Ξεκίνησα το πινγκ πονγκ με τον μπαμπά μου.
Έχει υπάρξει Πρωταθλητής του αθλήματος, αν και έχει σταματήσει από πολύ μικρός τον πρωταθλητισμό, δεν τον έχω καν ως εικόνα να αγωνίζεται και ο ίδιος μού έχει μιλήσει πολύ λίγο για την καριέρα του.
Με πήγε στον ΓΑΣ Ελευσίνα, εκεί ήταν και ο δικός του σύλλογος, και μαζί με τον αδερφό μου αρχίσαμε προπόνηση.
Τα πρώτα χρόνια προπονητής μας ήταν ο πατέρας μας, βρισκόταν συνεχώς από πάνω μας.
Ο αδερφός μου είναι, ο οποίος είναι τρία χρόνια μεγαλύτερός μου, σταμάτησε νωρίς το πινγκ πονγκ, διέκοψε στην Α’ Λυκείου, γιατί ήθελε να παίξει ποδόσφαιρο, αλλά τελικά δεν μπόρεσε να κάνει καριέρα εκεί λόγω τραυματισμού.
Όσον αφορά σε εμένα, όταν ήμουν μικρός και πήγαινα για πινγκ πονγκ, θα έλεγα ότι και το ήθελα και δεν το ήθελα, ήμουν με τις ώρες μου, έπαιζα και ποδόσφαιρο ταυτόχρονα, όπως και όλα τα παιδάκια στις μικρές ηλικίες, από ένα σημείο όμως και μετά, ξεκινώντας να έχω διακρίσεις και να κατακτώ μετάλλια και κύπελλα, μου άρεσε όλο και περισσότερο, οπότε σταμάτησα και το ποδόσφαιρο.
Δεν θέλω να λέω ο ίδιος ότι έχω ταλέντο, αλλά πολύ συχνά ακούω να το λένε οι γύρω μου. Πέραν αυτού, το πινγκ πονγκ μού αρέσει πολύ και γιατί είναι ατομικό άθλημα, δεν είσαι ενταγμένος σε κάποια ομάδα, δεν εξαρτάσαι από κάποιον άλλον, είσαι μόνο με τον εαυτό σου. αν παίξεις καλά, θα κερδίσεις, αν δεν παίξεις καλά, θα χάσεις και θα φταις εσύ.
Η αρχή ήταν πολύ δύσκολη, ειδικά όταν για χρόνια έπρεπε να πηγαινοέρχομαι τη διαδρομή ανάμεσα σε Ελευσίνα, όπου βρίσκεται το σπίτι μου, και Πειραιά, όπου είναι το ΣΕΦ και εκεί έκανα προπόνηση με την Εθνική ομάδα.
Αυτό ξεκίνησε στα 14 μου, ο μπαμπάς μου δούλευε στον Πειραιά, εγώ πήγαινα με λεωφορείο μέχρι κάποιο σημείο και, μόλις τελείωνε τη δουλειά του, με περίμενε και φεύγαμε μαζί, διαδρομή που γινόταν καθημερινά. Στις αρχές-αρχές μάλιστα ερχόταν και η μάνα μου μαζί μου στο λεωφορείο, επειδή φοβόταν και είχε ανησυχία, αλλά αργότερα πήγαινα μόνος μου.
Με το σχολείο ήταν δύσκολα τα πράγματα, το είχα σε δεύτερη μοίρα, δηλαδή είχα δώσει το 100% στον πρωταθλητισμό, προσπαθούσα όμως, όσο μπορούσα, να τα βγάζω πέρα.
Η μητέρα μου είχε μια μικρή αντίδραση αρχικά, όπως είναι λογικό, αλλά στη συνέχεια με στήριξε με όλους τους τρόπους που μπορούσε, αναγνωρίζοντας ότι αυτή ήταν η δική μου επιλογή.
Κατάλαβα για τα καλά ότι το να παίζω πινγκ πονγκ ήταν αυτό που ήθελα να κάνω στη ζωή μου, όταν άρχισα να παίζω σε ομάδες του εξωτερικού!
Άρχισαν να με ζητούν απ’ έξω, να έχω και διακρίσεις, οπότε το είδα όλο διαφορετικά, αλλά και από πλευρά προπόνησης άρχισα να κάνω πιο εντατικά, να είμαι ακόμη πιο προσηλωμένος.
Η πρώτη ομάδα που με ζήτησε και πήγα ήταν η γαλλική Ανζέρ, τότε ήμουν στην Α’ Λυκείου κι ευτυχώς αγωνιζόμουν κυρίως Σαββατοκύριακο, οπότε πήγαινα, έπαιζα αγώνες και επέστρεφα στην Ελλάδα, δεν έμενα περισσότερο.
Τον πρώτο καιρό που έφευγα από την Ελλάδα βέβαια, αισθανόμουν περίεργα. έφευγα από το σπίτι μου, πήγαινα σε ξένη χώρα, άλλες νοοτροπίες κτλ, ήταν δύσκολο να κάνω και παρέες με αθλητές από το εξωτερικό, γιατί δεν είναι όπως αυτές που δημιουργούνται στους ελληνικούς συλλόγους, που πάμε για καφέ ή για φαγητό, που υπάρχει εν ολίγοις ένα άλλο δέσιμο, αλλά τουλάχιστον δεν είχα ποτέ πρόβλημα με τη γλώσσα, μιλούσα αγγλικά, εξάλλου στους συλλόγους του εξωτερικού αγωνίζονται αθλητές από όλον τον κόσμο.
Στο εξωτερικό οι αμοιβές είναι ανάλογες του επιπέδου σου, εξαρτώνται από την απόδοση του αθλητή.
Χρήματα είχα πάρει και από τους συλλόγους μου στην Ελλάδα, στο εξωτερικό όμως είναι σαφώς καλύτερα από ό,τι στις ελληνικές ομάδες, οπότε κι εγώ έξω κερδίζω λεφτά που σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσα στη χώρα μας.
Γενικότερα βέβαια στο εξωτερικό οι καταστάσεις είναι τελείως διαφορετικές, φυσικά παίζει ρόλο και η χώρα. στη Γερμανία και τη Γαλλία, όπου το άθλημα είναι δημοφιλές, υπάρχουν πολλοί φίλαθλοι στις κερκίδες που παρακολουθούν τους αγώνες μας, στη Γαλλία πχ τυχαίνει να παίξουμε μπροστά σε 2.000 άτομα, στη Γερμανία συμβαίνει περίπου το ίδιο, στη Σουηδία είναι κάπως λιγότεροι οι θεατές, αλλά και εκεί υπάρχουν.
Δυστυχώς στη χώρα μας δεν υπάρχουν φίλαθλοι στους αγώνες να μας στηρίξουν, πράγμα πολύ σημαντικό τόσο για εμάς όσο και για το ίδιο το άθλημα, νιώθω πικρία γι΄αυτό, δεν έχουμε καν αναγνωρισιμότητα, ενώ αντίθετα στο εξωτερικό και με αναγνωρίζουν και με στηρίζουν.
Το 2023 κατέκτησα το Πρωτάθλημα με την -επίσης γαλλική- Ενεμπόν, ενώ έως τώρα μετράω τέσσερεις ευρωπαϊκούς τίτλους.
Έντονες οι στιγμές από το πρώτο μου Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα σε ηλικία 17 ετών, απ’ το οποίο δεν θα ξεχάσω τον τελευταίο νικηφόρο πόντο, ήταν και κάτι που δεν είχε ξαναγίνει, η Ελλάδα δεν ξαναείχε τέτοια διάκριση, στην αρχή δεν το πίστευα, δεν το είχα καθόλου συνειδητοποιήσει ότι «α, είμαι Πρωταθλητής Ευρώπης».
Τα ίδια βέβαια ισχύουν και για τις υπόλοιπες τρεις μεγάλες διακρίσεις, πάντα πήγαινα στόχο-στόχο, ματς-ματς, δεν έκανα μακρινά σχέδια, κάθε φορά προσπαθούσα να δίνω τον καλύτερό μου εαυτό και -τελικά- το αποτέλεσμα ερχόταν, δεν ξεκινούσα δηλαδή με το σκεπτικό ότι θέλω να βγω πρώτος, γιατί έτσι θα αγχωνόμουν και δεν θα μπορούσα να αποδώσω.
Όσον αφορά στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αυτοί αποτελούν για κάθε αθλητή ένα όνειρο, κάτι μαγικό, την κορυφαία διοργάνωση του πλανήτη στην οποία μπορούν να συμμετάσχουν.
Θαυμάζω όλους τους Έλληνες αθλητές που έχουν λάβει μέρος σε Αγώνες και θα ήθελα κι εγώ κάποια στιγμή να τα καταφέρω.
Σέβομαι πάρα πολύ τον Καλλίνικο Κρέαγκα, έχει μια τεράστια διάκριση, ήταν τρίτος στον κόσμο όχι μόνο ως Έλληνας αλλά και γενικότερα ως Ευρωπαίος, έφτασε τόσο ψηλά σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, ενώ αξιοθαύμαστος είναι και ο πολύ καλός μου φίλος, Παναγιώτης Γκιώνης, ο οποίος με τη σειρά του έχει διαγράψει μια τεράστια καριέρα για πολλά χρόνια συνεχόμενα.
Το 2018 στους Ολυμπιακούς Αγώνες Νέων στο Μπουένος Άιρες είχα παίξει με αθλητή από την κινεζική Ταιπέι για να μπω τετράδα, αλλά έχασα 4-1.
Όταν αγωνίζεσαι σε υψηλό επίπεδο, το καλύτερο είναι να μένει άδειο το μυαλό, ώστε να μπορείς να αποδώσεις στο παιχνίδι σου.
Ο κάθε αθλητής έχει διαφορετικό τρόπο για να το καταφέρνει αυτό, βρίσκοντας κάτι που τον χαλαρώνει, που τον κάνει να ξεχνιέται, εμένα πχ μου αρέσει να περπατάω και να ακούω (ελληνική κυρίως) μουσική πριν τον αγώνα.
Πολλές φορές βέβαια έχει τύχει να μην είναι καθαρό το κεφάλι μου και αυτό είναι κάτι που σε κρατάει πίσω, παρόλ’ αυτά έχω βοήθεια και από αθλητικό ψυχολόγο.
Εκτός από ηρεμία το άθλημά μου χρειάζεται επίσης μυαλό, ευστροφία, εννοείται πολύ καλή φυσική κατάσταση, όσο και αν σε κάποιους φαίνεται περίεργο, ευλυγισία, αντανακλαστικά και φυσικά ταλέντο, το οποίο βέβαια δεν μπορείς να ξέρεις αν το έχεις ή όχι, αλλά παίζει σημαντικό ρόλο.
Πάνω από όλα όμως σημασία έχει η προπόνηση, η οποία συμβαίνει και εκτός τραπεζιού, κάνω πχ τρέξιμο, πηγαίνω στο γυμναστήριο, μπορεί να βοηθήσουν συγκεκριμένες ασκήσεις στρέτσινγκ διατάσεων, είναι απαραίτητα πολλά πράγματα δηλαδή για να γίνεται η κίνηση όπως χρειάζεται και όλα είναι σημαντικά.
Κανονικά θα έπρεπε να ακολουθώ και κάποιο συγκεκριμένο είδος διατροφής, όπως και κάθε αθλητής για τον εαυτό του, προσπαθώ, αλλά δεν είμαι πολύ εγκρατής σε αυτό το θέμα, να προσέχω τι τρώω, να το ζυγίζω κτλ, ενώ εννοείται ότι τρώω ακόμη το φαγητό της μητέρας μου, δεν χάνω ευκαιρία, γιατί έχω φύγει από το πατρικό μου και έχω μετακομίσει στον Πειραιά, ώστε να είμαι κοντά στις προπονήσεις και να γλυτώνω τα “πήγαινε-έλα” που έκανα τόσα χρόνια.
Οι γονείς μου είναι πολύ περήφανοι για εμένα, εξακολουθούν να με στηρίζουν και χαίρονται πολύ για την πορεία μου, έρχονται συνέχεια να με δουν με τον Ολυμπιακό και, αν για κάποιον λόγο δεν μπορέσουν, θα με πάρουν τηλέφωνο και θα δουν τον αγώνα σε βίντεο κατευθείαν.
Ο Ολυμπιακός με έχει βοηθήσει αρκετά, έχω πολύ καλές σχέσεις με τους ανθρώπους της ομάδας, μου έχουν φερθεί όλοι άψογα, αλλά για το “παραπάνω βήμα” στην καριέρα μου πρέπει να παίζω και στο εξωτερικό.
Στους «Ερυθρολεύκους» συμπαίκτης μου είναι ο δύο φορές Πρωταθλητής Ευρώπης, Ντιμίτρι Οβτσάροφ, με τον οποίον στο παρελθόν έχω αγωνιστεί, αλλά δεν τον έχω ποτέ κερδίσει, ενώ δυστυχώς δεν έχουμε κάνει ποτέ μαζί προπόνηση, καθώς μένει στη Γερμανία, προπονείται πριν από τους αγώνες μας και επιστρέφει πίσω.
Ένας άλλος φοβερός παίκτης, ο Εμμανουέλ Λεμπεσόν, επίσης Πρωταθλητής Ευρώπης, έχει έρθει στην Ελλάδα και αγωνίζεται στον Παναθηναϊκό. θεωρητικά, τα παιχνίδια με τον Παναθηναϊκό είναι αυτό που λέμε «ντέρμπι των “αιωνίων”», αλλά εγώ δεν νιώθω αυτήν την αίσθηση της αντιπαλότητας, δεν μου ξυπνάει κάτι τέτοιο, απλώς προσπαθώ να δίνω τον καλύτερό μου εαυτό για το καλύτερο αποτέλεσμα για εμένα, το οποίο φυσικά έχει επεκτάσεις στην ομάδα μου.
Όσον αφορά στην Εθνική, γενικότερα μόνο μέσω αυτής μπορεί ένας αθλητής να πάρει μέρος σε Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, κάτι καταλυτικό για μια καριέρα, αλλά και σε προσωπικό επίπεδο, για εμένα τον ίδιο, είναι πολύ σημαντική, έχει βοηθήσει το όνομα και την εξέλιξή μου.
Για όλα αυτά βέβαια χρειάζονται θυσίες. Θυμάμαι, όταν ήμουν μικρότερος, με ενοχλούσε το γεγονός ότι έπρεπε να στερηθώ απ’ την καθημερινότητά μου, να μην ζω όπως τα άλλα παιδιά της ηλικίας μου, για να φέρω διακρίσεις. Μεγαλώνοντας, δεν το σκεφτόμουν έτσι και πλέον θεωρώ ότι έκανα το σωστό, έχασα κάποια πράγματα ως παιδί για να κερδίσω κάποια άλλα ως αθλητής, κάτι που φυσικά συμβαίνει ακόμη.
Το άθλημά μου και ο πρωταθλητισμός λοιπόν με δίδαξαν να έχω υπομονή και να κρατάω πιο κλειστούς και χαμηλούς τόνους, ας πούμε ότι έχω γίνει πιο εσωστρεφής, πιο πειθαρχημένος και πιο αυστηρός με εμένα. χωρίς το πινγκ πονγκ δεν θα ήμουν έτσι!
Και για τη συνέχεια, για το μέλλον, αυτό που θα ήθελα είναι να έχω διακρίσεις και στην κατηγορία των Αντρών, ένα Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα για παράδειγμα, αυτό που πέτυχα δηλαδή και σε μικρότερη ηλικία, ή να βρίσκομαι ψηλά στον πίνακα αξιολόγησης του Παγκοσμίου.
Το πιο σημαντικό για εμένα όμως είναι να είμαι χαρούμενος με τον εαυτό μου και την απόδοσή μου.
Ο Γιάννης Σγουρόπουλος είναι Πρωταθλητής στο πινγκ πονγκ.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Καλλίνικος Κρεάνγκα: Το κυνήγι της επιτυχίας