Κανείς δεν μπορούσε καν να διανοηθεί πως αυτό που ξεκινούσε στο λιμάνι του Γκντανσκ τον Ιούλιο του 1988 θα συντάρασε όλον τον κόσμο και θα τον άλλαζε για πάντα.
Μία μικρή συγκέντρωση διαμαρτυρίας από Πολωνούς λιμενεργάτες θα αποτελούσε την αφετηρία ώστε να ξεσηκωθούν μαζικά και για πολλούς διαδοχικούς μήνες όλες οι εργατικές τάξεις της χώρας. Το κίνημα θα ονομαζόταν «Αλληλεγγύη» και ο μπροστάρης του, Λεχ Βαλέσα, θα εξελισσόταν στον πρώτο επαναστάτη κατά του Κομμουνισμού και, μετέπειτα στις ελεύθερες εκλογές, στον πρώτο Πρόεδρο.
Το μήνυμα της «Αλληλεγγύης» συνεπήρε άμεσα τους εργάτες σε όλες τις χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ που ελεγχόταν από τη Σοβιετική Ενωση. Ουγγαρία, Βουλγαρία, Τσεχοσλοβακία και Ρουμανία επαναστατούσαν.
Και όλο αυτό το κύμα θα έσκαγε με δύναμη και θα έσπαγε τα τούβλα με τα οποία ήταν χτισμένη η ντροπή της ανθρωπότητας, το Τείχος του Βερολίνου.
Το Τείχος έστεκε αγέρωχο από το 1961 και στα συρματοπλέγματά του είχαν χάσει τη ζωή τους πάνω από 300 άνθρωποι, από τους 100.000 που προσπάθησαν να το διασχίσουν με φορά από την Ανατολή προς τη Δύση (υπολογίζεται ότι 5.000 το κατάφεραν).
Τον Σεπτέμβριο του 1989 οι διαδηλώσεις που είχαν αφετηρία τη Λειψία έφτασαν και στο Βερολίνο, όπου έγινε η έκρηξη. Υπό την πρωτοφανή και τεράστια αυτή πίεση, έναν μήνα μετά παραιτήθηκε ο διαβόητος ηγέτης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας και απόλυτα ελεγχόμενος από τους Σοβιετικούς, Έριχ Χόνεκερ.
Στις 4 Νοεμβρίου, περίπου μισό εκατομμύριο Βερολινέζοι συγκεντρώθηκαν στην Πύλη του Βραδεμβούργου. Το σύνθημα «Θέλουμε να βγούμε έξω!» δονούσε ανατριχιαστικά τον αέρα για πέντε ημέρες. Στις 9 Νοεμβρίου αστυνομία και στρατός έλαβαν εντολή βίαιης καταστολής. Αρνήθηκαν.
Ο κόσμος ξεχύθηκε και κανένα Τείχος δεν μπορούσε να συγκρατήσει την Ελευθερία. Στις 22 Δεκεμβρίου το Τείχος του Βερολίνου έπαψε να υπάρχει και επισήμως, με τους πολίτες να ξεκινούν την αποδόμησή του. Περίπου έναν χρόνο αργότερα (3 Οκτωβρίου 1990), η Γερμανία ήταν και πάλι ενωμένη. Το ίδιο θα άρχιζε να ισχύει επομένως και για το ποδόσφαιρό της…
Το τρελό κόλπο με τον φωτογράφο
Καθώς λοιπόν οι Scorpions αποτύπωναν στο «Wind of change» όλη εκείνη την αλλαγή που συντελούνταν παγκοσμίως και το «Σιδηρούν Παραπέτασμα» (το μοίρασμα του κόσμου σε Ανατολή και Δύση), το οποίο ο Ουίνστον Τσόρτσιλ είχε προαναγγείλει λίγο πριν το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έπεφτε, οι ποδοσφαιροπατέρες της Δυτικής Γερμανίας δεν θα άφηναν την ευκαιρία να περάσει απαρατήρητη. Οι καλοί Ανατολικογερμανοί ποδοσφαιριστές είχαν ήδη γίνει στόχος των ομάδων τους.
Μόλις έξι ημέρες από την επίσημη ημερομηνία πτώσης του Τείχους (9 Νοεμβρίου 1989), η Εθνική Ανατολικής Γερμανίας έπαιζε στη Βιέννη με την Αυστρία. Ηταν η τελευταία αγωνιστική των προκριματικών και οι Ανατολικοί με ισοπαλία θα πήγαιναν στο Μουντιάλ της Ιταλίας (τελικά ηττήθηκαν και ταξίδεψε η Αυστρία). Σχεδόν όλες οι ομάδες των δύο μεγάλων κατηγοριών της Δυτικής Γερμανίας έστειλαν ανθρώπους τους στο γήπεδο, ώστε να παρακολουθήσουν από κοντά τους καλύτερους παίκτες της υπό διάλυσης γειτόνισσάς τους.
Ωστόσο, τη στιγμή όμως που οι εκπρόσωποι των περισσοτέρων club έβλεπαν το ματς από την εξέδρα, ο πανούργος τεχνικός διευθυντής της Λεβερκούζεν, Ράινερ Κάλμουντ, έστησε την απόλυτη μηχανορραφία, καταφέρνοντας να φέρει τις «Ασπιρίνες» σε πλεονεκτικότερη θέση από κάθε άλλη ομάδα της χώρας.
Ο Βόλφγκανγκ Κάρνατ είχε διπλό ρόλο. Ήταν προπονητής της U19 και ο άνθρωπος που διάβαζε τις αιματολογικές αναλύσεις των παικτών του συλλόγου.
Ο Κάρνατ κατάφερε να λάβει διαπίστευση φωτογράφου στη Βιέννη και σταδιακά έφτασε να βρίσκεται σε όλο το ματς δίπλα στον πάγκο των Ανατολικογερμανών.
«Μας μιλούσε, ρωτούσε ποιος είναι ποιος και στο τέλος κατάφερε να βρεθεί μαζί μας στο ξενοδοχείο. Πιστεύω δεν πάτησε ούτε μία φορά το κλικ της φωτογραφικής», θυμήθηκε αργότερα ο σούπερ σταρ των Ανατολικών, Αντρέας Τομ. Εκτός απ’ όλα αυτά, ο Κάρνατ επέστρεψε στο Βερολίνο μαζί με την αποστολή της Εθνικής και κατάφερε να πάρει τηλέφωνα και διευθύνσεις από τους τρεις παίκτες που ενδιέφεραν περισσότερο το αφεντικό του.
Αμέσως ο Κάρνατ έστειλε στο αφεντικό του στο Λεβερκούζεν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. Ο Κάλμουντ αγόρασε μερικά παιδικά παιχνίδια, γυναικεία και αντρικά μοδάτα ρούχα και έκανε το αντίστροφο ταξίδι προς το Ανατολικό Βερολίνο.
Αφού πήρε άδεια από τις Αρχές, επισκέφτηκε το σπίτι του Τομ. Ο 24χρονος μεσοεπιθετικός της Πρωταθλήτριας Ντιναμό Βερολίνου και η φαμίλια του, ενθουσιάστηκαν με τα δώρα και την προοπτική. Ζήτησε όμως πρώτα διαβεβαιώσεις ότι δεν θα κινδύνευε ο ίδιος και η οικογένειά του. Οι αλλαγές ήταν τόσο πρόσφατες που κανείς ακόμη δεν μπορούσε να είναι σίγουρος για τίποτα.
Η Λεβερκούζεν πλήρωσε και τα 2.5 εκατ. μάρκα και ο Τομ έγινε ο πρώτος Ανατολικός που πραγματοποιούσε επίσημη μεταγραφή προς τη Δύση και ο καλύτερα αμειβόμενος στη νέα ομάδα του.
Η Μπάγερ τους είχε πιάσει όλους στον ύπνο και αυτό δεν είχε να κάνει μόνο με τον Τομ. Ο Κάλμουντ είχε προλάβει να επισκεφθεί και τους Ματίας Ζάμερ, Ουλφ Κίρστεν. Μόνο που ξαφνικά παρουσιάστηκε ένα απρόσμενο κόλλημα. Ο ίδιος ο Καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας, Χέλμουτ Κολ, παραπονέθηκε στη διοίκηση της Λεβερκούζεν, εξηγώντας ότι δεν γινόταν να τους πάρουν εκείνοι όλους τους καλούς παίκτες. Το club υποχώρησε.
Η Στουτγκάρδη τότε έκλεψε τον Ζάμερ και η Ντόρτμουντ συμφώνησε με τον Κίρστεν. Ωστόσο, η Ντιναμό Δρέσδης ζητούσε ένα μεγάλο ποσό και η Ντόρτμουντ τότε είχε εντελώς άδεια ταμεία. Οπότε, η μεταγραφή δεν έγινε. Η Μπάγερ έσπευσε να τον κλείσει τον Μάιο του 1990 και μαζί ξεκίνησαν μία φανταστική ποδοσφαιρική ιστορία 13 ετών…
Το ίνδαλμα και η Ντιναμό
Όταν γεννήθηκε (4/12/1965), η κομμουνιστική προπαγάνδα δεν επέτρεπε να παιχτεί κανένα τηλεοπτικό πρόγραμμα της Δύσης. Οι πρώτες του ποδοσφαιρικές εικόνες ήταν εκείνες από το Μουντιάλ των γειτόνων. Το 1974 η Ανατολική Γερμανία έκανε το απίθανο, νικούσε 1-0 τους Δυτικούς (και μετέπειτα νικητές του τουρνουά) και τερμάτιζε πρώτη στον όμιλο. Ο σκόρερ, Γιούργκεν Σπαράουζερ, γινόταν μύθος, όπως και οι Μάρτιν Χόφμαν, Γκερντ Κίσκε, στους οποίους πλέον ήθελε να μοιάσει κάθε εκκολαπτόμενος ποδοσφαιριστής στη χώρα.
Για τον Ουλφ όμως το ίνδαλμά του θα ήταν πάντα ένας λαϊκός ήρωας του “χωριού”. Ο Πέτερ Κότε υπήρξε ο σπουδαιότερος παίκτης που έβγαλε ποτέ η μικρή Ριέζα. Κοντά στα σύνορα με την Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία, ο Κότε ήταν εκείνος που πήρε την άγνωστη ομάδα και την οδήγησε μία ανάσα από την έξοδο στην Ευρώπη (1975). Ο Κότε ήταν και εκείνος που είδε τον πιτσιρικά Ουλφ να παίζει στην αλάνα και τον πήρε κοντά του. Του έμαθε τις κινήσεις στην περιοχή και πώς να εκμεταλλεύεται το περίεργο σουλούπι του, το οποίο από μειονέκτημα μετατράπηκε τελικά στο μεγάλο πλεονέκτημά του.
Μόλις στα 18 του η Ντιναμό Δρέσδης, η ομάδα των μυστικών υπηρεσιών της χώρας, της διαβόητης Στάζι, αλλά και το αφεντικό στην ευρύτερη περιοχή, κάνοντας το σχετικό παιδομάζωμα στη Σαξονία, αναγνώρισε από νωρίς το ταλέντο του και από τα 15 του τον πήρε κοντά της.
Σε ηλικία 18 ετών έκανε ντεμπούτο με τους μεγάλους. Την ίδια χρονιά έβαλε και το πρώτο από τα τρία με την εν λόγω φανέλα και από τα συνολικά 33 ευρωπαϊκά γκολ της καριέρας του, σκοράροντας στο 3-0 επί της Ραπίντ Βιέννης.
Στην εξαετία που ακολούθησε, εξελίχτηκε στον καλύτερο φορ της χώρας. Καθώς εκείνος ωρίμαζε και βελτιωνόταν, οδηγούσε προς τα πάνω και τη Ντιναμό. Ώσπου σε δύο διαδοχικές σεζόν (1998-1990) την οδήγησε στον τίτλο και το 1990 ψηφίστηκε κορυφαίος ποδοσφαιριστής στην πατρίδα του. Ήταν και το μεγάλο διαβατήριό του για τη Δύση. Με 57 γκολ Πρωταθλήματος σε 154 ματς ήταν έτοιμος για το -αδιανόητο μέχρι τότε- άλμα.
Η περίεργη… κοψιά
Για τον κόουτς Γιούργκεν Γκέλσντορφ ήταν ξεκάθαρο από την πρώτη στιγμή, ο Ανατολικογερμανός θα ήταν το βασικό Νο9 του. Την πρώτη αγωνιστική της σεζόν 1990-1991 ο Κίρστεν θα συστηθεί στους Δυτικούς με γκολ και μάλιστα με το 1-1 στο Μόναχο κόντρα στην Μπάγερν.
Αρχικά δεν γέμιζε το μάτι. Εκ πρώτης όψης φαινόταν ένας κάπως κοντόχοντρος τύπος. Δεν είχε όμως παραπανίσια λάθος κιλά. «Ηταν σαν μπετόν. Έπεφτες πάνω του και ζαλιζόσουν. Ο τύπος ήταν πραγματικά ταύρος», θα περιγράψει αργότερα σε κεφάλαιο του βιβλίου του ο Βραζιλιάνος πρώην συμπαίκτης του, Ζορζίνιο.
Ο Κίρστεν έβλεπε τον κόσμο από τα 172 εκατοστά, αλλά ζύγιζε 82 κιλά. Κι όμως, ούτε αργός ήταν ούτε και είχε πρόβλημα να σκοράρει αρκετές φορές με το κεφάλι. Εκρηκτικός, δυναμικός, εκμεταλλεύτηκε το χαμηλό κέντρο βάρος του.
Αμέσως τον συνέκριναν βάσει σωματοδομής με τον θρυλικό Γκερτ Μίλερ. Εντάξει, τόσο ταλαντούχος δεν υπήρξε, μα ήταν άκρως αποτελεσματικός. Μπουκαδόρος, έξυπνος, με ιδανικές τοποθετήσεις, πολύ καλά τελειώματα και ασταμάτητο pace. Αυτό το τελευταίο όπως και ο τρόπος που κυνηγούσε κάθε μπαλιά, που γυρνούσε και μαχόταν αμυντικά με τρελά τάκλιν, αλλά και οι τσαμπουκάδες με τους αντιπάλους τον τοποθέτησαν άμεσα στην κορυφή των αγαπημένων της εξέδρας της BayArena.
Παναθηναϊκός και ΑΕΚ
To 1992-1993 με τον μετέπειτα κόουτς της ΑΕΚ, Ντράγκαν Στεπάνοβιτς, στο τιμόνι θα έρθει η στιγμή της εκτίναξης στην Bundesliga. Θα βάλει 20 γκολ και θα μοιραστεί με τον Άντονι Γιεμπόα το διάσημο βραβείο με το κανονάκι. Στο φινάλε της περιόδου θα σκοράρει το μοναδικό γκολ στον Τελικό Κυπέλλου με την ερασιτεχνική ομάδα της Χέρτα. Παραδόξως, αυτός θα είναι και ο μοναδικός τίτλος του στη Δύση.
Την επόμενη χρονιά στο Κύπελλο Κυπελλούχων θα τον μάθουμε στην Ελλάδα, μιας και στη φάση των «16» θα σκοράρει στο 1-4 στο ΟΑΚΑ με τον Παναθηναϊκό αλλά και στο διπλό 1-2 του «Τριφυλλιού» (Σαραβάκος, Γεωργιάδης) στη Γερμανία.
Και την αμέσως επόμενη θα τον μάθει για τα καλά και όλη η Ευρώπη, καθώς θα κάνει ένα εκπληκτικό ρεκόρ με 10 γκολ σε τέσσερα ματς (για 21 χρόνια κρατούσε το ρεκόρ με δυο χατ τρικ επί του ίδιου αντιπάλου σε μια σεζόν, κάτι που ισοφάρισε ο Τίμο Βέρνερ).
Διαδοχικά χατ τρικ με Αϊντχόφεν, Χόνβεντ, ντομπλέτες με Κατοβίτσε, Ναντ και το τέλος της διαδρομής στα ημιτελικά από μία ανερχόμενη δύναμη. Η Πάρμα του Νέβιο Σκάλα, με τους Ασπρίγια, Τζόλα, Κόουτο, Σενσίνι, Ντίνο Μπάτζιο, θα βάλει στοπ στα όνειρα και θα πάρει την κούπα στον διπλό εμφύλιο με τη Γιουβέντους.
Θα συνεχίσει να βρίσκει δίχτυα ακατάπαυστα και το 1996-1997 θα οδηγήσει τη Λεβερκούζεν στο -2 από το Πρωτάθλημα. Τα 22 γκολ του θα τον χρίσουν πρώτο σκόρερ, κάτι που θα επαναλάβει ακριβώς και την ακόλουθη χρονιά. Μαζί με τον Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε θα είναι οι μοναδικοί με τόσες πρωτιές στους σκόρερ και με τους εξωπραγματικούς Γκερτ Μίλερ, Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι να βρίσκονται εκτός συναγωνισμού (επτά φορές έκαστος).
Αυτή η απώλεια του τίτλου θα είναι η πρώτη από τις τρεις συνολικά που θα ζήσει στο νήμα και που θα τον πληγώνουν για πάντα. Το 2000 θα τους το πάρει η Μπάγερν στην ισοβαθμία, ώσπου το 2002 θα βιώσει ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να φανταστεί. Ενδιάμεσα (2000-2001) εκείνος θα νικήσει δύο φορές τον Ηλία Ατματσίδη σε εκείνο το τρελό 4-4, αλλά η ΑΕΚ θα τον αφήσει εκτός στους «32» του UEFA.
«Neverkusen»
Η σεζόν 2001-2002 μοιάζει βγαλμένη από τα πιο τρελά όνειρα των «Ασπιρίνων». Ο Κλάους Τόπμελερ την οδηγεί στην προοπτική ενός μυθικού Τρεμπλ. Μία πραγματικά απίθανη ομάδα με αστέρια να πλαισιώνουν τον Κίρστεν, ο οποίος στα 36 του παραμένει βασικός και καταλυτικός, σκοράροντας 18 φορές σε όλες τις διοργανώσεις. Δίπλα του ο Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ και λίγο πίσω του οι Όλιβερ Νόιβιλ (22 γκολ), Μίχαελ Μπάλακ (23 γκολ). Οι Μπερντ Σνάιντερ, Ζε Ρομπέρτο, Γιλντιράι Μπαστούρκ να κόβουν και να ράβουν, ο Κάσρτεν Ραμέλοφ να μην αφήνει τίποτα να περάσει και στην άμυνα οι Λούσιο, Ντιέγο Πλασέντε, Μάρκο Μπάμπιτς να προφυλάσσουν τον εξαιρετικό keeper, Χανς Γιοργκ Μπουτ.
Τέσσερεις αγωνιστικές πριν το τέλος το Πρωτάθλημα μοιάζει άχαστο. Ωστόσο, θα φέρει ισοπαλία με το Αμβούργο και θα ηττηθεί από Νυρεμβέργη, Βέρντερ Βρέμης. Η Ντόρτμουντ θα κάνει τέλειο φινάλε με τρεις διαδοχικές νίκες και προτελευταία αγωνιστική θα βρεθεί στο +1.
Στις 11 Μαΐου την περιμένει η Σάλκε στον Τελικό Κυπέλλου. Μόνο που η Λεβερκούζεν έχει το μυαλό της στο μεγάλο ραντεβού για τον Τελικό του Champions League που ακολουθεί τέσσερεις μέρες αργότερα. Ο Κίρστεν θα σκοράρει, αλλά η Σάλκε θα καθαρίσει την κούπα (4-2).
Στις 15 του μήνα στη Γλασκώβη ο Ζινεντίν Ζιντάν θα μετατραπεί σε ποιητή και δεν θα αφήσει ούτε αυτή τη φορά τον Κίρστεν των τεσσάρων γκολ στη διοργάνωση και την υπέροχη παρέα του να χαρούν.
Θα είναι η δεύτερη φορά στην ιστορία, μετά την Μπαρτσελόνα του 1986, που μία ομάδα θα χάσει τα πάντα στο φινάλε της σεζόν. Θα την αποκαλέσουν ειρωνικά «Neverkusen».
Αυτό θα ήταν και το τέλος. Την επόμενη περίοδο θα παίξει τρία ματς, θα παραμείνει άσφαιρος και θα το πάρει απόφαση. Είναι 37 ετών, έχει πάρει κάποια κιλάκια και το φινάλε μίας σπουδαίας καριέρας θα είναι μονόδρομος.
Η μαύρη κηλίδα της Στάζι
Είναι η χρονιά που το όνομά του θα εμπλακεί και με τα χρόνια της παντοδυναμίας της Στάζι. Θεωρητικά, κάθε παίκτης της Ντιναμό Δρέσδης στα 80s υπήρξε εν δυνάμει πληροφοριοδότης των τρομακτικών μυστικών υπηρεσιών τη Ανατολικής Γερμανίας.
Κάποια μυστικά έγγραφα από εκείνη την εποχή θα αποχαρακτηριστούν και ο Κίρστεν θα εμφανιστεί ως μέλος της Στάζι, έχοντας μάλιστα λάβει και χρήματα γι’ αυτό. Στους φακέλους καταγράφεται πως σε μία τουλάχιστον περίπτωση έλαβε μπόνους 200 μάρκων τον Δεκέμβριο του 1985 και δεσμεύτηκε γραπτώς να «υποστηρίξει ακόμα καλύτερα το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας»
Ο ίδιος από τον Απρίλιο του 1992 είχε παραδεχτεί ότι εργαζόταν για τη Στάζι από το 1983. Ωστόσο, έσπευσε και να δώσει τον λόγο τιμής του σε ανοιχτή επιστολή ότι δεν είχε βάλει ποτέ κανέναν σε μπελάδες.
«Σε όλα αυτά τα χρόνια δεν έγραψα ούτε μία αναφορά, δεν εκβίασα κανέναν. Ούτε φίλο, ούτε συγγενή, ούτε συμπαίκτη. Λόγω τιμής».
Η αλήθεια είναι ότι εκείνα τα χρόνια σχεδόν το έκαναν όλοι, ώστε να διασφαλίσουν λίγο καλύτερη ποιότητα ζωής. Το να ήσουν πληροφοριοδότης της Στάζι, δεν ήταν κάτι ακραίο. Κανείς δεν μπορεί πλέον να επιβεβαιώσει το εάν εκείνος έβλαψε ποτέ κάποιον άλλον. Και κάπως έτσι η μαύρη κηλίδα του έμεινε, αλλά και δίχως να απασχολεί και κανέναν έκτοτε.
Η σκληρή «εγγύηση»
Παρά το μικρό ύψος του, ο Κίρστεν δεν φοβόταν τίποτα. Δεν υπήρχε περίπτωση να δεχτεί χτύπημα σε αγώνα και να μην το ανταποδώσει.
Χαρακτηριστική ήταν η τοποθέτηση ενός συνήθη αντιπάλου στα πρώτα μισά των 90s, του Ούλριχ Μπορόφκα. Με παρατσούκλι «το Τσεκούρι», ο σκληροτράχηλος αμυντικός της Βέρντερ Βρέμης, ο οποίος ψηφίστηκε δύο σεζόν σερί από τους παίκτες της Bundesliga «ο πιο δυσάρεστος αμυντικός», είχε πει για τον Ουλφ «Εκεί όμως που οι άλλοι τραβούσαν τα πόδια τους, ο Κίρστεν έμπαινε με το κεφάλι. Ήταν από τους λίγους που τα έβαζαν μαζί μου και είχαμε πολλές διαμάχες. Σε ένα ματς στο Λεβερκούζεν, στο πρώτο μόλις λεπτό με χτύπησε. Τον ρώτησα αν είναι τρελός και του είπα ότι δεν τον είχα ακουμπήσει καν. Χαμογέλασε και μου απάντησε “Αυτό είναι για την προηγούμενη φορά Ούλι”».
O Κίρστεν ήταν γενικότερα ασταμάτητος στο trash talking και λογόφερνε διαρκώς με όλους, σχεδόν σε κάθε ματς και με τους διαιτητές. Ήταν και το παρουσιαστικό του που ήταν κάπως φοβιστικό.
«Από μικρό με φώναζαν “Der Schwatte” (“Ο Μαύρος”). Επειδή κανείς άλλος στην περιοχή δεν είχε τόσο μελαμψά και τριχωτά χαρακτηριστικά, τους φαινόμουν διαφορετικός, πιο άγριος και δεν τα έβαζαν μαζί μου. Πόσο μάλλον όταν με έβλεπαν να κάνω επιθέσεις με όλη μου τη φόρα. Αλλά εγώ αυτό πάντα το απολάμβανα», θα γράψει στην αυτοβιογραφία του, ο τίτλος της οποίας («Η Εγγύηση των Γκολ») ξεχείλιζε από την ίδια αποφασιστικότητα που ο ίδιος εμφάνιζε μπροστά στην εστία.
Ο… δεύτερος καλύτερος
Στη διεθνή καριέρα του δεν κατάφερε κάτι πολύ ξεχωριστό. Πήγε στα Μουντιάλ του 1994 και του 1998 και στο Euro του 2000, μα σε όλα ήταν αναπληρωματικός και δεν έβαλε γκολ σε καμία διοργάνωση.
Ωστόσο, μπορεί να υπερηφανεύεται για κάτι τρομερό. Με την Ανατολική Γερμανία (49) και την Ενωμένη Γερμανία (51), έγινε ο μοναδικός που μέτρησε 100 συμμετοχές με δύο εθνόσημα και 34 γκολ.
Τα πιο σπουδαία του τα είδαμε με τη Λεβερκούζεν. Ο ίδιος υπήρξε ένας τέλειος συνδετικός κρίκος εκείνης της ομάδας του Κρίστοφ Ντάουμ, με τους Φράνκο Φόντα, Κρίστιαν Βερνς, Πάουλο Σέρτζιο, Μπερντ Σούστερ και Αντρέαν Τομ, με εκείνη του Τόπμελερ του 2002. Ήταν αναμφίβολα μία σπουδαία 12ετία για το club κι εκείνος ήταν εκεί να τα βιώσει όλα.
Κάπως έτσι έφτασε τα 181 γκολ σε 350 αγώνες Πρωταθλήματος, τα οποία τον τοποθετούν στην κορυφή των σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου και στην έβδομη θέση όλων των εποχών της Bundesliga. Εάν μάλιστα σε αυτά προστεθούν και τα 57 γκολ της Ντιναμό Δρέσδης, με 238 θα ανέβαινε στην τέταρτη θέση, πίσω μόνο από Μίλερ, Λεβαντόφσκι και Κλάους Φίσερ.
Ο Ουλφ Κίρστεν ίσως λοιπόν να μην εισήλθε ποτέ στο λόμπι των σούπερ σταρ της Ευρώπης, αλλά θα είναι για πάντα ο δεύτερος καλύτερος παίκτης (μετά τον Ζάμερ) που έβγαλε ποτέ η Ανατολική Γερμανία, ο καλύτερος σέντερ φορ της και ο δεύτερος πιο αγαπημένος (μετά τον Μπάλακ) στην ιστορία της Λεβερκούζεν.
Και αυτό μοιάζει να είναι κάτι παραπάνω από υπέροχο για εκείνον τον κοντό μαυριδερό τύπο που κάποτε χλευάστηκε για τη μορφή του αλλά και ως ένας loser των τροπαίων…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Μπερντ Σούστερ: Άκουσε, είδε και δεν σώπασε
Γιούργκεν Κλίνσμαν: Το δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν