Ένα, δύο, τρία. Ο χρόνος παγώνει την ώρα που τα τρία σφυρίγματα ακούγονται και εκατομμύρια συναισθήματα εκρήγνυνται.
Μια ενιαία κραυγή 90.000 ατόμων πνίγει το κατάμεστο Wembley, οι λευκές σημαίες με τον κόκκινο σταυρό αρχίζουν να ανεμίζουν. Παράνοια, ο καθένας αγκαλιάζει όποιον βρίσκει δίπλα του.
Όλες οι μεγάλες πλατείες της χώρας ήταν από νωρίς γεμάτες, χιλιάδες βλέμματα κολλημένα σε γιγαντοοθόνες. Από την Όλντ Έλντον του Νιούκαστλ στην Τραφάλγκαρ Σκουέρ του Λονδίνου μέχρι και τη μαρίνα του Μπράιτον.
Οι παμπς και τα χαρακτηριστικά BoxParks, ειδικά μπαρ στα οποία ο κόσμος μαζεύεται για να δει μπάλα, έχουν σχεδόν ξεπουλήσει.
Μετά τα τρία σφυρίγματα, παντού το ίδιο μεθυστικό κοκτέιλ ενθουσιασμού και λύτρωσης στέλνει τους φιλάθλους σε μια κατάσταση από αυτές που, όταν τις ζεις, νιώθεις ότι δεν είσαι εκεί, νιώθεις ότι παρακολουθείς τι συμβαίνει, όντας έξω από το σώμα σου.
Όλοι χοροπηδάνε με σφιγμένες γροθιές, ουρλιάζουν και βλέπουν τα πλαστικά ποτήρια να πετάνε στον ουρανό σαν σαΐτες. Λούζονται με την τελευταία γουλιά της βαρελίσιας μπύρας του διπλανού τους, η οποία έχει εκτοξευθεί από το χέρι του σαν θυσία στη μαγική στιγμή.
Και μερικά δευτερόλεπτα μετά, τα πλήκτρα αυτής της εισαγωγής βγαίνουν από όλα τα μεγάφωνα. Αγκαλιασμένοι και μεθυσμένοι Άγγλοι και Αγγλίδες, παιδιά και ηλικιωμένοι, πιο πολύ φωνάζουν παρά τραγουδούν το περίφημο «Three Lions», πιο περήφανα από κάθε άλλη φορά.
Όπως πιο περήφανα από ποτέ φορούν τις φανέλες και τα χαζοχαρούμενα αξεσουάρ των «Τριών Λιονταριών». Γιατί η Αγγλία επιτέλους «το έφερε σπίτι», όπως χαρακτηριστικά λένε στη χώρα. Και δεν το έκανε η Αγγλία του Σερ Μπόμπι Ρόμπσον, ούτε του Τέρι Βέναμπλς, ούτε του Καπέλο, ούτε του Σάουθγκεϊτ.
Η Αγγλία που «το έφερε σπίτι», που έσπασε την κατάρα των ποδοσφαιρικών θεών, ήταν η Αγγλία της Σαρίνα Βίγκμαν.
Ένα αεροπλάνο για τον Παράδεισο
Το κεφάλι της είχε κολλήσει στο φινιστρίνι. Τα μάτια της καρφωμένα στον ουρανό και το μυαλό της να ταξιδεύει στα σύννεφα, όπως το αεροπλάνο που θα την προσγείωνε στη δική της γη της Επαγγελίας.
Ήταν μόλις 18 και σκόρπιες σκέψεις από εδώ κι από εκεί γέμιζαν το κεφάλι της. Από τα μαλλιά της, τα οποία για χρόνια θυσιάζονταν στην αγάπη της για το ποδόσφαιρο, μέχρι το πρώτο ταξίδι με την Εθνική της στην Κίνα.
Εκείνο το μικρό κορίτσι έπρεπε να καμουφλαριστεί για να ακολουθήσει τον δίδυμο αδερφό της στα σοκάκια της Χάγης ή στα λιβάδια λίγο έξω από αυτή. Προκειμένου να μπορέσει κι εκείνη, κυνηγώντας μια μπάλα, να ματώσει τα γόνατά της στους πεζόδρομους ή να τα γεμίσει λάσπες ανάμεσα στις τουλίπες, έπρεπε να μοιάζει με αγόρι και, για να γίνει αυτό, φρόντιζε να κόβει πάντα τα μαλλιά της αρκετά κοντά.
Ομάδες κοριτσιών δεν υπήρχαν τότε. Το να μείνει μακριά από το ποδόσφαιρο όμως δεν ήταν ποτέ επιλογή. Θα έκανε τα πάντα για να παίζει, για εκείνες τις στιγμές με την μπάλα κολλημένη στα πόδια που τίποτα δεν μετράει. Ούτε ποια είναι ούτε γιατί παίζει. Μόνο η μπάλα.
Υπήρξαν φορές που κάποιο αγόρι θα της την “έλεγε”, ποτέ όμως αυτό δεν θα της έλεγε κάτι πραγματικά.
Στα 16 της είχε αφήσει προ πολλού πίσω της το παιχνίδι στο πρώτο δρομάκι ή χορτάρι που έβρισκαν με τους φίλους της και τον αδερφό της. Ήταν ήδη διεθνής με την Ολλανδία κι έναν χρόνο αργότερα το ταξίδι της με την Εθνική στην Κίνα τής επιφύλασσε μια ευχάριστη έκπληξη, την κατάλληλη γνωριμία την κατάλληλη στιγμή.
Συνάντησε τον Άνσον Ντόρανς, προπονητή της Εθνικής ομάδα Γυναικών των ΗΠΑ και επικεφαλής της ομάδας γυναικείου ποδοσφαίρου στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνα. «Θέλω να έρθω εκεί», του είπε και λίγο καιρό μετά το έκανε. Το έκανε, αλλά ακόμη δεν ήταν σίγουρη πως είχε πάρει τη σωστή απόφαση.
Το απίστευτο άγχος και τα υπεραναλυτικά σενάρια που έφτιαχνε στο κεφάλι της διέκοψε η φωνή του πιλότου που καλωσόριζε τους επιβάτες στο Σάρλοτ Ντάγκλας της Καρολίνα. Η 20χρονη τότε Σαρίνα είχε μόλις προσγειωθεί στον Παράδεισό της.
«Η Αμερική ήταν ένας ποδοσφαιρικός παράδεισος για μένα. Υπήρχε αναγνώριση, οι εγκαταστάσεις ήταν τρομερές και είχαμε καταπληκτικούς προπονητές», ομολόγησε χρόνια αργότερα. Κάθε ανησυχία για την απόφασή της είχε πλέον χαθεί.
Στις ΗΠΑ η Βίγκμαν βρήκε όλα όσα της έλειπαν στην Ολλανδία. Ήταν σε ένα σύνολο όπου κάθε παίκτρια πάλευε για το καλύτερο, όλες συναγωνίζονταν και βελτιώνονταν ως μονάδες και ως ομάδα, ενώ έπαιζε δίπλα σε ορισμένες σπουδαίες αθλήτριες, όπως η Μία Χαμ και η Κριστίν Λίλι.
Μέχρι σήμερα η Ολλανδέζα παραδέχεται πόσο την επηρέασε αυτή η αλλαγή, η παρουσία της σε αυτό το περιβάλλον, αλλά και πόσο την βοηθούν ακόμη πράγματα που έμαθε εκεί. Η φροντίδα των προπονητών της σε σωματικό και πνευματικό επίπεδο σμίλεψαν με μοναδικό τρόπο το προπονητικό μέλλον της ίδιας.
Μπορεί να έμεινε στην Αμερική μόλις έναν χρόνο, στον οποίο η ομάδα από τη Βόρεια Καρολίνα πανηγύρισε το Πανεπιστημιακό Πρωτάθλημα με σημαντική συμβολή της Σαρίνα, αλλά αυτός ήταν αρκετός για να καθορίσει τη μετέπειτα πορεία της. «Ο χρόνος που πέρασα εκεί μου άλλαξε τη ζωή, άλλαξε τη νοοτροπία μου», αναφέρει.
Το πιο σημαντικό στοιχείο με το οποίο την εφοδίασε όμως, πέρα από όλην την εμπειρία, ήταν η αποφασιστικότητα. Διότι στην Ολλανδία γύρισε αποφασισμένη να βάλει το γυναικείο ποδόσφαιρο της χώρας της στον δρόμο των ΗΠΑ.
Η απογοήτευση, το γενναίο «όχι» και η αρχή της αναγνώρισης
«Όταν επέστρεψα στην Ολλανδία, τίποτα δεν είχε αλλάξει. Ήταν εκνευριστικό, ένιωθα πως κανείς δεν με καταλάβαινε. Ήταν δύσκολο να το εξηγήσω στους γύρω μου, γιατί δεν μπορούσαν να κατανοήσουν τι συμβαίνει στην Αμερική». Η πραγματικότητα του γυναικείου ποδοσφαίρου στην Ολλανδία απογοήτευσε για ακόμα μια φορά τη Βίγκμαν, συνεχώς ύψωνε τείχη ανάμεσα σε αυτή και όσα ονειρευόταν να δει στη χώρα της.
Ο ενθουσιασμός της, χωρίς να χαθεί, καταλάγιασε. Αναγκάστηκε να συμβιβαστεί. Σπούδασε και έγινε γυμνάστρια σε σχολείο. Η αγάπη της για το παιχνίδι όμως δεν έφυγε ποτέ, ακόμα και τις στιγμές που, νευριασμένη με την όλη κατάσταση, σκέφτηκε να τα παρατήσει. Δεν το έκανε.
Παράλληλα με την καριέρα της ως γυμνάστρια, έπαιζε στο υψηλότερο επίπεδο της χώρας της, ούσα ποδοσφαιρίστρια της Τερ Λέντε. Με τη φανέλα της κατάφερε να πανηγυρίσει δύο Πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο, ενώ υπήρξε αρχηγός και σημείο αναφοράς και για την Εθνική της. Με τη γυναικεία ομάδα των «Oranje» αγωνίστηκε 104 φορές, ρεκόρ που κρατάει μέχρι σήμερα.
Η απόσυρσή της από την ενεργό δράση όμως το 2003 ήταν αυτή που σήμανε την αρχή μιας πραγματικά σπουδαίας καριέρας.
«Τα πάντα αρχίζουν από την επιθυμία για νίκη. Αν δεν νικήσουμε όμως, θα έχουμε δουλέψει πολύ σκληρά». Ένα πλήθος από κορίτσια και αγόρια με φανελάκια και ποδοσφαιρικά παπούτσια γύρω της και αυτή με τρομερή δυναμικότητα να λέει τα παραπάνω, σαν να ετοιμάζει τα σχολιαρόπαιδα για Τελικό Champions League και όχι για ακόμα μια προπόνηση.
Η Σαρίνα ήξερε πως, για να αλλάξουν τα πράγματα στο γυναικείο ποδόσφαιρο, θα έπρεπε να αρχίσει από τη βάση.
Πριν ακόμη γίνει προπονήτρια επαγγελματικά, συνεργάστηκε με την Ομοσπονδία και εισήγαγε ένα νέο πρόγραμμα με στόχο τη βελτίωση του επιπέδου του γυναικείου ποδοσφαίρου. Η Βίγκμαν έβαλε ομάδες αγοριών και κοριτσιών να προπονούνται μαζί, έτσι ώστε τα κορίτσια να έχουν παραπάνω ώρες προπόνησης σε ένα πιο ανταγωνιστικό μάλιστα περιβάλλον.
Σταδιακά, η κατάσταση άρχισε πράγματι να αλλάζει προς το καλύτερο, το γυναικείο ποδόσφαιρο στην Ολλανδία απέκτησε μια βάση και το 2007, αν και σε ημι-επαγγελματικό επίπεδο, δημιουργήθηκε το πρώτο Πρωτάθλημα Γυναικών.
«Όχι. Αν θέλετε να κάνω τη δουλειά, θα την κάνω μόνο ως πλήρη απασχόληση». Η Άντο Ντεν Χαγκ είχε μόλις προτείνει στη Βίγκμαν να οδηγήσει την ομάδα στο νεοσύστατο Πρωτάθλημα, ως μια δουλειά ωστόσο μερικής απασχόλησης.
Μια και μόνο λέξη, αυτό το γενναίο «όχι», είναι ικανή να ζωγραφίσει το πορτρέτο της προσωπικότητας της Σαρίνα. Κάποια άλλη θα πετούσε από τη χαρά της για την ευκαιρία. Όχι αυτή όμως. Ήξερε πως, για να τα καταφέρει, θα έπρεπε να είναι εντελώς συγκεντρωμένη στη δουλειά της. Δεν θα μπορούσε να ισορροπήσει το να είναι γυμνάστρια, μητέρα δύο παιδιών και προπονήτρια. Ήθελε όσο τίποτα να αφιερωθεί στην προπονητική, αλλά έπρεπε να γίνει με τον σωστό τρόπο.
Η Ντεν Χαγκ θαύμασε την αποφασιστικότητά της και την προσέλαβε κανονικά. Η Βίγκμαν πράγματι με χρόνια συνεπούς δουλειάς και προσπάθειας κατάφερε να ανεβάσει την ομάδα στην κορυφή. Μέχρι το 2014 η Άντο της Σαρίνα είχε κατακτήσει δύο Πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα. «Η ομάδα χτιζόταν για να φτάσει σε αυτό το σημείο πολλά χρόνια και η αίσθηση ήταν πως ο λόγος που τα καταφέραμε ήταν η Σαρίνα», παραδέχεται η πρώην ποδοσφαιρίστριά της, Τέσελ Μίνταγκ.
Η Ολλανδέζα προπονήτρια είχε αναγνωριστεί, είχε γίνει σημείο αναφοράς και πλέον ήταν έτοιμη για το επόμενο βήμα.
Το κυνήγι της πιθανότητας
Ο Μάρκο Φαν Μπάστεν επιχειρεί ένα εντυπωσιακό γυριστό, ο Χούλιτ σηκώνει ακόμα ένα τρόπαιο, ο Φαν Ντερ Σαρ εκτινάζεται και μπλοκάρει ένα σουτ, ο Ντένις Μπέργκαμπ “κολλάει” με μοναδικό τρόπο την μπάλα πάνω στο κουτεπιέ του και ο Γιόχαν Κρόιφ δίνει οδηγίες με τεντωμένο τον δείκτη του αριστερού του χεριού. Χάλκινα ομοιώματα, μοναδικά κομμάτια της ποδοσφαιρικής ιστορίας του κόσμου και της Ολλανδίας. Όλα έξω από τις εγκαταστάσεις της Ολλανδικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας στο Ζάιστ.
Κάπου εκεί, ανάμεσα στα ιερά τέρατα που καθόρισαν το ποδόσφαιρο της χώρας, εξέχει και μια χαρακτηριστική κοτσίδα μιας μικροκαμωμένης γυναίκας. Αυτή της Σαρίνα Βίγκμαν, της πρώτης γυναίκας που κοσμεί τον κήπο των αγαλμάτων της Ομοσπονδίας της Ολλανδίας. Γιατί, ναι, η προσφορά της στο γυναικείο ποδόσφαιρο της χώρας ήδη έχει τις ίδιες μυθικές διαστάσεις που απέκτησαν τα κατορθώματα των παραπάνω.
Όλα ξεκίνησαν με μια απλή φράση. «Πιστεύω ότι είναι ώρα να πάρω τη δουλειά». Αυτό πρότεινε με πνευμόνια φουσκωμένα από αυτοπεποίθηση και σιγουριά, όταν το 2017 τη συμβουλεύτηκαν για το ποιος πρέπει να είναι ο επόμενος κόουτς των γυναικείων «Oranje». Έξι μήνες πριν το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που θα φιλοξενούσε, και η Ολλανδία δεν είχε προπονητή.
Η Σαρίνα βγήκε μπροστά. Ήξερε ότι ήταν η στιγμή της. Σαν εκείνο το κοντοκουρεμένο κορίτσι στα δρομάκια της Χάγης να ετοιμαζόταν από πάντα για αυτό. Τα προηγούμενα χρόνια ήταν βοηθός προπονητή σε αντρικούς συλλόγους αλλά και στη γυναικεία ομάδα των «Oranje», είχε περάσει και από το πόστο της υπηρεσιακού τεχνικού. Όμως αυτή ήταν η ώρα της να γράψει ιστορία. Ήξερε ακριβώς τι χρειαζόταν η ομάδα, την έβλεπε να μπορεί, αλλά να μην τα καταφέρνει.
Η ατμόσφαιρα στα αποδυτήρια ήταν περίεργη, υπήρχε ένταση, ανασφάλεια. Όταν ανέλαβε όμως, φρόντισε να την καθαρίσει. Οι έξι μήνες που απέμεναν για το Euro έδωσαν στην Ολλανδία μια προθεσμία, μια πίεση για να δουλέψει σκληρά υπό τις οδηγίες της Βίγκμαν.
Έπρεπε να τους τονώσει την αυτοπεποίθηση. «Γιατί να είναι οι άλλες καλύτερες από εσάς; Πρέπει να το πιστέψετε. Επειδή είστε τόσο καλές», τους είπε στην πρώτη της ομιλία. Το σύνολό της ίδρωσε στο χορτάρι, ζορίστηκε, αλλά βελτιώθηκε και έθεσε τον στόχο του τουρνουά. «Αν δείτε την ιστορία της χώρας μας θα πείτε ότι δεν έχουμε πολλές πιθανότητες να γίνουμε Πρωταθλήτριες. Πάντα υπάρχει μία πιθανότητα όμως. Κι εμείς θα κυνηγήσουμε αυτή τη μία πιθανότητα. Μέχρι να μην υπάρχει».
Η ψυχολογία των Ολλανδέζων ήταν στα ύψη πριν το Euro. Εκεί την ανέβασε η Βίγκμαν, αυτή που πίστεψε πριν από όλες στις δυνατότητές τους και φρόντισε να επηρεάσει με τον ίδιο τρόπο και τις παίκτριές της.
Και σε ακόμα πιο τρομακτικά ύψη τη μετέφερε η πορτοκαλί λαοθάλασσα που περίμενε την άφιξη του πούλμαν της αποστολής στο στάδιο της Τβέντε, λίγο πριν τον μεγάλο Τελικό απέναντι στη Δανία. «Όλος αυτός ο κόσμος ήταν εκεί για εμάς. Ήταν συναρπαστικό, ήταν συγκινητικό».
Το κορίτσι που πριν μερικά χρόνια δεν άντεχε να βλέπει το γυναικείο ποδόσφαιρο της Ολλανδίας σε τόσο χαμηλό επίπεδο βρισκόταν σε ένα γήπεδο με 30.000 άτομα, έτοιμη να οδηγήσει την Εθνική της στον πρώτο της τίτλο. Και τα κατάφερε. Θα μπορούσε να το καταφέρει ξανά στον Τελικό Μουντιάλ του 2019, αλλά εκεί η τύχη της γύρισε την πλάτη.
Η Σαρίνα Βίγκμαν έγραψε τη δική της ιστορία και αυτόματα έγινε ένα τεράστιο κεφάλαιο και στην ποδοσφαιρική ιστορία της χώρας της.
Το σπάσιμο της κατάρας
Οι Άγγλοι στρατιώτες σφαγιάζονταν στα λιβάδια της Γαλλίας. Όσο έλειπαν στον πόλεμο, τις μπάλες που άφησαν πίσω τους άρχισαν να τις κλωτσούν οι γυναίκες τους. Και σιγά-σιγά κατάφερναν να το κάνουν όλο και καλύτερα. Τόσο καλά που η δημοφιλία του γυναικείου ποδοσφαίρου ολοένα και μεγάλωνε, το άθλημα γινόταν όλο και πιο σημαντικό.
Τόσο πολύ που η Ομοσπονδία της Αγγλίας ένιωσε τον κίνδυνο πως το αντρικό ποδόσφαιρο θα ξεπεραστεί. Στην αρχή έβγαλε μια ανακοίνωση που δεν μπόρεσε όμως να αλλάξει τα πράγματα. «Το ποδόσφαιρο είναι σχετικά ακατάλληλο για τις γυναίκες και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ενθαρρύνεται η ενασχόληση αυτών με το σπορ». Σαν να μην έφτανε αυτή η προκλητικότητα, η FA λίγο καιρό μετά ολοκλήρωσε την ύβρη της απέναντι στους ποδοσφαιρικούς θεούς. Το γυναικείο ποδόσφαιρο απαγορεύτηκε, οι γυναίκες δεν ήταν πλέον νόμιμο να χρησιμοποιούν τα γήπεδα.
Το πάθος τους σιγά-σιγά έσβησε, οι άντρες έγιναν οι βασιλιάδες του αθλήματος. Οι ποδοσφαιρικοί θεοί όμως δεν ξέχασαν εκείνες τις γυναίκες στις οποίες δεν επετράπη να κλωτσάνε το τόπι. Ποιος ξέρει πού θα έφτανε το δικό τους ποδόσφαιρο; Η κατάρα τους ήταν ισχυρή. Και, αν δεν υπήρχε εκείνο το γκολ-φάντασμα του Τελικού του Μουντιάλ το 1966, από τον οποίον άδικα η Αγγλία έφυγε νικήτρια, θα ήταν ακόμα ισχυρότερη.
Οι Άγγλοι πάντως είδαν αυτήν την κατάρα να τους ακολουθεί για χρόνια. Ήταν εκεί στο πέναλτι του Σάουθγκεϊτ, του Κάραχερ, του Σακά. Στον αποκλεισμό από την Ισλανδία και την Κροατία. Με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο η Αγγλία πάντα έβλεπε τα πράγματα να της πηγαίνουν κόντρα. Ίσως όχι τυχαία. Κάποιος έπρεπε να σπάσει την κατάρα.
Ή μάλλον κάποια. Κάποια ξεχωριστή. Η Σαρίνα Βίγκμαν. Ένιωσε έτοιμη για μία νέα πρόκληση και είπε το «ναι» στην FA. Εκμεταλλεύτηκε την χρυσή γενιά των Αγγλίδων ποδοσφαιριστριών και έφτιαξε την καλύτερη γυναικεία ομάδα που είδε ποτέ η χώρα.
Την οδήγησε από νίκη σε νίκη, από ρεκόρ σε ρεκόρ, μέχρι εκείνο το απόγευμα στο Wembley τον Ιούλιο του 2022. Εκεί όπου η Σαρίνα νίκησε τη Γερμανία στον Τελικό του Euro 2022 και «το έφερε σπίτι», κατακτώντας ακόμα έναν διεθνή τίτλο σε προσωπικό επίπεδο.
Γιατί ίσως τελικά το πρώτο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Αγγλίας να ήταν γραφτό εδώ και δεκάδες χρόνια να «το φέρει σπίτι» μια γυναίκα. Μια τέτοια να κάνει τη χώρα να στηρίξει όσο ποτέ άλλοτε το γυναικείο ποδόσφαιρο.
Άλλωστε, επί της ουσίας η Ολλανδέζα αυτό κατάφερε. Ποιος νοιάζεται για το Κύπελλο ή τα μετάλλια; Αυτή η στήριξη, ο ενθουσιασμός για το ποδόσφαιρο των γυναικών στη χώρα είναι πραγματικά αυτό που θα μείνει.
Καμία δεν θα άξιζε πιο πολύ να το καταφέρει. Γιατί η Σαρίνα Βίγκμαν όλη της τη ζωή πάλευε για να χτίσει το μέλλον του γυναικείου ποδοσφαίρου.
Και τα κατάφερε. Έγινε θρύλος στη χώρα της και έγινε αυτή που έσπασε την κατάρα μιας άλλης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Σάρα Μπιόρκ Γκούναρσντοτιρ: Το Ράγκναροκ μιας “ασταμάτητης” μαμάς-ποδοσφαιρίστριας
Τατιάνα Γεωργίου: Γιατί να μην παίζουμε μπάλα;
Δανάη-Ελένη Σιδηρά: Γεννημένη για την Μπάλα!
Ελένη Μάρκου: My way: Καστοριά – Έσσεν
Ιωάννα Χαμαλίδου: Μόνη στην Πόλη
Βεατρίκη Σαρρή: Τόλμα Να Ονειρευτείς
Γιώργος Κυριαζής: Ταξίδια Στο Άγνωστο / Μιχάλης Ξημεράκης: Η ώρα των Γυναικών