Είκοσι χρόνια Social Waste, στις 4 Μαΐου, σε μια συναυλία που δεν χάνεται.
(Εκτός αν κάποιος έχει αγωνιστικές υποχρεώσεις την επόμενη μέρα για την τελευταία αγωνιστική του πρωταθλήματος)…
Είκοσι χρόνια Social Waste είναι πολλά…
Για μένα, είναι μόνο μια πενταετία και κάτι απ’ όταν πρωτοάκουσα κάποια τραγούδια τους από το άλμπουμ «Στη γιορτή της ουτοπίας», το 2013 νομίζω, και ήταν αρκετό για να ξεκινήσω τη «διατριβή» μου στη δισκογραφία τους.
Από τότε, παρακολουθούσα συστηματικά την πορεία τους, χωρίς να έχω μπορέσει να πάω σε κάποια συναυλία τους. Μέχρι που μια μέρα βλέπω στη σελίδα τους στο Facebook να δίνουν ό,τι έχει απομείνει σε μπλουζάκια, cd, φούτερ και αποφασίζω να αγοράσω τα πάντα (χαίρομαι που το έκανα, γιατί τώρα έχω μπλουζάκι και cd με συλλεκτική αξία).
Είχα έναν φίλο και παλιό μου συμπαίκτη που ήξερε κάποιον από το συγκρότημα και του ζήτησα να μου αγοράσει ό,τι έχει απομείνει, δίνοντάς του κάποια χρήματα, χωρίς να με ενδιαφέρει αν είναι περισσότερα από το κόστος.
Σκοπός ήταν να στηρίξω ένα συγκρότημα του οποίου μου αρέσουν η μουσική και οι στίχοι.
Λίγες μέρες μετά, μου φέρνει τα πράγματα και μου δίνει κάποια χρήματα πίσω, λέγοντάς μου πως «“τόσο” έκαναν τα πράγματα και ότι τα παιδιά δεν ήθελαν να κρατήσουν επιπλέον χρήματα».
Ξέρω πως αυτό που περιγράφω δεν είναι κάτι τρομερό, αλλά για μένα ήταν αρκετό για να το εκτιμήσω.
Έπειτα, μαθαίνω από τον Γιώργο Μπαντή, που μόλις είχε έρθει στον Πανιώνιο, ότι κάποιος γνωστός του ρωτάει να μάθει για μένα, αν ακούω όντως Social Waste, γιατί ήταν λίγο περίεργο το ότι κάποιος «ποδοσφαιριστής» αγόρασε τη συλλογή τους.
Έτσι και εγώ, ψάχνω τρόπο να γνωρίσω αυτόν τον κάποιον του οποίου ήξερα τη φωνή από τα τραγούδια αλλά όχι το μικρό του όνομα. Χωρίς να χάσω χρόνο, βρέθηκα στο μαγαζί που εργάζεται και γνώρισα το Χρήστο, έμαθα ότι είμαστε και από την ίδια πόλη και αρχίσαμε να κάνουμε παρέα.
Φυσικό και επόμενο ήταν, λοιπόν, να γνωρίσω όλο το συγκρότημα και να πάω στο επόμενο live τους. Ίσως, το καλύτερο live που έχω ζήσει!
Αλλά ο λόγος που εξιστορώ αυτά τα γεγονότα είναι ο εξής: είναι πολύ ωραίο να μην απομυθοποιείται ο μουσικός (ή το συγκρότημα) που σου αρέσει, όταν τον γνωρίζεις προσωπικά.
Να διαπιστώνεις, δηλαδή, ότι αυτά που τραγουδάει είναι και ο τρόπος ζωής του.
Και, τελικά, νομίζω ότι αυτό είναι που μετράει περισσότερο, πέρα από την ποιότητα της μουσικής των Social Waste και των κοινωνικών και πολιτικών τους στίχων.
Γιατί, όλα αυτά, θα ήταν ένα «τίποτα», αν δεν ήταν αληθινά.
Από την άλλη, επαγγελματίες αθλητές να ακούνε Hip hop είναι «κάπως». Ή, μάλλον, επαγγελματίες αθλητές να μην πηγαίνουν μπουζούκια, αυτό είναι πολύ «κάπως».
«Κερδίσαμε, πάμε μπουζούκια. Πήραμε το πρωτάθλημα, πάμε μπουζούκια». Γιατί; Αυτό το στερεότυπο πρέπει να καταρριφθεί κάποια στιγμή.
Υπάρχει ένας μύθος γύρω από τους αθλητές και τις μουσικές τους επιλογές. Δεν διασκεδάζουν όλοι με τον ίδιο τρόπο.
«Είναι ένα θέμα που σε αφορά» και μας αφορά όλους, «τούτος ο κόσμος δύο μάσκες φορά» και όχι «δεν είναι όλα μια χαρά».
Προσωπικά, θεωρώ ντροπή να πηγαίνεις σε ένα νυχτερινό κέντρο και -για να μη φας «πόρτα»- να είσαι αναγκασμένος να φοράς την κατάλληλη ενδυμασία, να συνοδεύεσαι από γυναίκες και να πληρώνεις 100 ευρώ το μπουκάλι.
Εκτός αν είσαι διάσημος, βέβαια, και αυτό σου εξασφαλίζει ειδική αντιμετώπιση.
Πρόσεχε, όμως, να το δείχνεις ότι είσαι διάσημος για να μην ξεφτιλιστείς, αν δεν σε γνωρίσουν στην είσοδο.
Θα μου πεις: «έτσι λειτουργεί και η κοινωνία πάνω-κάτω», οπότε αποδέξου το.
Στη δική μου κοινωνία, προτιμώ να ακούω μουσική με στίχους που αφυπνίζουν, που ενημερώνουν, που προβληματίζουν, που καταδικάζουν το φασισμό και που μιλούν για «φράουλες στη Μανωλάδα».
Με στίχους που ονειρεύονται να γίνει η «αλληλεγγύη θάλασσα».
Που μιλούν για κοινωνική αδικία, για πολιτικά σκάνδαλα, για το πρόβλημα που είναι στην πόρτα του γείτονα και σύντομα θα έρθει στη δική μου πόρτα.
Που με ταξιδεύουν «στου κόσμου τα λιμάνια».
Που μιλούν για την αγάπη και τον έρωτα με «Μάτια Μεγάλα», χωρίς να αναλώνονται σε φτηνά τετριμμένα ερωτόλογα…
Στη δική μου κοινωνία, ντύνομαι όπως θέλω για να πάω σε μια συναυλία των Social Waste.
Πληρώνω 5 ευρώ τη μπίρα στη χειρότερη και δεν χρειάζεται να είμαι «διάσημος» για να μου επιτραπεί η είσοδος, ούτε να πετάξω λουλούδια για να φλερτάρω. Το μόνο που χρειάζομαι είναι 8 ευρώ προπώληση ή 10 ευρώ απ’ έξω για το εισιτήριο.
Στη δική μου κοινωνία, έχω βρει κι άλλους αθλητές που διασκεδάζουν σαν εμένα, και μια μέρα «ίσως κι εκείνο το ανθρώπινο το κύμα να φουσκώσει».
Αθλητές με τους οποίους στις συναυλίες χορεύουμε και τραγουδάμε δυνατά. Και, μετά, καθόμαστε μαζί με τα παιδιά που τραγούδησαν στη σκηνή και πίνουμε ένα ποτηράκι σε κάποιο ήσυχο μέρος.
Όχι σαν μουσικοί-καλλιτέχνες και αθλητές αλλά… σαν άνθρωποι.
Ο Χρίστος Τασουλής είναι διεθνής ποδοσφαιριστής του Αστέρα Τρίπολης.
CHECK ΙΤ OUT: Χρ. Τασουλής: «Η μπάλα στην κερκίδα» δείχνει πως υπάρχει ελπίδα