Στην πολυετή μου πορεία μέσα στα γήπεδα έχω περάσει από πολλές ομάδες που διεκδικούσαν διαφορετικούς στόχους, από πολλά πρωταθλήματα και διάφορες χώρες.
Κάθε μπασκετικός σταθμός μού έδινε διαφορετικά ερεθίσματα και προσέθετε νέα δεδομένα στον τρόπο που σκέφτομαι, τόσο για το άθλημα όσο και την καθημερινότητά μου. Άλλωστε, οι εμπειρίες μας μαζί φυσικά με την εκπαίδευση και την παιδεία που έχουμε είναι τα βασικά στοιχεία που διαμορφώνουν τον χαρακτήρα μας.
Στο τέλος της διαδρομής μου λοιπόν βρίσκομαι σε μια κρίσιμη καμπή. Σε ένα μεταίχμιο σχετικά με την ενασχόλησή μου με το μπάσκετ και τον τρόπο που σκέφτομαι για αυτό.
Δεν κρύβω ότι η φοίτηση μου στην σχολή προπονητών δεν μου δίνει απλώς την ευκαιρία για να αλλάξω πόστο, όταν έρθει η στιγμή να αποσυρθώ από την ενεργό δράση, αλλά σίγουρα τροποποίησε και πολλές από τις θεωρίες μου για το άθλημά μας.
Θα χρησιμοποιήσω ένα μόνο παράδειγμα που θεωρώ πολύ σημαντικό. Σε ένα από τα μαθήματά μας αναφέρθηκε το «Φαινόμενο του Πυγμαλίωνα», το οποίο πήρε το όνομα του από τον Βασιλιά της Κύπρου, Πυγμαλίωνα, ο οποίος ερωτεύτηκε το άγαλμα που ο ίδιος δημιούργησε.
Πρόκειται λοιπόν στην πραγματικότητα για ένα πείραμα που πραγματοποιήθηκε το 1968 από τον καθηγητή Ρομπέρ Ρόζενταλ σε συνεργασία με τη Λενόρ Τζέικομπσον, οι οποίοι επισκέφτηκαν ένα σχολείο στο Σικάγο και εφάρμοσαν ένα λεκτικό τεστ νοημοσύνης στους μαθητές.
Με εντελώς τυχαίο τρόπο επέλεξαν το 20% των παιδιών, ενημερώνοντας τους δασκάλους ότι αυτά τα παιδιά θα γινόντουσαν ιδιοφυΐες. Αν και στην πραγματικότητα δεν υπήρχε καμία διαφορά ανάμεσα στους μαθητές, μετά από οκτώ μήνες παρατηρήθηκε ότι αυτοί που είχαν επιλεχθεί τυχαία παρουσίασαν σημαντική νοητική πρόοδο.
Ήταν λοιπόν οι υψηλές προσδοκίες από τους δασκάλους αυτές που τους οδήγησαν στο να βοηθήσουν αθέλητα στην ταχύτερη και μεγαλύτερη νοητική ανάπτυξη των επιλεγμένων παιδιών.
Επιστρέφοντας στο μπάσκετ, το παραπάνω πείραμα με ώθησε στο να σκεφτώ τι συμβαίνει με τις περιπτώσεις νεαρών ταλαντούχων αθλητών που από πολύ μικρή ηλικία θεωρούνται παιδιά-θαύματα.
Το ζητούμενο για εμένα είναι αν η προσοχή που κερδίζουν από τους προπονητές, οι οποίοι στις μικρές ηλικίες είναι και παιδαγωγοί, τους βοηθά να αναπτύξουν τα προσόντα τους.
Καταρχήν πιστεύω ότι πρέπει να αντιμετωπίζονται όλα τα μικρά παιδιά με τον ίδιο τρόπο και να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες, τις οποίες πρέπει να αξιοποιήσουν με την δουλεία που θα κάνουν.
Σίγουρα όμως κάποια έχουν καλύτερα φυσικά προσόντα, οπότε βρίσκονται ένα βήμα μπροστά σε σχέση με τα υπόλοιπα. Το θέμα είναι ότι πολλές φορές έχουμε δει παιδιά-θαύματα να μην δικαιώνουν τις προσδοκίες και να χάνονται από τον αθλητικό “χάρτη”.
Αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στο βάρος που προσθέτουν στις πλάτες τους οι προπονητές, οι γονείς αλλά και οι φίλαθλοι. Το βάρος αυτό γίνεται ασήκωτο και τα παιδιά καταρρέουν, χωρίς να καταφέρουν να προσφέρουν αυτό που προέβλεπαν οι περισσότεροι. Έχουμε δηλαδή ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που υποστηρίζει το «Φαινόμενο του Πυγμαλίωνα».
Το συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ότι κάθε παιδί είναι ξεχωριστό και πρέπει να αντιμετωπίζεται με αυτόν τον τρόπο.
Η τελική επιτυχία δεν είναι προδιαγεγραμμένη από το τυχόν ταλέντο, αλλά είναι αποτέλεσμα πολλών παραμέτρων. Το σημαντικότερο είναι ο χαρακτήρας του κάθε παιδιού, ο οποίος θα του επιτρέψει να επικεντρωθεί στην σκληρή και μεθοδική δουλειά.
Από την άλλη, όλοι όσοι έχουμε σκοπό να ασχοληθούμε με την προπόνηση των παιδιών πρέπει να αποφύγουμε τον ρόλο του «Πυγμαλίωνα», αυτού δηλαδή που θα τα πλάσει με τον τρόπο που ο ίδιος θέλει και θα τα χειραγωγήσει προς μία κατεύθυνση.
Ο σκοπός μας πρέπει να είναι να δώσουμε τις κατευθυντήριες γραμμές, τις γνώσεις, τα κίνητρα και όλα τα απαραίτητα εφόδια, έτσι ώστε τα παιδιά να διαμορφώσουν τον δικό τους χαρακτήρα που θα βασίζεται στις επιθυμίες και τα “θέλω” τους!
Μόνο έτσι θα αγαπήσουν τον εαυτό τους και θα καταξιωθούν σε όποιον τομέα ασχοληθούν!