Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, αλλά μεγάλωσα στην Αλεξάνδρεια Ημαθίας, κοντά στη Βέροια.
Ο μπαμπάς μου έπαιζε παλιά ποδόσφαιρο και η μαμά μου, μια πολύ δυναμική γυναίκα, υπήρξε Πρόεδρος σε αθλητικό σύλλογο στην Αλεξάνδρεια. Η μαμά μου μας πήγαινε εμένα και την αδερφή μου σε διάφορα αθλήματα και μας έκανε να αγαπήσουμε πολύ τον αθλητισμό.
Εγώ ξεκίνησα από την ενόργανη γυμναστική και στη συνέχεια στράφηκα στην ξιφασκία.
Στην Αλεξάνδρεια υπήρχαν πολλές επιλογές για να ασχοληθούν τα παιδιά με τον αθλητισμό και εγώ, αν και δοκίμασα πολλά αθλήματα, σχεδόν όλα, κόλλησα με την ξιφασκία. Μάλιστα, ήμουν Πρωταθλήτρια για τουλάχιστον μια δεκαετία, πολύ ωραία χρόνια, υπήρχαν και χρήματα και πηγαίναμε σε αγώνες στο εξωτερικό, συνεπώς νιώθω ευλογημένη που τα έζησα.
Αναγκάστηκα ωστόσο να αποσυρθώ από το άθλημα για ιατρικούς λόγους, είχα ένα θέμα υγείας και, όταν το ξεπέρασα, ήμουν πλέον 25 χρόνων, οπότε μου φαινόταν πολύ δύσκολο να ξεκινήσω πάλι απ’ την αρχή.
Πριν συμβεί αυτό, η Ομοσπονδία ξιφασκίας με είχε κατεβάσει από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα για προετοιμασία στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Έμενα, θυμάμαι, σε ένα ξενοδοχείο απέναντι από το ΣΕΦ και εκεί έμεναν και οι αθλητές της πυγμαχίας.
Μου έκανε εντύπωση το πόσο με σέβονταν ως αθλήτρια και γυναίκα. Μπορεί να υπάρχει μια φήμη για το συγκεκριμένο άθλημα και τους αθλητές του, αλλά διαπίστωσα ότι είναι άνθρωποι που σέβονται πολύ.
Όταν τελείωνα την προπόνησή μου, βράδυ, περίμενα να τελειώσουν κι εκείνοι τη δική τους, ώστε να φύγουμε μαζί, φοβόμουν να το κάνω μόνη, γιατί ήταν αργά και έπρεπε να πάω είτε γύρω-γύρω είτε κάτω απ’ τη γέφυρα.
Μια μέρα τούς ρωτάω «αφού βλέπω την προπόνηση, δεν μου λέτε και τι βλέπω;».
Είχα τελειώσει το ΤΕΦΑΑ, οπότε είχα γενικές γνώσεις, αλλά το να βλέπεις να χτυπούν ο ένας τον άλλον είναι περίεργο, αν δεν ξέρεις. Τους ρωτούσα λοιπόν ποια είναι τα χτυπήματα και πώς παίζεται ο αγώνας.
Κάποια στιγμή γίνεται ένα σεμινάριο για τους διαιτητές και αυτά τα παιδιά της Εθνικής πυγμαχίας μού λένε «Σοφία, έχεις δει τόσο πολύ πυγμαχία, δεν πας να γίνεις διαιτητής;», έτσι πήγα και παρακολούθησα.
Όταν ξεκίνησα εγώ το 1994, η πυγμαχία γυναικών δεν είχε μπει καν στο πρόγραμμα και δεν γίνονταν αγώνες.
Δεν έχω αγωνιστεί ποτέ στο ρινγκ, μόνο στην προπόνηση κάνω χτυπήματα στον σάκο, προκειμένου να μάθω το σωστό χτύπημα.
Και, για να γίνω διεθνής, δούλεψα πολύ, πρόκειται για ένα κατεξοχήν αντρικό άθλημα και στην αρχή υπήρχε καχυποψία και αμφισβήτηση προς το πρόσωπό μου, δυσκολεύτηκα πολύ ώστε να παραδεχτούν οι άντρες ότι υπάρχει μια γυναίκα πάνω στο ρινγκ διεθνής και πιο καλή από εκείνους.
Στο ξεκίνημά μου εμένα δεν με βοήθησε κανένας και, τώρα που έχουν έρθει δύο καινούργια κορίτσια, κάνω τα πάντα για να τα βοηθήσω, γιατί είναι πολύ δύσκολο να προχωρήσουν, είναι πολύ απαιτητικό άθλημα.
Και πολλές φορές έχω πει στον εαυτό μου «Σοφία, μπράβο που τα έχεις καταφέρει».
Για να είσαι καλός διαιτητής, πρέπει να έχεις μεγάλη αντίληψη, να είσαι γρήγορος, δίκαιος και πολύ ενημερωμένος. αλλάζουν οι κανονισμοί και πρέπει να τους παρακολουθείς και να διαβάζεις.
Η μεγαλύτερη δυσκολία βέβαια απ’ όλες είναι να σε αποδεχτούν ως γυναίκα-διαιτητή οι προπονητές.
Δυσκολία στο να διαχειριστώ έναν αγώνα πυγμαχίας αντρών ή γυναικών δεν έχω, είναι όλα διαχειρίσιμα.
Έχω τύχει και σε νοκ άουτ αγώνες, αλλά το έχω διαχειριστεί έτσι ώστε πάνω απ’ όλα να διαφυλάσσεται η ασφάλεια των αθλητών.
Δεν ανεβαίνω στο ρινγκ, αν δεν είμαι σίγουρη ότι αυτό διασφαλίζεται, γιατί κάποιες φορές το άθλημα είναι επικίνδυνο.
Στην περίπτωση που κάποιος ή κάποια πυγμάχος είναι πολύ aggressive, σταματάω τον αγώνα κατευθείαν, δεν αφήνω να εξελιχθεί κανένα παιχνίδι που θα εγκυμονεί κίνδυνο, δεν με νοιάζουν ούτε ομάδες, ούτε ποιοι παίζουν, ούτε τίποτα.
Επίσης, κανείς αθλητής ή αθλήτρια δεν μου έχουν μιλήσει άσχημα ούτε μου έχουν φωνάξει και ποτέ δεν με έχουν κατηγορήσει για διαιτητικά λάθη, είμαι ευλογημένη σε αυτό.
Είμαι μάλιστα από τους αγαπημένους διαιτητές των προπονητών, γιατί θεωρούμαι πολύ δίκαιη, οπότε με ζητούν σε παιχνίδια των αθλητών τους, λένε συχνά «θέλουμε την κυρία», κάτι που αποτελεί φυσικά μεγάλη τιμή για μένα.
Και η αλήθεια είναι ότι προσωπικά προτιμώ να διαιτητεύω γυναίκες, γιατί είναι πιο καλές, παίζουν πολύ ωραία και καθαρή πυγμαχία σε σχέση με τους άντρες.
Από την πλευρά των θεατών επίσης, όταν διαιτητεύω, δεν ακούω τίποτα για εμένα, ούτε φωνές ούτε διαμαρτυρίες, με αντιμετωπίζουν με σεβασμό.
Με τους αθλητές έχω τις σχέσεις που πρέπει να έχω, γενικά η επαφή μας είναι πολύ καλή, ενώ υπάρχει εκτίμηση στο πρόσωπό μου και από αυτούς, με σέβονται, με ακούν και εισπράττω την αγάπη τους.
Όταν με συναντούν για πρώτη φορά άνθρωποι και τους λέω με τι ασχολούμαι, με κοιτούν με θαυμασμό!
Προς το παρόν είμαι η μοναδική εν ενεργεία γυναίκα διαιτητής πυγμαχίας στην Ελλάδα, γιατί πρόκειται για κάτι πολύ δύσκολο, είναι πολύ γρήγορα τα χτυπήματα των αθλητών και άρα πολύ δύσκολο να παρακολουθήσεις τον αγώνα χωρίς να κάνεις λάθος.
Και δεν πρόκειται για τένις ή πινγκ πονγκ, εδώ έχουμε να κάνουμε με τη σωματική ακεραιότητα των αθλητών και, αν γίνει ένα λάθος, το πληρώνει ένα παιδί που έχει φάει ξύλο, δεν είναι κάτι απλό.
Ωστόσο, είναι ένα άθλημα που προσφέρει στους αθλητές πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση και μάλιστα προτρέπω τις γυναίκες να ασχοληθούν με αυτό.
Διαφορά ανάμεσα στη διαιτησία της Ελλάδας και αυτή του εξωτερικού δεν υπάρχει.
Με την Ομοσπονδία και τον Πρόεδρο, Χάρη Μαριόλη, για πρώτη φορά έχουμε κατακτήσει σχεδόν 30 μετάλλια σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, κάτι που δεν είχαμε ποτέ παλιότερα.
Επιπλέον, για πρώτη φορά έχουμε την ευκαιρία να είμαστε διεθνείς διαιτητές. παλιά η διοίκηση δεν έστελνε διαιτητές στο εξωτερικό, κάποια στιγμή μπήκαμε μερικά νέα παιδιά και γίναμε διεθνείς.
Σε αντίθεση βέβαια με τη χώρα μας, στο εξωτερικό η γυναικεία πυγμαχία είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένη και οι ομοσπονδίες προωθούν πολύ τις γυναίκες διαιτητές.
Εκτός όμως από την πυγμαχία, είμαι κριτής και στην άρση βαρών.
Η δουλειά και στις δύο περιπτώσεις είναι πολύ ενδιαφέρουσα, πρόκειται για αθλήματα δυνατών αθλητών, δεν θέλω να τα ξεχωρίσω και λαμβάνουν την ίδια αντιμετώπιση από εμένα.
Δυστυχώς όμως δεν έχω υπάρξει κριτής των μεγάλων Πρωταθλητών μας της άρσης βαρών, καθώς μπήκα αργότερα στον χώρο.
Έχω γενικά μεγάλο ενδιαφέρον και αγάπη για την πυγμαχία, έχω δει αγώνες του Μοχάμεντ Άλι ή του Μάικ Τάισον, ενώ βλέπω και στο YouTube ό,τι ανεβάζουν από την επαγγελματική και την Ολυμπιακή πυγμαχία.
Καμαρώνω πολύ που βλέπω και τις προσπάθειες των δικών μας παιδιών, γιατί αυτά τα παιδιά, τα οποία είναι πολλά, από το πουθενά έχουν πρωταγωνιστήσει στην Ευρώπη.
Βέβαια, βλέπω αγώνες πυγμαχίας και για να ψυχαγωγηθώ, θέλω να δω έναν καλό αγώνα και μια καλή διαιτησία.
Όσον αφορά στη δική μου καριέρα, διαιτητής πυγμαχίας θα είμαι μέχρι ένα σημείο, γιατί… μεγαλώνουμε.
Στην Ελλάδα θα έλεγα ότι όλοι οι διαιτητές είμαστε μεγάλης ηλικίας, ο στόλος της ελληνικής διαιτησίας είναι “γερασμένος”. Κι αυτό συμβαίνει, γιατί αυτοί που μπορούν να διαιτητεύσουν είναι και αυτοί που είναι οι έμπειροι.
Δυστυχώς, τα νέα παιδιά, επειδή δεν υπάρχουν πολλά Πανελλήνια Πρωταθλήματα άρα και πολλοί αγώνες, δεν μπορούν να αποκτήσουν εμπειρία.
Όταν λαμβάνουν χώρα τα “καλά” Πρωταθλήματα λοιπόν, υποχρεωτικά πηγαίνουμε οι πιο μεγάλοι, ως πιο έμπειροι.
Στο εξωτερικό είναι πιο νέοι οι διαιτητές, γιατί υπάρχει και μεγάλη μαγιά.
Για παράδειγμα, στη γειτονική Σερβία έχουν αγώνα κάθε εβδομάδα, ενώ εμείς κάθε τρίμηνο.
Άρα ο διαιτητής που ανεβαίνει στο ρινγκ κάθε εβδομάδα έχει μεγαλύτερη εμπειρία και άνεση από κάποιον που θα ανέβει μια φορά το τρίμηνο.
Πάντως, προσωπικά προσπαθώ να γίνομαι συνέχεια καλύτερη και ό,τι φέρει αυτό το «καλύτερη» θα είναι καλοδεχούμενο.
Άλλωστε, η πυγμαχία μού προσφέρει ούτως ή άλλως χαρά, αυτοπεποίθηση, αυτοεκτίμηση, σιγουριά, αγάπη για τα μαχητικά αθλήματα και βέβαια αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου.
Η Σοφία Παπαποστόλου είναι διεθνής διαιτητής πυγμαχίας.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
CHECK IT OUT: Θάλια Μήτση: Αγώνας για το δίκαιο
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Χριστίνα Λιναρδάτου – Ντουράν: Μέδουσα
Βαγγέλης Νανιτζανιάν: Εγώ και ο Σάκος