Ποδόσφαιρο ξεκίνησα να παίζω στην πατρίδα μου, την Αλβανία.
Από τα 10 μου ήμουν στις ακαδημίες της Κορυτσάς, μέχρι που το 1997 οι γονείς μου αποφάσισαν να έρθουμε στην Ελλάδα.
Ήθελα να συνεχίσω να παίζω και με βοήθησε να το κάνω ο Φώτης Χατζηθεοδώρου, ο οποίος ήταν τότε στον Άγιο Γεώργιο Νέας Κρήνης.
Με είδε να παίζω στο Δημοτικό και μου πρότεινε να πάω σε μια προπόνηση. Πήγα, είδε προφανώς κάτι σε μένα και μου είπε «έλα και αύριο, έχουμε αγώνα».
Το πρόβλημα ήταν ότι δεν είχα δελτίο και με έβαλε να αγωνιστώ με κάποιου άλλου.
Στα 15 μου ανέβηκα στην Α’ ομάδα.
Στον Άρη αυτός που με βοήθησε να πάω ήταν ο Μαρτσέλο το 2001. Μου κανόνισε να πάω να με δοκιμάσουν. Ήταν θυμάμαι μια Τετάρτη προς το τέλος της χρονιάς, μάλλον Απρίλιος.
Τότε ο Άρης με Μιχαλήτσο-Σεμερτζίδη είχε πάρει το Πρωτάθλημα και φημιζόταν για τις ακαδημίες του.
Είχα πάει με την μητέρα μου. Εκείνη με τον κ. Μιχαλήτσο παρακολουθούσαν από έξω, ενώ εγώ έκανα προπόνηση με τον κ. Σεμερτζίδη.
Μόλις στην πρώτη προπόνηση είπε ότι ο μικρός δεν θα ξανακάνει προπόνηση με την Κρήνη και θα έρθει στον Άρη.
Για δυο εβδομάδες έκανα προπόνηση με τον Άρη και έπαιζα στους αγώνες με την Κρήνη. Στο τέλος της σεζόν με αγόρασε η ομάδα της Θεσσαλονίκης.
Θυμάμαι η μεταγραφή μου κόστισε 1.5 εκατ. δραχμές. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι δεν είχα ελληνική ταυτότητα και έπιανα θέση ξένου, ενώ κι από τα γραφεία μού έλεγαν ότι δεν μπορεί να γίνει η μεταγραφή, παρότι ο αδερφός μου έπαιζε ήδη στην Β΄ ομάδα του ΠΑΟΚ.
Ο βασικός λόγος που έμεινα ήταν ο Γιάννης Μιχαλήτσος. Αυτός έθεσε βέτο και με πήρε το καλοκαίρι στην προετοιμασία της Β’ ομάδας.
Τότε αγωνιζόμουν σέντερ φορ και ενίοτε με χρησιμοποιούσε ως αριστερό εξτρέμ. Όταν όμως βγήκε το δελτίο μου, συνέβη το εξής. Επειδή δεν είχαν εκδοθεί πολλά από τα υπόλοιπα δελτία, είχαμε πρόβλημα στο κέντρο κι έτσι μου ζήτησε να αγωνιστώ ως αμυντικό χαφ, «θα κάνεις μόνο τα βασικά», ήταν η εντολή που είχα. Αυτό ήταν. Καθιερώθηκα ως χαφ χάρη στην σκληρή δουλειά και την προσπάθεια.
Αυτό που πάντα θα θυμάμαι από αυτούς τους δυο ανθρώπους είναι ότι, αν δούλευες, δικαιωνόσουν. Αυτό λέω και σήμερα ως προπονητής.
Ακόμη και σήμερα ηχεί στα αφτιά μου, από ένα ματς με τον Ολυμπιακό, στον οποίον τότε το αστέρι ήταν ο Μενδρινός, η ατάκα «Θα τον πάρεις man to man και δεν θα τον αφήσεις να ακουμπήσει μπάλα, αλλιώς θα σε στείλω πίσω στην Αλβανία». το οποίο χαριτολογώντας βέβαια το έλεγε, αλλά εμένα με πείσμωνε!
Ήταν η σεζόν που είχαμε πάρει μεγάλη διαφορά στο Πρωτάθλημα και άλλαξαν ξαφνικά τον τρόπο διεξαγωγής, βάζοντας πλέι οφ. Εμείς δεν κατεβήκαμε, αφού όλοι είχαμε εξετάσεις στο σχολείο, με αποτέλεσμα να χάσουμε το Πρωτάθλημα, παρότι τους είχαμε κερδίσει όλους μέσα-έξω.
Την επόμενη σεζόν έγινε η πρώτη μου γνωριμία με την μεγάλη ομάδα.
Προπονητής τότε ήταν ο Σκόμποε και έχουμε φιλικό με τον Αγροτικό Αστέρα. Η μοίρα πάλι μου επεφύλαξε μια έκπληξη που έμελλε να παίξει σημαντικό ρόλο στην καριέρα μου.
Είχε μια ενόχληση ο Καραλιόπουλος και με ρώτησαν αν μπορώ να παίξω δεξί μπακ. Χωρίς να το σκεφτώ είπα «ναι».
Στο πεντάλεπτο είχα κάνει 10 τάκλιν! Μπορεί με την μπάλα επιθετικά να υστερούσα, αλλά αμυντικά έδινα τα πάντα.
Γύρω στο 70′ δεν μπορούσα να περπατήσω από τον πόνο, είχαν κάνει πληγές τα πόδια μου από τα παπούτσια, καθώς λόγω βροχής είχα πάρει δανεικά, με βίδες κι ένα νούμερο μικρότερα.
Τα ξέχασα όλα, όταν, μετά το τέλος, ο Σκόμποε με ενημέρωσε ότι πλέον θα έκανα προπόνηση με την Α’ ομάδα. Ανατρίχιασα…
Ήταν Νοέμβριος και δεν μπορούσα να αγωνιστώ με την Α’ ομάδα ως τον Γενάρη.
Το πρωί πήγαινα σχολείο και το απόγευμα προπόνηση. Κάποιες φορές με πήγαινε ο μπαμπάς μου, κάποιες άλλες πήγαινα με το λεωφορείο.
Μια μέρα λοιπόν σταματάει το λεωφορείο στον περιφερειακό, κατεβαίνω και ξεκινάω να πάω με τα πόδια στο Ρύσιο. Ξαφνικά έρχεται δίπλα μου ένα αυτοκίνητο, στο οποίο επέβαινε ο Σκόμποε, και με πήρε μαζί του. Μάλιστα, πριν ξεκινήσει η προπόνηση, ρωτάει όλην την ομάδα αν κάποιος έμενε κοντά μου και μπορούσε να με εξυπηρετεί για την προπόνηση. προσφέρθηκε αμέσως ο Νάιντος.
Ένα άλλο περιστατικό που θυμάμαι έχει να κάνει με την πρώτη μου προπόνηση, όταν πήγα να ζητήσω ρούχα από τους φροντιστές.
Μου δίνουν ένα σορτσάκι, μια κοντομάνικη μπλούζα και κάλτσες και με στέλνουν να αλλάξω στο γυμναστήριο, όχι στα αποδυτήρια. Ήταν ένας χώρος δίχως παράθυρα και είχα ξεπαγιάσει.
Με βλέπει ο Σκόμποε και ρωτάει αμέσως τον Παντζιαρά γιατί δεν είμαι στα αποδυτήρια και γιατί δεν έχω ρούχα. Αυτός έδωσε εντολή λέγοντάς τους ότι είμαι κανονικά μέλος της ομάδας.
Ακόμα και το νούμερο στη φανέλα δεν το διάλεξα εγώ. Ο φροντιστής, ο Καλαφάτης, μου το έδωσε. Μου άρεσε βέβαια το «32» και το κράτησα, μου θύμιζε τον Μπόμπο της αγαπημένης μου Ίντερ.
Το επαγγελματικό μου ντεμπούτο με τον Άρη το έκανα τον Ιανουάριο του 2004 στη νίκη με 3-0 επί του Ακράτητου, ματς στο οποίο αγωνίστηκα ως αριστερό μπακ.
Στον Άρη συνέβαινε το εξής περίεργο. Κάθε φορά που ερχόταν καινούργιος προπονητής, εγώ ήμουν τρίτη-τέταρτη επιλογή.
Μετά τον Σκόμποε και τον Μιχαλήτσο, ήρθε ο Χατζάρας. Έξω ο Βανγκέλι, για να παίξουν οι μεταγραφές. Μέσα την 7η αγωνιστική.
Το ίδιο και με τον Όγιος. Μπήκα με τον Ολυμπιακό και δεν με ξαναέβγαλε.
Όπως και με τον Ερνάντεθ.
Με τον Μπάγεβιτς μπορεί να μην έπαιξα πολύ, αλλά ήταν ένας κύριος και τρέφω απεριόριστο σεβασμό σε αυτόν και τους συνεργάτες του, με βοήθησαν να βελτιωθώ, ειδικά ο Δημήτρης Μπουρουτζήκας, για τον οποίον θεωρώ τιμή που δούλεψα μαζί του.
Το μόνο που με πείραξε σε εκείνην την εκπληκτική χρονιά που κάναμε ήταν που με άφησε εκτός αποστολής στον Τελικό με τον Ολυμπιακό στο Καυταντζόγλειο. Δεν ξέρω γιατί το έκανε, αν του είπαν κάτι. Ήθελα όμως να είμαι δίπλα στην ομάδα, ακόμα και αν δεν επρόκειτο να αγωνιστώ ούτε λεπτό.
Ο Μαζίνιο δεν ήταν έτοιμος να κάνει το άλμα ως προπονητής, δεν φτάνει να είσαι μόνο μεγάλος ποδοσφαιριστής, πρέπει να έχεις εμπειρίες και ως προπονητής. Φαινόταν από το γεγονός ότι ερχόταν σε κόντρα με κάποιους παίκτες, δεν ήξερε πώς να διαχειριστεί καταστάσεις.
Ένα άλλο λάθος που έκανε, όπως και ο Κίκε Ερνάντεθ, ήταν ότι πόνταρε σχεδόν αποκλειστικά στους ξένους, βάζοντας στο περιθώριο τους Έλληνες, μάλλον γιατί νόμιζε ότι οι Έλληνες ήθελαν να του δημιουργήσουν πρόβλημα. Ήμασταν 10 άτομα και μας έβαζε να παίζουμε κορόιδο στην προπόνηση, μας είχε ρίξει όλο το φταίξιμο.
Προσπάθησε να σπείρει την διχόνοια, ενώ ήμασταν όλοι μια παρέα, βλέπαμε ματς μαζί, πηγαίναμε για φαγητό, δεν είχαμε ποτέ κόντρα, με κανέναν. Ίσως να μην έφταιγε μόνο αυτός. Φαινόταν και από το γεγονός ότι οι ξένοι πληρωνόντουσαν ενώ εμείς όχι.
Ο Κούπερ ήταν ένας προπονητής που ήξερε να κερδίζει τον παίκτη, να παίρνει το κάτι παραπάνω, ακόμα και στην προπόνηση.
Ξέραμε ότι μας περίμενε πάντα σκληρή δουλειά. Είχε κάνει εξαιρετική δουλειά στη φυσική κατάσταση, φαινόταν μια ομάδα δουλεμένη που δεν την φοβόσουν στο γήπεδο, μάλιστα τότε παίζαμε πολλές φορές και τρεις αγώνες την εβδομάδα.
Ήταν πολύ απαιτητικός, αλλά του άρεσε και το οικογενειακό κλίμα. Κάναμε συνέχεια τραπέζια και πολλές φορές πλήρωνε ο ίδιος. Προκαλούσε τον σεβασμό του παίκτη.
Στη δική μου περίπτωση αποδείχθηκε κύριος. Ενώ με είχαν ενημερώσει να βρω ομάδα και να φύγω πριν την καλοκαιρινή προετοιμασία με αιτιολογία ότι δεν με υπολόγιζε ο Κούπερ, πάω στην προπόνηση να τον ενημερώσω και μου απαντάει ο άνθρωπος ότι δεν ήταν δική του εισήγηση να φύγω, ότι από τη διοίκηση του μετέφεραν ότι εγώ είχα εκφράσει επιθυμία να αποχωρήσω.
Μου επέτρεψε να προπονούμαι, μέχρι να βρω ομάδα, και απλώς μου ζήτησε να μην του δημιουργήσω πρόβλημα. Με έβαζε κανονικά στα διπλά και, όταν με έβγαζε, με έστελνε στον γυμναστή του να ολοκληρώσω το πρόγραμμα. Με αντιμετώπιζε σαν να ήμουν παίκτης ενδεκάδας, αλλά και εγώ τα έδινα όλα για να του το ανταποδώσω.
Εν τω μεταξύ, από τη διοίκηση συνέχιζαν καθημερινά να με πιέζουν να φύγω. Μιλούσα με τον Πανιώνιο που μου έδινε καλά λεφτά τότε. Στον Άρη τα τρία πρώτα χρόνια έπαιρνα 700 ευρώ τον μήνα και τη δεύτερη τριετία 25.000 τον χρόνο. Μόλις υπέγραψα συμβόλαιο για 120.000 ετησίως, μου είπαν να φύγω, γιατί είχαν φέρει έναν Ισπανό, ο οποίος δεν έπαιξε ποτέ.
Στα τέσσερα πρώτα παιχνίδια των προκριματικών του Europa League ήμουν εκτός λίστας. Τον θυμό μου επέλεξα να τον βγάζω σε σκληρή δουλειά στο γήπεδο, γιατί είχα και την Εθνική παράλληλα.
Το έβλεπε αυτό ο Κούπερ, με αποτέλεσμα να με πάρει στην αποστολή για τον αγώνα της πρεμιέρας στην Καβάλα, αφού ήταν τιμωρημένος ο Νέτο.
Ήμασταν στο πούλμαν και χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ήταν από τα γραφεία και μου ζητούσαν τον λόγο, γιατί να είμαι εκεί, ενώ μου είχαν ζητήσει να φύγω. Υπήρχαν άνθρωποι που είχαν πόστο στην ΠΑΕ και τους άκουγα να ωρύονται από μέσα.
Είμαι σίγουρος ότι είχαν πάρει και τον προπονητή. Για να καταλάβει ο κόσμος όμως πώς λειτουργούσε αυτός ο άνθρωπος, την άλλη μέρα το πρωί, στην ομιλία πριν την ανακοίνωση για την ενδεκάδα, άρχισε να λέει «Για μένα είστε όλοι το ίδιο σημαντικοί». Αναρωτήθηκα αν το είπε για εμένα και το επιβεβαίωσα, όταν είδα το όνομά του στην ενδεκάδα!
Η Καβάλα τότε είχε Ονουάτσι και Αμπντούν, αντίθετα εγώ δεν είχα κανένα επίσημο παιχνίδι στα πόδια μου. Και φυσικά οι κύριοι στη διοίκηση τρελάθηκαν, όταν έμαθαν ότι με έβαλε στην ενδεκάδα.
Μόλις είδα τον κόσμο στην κερκίδα τα ξέχασα όλα. Έκανα πολύ καλό ματς, κερδίσαμε κιόλας. Μάλιστα, στο τέλος ένας από εκείνους που πριν λίγες ώρες επέμεναν να φύγω πιάνει δυο συμπαίκτες μου και τους λέει «Είδατε; Εγώ τον έβαλα να παίξει!». Είναι να παθαίνεις εγκεφαλικό…
Έφυγα την άλλη μέρα με την Εθνική και, όταν επέστρεψα, με φώναξε ο βοηθός του Κούπερ και μου είπε πρέπει να συνεχίσω έτσι και θα ανταμειφθώ. Ήταν τότε που έπαιξα βασικός σε όλα τα παιχνίδια των ομίλων στην εκπληκτική πορεία ως τους «32» του Europa.
Μάλιστα, κάποιες φορές ο Κούπερ τον Νέτο τον έβαζε μπροστά μου ως δεξί εξτρέμ. Θα πρέπει να ομολογήσω όμως ότι η παρουσία του Νέτο με βοήθησε και δεν θα πω ποτέ κακή κουβέντα για συμπαίκτη μου.
Απλώς ο Κούπερ με έβλεπε να προσπαθώ και το εκτίμησε, γιατί έβαζε το καλό της ομάδας πάνω από όλα. Αν κέρδιζε τον Τελικό με τον Παναθηναϊκό, θα ήταν όλα διαφορετικά τόσο για τον ίδιο όσο και για την ομάδα, νομίζω ότι ο Άρης δεν θα περνούσε την περιπέτεια που ακολούθησε.
Πώς προέκυψε η μεταγραφή μου στην Ουκρανία;
Ο Ρόμαν Γκρίγκορτσουκ, προπονητής της Τσερνομόρετς, είχε συνεργάτη στο σκάουτινγκ έναν άνθρωπο που παρακολουθούσε παίκτες ηλικίας 25-30 σε όλην την Ευρώπη. Την θεωρούσε την καλύτερη ηλικία για ένα ποδοσφαιριστή.
Αυτός με είδε σε αγώνες με τον Άρη και την Εθνική και μου έκαναν πρόταση. Αρχικά δεν την δέχθηκα, γιατί ήταν στην τελευταία θέση της βαθμολογίας και φοβήθηκα. Αυτοί όμως επέμεναν.
Ήταν τέλος Αυγούστου και παίζαμε στην πρεμιέρα με τον ΠΑΣ εκτός έδρας.
Εγώ είχα ήδη πει «όχι», αλλά από την ομάδα με πίεζαν να βοηθήσω, γιατί ήταν καλά τα χρήματα που θα έπαιρνε ο Άρης, θα ήταν πολύ μεγάλη οικονομική ανάσα.
Από την Τσερνομόρετς μού ζητούσαν να πάω άμεσα στο Κίεβο, να περάσω από ιατρικές εξετάσεις και να υπογράψω, γιατί έκλεινε η μεταγραφική περίοδος.
Εγώ όμως ήμουν ήδη με την Εθνική, γιατί 2 Σεπτεμβρίου δίναμε κρίσιμο αγώνα με την Γαλλία. Ρωτάω τον προπονητή μήπως μπορώ να κάνω ένα ταξίδι αστραπή και να γυρίσω, αλλά φυσικά αρνήθηκε.
Έτσι, έστειλα μέσω μέιλ υπογεγραμμένο το συμβόλαιο! Υπέγραψαν δηλαδή έναν παίκτη, δίχως να τον περάσουν από ιατρικές εξετάσεις!
Όταν πήγα στο δωμάτιό μου, ξέσπασα σε λυγμούς. Ήξερα ότι ήταν μια μεγάλη ευκαιρία για την καριέρα μου και θα έπαιρνα ένα καλό συμβόλαιο, αλλά η σκέψη ότι θα έφευγα από την ομάδα που θεωρούσα σπίτι μου με στεναχωρούσε.
Την ίδια μέρα έπρεπε να υπογράψω και τη λύση του συμβολαίου μου με τον Άρη.
Περιττό να αναφέρω ότι μου χρωστούσαν σχεδόν όλα τα χρήματα του συμβολαίου μου ως τότε, μου ζήτησαν να υπογράψουμε έναν διακανονισμό χωρίς να πάρω κάποιο ποσό, παρότι ο Άρης θα έπαιρνε 600.000, και το χαρτί έμεινε έτσι όπως το υπέγραψα. Δεν κινήθηκα ποτέ νομικά, ενώ θα μπορούσα, και φυσικά έχασα χρήματα που είχα δουλέψει, ενώ εγώ έφερα στο club χρήματα, χωρίς να το εκμεταλλευτώ.
Και φυσικά, με ενοχλεί ότι άλλες ομάδες ήταν ξεκάθαρες και τίμιες απέναντί μας, όπως για παράδειγμα η Σκεντερμπέου, στην οποία πήγα μετά την Ουκρανία και η οποία αγωνίστηκε στην Ευρώπη. Προκριθείτε, μας έλεγαν, και θα πάρετε τα λεφτά της UEFA. Κάθε γύρo που περνούσαμε, εισπράτταμε το πριμ.
Στον Άρη τόσα χρόνια και με τέτοιες πορείες που κάναμε, όπως στους «32» επί Κούπερ, δεν πήραμε ούτε ένα πριμ. Σε κάνει να αναρωτιέσαι πού πήγαν αυτά τα χρήματα. Από την εμπορικότητα που είχε η ομάδα, το γεμάτο γήπεδο, τα τηλεοπτικά, με τόσα πολλά έσοδα είναι δυνατόν να μην μπορείς να πληρώσεις ούτε το μισό συμβόλαιο του ποδοσφαιριστή;
Και τρελαίνομαι που ο Καλσάδο, ο οποίος τότε έκοβε-έραβε και είχε φέρει τόσους παίκτες, σήμερα ζητάει 400.000 ευρώ από την ομάδα.
Στην Οδησσό πέρασα δυόμισι υπέροχα χρόνια. Φτιάξαμε μια καλή ομάδα, πήγαμε σε Τελικούς, βγήκαμε Ευρώπη, παίξαμε στο καινούργιο γήπεδο. Εκεί ένιωσα πραγματικός ποδοσφαιριστής, πώς είναι να πηγαίνεις 09:30 στο προπονητικό κέντρο, να έχεις το δωμάτιό σου, το πρωινό σου, το φαγητό σου, την βιντεοανάλυση, τα γήπεδα, τις πισίνες, να νιώθεις ότι δεν σου λείπει τίποτα.
Θλίβομαι από τις εικόνες του πολέμου με τη Ρωσία, η Οδησσός είναι μια όμορφη, παραθαλάσσια πόλη, με πολύ έντονο το ελληνικό στοιχείο, σε όλο το ιστορικό κέντρο υπάρχουν επιγραφές στα ελληνικά.
Μιλάω με κάποιους ακόμη, μάλιστα τον διερμηνέα που είχα τον βοήθησα να βρει σπίτι στους Αγίους Σαράντα και να φύγει από την χώρα, μόλις ξεκίνησε ο πόλεμος.
Όσον αφορά στην Εθνική, έκανα 35 συμμετοχές και θα ήταν περισσότερες, αν δεν πάθαινα τον χιαστό, καθώς μετά δεν ξανακλήθηκα.
Έχουν μείνει στην ιστορία οι δυο αγώνες που δώσαμε με την Πορτογαλία για τα προκριματικά του Παγκόσμιου Κυπέλλου και οι κόντρες μου με τον Κριστιάνο Ρονάλντο. Εκείνο το 0-0 που πήραμε στην Μπράγκα θα μου μείνει αξέχαστο. Εκείνη την εποχή ήταν στην καλύτερή του κατάσταση.
Στην πρώτη μονομαχία ένιωσα σαν να πέφτω πάνω σε βράχο. Ήταν απίστευτα γυμνασμένος και αναρωτιόμουν πώς θα τα βγάλω πέρα.
Έλεγα ή η μπάλα ή αυτός. Σε κάθε φάση πήγαινα με τα χίλια.
Ένιωθα ότι ερχόταν κατά πάνω μου ένα από αυτά τα αραβικά άλογα, ήταν και πιο ψηλός από μένα.
Του είχα ζητήσει πριν από το παιχνίδι να μου δώσει τη φανέλα του και μου είχε πει «ναι». Στο τέλος όμως, όταν τον πλησίασα, μου είπε «σε σένα ποτέ», εκνευρισμένος που δεν τον άφησα να ακουμπήσει μπάλα.
Και στο δεύτερο παιχνίδι είχα κάνει καλό ματς, αλλά χάσαμε με ένα γκολ στις καθυστερήσεις.
Το ότι όλοι με θεωρούσαν άτεχνο δεν με ενοχλούσε. Με πείσμωνε για να δουλεύω περισσότερο. Με βοηθούσαν και τα άλλα παιδιά, κυρίως οι Έλληνες που με παρότρυναν να μην τα παρατήσω. Με δουλειά και χάρη στην ευκαιρία που μου έδωσε ο Άρης, έφτασα να αγωνιστώ στην Εθνική Αλβανίας, ενώ είχαν σταματήσει να με καλούν μετά τις Ελπίδες.
Σε ένα παιχνίδι μάλιστα των Ελπίδων με την Ελλάδα ο προπονητής με έβγαλε στο 30′ και με είχε ενοχλήσει πολύ, γιατί το έκανε επίτηδες, να με εκθέσει απέναντι στη χώρα που ζούσα και έπαιζα ποδόσφαιρο.
Σηκώθηκα και έφυγα από το ξενοδοχείο το ίδιο βράδυ και επέστρεψα στην Ελλάδα. Μου βγήκε όμως σε καλό, αφού δυο μέρες μετά έπαιξα βασικός 90 λεπτά στο 0-0 κόντρα στον Παναθηναϊκό.
Όσον αφορά στην προπονητική, μπήκε στο μυαλό μου την τελευταία μου χρονιά ως παίκτη στην Πρίστινα.
Μου είχε ήδη κάνει πρόταση η προηγούμενη ομάδα μου, τα Τίρανα, να ξεκινήσω ως βοηθός του πρώτου προπονητή, να πάρω την Κ15 μετά από έναν μήνα και παράλληλα να πάρω και τα διπλώματα. Με τον προπονητή μάλιστα ήμασταν συμπαίκτες στην Σκεντερμπέου, πράγμα που με βοήθησε αρκετά, γιατί δεν μου ήταν άγνωστος.
Με αυτό θέλω να ασχοληθώ πλέον. Έχω γυρίσει στην Ελλάδα, αλλά δεν ξέρω πού μπορεί να με βγάλει η μοίρα. Θα ήθελα να δουλέψω αρχικά στην Ελλάδα το UEFA A, το οποίο αποτελεί προϋπόθεση για να πάρω και το Pro.
Θα ήθελα να μπορούσα λοιπόν να το κάνω στον Άρη.
Πιστεύω ότι η ομάδα αυτή έχει ανάγκη από ανθρώπους που και την γνώση έχουν αλλά και την ομάδα πονούν, την ξέρουν, την έχουν υπηρετήσει.
Και δεν αναφέρομαι μόνο σε μένα. Λυπάμαι που μετά τον Χαριστέα η ομάδα δεν έχει κάποιον βετεράνο, αν όχι στην Α’ ομάδα, ούτε καν στη Β’ ή στις Ακαδημίες.
Και εγώ από τα τμήματα υποδομής βγήκα, όπως και τόσοι άλλοι στο παρελθόν, από τους οποίους ο Άρης πήρε και χρήματα. Ο Άρης έδωσε για μένα 1.5 εκατ. ευρώ και πήρε πίσω τα δεκαπλάσια. Το ίδιο από τον Αβραάμ, το ίδιο από τον Χαριστέα.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση πάντως, έχω στο μυαλό μου πάντα αφενός πως, αν θέλεις να γίνεις προπονητής, πρέπει να είσαι 100% έτοιμος και να έχεις στο μυαλό σου και την αποτυχία, αφετέρου ότι μέσα από την καθημερινή δουλειά βελτιώνεσαι και ο ίδιος.
Ο Κρίστι Βανγκέλι είναι πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής.
Επιμέλεια κειμένου: Αλέξης Σαββόπουλος
Photo credits: Ραφαήλ Γεωργιάδης
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Αντώνης Σαριόγλου: Ταξίδι στο Κέντρο της Γης
Πέτρος Κανακούδης: Εδώ (δεν) είναι Βαλκάνια!
Γιάννης Γιαννιώτας: Με την καρδιά μου