Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, η Τιφλίδα ήταν ούτως ή άλλως ένα αντιφατικό μέρος, γεμάτο διλήμματα. Οι απορίες συντρόφευσαν άμεσα και έναν νέο που γεννήθηκε στην πόλη.
Οι κάτοικοί της άρχισαν να αισθάνονται το βάρος του «χρέους» να νιώθουν Σοβιετικοί ή την απελευθέρωση να αναζητούν κάτι πιο ξεχωριστό, κάτι πιο ανεξάρτητο.
Από το 1988, οι εξεγέρσεις απαιτούσαν την ανεξαρτησία της Γεωργίας από την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών. Αυτό έγινε το 1991, με τη διάλυση της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ..
Ο Ζάζα Πατσούλια, αν και σε παιδική ηλικία, άρχισε να τα καταλαβαίνει όλα ιδιαιτέρως νωρίς. Ωστόσο, είχε στο μυαλό του κυρίως τα δικά του διλήμματα. Το πρώτο, σε ένα σπίτι με την αθλητική αύρα να καλύπτει κάθε ερώτηση «Γεωργιανός ή Σοβιετικός;», αφορούσε το μέλλον του.
Ο μακαρίτης πια πατέρας του επιθυμούσε διακαώς να δει τον κανακάρη του ως παλαιστή. Η μητέρα του, όμως, άλλοτε παίκτρια μπάσκετμπολ της Εθνικής της Σοβιετικής Ένωσης, του «κληρονόμησε» τελικά την αγάπη για την πορτοκαλί «θεά».
Ο μπαμπάς Πατσούλια θύμωσε, αλλά αποδέχθηκε τη γυναικεία «εξουσία». Ο μικρός Ζάζα θεώρησε πιο ελκυστική τη θέα της φωτογραφίας ενός παίκτη στο παρκέ, αντί για την ολόσωμη φόρμα της πάλης.
Ακόμη κι έτσι, πάντως, οι προσωπικές απορίες του μικρού Ζάζα δεν σταμάτησαν εκεί.
Τα όνειρά του δεν περιλάμβαναν απλώς νίκες, τρόπαια, φανέλες και μπασκετικά παπούτσια, αλλά και… κοστούμια, συσκέψεις.
Ο Ζάζα Πατσούλια αποχώρησε από την ενεργό δράση το καλοκαίρι του 2019, φορώντας ως τελευταία ομάδα της 16ετούς καριέρας του στο ΝΒΑ τη φανέλα των Ντιτρόιτ Πίστονς.
Μερικές ημέρες αργότερα, τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, αποδέχθηκε τον ρόλο του συμβούλου που του πρότειναν οι Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς, ομάδα με την οποία στη διετία που αγωνίστηκε κατέκτησε δύο τίτλους (2017, 2018), υπό τις οδηγίες του κόουτς Στιβ Κερ.
«Πάντα θεωρούσα το μπάσκετμπολ κάτι σαν επιχείρηση. Είναι διασκέδαση, είναι σόου-μπίζνες και κάτι πολύ σοβαρό», εξήγησε σε συνέντευξή του στην ιστοσελίδα Forbes.
Η ανάπτυξη και το ταλέντο του πίσω στη Γεωργία, στα παιδικά χρόνια του, όμως, δεν τον άφησαν να επικεντρωθεί μόνο στα σπορ. Αφοσιωνόταν σε ό,τι έκανε και σε όποια ομάδα αγωνιζόταν, αλλά είχε κι άλλες φιλοδοξίες.
Στην ίδια συνέντευξη αποκάλυψε πως «από μικρή ηλικία ήμουν αποφασισμένος να μάθω, να πετύχω και στο μυαλό μου ονειρευόμουν να γίνω επιχειρηματίας και όχι επαγγελματίας αθλητής»!
Αυτή η νοοτροπία τον ακολούθησε όλα τα χρόνια, έστω και αν το σχολείο, λόγω της κλίσης και της πρόωρης επιτυχίας στο μπάσκετμπολ, δεν έγινε προτεραιότητά του.
Το καλοκαίρι του 1998, όταν ο Ζάζα ήταν 14 ετών, έχασε τον πατέρα του… Η μητέρα του εργαζόταν σε διάφορες δουλειές για να τα βγάλει πέρα και ο Πατσούλια, ως μοναχοπαίδι, ήξερε πως πρέπει να τη βοηθήσει.
«Δεν είχα χρόνο να μείνω παιδί και όφειλα να ωριμάσω νωρίτερα, να προστατεύσω την μαμά μου», έχει τονίσει. «Δεν είχαμε χρήματα για να σπουδάσω σε ιδιωτικό/αθλητικό σχολείο και ο στόχος του ντραφτ του ΝΒΑ άρχισε να απομακρύνεται.
Μόλις μερικούς μήνες νωρίτερα, ωστόσο, τον είχε αποκτήσει η τουρκική Ούλκερ, προσφέροντάς του δυνατότητα να κερδίσει χρήματα από τα εφηβικά χρόνια του.
Στην Κωνσταντινούπολη άρχισε να καταλαβαίνει την αξία του χρήματος. Αρχικά για την επιβίωση και στη συνέχεια για μία πιο άνετη ζωή, κυρίως για την μητέρα του.
Η παρουσία του στην Τουρκία, μαζί με τις εμφανίσεις του με τις «μικρές» εθνικές της Γεωργίας, του επέτρεψε να στρέψει πάνω του βλέμματα από τις Η.Π.Α..
Η πρώτη σκέψη του για φοίτηση σε πανεπιστήμιο δεν υλοποιήθηκε και το 2003, στα 19 του, οι Ορλάντο Μάτζικ τον επέλεξαν στο Νο42 του ντραφτ.
Έπειτα από μία μάλλον απαρατήρητη ρούκι σεζόν (μ.ό. 3,3π.-2,9ριμπ. σε 11,3΄) στη Φλόριντα, παραχωρήθηκε με ανταλλαγή στο Μιλγουόκι, όπου σχεδόν διπλασίασε τις επιδόσεις του (6,2π.-5,2ριμπ.-18.9΄).
Οι Μπακς δεν ανανέωσαν το συμβόλαιο πρωτοεμφανιζόμενου (διάρκειας 2+2 ετών), αλλά ο Πατσούλια βρήκε μία εξαιρετική συμφωνία στην Ατλάντα, υπογράφοντας το 2005 για τέσσερα χρόνια, αντί 16 εκατομμυρίων δολαρίων!
Όπως οι περισσότεροι νέοι άνθρωποι αντιδρούν σε υψηλές αμοιβές και τόσα πολλά χρήματα, ο Ζάζα παραδέχθηκε ότι «αγόρασα πολλά πράγματα τα οποία, στην πραγματικότητα, δεν τα είχα ανάγκη. Απλώς μπορούσα να τα αγοράσω…».
Ήταν 24 ετών, πάντως, όταν πήρε ένα καλό επιχειρηματικό μάθημα, έπειτα από μία αποτυχημένη επένδυση στην Ατλάντα, όπου ο κόσμος τον λάτρευε και ο Τύπος ανέφερε πως «αν το θέλει, μπορεί να… θέσει υποψηφιότητα για δήμαρχος!».
Ακόμη και ως μέλος της «επιχείρησης» του ΝΒΑ, το μυαλό του Ζάζα Πατσούλια «ταξίδευε» συχνά στην Γεωργία. Ήταν η νοσταλγία για την διασκέδαση που λατρεύουν οι συμπατριώτες του.
Παράλληλα, ήταν η ιδέα και η πρώτη ευκαιρία να υλοποιήσει τις επιχειρηματικές ιδέες του, στην Ατλάντα, όπου άνοιξε δύο εστιατόρια. «Πάντοτε ήθελα να ανοίξω το δικό μου εστιατόριο», θυμάται.
Το «Buckhead Bottle Bar» απέτυχε… Ο χώρος ήταν σε φημισμένη τοποθεσία. Αλλά το όνομά του δεν αρκούσε. Επιχειρηματικό πλάνο δεν υπήρχε και ο Γεωργιανός σέντερ πίστευε πως η δική του φήμη έφτανε.
Ο ίδιος δεν ήταν εκεί και παραδέχεται πως «δεν ήμουν όσο προετοιμασμένος απαιτούνταν για μία τέτοια επένδυση. Δεν πήγα ποτέ στους χώρους, πριν ανοίξουν τα εστιατόρια».
Η χασούρα, σε βάθος διετίας, έγινε μεν «καμπανάκι», όμως δεν «πλήγωσε» ιδιαιτέρως τον τραπεζικό λογαριασμό του. Ήταν στο αποκορύφωμα της καριέρας του, με εγγυημένο εισόδημα.
Τον Ιούλιο του 2009 υπέγραψε νέο τετραετές συμβόλαιο με τους Χοκς, αντί 19 εκατομμυρίων.
Πλέον, διαπιστώνει πως «ήμουν τυχερός που εκείνη η πρώτη επενδυτική προσπάθεια απέτυχε όσο ήμουν νέος. Είχα ακόμη υψηλά έσοδα και έμαθα το μάθημά μου».
Έχοντας χάσει περισσότερα από 100.000 δολάρια, το επιχειρηματικό πλάνο του άλλαξε, επενδύοντας σε ξενοδοχεία στην Γεωργία, κάτι «που μου άνοιξε τα μάτια και το μυαλό. Από τότε άρχισα να σκέφτομαι περισσότερο και “έξω από το κουτί”, έξω από τα συνηθισμένα».
Είχε καταλάβει ότι δεν ισχύει απαραίτητα ο κανόνας «τα λεφτά φέρνουν λεφτά». Χρειαζόταν γνώση. Κυρίως, χρειαζόταν να κάνει πράγματα που καταλαβαίνει και πιστεύει.
Από τη θητεία του στο ΝΒΑ κέρδισε περισσότερα από 60 εκατομμύρια δολάρια, ωστόσο δεν ήθελε η «δεύτερη καριέρα» του να είναι σε ρόλο εκείνου που απλώς μοιράζει χρήμα.
Ο Πατσούλια άρχισε να συμπληρώνει αιτήσεις για διαδικτυακά μαθήματα σε μεγάλα πανεπιστήμια της Αμερικής ή για καλοκαιρινή φοίτηση. Οι «θυσίες» για το μπάσκετμπολ δεν του έδωσαν το περιθώριο να σπουδάσει, αλλά το «ποτέ δεν είναι αργά» είναι μάλλον διάσημο σε όλες τις γλώσσες…
Αν και οικογενειάρχης, «έκλεβε» χρόνο από τη σύζυγό του, Τίκα, τους δύο γιους και την κόρη τους για να γίνει φοιτητής στα πρώτα «-άντα». «Ήθελα να μάθω, να συναντήσω ανθρώπους σε σεμινάρια. Η περιουσία και ένα γνωστό όνομα δεν είναι αρκετά», εξηγούσε.
Βρέθηκε στα θρανία του φημισμένου Χάρβαρντ τρεις φορές, για μαθήματα Διοίκησης Επιχειρήσεων. Όταν αγωνιζόταν στην Ατλάντα έκανε μαθήματα στο πανεπιστήμιο Ίμορι, ενώ το καλοκαίρι του 2020 παρακολούθησε μερικές τάξεις στο Στάνφορντ.
Στο τελευταίο, στην Καλιφόρνια, συνάντησε τον καθηγητή Αθλητικού Μάνατζμεντ, Τζορτζ Φόστερ και μαζί του συζήτησε τις ιδέες που έχει για να επεκτείνει το χαρτοφυλάκιο των επενδύσεών του, μοιράζοντας τον χρόνο του με τη θέση του συμβούλου στους Ουόριορς.
Ξεκαθαρίζοντας ότι «σε κάθε επένδυση επιθυμώ να εμπλέκομαι πραγματικά. Για να χρηματοδοτήσω κάτι, θέλω να γνωρίζω το σκεπτικό των ανθρώπων και να μην επικεντρωνόμαστε απλώς στο κέρδος, αλλά και στους ανθρώπους».
Ο τουρισμός και τα μεσιτικά γραφεία είναι πια στην κορυφή της λίστας των εταιριών του, δίχως να παραλείπει να ενισχύει το μπάσκετμπολ στην πατρίδα του.
Είναι ιδιοκτήτης ξενοδοχείων στην Γεωργία, ενώ εξακολουθεί να χρηματοδοτεί την «Shoot360», μία ακαδημία η οποία κάθε χρόνο διδάσκει τα μυστικά του αθλήματος σε 700 παιδιά.
Ο Πατσούλια έχει ενεργό ρόλο. Μάλιστα, ήταν δική του ιδέα κάθε δίωρη προπόνηση να συνοδεύεται από 45 λεπτά μάθημα αγγλικών, προκειμένου τα πιτσιρίκια της χώρας του να αποκτούν όλες τις βάσεις για να ονειρεύονται, όπως εκείνος, μία αθλητική, ακαδημαϊκή ή άλλη επαγγελματική καριέρα στο εξωτερικό.
Πρόσφατα συνεργάστηκε και με την εταιρία υποδημάτων Crosty της Γεωργίας, για τη διανομή των προϊόντων της και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας λόγω του κορονοϊού, παρά τις κατά τόπους καραντίνες και τα λοκντάουν, οι 300 υπάλληλοι των ξενοδοχείων του διατήρησαν τις θέσεις τους ακόμη και τις περιόδους που οι χώροι έκλειναν και λάμβαναν κανονικά τους μισθούς τους!
Το ίδιο συνέβη και με τους προπονητές και τους υπεύθυνους της ακαδημίας μπάσκετμπολ, οι οποίοι ακόμη και δίχως άδεια προπονήσεων, παρέμειναν απασχολημένοι για οργανωτικά ζητήματα και δεν έχασαν κανένα μηνιάτικο.
Κινήσεις με τις οποίες ο Ζάζα επιβεβαίωσε την πρόθεσή του -παράλληλα φυσικά με τις «νίκες» και στον επιχειρηματικό «στίβο»- να βοηθά τους ανθρώπους.
Η ανάληψη του ρόλου συμβούλου στην ομάδα του Γκόλντεν Στέιτ, λίγο μετά την απόσυρσή του, έδωσε στον Ζάζα Πατσούλια να καταλάβει ότι το οργανωτικό μυαλό του μπορεί να αποδώσει σε πολλά πεδία.
Ως μπίζνεσμαν και παράγοντας, αποκτά ηγετικό ρόλο. Έναν ρόλο που δεν είχε στα χρόνια του στο παρκέ. Ο Γεωργιανός δεν υπήρξε ποτέ «φανταχτερός» και χαρισματικός παίκτης, στα 1.171 ματς που πάτησε παρκέ στην αμερικανική λίγκα.
Έβγαλε το «μεροκάματό» του στο ΝΒΑ ως ρολίστας. Δεν πρόσφερε «λαμπερά» και «φουσκωμένα» στατιστικά (μ.ό. καριέρας 6,8π.-5,8ριμπ.). Όμως σε κάθε ομάδα του (Ορλάντο, Μιλγουόκι, Ατλάντα, Ντάλας, Γκόλντεν Στέιτ, Ντιτρόιτ) χάρισε σκληράδα που στο σύγχρονο μπάσκετμπολ μοιάζει με ξεχασμένη «τέχνη».
Έπειτα από ένα επεισόδιο με τον Κέβιν Γκαρνέτ, ο τύπος τού «κόλλησε» το παρωνύμιο «Balboa». Ένα περιστατικό με τον Κουάι Λέοναρντ, σε αγώνα Ουόριορς-Σπερς για τους δυτικούς τελικούς των πλέι οφς του 2017, το έκανε «εχθρό» σε κάθε σημείο των Η.Π.Α. εκτός του Γκόλντεν Στέιτ.
Σε χρονικό σημείο που το Σαν Αντόνιο είχε προβάδισμα με μεγάλη διαφορά, ο Πατσούλια έβαλε άτσαλα το πόδι κάτω από τον Λέοναρντ, που είχε σουτάρει, και ο τότε σταρ των Τεξανών τραυματίστηκε και αποχώρησε.
Οι Ουόριορς ανέτρεψαν τη διαφορά και χωρίς τον Κουάι στο γήπεδο, προκρίθηκαν με 4-0 νίκες. Ο Γεωργιανός σέντερ, ο οποίος έλαβε θανατικές απειλές για εκείνον και την οικογένειά του στα social media, αρνείται πεισματικά ότι το έκανε ηθελημένα…
Το «άγριο» παρουσιαστικό του Ζάουρ, όπως ήταν το όνομα με το οποίο γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1984 στην Τιφλίδα (πριν το αλλάξει επισήμως σε Ζάζα) δεν έχει καμία σχέση με τον άνθρωπο εκτός γηπέδων ή τον επιχειρηματία Πατσούλια.
Ο ίδιος μπορεί να κοιτάζεται με καμάρι στον καθρέφτη του, επαναλαμβάνοντας στον εαυτό του ότι δεν είναι μόνο περήφανος για τους τίτλους ή τα εκατομμύρια στον λογαριασμό του, αλλά για την οικογένειά του.
Το λέει και όταν ρωτά τα τρία παιδιά ποιος είναι ο αγαπημένος παίκτης τους… Ακόμα και όταν ο Νταβίτ απαντά «ο Στεφ Κάρι», ο Σαμπά αποκρίνεται «ο Κέβιν Ντουράντ» και η Μάριαμ λέει με παιχνιδιάρικο χαμόγελο «ο Κλέι Τόμπσον»!
Ο Πατσούλια δεν είναι ο καλύτερος παίκτης ούτε στο… σπίτι του, καθώς και η σύζυγός του, Τίκα, ήταν πετυχημένη χορεύτρια στο Εθνικό Μπαλέτο της Γεωργίας. Ωστόσο, αυτό διόλου δεν τον πειράζει.
Ο παλαίμαχος πλέον σέντερ γνωρίζει ότι η χάρη που του έλειπε με τη μπάλα στα χέρια μπορεί να αναπληρωθεί με την αφοσίωση. Είτε αυτή αφορά ένα «χαμένο» ριμπάουντ ή τη βοήθεια στη μελέτη των παιδιών του. Είτε αυτή είναι το προσόν του για την «επόμενη ζωή» του στις επιχειρήσεις ή μία καλή συμβουλή σε νέους παίκτες ή τους υπαλλήλους του.
Στο ξύλινο δάπεδο του μπάσκετμπολ έμενε συνήθως στο παρασκήνιο, ως ρολίστας. Επισημαίνοντας πως «πάντα πρέπει να δίνεις το μάξιμουμ του εαυτού σου, μέσα και έξω από το γήπεδο. Στο ΝΒΑ που είναι μπίζνες, αλλά και σε ό,τι άλλο κάνεις».
Η υπόλοιπη ζωή του, πάντως, τον θέλει σε ρόλο πρωταγωνιστικό. Αν και ο ίδιος παραμένει «μαθητής» και κάθε πρωινό του μοιάζει με «business as usual» και «μία ακόμη μέρα στο (οποιοδήποτε) “γραφείο”».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Γιώργος Παυλίδης: Δύο καριέρες, μία ζωή / Κώστας Χαρίσης: Η άλλη ζωή
Ανδρέας Γλυνιαδάκης: Όταν σβήνουν τα φώτα / Πώς χρεοκοπούν οι αθλητές
Τάκης Καρατζουλίδης: Εναλλακτικές προτάσεις σπουδών μέσω αθλητισμού