Μάρτιος του 2022. Ο πόλεμος ανάμεσα σε Ρωσία και Ουκρανία έχει αρχίσει πριν από μερικές εβδομάδες.
Η κατάσταση στη Μόσχα είναι περίεργη. Υπάρχει αναβρασμός στον κόσμο, κακή ψυχολογία. Το ίδιο συμβαίνει και στους κόλπους της ΤΣΣΚΑ. Πολλοί ξένοι έχουν ήδη αποχωρήσει φοβισμένοι. Κανείς μας δεν ξέρει τι θα γίνει, ποιο είναι το μέλλον της ομάδας, του Πρωταθλήματος… όλων εμάς.
Οι πτήσεις για το εξωτερικό ματαιώνονται η μια μετά την άλλη, τα αεροδρόμια κλείνουν και οι μετακινήσεις είναι πλέον πολύ δύσκολες, για να μην πω επικίνδυνες.
Ωστόσο, όσοι είμαστε στο τεχνικό σταφ της ΤΣΣΚΑ έχουμε αποφασίσει ότι, ως επαγγελματίες, θα τιμήσουμε το συμβόλαιό μας και από κει και πέρα, για την επόμενη σεζόν, θα ψάξουμε να δούμε τις επιλογές μας. Είναι μια περίοδος που στο μυαλό μου αρχίζει να ωριμάζει πλέον η ιδέα, να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου, ως πρώτος προπονητής.
Περίπου έναν μήνα πριν ο κόουτς Ιτούδης είχε αρρωστήσει και για περίπου 10 μέρες είχα αναλάβει χρέη χεντ κόουτς.
Σίγουρα δεν είναι το ίδιο πράγμα το να είσαι πρώτος προπονητής, με το να εκτελείς χρέη πρώτου για ένα μικρό χρονικό διάστημα, όμως ήταν η στιγμή που κατάλαβα ότι είναι κάτι που μπορώ να το κάνω.
Ημέρα 1η: Μια προσφορά που δεν μπορείς να αρνηθείς
Ο Τουργκάι Ζεϊτινγκόζ, ο Γενικός Διευθυντής της Γαλατάσαραϊ, είναι ένας άνθρωπος με τον οποίον έχουμε δουλέψει μαζί στη Μπάνβιτ τη σεζόν 2013-2014.
Έχουμε κρατήσει επαφές όλα αυτά τα χρόνια και υπάρχει αμοιβαία εκτίμηση. Επικοινωνεί μαζί μου, με ενημερώνει ότι η ομάδα βρίσκεται στη μέση της βαθμολογίας, κάποιες φορές και πιο πίσω, ότι μπορεί να μην είναι ούτε στην πρώτη οκτάδα που οδηγεί στα πλέι οφ, συνεπώς έχουν αποφασίσει να αλλάξουν προπονητή. Κάπου εκεί, μου κάνει την πρόταση.
Ομολογώ ότι με αιφνιδιάζει σε τέτοιον βαθμό που αρχικά αυτό που αντιλαμβάνομαι είναι ότι ψάχνουν προπονητή για την επόμενη σεζόν, κάνοντας από νωρίς τον σχεδιασμό τους. Γρήγορα καταλαβαίνω ότι ψάχνουν κάποιον άμεσα. Η συζήτηση γίνεται Πέμπτη και η ομάδα θέλει την Κυριακή, στο επόμενο παιχνίδι της, να είμαι στο γήπεδο.
Ο πρώτος άνθρωπος με τον οποίον το συζητώ είναι η σύζυγός μου. Η Μόσχα έχει γίνει πλέον το δεύτερο σπίτι μας, έχουμε κλείσει οκτώ χρόνια εκεί με το παιδί μας και τον σκύλο μας. Προφανώς και έχουμε συζητήσει ότι είναι πιθανό το καλοκαίρι πια να φύγουμε λόγω του πολέμου, αλλά αυτό που έχει προκύψει τώρα είναι κάτι τελείως διαφορετικό.
Ο δεύτερος άνθρωπος που το λέω είναι ο Δημήτρης Ιτούδης, ο οποίος με εμπιστεύτηκε όλα αυτά τα χρόνια στο πλευρό του. Ξέρει κι εκείνος ότι πρόκειται για μια πρόταση που δεν μπορεί κάποιος να αρνηθεί εύκολα, καθώς ήδη έχουμε συζητήσει ότι θέλω κάποια στιγμή να κάνω το επόμενο βήμα στην καριέρα μου, αναλαμβάνοντας μια ομάδα ως πρώτος προπονητής. Αφού συμφωνεί κι εκείνος πως πρόκειται για μια καλή πρόταση, με την εμπειρία του με κατευθύνει στο πιο πρακτικό κομμάτι, στο πώς δηλαδή πρέπει πάνω σε αυτό το δίμηνο-τρίμηνο μέχρι το τέλος της σεζόν να “χτίσω” για την επόμενη χρονιά.
Στη συνέχεια, ενημερώνω τη διοίκηση της ΤΣΣΚΑ, η οποία στηρίζει επίσης την απόφασή μου, καθώς τους εξηγώ ότι δεν έχει να κάνει τόσο πολύ με την κατάσταση στη χώρα αλλά με την επιθυμία μου να κάνω το βήμα παραπάνω. Ειλικρινά, και σε κανονικές συνθήκες να είχα την πρόταση, χωρίς δηλαδή τον πόλεμο, πάλι θα ήθελα να την αποδεχθώ. Όλα αυτά εκτυλίσσονται μέσα σε μόλις δύο μέρες.
Αποτελεί ιδιαίτερη τιμή για μένα το γεγονός ότι ο Αντρέι Βατούτιν, ο Πρόεδρος της ΤΣΣΚΑ, αλλά και παίκτες με τους οποίους συνεργάστηκα όλα αυτά τα χρόνια, όπως ο Κάιλ Χάινς ή ο Μάικ Τζέιμς, μίλησαν δημόσια για μένα με τα καλύτερα λόγια.
Θεωρώ ότι η συντριπτική πλειοψηφία παικτών και παραγόντων με τους οποίους συνεργάστηκα ως ασίσταντ κόουτς μέχρι τότε με εκτιμούσαν και σε προσωπικό και σε επαγγελματικό επίπεδο. Ξέρετε, ο βοηθός προπονητή -και δεν το λέω μόνο για μένα αυτό- δεν είναι στην πρώτη γραμμή. Είναι πάντα λίγο πιο πίσω, δεν έχει πάνω του στραμμένα τα φώτα της δημοσιότητας, ωστόσο κάνει μια σημαντική δουλειά, και σε όγκο και σε αξία, που πολλές φορές δεν γίνεται αντιληπτή από το ευρύ κοινό.
Ημέρα 2η: Η πρώτη επαφή
Το να αναχωρήσει κάποιος με αεροπλάνο από τη Μόσχα εκείνη την περίοδο δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Οι πτήσεις προς Κωνσταντινούπολη είναι λίγες. Αφού βρίσκουμε τελικά εισιτήριο, ταξιδεύω όλο το βράδυ. Ταξιδεύω μόνος, καθώς είναι φυσικά αδύνατον να μετακινηθεί όλη η οικογένεια σε μια μέρα, πόσο μάλλον η κόρη μου, η οποία πηγαίνει και σχολείο.
Εκείνες τις μέρες στην Κωνσταντινούπολη έχει χιονίσει και το κρύο, παρά την θαλασσινή αύρα του Βόσπορου, θυμίζει Μόσχα. Φτάνω πρωί Παρασκευής, οι άνθρωποι της Γαλατάσαραϊ με πηγαίνουν στο ξενοδοχείο για να αφήσω τις βαλίτσες μου και από κει κατευθείαν στην προπόνηση της ομάδας. Εκεί γνωρίζω για πρώτη φορά τους υπολοίπους, πλην του Τουργκάι, ανθρώπους του συλλόγου, τους βοηθούς μου και τους παίκτες.
Την επόμενη μέρα υπάρχει εντός έδρας παιχνίδι για το Τουρκικό Πρωτάθλημα, το οποίο δεν μπορώ να κοουτσάρω, γιατί δεν είχε εκδοθεί ακόμη η άδειά μου. Παρακολουθώ προσεκτικά την προπόνηση και αμέσως μετά κάνω τα πρώτα μίτινγκ με τους παίκτες αλλά και τους άμεσους συνεργάτες μου. Τους ακούω προσεκτικά να μου αναλύουν την κατάσταση στην ομάδα, ο καθένας φυσικά από τη δική του οπτική γωνία, κι εγώ τους εξηγώ τι θέλω από τον καθένα.
Έχω ήδη σχηματίσει εικόνα και άποψη, καθώς, από την ώρα που έχει γίνει η πρώτη τηλεφωνική επαφή, έχω αρχίσει να βλέπω προηγούμενα παιχνίδια της ομάδας, είδα κι άλλα στο αεροπλάνο στη διάρκεια της πτήσης και μετά την εξαντλητική πρώτη μέρα επέστρεψα στο ξενοδοχείο, όπου στρώθηκα πάλι στη δουλειά μπροστά στον υπολογιστή μου.
Την Κυριακή είμαι στο γήπεδο για τον αγώνα. Η Γαλατάσαραϊ χάνει εντός έδρας από μια ομάδα υποδεέστερη, μια ομάδα από τις τελευταίες θέσεις της βαθμολογίας. Είναι μια καλή ευκαιρία για μένα να δω δια ζώσης πού υπάρχει πρόβλημα, τι χρειάζεται να διορθώσουμε. Μετά τον αγώνα και τις επόμενες μέρες οι συζητήσεις με τους παίκτες και οι επαφές με τη διοίκηση συνεχίζονται. Μιλάω με τους συνεργάτες μου για να τους εξηγήσω πώς θέλω να δουλέψουμε, τι θέλω να αλλάξουμε και πώς.
Πρέπει όλοι, και πρώτος εγώ, να προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες.
Είναι μέρες στις οποίες η αδρεναλίνη έχει χτυπήσει κόκκινο με ανεξάντλητες ώρες δουλειάς στο γήπεδο, βίντεο στο ξενοδοχείο και ελάχιστη ξεκούραση. Είναι μια από τις πιο σημαντικές στιγμές της καριέρας μου και θέλω να προσαρμοστώ όσο καλύτερα γίνεται. Είμαι 100% συγκεντρωμένος.
Ημέρα 7η: Το πρώτο παιχνίδι
Η πρώτη φορά που κάθομαι στον πάγκο είναι μεσοβδόμαδα, ένα παιχνίδι του BCL με τη γερμανική Λούντβιχσμπουργκ. Είναι ένα ματς που ουσιαστικά μου χρησιμεύει ώστε να δοκιμάσω πράγματα και να εξηγήσω στους παίκτες μου τι θέλω απ’ αυτούς. Άλλωστε αυτό που ενδιαφέρει τόσο εμένα όσο και τον σύλλογο είναι το Τουρκικό Πρωτάθλημα και το πώς θα αλλάξουμε το στάτους της Γαλατάσαραϊ, ανατρέποντας την εις βάρος μας κατάσταση. Σ’ αυτό το ευρωπαϊκό ματς έχουμε την ατυχία να χάσουμε με σοβαρό τραυματισμό τον ΝτεΒον Ακούν Πουρσέλ, έναν από τους σημαντικότερους παίκτες μας και δεύτερο σκόρερ της Γαλατάσαραϊ μέχρι τότε, σε μια στιγμή που ήδη είναι εκτός δράσης και ο βασικός μας σέντερ, ο Μορίς Εντούρ.
Στις 27 Μαρτίου είναι η πρεμιέρα μου στην εγχώρια λίγκα. Ένα εκτός έδρας παιχνίδι με τη Μπεσίκτας. Προερχόμαστε από τέσσερεις σερί ήττες εντός και εκτός συνόρων και πάμε σε μια δύσκολη έδρα χωρίς κόσμο, καθώς δεν επιτρέπονται μετακινήσεις οπαδών.
Τα πρώτα που πρέπει να αλλάξω είναι η ψυχολογία και η νοοτροπία.
Εκεί επικεντρώνομαι στις οδηγίες μου και στα βίντεο που ετοιμάζω για τους παίκτες. Όχι τόσο στα συστήματα αλλά στο πώς οι ίδιοι βλέπουν την ομάδα. Τους εξηγώ ότι η μαχητικότητα και η συσπείρωση, μετά και τον τραυματισμό του Πουρσέλ, είναι κομβικά σημεία για να αλλάξουμε το μομέντουμ. Η ομάδα είναι πάνω απ’ όλους.
Δεν είμαι άνθρωπος που χρειάζομαι κάποια δικαιολογία για να βγάλω την πίεση από πάνω μου και να λειτουργήσω καλύτερα. Άλλωστε, όλη μου η καριέρα είναι στον Παναθηναϊκό και την ΤΣΣΚΑ, δηλαδή δύο ομάδες που έπαιζαν συνεχώς για τη νίκη και το αποτέλεσμα. Ακόμα και τον ένα χρόνο που ήμασταν στη Μπάνβιτ, τελειώσαμε πρώτοι στην κανονική περίοδο. Η φιλοσοφία λοιπόν είναι ότι πας πάντα να κερδίσεις το παιχνίδι και κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου γι’ αυτό, μέσα φυσικά σε νόμιμο και αθλητικό πλαίσιο. Πρέπει να βρεις τον τρόπο να κερδίσεις. Η λογική δεν είναι ποτέ “δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο”.
Ο κόσμος και η διοίκηση της Γαλατάσαραϊ είναι πολύ αγχωμένοι εκείνη την περίοδο. Για πολλούς, η σεζόν έχει τελειώσει, λένε «πάμε να σώσουμε ό,τι μπορούμε, κι αν καταφέρουμε να μπούμε στα πλέι οφ, θα είναι επιτυχία». Εγώ αδυνατώ να συμβιβαστώ μ’ αυτό. Τους ακούω και σιγά-σιγά αρχίζω να τους λέω ότι αυτό δεν αρκεί, θα κυνηγήσουμε το κάτι παραπάνω. Δεν ήρθα για να χάνω, ήρθα για να κερδίζω.
Ημέρα 11η: Η αρχή ενός απίστευτου σερί 10 νικών
Το παιχνίδι με τη Μπεσίκτας, σε ένα μικρό γήπεδο με πολύ κόσμο, δεν αρχίζει καλά. Είμαστε άστοχοι και νευρικοί, χάνουμε στο ημίχρονο 38-28. Στο δεύτερο ημίχρονο, ο διακόπτης μας γυρίζει, μπαίνουμε δυνατά στο παιχνίδι, βρίσκουμε λύσεις από παίκτες που μέχρι τότε δεν είχαν ιδιαίτερο ρόλο και τελικά κερδίζουμε 74-62.
Αμέσως το κλίμα αλλάζει. Αυτή η νίκη δίνει σε όλους θετική ενέργεια, γιατί έχουμε νικήσει δύο φορές τη Μπεσίκτας στην κανονική περίοδο και την έχουμε βάλει από κάτω. Παράλληλα, βάζουμε τέλος σε ένα αρνητικό σερί τεσσάρων ηττών.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που είχα πει σε όλους, φτάνοντας στην Κωνσταντινούπολη, είναι ότι η εικόνα της ομάδας με το ταλέντο των παικτών δεν συμβαδίζουν. Ότι μπορούμε -και πρέπει- να παίξουμε καλύτερα. Ότι είμαστε πολύ καλύτεροι απ’ αυτό που δείχνουμε.
Το πρόγραμμα ωστόσο είναι βουνό. Μπορεί να νικήσαμε τη Μπεσίκτας εκτός έδρας και να πήραμε μια ανάσα, αλλά έχουμε μπροστά μας το επόμενο διάστημα την Καρσίγιακα που είναι παραδοσιακή δύναμη στο τουρκικό μπάσκετ, τη Φενέρμπατχτσε εκτός έδρας και πολλές άλλες ομάδες με τις οποίες έχουμε μειονέκτημα, δηλαδή έχουμε χάσει στο παιχνίδι του πρώτου γύρου και πρέπει οπωσδήποτε να ρεφάρουμε, γιατί είναι πιθανοί αντίπαλοί μας στα πλέι οφ.
Στην Τουρκία το Πρωτάθλημα είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικό. Από την είσοδο στα πλέι οφ μέχρι τον υποβιβασμό, είναι δύο νίκες διαφορά. Δύο στραβά αποτελέσματα μπορούν να σε βγάλουν εκτός προγράμματος. Εκείνη τη σεζόν μάλιστα, αν εξαιρέσεις Εφές και Φενέρμπατχτσε, 11 ομάδες είναι πάνω-κάτω στην ίδια μοίρα, παλεύουν για την πρώτη οκτάδα.
Κερδίζουμε λοιπόν κατά σειρά έξω τη Μπεσίκτας, μέσα την Καρσίγιακα, έξω τη Γιάλοβα. Αρχίζουμε να χτίζουμε ένα μομέντουμ, κάνοντας τα πράγματα όπως τα θέλω εγώ, με διάθεση και ενέργεια. Έχουμε ξεκάθαρους ρόλους, είμαστε αφοσιωμένοι στον στόχο, βγάζουμε υγεία ως σύνολο. Θυμάμαι ότι τους είχα πει χαρακτηριστικά:
«Την τελευταία ομάδα τη σεβόμαστε, την πρώτη δεν τη φοβόμαστε».
Όλοι στην ομάδα αρχίζουν να βλέπουν αυτό που τους είχα πει, όταν είχα πρωτοπάει. Ότι δεν γίνεται να συμβιβαστούμε με κάτι λιγότερο απ’ αυτό που αξίζουμε, κοιτάζοντας όσο ψηλότερα γίνεται.
Το τέταρτο παιχνίδι είναι εκτός έδρας με την Φενέρμπατχτσε. Εκεί είναι το αποκορύφωμα. Κάνουμε ένα φοβερό παιχνίδι. Κοιτάμε την ομάδα του Τζόρτζεβιτς στα μάτια. Το γήπεδο είναι γεμάτο, η Φενέρμπατχτσε είναι πρώτη κι ένα Φενέρμπατχτσε-Γαλατάσαραϊ, επειδή είναι και ποδοσφαιρικό ντέρμπι, έχει πάντα ξεχωριστή ατμόσφαιρα, ανεξάρτητα από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η κάθε ομάδα. Κερδίζουμε καθαρά με 76-70.
Είναι η στιγμή που ο κόσμος μας επιστρέφει για τα καλά στο πλευρό μας. Το γήπεδό μας είναι πλέον κανονική έδρα, δεν το βλέπεις άδειο, όπως τους προηγούμενους μήνες. Συνεχίζουμε να κερδίζουμε μέσα-έξω, σκαρφαλώνουμε θέσεις στη βαθμολογία και το φινάλε της κανονικής περιόδου μάς βρίσκει στην τρίτη θέση, πίσω από Φενέρμπατχτσε και Εφές. Αυτό 40 μέρες πριν έμοιαζε ακατόρθωτο. Το ζητούμενο πλέον είναι η διαχείριση όλου αυτού του ενθουσιασμού, ο οποίος πολύ εύκολα μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ.
Ημέρα 26η: Όταν αντιλαμβάνεσαι τι σημαίνει «Galatasaray Nation»
Ένας δημοσιογράφος, σε μια ερώτησή του τις πρώτες μου μέρες στην ομάδα, μου είπε ότι είμαι ο πρώτος ξένος προπονητής και μάλιστα Έλληνας της Γαλατάσαραϊ μετά από 33 χρόνια και 17 Τούρκους προπονητές. Ήταν κάτι που το άκουγα τότε για πρώτη φορά, καθώς εκείνες τις μέρες δεν είχα χρόνο να σκεφτώ ή να επεξεργαστώ τίποτα σημειολογικό.
Αρχίζω όμως να καταλαβαίνω πού έχω έρθει, από τις πρώτες αντιδράσεις του κόσμου. Από τις πρώτες μέρες οι φίλαθλοί μας είναι ιδιαίτερα ζεστοί απέναντί μου και από ένα σημείο και μετά μου δείχνουν ακόμα μεγαλύτερη αγάπη, ακριβώς επειδή είμαι Έλληνας.
Έμενα σε ξενοδοχείο ακόμη, όταν μια μέρα χρειάστηκε να πάω στο κοντινό σούπερ μάρκετ. Στον δρόμο με πέτυχε μια παρέα φίλων της ομάδας, οι οποίοι με αναγνώρισαν και με σταμάτησαν με χαμόγελο για να μου μιλήσουν.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ζω και εργάζομαι στην Τουρκία, έχω την εμπειρία της Μπάνβιτ λίγα χρόνια πριν, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι οι καταστάσεις είναι ίδιες και τα μεγέθη συγκρίσιμα. Κι αυτό, γιατί η Γαλατάσαραϊ μαζί με τη Φενέρμπατχτσε, επειδή και οι δύο έχουν και ποδοσφαιρική ομάδα, είναι αδιανόητα μεγέθη ως σύλλογοι. Στο μπάσκετ φυσικά έρχεται να προστεθεί και η Εφές, η οποία όμως δεν έχει ποδοσφαιρική ομάδα.
Είναι κάτι ξεχωριστό η Γαλατάσαραϊ. Και όλο αυτό, όσο περνούσε ο καιρός, γινόταν και πιο έντονο. Στο πρώτο μου παιχνίδι με τη Λούντβιχσμπουργκ είχαμε 500 άτομα στο γήπεδο. Σιγά-σιγά και με τις νίκες οι οπαδοί μας επέστρεψαν στο γήπεδο.
Ο κόσμος μοιάζει πολύ με τους Έλληνες, εύκολα απογοητεύονται, εύκολα ενθουσιάζονται. Σημαντικό ρόλο στο να φέρουμε πίσω τον κόσμο μας έπαιξε το γεγονός ότι εκείνη την περίοδο το ποδοσφαιρικό τμήμα της Γαλατάσαραϊ είχε βγει εκτός στόχων. Οπότε όλοι είχαν στρέψει το βλέμμα τους πάνω μας. Γινόμαστε το κέντρο του κόσμου της Γαλατάσαραϊ.
Πρώτη νίκη με Μπεσίκτας έξω, δεύτερη μέσα με Καρσίγιακα και αρχίζουν να έρχονται όλο και περισσότεροι στο γήπεδο για να μας υποστηρίξουν. Ο λογαριασμός μου στα social media είχε 1.000 ακολούθους και έφτασε τους 22.000 μέσα σε λιγότερο από έναν μήνα, ειδικά μετά την εκτός έδρας νίκη επί της Φενέρμπατχτσε, η οποία ήταν κομβική. Στο γήπεδο, τους αγώνες, τα τάιμ άουτ και το ημίχρονο παίζουν πλέον ελληνικά τραγούδια.
Όταν η ομάδα πηγαίνει πλέον καλά, έχουμε συχνές συναντήσεις με οπαδούς, τόσο με τους οργανωμένους όσο και με κατόχους VIP ή εισιτηρίων διαρκείας. Όλοι με πλησιάζουν και έχουν να μου πουν μια ιστορία για τη σχέση τους ή τη σύνδεσή τους με την Ελλάδα και γιατί αγαπάνε τους Έλληνες. Άλλος είχε έρθει για διακοπές, άλλος είχε φίλο Έλληνα, ένας άλλος είχε δουλέψει στο Πατριαρχείο σε κάποια έργα συντήρησης και το έλεγε με υπερηφάνεια. Εκεί καταλαβαίνεις ξεκάθαρα ότι η πολιτική και η σχέση των απλών ανθρώπων των δύο χωρών μεταξύ τους είναι δύο διαφορετικά πράγματα.
Η Γαλατάσαραϊ ως σύλλογος αριθμεί περίπου 30 εκατ. μέλη και είναι ένας εξαιρετικά πολύπλοκος οργανισμός. Λειτουργεί με τελείως διαφορετικό τρόπο από ό,τι ξέρουμε στην Ελλάδα. Για την ακρίβεια είναι ένα “έθνος” με εκλεγμένη “κυβέρνηση”. Υπάρχει μια ενιαία διοίκηση, ένας Πρόεδρος για όλα τα σπορ και ένα Διοικητικό Συμβούλιο για το οποίο, όταν για τον οποιοδήποτε λόγο δεν πηγαίνουν τα πράγματα καλά, τα μέλη έχουν το δικαίωμα να καταθέσουν πρόταση μομφής και να πάνε το σύλλογο σε εκλογές.
Εγώ, πηγαίνοντας εκεί από δύο εξίσου πολύ μεγάλους συλλόγους, όπως ο Παναθηναϊκός και η ΤΣΣΚΑ Μόσχας, έχω τις βάσεις να το κατανοήσω αυτό. Ωστόσο, ακόμα κι έτσι, δεν είναι εύκολο να αντιληφθείς τι σημαίνει Γαλατάσαραϊ ως μέγεθος.
Όλα τα ζεις πιο έντονα. Η χαρά, η λύπη, η πίεση, όλα είναι στο μάξιμουμ.
Αλλά το να μπαίνω στο γήπεδο και να με αποθεώνουν, να τραγουδούν το όνομά μου, να σηκώνουν πανό με το πρόσωπό μου ζωγραφισμένο επάνω είναι πράγματα τρελά και που σίγουρα δεν τα περίμενα ποτέ.
Ημέρα 72η: Αγγίζοντας το θαύμα
Ερχόμαστε από ένα σερί 10-0. Οι τελευταίες δύο νίκες είναι επί της Μπαχτσέσεχιρ, εντός και εκτός έδρας στον προημιτελικό, μια ομάδα που είχε μεγαλύτερο μπάτζετ από το δικό μας και η οποία μάλιστα μας είχε κερδίσει δύο φορές στην κανονική περίοδο. Είναι η πιο χειροπιαστή απόδειξη για την δική μας πρόοδο.
Μπροστά μας έχουμε πλέον μια μεγάλη πρόκληση. Ημιτελικός πλέι οφ απέναντι στην Εφές. Την Εφές που λίγες μέρες πριν έχει στεφθεί για δεύτερη συνεχόμενη φορά Πρωταθλήτρια Ευρώπης. Στις 21 Μαΐου έχει νικήσει τη Ρεάλ στον πόντο στον Τελικό του Βελιγραδίου και στις 27 του μήνα είναι το πρώτο μεταξύ μας παιχνίδι στην δική της έδρα.
Για ακόμα μια φορά δίνω τεράστιο βάρος στην ψυχολογία της ομάδας. Θυμίζω στους παίκτες μου ότι δεν φοβόμαστε κανέναν. Έχοντας υπάρξει στη θέση της Εφές και στα χρόνια μου στον Παναθηναϊκό και στη θητεία μου στην ΤΣΣΚΑ, να πρέπει δηλαδή να γυρίσω στις εγχώριες υποχρεώσεις ως Πρωταθλητής Ευρώπης, ξέρω ότι αυτό είναι το καλύτερο timing για εμάς για να τους αντιμετωπίσουμε. Αν η Εφές δεν το είχε πάρει, θα είχε γυρίσει πεινασμένη να αποδείξει πράγματα. Τώρα ήταν ακόμη μεθυσμένη πάνω στις δάφνες του τροπαίου. Όλα αυτά βέβαια είναι στη θεωρία. Θα αποδειχθούν και στη πράξη; Το σίγουρο είναι ότι κι εμείς έχουμε κάνει τον τελευταίο μήνα κάτι σπουδαίο.
Το παιχνίδι πηγαίνει πόντο-πόντο στο πρώτο ημίχρονο. Παίζουμε τον αντίπαλό μας ως ίσος προς ίσο. Το δεύτερο ημίχρονο είναι μαγικό. Μας πάνε όλα δεξιά. Τελικό σκορ 105-70 υπέρ μας, εκτός έδρας! Ο ενθουσιασμός που επικρατεί στην ομάδα, τη διοίκηση, τους οπαδούς μας είναι απερίγραπτος, πολλοί μάλιστα που έχουν έρθει στο γήπεδο λόγω της κοινής μας έδρας έχουν σηκωθεί και εκδηλωθεί ανοικτά υπέρ μας.
Πριν από το τζάμπολ του δεύτερου ημιτελικού αρχίζει από την πλευρά της Εφές κάποιου είδους “ψυχολογικός πόλεμος”. Για παράδειγμα, δεν επιτρέπουν στη δική μας διοίκηση να καθίσει στο Sinan Erdem εκεί όπου προβλέπεται για τον φιλοξενούμενο, στο ίδιο μέρος όπου είχαν καθίσει και στο πρώτο παιχνίδι, γιατί το γήπεδο το χρησιμοποιούμε και οι δύο.
Εγώ από την πλευρά μου πρέπει να διαχειριστώ όλον αυτόν τον ενθουσιασμό, ξέροντας ότι η Εφές είναι Πρωταθλήτρια Ευρώπης και διαθέτει παίκτες που έχουν την προσωπικότητα να πάρουν την ομάδα στις πλάτες τους. Αυτό που λέω σε όλους είναι ότι το δεύτερο παιχνίδι θα είναι τελείως διαφορετικό.
Άλλωστε, μπορεί να έχουμε μια νίκη, αλλά η πρόκριση κρίνεται στις τρεις. Έχουμε ανάψει μια φλόγα που, αν τη φροντίσουμε, θα μας ζεστάνει, ή, αν δεν την προσέξουμε, θα μας κάψει.
Τα παιχνίδια είναι πολύ κοντά χρονικά το ένα με το άλλο, μόλις δύο μέρες μετά. Η Εφές έχει πολύ πιο βαθύ ρόστερ από εμάς και σε μια τέτοια σειρά αγώνων αυτό μετράει. Το εκμεταλλεύεται και ισοφαρίζει. Με το σκορ στο 1-1 πλέον, το μομέντουμ του αουτσάιντερ δεν υπάρχει πια για μας. Αρχίζουμε να νιώθουμε την πίεση. Επιπλέον, η κοινή έδρα περιορίζει το όποιο πλεονέκτημα θα μας έδινε ένας αγώνας στο δικό μας “σπίτι”.
Το τρίτο ματς χάνεται στις λεπτομέρειες. Για την Εφές, καθαρίζει στο κρίσιμο σημείο ο Βασίλιε Μίσιτς, με την προσωπικότητά του και ένα τρίποντο απ’ αυτά που συνηθίζει να βάζει με πίσω βήμα. ένα ίδιο σχεδόν καλάθι, εξίσου κρίσιμο, είχε βάλει μπροστά στον Βεζένκοφ λίγες μέρες πριν στον ημιτελικό του Final 4.
Εμείς είχαμε δουλέψει στην προπόνηση όλα τα πιθανά σενάρια, τι θα κάνουμε δηλαδή, αν χάνουμε με 2, αν χάνουμε με 3, αν κερδίζουμε με έναν πόντο, αν έχουμε κατοχή μπάλας, αν έχει τη μπάλα ο Μίσιτς. Δυστυχώς όμως, δεν πήγαν τα πράγματα όπως τα είχαμε σχεδιάσει.
Είναι η πρώτη φορά, όσον καιρό είμαι στη Γαλατάσαραϊ, που κάνουμε δύο ήττες και μάλιστα στη σειρά. Δεν είναι ότι βγαίνουμε εκτός σχεδίων, απλώς, παίζοντας με ομάδες του επιπέδου της Εφές, υπάρχουν πράγματα που δεν μπορείς να ελέγξεις απόλυτα.
Είμαστε και πάλι στη θέση του αουτσάιντερ. Είναι η σειρά μου πάλι να επέμβω. Ερχόμενος στην ομάδα, ένα από τα πρώτα πράγματα που είπα στους παίκτες μου, σε μια εποχή που υπήρχε πολύ μεγάλη απογοήτευση και οι ήττες διαδέχονταν η μια την άλλη, ήταν:
«Δεν υπάρχει ντροπή στην ήττα αλλά στον τρόπο που έρχεται αυτή. Αν δεν προσπαθήσεις, αν δεν έχεις κίνητρο ή δεν σε ενδιαφέρει. Αν δώσεις το 100% και παλέψεις, τότε είσαι ok, συμβόλαιο με τη νίκη δεν έχει κανείς».
Είναι πολύ σημαντικό για μας ότι και στις δύο ήττες κάναμε αυτό που έπρεπε και ότι το αποτέλεσμα δεν μπορεί να ακυρώσει την προσπάθειά μας και τη σωστή νοοτροπία που είχαμε. Ο κόσμος στέκεται στο πλευρό μας, στηρίζει την προσπάθειά μας, καταλαβαίνει την υπέρβαση που πάει να γίνει. Ό,τι κι αν κάνουμε, είναι περήφανοι για μας.
Το τέταρτο παιχνίδι είναι φυσικά sold out και το γήπεδο κόλαση επί γης. Η νίκη που πετυχαίνουμε είναι η πιο σημαντική απ’ όλες. Είναι η καλύτερη εμφάνιση της σεζόν. Και έρχεται σε ένα παιχνίδι που τα πάντα είναι επί ίσοις όροις. Κανένας δεν μπορεί να πει ότι η Εφές έρχεται από ένα Final 4, ότι είναι κουρασμένη ή οτιδήποτε άλλο. Ίσα-ίσα που η αντίπαλός μας έχει το πλεονέκτημα της εμπειρίας σε τέτοιες καταστάσεις που για τους δικούς μας παίκτες είναι πρωτόγνωρες. Είμαστε πολύ μεθοδικοί στον τρόπο που φτάνουμε στη νίκη, κάνουμε τα πάντα σωστά, είναι μια επιτυχία που έρχεται χωρίς τρελά σουτ ή τύχη.
Στο πέμπτο ματς πια, ο ενθουσιασμός έχει μετατραπεί ξανά σε πίεση για μας. Η προσωπικότητα του Λάρκιν, το “refuse to lose” της Πρωταθλήτριας Ευρώπης, το περιορισμένο rotation που έχουμε στη front line, ο τραυματισμός του Κοκσάλ, του παίκτη που είχε επιφορτιστεί με τον μαρκάρισμα του Μίσιτς, είναι παράγοντες που δίνουν στην Εφές τη νίκη και την πρόκριση στον Τελικό, εκεί όπου θα βρει απέναντί της τη Φενέρμπατχτσε.
Ημέρα 80η: Ο απολογισμός
Μια ήττα, ένας αποκλεισμός φέρνουν πάντα πίκρα. Ξέρουμε όμως ότι έχουμε φτάσει στα όρια των δυνατοτήτων μας. Δεν φοβηθήκαμε πουθενά. Κατά μια έννοια, τρυπήσαμε το ταβάνι μας, για να φτάσουμε τη σειρά στο πέμπτο παιχνίδι. Αν αυτό που έγινε το έλεγε κάποιος δύο μήνες πριν, θα τον περνούσαν για τρελό.
Λίγη τύχη μάς έλειπε. Θεωρώ ότι, αν πηγαίναμε στον Τελικό, απόλυτα απελευθερωμένοι πια και χωρίς άγχος, θα μπορούσαμε να έχουμε διεκδικήσει -και, γιατί όχι, κατακτήσει- και τον τίτλο. Αλλά τα «αν» δεν υπάρχουν πια εκεί. Σίγουρα αισθανόμασταν καλά για ό,τι είχαμε καταφέρει μέχρι εκεί.
Τη στιγμή του αποκλεισμού ήμουν πραγματικά σκασμένος. Ίσως ήμουν ο μόνος στις τάξεις της ομάδας που από την αρχή πίστευα στην πρόκριση. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση ο αποκλεισμός δεν μειώνει την επιτυχία της ομάδας.
Μετά από μια ήττα και έναν αποκλεισμό δεν μπορείς να είσαι χαρούμενος. Σιγά-σιγά όμως και με τον χρόνο να περνάει, ήξερα μέσα μου ότι είχα εκπληρώσει αυτό που είχα υποσχεθεί. Αυτό το «κάτι παραπάνω» που είχα πει στην αρχή στους ανθρώπους της ομάδας. Ότι ξεπεράσαμε τις προσδοκίες που είχαν οι άλλοι από εμάς, ότι ξεπεράσαμε τα όριά μας.
Στην καριέρα μου έχω ζήσει απίστευτες στιγμές. Ιστορικές στιγμές του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Το τρόπαιο του Παναθηναϊκού μέσα στη Βαρκελώνη, αποκλείοντας τη Μπαρτσελόνα στα προημιτελικά. Το Κύπελλο της ΤΣΣΚΑ μέσα στη Βιτόρια. Εδώ ήταν ένα πολύ έντονο τρίμηνο στο οποίο βίωσα πράγματα που δεν είχα βιώσει νωρίτερα στην καριέρα μου. Και αυτό, γιατί Παναθηναϊκός και ΤΣΣΚΑ είχαν ως προαπαιτούμενες την επιτυχία ή την πρόκριση στο Final 4.
Αυτό που σίγουρα έκανε την παρουσία μου στη Γαλατάσαραϊ ξεχωριστή ήταν δύο πράγματα. Πρώτα απ’ όλα, το ότι ήμουν για πρώτη φορά στην καριέρα μου χεντ κόουτς κι όχι συνεργάτης. Ταυτόχρονα, το ότι η Γαλατάσαραϊ, αν και αουτσάιντερ, έφτασε μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να κοιτάζει στα μάτια τα φαβορί.
Είναι μια περίοδος που όσοι τη ζήσαμε, μέσα στον οργανισμό της ομάδας, θα τη θυμόμαστε για πάντα.
Ο Ανδρέας Πιστιόλης είναι προπονητής μπάσκετ.
Επιμέλεια κειμένου: Αλέξανδρος Σωτηρόπουλος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Βαγγέλης Ζιάγκος: Όσο υπάρχουν Ιάπωνες
Μιχάλης Καλαβρός: Στις πινέζες του χάρτη
Ευθύμης Ρεντζιάς: Διαφορετική Κουλτούρα
Ηλίας Ζούρος: Ο Πάγκος Της Παράνοιας
Γιώργος Κετσελίδης: Μπάσκετ και… Αστροφυσική, στον Λίβανο
Τζώρτζης Δικαιουλάκος: Μπάσκετ και Πόλεμος στο Σεράγεβο
Ζήσης Σαρικόπουλος: Σεβασμός / Αφοσίωση
Κατερίνα Χατζηδάκη: Ενενήντα ημέρες στην Τεχεράνη