Η αντίληψη δεν άλλαζε όποιος κι αν ήταν ο «ένοικος» του μεγάλου γραφείου του προπονητή στο προπονητικό κέντρο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, στο Κάρινγκτον. Κανένας παίκτης, όσο μεγάλο όνομα κι αν ήταν, δεν ήθελε να περάσει εκείνη την πόρτα. Η «πρόσκληση» θα σήμαινε πιθανότατα μπελάδες, κατσάδα, γκρίνιες, επιπλήξεις ή αποχαιρετισμό.
Αυτή η σκέψη δεν τρόμαξε τόσο τον Τζέσι Λίνγκαρντ όσο πίσω από ξύλινο γραφείο καθόταν ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον. Δεν τον ενόχλησε ποτέ πραγματικά όσο εκεί είχαν στρογγυλοκαθίσει οι στρυφνοί Ντέιβιντ Μόγες, Λουίς Φαν Χάαλ και Ζοσέ Μουρίνιο.
Η ειρωνεία για τον διεθνή Άγγλο μεσοεπιθετικό ήταν πως η ίδια πόρτα έγινε σχεδόν τρομακτική και κάτι σαν «αδιαπέραστη», όταν τα κλειδιά της πέρασαν στο μπρελόκ της ήρεμης και ευγενικής φυσιογνωμίας του Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ…
Ξάφνου, για τον Λίνγκαρντ, η είσοδος έμοιαζε με «φρούριο». Δεν έφταιγε η πόρτα, δεν ευθυνόταν ίδιος ο Νορβηγός κόουτς. Ήταν οι καταστάσεις, τα προβλήματα, κυρίως τα μυστικά.
Για τον 28χρονο Τζέσι, όμως, το διπλό πέρασμα στο «άντρο» του προπονητή του ήταν αρχικά μία οικειοθελής επίσκεψη. Προ εβδομάδων, πάντως, ήταν για παράξενα και πρακτικά μαντάτα.
Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, ο Λίνγκαρντ και ήξερε και αναγνώρισε πως αφορούσε την απελευθερωτική αλήθεια (του), τόσο μέσα όσο κι έξω από τις τέσσερις γραμμές του γηπέδου.
Πλέον, αυτή η πόρτα δεν τον τρομάζει…
Έχοντας βγει ήρεμος και ανακουφισμένος από το γραφείο του Σόλσκιερ τον Δεκέμβριο του 2019, η κλήση του Νορβηγού σχεδόν 14 μήνες μετά δεν προβλημάτισε τον νεαρό παίκτη. Κι ας ήξερε τι θα ακούσει.
Ήταν προετοιμασμένος να μην απογοητευτεί. Για την ακρίβεια, την εξέλιξη μάλλον την ήθελε κατά βάθος και ο ίδιος.
Στη σεζόν 2020-2021 είχε αγωνιστεί μόλις τρεις φορές. Το τελευταίο γκολ του με τη φανέλα των «κόκκινων διαβόλων» είχε επιτευχθεί τον Δεκέμβριο του 2018… Η Εθνική Αγγλίας τον είχε ξεχάσει για δύο χρόνια.
Οι λέξεις «δανεικός», «Γουέστ Χαμ» ακούγονταν ξαφνικά πολύ λογικές στα αυτιά του. Πριν από καιρό δεν θα ήξερε πώς να τις διαχειριστεί. Επιπλέον, είχε εκτιμήσει το γεγονός ότι ο Σόλσκιερ ούτε «χρύσωσε» το «χάπι» ούτε επιχείρησε να σταθεί σε κλισέ και ευχολόγια. Ο Τζέσι Λίνγκαρντ γνώριζε ότι βγάζοντας την κόκκινη φόρμα, ίσως να μην ξαναφορέσει ποτέ.
Το ξεκίνημα στο Λονδίνο και τη Γουέστ Χαμ είναι εξαιρετικό. Δύο γκολ στο ντεμπούτο εναντίον της Αστον Βίλα και συνολικά εννέα γκολ και τρεις ασίστ στους δέκα πρώτους αγώνες με τα «Σφυριά», που διεκδικούν ακόμη και την έξοδο στο Τσάμπιονς Λιγκ!
Επιστροφή στην Εθνική Αγγλίας και αξιώσεις για θέση βασικού στο επερχόμενο Euro, συνέθεσαν ένα «σκηνικό» αποθέωσης. Για τον Λίνγκαρντ, όμως, δεν είχε βγει από το μυαλό του μία πιο μελαγχολική «σκηνή», στο γραφείο του Σόλσκιερ.
Τον Δεκέμβριο του 2019, ο Τζέσι Λίνγκαρντ βρήκε το θάρρος να χτυπήσει την πόρτα του προπονητή του.
Δεν έψαχνε για άλλοθι, δεν αναζητούσε δικαιολογίες. Είχε παρατηρήσει το απορημένο βλέμμα του Νορβηγού και για την απόδοση και, κυρίως, για τη διάθεσή του και αισθάνθηκε πως του οφείλει μερικές εξηγήσεις.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Daily Mail», ο Άγγλος μεσοεπιθετικός αποκάλυψε τα προβλήματα υγείας της μητέρας του, που τον υποχρέωσαν να προσέχει τα μικρότερα αδέρφια του.
Μίλησε για τη «μάχη» με την κατάθλιψη, για όσα ταλαιπώρησαν το μυαλό του και ένιωσε καλύτερα. «Πάντα χρησιμοποιούσα τη φράση “να είσαι ο εαυτός σου”, όμως συνειδητοποίησα πως δεν το εφάρμοζα. Ήξερα πως δεν έπαιζα καλά και γνώριζα ότι ο κόουτς περίμενε πολλά περισσότερα από μένα.
»Το καλύτερο που είχα να κάνω ήταν να πάω να του μιλήσω και να του ανοιχτώ».
Μερικούς μήνες αργότερα, τον Ιούλιο του 2020, με μία ανάρτηση στον λογαριασμό του στην ιστοσελίδα Instagram έκανε εκ νέου την αυτοκριτική του: «Ξεκινώ από τον τύπο στον καθρέφτη και του ζητώ να αλλάξει τους τρόπους του…
»Ήταν μία δύσκολη σεζόν. Έχασα τον εαυτό μου, ως ποδοσφαιριστής και άνθρωπος, όμως δεν ήθελα να τα παρατήσω. Έπρεπε να εμπιστευτώ όσους είχα γύρω μου, οι οποίοι ήξεραν πώς θα με βοηθήσουν καλύτερα, ώστε να τα καταφέρω».
Η αποκάλυψη δεν ήταν εύκολη, ούτε καν μπροστά στον προπονητή του.
Κάθισε απέναντι στον Σόλσκιερ και του είπε πως η μητέρα του, Κρίστι Λίνγκαρντ, αντιμετωπίζει για χρόνια ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας. Η κατάσταση, τότε, είχε χειροτερέψει, χρειαζόταν βοήθεια και δεν μπορούσε να φροντίσει τα δύο μικρότερα αδέρφια του.
Όσο η Κρίστι πάλευε, ο Τζέσι πήρε στο σπίτι του στον 14χρονο αδερφό του, Τζάσπερ και την 11χρονη αδερφή του, Ντέιζι-Μπου.
Αποφάσισε, αρχικά, να τους φέρνει δάσκαλο στο σπίτι. Χρειαζόταν και ο ίδιος μαθήματα ώστε, ουσιαστικά, να γίνει «πατέρας» τους. Δεν ήξερε πώς να συμπεριφερθεί και ας είχε αποκτήσει κι εκείνος μία κόρη με μία πρώην σύντροφό του.
Στη συνέντευξή του στη «Mail» συμπλήρωσε πως «και για μένα όλη αυτή η κατάσταση ήταν πρωτόγνωρη. Είχα την έγνοια της μητέρας μου και το άγχος των αδερφών μου, μαζί με την κόρη μου.
»Την ίδια στιγμή, όφειλα να πάω στη “δουλειά” και να είμαι ο εαυτός μου στο γήπεδο και να μείνω αποδοτικός και αποτελεσματικός».
Οι συμπαίκτες του και ο κόουτς του είχαν προσέξει τη διαφορά στη συμπεριφορά του. Εκείνο το μόνιμα χαμογελαστό παιδί ήταν λυπημένος, στρεσαρισμένος.
Μέχρι να αποφασίσει να ανοιχτεί στον Σόλσκιερ, λίγοι γνώριζαν τι περνάει. Ακόμη λιγότεροι, πάντως, είχαν μπει και στον κόπο να τον ρωτήσουν…
Οι μέρες δεν ήταν εύκολες για τον νεαρό που γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1992 στο Ουόρινγκτον και σε ηλικία οκτώ ετών είχε ενταχθεί στις ακαδημίες της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Την ίδια περίοδο ο παππούς του, ο οποίος ήταν μετανάστης από τον Άγιο Βικέντιο, στην Καραϊβική, είχε διαγνωστεί με καρκίνο του προστάτη και η γιαγιά του είχε περάσει ένα πρόβλημα που παραλίγο να την οδηγήσει στο χειρουργείο, για ακρωτηριασμό του ποδιού της…
Ο Τζέσι αισθανόταν μόνος μπροστά στις δυσκολίες. Το ποδόσφαιρο έγινε το τελευταίο πράγμα στο μυαλό του.
Ο πατέρας του και ο μεγαλύτερος αδερφός του θέλησαν να τον στηρίξουν, όμως δεν γινόταν να είναι συνεχώς εκεί και ο Λίνγκαρντ κοίταξε πίσω, για να θυμηθεί την ωριμότητα που είχε επιδείξει και ως παίκτης.
Το 2011, σε ηλικία 19 ετών, έγινε μέλος της πρώτης ομάδας της Γιουνάιτεντ, αλλά η καθιέρωση δεν ήταν εύκολη. Αγωνίστηκε ως δανεικός σε Λέστερ (2012-2013), Μπέρμινγχαμ (2013-2014), Μπράιτον (2014) και Ντέρμπι Κάουντι (2015), πριν μονιμοποιηθεί στους «κόκκινους διαβόλους».
Εκείνες οι εμπειρίες τον έκαναν να καταλάβει πως έπρεπε να φερθεί και πάλι ως ώριμος ενήλικας. «Κάθε ανησυχία σου χαλάει το μυαλό και δεν σου επιτρέπει να λειτουργείς και να συμπεριφέρεσαι σωστά», διαπίστωσε.
Είχε φτάσει στα όρια της κατάθλιψης, όμως δεν θα άφηνε τον εαυτό του να «κατρακυλήσει». Είχε και τη φαμίλια του να φροντίσει, κυρίως, αλλά και την καριέρα του να διατηρήσει σε υψηλό επίπεδο.
Δεν ήταν απλώς η εσωστρέφεια, όμως, που «πλήγωνε» τον Λίνγκαρντ.
Τον Μάρτιο του 2018, πριν από το ντέρμπι με τη Λίβερπουλ, παρουσίασαν μαζί με τον Πολ Πογκμπά μία σειρά ρούχων που είχαν σχεδιάσει οι ίδιοι.
Παλαίμαχοι παίκτες της Γιουνάιτεντ, με μπροστάρη τον επικριτικό Ρόι Κιν, κατέκριναν τους δύο παίκτες. Ο πατέρας του Τζέσι τού έστειλε όσα έλεγαν στα social media για εκείνον τον και τον Γάλλο μέσο.
Σε ένα ματς Κυπέλλου με την Ντέρμπι του επιτέθηκαν φραστικά με ρατσιστικές εκφράσεις. Είχε αποφασίσει, όμως, «να είμαι ο εαυτός μου» και να μην «λυγίσει».
Του «χρέωσαν» τις 100.000 λίρες με τις οποίες αμείβεται κάθε εβδομάδα και τις συνέδεσαν με αδιαφορία Όμως, και πάλι, έπειτα από εκείνη τη συζήτηση με τον Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ, δεν θα άφηνε κανέναν να του «κλέψει» το χαμόγελο.
Ειδικά όσους απλώς τον επέκριναν δίχως ποτέ να αναρωτηθούν τι του συμβαίνει, τι έχει να αντιμετωπίσει…
Δίχως ποτέ να τον ρωτήσουν αν χρειάζεται βοήθεια, αν και ο ίδιος έχει εξηγήσει πως «βρέθηκα σε μία ζοφερή κατάσταση, στην οποία νόμιζα ότι όλοι μου προσθέτουν ένα βάρος στους δικούς μου ώμους. Και, παράλληλα, ήταν σαν να μου έλεγαν πως “τώρα πρέπει να το διαχειριστείς μόνος σου”»…
Αυτή η διαχείριση ήταν κάτι που για καιρό ο Τζέσι Λίνγκαρντ θεωρούσε «υποχρέωση».
«Είμαι άνθρωπος που θέλει να διαχειρίζεται μόνος του τα θέματα του», έχει εξηγήσει. Μονάχα που παραδέχεται ότι «αυτό δεν πάντα το πιο σωστό που μπορείς να κάνεις».
Στο Μουντιάλ του 2018, ως μέλος της Εθνικής Αγγλίας που έφτασε ως τα ημιτελικά, ο νυν παίκτης της Γουέστ Χαμ δεν άφησε τις προσωπικές ανησυχίες να τον επηρεάσουν. Η παρουσία της μητέρας του στην εξέδρα τον βοήθησε να χαμογελά.
Ο ομοσπονδιακός προπονητής, Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ, δεν γνώριζε κάτι για τα οικογενειακά προβλήματα του Λίνγκαρντ και ο τελευταίος έχει τονίσει πως «έτσι ήταν καλύτερα για όλη την ομάδα».
Σε εκείνον που παραδέχεται πως χρωστά ευγνωμοσύνη είναι ο Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ. Όλα άλλαξαν όταν αποφάσισε να χτυπήσει την πόρτα του γραφείου του.
Ήταν η στιγμή που όχι μόνο γλίτωσε την καριέρα του, αλλά έσωσε και τον εαυτό του. Ήταν η στιγμή που κατάλαβε ότι μπορεί και να παίξει ποδόσφαιρο και να εκπληρώσει το χρέος στην οικογένειά του.
Πλέον, δεν αισθάνεται «βάρος» στους ώμους του. Έγινε πατέρας για τα αδέρφια του, αλλά και πραγματικός μπαμπάς μίας τριών ετών πια κόρης.
Η οικογενειακή συνείδηση ήταν πάντα πρωταρχικό μέλημα για τον Τζέσι Λίνγκαρντ. Επαναλαμβάνοντας πως «η φαμίλια μου ήταν πάντοτε δεμένη και θα συνεχίσω κι εγώ να είμαι στο πλάι της. Να είμαι παρών στη ζωή της κόρης μου και να της δείξω τον σωστό δρόμο, για να είναι κι εκείνη περήφανη για την οικογένειά της».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Η τέχνη της υπομονής του Σόλσκιερ
Ο «καλύτερος κόσμος» του Μάρκους Ράσφορντ ήταν πάντα ένας δύσκολος δρόμος
Το προνόμιο του Σκοτ ΜακΤόμινεϊ
Ο Μπρούνο Φερνάντες ήθελε πάντα να είναι «διάβολος», πριν γίνει «πολίτης του κόσμου»
Η ανεξάντλητη ωριμότητα της πρόωρης ενηλικίωσης του Τζουντ Μπέλινγκαμ