Από πολύ μικρός είχα την μπάλα στα πόδια, ήταν το μοναδικό παιχνίδι που έπαιζα.
Τότε όλα τα παιδιά στην πόλη παίζαμε ποδόσφαιρο, ενώ ταυτόχρονα, όποτε είχε και παιχνίδια στην τηλεόραση, ήμουν καθηλωμένος μπροστά της.
Γενικότερα μου άρεσε πολύ να βλέπω τα πάντα, πχ τοπ ομάδες, όπως η Τσέλσι, η Ρεάλ, την οποία και υποστήριζα, η Μπαρτσελόνα λόγω Ροναλντίνιο, καθώς ήταν εκείνος που μου έκανε, όπως και σε πολλούς άλλους, πιστεύω, τη μεγαλύτερη εντύπωση, παρακολουθούσα επίσης Μουντιάλ ή Euro, πχ στα 12 μου δεν έχασα παιχνίδι του Euro 2004, τότε που το πήραμε και τρελάθηκε όλη η Ελλάδα.
Πρωτοέπαιξα στον δρόμο, δίπλα στο σπίτι, καθώς εμείς στην επαρχία έχουμε δρόμους για τέτοια πράγματα.
Είχα αγωνιστεί και στο σχολείο, φέρνοντας μάλιστα και μια μικρή διάκριση.
Ήμουν Γ’ Δημοτικού και με είχαν καλέσει τότε τα μεγάλα παιδιά της Ε’ και της ΣΤ’ τάξης να αγωνιστώ στο σχολικό Πρωτάθλημα που γινόταν τότε, οι δάσκαλοι δεν με άφηναν να παίξω εκεί, γιατί ήμουν μικρός, αλλά κατάφεραν και τους έπεισαν, πήγα στο τουρνουά, με έβαλαν να παίξω στο Β’ ημίχρονο και, ενώ χάναμε 3-0, κατάφερα κι έβαλα δύο γκολ!
Μόλις τελείωσε το παιχνίδι, ήρθαν κάποιοι άνθρωποί από την ακαδημία ποδοσφαίρου Λαμίας και μου ζήτησαν το τηλέφωνό μου για να μιλήσουν με τους γονείς μου.
Το πατρικό μου είναι δύο βήματα από το γήπεδο της Λαμίας και τα περισσότερα χρόνια που θυμάμαι την ομάδα μου ήταν στη Γ’ Εθνική.
Η οικογένειά μου περίμενε την ημέρα που θα έπαιζε η Λαμία για να βρεθούμε έξω από το γήπεδο ή μέσα σε αυτό, ώστε να απολαύσουμε αυτό το συναίσθημα που αγωνιζόταν η ομάδα.
Πηγαίναμε και με τη μαμά, γιατί εκείνη μας έτρεχε σε όλα τα γήπεδα, ο μπαμπάς μας δούλευε.
Το σχολείο δεν με κρατούσε καθόλου, περίμενα να πάει 15:00, να πάω για προπόνηση στην ομάδα, ήταν το μόνο που με ενδιέφερε.
Στην ακαδημία μάθαμε πολλά πράγματα, μας δίδαξαν την πειθαρχία, το πιο βασικό, κατά τη γνώμη μου, όλα τα άλλα έρχονται μετά.
Το 2009 έπαθα χιαστό σε ένα ντέρμπι ακαδημιών στη Λαμία, αλλά τότε ήμουν μικρός, δεν είχα καταλάβει τι ακριβώς σήμαινε για έναν παίκτη. Δεν ήξερα αν έπρεπε να τα παρατήσω ή να συνεχίσω, τελικά έκανα την εγχείρηση κι επέστρεψα όσο πιο γρήγορα γινόταν.
Πήγα στο Λιανοκλάδι, ομάδα Δ’ Εθνικής, με προπονητή τον κύριο Μάκη Ζαχαρόπουλο, άνθρωπο του ποδοσφαίρου, ο οποίος με είχε δει, του άρεσα και έτσι πήγα στην ομάδα.
Ίσως είχε δει την τεχνική που είχα με την μπάλα, τη γηπεδική αντίληψή μου, την αγωνιστικότητά μου, το πάθος μου να μην θέλω να χάνω από εκείνη την ηλικία.
Στα πρώτα κιόλας ματς, δεύτερη-τρίτη αγωνιστική, μου λέει ο κόουτς «μικρέ, θα σε βάλω να παίξεις, είσαι έτοιμος;», απάντησα θετικά, έπαιξα και κάπως έτσι ξεκίνησε η καριέρα μου, μάλιστα εκεί πήρα και τα πρώτα μου χρήματα, ένα μικρό ποσό.
Στο Λιανοκλάδι έμεινα έναν χρόνο και τη χρονιά εκείνη πήραμε το Πρωτάθλημα με τη Μικτή Φθιώτιδος.
Μας είχαν δει σκάουτερ που παρακολουθούσαν τα ταλέντα, είδαν κι εμένα και μου έγινε πρόταση να πάω στον Απόλλωνα Σμύρνης.
Τελικά δεν μπόρεσα να αγωνιστώ, διότι άλλαξε ο νόμος σχετικά με τις ηλικίες που μπορούσαν να συμμετάσχουν. Ο νόμος έπεσε πάνω σε εμένα!
Θυμάμαι χαρακτηριστικά, είχαν έρθει άνθρωποι του Απόλλωνα Σμύρνης στο Λιανοκλάδι, παίζαμε φιλικό, ήταν και ο αδερφός μου (δύο χρόνια μεγαλύτερος από εμένα, μαζί ήμασταν και στο Πρωτάθλημα με τη Μικτή Φθιώτιδος), και του έκαναν επί τόπου συμβόλαιο.
Μας πήραν στην αρχή και τους δύο, αλλά με έπιασε ο Νίκος Καρούλιας και μου είπε ότι ήμουν μικρός ακόμη για να παίξω και δεν θα είχα τις ευκαιρίες για να φανώ.
Έμεινα χωρίς σύλλογο, ήρθα Λαμία Δ’ Εθνική, έπαιξα μισό χρόνο, διαλύθηκε κατά κάποιον τρόπο η ομάδα και πήγα σε εκείνη του Τυρνάβου, η οποία αποτέλεσε ουσιαστικά και την πρώτη μου επαγγελματική.
Ήμουν ενθουσιασμένος που είχα κάνει αυτό το βήμα, μια ομάδα με έναν πολύ καλό Πρόεδρο, τον Βασίλη Μπρέζα, ο οποίος πάνω απ’ όλα ήταν άνθρωπος.
Ξεκινήσαμε με προπονητή τον Μιχάλη Ζιώγα, πηγαίναμε για άνοδο, είχαμε καλούς παίκτες κι εγώ στην αρχή πήγα για να προετοιμαστώ για την επόμενη χρονιά, αλλά τελικά ο κόουτς με χρησιμοποίησε σε δύο παιχνίδια.
Ένιωσα επαγγελματίας στον Τύρναβο, πηγαίναμε για άνοδο κάθε χρόνο, δυστυχώς δεν μας έβγαινε, την τελευταία χρονιά όμως, όταν και δημιουργήθηκε στην ουσία ένα γκρουπ με πιο μικρούς παίκτες, ανεβήκαμε κατηγορία.
Έμεινα δύο χρόνια ακόμα, δυστυχώς όμως τον δεύτερο έπαθα και πάλι χιαστό, χάθηκε η γη κάτω απ’ τα πόδια μου, η ψυχολογία μου καταρρακώθηκε, από τον προηγούμενο τραυματισμό ήξερα ότι θα ήταν μεγάλη η ταλαιπωρία και ότι θα έμενα και πάλι εκτός.
Ευτυχώς, είχα τη στήριξη από την οικογένειά μου και τους δικούς μου ανθρώπους, οι γονείς μου όλα αυτά τα χρόνια σε κάθε μου βήμα στάθηκαν στο πλάι μου και με το παραπάνω και εν τέλει νομίζω ότι είναι περήφανοι για εμένα.
Δεν το έβαλα κάτω λοιπόν, επέστρεψα και στη συνέχεια, το 2015, πήρα μεταγραφή για την Αναγέννηση Καρδίτσας.
Το σωστό timing
Στην Καρδίτσα κάνω μια γεμάτη χρονιά, με εμπιστεύτηκαν τότε και ο προπονητής, Σάκης Θεοδοσιάδης, αλλά και ο Πρόεδρος, παίρνω τα παιχνίδια που χρειάζονταν μετά τον χιαστό, έχω νέο πάτημα και γίνεται η μεγάλη μεταγραφή στη Λαμία της Β’ Εθνικής.
Πάλευα κάθε χρόνο από την αρχή να κάνω το βήμα παραπάνω και η Αναγέννηση μού έδωσε αυτήν την ώθηση και τον αγωνιστικό ρυθμό που χρειαζόμουν και πήρα, μέσω των παιχνιδιών που έπαιξα.
Από τη Λαμία με είχαν ζητήσει και πριν τη μεταγραφή μου στην Αναγέννηση, αλλά εγώ είχα ήδη δώσει τον λόγο μου στον Πρόεδρο και τον προπονητή της Καρδίτσας, μου έλεγαν «έλα εδώ» κι εγώ απάντησα «έδωσα τον λόγο μου. Πώς θα ήταν, αν τον έδινα σε εσάς και να τον αθετούσα;». για εμένα ο λόγος είναι κάτι πολύ σημαντικό, είναι συμβόλαιο, είναι θέμα ηθικής.
Ήρθα λοιπόν στη Λαμία, σε μια ομάδα που ο κύριος Πανουργιάς την έχει αλλάξει εντελώς, την έχει εξελίξει όλα αυτά τα χρόνια, το συναίσθημα ήταν μοναδικό, κάτι που δεν εξηγείται, το καταλαβαίνει κανείς, μόνο ζώντας το, ήθελα να αγωνιστώ μπροστά στους φιλάθλους μας και να δώσω κάτι παραπάνω από το 100%.
Η μεταγραφή μου μάλιστα συνδυάστηκε με μεγάλες βλέψεις, γιατί εκτός των άλλων η ομάδα διεκδικούσε την άνοδο. Και ήρθα στο σωστό timing, ακριβώς τη χρονιά που ανεβήκαμε! Από όταν ήμουν μικρός, το όνειρό μου ήταν να παίξω Α’ Εθνική, το είχα βάλει στόχο και τον εκπλήρωσα, παίζοντας μάλιστα και με την ομάδα της πόλης μου!
Η άνοδός μας στην Α’ Εθνική σφραγίστηκε στον αγώνα με τον Άρη στο Χαριλάου, στο οποίο ήρθαμε ισόπαλοι 0-0.
Τρελαθήκαμε όλοι, τρελάθηκε όλος ο κόσμος στην πόλη, ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τη Λαμία, ποτέ δεν ήμασταν ξανά στη μεγάλη κατηγορία, μας περίμενε κόσμος στην πλατεία, πανηγύρια φουλ, πολύ ωραία συναισθήματα.
Αυτή η άνοδος θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη μου.
Γενικά, είμαι άνθρωπος χαμηλών τόνων, προσπαθώ να κάνω τη δουλειά μου όσο καλυτέρα γίνεται και δεν έχω δημιουργήσει πρόβλημα ποτέ, ούτε στη διοίκηση ούτε στους προπονητές.
Όλα αυτά τα χρόνια κανείς προπονητής δεν με έθεσε στο περιθώριο, ακούω τις συμβουλές τους και τις οδηγίες τους, προσπαθώ πολύ και εφαρμόζω τα δεδομένα του κάθε κόουτς, είμαι πολύ πειθαρχημένος, συνεπής στις υποχρεώσεις μου και πάνω απ’ όλα έχω την ομάδα.
Ο Μπάμπης Τεννές ήταν αυτός με τον οποίον η ομάδα ανέβηκε κατηγορία, εκείνος που συνάντησα, όταν έφτασα στη Λαμία, που με πίστεψε και μου έδωσε ευκαιρίες, που με έβαλε να παίξω Α’ Εθνική, την πρώτη αγωνιστική κιόλας.
Φυσικά, έζησα κι άλλους πολλούς προπονητές, όπως οι Σάββας Παντελίδης, Σωτήρης Αντωνίου, Μάκης Χάβος, Άκης Μάντζιος, Μιχάλης Γρηγορίου, Λεωνίδας Βόκολος.
Με τον κύριο Χάβο κάναμε εκείνα τα μεγάλα παιχνίδια ενάντια στον Ολυμπιακό για το Κύπελλο το 2019, μέσω των οποίων προκριθήκαμε στους «4» της διοργάνωσης. στην έδρα μας μάλιστα, όπου ο αγώνας έληξε 3-3, είχα σκοράρει και δύο γκολ, αξέχαστο ματς, όλοι έλεγαν ότι θα “τρώγαμε” πέντε γκολ και ότι δεν θα είχαμε τύχη, αλλά ξεκινήσαμε καλά, έβαλα ένα γρήγορο γκολ, το γύρισαν οι Ολυμπιακοί, δεν το βάλαμε κάτω, ισοφαρίσαμε μετά το 60′ σε 3-3 και κρατήσαμε το αποτέλεσμα μέχρι το τέλος, καθώς ξέραμε ότι η ρεβάνς θα ήταν πολύ δύσκολη μέσα στο Καραϊσκάκης, αν και τελικά βέβαια, μετά την ισοπαλία εντός έδρας, κερδίσαμε και 0-1 εκτός έδρας και προκριθήκαμε.
Όσον αφορά στον κύριο Βόκολο, πρόκειται για κάποιον που έχει ζήσει πολλά στο ποδόσφαιρο, ζει κάθε μέρα και καινούργια, ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, συγκρατημένος, συγκεντρωμένος σε αυτό που κάνει, πράγματα που αποτυπώνονται στην πορεία της ομάδας, δεν μας έχει πιέσει ποτέ για κάποιο αποτέλεσμα, μας ζητάει να δώσουμε το 100% και να φύγουμε από το γήπεδο με ψηλά το κεφάλι, ακόμα και στην περίπτωση που θεωρητικά θα “πέφταμε”, γιατί έτσι, όπως μας λέει, το αποτέλεσμα θα έρθει. ξέρει βέβαια και με τι φιλότιμους παίκτες έχει να κάνει, μας πιστεύει, οπότε στο τέλος όντως το αποτέλεσμα έρχεται.
Ο κόσμος στη Λαμία διψάει για ποδόσφαιρο, γιατί η πόλη για πολλά χρόνια δεν είχε ομάδα στην Α’ Εθνική.
Εγώ έχω και άμεση επαφή με τους φιλάθλους μας, ακούμε και τα καλά, ακούμε και τα κακά, ανάλογα πώς τα πηγαίνει η ομάδα, πώς τα πηγαίνει ο καθένας μας, έτσι είναι το ποδόσφαιρο.
Καταλαβαίνω ότι με αγαπάει ο κόσμος μας, είμαι πολύ ευχαριστημένος και χαρούμενος γι’ αυτό, οι φίλαθλοι με στηρίζουν όλα αυτά τα χρόνια και εγώ προσπαθώ να τους δικαιώνω, κάθε φορά που αγωνίζομαι.
Κι οι ίδιοι οι άνθρωποι της Λαμίας όμως θέλουν να βλέπουν τους ντόπιους να αγωνίζονται και να προχωρούν μπροστά, καθώς αυτό αποτελεί διαφήμιση για όλη την πόλη μας.
Και είμαι πολύ χαρούμενος, γιατί με αυτήν την ομάδα έχω βιώσει και την πιο κομβική στιγμή της καριέρας μου, την είσοδο στα πλέι οφ της Super League το 2023-2024.
Ήταν κάτι που δεν είχε ξαναγίνει στην πόλη μου, ήταν μια πετυχημένη χρονιά από όπου και αν την πιάσεις, παίξαμε καλό ποδόσφαιρο, πετύχαμε αυτόν τον μεγάλο στόχο, αλλά και για εμάς τους παίκτες ήταν το βήμα παραπάνω, καθώς το να παίζεις με τις καλύτερες ομάδες της Ελλάδας δεν είναι και λίγο, ειδικά αν σκεφτείς ότι προηγουμένως πάλευες απλώς για να σωθείς.
Έχω ζήσει πολλές όμορφες στιγμές στη Λαμία, την άνοδο, τη σωτηρία, αλλά αυτό ήταν κάτι το ξεχωριστό, ήταν η υπέρβαση.
Υπέρβαση, η οποία ήρθε από όλους μας, όλοι μαζί -από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο- τα καταφέραμε!
Όσον αφορά στο μέλλον μου, θα με ενδιέφερε να ζήσω την εμπειρία του εξωτερικού, εάν ερχόταν μια άξια συζήτησης πρόταση.
Επίσης, κατά καιρούς μού έχουν τηλεφωνήσει κάποιοι για να μου βρουν ομάδα, καθώς στην ουσία δεν έχω μάνατζερ, εκπροσωπώ τον εαυτό μου, αλλά κάτι επίσημο δεν ήρθε ποτέ στα χέρια μου.
Σίγουρα πάντως θα μου άρεσε να κλείσω την καριέρα μου στη Λαμία, έχω βιώσει όλη την πορεία και είμαι πολύ δεμένος συναισθηματικά με την πόλη και την ομάδα, μέσα από όλα αυτά που έχουμε ζήσει και πετύχει όλα αυτά τα χρόνια.
Και σε μεγάλη ηλικία πια, θα ήθελα, όταν θα περπατάω στους δρόμους μας, ο κόσμος να με θυμάται ως παίκτη και για όσα προσέφερα, κυρίως όμως ως καλό άνθρωπο και κάποιον που δεν τα παράτησε ποτέ και παρέμεινε σε υψηλό επίπεδο, παρά τις δυσκολίες και τους τραυματισμούς.
Ο Νίκος Τσούκαλος είναι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
CHECK IT OUT: Λεωνίδας Βόκολος: Στον κόσμο των προπονητών
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Κυριάκος Παπαδόπουλος: Δεν έμαθα το όριό μου