους ρεπόρτερ» ήμουν η μόνη που έδειχνε ενδιαφέρον για τ’ αθλητικά και συχνά πυκνά πλησίαζα τον «κύριο Ηρακλή» και τον ζάλιζα με τις ερωτήσεις μου.
Μετά την αρχική του έκπληξη, άρχισε να ζητά την χρησιμοποίησή μου για την κάλυψη κάποιων θεμάτων στο υπουργείο «Νέας Γενιάς και Αθλητισμού», με αρμόδιο υπουργό τον Κώστα Λαλιώτη, τότε.
Φαίνεται πως ανταποκρίθηκα ικανοποιητικά όσες φορές μου ανατέθηκε αυτή η αποστολή κι έτσι σιγά σιγά συσφίχθηκαν οι επαγγελματικές σχέσεις μας.
Από το γραφείο περνούσαν τακτικά, για συνεννοήσεις με τον Ηρακλή Κοτζιά, οι τότε εκφωνητές αγώνων για το Β΄ Πρόγραμμα: Αντώνης Πυλιαρός (φυσικά, όταν πρωτοπήγα στην ΕΡΤ είχα σπεύσει να τον γνωρίσω από κοντά και να του εκφράσω τον θαυμασμό μου!), Γιώργος Πολυχρονίου, Μιλτιάδης Παναγιωτόπουλος, Χρήστος Σωτηρακόπουλος κ.α.
Η πρώτη μετάδοση
Ξαφνικά. μια μέρα, πάνω στη συζήτηση, λέω με περίσσιο θράσος στον Ηρακλή: «Κι εγώ μπορώ να κάνω μετάδοση αγώνα!».
Φυσικά, με κοίταξε με κατάπληξη κι είδα την εύλογη αμφιβολία στα μάτια του. Αλλά επέμενα και τον έκανα να το σκεφτεί πιο σοβαρά.
«Πιστεύεις πως μπορείς να τα καταφέρεις; Τότε, από την Κυριακή, πάρε το μαγνητοφωνάκι σου και θα πηγαίνεις με το ραδιοφωνικό συνεργείο σε όποιο γήπεδο θέλεις. Θα παίρνεις τις συνθέσεις των ομάδων από τον συνάδελφο που θα κάνει τη μετάδοση και θα “σπικάρεις” τον αγώνα στο μαγνητοφωνάκι σου. Θα σε ακούσω και θα δούμε!..».
Έτσι απλά, ο ακομπλεξάριστος κι ευγενής αυτός άνθρωπος μού άνοιξε την πόρτα των ποδοσφαιρικών μεταδόσεων.
Ήταν τέλη Απριλίου 1983. Σχεδόν πριν από 37 χρόνια.
Ύστερα από «δοκιμαστικά» σε δύο – τρεις αγώνες, αυτό που άκουσε τον ικανοποίησε.
Πήρε το μαγνητοφωνάκι μου κι έβαλε τον τότε Διευθυντή Ειδήσεων της ΕΡΑ, τον αείμνηστο Παντελή Τρωγάδη, ν’ ακούσει αποσπάσματα από τις δοκιμαστικές περιγραφές μου.
Και οι δυο τους αποφάσισαν να με ρίξουν «στα βαθιά»!
Να δώσουν την ευκαιρία σε μια γυναίκα να μεταδώσει «ζωντανά» ποδοσφαιρικό αγώνα. Για πρώτη φορά παγκοσμίως…
Η πρώτη μου μετάδοση έγινε στις 19 Ιουνίου 1983, την τελευταία αγωνιστική του πρωταθλήματος Α΄ Εθνικής.
Ο Ηρακλής με έστειλε στη «σιγουριά» των δημοσιογραφικών θεωρείων του Σταδίου Καραϊσκάκη, για τον αγώνα Εθνικού Πειραιώς – Παναχαϊκής.
Με την ενθάρρυνση του συναδέλφου τεχνικού ήχου ξεκίνησα (χωρίς ιδιαίτερο τρακ, θυμάμαι) τη μετάδοση και στο ημίχρονο ήλθαν στο θεωρείο μας αρκετοί συνάδελφοι του γραπτού Τύπου για να με συγχαρούν και να μ’ ενθαρρύνουν με τη σειρά τους.
Άκουγαν ήδη την περιγραφή μου απ’ τα τρανζιστοράκια τους…
Όταν τελειώσαμε, επιστρέψαμε στην Αγία Παρασκευή κι είδα την ικανοποίηση στα μάτια του Ηρακλή Κοτζιά. Τα είχα καταφέρει!
Χάρη στην εμπιστοσύνη του, είχαμε αποδείξει πως μια γυναίκα μπορεί επίσης να καλύψει με επάρκεια μια δημοσιογραφική «αποστολή» που έως τότε ήταν αδιαφιλονίκητο άβατο. Αποκλειστικότητα των ανδρών!
Τις επόμενες μέρες, τόσο ο γραπτός κι ηλεκτρονικός Τύπος (ακόμα κι από το εξωτερικό: Αγγλία, Ιταλία), όσο και οι φίλαθλοι, ιδίως οι γυναίκες, εκδήλωσαν ζωηρό ενδιαφέρον -κι άμεσα ή έμμεσα την επιδοκιμασία τους- για το μικρό μου τόλμημα.
Με σωρεία ευμενών δημοσιευμάτων και τηλεφωνημάτων, επιστολών κ.α. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Ακολούθησα με πολλή αγάπη, ευσυνειδησία και συνεπή σκληρή δουλειά τον δρόμο που με ενθουσιασμό είχα ανοίξει μπροστά μου.
Κάναμε με τον Ηρακλή και άλλους αγαπημένους συναδέλφους μας μία από τις πιο δημοφιλείς ραδιοφωνικές εκπομπές, το «3 και 5΄ – Ώρα για σπορ!», που κράτησε για πολλά χρόνια.
Έκανα εκατοντάδες μεταδόσεις αγώνων ποδοσφαίρου (αλλά και βόλεϊ) μεταξύ ομάδων Α΄ Εθνικής.
Αγώνων, εντός κι εκτός έδρας, ελληνικών ομάδων στο Κύπελλο UEFA, αλλά και της Εθνικής ομάδας Ανδρών με αντίστοιχες ξένες σε επίσημα ή φιλικά παιχνίδια.
Συνήθως ως «δίδυμο» στη μετάδοση με τον αγαπημένο μου συνάδελφο, Μιλτιάδη Παναγιωτόπουλο.
Όλα για το Β΄ Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας.
Στη δεκαπενταετία 1996 – 2011, ως μέλος του Αθλητικού Τμήματος της τηλεόρασης της ΕΡΤ/ΕΤ1, ΝΕΤ, ΕΤ3 κατά διαστήματα, είχα την ευκαιρία να κάνω περιγραφές ολόκληρων αγώνων Α΄ Εθνικής.
Παιχνιδιών που μεταδίδονταν μαγνητοσκοπημένα, αμέσως μετά τη λήξη της «Αθλητικής Κυριακής». Αλλά και απευθείας μεταδόσεις αγώνων Β΄ Εθνικής για την ΕΤ3, παρέα με άξιους συναδέλφους από τη Θεσσαλονίκη.
Θήτευσα ως αρχισυντάκτρια ή/και παρουσιάστρια/συμπαρουσιάστρια σε αθλητικές εκπομπές, μεταξύ των οποίων η «δική μου» εβδομαδιαία «Εξέδρα», οι περίφημες και βραβευμένες «Σπορ Ιστορίες» του Δημήτρη Χατζηγεωργίου, το «μαραθώνιο»/πολύωρο «Παράθυρο στα σπορ» του Γιάννη Θεοδωρακόπουλου κ.α..
Κάλυψα Ολυμπιακούς, Παγκόσμιους, Ευρωπαϊκούς και Μεσογειακούς Αγώνες κ.λπ.
Μια διαδρομή που μου πρόσφερε μεγάλες χαρές, επαγγελματική καταξίωση, όμορφες σχέσεις και συνεργασίες με σπουδαίους συναδέλφους και ανθρώπους του εγχώριου και διεθνούς Αθλητισμού, αναγνωρισιμότητα, σεβασμό κι αγάπη από τους φιλάθλους και αξέχαστες εμπειρίες κι αναμνήσεις.
Απ’ αυτές τις αναμνήσεις θα ήθελα να μοιραστώ κάποιες μαζί σας.
«Οι αναμνήσεις ξαναγυρίζουνε»
Όπως προανέφερα, στη μακρινή εκείνη εποχή δεν είχαμε τις σημερινές ευκολίες.
Δεν υπήρχαν ούτε κινητά τηλέφωνα ούτε τάμπλετ και λάπτοπ, για να «ψαρεύουμε» πληροφορίες και στατιστικά πριν ή στη διάρκεια της μετάδοσης.
Ούτε στατιστική υπηρεσία την ώρα του αγώνα ούτε καν δημοσιογραφικά θεωρεία σε πολλά γήπεδα…
Σε αρκετές περιπτώσεις κάναμε μετάδοση καθισμένοι σ’ ένα πρόχειρο τραπεζάκι δίπλα στην πλάγια γραμμή του γηπέδου, όπου οι τεχνικοί μας έστηναν τον εξοπλισμό τους (μικρή κονσόλα, μια «αρχαία» συσκευή τηλεφώνου και το μικρόφωνο).
Αν είχε ήλιο, καιγόμασταν. Αν είχε βροχή κι αέρα, βρεχόμασταν μέχρι το κόκκαλο!
Η ομπρέλα προστάτευε υποχρεωτικά τα μηχανήματα.
Όλος μας ο «δημοσιογραφικός εξοπλισμός» ήταν το σημειωματάριό μας, οι γνώσεις μας και η καλή μας προετοιμασία βάσει του προσωπικού αρχείου που κρατούσε ο καθένας μας, με αποτελέσματα, στατιστικά κ.α.
Στην αγωνιστική περίοδο 1988-89, λόγω τιμωρίας, το παιχνίδι ΑΕΚ – Ολυμπιακού διεξήχθη στη Ρόδο!
Έτσι, βρεθήκαμε με τον Μιλτιάδη Παναγιωτόπουλο στο γήπεδο του Διαγόρα, για τη μετάδοση του αγώνα στο Β΄ Πρόγραμμα.
Το συγκεκριμένο ματς διεξαγόταν χωρίς άλλους αγώνες ταυτόχρονα κι έτσι θα είμασταν στον «αέρα» συνεχώς για όλο το 90λεπτο.
Καθίσαμε μαζί με τον τεχνικό μας σ’ ένα τραπεζάκι δίπλα στην πλάγια γραμμή του γηπέδου κι αρχίσαμε τη μετάδοση υπό ανοιξιάτικες συνθήκες, αν και βρισκόμασταν στις αρχές Ιανουαρίου.
Ο αγώνας αμφίρροπος, οι μάχες των ποδοσφαιριστών πεισματώδεις και το ενδιαφέρον αύξανε λεπτό προς λεπτό.
Μόλις ξεκίνησε το δεύτερο ημίχρονο, όμως, άνοιξαν οι «καταρράκτες» του ουρανού! Χωρίς ομπρέλα και χωρίς καμία προστασία, αγωνιούσαμε να προστατέψουμε με τα χέρια μας τα μικρόφωνα…
Οι συνθέσεις κι οι σημειώσεις μπροστά μας είχαν γίνει μια άμορφη μάζα χαρτιών, όπου δεν μπορούσες να διακρίνεις τίποτα.
Συνεχίσαμε τη μετάδοση, μουσκεμένοι μέχρι το κόκκαλο, κι ανακαλώντας φάσεις, ευκαιρίες για γκολ και κάρτες από μνήμης!
Την επόμενη αγωνιστική περίοδο (1989-90), ο Ηρακλής έδινε αγώνα ρεβάνς στην Ελβετία κόντρα στη Σιόν, για τον πρώτο γύρο του Κυπέλλου UEFA (α’ γύρος).
Οι Θεσσαλονικείς είχαν νικήσει στο πρώτο παιχνίδι στην έδρα τους με 1-0 και είχαν ελπίδες πρόκρισης.
Ταξίδεψα στη Σιόν για να μεταδώσω τον αγώνα για το Β΄ Πρόγραμμα της ΕΡΑ, στις 27/9/89.
Το γήπεδο της ελβετικής ομάδας είχε «ανοιχτές» εξέδρες, σαν πάγκους πάνω στο κενό.
Και ψηλά στην κορυφή ήταν τα δημοσιογραφικά θεωρεία, απ’ όπου έκανα τη μετάδοση.
Ακριβώς από κάτω, στο έδαφος, είχαν στηθεί καντίνες, που έψηναν το τυρί για το φοντύ των Ελβετών φιλάθλων. Όπως εμείς παίρνουμε… σουβλάκια, αυτοί έχουν το φοντύ: ψωμάκια που τα βουτάνε σε λιωμένο τυρί.
Μόνο που το συγκεκριμένο τυρί βρωμάει σαν… στρατιωτικό άρβυλο, την ώρα που ψήνεται!
Όλος ο καπνός και η μυρωδιά από το τυρί ανέβαιναν ανεμπόδιστα πάνω στα δημοσιογραφικά θεωρεία.
Οπότε, έκανα τη μετάδοση μεταξύ ναυτίας και… εμετού, γιατί η βρώμα ήταν κυριολεκτικά ανυπόφορη.
Σαν να μην έφτανε αυτό, τελικά ο Ηρακλής έχασε με 2-0 και αποκλείστηκε.
Και σαν «κερασάκι στην τούρτα» είχαμε την πτώση κεραυνού στο αεροπλάνο μας κατά την επιστροφή μας στη Θεσσαλονίκη!
Το τι έγινε εκείνη την ώρα μέσα στο αεροπλάνο, το αφήνω.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, στο γήπεδο της Νέας Σμύρνης, ο Πανιώνιος έδινε έναν κρίσιμο αγώνα με τον Απόλλωνα Καλαμαριάς.
Το γήπεδο γεμάτο κι εμείς στα δημοσιογραφικά θεωρεία ακριβώς ένα σκαλοπάτι πάνω από τους φιλάθλους –στην ουσία ΜΕΣΑ στον κόσμο.
Σε μια φάση, ο διαιτητής σφύριξε «ανάποδα», εις βάρος του Πανιωνίου. Ανέφερα στη μετάδοσή μου το ατόπημα του διαιτητή.
Οι οπαδοί των γηπεδούχων ξεσηκώθηκαν! Έβριζαν ομαδικά τον διαιτητή, αλλά έβριζαν κι εμάς τους δημοσιογράφους!
Αρκετοί πλησίασαν με άγριες διαθέσεις…
Και πάνω που άναψαν για καλά τα αίματα και απειλούμασταν άμεσα όλοι με χειροδικίες, σκύβει από πάνω μου ένας από τους οπαδούς που έβριζαν και μου λέει: «Μην ανησυχείτε, δεσποινίς Μώραλη! Συγγνώμη! Δεν εννοούμε εσάς!».
Φυσικά, ο τεχνικός μου (που καθόταν λίγο πιο πίσω μου) είχε ασπρίσει μέχρι να δει πως δεν κινδύνευα!
Βλέπετε, ως γυναίκα, είχα και κάποια πλεονεκτήματα -τότε που υπήρχε κάποιος σεβασμός ακόμα και στα γήπεδα… Τώρα, πια, αναγκάστηκα να «κόψω» το γήπεδο, γιατί δεν αντέχω ν’ ακούω χυδαιότητες ακόμα κι από μικρά παιδιά.
Γι’ αυτό εύχομαι από καρδιάς «καλή δύναμη» στις καλές νέες συναδέλφους μου , την Ειρήνη Μαραγκού στην ΕΡΑΣΠΟΡ και την Αγγελική Κούρκουλου, που συνεχίζουν στον δρόμο μου, υπό άλλες συνθήκες δυστυχώς τώρα στα ελληνικά γήπεδα…