Η (ποδοσφαιρική) αφοσίωση είναι λέξη χιλιοειπωμένη. Θαρρεί κανείς, συνηθισμένη στο στόμα, που «ξοδεύεται» και ξεστομίζεται εύκολα. Μονάχα που, στην πραγματικότητα, είναι καθήκον για λίγους.
Συχνά, είναι μία μοναχική υποχρέωση. Για τον Τιάγκο Ρες, ωστόσο, είναι μοναδική εμπειρία, από όποιο «μετερίζι» αποφασίζει να «ζει και να αναπνέει» για την αγαπημένη ομάδα του.
Για τον 33χρονο πρόεδρο της Σάντα Κρουζ, ο «ασπρόμαυρος» έρωτας για τους «Galo», έχει υπάρξει και… ένοχη απόλαυση.
Δεν υπάρχουν πολλοί που να μπορούν να περηφανευτούν ότι έχουν υπηρετήσει ένα σύλλογο από πολλά πόστα. Ο Ρες όχι μόνο έχει το δικαίωμα να το ισχυριστεί, αλλά σχεδόν κάθε ιδιότητά του συνοδεύεται από ιστορικές στιγμές.
Ο Βραζιλιάνος δεν είναι απλώς ένας νεαρός και νεόκοπος παράγοντας, απρόθυμος να συμβιβαστεί με «πρωτόκολλα» συμπεριφοράς ή ενδυμασίας.
Είναι, αντίθετα, ένας πρόεδρος «κρυμμένος» -και σε καμία περίπτωση «φυλακισμένος» ή εγκλωβισμένος- στο κορμί ενός φανατικού οπαδού.
Είναι ο άνθρωπος που οδήγησε τη Σάντα Κρουζ, ομάδα τρίτης κατηγορίας της Βραζιλίας, στον παρθενικό τίτλο της ιστορίας της.
Η Futebol Clube Santa Cruz ιδρύθηκε το 1913 στην πόλη Σάντα Κρουζ ντο Αζούλ, μία περιοχή 130.000 κατοίκων, περίπου 150χλμ. μακριά από την πρωτεύουσα της πολιτείας του Πόρτο Αλέγκρε.
Με την κατάκτηση του τροπαίου στη διοργάνωση του Κυπέλλου Gaucha, στις 22 Δεκεμβρίου 2020, οι «Alvinegro» όχι μόνο πρόσθεσαν το μοναδικό τρόπαιο στην άδεια τροπαιοθήκη τους, αλλά απέκτησαν και το ιστορικό δικαίωμα της συμμετοχής στο Κύπελλο Βραζιλίας για πρώτη φορά.
Η Κρουζ είχε νικήσει 3-1 τη Σάο Χοσέ στον πρώτο τελικό, ηττήθηκε με το ίδιο σκορ στον επαναληπτικό και κέρδισε τον τίτλο, με σκορ 4-3 στη διαδικασία των πέναλτι.
Ο Τιάγκο Αντρέ Ρες μπορεί να αισθάνεται δικαιωμένος. Αν και ο ίδιος δεν νοιάζεται απλώς για τα «μεγαλεία» ενός θριάμβου. Η δική του αγάπη για τη Σάντα Κρουζ είναι ασυμβίβαστη. Είναι δίχως όρια.
Ο Ρες επισήμανε στην ιστοσελίδα «Globoesporte» πως «δεν θα μπορούσα να μην είμαι συγκινημένος! Το να είμαι πρόεδρος μίας επαρχιακής ομάδας είναι απλώς η ζωή μου.
»Το να βρίσκομαι εδώ και να παραλαμβάνω αυτό το τρόπαιο είναι μόνο η επιβεβαίωση της αγάπης μου για αυτό το κλαμπ».
Καταλήγοντας πως «θυσίασα πολλά στη ζωή μου για την ομάδα. Έκανα πολλές υποχωρήσεις, χωρίς όμως να το μετανιώνω ποτέ».
Το μυαλό του Τιάγκο Ρες, που κοιτάζει πάντα μπροστά και στο μέλλον, επέστρεψε εύλογα στο παρελθόν. Γύρισε πίσω στο 2012, σε μία άδεια εξέδρα…
Ήταν η 11η μέρα του Φεβρουαρίου 2012, στο «Estadio Olimpico Monumental» του Πόρτο Αλέγκρε.
Το αχανές γήπεδο των 51.081 θέσεων ήταν ούτως ή άλλως σχεδόν άδειο. Η χαμηλή δυναμικότητα της αντιπάλου κράτησε μακριά τους φιλάθλους της πανίσχυρης Γκρέμιο.
Λιγότεροι από επτά χιλιάδες φαν της βρέθηκαν στις κερκίδες. Ήταν το ματς το οποίο ο τοπικός Τύπος «βάφτισε» ως «τη μέρα που 6.734 ζητωκραύγασαν για την Γκρέμιο και… ένας για τους “Galo Carijo”»! Εκείνη την μέρα, ο Ρες ήταν απλώς «ο μοναχικός οπαδός στην εξέδρα των φιλοξενούμενων».
Ήταν ο μόνος μάρτυρας της ήττας της Σάντα Κρουζ με σκορ 4-1…
Ο ίδιος θυμάται ότι «φόρεσα ένα ουδέτερο μπλουζάκι και πήγα προς το γήπεδο. Προσπέρασα οπαδούς της Γκρέμιο σχεδόν απαρατήρητος και βρέθηκα στη σωστή θύρα… Μόλις έφτασα στην πόρτα, ρώτησα τον φύλακα αν έχουν ήδη μπει μέσα άλλοι φαν της Κρουζ». Ο υπάλληλος τού απάντησε πως «όχι, είσαι ο μόνος».
Ο Ρες μπήκε στο χώρο, σκέφτηκε ότι οι υπόλοιποι απλώς καθυστέρησαν. Όσο ο χρόνος περνούσε, αποφάσισε να πάει να καθίσει στο κέντρο της άδειας εξέδρας.
Ο φωτογραφικός φακός αποτύπωσε εκείνη την, τελικά, ιστορική στιγμή. Δεν απογοητεύτηκε. Μάλιστα, πανηγύρισε έξαλλα το προσωρινό προβάδισμα της ομάδας και παρά την εύκολη ήττα, αν και δεν «ξελαρυγγιάστηκε», δεν σταμάτησε να τραγουδά σχεδόν σε όλο τον αγώνα.
Ο λογαριασμός του Τιάγκο Ρες στην ιστοσελίδα Twitter τον αυτοπροσδιορίζει ως «δημοσιογράφο από εκπαίδευση, οπαδό της Σάντα Κρουζ από επιλογή».
Ο Τιάγκο λάτρεψε την ομάδα της πόλης από μικρή ηλικία. Εκείνο το απόγευμα στο Πόρτο Αλέγκρε, μόνος στην κερκίδα, ήταν 25 ετών, αλλά απολύτως συνειδητοποιημένος.
«Ήταν η πρώτη φορά που τραγουδούσα συνθήματα μόνος μου! Ήταν σαν να παρακολουθούσα έναν αγώνα από το σαλόνι του σπιτιού μου, χωρίς παρέα», αφηγείται.
Η αγάπη του για τους «Galo» δεν επηρεάστηκε ούτε όταν ξενιτεύτηκε στις Η.Π.Α., για να σπουδάσει δημοσιογραφία.
Μεταξύ μαθημάτων στο πανεπιστήμιο του Λος Άντζελες και της μερικής απασχόλησης ως διανομέας σε πιτσαρία, ξέκλεβε χρόνο να τρέξει ως τον υπολογιστή του για να βρει διαθέσιμο live streaming και να παρακολουθήσει κάποιο ματς.
Συχνά, επιχειρούσε να «προσηλυτίσει» τους συμφοιτητές του! Έπειτα από το παιχνίδι με τη Γκρέμιο, η σελίδα του στο Twitter κέρδισε 200 «ακόλουθους» σε λιγότερο από μία ώρα.
Όταν επέστρεψε στη Βραζιλία άρχισε να συνεργάζεται με την ιστοσελίδα Diario Gaucho Online.
Το 2014, σε ηλικία 27 ετών, άρχισε να εργάζεται ως υπεύθυνος Τύπου της αγαπημένης ομάδας του. Το 2013 η Σάντα Κρουζ είχε υποβιβαστεί στη δεύτερη κατηγορία και το 2018 βρέθηκε και στην τρίτη…
Την ίδια χρονιά, στο αποκορύφωμα της αγωνιστικής «κατηφόρας», ο Ρες δεν θέλησε να εγκαταλείψει την προσπάθεια λόγω των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων και αποφάσισε να αναλάβει τη διοίκηση.
«Ένας μοναχικός οπαδός που γίνεται πρόεδρος στην ομάδα που λατρεύει και κατακτά και το πρώτο τρόπαιο! Μοιάζει με το απόλυτο όνειρο. Ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα», σχολίασε ο Τιάγκο Ρες.
«Πάντα θα θυμάμαι τη σκηνή με την άδεια εξέδρα, γιατί η Σάντα Κρουζ είναι σπουδαία και πιο μεγάλη από αυτή τη μέρα, με μόνο έναν άνθρωπο στο πλευρό της… Όλα πήγαν καλά και αυτή είναι απλώς η αρχή του ονείρου», συμπλήρωσε.
Η «κούπα» του Federaco Gaucha de Futebol έγινε σχεδόν αναπαράσταση της φωτογραφίας του 2012.
Ο Ρες, κατά περίπου 12 κιλά πιο αδύνατος, την πήρε, κάθισε στο κέντρο μίας εξέδρας μόνος του και έβγαλε μία νέα, το ίδιο ιστορική αλλά και πιο θριαμβευτική φωτογραφία. Για τον ίδιο, βεβαίως, ακόμη και η πρώτη εικόνα περιλάμβανε μία δόση, μία ένδειξη και ενδεχομένως και μία αύρα (προσωπικού) θριάμβου.
Δίχως καμία διάθεση αλαζονείας ή μεγαλομανίας, ήταν στα δικά του μάτια και μόνο η επιβεβαίωση της στήριξής του.
Όλα τα υπόλοιπα ίσως να φέρνουν και σε κάτι από ένα «παραμύθι» του πιστού υποστηρικτή.
Εκείνου του παράξενου τύπου που σε κάθε ευκαιρία δίνει το παράδειγμα της προσωπικής πεποίθησής του, με λόγια, εικόνες και πράξεις, για την έννοια και την αξία της αφοσίωσης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Ο «θυρωρός» Τζοσέπ Μαρία Μπαρτομέου παρέδωσε τα κλειδιά της «άλλης» Μπαρτσελόνα (του)
Η ιδιοφυής (ποδοσφαιρική) «παραφροσύνη» του Λουτσιάνο Γκαούτσι
Angel City FC: Μία ομάδα… αγγελικά (και «χολιγουντιανά») πλασμένη
Μασάι Ουτζίρι: «Το παράδειγμα του ονείρου»
Ο Ζάζα Πατσούλια κατάλαβε ότι το ΝΒΑ είναι «μπίζνες», πριν γίνει επιχειρηματίας