Είναι το ντόπινγκ ταμπού; Η απάντηση είναι «όχι», για τους πιο πολλούς.
Οι χρήστες πρακτικών ντόπινγκ (π.χ., φαρμακοδιέργεσης), εύλογα δεν αισθάνονται άνετα να μιλήσουν, γιατί η χρήση χαρακτηρίζεται μεμπτή.
Η στάση που αναπτύσσει ένας/μία αθλητής/τρια στη σχετική κουβέντα δεν είναι εκ των πραγμάτων αμυντική ή επιθετική. Εκείνος/η που χρησιμοποιεί ουσίες εύλογα «παίζει» αμυντικά, ώστε να (υπο)στηρίξει την απόφασή του/της, όταν και εφόσον γίνει μια ανοιχτή συζήτηση. Εκείνος/η που δεν έχει καταφύγει σε απαγορευμένα σκευάσματα, τουλάχιστον εν γνώσει του/της, δεν έχει λόγο να συμπεριφέρεται αμυντικά. Επομένως, για αυτούς, το ντόπινγκ δεν είναι ταμπού.
Εγώ ήξερα ελάχιστα πράγματα για το ντόπινγκ σαν αθλητής, και το πρόβλημα δεν ήταν το κλίμα που αναπτύσσονταν σε αυτή την κουβέντα, αλλά το γεγονός ότι δεν ερχόταν συχνά αυτή η συζήτηση στο τραπέζι.
Θέλω να πιστεύω ότι η συντριπτική πλειοψηφία των αθλητών/τριών δεν χρησιμοποιούσε αναβολικά, για αυτό και μπορεί να γίνει μια άνετη κουβέντα για το θέμα αυτό.
Ποτέ δεν είχα έναν συμπαίκτη ο οποίος εν γνώσει του έχει χρησιμοποιήσει ουσίες. Ωστόσο, έχω γίνει μάρτυρας περιπτώσεων παικτών που «συνελήφθησαν» για χρήση μαριχουάνας.
Επίσης, δεν είχα ποτέ συμπαίκτη που να μου αποκάλυψε ότι δεν πήρε ουσίες και, τελικά, να ανιχνεύθηκε θετικός σε έλεγχο. Έχει συμβεί να μου εκμυστηρευτεί κάποιος ότι έλαβε ουσίες για ιατρικούς λόγους και πάντοτε μέσω της επίσημης οδού, το δήλωσε.
Το «αθέμιτο» ντόπινγκ είναι μεγάλο πρόβλημα, αφού πολλά φαρμακευτικά σκευάσματα (π.χ., Panadol, Cold and Flu) περιέχουν ουσίες που οδηγούν σε θετικό δείγμα ντόπινγκ. Υπάρχουν πολλοί που αμέλησαν ή δεν γνώριζαν πως πρέπει να δηλώσουν τις φαρμακευτικές ουσίες που έπαιρναν.
Τα στοιχεία είναι ανησυχητικά. Σε μια μελέτη, τo 10% των χρηστών συμπληρωμάτων διατροφής κατανάλωναν σκευάσματα επιμολυσμένα με ουσίες ντόπινγκ εν αγνοία τους. Μια ανασκόπηση της σχετικής επιστημονικής βιβλιογραφίας έδειξε πως το 12 με 58% των σκευασμάτων συμπληρωμάτων διατροφής περιέχουν απαγορευμένες ουσίες.
Κάτι που σημαίνει πως κατά τη διάρκεια της καριέρας μου θα μπορούσα να έχω λάβει κι εγώ απαγορευμένες ουσίες δίχως καν να το έχω καταλάβει…
Λαμβάναμε πολλά συμπληρώματα διατροφής τα οποία δεν αγοράζαμε απαραίτητα από ένα ράφι, αλλά οι ομάδες μάς τα προμήθευαν. Μπορεί και οι ίδιοι οι σύλλογοι να μην γνώριζαν για απαγορευμένα στοιχεία σε ένα απλό συμπλήρωμα.
Για αυτό είναι λογικό να ενοχλεί άπαντες το λεγόμενο «τσουβάλιασμα». Συχνά κοινό, οργανισμοί και Τύπος απευθύνουν ευθείες κατηγορίες προς τους αθλητές, χρησιμοποιώντας κλισέ και όχι στοιχεία. Αν ακούσω ότι «όλοι κάνουν χρήση» θα εγείρω ενστάσεις.
Η χρήση κλισέ είναι για μένα ένα πολύ παιδικό και απλοϊκό πλαίσιο συζήτησης για το θέμα του ντόπινγκ, αφού η γνώση που έχουμε για αυτό το φαινόμενο είναι πολύ λίγη. Αυτό ισχύει για οποιοδήποτε σπορ.
Πρακτικές ντόπινγκ υπήρχαν πάντα στον αθλητισμό, δεν χρειάζεται να «πέφτουμε από τα σύννεφα» όταν το μαθαίνουμε για τη χρήση και χορήγηση ουσιών από χώρες και από ομοσπονδίες.
Αλλά η προσπάθεια να περιοριστεί το ντόπινγκ (αντιντόπινγκ) είναι συγκριτικά καινούργια.
To αντιντόπινγκ στηρίζεται στο επιχείρημα πως το ντόπινγκ είναι ανήθικο, άδικο, και επιζήμιο για την υγεία των αθλητών/τριών. Για αυτό και οι πολιτικές και πρακτικές του αντιντόπινγκ είναι απαραίτητες και θεμιτές.
Θα εγείρω εδώ τις ενστάσεις μου σε αυτό «στοίχημα» του αντιντόπινγκ, και ειδικά με την αποτελεσματικότητα των θεσμοθετημένων πολιτικών και πρακτικών να προσφέρουν ένα πιο δίκαιο, ηθικό doping-free αθλητικό πλαίσιο, που προστατεύει την υγεία των αθλητών από το ντόπινγκ.
Αυτά είναι που γνωρίζουμε. Τα αποτελέσματα της φαρμακοδιέργεσης είναι άμεσα (ή σχετικά άμεσα) και θεμιτά (ως προς το αθλητικό αποτέλεσμα), ενώ οι παρενέργειες πιθανές, άμεσες ή σε βάθος χρόνου, και πολύ δυσάρεστες.
Το δυνατό χαρτί της φαρμακοδιέργεσης είναι πως αποτελεί την εύκολη και συνάμα γρήγορη λύση για καλά αθλητικά αποτελέσματα.
Οι χρήστες γνωρίζουν τους κινδύνους για την υγεία τους, αλλά κανένας δεν θεωρεί ότι θα συμβεί στον/ην ίδιο/α, γιατί οι παρενέργειες είναι πιθανές και πολλές φορές όχι άμεσες και αυτό αφαιρεί τον φόβο από την σκέψη των επιπτώσεων.
Κι ενώ η ποινικοποίηση της χρήσης ντόπινγκ επενδύει στο φόβο του να «πιαστείς», το αποτέλεσμα είναι να ενθαρρύνεται ο ίδιος παράλογος οπτιμισμός στους χρήστες: Αναγνωρίζουν τον κίνδυνο της ποινής, το μέγεθος της ποινής, αλλά πιστεύουν πως δεν θα συμβεί στου ίδιους.
Αυτή η συμπεριφορά είναι μια τυπική έκφραση της ανθρώπινης φύσης, καταγεγραμμένη σε άπειρες μελέτες της ανθρώπινης ψυχολογίας.
Αλλά 20 χρόνια μετά την εγκαθίδρυση της παγκόσμιας πρωτοβουλίας έναντι στο ντόπινγκ (τον WADA), η προσπάθεια προστασίας της υγείας των αθλητών/τριων από την φαρμακοδιέργεση επαναπαύεται σχεδόν απόλυτα στο να υποχρεώνονται να ουρούν σε ένα δοχείο; Χμ… Η αποτελεσματικότητα των πρακτικών και πολιτικών αντιντόπινγκ ενάντια στην «ανηθικότητα» που εισφέρει το ντόπινγκ στον αθλητισμό είναι (επίσης) αμφισβητούμενες.
Ο οργανωμένος αθλητισμός (και ο ίδιος ο WADA) δεν είναι άσπιλος, παρόλο που διέπετε από κώδικα δεοντολογίας.
Οικονομικά σκάνδαλα, δωροδοκίες, στημένα παιχνίδια, βία, ξέπλυμα χρήματος, χρήση ναρκωτικών από προπονητές, αθέμιτες πολιτικές ζυμώσεις, είναι μερικά προβλήματα με ηθική διάσταση που ταλανίζουν διαχρονικά τον αθλητισμό ανά τον κόσμο…
Για την ηθική υπεράσπιση αυτού του χώρου, και μόνο για την απειλή του ντόπινγκ, θυσιάζουμε την αξιοπρέπεια αθλητών/τριων, και μόνο αυτών, εξαναγκάζοντας τους να ουρούν σε ένα δοχείο, ξεβρακωμένοι, μπροστά σε τρίτους…
Τι «τσουβάλιασμα» είναι αυτό, που η πλειοψηφία πρέπει να αποδείξει την αθωότητα τους, επειδή ελάχιστοι ντοπάρονται;
Σε ποια άλλα μέλη του αθλητικού χώρου καταστρατηγήσαμε έτσι το θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα στην αξιοπρέπεια, και το τεκμήριο της αθωότητας;
Τι προσθέτει στο ηθικό ή δεοντολογικό ισοζύγιο του αθλητικού χώρου η υιοθέτηση αυτής της πρακτικής (εξαναγκασμός έκθεσης γενετήσιων οργάνων και ούρηση), στην οποία επαναπαύεται αναχρονιστικά το αντιντόπινγκ τα τελευταία 20 χρόνια;
Πριν μπούμε στην πειρασμό να διαχωρίσουμε τους αθλητές σε «ηθικούς» και «ανήθικους» με βάση την χρήση ντόπινγκ, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη το αθλητικό πλαίσιο στο οποίο βρίσκονται. Το πνεύμα του αθλητισμού το διέπει το «πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο δυνατά», που δομικά πλέον επιβραβεύει μόνο την πρωτιά και την διάκριση και όχι την βελτίωση και την προσπάθεια.
Το οικοδόμημα αυτό έχει ως βιτρίνα μια ελίτ αθλητών/τριων που (με εξαιρέσεις) ευημερεί οικονομικά για ένα πολύ μικρό διάστημα, αλλά στηρίζεται κυρίως σε αθλητές/τριες που είτε φυτοζωούν είτε εγκαταλείπουν τον αθλητισμό υψηλής επίδοσης για να μπορέσουν να βιοποριστούν.
Το πιο συχνό (σε επιπολασμό) κίνητρο για τη λήψη απαγορευμένων ουσιών από αθλητές/τριες δεν είναι η ματαιοδοξία να βρίσκεται στην ελίτ, αλλά η οικονομική επιβίωση και παραμονή στον χώρο.
Αν η οικονομική επιβίωση ή η διαφυγή από την φτώχεια είναι εξαρτώμενη από τη αθλητική επίδοση σε επίπεδο πρωτιάς, σε ποιο έλλειμα ηθικής αναφερόμαστε;
Ανώριμο ναι, αφού ο/η αθλητής/τρια θα επιχειρήσει να βελτιώσει ή να διατηρήσει την αθλητική επίδοσή με πρακτικές που κάνουν κακό μόνο στην δική του υγεία.
Αντιδεοντολογικό, ίσως γίνει κάποτε, γιατί (ναι μεν) δίνει ένα άδικο πλεονέκτημα σε κάποιους αθλητές έναντι συναδέλφων, αλλά τέτοιες ανισότητες βλέπουμε κυρίως λόγο οικονομικής επιφάνειας της οικογένειας ή της χώρας προέλευσης. Ανήθικο, μάλλον όχι…
Όταν ήμουν πρόεδρος στον Π.Σ.Α.Κ., είχαμε κάνει μία συζήτηση με τον WADA, σε επίπεδο ευρωπαϊκό, με την EU Athletes.
Η EU Athletes ήταν ιδιαιτέρως επικριτική απέναντι στον WADA, με συνέπεια ο παγκόσμιος φορέας αντί-ντόπινγκ να τηρήσει αμυντική στάση. Προσπάθησα να παρουσιάσω στον εκπρόσωπο του WADA πως το αθλητικό πλαίσιο έχει οδηγήσει τους αθλητές να είναι ευάλωτοι στο ντόπινγκ.
Παραδέχθηκε, ίσως κυνικά, ότι καλώς ή καλώς έτσι έχουν τα πράγματα και στον κόσμο που ζούμε, οπότε όλοι, ακόμα και οι αθλητές/τριες, πρέπει να προσαρμοστούν.
Αυτή την απάντηση παίρνω σχεδόν πάντα όταν μιλάω με κάποιον εκπρόσωπο του WADA. Δεν συμφωνώ πως είναι ανεκτό να έχουμε ταλαιπωρημένους αθλητές/τριες, αρκεί να μην είναι ντοπαρισμένοι.
Είμαι βέβαιος ότι το ντόπινγκ είναι κατά κύριο λόγο μια αποτυχία του αθλητικού πλαισίου και όχι των αθλητών/τριων ή του αθλητισμού, και αναρωτιέμαι αν οι πρακτικές αντιντόπινγκ προστατεύουν τους αθλητές/τριες από το πλαίσιο ή το πλαίσιο από τους/ις «ανήθικους/ες» αθλητές/τριες.
Αν και έχω εργαστεί ερευνητικά για τον WADA, είμαι πολύ επικριτικός. Ο WADA έχει καλό σκοπό, που είναι η καταπολέμηση του ντόπινγκ, έχοντας επικεντρωθεί στους αθλητές και υιοθετώντας πολλές αμφισβητούμενες και αναποτελεσματικές πρακτικές…
Ο κύριος όγκος της δραστηριότητας του είναι ο έλεγχος και η επιβολή (νομικών) κυρώσεως σε αθλητές/τριες, θεωρώντας έγκλημα μια πράξη όπου ο θύτης και το θύμα είναι το ίδιο πρόσωπο.
Ενώ έχει την άνεση να επιβάλει κυρώσεις στους/ις αθλητές/τριες που είναι παράλληλα το επίκεντρο των σπορ, δεν έχει την ίδια άνεση όταν επιβάλει κυρώσεις σε αυτούς που πλαισιώνουν του αθλητές.
Το πρόσφατο ρωσικό σκάνδαλο ντόπινγκ είναι η κλασική απεικόνιση ότι υπάρχει ένας αδύναμος κρίκος (οι αθλητές/τριες) και ότι το πρόβλημα υφίσταται.
Το τεκμήριο τη αθωότητας είναι ανθρώπινο δικαίωμα και θεμέλιος λίθος σε όλα τα συστήματα δικαίου σε όλο τον κόσμο.
Βάσει αυτού, η απουσία απόδειξης αθωότητας δεν αποτελεί απόδειξη ενοχής. Η απόδειξη δόλου αποκτά στοιχειοθέτηση μόνο με την απουσία κάποιας εύλογης εναλλακτικής εξήγησης που να καθιστά μια πράξη αθέλητη ή ακούσια.
Διαβάζω για την περίπτωση της Όλγας Χατζηνικολάου και της Ελίνας Τζένγκο.
Δεν μπορώ να καταλάβω από που πηγάζει αυτή η βεβαιότητα πως οι αθλήτριες αυτές διαπράξαν κάποιο έγκλημα έχοντας πλήρη γνώση και δόλο. Αναρωτιέμαι, επίσης, πώς η ρωσική ομοσπονδία πέτυχε να αποδείξει την αθωότητά τους ή την απουσία δόλου, ενώ αυτά τα κορίτσια δεν μπορέσαν. Χμ…
Δεν νομίζω πως είναι καλή ιδέα να επιτραπούν οι ουσίες ντόπινγκ, όπως για παράδειγμα, δεν θεωρώ ότι είναι καλή ιδέα να νομιμοποιηθεί η μαριχουάνα ή η ηρωίνη.
Τονίζω, όμως, ότι εξίσου δεν είναι καλή ιδέα είναι να διώκονται ποινικά οι χρήστες πρακτικών ντόπινγκ, αφού οι επιπτώσεις και οι κίνδυνοι στην κοινωνία από τις πράξεις των ντοπαρισμένων αθλητών δεν είναι εφάμιλλές με αυτών που οδηγούν π.χ. υπό την επήρεια αλκοόλ.
Απεναντίας, είναι καλό να στηρίζονται οι ντοπαρισμένοι αθλητές, αφού η χρήση αναφέρεται σε ανθρώπους που είναι ευάλωτοί ή που βρίσκονται σε μια ευάλωτη περίοδο της ζωής τους. Η λύση στη χρήση επιβλαβών ουσιών έρχεται παραδοσιακά μέσα από πλαίσια στήριξης και απεξάρτησης, όχι εξοστρακισμού και στιγματισμού.
Οι μοντέρνες θεραπείες επικεντρώνονται στο τι οδηγεί τους εξαρτημένους στη χρήση (ψυχολογικοί και κοινωνικοί λόγοι) και όχι στην επιβολή κυρώσεων.
Το αντι-ντόπινγκ θα μπορούσε να οδηγηθεί εκεί ως στρατηγική και πολιτική απόφαση, έστω και πειραματικά στην αρχή. Το θέμα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας του αθλητή θα το θέτω συνέχεια, όσο αφορά τον τρόπο που δίνουν δείγμα.
Όταν έθεσα τον προβληματισμό μου στο WADA, μου απάντησαν πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Αυτό το «δεν υπάρχει άλλος τρόπος» δεν αγιάζει και δεν δικαιολογεί την τωρινή μέθοδο.
Υπάρχει μια υπερ-επένδυση στον έλεγχο των αθλητών και η αξιοπρέπεια τους δεν μπορεί να έρχεται σε δεύτερη μοίρα.
Στην ενημέρωση για το ντόπινγκ, απεναντίας, υπάρχει ένα τεράστιο κενό χρηματοδότησης (ειδικά στην Ελλάδα). Οι μη χρήστες, οι περισσότερες ομάδες, και πλειονότητα των προπονητών δεν μιλάνε για το ντόπινγκ γιατί απλά θεωρούν πως δεν τους αφορά.
Ο νούμερο ένα παιδαγωγός για τους/ις αθλητές/τριες είναι ο/η προπονητής/τρια. Επομένως, μέσα στην προπονητική πρακτική καλό είναι να υπάρχει και ης ενημέρωσης για τις ουσίες ντόπινγκ.
Είναι απαραίτητο οι προπονητές/τριες να στηρίζονται και να είναι εκπαιδευμένοι σε θέματα ντόπινγκ, όχι μόνο για να συμβουλεύουν τους/τις αθλητές/τριες, αλλά και για να αναγνωρίζουν πότε μπορεί να είναι ευάλωτοι στη χρήση τους, και πώς μπορεί αυτό να αντιμετωπιστεί.
Είμαι σίγουρος πως ο ΕΣΚΑΝ δεν έχει ακόμη τη δυνατότητα να ενισχύσει το πλαίσιο στήριξης των προπονητών που επιθυμούν να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, προφανώς από έλλειψη πόρων.
Αλλά προκειμένου να δημιουργηθεί ένα doping-free περιβάλλον, χρειάζεται χρόνο, προσπάθεια και βεβαίως χρηματοδότηση, όχι μόνο το κυνήγι των ντοπαρισμένων αθλητών.
Ελπίζω σε μια διαφορετική αντιμετώπιση των αθλητών, ακόμα και αυτών με το στίγμα θετικού δείγματος ελέγχου αντι-ντόπινγκ.
Ελπίζω πως το μότο του Ολυμπισμού «Citius, Altius, Fortius» θα αναφέρεται περισσότερο στην εκπαιδευτική του ρίζα, τη βελτίωση, και όχι στη ματαιόδοξη ερμηνεία του, τη νίκη.
Εύχομαι το να πας στο γήπεδο και να παρακολουθήσεις μία προσπάθεια αθλητών να είναι μία ευχάριστη εμπειρία, και για τους συμμετέχοντες και για το κοινό, ανεξαρτήτου αποτελέσματος.
Αυτό θα ήταν εύστοχο στην προσπάθεια καταπολέμησης του ντόπινγκ.
Επιμέλεια κειμένου: Γιώργος Αδαμόπουλος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Γιώργος Παυλίδης: «Δύο καριέρες, μία ζωή»
Όλγα Χατζηνικολάου: «Η δική μου αλήθεια»
Ελίνα Τζένγκο: «Ιδρώτας και κόπος»
Ο Λανς Άρμστρονγκ δείχνει οργισμένος, αλλά όχι μετανιωμένος…
Σουν Γιανγκ, ο «Χουντίνι των ελέγχων ντόπινγκ» που ξέμεινε από μαγικά
Μαρία Σαραπόβα: Το διαχρονικό «my way» της «Σειρήνας της Σιβηρίας»