Μοιάζει οξύμωρο, όμως για εκείνον δεν ήταν ποτέ ένα ζήτημα «όλα ή τίποτα». Κυρίως διότι δεν είχε ξεκαθαρίσει για καιρό μέσα του τι ζητά ή τι απαιτείται για την απάντηση στην απορία.
Οι ποδοσφαιρικοί «θεοί» τού είχαν προσφέρει το χάρισμα του ταλέντου.
Ο Όλι Ουότκινς, ωστόσο, ενώ σκεφτόταν ότι τα ήθελε όλα, δεν έδειχνε αρχικά διατεθειμένος να κάνει τα πάντα για τούτο.
Του άρεσε να περιμένει, αν και ανυπόμονος. Οι αντιφάσεις δεν τον χαρακτηρίζουν ακριβώς, αλλά είναι μέρος της πορείας του…
Το βράδυ της 4ης Οκτωβρίου 2020, στον απρόσμενο, εντυπωσιακό, απίστευτο και σχεδόν αδιανόητο θρίαμβο της Άστον Βίλα επί της πρωταθλήτριας Αγγλίας Λίβερπουλ με 7-2(!), ο 24χρονος επιθετικός πέτυχε τρία γκολ.
Μονάχα που, μέχρι το κλισέ πια του «η σπουδαιότερη νίκη, μέχρι την επόμενη» (αποτύπωσης του Νίκου Γκάλη), για τον Ουότκινς αυτή δεν είναι η νύχτα που καθορίζει την πορεία του.
Δεν είναι το κατόρθωμα ή η επιτυχία που κρίνει το παρόν και το μέλλον του. Αυτά είχαν προηγηθεί, σε νεαρότερη ηλικία και, κυρίως, σε μικρότερες κατηγορίες από τη «λαμπερή» Πρέμιερ Λιγκ.
Ήταν διλήμματα και αποφάσεις που έκριναν τη συνέχεια και δεν τον χαράμισαν ως ένα «χαμένο ταλέντο». Ήταν η περίοδος που δεν χαμογελούσε πλατιά όπως τώρα. Οι μέρες που αναζητούσε αυτοπεποίθηση και έμπνευση.
Δεν έγινε σταρ από το τέλος της εφηβείας του, όμως δεν έχασε και το μυαλό του γι’ αυτό.
Η απάντηση στην ερώτηση «τι κάνει τον Όλι Ουότκινς τόσο ξεχωριστό;» είναι εύκολη, πρακτικά απλή, αλλά δεν χάνει και τον σύνθετο χαρακτήρα της.
«Τα γκολ», θα πει ένας οπαδός ή τα Μ.Μ.Ε.. Η ικανότητά του να σκοράρει είναι αποδεδειγμένη.
Την επιβεβαίωσε ο ίδιος με τη φανέλα της Μπρέντφορντ, όταν τη σεζόν 2019-2020 σκόραρε 26 φορές στην κανονική περίοδο της Τσάμπιονσιπ και έμεινε δεύτερος σκόρερ πίσω μόνο από τον Αλεκσάνταρ Μίτροβιτς της Φούλαμ.
Έλαβε, μάλιστα, το βραβείο του κορυφαίου παίκτη της κατηγορίας για τη χρονιά και «εξαργύρωσε» τις εμφανίσεις του με μία μετεγγραφή ύψους 28 εκατομμυρίων λιρών (περίπου 30 εκατομμυρίων ευρώ) στην Άστον Βίλα. Με κάποια πρόσθετα μπόνους στόχων και γκολ, το ποσό μπορεί να ανέλθει στα 36 εκατομμύρια ευρώ και αποτελεί ούτως ή άλλως ρεκόρ στην ιστορία της Βίλα!
Στο διάστημα Οκτωβρίου 2019-Οκτωβρίου 2020, στις επαγγελματικές κατηγορίες της Αγγλίας μόνο ο Τζέιμι Βάρντι της Λέστερ βρήκε περισσότερες φορές δίχτυα από εκείνον.
Οι ειδικοί αναλυτές επιμένουν πως είναι ξεχωριστός διότι είναι δυνατός, γρήγορος, έχει έφεση στο γκολ και δεν έχει πρόβλημα να δοκιμάζεται σε διάφορες θέσεις της επίθεσης. Αυτό, πάντως, ήταν κάτι που πιο μικρός απεχθανόταν.
Όταν στην Έξετερ Σίτι αγωνιζόταν στην αριστερή πλευρά της επίθεσης, συχνά «εξαφανιζόταν» όταν η μπάλα δεν έφτανε στα πόδια του.
Δεν είχε πρόθεση να την κυνηγήσει, όμως αυτό, αν δεν άλλαζε, θα περιόριζε και το κυνήγι κάθε φιλοδοξίας του.
Μέχρι μία στιγμή που άλλαξε για πάντα τη νοοτροπία του…
Ο Όλιβερ Τζορτζ Άρθουρ Ουότκινς γεννήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 1995 στο Τορκί, μία παραθαλάσσια πόλη 65.000 κατοίκων στην περιοχή Ντέβον, στα 30χλμ. νότια του Έξετερ.
Το 2003, σε ηλικία οκτώ ετών, είχε αποτύχει να περάσει τα δοκιμαστικά για τα τμήματα υποδομών της Έξετερ Σίτι, όμως τρία χρόνια αργότερα έγινε δεκτός.
Το 2012, στα 17 του υπέγραψε ένα συμβόλαιο που περιλάμβανε και ακαδημαϊκή υποτροφία και στη συνέχεια σκόραρε 30 γκολ για την Κ-18 του συλλόγου, στην κατάκτηση της Football League Youth Alliance, το 2014.
Τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς υπέγραψε διετή επαγγελματική συμφωνία, όμως δεν βρήκε αμέσως χώρο στη βασική ομάδα.
Ο κόουτς Πολ Τίσντεϊλ τού έδωσε μόλις τρεις ευκαιρίες στη Football League 2 και τον Δεκέμβριο του 2014 τον παραχώρησε δανεικό στην Ουέστον, στην Conference South, για το υπόλοιπο της σεζόν. Μπορεί να πέτυχε δέκα γκολ σε 25 ματς, όμως ο Τίσντεϊλ δεν πίστευε πως σημείωνε πρόοδο.
«Τον παρακολουθούσα, όμως δεν είχε βελτιωθεί», θυμήθηκε στο SkySports ο άλλοτε προπονητής του.
»Του άρεσε να παίζει στην αριστερή πλευρά, όμως καθόταν στο ίδιο σημείο και περίμενε από τους συμπαίκτες του να του πασάρουν. Του εξήγησα πως πρέπει να αλλάξει θέση ώστε να είναι πιο χρήσιμος και να προσφέρει στην ομάδα.
»Αυτό ήταν κάτι που δεν του άρεσε, όμως τον βοήθησε».
Ο Πολ Τίσντεϊλ εξηγεί ότι «στο ποδόσφαιρο, το κοινό, τα μίντια και δυστυχώς πολλοί παίκτες θεωρούν ότι στο παιχνίδι μετρά μόνο να έχεις τη μπάλα στα πόδια σου. Σημασία, για εκείνους, έχει να πασάρεις ή να σουτάρεις. Έτσι το βλέπουν οι περισσότεροι».
Ο ίδιος, ωστόσο, και είχε διακρίνει το ταλέντο και τις ικανότητες του Όλι και επιμένει πως «σε ένα ματς 95 λεπτών, θα έρθεις σε πραγματική επαφή με τη μπάλα, συνολικά, για λιγότερα από τρία λεπτά.
»Ο λόγος που σε επιλέγει ο προπονητής σου, συνεπώς, δεν είναι για να έχεις τη μπάλα στα πόδια σου».
Ο Βρετανός κόουτς άλλαξε τη νοοτροπία και τη σκέψη του Όλι Ουότκινς, αναλύοντάς του απλώς τη θεωρία του. «Ο προπονητής σε επιλέγει ώστε να ακολουθείς εντολές και να ταιριάζεις στην ενδεκάδα. Ό,τι μπορείς να κάνεις με τη μπάλα στα πόδια είναι δεδομένο, γνωστό… Θα ακουμπήσεις τη μπάλα 20 φορές; Θα πρέπει να κινείσαι και δίχως αυτή.
»Δεν θα είναι η κατοχή της μπάλας ο λόγος που θα χάσεις ή θα νικήσεις. Το αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί και από αν οι 11 παίκτες που επιλέγει ο κόουτς σκέφτονται το ίδιο πράγμα, την ίδια στιγμή».
Ο Τίσντεϊλ επισημαίνει πως η απραξία έκανε καλό στον Όλι, ώστε να καταλάβει τις θυσίες που απαιτούνται σε προσωπικό επίπεδο για να είναι μέλος ενός συνόλου.
Και στην ίδια συνέντευξή του εξήγησε και γιατί θαυμάζει τον νεαρό επιθετικό της Άστον Βίλα και γιατί κατάφερε να εξελιχθεί και να πετύχει.
Σύμφωνα με τον Τίσντεϊλ, ο Ουότκινς έμεινε προσωρινά στάσιμος γιατί απλώς περίμενε τη μπάλα στα πόδια του. Συμβιβάστηκε με αυτό.
Στο επίσημο podcast της Τσάμπιονσιπ, ο πρώην κόουτς του 24χρονου, πρόσθεσε πως «στους 18 μήνες που ο Όλι ήταν δανεικός, έδειχνε να έχει πέσει πάνω σε έναν τοίχο.
»Θυμάμαι πως πριν από ένα ταξίδι προετοιμασίας στη Σκοτία, ενώ ήταν 19 ετών, δεν τον είχαμε συμπεριλάβει στην αποστολή. Λίγο πριν αναχωρήσουμε τραυματίστηκε ο αριστερός μπακ μας και σκέφτηκα να δοκιμάσω τον μικρό στην ίδια θέση».
Ο Τίσντεϊλ κουβέντιασε με τον Ουότκινς και του είπε με απλά λόγια: «Ή θα έρθεις μαζί μας και θα παίξεις σε αυτή τη θέση ή θα μείνεις εδώ και θα προπονείσαι μόνος σου…
»Ήρθε μαζί μας, όμως ήταν εκνευρισμένος. Άρχισε, πάντως, να προσαρμόζεται. Δύο μήνες αργότερα, πριν από τον αγώνα της δεύτερης ομάδας με τη Ρέντινγκ, εκτός έδρας, του ζήτησα να κάνει τρεις κεφαλιές, τρία τάκλιν, τρία κλεψίματα και να κυνηγήσει τρεις “χαμένες μπαλιές” στο πρώτο ημίχρονο».
Η τακτική έπιασε, αφού ο προπονητής του αφηγήθηκε πως «τα έκανε όλα. Κάτι που σημαίνει πως ακούμπησε 12 φορές τη μπάλα και ανέπτυξε το παιχνίδι χωρίς να περιμένει να έρθει σε εκείνον η μπάλα».
Ο μικρός αναδείχθηκε Man of the Match και ο τότε κόουτς του, νυν προπονητής της ΜΚ Ντονς, λέει πια πως «είναι ωραίο να παίρνεις έναν 19χρονο που σκέφτεται υπερβολικά και να του αλλάζεις την οπτική».
Το 2017 η Μπρέντφορντ ξόδεψε 1,8 εκατομμύρια λίρες για να τον αποκτήσει και δικαιώθηκε με τη σειρά της.
Ο Ουότκινς έμαθε, από εκείνο το σημείο της συζήτησης με τον Τίσντεϊλ στην Έξετερ και μετά, να παίζει σε πολλές θέσεις.
«Νομίζω ότι μόνο στόπερ και τερματοφύλακας δεν έχω παίξει», θυμάται πλέον ο ίδιος.
Στη Μπρέντφορντ, από τα άκρα της επίθεσης, «μετατέθηκε» τη σεζόν 2019-2020 ακόμη πιο μπροστά και ως «καθαρός» φορ πέτυχε 26 γκολ σε 50 αγώνες. Η ομάδα του τερμάτισε στην τρίτη θέση της κανονικής περιόδου, απέκλεισε τη Σουόνσι στον ημιτελικό των πλέι οφς, αλλά ηττήθηκε με 2-1 στον τελικό από τη Φούλαμ και έχασε την άνοδο στην Πρέμιερ Λιγκ.
Ο κόουτς της Άστον Βίλα, Ντιν Σμιθ, προπονητής της Μπρέντφορντ από το 2015 ως το 2018 και του Ουότκινς για μία σεζόν (2017-2018, δεν χρειαζόταν πολλές συστατικές επιστολές.
Αρκετοί επιμένουν ακόμη ότι τα 30 εκατομμύρια ευρώ για έναν λεγόμενο «slow-riser» (σ.σ.: παίκτης που βρέθηκε σχετικά καθυστερημένα στην μεγάλη κατηγορία) είναι ρίσκο, όμως ο Σμιθ τον πιστεύει πολύ.
Εξάλλου, οι ιδιοκτήτες της Βίλα, Νασίφ Σαβίρις και Ουές Ίντενς, εδώ και δυο χρόνια έχουν πληρώσει πολλά, ευελπιστώντας πως οι «Χωριάτες» (που άρχισαν την Πρέμιερ Λιγκ με το 3/3!) θα πετύχουν κάτι καλύτερο από την παραμονή την τελευταία στιγμή, το 2019-2020.
Και κατά τη μετεγγραφική περίοδο «πλειοδότησαν» και «έκλεψαν» τον Όλι από τις Λέστερ, Φούλαμ, Κρίσταλ Πάλας και Τότεναμ, που επίσης ενδιαφέρθηκαν.
Ο τελευταίος κόουτς Ουότκινς στη Μπρέντφορντ, Τόμας Φρανκ, πρότεινε στον νεαρό να παρακολουθήσει το «The Last Dance», ντοκιμαντέρ για τον παλαίμαχο σταρ των Σικάγο Μπουλς, Μάικλ Τζόρνταν.
Σκοπός του ήταν να κατανοήσει ο παίκτης του πως η επιτυχία δεν έρχεται αμέσως, με το παράδειγμα του «MJ» που κατέκτησε τον πρώτο τίτλο του στο ΝΒΑ στην έβδομη σεζόν του στη Λίγκα…
Ο μικρός, όμως, αλλά και εκείνοι που τον εμπιστεύτηκαν και τον στήριξαν, γνώριζαν πως ο Όλι Ουότκινς προοριζόταν για την Πρέμιερ Λιγκ.
Ο ίδιος λέει πως «οι προκλήσεις που έριξε μπροστά μου ο κόουτς Τίσντεϊλ ήταν εκείνες που έκαναν το παιχνίδι μου πιο σύνθετο. Μαζί του αισθανόμουν πως έβγαινα στο χορτάρι και απλώς εξέφραζα τον εαυτό μου, χωρίς αληθινή πίεση».
Ο κόουτς Ντιν Σμιθ αναφέρει ότι «ο Όλι έχει βελτιώσει το παιχνίδι του και έχει εξελίξει και την προσωπικότητά του. Είναι ένας από τους κορυφαίους στράικερ της χώρας.
»Είναι ένας δυναμικός και αποφασιστικός νέος και έχει και το ταλέντο και τον χαρακτήρα για να πετύχει».
Τα χρήματα της Άστον Βίλα ξεπέρασαν το ποσό των 22 εκατομμυρίων λιρών που είχαν δαπανηθεί το καλοκαίρι του 2019 για τον Βραζιλιάνο Γουέσλι, ο οποίος όμως τον Ιανουάριο του 2020 τραυματίστηκε σοβαρά στο γόνατο, πριν σκοράρει πέντε φορές (κι ενώ μόλις έξι από τα 41γκολ της Βίλα προήλθαν από τους επιθετικούς της…).
Μία αλλαγή θέσης, αλλά κυρίως, μία αλλαγή σκέψης ήταν αρκετές για να βάλουν την ελπιδοφόρα -αλλά για λίγο στάσιμη- καριέρα του Όλι Ουότκινς σε σωστή πορεία.
Ο επιθετικός της Άστον Βίλα, ο οποίος έλαμψε για πρώτη φορά στην Πρέμιερ Λιγκ με τρία γκολ κατά της Λίβερπουλ του Γιούργκεν Κλοπ, αποφάσισε πριν από χρόνια να μην επαναπαυτεί στα χαρίσματά του.
Επέλεξε να βγει από τη «comfort zone» του, δίχως άλλοθι και δικαιολογίες, και να ψάξει για νέες προκλήσεις. Αρχικά δεν το ήθελε, ωστόσο κατάλαβε πως μόνο έτσι μπορεί να αφήσει το σημάδι του.
Η πορεία του δεν είναι απλώς ένα success story ή μία «έμπνευση για τα όνειρα των συχνά “βιαστικών” νέων παικτών», όπως λέει ο προπονητής του στην Ουέστον, Ράιαν Νόρθμορ.
Στην καριέρα του αντιμετώπισε ερωτηματικά όχι τόσο για την αγωνιστικότητα ή τις ικανότητές του, αλλά περισσότερο για την πνευματική αντοχή του. Η συνέχεια συνάντησε αρμονικά τα απαιτούμενα στάνταρ της μοντέρνας εποχής του ποδοσφαίρου. Πολυδιάστατος, πρόθυμος για οτιδήποτε ζητήσει ο εκάστοτε προπονητής.
Ορεξάτος να αξιοποιήσει τα χαρίσματά του, να μην επαναπαυτεί σε αυτά. Υπάρχουν πολλοί ποδοσφαιριστές που διαθέτουν περισσότερο ταλέντο από εκείνον. Λίγοι, όμως, έχουν διάθεση προσαρμογών και διαφοροποίησης όσων έχουν στο μυαλό τους.
Πράγματα που όταν γίνουν δεύτερη φύση τους θα τους κάνουν πραγματικά ξεχωριστούς, εντός ή εκτός γηπέδου.
Ο επιθετικός της Άστον Βίλα προτιμά απλώς να παίξει, να εκφραστεί, αφήνοντας στην άκρη την «ετικέτα» της ακριβής τιμής του. Ο Όλι Ουότκινς έμαθε να κυνηγά όνειρα, όταν σταμάτησε να περιμένει τη μπάλα (και τις καταστάσεις) από τους άλλους.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Η αφοσίωση έβγαλε τον Τζέιμι Βάρντι από τον μικρόκοσμό του
Ο «καλύτερος κόσμος» του Μάρκους Ράσφορντ ήταν πάντα ένας δύσκολος δρόμος
Για τον Φιλ Φόντεν, το ποδόσφαιρο δεν ήταν ποτέ αρκετό…
Η ανεξάντλητη ωριμότητα της πρόωρης ενηλικίωσης του Τζουντ Μπέλινγκαμ
Ο Μάρβιν Σορντέλ «σκότωσε» τον παίκτη μέσα του, για να σώσει τον εαυτό του