Έχει παράδοση στην παραγωγή αστέρων της μπάλας το Ζέμουν.
«Σεμλίνο» το λένε οι παλιοί, γιατί ήταν πολλά χρόνια ανεξάρτητο, πριν ενσωματωθεί στο “Νέο” Βελιγράδι. Ντέγιαν Στάνκοβιτς, Ματέγια Κέζμαν και τελευταίος ο Ντούσαν Βλάχοβιτς. Δεν είναι ιεροσυλία να μπαίνει το όνομά του πλάι στα ιερά τέρατα. Οι υπερβολές με δαύτον δίνουν και παίρνουν από τα 15 του που υπέγραψε στην Παρτίζαν.
«Νέος Ιμπραΐμοβιτς» είναι η μόνιμη επωδός, κάθε καθαρόαιμο τέτοιας κοψιάς τα χνάρια του Ζλάταν ακολουθεί, γιατί ανέκαθεν στο ποδόσφαιρο αναζητείται μια βελτιωμένη και επαυξημένη έκδοση των ηρώων του χθες.
Ο Βλάχοβιτς ξεφεύγει από τα κλασσικά οριοθετημένα πλαίσια του “wonderkid”.
Η Παρτίζαν φρόντισε να τον δέσει με επαγγελματικό συμβόλαιο στο τρίμηνο (!), σε 15 αγώνες με την ομάδα Νέων είχε 32 γκολ και προβιβάστηκε στην πρώτη ομάδα, πριν καν κλείσει τα 16.
Ρίχτηκε στον λάκκο των λεόντων, σε ένα Πρωτάθλημα όπως το σέρβικο που δεν διαφέρει και πολύ από το δικό μας σε σκληράδα και ρυθμούς.
Σύγχρονης, “φουτουριστικής” κοψιάς ποδοσφαιριστής. Ψηλός, γεροδεμένος, δυνατός, γρήγορος, ντελικάτο τέρας, όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται αυτό.
Αυτοί είναι οι “επόμενοι”. Σαν τον Χαάλαντ, τον Εμπαπέ, τον Βλάχοβιτς. Και στο σύγχρονο ποδοσφαιρικό περιβάλλον αυτούς τους προλαβαίνεις από μικρούς, όσο πιο μικρούς γίνεται. Μετά απλώς ποντάρεις στη γεωμετρική εξέλιξη.
Τον Βλάχοβιτς, με το που ενηλικιώθηκε, τον ήθελαν -κυριολεκτικά- όλοι. Από όλα τα προηγμένα πρωταθλήματα, ανεξαρτήτως στυλ παιχνιδιού. Ενδιαφέρθηκαν η Άρσεναλ, η Μπάγερν, η Ατλέτικο. Όλοι λάμβαναν την ίδια δυσάρεστη απάντηση. Ότι η Παρτιζάν έχει προσύμφωνο από το 2018 με τη Φιορεντίνα.
Πάλι τους πρόλαβε ο Πανταλέο Κορβίνο, πάλι ανακάλυψε τον χρυσό, πριν καν φτάσουν στα βραχώδη όρη οι υπόλοιποι. Δεν είναι τυχαίος ο Κορβίνο, με αυτή τη διαίσθηση ανακάλυψης των επόμενων πρωταθλητών έκανε όνομα στο ευρωπαϊκό στερέωμα. Βούτσινιτς, Τσεβαντόν, Μποζίνοφ, Λεντέσμα, Κόναν, Λιάιτς, Ναστάζιτς, Κουζμάνοβιτς, Γιόβετιτς. Όλοι ανακαλύψεις του πανούργου Πανταλέο, όλοι σε ένα συγκεκριμένο βαλκανικό δίκτυο scouting που τον ενημέρωνε νωρίς και πριν η πληροφορία ταξιδέψει στα υπόλοιπα γραφεία.
Όταν τον έκλεισε ο Κορβίνο, ο Ντέλα Βάλε έβαλε τον θρύλο της Φιορεντίνα, τον Τζιανκάρλο Αντονιόνι, να συντάξει μια έκθεση. Ο μάγος των «Viola» στην αρχή ήταν φειδωλός: «Είναι κάτι περισσότερο από ένα ταλαντούχο παιδί, αλλά θέλει χρόνο».
Εξαιτίας σοβαρού προβλήματος με τη visa, ο μικρός άργησε να παίξει.
Μερικές προπονήσεις και ντεμπούτο στο San Siro εναντίον της Ίντερ. Ο Αντονιόνι σηκώθηκε όρθιος στο parterre δίπλα στον Ντέλα Βάλε και αναφώνησε «colpo grosso».
Από εκείνο το ντεμπούτο ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για την πώληση του Ντούσαν Βλάχοβιτς σε “μεγαλύτερη πραγματικότητα” από τη Φιορεντίνα. Το θέμα ήταν μόνο πότε και κυρίως με πόσα.
Δεν σκόραρε, δεν μονιμοποιήθηκε καν αμέσως στη Φιορεντίνα. Όλη η υπεραξία ήταν η δυναμική, το potential, η προοπτική, η ελπίδα για το αύριο. Ο Πιόλι δεν τον εμπιστεύτηκε, τον “άφηνε” στην Primavera, όπου, κακά τα ψέματα, η διαφορά με τους υπολοίπους ήταν χαώδης. «Το μυστήριο Βλάχοβιτς», έγραφαν τα Μέσα της Φλωρεντίας, κανείς δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει για ποιον λόγο το καθαρόαιμο το έκρυβαν στον στάβλο. Όλα έγιναν με βάση τη φιλοσοφία του Κορβίνο, ο οποίος δεν ήθελε να καεί η επένδυση. Κυνικό μεν, αληθές δε.
Ο Βλάχοβιτς είχε όλον τον απαιτούμενο χρόνο προσαρμογής στη σκληρή ιταλική πραγματικότητα, κυρίως όμως έπρεπε να αφομοιώσει τον επαγγελματισμό. Σε επίπεδο Νέων, σε πλαίσιο “βαλκανικού” πρωταθλήματος, ο παίκτης είχε συνηθίσει να υπερέχει σε όλα τα επίπεδα. Ήθελε σαν αυτό που λέμε «στρώσιμο», μια σταδιακή ενσωμάτωση σε περίπλοκα τακτικά πλαίσια, απαιτήσεις στις προπονήσεις, αντίληψης της σημασίας των αναλυτών, προπονητών, εργοφυσιολόγων και λόγής επιστημόνων, οι οποίοι πλέον είναι σε θέση να ακτινογραφήσουν κάθε ποδοσφαιριστή.
Το δύσκολο κομμάτι, τα σωματικά προσόντα και την τεχνική, το είχε θεόσταλτο. Έχει τεράστια διαφορά όμως ο ολοκληρωτικός από τον ολοκληρωμένο φορ στο ποδόσφαιρο της εποχής μας. Η ανατολικοευρωπαϊκή, η “βαλκάνια” νοοτροπία απέχει πάρα πολύ από τις επιταγές της βιομηχανοποιημένης Δύσης.
Για ένα παιδί με την ταμπέλα του «νέου Ίμπρα» από την υπογραφή του κιόλας, το περιβάλλον και εντός και εκτός εισαγωγικών, ήταν σχεδόν αναμενόμενο ότι επρόκειτο να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο. Πολύ πάνω από τον μέσο όρο και σε ποδοσφαιρική αξία και σε ευφυΐα, δυνατός αλλά προστατευμένος.
Όλο αυτό το πέπλο μυστηρίου λύθηκε, όταν απολύθηκε από τη Φιορεντίνα ο μέντοράς του, ο Κορβίνο, λόγω της αλλαγής ιδιοκτησίας της ομάδας. Ο νέος ιδιοκτήτης, ο Ρόκο Κομίσο, κατέβαλε 170 εκατ. δολάρια στην οικογένεια Ντέλα Βάλε και κατόπιν τα άλλαξε όλα. Το πρότζεκτ του Ιταλοαμερικανού είναι εντελώς διαφορετικό και πιο “άψυχο” σε σχέση με τους αυτοκράτορες της Tod’s. Το Viola Park, το φιλόδοξο σχέδιο του νέου γηπέδου της Φιορεντίνα, το οποίο θα αντικαταστήσει το ιστορικό Artemio Franchi, θα κοστίσει στη νέα ιδιοκτησία 80 εκατ. ευρώ. Μόλις με 5 εκατ. λιγότερα πωλήθηκε ο Βλάχοβιτς στη Γιουβέντους. Απίστευτο αλλά αληθινό.
Ένας παίκτης με περιορισμένο χρόνο συμμετοχής, με τεχνικά όρια για το ποδόσφαιρο του (πολύ) υψηλού επιπέδου, με τραχύ άγγιγμα, λειψή δημιουργικότητα και άκαμπτο πρώτο βήμα. Αυτή ήταν η ακτινογραφία των “κατά”, όταν γράφτηκε η αμερικάνικη λίστα προκειμένου να ληφθεί η απόφαση πώλησης του ποδοσφαιριστή. Ουδέποτε πρόλαβε να κεφαλαιοποιήσει η Φιορεντίνα την επένδυσή της. Από την άλλη, οι 75 εκατομμύρια λόγοι ήταν αρκετοί για να καμφθούν όλες οι αντιδράσεις και να τονιστούν οι αδυναμίες στο παιχνίδι του Σέρβου. Επί της ουσίας, η Γιουβέντους αγόρασε μια επένδυση. Με τα χρήματα της ρήτρας του Χάαλαντ για να μην ξεχνιόμαστε.
Είναι τεράστιες οι προσδοκίες αλλά και τεράστια τα σημάδια ότι ο Σέρβος και μπορεί και “το έχει”. Και μόνο ότι η μεταγραφή ξεσήκωσε τη θύελλα των μετακινήσεων του Μπάτζο και του Κιέζα από τη Φλωρεντία στο Τορίνο αρκεί για να σχηματιστεί η πρώτη εντύπωση.
Ο Βλάχοβιτς κάνει τη διαφορά με πρόσωπο στο τέρμα. Άπαξ και έχει τις άμυνες μπροστά, μπορεί και να σκεφτεί και να λειτουργήσει εντυπωσιακά, ξεδιπλώνοντας ένα ρεπερτόριο πολλών λύσεων. Ντρίπλα, πάσα, σουτ, τακτική εναλλαγή θέσεων. Συνήθως σουτάρει και πλασάρει διαγώνια, το ζήτημά του είναι ότι θέλει χώρο. Το πρόβλημα είναι ότι ο χώρος στο συντεταγμένο ποδόσφαιρο δημιουργείται είτε από το πλάνο είτε από την ατομική υπεροχή στη δημιουργία πλεονεκτήματος για τον άτυπο “παίκτη παραπάνω”.
Ο Βλάχοβιτς είναι κλασσικός επιθετικός υπερφυσικής δύναμης. Δεν είναι ασφαλώς Ιμπραΐμοβιτς. προσωπική εκτίμηση, δεν θα γίνει ποτέ. Είναι όμως εξίσου ερωτεύσιμος, προκαλεί ενθουσιασμό στον θεατή, “γκελάρει” στα media.
Δεν είναι ο φορ που κινείται ήπια ανάμεσα στις αντίπαλες άμυνες, παίζοντας για τους συμπαίκτες τους με ακρίβεια και αίσθηση τάξης. Δίνει την αίσθηση ότι παίζει μονίμως στο όριο, κινείται με σπριντ και αγκώνες, δοκιμάζοντας πάντα την εξεζητημένη επιλογή. Είναι ένας θηριώδης και χαοτικός παίκτης, αυτό είναι και ο περιορισμός και η δύναμή του. Βγάζει μια άγρια ομορφιά στο παιχνίδι, ατίθαση, εκτός πλαισίου.
Πρόκειται για ένα αυτοσχέδιο, ατόφιο ποδόσφαιρο του μέλλοντος, εκείνο που βασίζεται στις εξάρσεις και τις στιγμές κάθε αγώνα.
Τα περίπλοκα δουλεύονται, γι’ αυτό πάσχιζε ο Κορβίνο με την “εξαφάνισή” του τον πρώτο χρόνο, γιατί είχε δει το όραμα του ανεμοστρόβιλου που έρχεται.
Ο ίδιος ο Βλάχοβιτς έχει αναγνωρίσει τους τομείς όπου υστερεί, ξέρει ότι υπολείπεται στο ψηλό παιχνίδι και ότι πρέπει να βελτιώσει κι άλλο αυτό που λέμε «work ethic».
Κάποτε είχε δει τον Ριμπερί σε μια προπόνηση, τρόμαξε και ομολόγησε στον Κιέζα «φίλε, δεν είμαι για εδώ». Ο Τσέζαρε Πραντέλι, ο άνθρωπος που συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάπτυξή του ως προπονητής στη Φιορεντίνα, ήταν εκεί δίπλα, το άκουσε και τον κάλεσε στο γραφείο.
Πιθανότατα να έχει διαρκώς ανάγκη από μέντορες ο Ντούσαν, ίσως να λειτουργεί μόνο υπό συγκεκριμένα καθεστώτα πίεσης.
Ένας αντίστοιχου βεληνεκούς ποδοσφαιριστής, ο Αντριάνο, άντεξε τρία χρόνια και μετά κατέρρευσε. Η ψυχολογική διαχείριση στον αθλητή είναι από τα μεγαλύτερα ζητήματα της βιομηχανίας των σπορ τη σήμερον.
Στη Γιουβέντους ο Βλάχοβιτς λειτουργεί ως προστιθέμενη αξία, είναι κομμάτι από το παζλ της ανοικοδόμησης ενός brand που έχει καταρρεύσει. Οι 75 εκατομμύρια λόγοι εδώ λειτουργούν αντίστροφα. Δεν άρουν τις αναστολές, δημιουργούν πίεση, ανυπολόγιστη πίεση και στον Σέρβο και στο τεχνικό επιτελείο του Αλέγκρι.
Το πρώτο “καλό συμβόλαιο” της καριέρας του, η πρώτη φορά που κλήθηκε στο πάρτι των εκλεκτών.
Για να μας διασκεδάσει, πρέπει να λειτουργήσουν και όλα τα υπόλοιπα στην εντέλεια.
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Zastro