Κάθισε σκεπτικός στο σαλονάκι του άδειου δωματίου του, σε ένα ξενοδοχείο στην κεντρο-δυτική Αγγλία. Είχε συνηθίσει τη μοναξιά εκτός γηπέδου, όμως αυτή τον είχε οδηγήσει στα δύο μοναδικά πράγματα που φοβήθηκε ποτέ στη ζωή του.
Το πρώτο ήταν πώς (και πόσο) θα αντέξει η εξ αποστάσεως σχέση του με την -τότε- αγαπημένη του.
Είχε μάθει η πρώτη κατ’ ιδίαν «καλημέρα» της ημέρας και η τελευταία «καληνύχτα» να είναι από έναν υπάλληλο μίας ρεσεψιόν.
Το δεύτερο ήταν μία ανασφάλεια που σε ηλικία 28 ετών, το 1995, «κατέκλυσε» για πρώτη φορά το μυαλό του και αμφισβήτησε ξαφνικά τον κατασταλαγμένο επαγγελματικό προσανατολισμό του…
Το προφίλ του φιλόδοξου και απαιτητικού νεαρού προπονητή μπάσκετμπολ πριν καν κλείσει τα 30 του, δεν συμβάδιζε με όσα «ταλαιπωρούσαν» τη σκέψη του.
Η ομάδα του, οι Μπέρμιγχαμ Μπούλετς, είχε αρχίσει τη σεζόν στο αγγλικό πρωτάθλημα με ρεκόρ 8-8. Ο Νικ Νερς αναρωτήθηκε για πρώτη φορά αν οι θυσίες, οι κόποι, η εργασιακή ξενιτιά και το ταλέντο του άξιζαν τον κόπο.
Ένα βράδυ επέστρεψε στο ξενοδοχείο, αγνόησε τον υπάλληλο που τον χαιρέτησε στην είσοδο και σκέφτηκε να ετοιμάσει τις βαλίτσες του και να επιστρέψει στις Η.Π.Α..
Πολλά χρόνια αργότερα, πετυχημένος πια στο ΝΒΑ, με τίτλους και ατομικές διακρίσεις, ο νυν κόουτς των Τορόντο Ράπτορς αποκάλυψε πως «έγραψα μία λίστα με άλλα επαγγέλματα που θα μπορούσα να ακολουθήσω»…
Οι τελικές επιλογές του ήταν ένα μεσιτικό γραφείο, μία δουλειά λογιστή, χάρη στο αντίστοιχο πτυχίο του, και πόστο διευθυντή σε κέντρο αναψυχής.
«Όλα μου φάνηκαν τελείως σκ..ά! Και συνειδητοποίησα πως θα συνεχίσω στους πάγκους», εξήγησε. Τώρα λέει «ευτυχώς» που δεν πραγματοποίησε την αλλαγή καριέρας…
Οι Μπούλετς κατέκτησαν τον τίτλο στην BBL μερικούς μήνες αργότερα, το 1996!
Συχνά είναι αστείο, ειρωνικό ή συμβολικό το πού σε πηγαίνει η ζωή.
Το 1990, σε ηλικία 23 ετών, ανέλαβε τους Ντάρμπι Ραμς της Αγγλίας, ως παίκτης-προπονητής, για μία σεζόν.
Το 1995 επέστρεψε στην Αγγλία. Στην ίδια χώρα που (γεννήθηκε και ξανα)βρέθηκε για το μπασκετικό ταξίδι του και ο Νιγηριανός Μασάι Ουτζίρι, τωρινός πρόεδρος των Τορόντο Ράπτορς.
Το 1998, ο Νερς μετακόμισε στο Βέλγιο, όπου εργάστηκε την ίδια περίοδο, πάλι σε διαφορετική ομάδα, ο Αφρικανός παράγοντας, ο οποίος είναι πια ο προϊστάμενός του στο ΝΒΑ.
Αμφότεροι κυνηγούσαν με κάθε κόστος, με κάθε θυσία και κάθε νέα σφραγίδα στο διαβατήριό τους το όνειρο της καταξίωσης στο μπάσκετμπολ.
Το πιο εύκολο πράγμα είναι να διαπιστώσει πια κάποιος ότι η κοινή αυταπάρνηση τούς οδήγησε στην επιτυχία.
Το δύσκολο, όμως, είναι να αναγνωρίσει κανείς τις δυσκολίες της πορείας τους. Να εκτιμήσει τη σταθερή ανέλιξή τους και, κυρίως, τη διάθεσή τους να μην τα παρατήσουν.
«Μπορεί να ήμουν συνειδητοποιημένος στο τι ήθελα να ακολουθήσω, αλλά υπήρχαν στιγμές που δεν ήξερα τι στο διάολο κάνω! Δεν γνώριζα ούτε το “μονοπάτι” μου ούτε αν το περπατούσα σωστά. Ήξερα, πάντως, ότι λατρεύω αυτό που κάνω και έβλεπα πως βελτιώνομαι σε αυτό», θυμάται ο Νερς.
Για τον πρωταθλητή ΝΒΑ το 2019 με τους Τορόντο Ράπτορς και κορυφαίο προπονητή της σεζόν για το 2019-2020, τίποτε τότε δεν ήταν ξεκάθαρο.
Κάθε τηλεφώνημα για μία νέα εργασία, στην Αμερική, στην Αγγλία ή το Βέλγιο, πριν φτάσει στον Καναδά, ήταν μία νέα πρόκληση.
Ένα καινούριο ταξίδι, σχεδόν προς το άγνωστο.
Δεν είχε ιδέα τι θα έκανε… Αλλά είχε ιδέες.
Δεν είχε ιδέα όταν ήταν ένα «μεγάλο ψάρι» σε μία «μικρή λίμνη» -αλλά με μεγάλα όνειρα- στη γενέτειρά του, Άιοβα, πού θα τον έφερνε η μπασκετική μοίρα.
Αλλά είχε ιδέες…
Δεν είχε ιδέα τι θα έκανε, πού θα πήγαινε, αλλά είχε μεγάλη -όχι ειρωνικά ή αλαζονικά- ιδέα για τις ικανότητές του. Μία ιδέα «γαρνιρισμένη», ωστόσο, με τη σεμνότητα και του χαρακτήρα του και της νοοτροπίας να αναδειχθεί σε έναν «σκληρό» κόσμο.
Ο Νικ Νερς διατήρησε επαφή με τον Μασάι Ουτζίρι. Και ο Ουτζίρι είχε μπόλικες «φρέσκες» ιδέες. Μαζί θα τις υλοποιούσαν σε μία ξένη χώρα, στον Καναδά, μερικά χρόνια αργότερα.
Ο Νερς γνώριζε ότι δεν μπορεί να προτάξει στο βιογραφικό του την καριέρα του σαν παίκτης. Δεν ήταν γνωστός όπως, για παράδειγμα, ο Στιβ Κερ των Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς ή ο Τάιρον Λου, ο οποίος το 2016 οδήγησε το Κλίβελαντ στο δαχτυλίδι του πρωταθλητή.
Όμως δεν είχε απλώς ιδέες. Είχε και θράσος, αυτοπεποίθηση και υπομονή.
Επίσης, εκείνες οι δύο φοβίες, για τη σχέση του και για τη δουλειά του, είχαν «σβήσει» στο μυαλό του.
Αφ’ ενός γιατί η πρώτη έληξε μεν με έναν χωρισμό, αλλά αφήνοντάς πίσω της τον μεγάλο γιο του, Νοά, και αφ’ ετέρου διότι πλέον δεν έχει καμία εσωτερική αμφιβολία.
Όπως καμία αμφιβολία δεν έχει ο μπασκετικός πλανήτης για τις ικανότητες, το ταλέντο και τις εμπνεύσεις του.
Ο Νικ Νερς γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1967 στην πόλη Κάρολ της Άιοβα, μία περιοχή μόλις 10.000 κατοίκων και δύο ωρών δρόμου δυτικά του Ντε Μόιν.
Οι γονείς του δεν κατάφεραν να τον καμαρώσουν στις μεγαλύτερες επιτυχίες του.
Η μητέρα του, Μαρσέλα, την οποία έχασε τον Δεκέμβριο του 2018, ήταν δασκάλα. Ο πατέρας του, Μόρι, ο οποίος «έφυγε» από τη ζωή το 2015, εργαζόταν στο τοπικό ταχυδρομείο και ήταν εκείνος που «έριξε» τον μικρό Νικ στα σπορ.
Ο Μόρι προπονούσε εθελοντικά ομάδες μπάσκετμπολ και φούτμπολ.
Ο Νερς, 14 χρόνια μικρότερος από τον μεγαλύτερο από τα οκτώ(!) αδέρφια του, Τζιμ, δεν είχε αθλητικά προσόντα, αλλά μπόλικο ταλέντο με ό,τι καταπιανόταν.
Έπαιξε μπάσκετμπολ στο γυμνάσιο Κέμπερ Καθόλικ, ενώ παράλληλα ασχολούνταν με το μπέιζμπολ, το αμερικανικό φούτμπολ και το άλμα επί κοντώ! Το 1985, ως γκαρντ του σχολείου του, οδήγησε το Κέμπερ Καθόλικ στον μοναδικό πολιτειακό τίτλο του.
Οι συμπαίκτες του θυμούνται πως εκτός από αρμοδιότητες στο παρκέ, συνήθιζε να «σχεδιάζει» επιθέσεις, σαν κόουτς. Μία φορά, πήρε το πινακάκι από τον κόουτς Σορτ και υπέδειξε ένα σύστημα.
Η φάση δεν εξελίχθηκε όπως υπολόγιζε, όμως η μπάλα κατέληξε στα χέρια του και σουτάροντας από τα 20 μέτρα, σκόραρε με ταμπλό και η ομάδα του νίκησε!
Μάλιστα, δεν αρνείται πως η τύχη ήταν με το μέρος του και όταν χτύπησε στα πλευρά ένας βασικός γκαρντ της ομάδας του, μπήκε στην πεντάδα και σκόραρε 27 πόντους, κερδίζοντας μία υποτροφία για το Νόρθερν Άιοβα.
Η κολεγιακή καριέρα του, παρότι παραμένει ο κορυφαίος σε ποσοστό τριπόντων (46,8%, με 170/363) στην ιστορία του πανεπιστημίου του, έδειξε ότι δεν είχε τις ικανότητες να διεκδικήσει μία θέση στο ΝΒΑ. Και η προπονητική ανοιγόταν διάπλατα -και βιαστικά- μπροστά του.
Πριν καν την αποφοίτησή του, ήταν ήδη ασίσταντ κόουτς στο πανεπιστήμιό του, για τη σεζόν 1989-1990, στο πλευρό του κόουτς Έλντον Μίλερ!
Το Νόρθερν Άιοβα απέκλεισε το Νο3 της κατάταξης Μιζούρι στον πρώτο γύρο της «March Madness», όμως ο Νερς δεν είχε ξεγράψει τον παίκτη μέσα του.
Αποφοίτησε με πτυχίο στη λογιστική και αφού αρχικά συμφώνησε με μία ομάδα από τη Βραζιλία, έφυγε τελικά για την Αγγλία, όπου διετέλεσε παίκτης-προπονητής των Ντάρμπι Ραμς.
Είχε λάβει ένα τηλεφώνημα ενός κύριου με βρετανική προφορά ο οποίος του είπε: «Διαβάζω την επιστολή σας, που αναφέρει ότι ενδιαφέρεστε για θέση παίκτη ή κόουτς. Γιατί δεν κάνετε και τα δύο;»!
Το 1990-1991, πάντως, ήταν και η τελευταία χρονιά του ως αθλητής, αποφασίζοντας να αφοσιωθεί στην προπονητική.
Το ίδιο καλοκαίρι ανέλαβε χεντ κόουτς του πανεπιστήμιου Γκραντ Βιου στο NAIA και ήταν ο νεότερος κολεγιακός προπονητής των Η.Π.Α., σε ηλικία 24 ετών!
Δύο χρόνια αργότερα μεταπήδησε στο NCAA, ως βοηθός στο Σάουθ Ντακότα, για άλλες δύο σεζόν, λίγο πριν ξεκινήσει το ευρωπαϊκό ταξίδι του, για δεύτερη φορά.
Κατέκτησε τον τίτλο στην Αγγλία με τους Μπέρμιγχαμ Μπούλετς το 1996 και το 1998 μετακόμισε για λίγους μήνες στο Βέλγιο και την Οστάνδη, με την οποία κατέκτησε το Κύπελλο και το Σούπερ-Καπ.
Δεν άργησε να γυρίσει στην Αγγλία και δεν άργησε να (ξανα)πετύχει.
Από την αρχή της καριέρας του στους πάγκους, ο Νικ Νερς είχε σαν βάση τη γενναιοδωρία των παλιών προπονητών του αλλά και την αντίληψη για το παιχνίδι.
Ο Ουέιν Τσάντλι, προπονητής του στο Κέμπερ, του έστειλε διαγράμματα με συστήματα που κρατούσε από τη δεκαετία του ’70. «Κάπου τα έχω ακόμη φυλαγμένα», αναπολεί ο Νερς.
Στη Βρετανία, ωστόσο, αντιμετώπισε καταστάσεις σχεδόν πρωτόγνωρες, οι οποίες απαιτούσαν δικές του λύσεις.
Οι προπονητές εκεί είχαν ουσιαστικά τριπλή εργασία ως τζένεραλ μάνατζερς και σκάουτερ, λόγω έλλειψης προσωπικού. Οι ρεπόρτερ που κάλυπταν τους αγώνες της BBL ήταν συχνά περισσότεροι από τα μέλη των προπονητικών τιμ των αντιπάλων!
Επιστρέφοντας από το Βέλγιο στην Αγγλία, ο Νερς ανέλαβε τους Μάντσεστερ Τζάιαντς και το 2000 κατέκτησε τον τίτλο με ρεκόρ 45-7 και παίκτη τον Φιλ Χάντι, πρώην ασίσταντ κόουτς των Καβς και Ράπτορς και νυν των Λέικερς.
Ο Νερς έλαβε και το βραβείο του κορυφαίου κόουτς της σεζόν, κάτι που πέτυχε και το 2004, ως προπονητής των Μπράιτον Μπερς. Είχε προηγηθεί η θητεία του και στους Λόντον Τάουερς, οι οποίοι τη σεζόν 2000-2001 συμμετείχαν στην Ευρωλίγκα.
Αμέσως μετά το Λονδίνο θέλησε να γυρίσει στην Αμερική και εργάστηκε ως ασίσταντ στους Οκλαχόμα Στορμ, στο USBL, όμως η Αγγλία και το Μπράιτον κάλεσαν πάλι…
Έμεινε στους Μπερς για πέντε χρόνια και τον Ιανουάριο του 2006, στην τελευταία σεζόν του, έπεισε τον Ντένις Ρόντμαν να παίξει για τρία ματς στο Μπράιτον!
Το «Σκουλήκι» είχε αποφασίσει να βγάλει μερικές χιλιάδες δολάρια με μικρές επισκέψεις στην Ευρώπη, έχοντας παίξει και στη Φινλανδία.
Ο Νικ Νερς τον υποδέχθηκε στο αεροδρόμιο, εκτελώντας και χρέη μάνατζερ. Ενώ ήταν εκείνος που οργάνωσε τη συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση του άλλοτε σταρ του ΝΒΑ και πρωταθλητή με Πίστονς και Μπουλς.
Στο Μπράιτον ο Νερς θαρρεί κανείς πως… δεν κοιμόταν ποτέ.
Μόνταρε τα βίντεο με τα στιγμιότυπα των αντιπάλων και σχεδίαζε μόνος συστήματα τα οποία στη συνέχεια εφάρμοσε μέχρι και εναντίον του Στεφ Κάρι, σε Τελικό ΝΒΑ!
Διετέλεσε επίσης βοηθός στην Εθνική Μεγάλης Βρετανίας από το 2009 ως το 2012 και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, στο πλάι του Κρις Φιντς και το 2019 ανέλαβε και την Εθνική Καναδά.
Μέχρι και τηλεοπτική εκπομπή στο δίκτυο ITV ανέλαβε! Οι «υπερωρίες», όμως, κόστισαν στη σχέση με την κοπέλα με την οποία απέκτησε τον πρώτο γιο του, ενώ όταν του ζητήθηκε να γίνει και μέτοχος των Μπερς, έχασε πολλά από τα χρήματά του…
Το μπασκετικό «δαιμόνιο», πάντως, ήταν ισχυρότερο από το επιχειρηματικό.
Στο τέλος της σεζόν 2005-2006 είχε λάβει ήδη την απόφασή του να αφήσει μία και καλή την Ευρώπη «γιατί όσο κι αν πετύχεις εκεί όπου ήμουν, κανένας δεν το παρατηρούσε και δεν το έπαιρνε στα σοβαρά».
Κοουτσάρισε ομάδα στο σάμερ λιγκ του Τρεβίζο, όμως είχε ξεκαθαρίσει μέσα του πως θα επιχειρήσει να βρει δουλειά στο NCAA ή το ΝΒΑ.
Ήταν πλέον 39 ετών και αποφασισμένος να πετύχει και στην πατρίδα του.
Το ότι σχεδόν κανένας δεν τον γνώριζε δεν τον ενοχλούσε. Έχει κατορθώσει να εργαστεί σε δυσκολότερες συνθήκες.
Έψαξε μία θέση στο NBDL και είχε προβλέψει ότι αυτή θα είναι η «τρύπα» που χρειαζόταν.
Επιστρέφοντας στην Άιοβα, είδε το νέο γήπεδο στο Ντε Μόιν, τη Wells Fargo Arena, χωρητικότητας 16.000 θέσεων.
Για λίγες μέρες, το πάρκινγκ του γηπέδου έγινε το «γραφείο» του. Από εκεί, μέσα από το αυτοκίνητό του, άρχισε να τηλεφωνεί σε παράγοντες.
Αρχικά είχε επικοινωνήσει με τους υπεύθυνους της αρένας, οι οποίοι τον ενημέρωσαν πως εκεί αγωνίζεται μόνο μία ομάδα χόκεϊ επί πάγου και θα ήθελαν να δημιουργηθεί και μία ομάδα μπάσκετμπολ.
Αυτό το «χαρτί» έριξε ο Νερς στις (προσ)κλήσεις του. Οι παράγοντες της θυγατρικής λίγκας ενθουσιάστηκαν με την ιδέα μίας expansion team στην Άιοβα.
Ο Νερς ήρθε σε επαφή με τον Τζέρι Κρόφορντ, έναν μεγαλοδικηγόρο και λομπίστα του Δημοκρατικού κόμματος και τον έπεισε να ιδρύσει την ομάδα.
Το 2007, η Άιοβα Ένερτζι έγινε μέλος της D-League, με χεντ κόουτς τον Νικ Νερς.
Αισθανόταν ακόμη, πάντως, πως λίγοι πιστεύουν στις ικανότητες και τις ιδέες του. Εκείνος, όμως, δεν έχασε ποτέ την πίστη του στον εαυτό του.
Με την Άιοβα κατέκτησε τον τίτλο στην D-League το 2011, μαζί με το βραβείο του καλύτερου προπονητή της σεζόν!
Στέφθηκε πρωταθλητής (κάτι που έχουν πετύχει στη θυγατρική λίγκα του ΝΒΑ και ο Ανδρέας Γλυνιαδάκης και ο Άαρον Κραφτ) και με τους Ρίο Γκράντε Βάιπερς, το 2013. Ενώ στις έξι σεζόν του στη νυν G-League κοουτσάρισε 23 παίκτες οι οποίοι έλαβαν κλήση για το ΝΒΑ.
Το καλοκαίρι του 2013, συνέβη το ίδιο και για εκείνον.
Στα τέλη Μαϊου της ίδιας χρονιάς, οι Ράπτορς είχαν προσλάβει τον Μασάι Ουτζίρι ως νέο τζένεραλ μάνατζέρ τους.
Ο Ουτζίρι κάλεσε τον Νερς και του πρόσφερε θέση στο προπονητικό τιμ του κόουτς Ντουέιν Κέισι, ως ο πρώτος βοηθός και υπεύθυνος για τα επιθετικά συστήματα.
Οι Καναδοί επέστρεψαν την ίδια χρονιά στα πλέι οφς και τη σεζόν 2017-2018 πέτυχαν ρεκόρ νικών, με 59, και βασική αλλαγή την πρόταση του Νερς για περισσότερα τρίποντα και περισσότερη δημιουργία ακόμη και από (καλούς πασέρ) ψηλούς.
Το Τορόντο, όμως, «σκουπίστηκε» στον δεύτερο γύρο από τους Κλίβελαντ Καβαλίερς του ΛεΜπρον Τζέιμς και ο Κέισι απολύθηκε…
Ο Κέισι, άλλοτε ασίσταντ του Ρικ Καρλάιλ στον τίτλο των Ντάλας Μάβερικς το 2011, είχε αναδειχθεί και εκείνος, πριν από τον Νερς, κορυφαίος κόουτς της σεζόν.
Μονάχα που δεν είχε καταφέρει να οδηγήσει τους Ράπτορς στο επόμενο βήμα, ένα σκαλί παραπάνω.
Ο Νερς περίμενε με αγωνία εκείνο το τηλεφώνημα, αλλά δεν είχε ενθουσιαστεί υπερβολικά.
Αν και υπεύθυνος για την επίθεση, στο Τορόντο είχαν παρατηρήσει τη συνολική εργασία του, με τις άμυνες «ζώνης» που δοκίμαζε από την Αγγλία και εκείνο το περίφημο (αν και… παλιομοδίτικο) «box-and-one» ακόμη και εναντίον του Στεφ Κάρι, σε δύο Τελικούς του 2019, το οποίο ο σταρ των Ουόριορς αποκάλεσε «τρελό»!
Ο κόουτς των Καναδών έβαζε τους τέσσερις παίκτες τους σε διάταξη «ζώνης» και ένας κυνηγούσε τον Κάρι σε όλο το παρκέ, κάτι που εν μέρει έπιασε τόπο.
Κοινό και Τύπος αντιμετώπισε με απορία την πρόθεση της διοίκησης των Ράπτορς να δώσουν στον Νερς τη «μεγάλη θέση».
Λίγοι γνώριζαν πώς θα αντιδράσει στον πάγκο μίας ομάδας με βλέψεις τίτλου στο ΝΒΑ, πώς θα διαχειριστεί τους παίκτες. Ο Μασάι Ουτζίρι, όμως, είχε την ιδέα του και πίστευε στις ιδέες του προπονητή (του).
Πόνταρε στην αγάπη του Νερς για το παιχνίδι και στην ενέργεια που βάζει σε κάθε προπόνηση, σε κάθε ματς.
Πίστευε στην άγνοια κινδύνου του, στο ότι δεν φοβάται να πειραματιστεί, να δοκιμάσει διαφορετικές προσαρμογές, ανάλογα με το πώς θα εξελιχθεί ένας αγώνας.
Όταν στους ανατολικούς τελικούς του 2019 τον ρώτησαν αν προτιμά να επικεντρωθεί η άμυνα στον Γιάννη Αντετοκούνμπο ή τους σουτέρ των Μπακς, ο Αμερικανός προπονητής απάντησε «τα θέλω όλα!».
Και τα είχε όλα. Το Τορόντο βρέθηκε στο 0-2, όμως έσωσε την παρτίδα στο τρίτο ματς, σε διπλή παράταση και στη συνέχεια προκρίθηκε με 4-2.
Το καλοκαίρι του 2018 ο Νικ Νερς βρισκόταν στο διαμέρισμά του στο Λίμπερτι Βίλατζ του Τορόντο.
Όταν χτύπησε το κινητό του, ο πρόεδρος Ουτζίρι και ο GM, Μπόμπι Ουέμπστερ, τον ενημέρωσαν ότι η κλήση είναι σε ανοικτή ακρόαση. Δεν έχασαν χρόνο και του είπαν πως «μιλάμε με τον νέο χεντ κόουτς των Ράπτορς!».
Ο Νερς κάλεσε την Βραζιλιάνα σύζυγό του, Ρομπέρτα Σάντος για τα ευχάριστα. Ανέβηκε στο ποδήλατό του και σε 15 λεπτά ήταν στο (νέο) γραφείο του. Τα νέα, όμως, «ταξίδεψαν» πιο γρήγορα και, όπως θυμάται, «όταν κοίταξα το τηλέφωνο, είχα 260 γραπτά μηνύματα».
Ο Νερς γνώριζε πως η διοίκηση είχε μία λίστα με μισή ντουζίνα υποψήφιους προπονητές. Όμως, ως συνήθως, έκανε υπομονή. Το είχε μάθει από το μπασκετικό ταξίδι του στην Ευρώπη.
Έντεκα χρόνια αφότου υπήρξε ένας άγνωστος ρούκι κόουτς στη D-League, έχοντας φτάσει να εργάζεται σε πέντε διαφορετικές χώρες, θα αναλάμβανε την 15η ομάδα του, στο υψηλότερο επίπεδο που θα μπορούσα να φανταστεί, αλλά πάντα ονειρευόταν.
Στη δεύτερη συνέντευξη με τη διοίκηση του Τορόντο εμφανίστηκε προετοιμασμένος, αν και ήταν αγχωμένος όταν τον χρονομέτρησαν για να αφηγηθεί την ιστορία της ζωής του σε 45 δευτερόλεπτα και να πει και ένα αστείο, για να αποδείξει πως διαθέτει αίσθηση του χιούμορ!
Μερικές μετά το χρίσμα του, οι Ράπτορς έστειλαν στο Σαν Αντόνιο τον κορυφαίο σκόρερ τους, ΝτεΜαρ ΝτεΡόζαν, αντί του Κουάι Λέοναρντ.
Ο Λέοναρντ ηγήθηκε ενός εξαιρετικού συνόλου και οι Ράπτορς κατέκτησαν τον παρθενικό τίτλο της ιστορίας τους!
Για ον Νικ Νερς, όμως, όλο αυτό δεν ήταν «παραμύθι».
Γι’ αυτό και δεν απογοητεύτηκε όταν ο Κουάι αποφάσισε να υπογράψει στους Κλίπερς…
Ο 53χρονος προπονητής βρισκόταν στο Λας Βέγκας για το σάμερ λιγκ του ΝΒΑ όταν έμαθε τα νέα για τον Λέοναρντ.
Ξαφνικά, τα βλέμματα όλων έπεσαν πάνω στον Νερς. Εκείνος σχεδόν δεν αντέδρασε. Αντί να σπαταλήσει χρόνο να σκεφτεί τι χάνει η ομάδα του, άρχισε να ψάχνει για λύσεις, δίχως απαραίτητα να αναζητά έναν αντίστοιχα καλό αντικαταστάτη ή έναν νέο σταρ.
Έτσι ήταν πάντα αυτός ο «τύπος από την Άιοβα». Γεμάτος αυτοπεποίθηση και όρεξη για λύσεις και όχι για δικαιολογίες.
«Ο Κουάι ήθελε να γυρίσει στο σπίτι του, στην πόλη και του δεν τον κατηγορώ για τούτο. Ωστόσο, δεν μπορούμε να μένουμε πίσω και έχουμε κι εμείς να κάνουμε τη δουλειά μας», αρκέστηκε να σχολιάσει και είχε αποφασίσει να δώσει τα ηνία στον Πασκάλ Σιάκαμ.
Αυτή η προσέγγιση των πραγμάτων βοήθησε τους Καναδούς όχι μόνο να μην «διαλυθούν» αγωνιστικά και επικοινωνιακά, αλλά και να συνεχίσουν να διαπρέπουν.
Πόσες ομάδες θα κατόρθωναν, χάνοντας τον κορυφαίο παίκτη της σεζόν, να μείνουν στο ίδιο επίπεδο; Στο δικό του μυαλό αυτό δεν ήταν καν απορία ή αμφιβολία.
«Στον αθλητή πρέπει να “πουλάς” συχνά τον ενθουσιασμό. Να του προσφέρεις ένα χαμόγελο, γιατί πολλές φορές τα πράγματα δεν λειτουργούν με απόλυτη αυστηρότητα», εξηγεί.
Στην περίπτωσή του, όλα πήγαν εξαιρετικά. Οι Ράπτορς ολοκλήρωσαν τη σεζόν με ρεκόρ 53-19, το οποίο ήταν το δεύτερο καλύτερο στο ΝΒΑ, πίσω μόνο από το Μιλγουόκι.
Κατέστησαν σαφές πως παραμένουν διεκδικητές του τίτλου και ο Νερς αναδείχθηκε κορυφαίος κόουτς της χρονιάς, λαμβάνοντας 90 από τις 100 ψήφους πρώτης θέσης!
Κατά τη βράβευσή του, χρειάστηκε να μιλήσει για το λιγότερο ενδιαφέρον θέμα του. Τον εαυτό του…
«Όλα έχουν να κάνουν με τους παίκτες», τόνισε σεμνά.
Και όχι μόνο. Στη «φούσκα» του Ορλάντο όπου έγινε το restart του ΝΒΑ μετά την αναβολή, λόγω κορονοϊού, ο Νερς έδωσε στο ματς με τους Σίξερς στον βοηθό του, Έιντριαν Γκρίφιν, την ευκαιρία να κοουτσάρει τους Ράπτορς.
Η «μεγάλη εικόνα», για τον Νερς, αποτελείται από στιγμές, καλές ή κακές.
Ανέλαβε την ευθύνη στον πέμπτο Τελικό του 2019 με το Γκόλντεν Στέιτ, όταν ενώ η ομάδα του πέτυχε σερί 10-0 και προηγήθηκε με έξι πόντους, διαφορά, κάλεσε τάιμ άουτ.
Οι Ουόριορς επωφελήθηκαν από τη διακοπή του ρυθμού και με τρία τρίποντα νίκησαν μέσα στον Καναδά και μείωσαν (προσωρινά) τη σειρά σε 3-2.
Δεν πτοήθηκε από τη δεύτερη εντός έδρας ήττα στους Τελικούς. Δεν φοβήθηκε. Δεν ανησύχησε από τους «μπαρουτοκαπνισμένους» (έστω και χωρίς τον τραυματία Κέβιν Ντουράντ) πρωταθλητές και οδήγησε την ομάδα του σε τρίτη νίκη στο Γκόλντεν Στέιτ και την κατάκτηση του τίτλου!
Λίγες ημέρες αργότερα, ως φίλος του τραγουδιστή Μαξ Κέρμαν του ροκ συγκροτήματος Arkells, βρέθηκε στη σκηνή της συναυλίας τους στο Τορόντο.
Κάθισε πλάι του, έπιασε την κιθάρα και έπαιξε το φημισμένο «Signed, Sealed, Delivered» του Στίβι Γουόντερ! Συμβολικός τίτλος, καθώς και ο τίτλος των Ράπτορς ήταν «υπογεγραμμένος, σφραγισμένος, παραδομένος».
Ο Νικ Νερς θεωρείται μπασκετική ιδιοφυία, μονάχα που ο ίδιος δεν το «φωνάζει».
Δεν φοβάται ποτέ να δοκιμάσει πράγματα στο παρκέ. Συστήματα που μοιάζουν ασυμβίβαστα με την εποχή, που ενδεχομένως παραξενεύουν και τους παίκτες του.
Δεν τον τρομάζει καμία κατάσταση, διότι κάνει τη δουλειά του με αγάπη, ενέργεια και αφοσίωση και εργάζεται γνωρίζοντας πως κάποτε είχε εναλλακτικές επιλογές καριέρας. Έστω και αν ουσιαστικά τις σιχαινόταν…
Αυτό που δεν θέλει είναι να μιλά για τον εαυτό του. Προτιμά να συζητά για μπάσκετμπολ.
Κατά τη διάρκεια των Τελικών του 2019, τόσο εκείνος όσο και ο παίκτης του, Φρεντ Βαν Βλιτ, έγιναν πατέρες. Ο Νερς στον τρίτο γιο του. Όταν τον ρώτησαν για αυτό, αποκρίθηκε πως «δεν είναι ιστορία για εσάς. Αν θέλετε ρωτήστε με για το παιχνίδι. Αυτή είναι η εργασία μου. Τα άλλα αφορούν το σπίτι μου».
Σε μία νέα ερώτηση περί πατρότητας, κοίταξε την υπεύθυνη Τύπου των Ράπτορς, Τζένιφερ Κουίν και της είπε: «Γιατί το κάνουν αυτό; Γιατί συνεχίζουν να ρωτούν για τα παιδιά μας; Παίζουμε στους Τελικούς, τώρα».
Ο Αμερικανός κόουτς έχει «χτίσει» έναν «τοίχο» γύρω του, ώστε να προστατεύσει την ιδιωτική ζωή του και παραδέχεται ότι «για οτιδήποτε άλλο εκτός του παιχνιδιού, αισθάνομαι άβολα με τον Τύπο». Δεν νιώθει σαν σταρ. Το αντίθετο. Προετοιμαζόταν μία ζωή για μία στιγμή. Για κάθε επόμενη στιγμή. Έτσι σκεφτόταν και λειτουργούσε πάντα.
Κάθε φορά, θα σκεφτεί την επόμενη, συνεχίζοντας τη μπασκετική «Οδύσσεια» του, της οποίας λάτρεψε κάθε λεπτό.
Και απορώντας «γιατί οι άνθρωποι φοβούνται τόσο να δοκιμάσουν κάτι διαφορετικό;», θα εξακολουθεί να το κάνει εκείνος και να απαντά με τα επιτεύγματά του και, κυρίως, με την αφοσίωσή του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Μασάι Ουτζίρι: «Το παράδειγμα του ονείρου»
Πασκάλ Σιάκαμ: Ένα ιερό -εκ πατρός- καθήκον
Ο Μαρκ Γκασόλ δεν είναι ο παίκτης που έχεις συνηθίσει
Κουάι Λέοναρντ: Άνθρωπος λίγων λέξεων
Ο Βινς Κάρτερ «κάρφωσε» (και) τη σημαία του Τορόντο στον χάρτη του ΝΒΑ