(«Υπάρχουν δύο δυνάμεις στον κόσμο. Το σπαθί και το πνεύμα. Μακροπρόθεσμα, το σπαθί κάθε φορά θα “κατακτηθεί” από το πνεύμα», Ναπολέων Βοναπάρτης).
Δεν ήμουν ποτέ κοριτσάκι που φανταζόταν από μικρή τον γάμο της ή άλλους προσωπικούς στόχους.
Έχω πλάσει στο μυαλό μου, όμως, μία συγκεκριμένη σκηνή.
Έχω φανταστεί μία ξεχωριστή στιγμή.
Με ειδικά διαμορφωμένο “σκηνικό” και, φυσικά, κατάληξη.
Έχω σκεφτεί άπειρες φορές την πραγματοποίηση τού παιδικού ονείρου μου, το οποίο είναι η συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Και ευελπιστώ να το πετύχω στο Τόκιο.
Μάλιστα, έχω δει τον εαυτό μου να κερδίζει μετάλλιο!
Αυτό που πάντοτε σκεφτόμουν, είναι μία σκοτεινή αίθουσα και πολλά φώτα πάνω στην πίστα, όπου αγωνίζομαι.
Εγώ, η αντίπαλός μου και το τελευταίο χτύπημα που μου δίνει το μετάλλιο!
Έχω φέρει στο μυαλό μου αυτή τη σκηνή, πίσω από την οποία υπάρχουν όλοι οι δικοί μου άνθρωποι, οι φίλοι μου, ο προπονητής μου και πανηγυρίζουμε όλοι μαζί.
Μία σκέψη που με κάνει ταυτόχρονα και να αισθάνομαι ακόμη παιδί και να αντιμετωπίζω -με όση ωριμότητα γίνεται- τον μεγάλο στόχο.
Από την άλλη, δεν θέλω να βιάζομαι.
Το άθλημά μου απαιτεί υπομονή.
Η ξιφασκία είναι συχνά και παιχνίδι μυαλού.
Ο προπονητής μου, Θανάσης Δελενίκας, μου λέει συχνά, μεταξύ σοβαρού και αστείου, ότι «εσύ, όταν είσαι σε καλή ημέρα, βγάζεις δόντια»!
Με επαναφέρει, όμως, και όταν λέω συνεχώς «Θέλω τώρα το αποτέλεσμα».
Αυτό που μου δίνει δύναμη, είναι ότι κάθε ημέρα, όταν ξυπνάω, λέω στον εαυτό μου «ότι έχεις να κάνεις ένα ταξίδι και ο προορισμός είναι αυτός».
Το αν θα φτάσω μέχρι τον προορισμό ακόμη δεν το ξέρω.
Όμως, ξυπνάω κάθε πρωί με σκοπό να απολαύσω το ταξίδι, όσο κλισέ κι αν ακούγεται αυτό.
Να θέλω το πρωί να σηκωθώ για την προπόνηση και να μην το κάνω σαν αγγαρεία.
Και θέλω, επίσης, όταν πέσω το βράδυ στο κρεβάτι, να ξέρω ότι είχα μία καλή ημέρα, μία καλή προπόνηση.
Να λέω ότι έκανα το καλύτερο δυνατό και να γίνω καλύτερη μέσα από αυτό.
Αυτό επιθυμούσα από την πρώτη στιγμή, όταν έπιασα σπαθί στα χέρια μου…
Η πρώτη επαφή με την ξιφασκία ήταν τελείως τυχαία.
Θυμάμαι ότι είχαμε πάει μία μικρή εκδρομή στο Άλσος. Εκεί, υπήρχε ένα κυκλικό σιντριβάνι και είχε οργανωθεί μία επίδειξη με λιγότερο διαδεδομένα αθλήματα, κατά μήκος του σιντριβανιού.
Δοκιμάσαμε μπάντμιντον, χόκεϊ επί χόρτου κ.α..
Ήμουν 12 ετών και η φίλη μου, με την οποία περάσαμε από κάθε σπορ, άρχισε να μου λέει να φύγουμε, λίγο πριν φτάσουμε στο τελευταίο άθλημα, την ξιφασκία.
Δεν την άκουσα.
Συχνά σκέφτομαι ότι, αν το είχα κάνει και είχα φύγει μαζί της, δεν θα το είχα δοκιμάσει ποτέ και η ζωή μου ενδεχομένως να είχε λάβει εντελώς άλλη εξέλιξη και πορεία.
Σκέψεις περίεργες, όταν διαπιστώνεις πού έχεις φτάσει μεγαλώνοντας.
Ομολογώ ότι δεν θυμάμαι κάτι συγκεκριμένο από τη στιγμή, όταν έπιασα τη σπάθη για πρώτη φορά στα χέρια μου.
Πάντως, δεν μου προκάλεσε κάποιο δέος…
Παρότι λατρεύω την ξιφασκία, γνωρίζω βάσει εμπειρίας ότι την πρώτη φορά, οπότε ένα παιδάκι θα έρθει σε επαφή με το άθλημα, είναι δύσκολο να το κρατήσεις σ’ αυτό.
Χρειάζεται σχεδόν ένας χρόνος, για να του μάθεις τον βασικό βηματισμό.
Στην πραγματικότητα, θα περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα, ωσότου εγκλιματιστεί. Μέχρι να μάθει τα βασικά και να του δώσεις να πιάσει το σπαθάκι.
Αυτό που τότε με κράτησε και με έκανε να έρχομαι κάθε μέρα για προπόνηση, δεν ήταν αρχικά το άθλημα ως άθλημα, αλλά οι άνθρωποι που συνάντησα.
Φιλικό κλίμα, καλός προπονητής και παίζαμε για να περάσουμε καλά.
Σαφώς και ήταν εξαρχής ένα εντυπωσιακό σπορ, με τα σπαθιά, τις στολές και τις μάσκες του.
Στην πορεία, γινόταν ολοένα και πιο ενδιαφέρον.
Όσο έμπαινα στη λογική να καταλάβω το άθλημα, το οποίο περιλαμβάνει πολύ mind game και παίζεις πολύ και με τον αντίπαλο και με τη σκέψη του, άρχισε να με ιντριγκάρει.
Παρόλα αυτά, πέρασαν έξι-επτά χρόνια, μέχρι να πω ότι μου ταιριάζει.
Η αλήθεια είναι ότι στην αρχή μπορεί ένα παιδί να βαρεθεί εύκολα.
Διότι δεν του λες απλώς «πάρε μία μπάλα και άρχισε να παίζεις» ή δεν σου δείχνουν πώς τρέχεις και αρχίζεις τα σπριντ.
Εγώ, πάντως, δεν βαρέθηκα, γιατί ήμασταν μία ομάδα-παρέα.
Το να επιλέξεις τον δρόμο μη δημοφιλών σπορ είναι δύσκολο, αλλά και γεμάτο έμπνευση και το ανακαλύπτεις στην πορεία.
Αποκτάς επιπλέον κίνητρο, όταν δεις ότι έχεις τις δυνατότητες, τα εφόδια και έναν ικανό προπονητή που μπορεί να σε φτάσει ψηλά.
Οι δυσκολίες επανέρχονται, όταν καταλαβαίνεις ότι μπορεί να σε εμποδίσουν πράγματα, όπως τα χρήματα, η στήριξη.
Εκεί έρχεται, ίσως, η πρώτη μεγάλη ήττα σου. Όμως, είναι μία ήττα που κρατάει χρόνια…
Μαθαίνεις να τη διαχειρίζεσαι, καθώς το να μην έχεις δεν είναι πρωτόγνωρο.
Πάντα κάτι δεν είχες. Πάντα κάτι έλειπε.
Δεν ξυπνάς μία μέρα και σκέφτεσαι ότι «δεν έχουμε».
Πάντα δεν είχαμε, από μικρή ηλικία, επομένως συνήθιζες σ’ αυτή την κατάσταση κι αυτό σε κάνει πιο δυνατό.
Μαθαίνεις να παλεύεις με αυτά που έχεις, και σταματάς να γκρινιάζεις για όσα δεν έχεις.
Δεν έχει κανένα νόημα να ασχολούμαι μ’ αυτά που δεν έχω.
Η ξιφασκία, πάντως, δεν είναι τόσο ακριβό σπορ, όσο πιστεύουν οι περισσότεροι.
Σ’ αυτή τη διαδρομή, πολύτιμο στήριγμα είναι πάντα οι γονείς.
Είναι δίπλα μου σε κάθε επιλογή μου.
Μικρή, παράλληλα με την ξιφασκία, ασχολήθηκα με χορό και τένις.
Κάποια στιγμή, τους είπα ότι δεν μπορώ να ασχολούμαι και με τα τρία και αποφάσισα να σταματήσω από κάποιο.
Δεν βίωσα καμία πίεση από την οικογένειά μου για την επιλογή μου, αν και τολμώ να πω ότι οι γονείς μου δεν είχαν ενθουσιαστεί με την ιδέα της ξιφασκίας!
Όσο, όμως, περνούσα καλά και το διασκέδαζα, με άφηναν να το συνεχίσω. Βλέποντας ότι γίνομαι καλή σ’ αυτό που κάνω, και ήρθαν και τα πρώτα θετικά αποτελέσματα, άλλαξαν τη στάση τους.
Πλέον, η μητέρα μου χειρίζεται καλύτερα από εμένα την ιστοσελίδα της παγκόσμιας ομοσπονδίας.
Γνωρίζει κάθε αντίπαλό μου, ξέρει τα αποτελέσματα και την κατάταξή τους και με ενημερώνει και τι έχει κάνει η καθεμία στους τελευταίους αγώνες της.
Η ενασχόλησή μου με το άθλημα πέρασε από διάφορα στάδια.
Αρχικά, ήταν ο συνδυασμός μαθήτριας-αθλήτριας, ο οποίος είναι ιδιαιτέρως σύνθετος και κοπιαστικός.
Το σχολείο, όμως, είναι σημαντικό.
Απλώς, όσες δυσκολίες κι αν υπάρχουν σ’ αυτό το φορτωμένο πρόγραμμά, όσο κουρασμένη κι αν είσαι για να δώσεις βάρος και στη μελέτη, γνωρίζεις εξαρχής ότι, όταν επιθυμείς να κάνεις πρωταθλητισμό, πρέπει να ανταπεξέλθεις.
Αντίστοιχα δύσκολη ήταν, στη συνέχεια, και η μετάβαση από το χόμπι στον πρωταθλητισμό.
Αν και η δική μου καθημερινότητα ήταν, ούτως ή άλλως, δύσκολη.
Δεν περίμενα να γίνει “βάναυση” η ρουτίνα μου, διότι η καθημερινότητά μου ήταν ήδη σκληρή σε ασχολίες και ώρες.
Κάποια στιγμή, μπορεί να σκεφτείς, με απλά ελληνικά, ότι “πνίγεσαι”.
Καταλαβαίνεις πως ασχολείσαι όλη μέρα με την ξιφασκία.
Κοινωνικά, θέλεις να συναντήσεις τους φίλους σου. Θέλεις να πας για έναν παραπάνω καφέ ή να ξενυχτήσεις και δεν μπορείς.
Ξοδεύεις τα νεανικά χρόνια σου, αλλά δεν τα σπαταλάς…
Όταν ανεβαίνεις στο βάθρο, για να φορέσεις ένα μετάλλιο, δεν κοιτάς πίσω και δεν σε νοιάζει αν έχασες ξενύχτια ή μία έξοδο με φίλους.
Επίσης, μπορεί να μην σου βγαίνουν για ένα διάστημα οι αγώνες και τα αποτελέσματα.
Είναι το σημείο, όπου -εκτός του ποιος είσαι εσύ μέσα σου, τι δύναμη βρίσκεις στον εαυτό σου για να συνεχίσεις- σημαντικό ρόλο παίζουν οι άνθρωποι που έχεις δίπλα σου.
Εκείνοι που θα σε κοιτάξουν στα μάτια και θα σου πουν «Μην τα κοιτάς αυτά. Συνέχισε»!
Είναι οι δικοί σου άνθρωποι και ο προπονητής σου.
Η ξιφασκία σε σκληραγωγεί από μικρή ηλικία.
Σε βάζει σ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης, διότι ο αθλητισμός είναι μία μικροκοινωνία.
Μαθαίνεις να συναναστρέφεσαι ανθρώπους. Κάποιοι εξ αυτών μπορεί να μην θέλουν πάντα το καλό σου…
Γνωρίζεις αυτούς που σε στηρίζουν.
Μαθαίνεις να αναγνωρίζεις όσους είναι δίπλα σου και όσους όχι.
Σου μαθαίνει την απαραίτητη πειθαρχία.
Σε διδάσκει να θέτεις συνεχώς νέους, εφικτούς στόχους.
Σου δείχνει την -αναπόφευκτη συχνά- ήττα και αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Αν δεν μάθεις να χάνεις, δεν θα καταφέρεις ποτέ να μάθεις να κερδίζεις και, φυσικά, να απολαμβάνεις τη νίκη σου.
Η ξιφασκία είναι συχνά μοναχική, αλλά μόνο στο τερέν.
Η ατομικότητά της υπερκαλύπτεται από την ομαδικότητα που πρέπει να έχεις με τους συνεργάτες σου.
Η επαφή την ώρα του αγώνα είναι πιο άμεση από εκείνη σε ένα ομαδικό σπορ.
Συχνά, η εξέλιξη ενός αγώνα δεν εξαρτάται μόνο από την απόδοσή μου αλλά και από τη συνεργασία με τον προπονητή.
Αν και στην ήττα δεν μπορείς να κατηγορήσεις κανέναν. Είσαι εσύ στον αγώνα και, αν κάτι πάει στραβά, εσύ είσαι πρώτα απ’ όλα υπεύθυνη.
Το πιο δύσκολο κομμάτι της μοναχικότητας ενός σπορ, όπως της ξιφασκίας, είναι οι στιγμές, όταν το μυαλό μού λέει «Τώρα δεν βγαίνει αυτό στον αγώνα. Δεν βγαίνει, δεν βγαίνει…».
Είναι η στιγμή, οπότε πρέπει να επικοινωνήσεις με τον εαυτό σου. Συχνά, να μιλήσεις και από μέσα σου.
Να πεις στον εαυτό σου ότι πρέπει να συνεχίσεις.
“Βομβαρδίζεσαι” από σκέψεις και συναισθήματα που πρέπει να διαχειριστείς σε δευτερόλεπτα.
Με τον καιρό, με τις εμπειρίες, μαθαίνεις να το κάνεις.
Κάθε φορά, σε κάθε νέο αγώνα.
Είναι και μία νέα προσωπική πρόκλησή σου.
Πέρα από στόχους και φιλοδοξίες, αυτό που με φέρνει κάθε μέρα στο γήπεδο για προπόνηση, είναι ότι, πλέον και έπειτα από τόσα χρόνια, το άθλημά μου το αγαπάω.
Η ξιφασκία με κάνει ευτυχισμένη.
Οι άνθρωποι, με τους οποίους συνεργάζομαι με κάνουν ευτυχισμένη.
Δεν θα μπορούσα να φανταστώ διαφορετικό τρόπο καθημερινότητας.
Δεν θα μπορούσα να φανταστώ ότι θα ερχόμουν κάθε μέρα στο γήπεδο και θα αντίκριζα έναν άνθρωπο, συνεργάτη, τον οποίον δεν θα ήθελα να τον βλέπω στα μάτια μου.
Δεν θα είχε νόημα, διαφορετικά.
Το θέλω το μετάλλιο, αλλά το θέλω πλάι στους δικούς μου ανθρώπους και προπονητές ή συναθλητές και με συγκεκριμένο τρόπο.
Άλλωστε, η έκφραση «η νίκη με κάθε κόστος» δεν είναι της ιδιοσυγκρασίας μου.
Δεν είναι όλα στόχος και “πατάω επί πτωμάτων”, για να πετύχω.
Τι να το κάνω ένα Ολυμπιακό μετάλλιο με δόλιο τρόπο;
Απλώς, να το έχω στο σαλόνι μου και να κοιτάζω, νομίζοντας ότι έτσι θα με σέβονται όλοι;
Δεν θα σέβομαι εγώ τον ίδιο μου τον εαυτό, αν το αποκτήσω με τρόπο πέρα από τη φιλοσοφία μου.
Ας μην το πάρω ποτέ.
Δεν θα μπορούσα να κοιμηθώ, αν ήξερα ότι έχω αδικήσει κάποιον για να νικήσω.
Το μοναδικό “κόστος” είναι απλώς να ξεπερνώ εγώ τα δικά μου αγωνιστικά όρια.
Τα αγωνιστικά όρια είναι κάτι που το συναντάς ως πρόκληση καθημερινά.
Ωστόσο, έχω φτάσει στα όριά μου και ψυχολογικά.
Έχω φτάσει σε σημείο να βλέπω τριγύρω μου πόρτες, οι οποίες ήταν όλες κλειδωμένες.
Ήθελα να τις ανοίξω όλες, αλλά δεν άνοιγε καμία…
Δεν έβλεπα βοήθεια και μέλλον από πουθενά.
Είχα έναν στόχο, είχα δυνατότητες και εφόδια, για να φτάσω ως εκεί, όμως δεν υπήρχε στήριξη.
Έλεγα στον εαυτό μου «Θέλω, θέλω, θέλω…», αλλά οι υπόλοιποι μου έλεγαν «Δεν πειράζει, εμείς δεν μπορούμε να βοηθήσουμε».
Οι δικοί μου άνθρωποι με κράτησαν στη σωστή πορεία. Μου είπαν «Εσύ θα το προσπαθήσεις μέχρι τέλους και ας γίνει ό,τι είναι να γίνει».
Καταστάσεις σαν αυτή με βοήθησαν να αποτάξω από πάνω μου τη λεγόμενη «απληστία για νίκη».
Διότι έμαθα πως αρχικά άλλα πράγματα έχουν σημασία σε αυτό το “ταξίδι”.
Γι’ αυτό και η σκέψη «Θέλω τόσο πολύ να κερδίσω» δεν με επηρέασε ποτέ αρνητικά. Δεν βγήκα από το πρόγραμμά μου, δεν έχασα ενέργεια και δεν χάλασα το μυαλό μου.
Το μοναδικό που με έχει επηρεάσει κάποιες φορές, είναι ότι, επειδή είμαι ανυπόμονη ως άνθρωπος και έχω δουλέψει πολύ για το αποτέλεσμα, έχω αγχωθεί περισσότερο και δεν μου έχει βγει στον αγώνα.
Ακόμα και έπειτα από κάτι τέτοιο, πείθω τον εαυτό μου από την επόμενη φορά να έχει περισσότερη υπομονή. Διότι, όταν λες στον εαυτό σου «Να έρθει, να έρθει…», δεν έρχεται απλώς, επειδή το επιθυμείς.
Είναι όλα θέμα δουλειάς και στο γήπεδο και στο μυαλό, διότι η πίεση είναι δεδομένη.
Η αίσθηση τής νίκης, όμως, είναι κυρίως ανακούφιση.
Ανακούφιση!
Είναι σαν να φοράς μία σφιχτή ζώνη και να έχεις τη δυνατότητα να την χαλαρώσεις, για να πάρεις βαθιά ανάσα.
Μέχρι, βεβαίως, την επόμενη φορά και τον επόμενο μεγάλο αγώνα.
Η ήττα, από την άλλη, είναι δύσκολη στη διαχείριση. Ειδικά, όταν ξέρεις ότι μπορούσες, αλλά δεν το κατάφερες.
Είναι, όμως, και αυτό κάτι που μαθαίνεις.
Ξέρεις ενίοτε ότι χάνεις από μία καλύτερη αντίπαλο.
Σε αντίθετη περίπτωση, λες μέσα σου «Συγκεντρώσου και απόφυγε τα λάθη στο επόμενο ματς».
Εγώ, συνήθως, έπειτα από μία ήττα, όσο κι αν πονάει αυτή, θέλω να μπω και πάλι στο γήπεδο για τον επόμενο αγώνα, ώστε να διορθώσω τα λάθη μου.
Έχω ηττηθεί σε αυτό που λέμε «στα σημεία». Για ένα χτύπημα ή από ένα λάθος βήμα.
Η εύλογη σκέψη είναι «Αν είχα κάνει αυτό διαφορετικά, δεν θα είχα κερδίσει»;
Είναι μία στιγμή, όταν το μυαλό μου γεμίζει από σκέψεις και προτάσεις που αρχίζουν από «αν»…
Ομολογώ ότι συγχύζομαι και καταλαβαίνω αργότερα ότι κανένας δεν μπορεί να μου εγγυηθεί ότι, αν έκανα κάτι με άλλον τρόπο, θα είχα κερδίσει.
Είναι κάτι πολύ “βαρύ” για το μυαλό και την ψυχολογία.
Η ξιφασκία είναι και παιχνίδι ψυχολογίας και μυαλού.
Είμαι κι εγώ παίκτρια ψυχολογίας και έχω χάσει αγώνες από την ψυχολογία μου.
Μπορεί κάτι να με βάραινε, κάτι να με ενοχλούσε.
Μπορεί να είμαι καλά προετοιμασμένη αγωνιστικά και σωματικά, όμως δεν μπορώ να αγωνιστώ και να παίξω σωστά, αν δεν είναι “καθαρό” το μυαλό μου.
Σε όλα τα αθλήματα, όταν πηγαίνεις με το σκεπτικό ότι θα υποτιμήσεις τον αντίπαλο, οι πιθανότητες να χάσεις μεγαλώνουν.
Δεν το κάνω ποτέ.
Γι’ αυτό και δεν προσπαθώ να αναγνωρίσω τον φόβο ή την άγνοια κινδύνου στο βλέμμα της αντιπάλου μου, πριν φορέσουμε τη μάσκα.
Παίζω συνεχώς με αθλήτριες, οι οποίες -και όχι από θέμα ηττοπάθειας αλλά αποτελεσμάτων και κατάταξης- είναι καλύτερες από εμένα, όμως κάθε φορά κοιτάζω στο γήπεδο και ρωτώ τον εαυτό μου: «Υπάρχει καμία από τις 200 αθλήτριες εδώ μέσα που το θέλει περισσότερο από εσένα»;
Μόλις απαντήσω στον εαυτό μου «όχι», δεν σκέφτομαι τίποτα άλλο και είμαι έτοιμη να αγωνιστώ.
Αν η αντίπαλος είναι καλύτερη, ας με κερδίσει. Δεν πρόκειται, όμως, να της το χαρίσω και θα πρέπει εκείνη να το πάρει από εμένα.
Κάθε μέρα στην προπόνηση ή τον αγώνα είναι ξεχωριστή.
Ωστόσο, οι πιο χαρούμενες στιγμές μου ήταν εκείνο το διάστημα ενός μήνα μεταξύ Μαρτίου και Απριλίου 2017, όταν κατακτήσαμε το χάλκινο μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Νέων Γυναικών και το ασημένιο στο Παγκόσμιο Νέων Γυναικών.
Αυτό ήταν και το “εισιτήριο”, για να συνεχίσω στην επόμενη κατηγορία, εκείνη των Γυναικών.
Η χειρότερη στιγμή ήταν μάλλον συναισθηματική και όχι τόσο αγωνιστική.
Το 2014 διεξήχθησαν, στη Νανζίν της Κίνας, οι 2οι Ολυμπιακοί Αγώνες Νέων.
Είχα κατακτήσει μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό, όμως για να βρεθώ στην Ολυμπιάδα Νεότητας χρειαζόταν να φτάσω ως την οκτάδα του Παγκοσμίου.
Κάτι πήγε στραβά στην διοργάνωση και στο κρίσιμο ματς, λόγω και κάποιων διαιτητικών αποφάσεων, ηττηθήκαμε.
Θυμάμαι ότι, χάνοντας την πρόκριση, βρήκα μία γωνιά να κρυφτώ. Και, παρότι είμαι άνθρωπος που γενικά δεν κλαίω εύκολα, μου βγήκε τόση στεναχώρια, ώστε πρέπει να έβαλα τα κλάματα για μία ώρα…
Είχα τον προπονητή μου πάνω από το κεφάλι μου να μου λέει να ηρεμήσω κι εγώ να του απαντώ ότι «δεν με νοιάζει, επειδή δεν πήρα μετάλλιο. Με στεναχωρεί, γιατί θα χάσω τους Ολυμπιακούς Αγώνες Νέων».
Πέρασε ένας μήνας περίπου και μία μέρα χτύπησε το τηλέφωνό μου. Δεν το σήκωσα.
Λίγα δευτερόλεπτα μετά, χτύπησε το σταθερό μας και υπέθεσα ότι κάτι έγινε.
Άκουσα τον πατέρα μου να απαντά και λίγο μετά έρχεται στο δωμάτιό μου και μου λέει: «Δώρα, θα πας στην Ολυμπιάδα Νεότητας»!
Πετάχτηκα πάνω και δεν θυμάμαι καλά-καλά πια πώς αντέδρασα ακριβώς.
Αυτό που ξέρω, είναι ότι η χαρά μου, λίγο μετά τη μεγαλύτερη απογοήτευση της αθλητικής πορείας μου, ήταν απερίγραπτη.
Είχα αλλάξει απρόσμενα κάποια κριτήρια πρόκρισης και απέκτησα δικαίωμα να συμμετάσχω στους Αγώνες.
Από κάθε στιγμή, κυρίως μελαγχολική, μένει το μάθημα.
Το μάθημα να ξέρεις πλέον πώς είναι ένα αρνητικό συναίσθημα.
Το μάθημα να ξέρεις την επόμενη φορά πώς θα δαμάσεις τον ίδιο σου τον εαυτό, ώστε να μην αφήσεις κάτι άσχημο να σε φέρει ακόμα κάτω.
Το μάθημα που θα σε διδάξει να σηκώνεσαι από κάθε αναποδιά και να μάθεις πώς να υψώνεις ένα -τρόπον τινά- “τείχος”, για να μην σε αγγίζουν οι αρνητικές συγκυρίες.
Δεν ξέρω σε ποια ηλικία μπορείς να το πετύχεις αυτό.
Εγώ το δουλεύω ακόμη με τον εαυτό μου και είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο.
Με ρωτούν συχνά πώς διαχωρίζω την κοπέλα Δώρα από την αθλήτρια Γκουντούρα.
Η αλήθεια είναι πως δεν το σκέφτομαι και πολύ.
Νομίζω ότι, όπως είμαι στο γήπεδο, είμαι και στη ζωή μου.
Όπως και στην ξιφασκία, έτσι και ως άνθρωπος προσπαθώ να θέτω στόχους, να επιχειρώ να τους πετύχω και, όταν το καταφέρω, να προχωρήσω ένα βήμα παραπέρα.
Δουλεύω σκληρά για όσα επιθυμώ και αυτό ισχύει και για το παιχνίδι και για τους ανθρώπους που αγαπώ.
Θέλω να προστατεύω τον εαυτό μου στον αγώνα και να κάνω το ίδιο για τους δικούς μου, εκτός γηπέδου.
Στη ζωή μου λειτουργώ, συνήθως, όπως και στον αθλητισμό.
Αυτό, πάντως, δεν είναι πάντα καλό.
Απαιτώ σεβασμό και τον διεκδικώ, όπως ακριβώς τον προσφέρω…
Κακώς, όμως, συχνά είμαστε προκατειλημμένοι με το τι θα πει «σεβασμός», ο οποίος πρέπει να είναι αυτονόητος.
Από αυτή την άποψη, δεν θεωρώ ότι ένα μοναχικό και δυναμικό σπορ με βοηθά να κερδίζω τον σεβασμό.
Οφείλεις να σεβαστείς τον κάθε αντίπαλο, είτε αναδειχθεί πρωταθλητής, είτε καταταγεί τελευταίος.
Ως άνθρωπος, τον σεβασμό μου θα τον κερδίσει κάποιος με το πώς θα μου φέρεται, με το τι θα θέλει από εμένα και πώς θα το διεκδικήσει, με το πώς θα μου μιλήσει.
Τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου ή αθλητή τον διαπιστώνεις, πολλές φορές, από την πρώτη στιγμή.
Η προσωπικότητα ξεχωρίζει θετικά ή αρνητικά.
Δεν προσπαθώ να κερδίσω σεβασμό μέσα από τα μετάλλιά μου.
Παρόλα αυτά, δυστυχώς, στα σπορ υπάρχει ακόμη κοίταγμα “με μισό μάτι” για τις γυναίκες…
Έχω ακούσει ανοησίες τύπου «Έλα μωρέ, και τι κάνετε εσείς; Το άθλημά σας είναι πολύ απλό. Η σπάθη γυναικών είναι εύκολη».
Δεν μπαίνω σε διαδικασία να ασχοληθώ ή να αναρωτηθώ αν αυτή η συμπεριφορά έχει να κάνει με την παιδεία εκείνου που το αναφέρει.
Έχω υπάρξει σε παρέες με άτομα που δεν ασχολούνται με την ξιφασκία, όμως είχαν τη διάθεση να ψάξουν το πρακτικό κομμάτι και να μάθουν κάποια πράγματα, πριν μιλήσουν.
Αν μπορούσα να βρεθώ απέναντι σε έναν άνθρωπο που (με) κρίνει τόσο εύκολα, θα ήθελα να του δώσω τα παπούτσια μου για μία μέρα.
Να μπει σε αυτά, να γίνει “Δώρα για μία ημέρα” και να βιώσει την καθημερινότητά μου.
Αν δεχθεί να τα “φορέσει” και να γίνει “εγώ” και εξακολουθεί να επιμένει ότι είναι εύκολο, θα το σεβαστώ.
Όταν μία κατάσταση δεν την ξέρεις από μέσα, δεν μπορείς να την κρίνεις.
Δεν μπορείς να κατανοήσεις ότι ένα μετάλλιο μπορεί να κριθεί από ένα χτύπημα.
Πώς μπορεί, αλήθεια, να κρίνει κάποιος ότι αυτό που κάνω είναι εύκολο, χωρίς να γνωρίζει πόσο σκληρά δουλεύω ή τις στερήσεις που χρειάζονται για όλο αυτό;
Δεν θα πω ότι, χωρίς να έχει τη διάθεση να ρωτήσει, έχει απλώς μία χαζή σκέψη. Όμως, σίγουρα, έχει μία ανώριμη σκέψη.
Αναφέρομαι τακτικά στο κομμάτι του μυαλού στην ξιφασκία, διότι το τεχνικό κομμάτι της είναι πολύ δύσκολο.
Εδώ είναι δύσκολο για κάποιον, παρακολουθώντας απλώς έναν αγώνα, να καταλάβει ποιος κέρδισε τον πόντο!
Η στρατηγική αυτού που κάνουμε στο άθλημα, είναι ιδιαιτέρως σύνθετη και χρειάζεται εξήγηση.
Κάτι άλλο που έμαθα από την ξιφασκία, είναι ότι έχει αξία να προσπαθείς πολύ, ακόμα και όταν οι καταστάσεις γύρω σου δεν σε βοηθούν πολύ.
Όταν το βιώνεις, όταν βλέπεις ότι δεν παίρνεις αυτά που αξίζεις, πονάει. Πονάει πολύ…
Είναι δύσκολο να πατάς στα πόδια σου και να λες «Εγώ θα συνεχίσω».
Είχα φτάσει σε σημείο, όπου σκέφτηκα να τα παρατήσω.
Ομολογώ ότι η συνεχής ενασχόληση με κάνει, όπως το λέμε λαϊκά, να μπουχτίζω. Ωστόσο, ακόμα και αν έχω δέκα ημέρες άδεια να χαλαρώσω, στα μισά με “τρώει”» και θέλω να έρθω πάλι στην προπόνηση, για να πιάσω στα χέρια μου το σπαθί.
Δεν φεύγει από το μυαλό μου.
Βεβαίως, χρειάζεται στήριξη από την πολιτεία.
Θα θέλαμε να δοθεί περισσότερη προβολή σε ό,τι κάνουμε.
Τα ερασιτεχνικά αθλήματα παραμένουν, δυστυχώς, ακόμη στον πάτο, όσον αφορά σε ενίσχυση και δημοσιότητα.
Αν και στους Ολυμπιακούς Αγώνες αυτά είναι που φέρνουν διακρίσεις, όπως η ενόργανη, η κωπηλασία και, πλέον με την Άννα Κορακάκη, η σκοποβολή,
Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να χτιστεί η βάση για την περαιτέρω εξέλιξη αθλημάτων, όπως το δικό μου.
Να δούμε ποια ευχέρεια υπάρχει σε ανθρώπους που έχουν πετύχει να βοηθήσουν τα νέα παιδιά.
Η Βάσω Βουγιούκα, η πιο πετυχημένη σύγχρονη αθλήτρια στην ξιφασκία, δεν έχει τη διάθεση να βοηθήσει σε επίπεδο ομοσπονδίας και φυσικά δεν την κατηγορώ για τούτο.
Διότι θα ήταν σαν να αναλάβει “καμένη γη” και να θέλει να φυτέψει σ’ αυτή λουλούδια.
Και όταν φτάνεις σε μία ηλικία, στην οποία ήδη έχεις κουραστεί ως αθλήτρια, δεν είναι εύκολο να πεις ότι θέλω να βοηθήσω το άθλημα να κάνει ένα βήμα παραπάνω.
Κατανοώ και τη σωματική και την ψυχολογική κούραση της.
Η Βάσω ήταν εκπληκτική αθλήτρια και είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος.
Όταν εκείνη τελείωνε την καριέρα της, εγώ ξεκινούσα.
Από τις λιγοστές συναντήσεις μας κατάλαβα ότι είναι ένας χαρακτήρας δυναμικός και παράλληλα αντιμετώπιζε κάθε κατάσταση με χιούμορ και καλή διάθεση.
Και μόνο να μπαίνεις στον χώρο της προπόνησης και να την βλέπεις να δουλεύει και να παίζει, με τον τρόπο που αγωνιζόταν, σε κάνει απλώς να λες «Θέλω κι εγώ να παίξω έτσι και να γίνω σαν τη Βάσω».
Αυτό είναι κάτι που δεν της το είπα ποτέ…
Νιώθω άβολα με τέτοιες καταστάσεις και το ίδιο αισθάνομαι, ακόμα και όταν έρθει τώρα σε μένα ένα πιτσιρίκι και μου ζητήσει μία φωτογραφία ή μου πει «Κυρία Δώρα, θα ήθελα να γίνω σαν εσάς».
Δεν νιώθω κάποια επιβεβαίωση από αυτό και, ίσα-ίσα, ντρέπομαι κιόλας.
Αν πάει κάποιος στο εξωτερικό και δει τι εφόδια έχουν οι Ρωσίδες, οι Ιταλίδες, οι Αμερικανίδες και ξαφνικά αντικρίσει και δύο Ελληνίδες, εμένα και την Δέσποινα Γεωργιάδου, είναι μάλλον συγκινητικό το ότι μπορούμε να τις κοντράρουμε και συχνά να τις κερδίζουμε.
Είναι μία επιβεβαίωση και κάτι σαν διπλή νίκη.
Στα 18 μου, όταν τελείωσα το σχολείο, είχα μία πρόταση από την Αμερική, από το Οχάιο Στέιτ. Ωστόσο, δεν ήμουν έτοιμη να φύγω και δεν τη σκέφτηκα σοβαρά.
Σε πιο μικρή ηλικία, δεν το ήθελα καθόλου.
Τώρα, πάντως, δεν είμαι αρνητική στο ενδεχόμενο του εξωτερικού.
Αν τώρα ερχόταν μία πρόταση από σύλλογο του εξωτερικού, με σοβαρές προοπτικές εξέλιξης και τα προαπαιτούμενα για βιοποριστικούς λόγους, θα το σκεφτόμουν σοβαρά.
Ο Μικ Τζάγκερ, άλλωστε, έλεγε ότι «Αν χάσεις τα όνειρά σου, θα χάσεις και το μυαλό σου».
Θέλω και τα δύο να παραμείνουν “ιδιοκτησία” του μυαλού μου.
Και όπως ο Τζάγκερ το πέτυχε μέσα από τη μουσική του, τι πιο ωραίο από το να το καταφέρνεις μέσα από τις πράξεις σου;
Η Δώρα Γκουντούρα είναι πρωταθλήτρια Ελλάδας στην ξιφασκία και μέλος της ομάδας της ΑΕΚ.
Επιμέλεια κειμένου: Γιώργος Αδαμόπουλος
Photo Credits: Γεωργία Παναγοπούλου