Ξεκίνησα ιστιοπλοΐα από πεντέμισι ετών.
Οι γονείς μας ήθελαν να πάρουν ένα δίπλωμα ανοιχτής θαλάσσης, γιατί τους άρεσε η θάλασσα και τα ταξίδια, διαπίστωσαν ότι μπορούσαν να μας γράψουν στα μικρά σκαφάκια και είπαν «γιατί όχι;».
Έτσι ξεκίνησαν όλα, πεντέμισι εγώ, επτάμισι η Αριάδνη, ξεκινήσαμε και οι δύο μαζί την ίδια περίοδο, στα όπτιμιστ.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι κάναμε παρέα και με κάποια άλλα παιδιά, όπως και οι γονείς μας με τους γονείς τους, και κάθε Σαββατοκύριακο, τότε ήταν οι ώρες των αρχαρίων, ξυπνούσαμε και το μόνο που μας ένοιαζε ήταν να κατέβουμε στον Όμιλο για προπόνηση, να πάμε στα σκαφάκια, γιατί είχε πολύ πλάκα και περνούσαμε ωραία.
Το μικρόβιο είχε ήδη μπει μέσα μου.
Ένα εξάχρονο παιδί δεν έχει την ευκαιρία να οδηγήσει ένα αυτοκίνητο ή ένα άλλο όχημα που φέρει μεγάλη ευθύνη, αλλά η θάλασσα σού επιτρέπει να το κάνεις αυτό και να ταξιδεύεις ελεύθερα χωρίς πολλούς περιορισμούς, πάντα βέβαια με την επιτήρηση των προπονητών.
Σε ποια άλλη περίπτωση ένα τόσο μικρό παιδί μπορεί να γίνει κύριος ενός σκάφους, να είναι καπετάνιος και να οδηγεί; Αυτό ήταν που άρεσε σε κάθε παιδί, το γεγονός ότι μπορούσε να κρατήσει ένα τιμόνι και να πάει όπου θέλει.
Σ’ εκείνες τις μικρές ηλικίες, δεν είχαμε τη νοημοσύνη να πάρουμε εμείς την απόφαση ότι θέλουμε να πάμε πιο σοβαρά και να κάνουμε πρωταθλητισμό, οπότε θεωρώ ότι έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο η στάση του προπονητή που θα μεταφέρει στους γονείς «ξέρετε κάτι, το παιδί σας πηγαίνει πολύ καλά, έχει ταλέντο, σκέφτεστε να το φέρνετε πιο συχνά για προπόνηση;».
Στη δική μας περίπτωση, οι γονείς μας άκουσαν την παραίνεση και από την αρχάρια και την προαγωνιστική κατηγορία πήγαμε στην αγωνιστική, όταν εγώ ήμουν στη Δ’ Δημοτικού και η Αριάδνη στη ΣΤ’.
Από τότε και στο εξής ήμασταν πάντα αθλητές του Ιστιοπλοϊκού Ομίλου Πειραιά, δεν έχουμε αλλάξει ποτέ, όπου εκεί μάλιστα σύχναζε ο Οδυσσέας Εσκιτζόγλου, ο Έλληνας Ολυμπιονίκης που ήταν ομάδα με τον τέως Βασιλιά Κωνσταντίνο στην κατηγορία Ντράγκον.
Ερχόταν πολλές φορές, είχε γνωριστεί με τους γονείς μου, ήμασταν και συνονόματοι και μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση η παρουσία του, μου έκανε και ο ίδιος παιχνίδια, οπότε αποτέλεσε το πρώτο μου είδωλο στην ιστιοπλοΐα, τον θυμάμαι χαρακτηριστικά και ως πρόσωπο και ως προσωπικότητα.
Με το που μπήκαμε στην αγωνιστική ομάδα και χρειάστηκε να πηγαίνουμε Τετάρτες και Παρασκευές μετά το σχολείο, εκτός από τα Σαββατοκύριακα, για προπόνηση, οι γονείς μας ήταν αυτοί που μας πήγαιναν και μας γύριζαν από τον Όμιλο, κάτι που κράτησε πολλά χρόνια, μέχρι που πήραμε διπλώματα οδήγησης. ήταν δύο ώρες τη μέρα από τη ζωή τους, σαν ταξιτζήδες.
Ταυτόχρονα, η ιστιοπλοΐα είναι ένα αρκετά δαπανηρό άθλημα, έχει πολλούς αγώνες, Πανελλήνια, Παγκόσμια και Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, μεταφορές, οπότε χρειάζεται και οικονομική υποστήριξη, τομέας στον οποίον επίσης έκαναν πολλές θυσίες οι γονείς μας.
Όταν πρωτοξεκίνησα, υπήρχε κάτι που με φόβιζε, αλλά με την τριβή και τις πολλές ώρες στο νερό έφυγαν όλα αυτά που προκαλούσαν τον φόβο, δεν έλεγα πλέον «δεν μπορώ να το κάνω, τρομάζω».
Από εκεί και πέρα, η μεγάλη πρόκληση στην ιστιοπλοΐα είναι ότι είσαι σε ένα σκάφος, δίπλα σου υπάρχουν άλλα σκάφη και ο ένας ανταγωνίζεται τον άλλον, ψάχνεις πώς να πας πιο γρήγορα, πώς να τον περάσεις, ουσιαστικά είναι σαν την Formula 1, κινείσαι συνεχώς, πιάνεις διάφορες ταχύτητες που σου εκτοξεύουν την αδρεναλίνη, αλλά και χωρίς τις μεγάλες ταχύτητες ο πρωταθλητισμός από μόνος του και η πίεση του αγώνα σε εξιτάρουν.
Μέσω των όπτιμιστ είχα συμμετάσχει σε ένα Ευρωπαϊκό και δύο Παγκόσμια Πρωταθλήματα, απ’ τα οποία μάζεψα εμπειρία.
Στη συνέχεια, προχώρησα στο επόμενο επίπεδο, στα 420, τα οποία αποτελούν μια κατηγορία ανάπτυξης. εκεί έτρεξα ως καπετάνιος, ήμασταν μαζί με τον Κωνσταντίνο Μιχαλόπουλο, κερδίσαμε Χρυσό στο Παγκόσμιο, είχαμε καταλάβει και τη δεύτερη θέση, ενώ διακριθήκαμε και σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα.
Το 2018 κατακτήσαμε Χάλκινο μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό και Ασημένιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα U17 στα 420, ενώ την επόμενη χρόνια ήμασταν πρώτοι στο Παγκόσμιο U17, οπότε και αποφασίσαμε να μην τρέξουμε στο Ευρωπαϊκό.
Αγωνιστήκαμε στους Άντρες και ήρθαμε έβδομοι, το οποίο αποτελεί σημαντική διάκριση.
Τον Εθνικό ύμνο τον άκουσα στο Παγκόσμιο του 2019 στην Πορτογαλία. Με το που ξεκίνησε να παίζει, δεν άκουγα τίποτα άλλο γύρω μου, είχα ανατριχιάσει, γενικότερα όποτε τον ακούω, και χωρίς να είμαι στο βάθρο δηλαδή, ανατριχιάζω, είναι το απόλυτο συναίσθημα!
Όλα αυτά αποτέλεσαν στοιχεία που με βοήθησαν να αποκτήσω τόσο την εμπειρία που έχω γενικά όσο και την εμπειρία που χρειάστηκα στους κρίσιμους αγώνες του Ιέρ, οι οποίοι σήμαναν και την πρόκριση, μαζί με την Αριάδνη, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού.
Η σχέση μου με την αδερφή μου ήταν ένα κράμα ανταγωνιστικότητας και συνεργασίας. απ’ τα όπτιμιστ, όντες στο ίδιο σκάφος, προσπαθούσαμε ο ένας να δίνει τιπς και συμβουλές στον άλλον, «πώς να πας καλύτερα, τι έκανες και πήγες τόσο καλά», όποτε όμως αγωνιζόμασταν μεταξύ μας για τη λεπτομέρεια, ποιος θα περάσει μπροστά, εκεί επικρατούσε και λίγο ανταγωνισμός, συναίσθημα που ούτως ή άλλως επικρατεί στον πρωταθλητισμό.
Όταν η Αριάδνη προκρίθηκε στους Ολυμπιακούς του Τόκιο το 2021, φυσικά και ένιωσα τεράστια υπερηφάνεια και χαρά.
Η συνεργασία μάλιστα που είχε με την Αιμιλία Τσουλφά τη βοήθησε πάρα πολύ και της προσέφερε μεγάλη εμπειρία, η οποία στη συνέχεια ωφέλησε κι εμάς.
Η Αιμιλία, εκτός των υπόλοιπων αρετών της, έχει και μια ηρεμία μες στο σκάφος που λίγοι ιστιοπλόοι την έχουν, λίγοι είναι αυτοί που θα ηρεμήσουν, δεν θα χάσουν το μυαλό τους και χωρίς πανικό θα καταφέρουν να κάνουν σωστή ιστιοπλοΐα, όταν υπάρχει ένας χαμός γύρω.
Αυτή η ηρεμία της Αιμιλίας λοιπόν επηρέασε και την Αριάδνη, η οποία όμως και απ’ τον χαρακτήρα της είναι υπομονετική, σταθερή και ήρεμη, χαρακτηριστικά που εντάθηκαν ακόμα περισσότερο από την επίδραση της Αιμιλίας.
Όσον αφορά στη συνεργασία τη δική μου με την Αριάδνη, παρότι είμαστε κάπως αντίθετοι ως χαρακτήρες, εγώ πιο ανυπόμονος και βρίσκομαι σε μεγαλύτερη εγρήγορση, έχω παρατηρήσει ότι με το πέρασμα του καιρού εγώ έχω έρθει λίγο προς τα μέτρα τα δικά της κι εκείνη αντίστοιχα προς τα δικά μου.
Φυσικά έχουμε και βασικές ομοιότητες, τη δίψα για την ιστιοπλοΐα, την απόλυτη συνέπεια, ό,τι πρέπει να γίνει θα γίνει, την πειθαρχία από μικρή ηλικία, πράγματα που συμβάλλουν σε όλα αυτά που έχουμε καταφέρει.
Ωστόσο, μας βοηθούν και οι διαφορές μας, είναι αυτό που λέμε το «αλληλοσυμπλήρωμα».
Η καθημερινή τριβή μας επίσης μας έχει φέρει δέσιμο και όχι φθορά.
Τέτοια προκλήθηκε για λίγο το 2021, είχαμε κάνει μια απόπειρα, όταν επέστρεψε η Αριάδνη από τους Ολυμπιακούς, να ξεκινήσουμε μαζί, καθώς τα 470 είχαν γίνει μεικτού πληρώματος, υπήρχαν κάποιοι τσακωμοί, οι οποίοι αφορούσαν βέβαια μόνο στο αγωνιστικό κομμάτι, και διακόψαμε μετά από δύο μήνες.
Έκανα ένα διάλειμμα ενάμιση χρόνο γενικότερα από την ιστιοπλοΐα και επικεντρώθηκα στη σχολή μου, Ηλεκτρολόγων Μηχανικών στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο, πέρασα αρκετά μαθήματα, αλλά πήρε την κάτω βόλτα πάλι, όταν άλλαξαν οι προτεραιότητες και μπήκε μπροστά ο πρωταθλητισμός, μετά τους Ολυμπιακούς όμως θα στοχεύσω σε αυτήν και θα την τελειώσω.
Το Πολυτεχνείο έχει επηρεάσει τον χαρακτήρα μου, υπό την έννοια ότι, επειδή πρόκειται για μια δύσκολη σχολή στην οποία μελετάς δύσκολα πράγματα, το μυαλό παραμένει κοφτερό και σε εγρήγορση, κάτι που συμβάλλει και στον πρωταθλητισμό.
Η αδερφή μου επίσης τελειώνει την Ναυπηγών, έμεινε και εκείνη πίσω με τις υποχρεώσεις μας.
Στη διακοπή λοιπόν αυτή το 2021 συνειδητοποίησα ότι κάτι μου λείπει, στην ουσία δεν έκανα αυτό που μου άρεσε στη ζωή μου και το είπα στην Αριάδνη.
Αποφασίσαμε να το ξαναδοκιμάσουμε τον Φεβρουάριο του 2023 και μετά από ενάμιση μήνα πήγαμε στον πρώτο μας αγώνα μαζί, ήταν ο αγώνας του Ιέρ, εκεί όπου το 2024 πήραμε το εισιτήριο για το Παρίσι.
Η σχέση μας πλέον πάνω στο σκάφος είναι κάτι απ΄ όλα, αλλά, ως αδέρφια, έχουμε την άνεση να “την πούμε” ο ένας στον άλλον ή να παραέχουμε οικειότητα, πράγμα που μπορεί να προκαλέσει πιο εύκολους τσακωμούς.
Ωστόσο, εμείς βλέπουμε την άλλη όψη του νομίσματος, ότι μπορούμε δηλαδή στην συνέχεια να είμαστε κατευθείαν καλύτερα, να πούμε «έλα, σταμάτα τις βλακείες τώρα, δεν υπάρχει λόγος να τσακωνόμαστε για αηδίες», και να ξαναγυρίσουμε σε μια πολύ καλή επαγγελματική συνεργασία.
Αναφερόμενος στον αγώνα του Ιέρ, να πω ότι πρόκειται για έναν αγώνα που πραγματοποιείται κάθε χρόνο εδώ και 53 χρόνια, είναι η Γαλλική Ολυμπιακή Εβδομάδα και η Παγκόσμια Ομοσπονδία αποφάσισε αυτοί οι αγώνες να αποτελέσουν και κριτήριο για τις προκρίσεις στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού.
Εν προκειμένω, είχαμε κλείσει με την Αριάδνη ένα σπίτι εκεί, κοιμόμασταν και μέναμε μαζί, την παραμονή της πρώτης μέρας δεν κάναμε κάτι διαφορετικό, ό,τι κάναμε πάντα, δεν αλλάξαμε συνήθειες, ακολουθήσαμε τη ρουτίνα μας.
Στο κεφάλι μας έπαιζε η κασέτα ότι «η πρόκριση στους Ολυμπιακούς δεν είναι τίποτα, είναι ένας αγώνας, τρέξε όσο καλύτερα μπορείς, όπως έχεις προπονηθεί και χωρίς άγχος» και, σκεφτόμενοι με αυτόν τον τρόπο αλλά και κάνοντας αυτά που έπρεπε, ήρθε τελικά το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Τέσσερεις χώρες κυνηγούσαμε την πρόκριση, στη δέκατη από τις έντεκα ιστιοδρομίες που τρέξαμε μάθαμε ότι είχαμε πάρει την πρόκριση, μας το είπε ο προπονητής μας, ο Αντρέας Παπαδόπουλος, γιατί εμείς απλώς μπαίναμε κάθε μέρα και θέλαμε να κάνουμε το καλύτερο δυνατόν, δεν κοιτάγαμε καθόλου τα αποτελέσματα, μόνο άγχος προκαλούν, θεωρώ ότι μόνο στη λήξη του αγώνα πρέπει να τα κοιτάς.
Το αστείο στην όλη ιστορία είναι ότι στην τελευταία κούρσα δεν ήμασταν τόσο επαγγελματίες όσο έπρεπε κι υπήρχε ένας διαπληκτισμός πάνω στο σκάφος.
Τερματίσαμε λοιπόν και, αντί να πανηγυρίζουμε για την πρόκριση, συζητούσαμε γιατί είχαν γίνει διάφορα πάνω στην κούρσα.
Ε, αυτό δηλαδή μόνο αδέρφια μπορούν να το κάνουν!
Τσακωνόμασταν χωρίς λόγο, αλλά, με το που ηρέμησαν τα πράγματα και συζητήσαμε, μετά από δέκα λεπτά συνειδητοποιήσαμε τι χαζομάρες λέγαμε και είπαμε «εντάξει, τώρα τα λέμε στη Μασσαλία».
Ο προπονητής μας ξέρει τους διαφορετικούς χαρακτήρες μας και φέρεται διαφορετικά στην αδερφή μου απ’ ό,τι σε εμένα, δεν είναι κοινές οι οδηγίες, άλλες οι κατευθύνσεις που θα δώσει σε εμένα που είμαι πιο απότομος και πιο βιαστικός και άλλες στην Αριάδνη που είναι πιο ήρεμη.
Εξάλλου, έχουμε και άλλους ρόλους. καπετάνιος στο σκάφος είναι η Αριάδνη, έτσι όπως συνέβαινε και στη συνεργασία της με την Αιμιλία, ενώ εγώ άλλαξα θέση και είμαι πλήρωμα.
Μετά τους αγώνες στα 420 με τον Μιχαλόπουλο, περίοδος κατά την οποία είχα θέση καπετάνιου, ανέλαβα μια εντελώς νέα και άγνωστη θέση, οπότε έπρεπε να προσαρμοστώ ξανά τόσο σωματικά όσο και ιστιοπλοϊκά, γιατί πλέον έπρεπε να ασχολούμαι και με άλλα πράγματα πέρα από το τιμόνι.
Η αλήθεια είναι ότι θα ήθελα οι ρόλοι μας με την Αριάδνη να είναι ανάποδα, δεν είναι ότι δεν την εμπιστεύομαι, απλώς εμένα θα μου άρεσε να είμαι καπετάνιος, σωματικά όμως η αδερφή μου δεν μπορεί να είναι πλήρωμα, οπότε δεν γίνεται.
Όπως και να έχει πάντως, η πρόκρισή μας στους Ολυμπιακούς Αγώνες αποτελεί την κομβικότερη στιγμή της καριέρας μου έως τώρα και μια επιτυχία που μπορούμε να φέρουμε σε αυτήν τη διοργάνωση μπορεί να της πάρει τη θέση.
Οπότε εμείς προχωράμε!
Ο Οδυσσέας Σπανάκης είναι Πρωταθλητής της ιστιοπλοΐας.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
CHECK IT OUT: Αριάδνη Σπανάκη: Κοινός Στόχος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Ιακωβίνα Κερκέζου: Διαλογισμός στη μέση της θάλασσας
Παύλος Καγιαλής: Τέλος Και Αρχή
Βύρων Κοκκαλάνης: Σανίδα Σωτηρίας