Κάθε στιγμή, ακόμη και μία πράξη η οποία είναι ουσιαστικά άρνηση, κρύβει μία δόση ειλικρίνειας. Για τον Τζοσέπ Μαρία Μπαρτομέου, μία -ακόμη- παρόμοια στιγμή (δεν) ήταν η παραίτησή του.
Πρακτικός, αλλά με ιδιοτέλεια, μέχρι την τελευταία «πράξη» της αμφιλεγόμενης θητείας του στην προεδρεία της Μπαρτσελόνα, ο 57χρονος παράγοντας αποφάσισε για άλλη μία φορά να παραφράσει το περίφημο μότο του καταλανικού κλαμπ.
Το «Mes Que Un Club» είναι «ευαγγέλιο» για τους πιστούς φίλους της ομάδας. «Κάτι περισσότερο από ένας σύλλογος».
Για τον απερχόμενο Μπαρτομέου, τις περισσότερες φορές είχε σημασία ο εαυτός του. Δεν τόλμησε ποτέ να ξεστομίσει δημοσίως κάτι σαν «mes que un presidente», όμως η συμπεριφορά του το έδειξε.
Είχε τολμήσει, ωστόσο, να «τα βάλει» με τον άνθρωπο που κάθεται ακόμη στον «θρόνο» του «Καμπ Νου». Δεν είχε διστάσει να αμφισβητήσει τον Λιονέλ Μέσι. Αυτό από μόνο του έφτανε να τον καταστήσει ανεπιθύμητο, να τον θεωρήσει ως και «βλάσφημο» ενώπιον της παραδοσιακής κουλτούρας των «μπλαουγκράνα».
Η Βαρκελώνη, όμως, «χωρά» μονάχα έναν «βασιλιά» και ο Ισπανός επιχειρηματίας θέλησε να επιβληθεί απλώς λόγω θεσμικής ιδιότητας και όχι κερδίζοντας αναγνώριση και σεβασμό.
Η «πτώση» του ήταν το ίδιο «εκκωφαντική» όσο η αρχή της πορείας του. Η δεύτερη περιλάμβανε ζητωκραυγές μέσα στο γήπεδο, τόσο από παίκτες με φανέλες και σορτσάκια όσο και από τους οπαδούς.
Η αποχώρησή του συνοδεύτηκε από χαμόγελα ανακούφισης σε ένα ξενοδοχείο στο Τορίνο και από μερικές χειραψίες κουστουμαρισμένων συναδέλφων του, οι οποίοι είχαν πάψει από καιρό να είναι συνοδοιπόροι του…
Τα μαντάτα της παραίτησης του Τζοσέπ Μαρία Μπαρτομέου, το βράδυ της 27ης Οκτωβρίου 2020, βρήκαν τους παίκτες της Μπαρτσελόνα στην Ιταλία, λίγο πριν από τον αγώνα με τη Γιουβέντους για το Τσάμπιονς Λιγκ.
Ξάφνου, η κακή διάθεση από την προ τριών ημερών εντός έδρας ήττα στο «Clasico» από τη Ρεάλ Μαδρίτης άλλαξε. Αυτό φάνηκε από το πρώτο λεπτό στο χορτάρι, όπου η «Μπάρτσα» νίκησε την πρωταθλήτρια Ιταλίας.
Κανένας δεν γνωρίζει αν ο Μπαρτομέου πανηγύρισε έστω και λίγο το αποτέλεσμα. Πλέον θα του αναγνωριζόταν η συνεισφορά σε αυτό λόγω της φυγής του.
Αν το ίδιο βράδυ κάποιος τον ρωτούσε για την επιτυχία της σχεδόν έξι ετών θητείας του, θα απαντούσε μάλλον με εκείνον τον ειρωνικό τρόπο που συνήθιζε να αποκρίνεται στους επικριτές του ο Ζέλικο Παβλίτσεβιτς… «Two cups», κοινώς, «δύο κύπελλα» επέμενε να λέει ο Κροάτης προπονητής μπάσκετ για τις δύο κατακτήσεις Κυπέλλου Πρωταθλητριών (1986 με Τσιμπόνα, 1991 με Γιουγκοπλάστικα) έπειτα από κάθε μετέπειτα αποτυχία του.
«Δεκατρείς (ποδοσφαιρικοί) τίτλοι», θα μπορούσε να είναι η αντίδραση του 40ου προέδρου της Μπαρτσελόνα, ο οποίος προσπαθεί να αποτάξει πεισματικά από πάνω του την «ταμπέλα» του πιο αποτυχημένου «αφεντικού» των Καταλανών.
Με εκείνον στην καρέκλα, η «Μπάρτσα» κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα, τέσσερα Κόπα ντελ Ρέι, ένα Τσάμπιονς Λιγκ, δύο Σούπερ-Καπ Ισπανίας, ένα Ευρωπαϊκό Σούπερ-Καπ και ένα Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων.
Επί θητείας του, ο σύλλογος πανηγύρισε συνολικά 34 τίτλους (μαζί με τα τμήματα μπάσκετμπολ, χάντμπολ, χόκεϊ και ποδόσφαιρο σάλας), αλλά, στο πλάι της αναφοράς του ονόματός του θα πλανάται για καιρό ένα μεγάλο «όμως».
«Όμως η ποδοσφαιρική ομάδα δεν έχει κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ από το 2015», λένε πολλοί οπαδοί. «Όμως τα χρέη του συλλόγου αυξήθηκαν από 500 σε 820 εκατομμύρια ευρώ», θυμίζουν οι «πολιτικοί» αντίπαλοί του. «Όμως όλες οι μετεγγραφές (σ.σ.: αξίας ενός δισεκατομμυρίου) κρίθηκαν αποτυχημένες», λένε σε όλη την πόλη. «Όμως χάσαμε με 8-2 από τη Μπάγερν Μονάχου», θα θυμίζουν όλοι, μα όλοι…
Ο Τζοσέπ Μαρία Μπαρτομέου γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1963 στη Βαρκελώνη και αρχικά ήταν παίκτης μπάσκετμπολ των ακαδημιών της μισητής συμπολίτισσας Εσπανιόλ.
Φέρεται να τον διέγραψαν όταν τον είδαν να πανηγυρίζει ένα γκολ του Καράσκο για τη Μπαρτσελόνα σε τοπικό ντέρμπι και στα 11 του δοκίμασε να παίξει στους αγαπημένους του «μπλαουγκράνα». Από το 1974 είναι μέλος του συλλόγου.
Σε ηλικία 40 ετών, το 2003, ασχολήθηκε για πρώτη φορά με τα κοινά της «Μπάρτσα», καθώς με τον καλό φίλο του Σάντρο Ροσέλ, αποφάσισαν να στηρίξουν τον υποψήφιο πρόεδρο, Χοάν Λαπόρτα.
Δύο χρόνια αργότερα, κι ενώ είχε οριστεί υπεύθυνος για θέμα μπάσκετμπολ, αποχώρησε λόγω της διαφωνίας Λαπόρτα-Ροσέλ, για να επιστρέψει το 2010 ως αντιπρόεδρος, στο πλάι του δεύτερου. Στα γραφεία του συλλόγου όλοι γνώριζαν πως ο Μπαρτομέου έχει μεγάλη επιρροή στον Ροσέλ και η διαφαινόμενη δική του επιθυμία να καθίσει στην προεδρική καρέκλα ήταν «ανοικτό γράμμα».
Η «προαγωγή» του, πάντως, έγινε νωρίτερα, όταν το 2014 ανέλαβε τα ηνία του απερχόμενου Σάντρο Ροσέλ, ο οποίος κατηγορήθηκε για παράνομες οικονομικές συναλλαγές, παρατυπίες και αθέμιτες προμήθειες στην μετεγγραφή του Νεϊμάρ και στη συνέχεια βρέθηκε στη φυλακή.
Από τη μία μέρα στην άλλη, ο άλλοτε χαμηλού προφίλ Μπαρτομέου αρχίζει να δείχνει τις διαθέσεις του να «γαντζωθεί» από την καρέκλα του. Κάτι που έκανε μέχρι οι προσωπικές ανασφάλειές να τον οδηγήσουν στην παραίτηση.
Η πρακτικότητά του φάνηκε όταν στα μισά της σεζόν 2014-2015 προκήρυξε εκλογές για το καλοκαίρι. Το εντυπωσιακό «τρεμπλ» της ομάδας με τον Λουίς Ενρίκε στον πάγκο ήταν αρκετό ώστε να του χαρίσει το 54,6% των ψήφων και να ανανεώσει τη θητεία του για άλλα πέντε χρόνια.
Έκτοτε, ωστόσο, έγινε, κατά το κοινώς λεγόμενο, «βασιλικότερος του βασιλέως». Εξαρχής επιχείρησε να αλλάξει τόσο το αγωνιστικό, διοικητικό DNA του συλλόγου, αλλά και τη φημισμένη κουλτούρα του.
Απέτυχε, όμως, να διασφαλίσει την ομαλή μετάβαση του ποδοσφαιρικού τμήματος στη «μετά Γκουαρδιόλα» εποχή, με την αποχώρηση των Τσάβι και Ινιέστα και δεν πίστεψε ποτέ πραγματικά στην περίφημη «MSN» τριάδα των Μέσι, Λουίς Σουάρες και Νεϊμάρ.
Ταυτόχρονα, εκτός από συγκεντρωτικός, με την τοποθέτηση μόνο στενών και έμπιστων συνεργατών του σε καίριες θέσεις -παράγοντες που δύσκολα θα του έλεγαν «όχι»- έθεσε ως προτεραιότητα των «μπλαουγκράνα» τα κέρδη.
Στη θητεία του υπήρξαν πέντε αλλαγές προπονητών (η μία μάλιστα, με τον Ερνέστο Βαλβέρδε να απολύεται στα μέσα της χρονιάς με την Μπαρτσελόνα στην κορυφή της Λα Λίγκα και αντικαταστάτη τον Κίκε Σετιέν) και τέσσερις αθλητικών διευθυντών.
Εκτός των φίλων του, κανένας δεν τον εμπιστευόταν στη Βαρκελώνη. Είναι χαρακτηριστικό ότι ζήτησε από τον τότε αθλητικό διευθυντή, Ερίκ Αμπιντάλ, να απολύσει σε μία νύχτα τον Βαλβέρδε. Την επομένη έδιωξε και τον Γάλλο, «ο οποίος έπεσε πάνω στο ίδιο το σπαθί του», όπως έγραψε ο τοπικός Τύπος.
Μετά την επανεκλογή του το 2015 η Μπαρτσελόνα απέκτησε 29 παίκτες αντί ενός δισεκατομμυρίου, ενώ μετά την παραχώρηση του Νεϊμάρ στην Παρί Σ.Ζ. έναντι 222 εκατομμυρίων, δήλωσε ότι ο νεοφερμένος Ουσμάν Ντεμπελέ «είναι καλύτερος» από τον Βραζιλιάνο!
Ο Νεϊμάρ απάντησε με ένα σχόλιο σε ανάρτηση βραζιλιάνικου μέσου, στο οποίο έγραφε: «Ο πρόεδρος είναι ένα ανέκδοτο»…
Η πετυχημένη επιχειρηματική πορεία του δεν έδειχνε να είναι ανάλογη στο προεδρικό γραφείο του «Καμπ Νου».
Ο Μπαρτομέου είναι βασικός μέτοχος της εταιρίας Adelte Group, η οποία πραγματοποιεί κατασκευές σε αεροδρόμια και λιμάνια σε όλη τον κόσμο, προμηθεύοντας και οχήματα μεταφοράς μεγάλων φορτίων.
Είναι επίσης και διευθύνων σύμβουλος της Facility Services Group, ενός ομίλου εταιριών για τη συντήρηση τερματικών σταθμών αεροδρομίων, ο οποίος έχει κατασκευάσει τις κυλιόμενες σκάλες στο αεροδρόμιο της Βαρκελώνης και τις φυσούνες επιβίβασης και αποβίβασης στα αεροσκάφη.
Αυτή η ενασχόληση έχει χαρίσει στον 57χρονο παράγοντα το απαξιωτικό παρωνύμιο «θυρωρός». Ωστόσο, ο ίδιος φρόντιζε να έχει πάντα στη δική του κατοχή τα «κλειδιά» κάθε δραστηριότητάς του.
Οι επικριτές του τον κατηγόρησαν για εγωπάθεια και συγκεντρωτισμό, που όχι μόνο οδήγησε σε αγωνιστική «κατηφόρα» το κλαμπ, αλλά κηλίδωσε και το γόητρο του συλλόγου.
Τον Απρίλιο του 2020, έξι στελέχη του Δ.Σ. της Μπαρτσελόνα παραιτήθηκαν, με σαφείς υπόνοιες για την «ύποπτη διαχείριση» του συλλόγου και την πολιτική του Μπαρτομέου.
Απορία προκάλεσε πως ένας εκ των μελών ήταν και ο Εμίλι Ρουσό, στενός συνεργάτης του και για αρκετούς πιθανός διάδοχός του στις εκλογές του 2021
Η αρχική αναφορά ήταν αγωνιστική, για τις αποτυχημένες επιλογές παικτών όπως οι Ντεμπελέ, Αλέις Βιδάλ, Αρντά Τουράν, Μάλκομ, αλλά και οι Αντουάν Γκρεζμάν και Κοουτίνιο.
Στη συνέχεια του χρέωσαν την «απραξία» της ακαδημίας «Μασία», καθώς τα τελευταία χρόνια μόνο ο Ανσού Φατί κατόρθωσε να ξεπηδήσει από τα τμήματα υποδομής και να σταθεί στην πρώτη ομάδα.
Παράλληλα, του καταλόγισαν κακοδιαχείριση, έχοντας καλύψει ποσοστό 70% του προϋπολογισμού με υψηλά συμβόλαια και ακριβούς μισθούς των παικτών. Ο ίδιος, ακόμη και την ημέρα που αποχώρησε, επέμεινε να απαντά με «μαθηματικά» στις κατηγορίες της διαφθοράς που έφεραν και την πρόταση μομφής 20.000 μελών.
Ανέφερε ότι τα ετήσια έσοδα του κλαμπ άγγιξαν το ένα δισεκατομμύριο και εξήγησε πως «λόγω του κορονοϊού υπήρξε απώλεια της τάξεως του 70% από το προβλεπόμενο ποσό». Όμως μία άλλη «εξίσωση» τον ζημίωνε ιδιαιτέρως.
Από τα 500 εκατομμύρια χρέη που βρήκε, έφτασε το ποσό στα 820 εκατομμύρια, δεν ολοκλήρωσε το «Espai Barca», έργο ανακαίνισης του «Καμπ Νου» και το όνομά του, όπως και του προκατόχου του, συμπεριλήφθηκε σε δικογραφίες…
Τα «λαϊκά δικαστήρια» οπαδών και Τύπου για την αγωνιστική εικόνα ή τη διαχείριση της υπόθεσης του Λιονέλ Μέσι, ο οποίος στις 25 Αυγούστου 2020 έστειλε φαξ στη διοίκηση απαιτώντας να αποχωρήσει ως ελεύθερος, δεν δείχνουν τίποτα μπροστά στο επίμονο βλέμμα της δικαιοσύνης.
Η διοίκηση των «μπλαουγκράνα» βρέθηκε στα δικαστήρια και συμβιβάστηκε να πληρώσει πρόστιμο πέντε εκατομμυρίων ευρώ, ως ουσιαστική παραδοχή φοροδιαφυγής για την υπόθεση Νεϊμάρ. Κάτι που οδήγησε στην άρση των κατηγοριών για τον Σάντρο Ροσέλ, τον Βραζιλιανο σταρ και τον ίδιο τον πρόεδρο.
Ο Τζοσέπ Μαρία Μπαρτομέου φέρεται ο κύριος υπεύθυνος του λεγόμενου «Barcagate», ενός σκανδάλου διαφθοράς. Σύμφωνα με τις έρευνες της εισαγγελίας, παρατηρήθηκε υπερτιμολόγηση ύψους 600% στη συμφωνία της Μπαρτσελόνα με την εταιρία I3 Ventures, για τη διαχείριση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης του συλλόγου.
Μία επιπλέον και αντίστοιχα σοβαρή κατηγορία είναι πως ο Μπαρτομέου επιθυμούσε από την εν λόγω εταιρία τη δημιουργία ψεύτικων προφίλ, ώστε να δυσφημούν στα social media τόσο τους υποψήφιους αντιπάλους του όσο και τους Μέσι και Ζεράρ Πικέ, οι οποίοι είχαν σταθεί πολλές φορές απέναντί του!
Η βεντέτα Μπαρτομέου-Μέσι συνεχίστηκε με την απαίτηση του Αργεντινού να αποχωρήσει και την υπενθύμιση του 57χρονου παράγοντα για τη ρήτρα των 700 εκατομμυρίων ευρώ για μετεγγραφή του. Η κατάσταση ήταν εκατέρωθεν επιεικώς άκομψη, όμως αυτό λίγο ενδιέφερε το ήδη «πληγωμένο» προφίλ του ισχυρού(;) άνδρα του συμβουλίου.
Ο Μπαρτομέου, αν και στις επόμενες εκλογές δεν έχει δικαίωμα να είναι υποψήφιος, σκέφτηκε απλώς πως δεν έχει τίποτα να χάσει και δεν υπήρχε περίπτωση να συνδέσει το όνομά του με την αποχώρηση (με αντάλλαγμα ή μη) του κατά πολλούς κορυφαίου παίκτη στην ιστορία της Μπαρτσελόνα.
Ο Μέσι παρέμεινε στην Καταλονία, εμφανώς ενοχλημένος, για τη σεζόν 2020-2021, τελευταία του συμβολαίου του. Η παραίτηση του Μπαρτομέου, βεβαίως, ενδεχομένως να αλλάξει τη στάση του και τις τάσεις φυγής του.
Ο Αργεντινός σταρ δεν θέλησε να οδηγηθεί στα δικαστήρια με τη «Μπάρτσα», όμως προφανώς ικανοποιήθηκε με τα νέα της πρότασης μομφής που άρχισε ο εκ των υποψηφίων για την προεδρεία, Τζόρντι Φαρέ.
Τη διαδικασία υποστήριξε και ο Βίκτορ Φοντ, που θεωρείται φαβορί στις εκλογές λόγω της υπόσχεσής του να προσλάβει ως νέο προπονητή τον άλλοτε αρχηγό, Τσάβι.
Συγκεντρώθηκαν οι 20.687 υπογραφές που απαιτούνταν (5.000 περισσότερες από όσες επιτάσσει ο κανονισμός) και άρχισε το δυσκολότερο «ματς» του προέδρου, για την αποπομπή του.
Ο Μπαρτομέου, πάντως, σκεπτόμενος εκ νέου εγωιστικά, δεν θέλησε καν να εξετάσει το ενδεχόμενο να γίνει ο πρώτος πρόεδρος στα 121 χρόνια της Μπαρσελόνα που θα «έπεφτε» με αυτό τον ατιμωτικό τρόπο (στις δύο περασμένες ψηφοφορίες μομφής η διαδικασία είχε απορριφθεί)…
Αρχικά, σκέφτηκε τις επιλογές «αντεπίθεσης»…
Κατήγγειλε στην αστυνομία ότι πολλές από τις υπογραφές ήταν πλαστές(!), όμως η έρευνα δεν επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς του. Στη συνέχεια, στράφηκε στην κυβέρνηση της Καταλονίας, ζητώντας τη χρονική μετάθεση της διαδικασίας, λόγω της πανδημίας και της δικαιολογίας περί αδυναμίας πολλών ηλικιωμένων μελών να προσέλθουν για να ψηφίσουν.
Η τακτική του για άλλη μία φορά αποδείχθηκε ανεπιτυχής και αποφάσισε να αποχωρήσει μόνος του, αν και λίγοι στην πόλη πιστεύουν τη δική του εκδοχή, ότι το κάνει με το κεφάλι ψηλά.
Στην ανακοίνωση της υπό μεγάλης πίεσης παραίτησής του, ο Τζόσεπ Μαρία Μπαρτομέου αποκάλυψε ότι η Μπαρτσελόνα είναι σε επαφές για να λάβει μέρος στην υπό συζήτηση (και αξίας 4,6δισ. ευρώ «κλειστή») Ευρωπαϊκή Πρέμιερ Λιγκ, με τις κορυφαίες ομάδες της ηπείρου.
Ο πρόεδρος της Λα Λίγκα, Χαβιέρ Τέμπας, απάντησε ότι «οι ισχυρισμοί του επιβεβαιώνουν την άγνοιά του για την ποδοσφαιρική βιομηχανία».
Πιθανή «μετακόμιση» από το Τσάμπιονς Λιγκ σε αυτή τη λίγκα (η οποία επιθυμεί αγώνες κάθε Σαββατοκύριακο και μετάθεση των εγχώριων πρωταθλημάτων μεσοβδόμαδα) απαιτεί έγκριση από 110.000 μέλη, αλλά και τους κατόχους διαρκείας του συλλόγου.
Και ακόμη κι αν υλοποιηθεί το σχέδιο που είχε στηρίξει και ο Καρλ-Χάιντς Ρουμενίγκε της Μπάγερν, δεν πρόκειται να εκκινήσει πριν από το 2024.
Για την ώρα, εν αναμονή της προκήρυξης της ημερομηνίας των εκλογών, η Μπαρτσελόνα έχει διαχειριστική διοίκηση -χωρίς πολλές αρμοδιότητες ή ευχέρεια σημαντικών αποφάσεων- με επικεφαλής τον 69χρονο Κάρλες Τούσκετς. Ο φημισμένος καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο της πόλης είναι επίσης διακεκριμένος τραπεζίτης, είχε διατελέσει ταμίας της ομάδας το 1978, με πρόεδρο τον Νιούνιεθ και θεωρείται καθοριστικός παράγοντας της απόκτησης του Ντιέγκο Μαραντόνα, το 1982.
Ο Τύπος της Καταλονίας αναφέρει ότι φαβορί στις εκλογές θα είναι ο 47χρονος Βίκτορ Φοντ, με δεύτερο επικρατέστερο τον άλλον πρόεδρο και με ιδιαιτέρως επιτυχημένη θητεία, Χοάν Λαπόρτα.
Ο Τζόρντι Φαρέ αναμένεται να διεκδικήσει το χρίσμα, ενώ έχουν ακουστεί και τα ονόματα των Αγκούστι Μπενεντίτο και Τόνι Φρέισα.
Ο άλλοτε συνεργάτης του Μπαρτομέου, Εμίλι Ρουσό, πάντως, φιλοδοξεί να παρουσιάσει ένα ψηφοδέλτιο με κοινές υποψηφιότητες, δίχως να είναι επισήμως γνωστή η πρόθεση για τη σύνθεσή του.
Η, ουσιαστικά, «μιάμιση» θητεία του Τζόσεπ Μαρία Μπαρτομέου την προεδρεία της Μπαρτσελόνα τον άλλαξε. Ίσως απλώς έβγαλε από μέσα του τον εγωκεντρικό χαρακτήρα του.
Από ένας εργασιομανής στο πλευρό του Ροσέλ παράγοντας έγινε παντογνώστης πριν καν βιώσει τις αντίστοιχες εμπειρίες.
Το κοινό των «μπλαουγκράνα» εκτιμά ότι απομάκρυνε τη «Μπάρτσα» από τις διαχρονικές (κοινωνικές, αγωνιστικές και επικοινωνιακές) αξίες της.
Τον κατηγορούν πως αντί να βασιστεί πάνω σε πεπατημένες, θέλησε να επιδιώξει πράγματα που δεν θα διατηρούσαν ξεχωριστό τον σύλλογο, αλλά θα έκαναν τον ίδιο ιδιαίτερο.
Προστάτευσε την υστεροφημία του το 2014, όταν παρά τα σκάνδαλα του Ροσέλ, εκείνος κατόρθωσε να μην εμπλακεί στην υπόθεση. Η λατρεμένη του εξουσία, ωστόσο, τον (δι)έφθειρε…
Δεν θέλησε καν να συζητήσει εξαρχής το ενδεχόμενο της παραίτησης διότι, όπως είχε αναφέρει στο Radio BBC Live 5 το 2019, «έχω ανάγκη να αφήσω το κλαμπ σε μία καλή θέση και να μπορώ να πω στον επόμενο ότι “αυτή είναι η κληρονομιά μας”».
Η αποχώρηση ήταν για τον Μπαρτομέου η εύκολη λύση. Εξελίχθηκε, όμως, στην αναγκαία λύση.
Οι «αντιρρησίες» του λένε και ξαναλένε ότι χαράμισε τα τελευταία καλά ποδοσφαιρικά χρόνια του Μέσι. Ο Αργεντινός σταρ, όμως, θαρρεί κανείς ότι στέκεται πια με το πούρο της νίκης στα χέρια, κοιτάζοντας τον 57χρονο να αποχωρεί σκυφτός και ταπεινωμένος.
Ο «Λίο», άλλωστε, στη συνέντευξη της παραμονής του στο «Καμπ Νου» και στην αναφορά στην πολιτική του Μπαρτομέου, είχε δηλώσει πως «δεν υπάρχει πλάνο. Υπάρχουν ταχυδακτυλουργικά κόλπα και οι τρύπες κλείνουν με ό,τι γίνει στην τύχη»…
Τα «μαγικά» του, πρώην πια, προέδρου, είχαν τελειώσει οριστικά όταν εκείνος αποφάσισε να τα στρέψει πάνω στον Μέσι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Ευθύμης Ρεντζιάς: «Διαφορετική Κουλτούρα»
Ο Ανσού Φατί (δεν) είναι συνηθισμένος έφηβος…
Ο «καλός, κακός και “άσχημος”» Κίκε Σετιέν δεν θέλει να είναι «πιόνι»