Kάποτε, όταν διάβασα μία συνέντευξη του Κόμπι Μπράιαντ, μου έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση κάποια από τις φράσεις του, ώστε την κράτησα ως “οδηγό” στην αθλητική πορεία μου.
«Μπορεί ένας αθλητής», είχε πει, «να έχει το ταλέντο, αλλά αυτό που πάντα θα επικρατεί, θα είναι η σκληρή δουλειά του».
Αυτό προσπαθώ να κάνω. Να δουλεύω σκληρά. Δεν ήταν εύκολο να συμβιβαστώ με τους περιορισμούς, τους οποίους συνήθως πρέπει να ακολουθούν οι αθλητές που κάνουν πρωταθλητισμό. Ούτε με την ιδέα ότι κάποιες φορές δεν μπορώ να κάνω όσα επιθυμώ. Ακόμη δυσκολεύομαι μ’ αυτό… Όταν επαναφέρω, όμως, στη μνήμη μου τους λόγους, για τους οποίους αποφάσισα να φύγω από τη χώρα και να διεκδικήσω μια καριέρα στο εξωτερικό, τότε ξυπνάω!
Τα χρόνια, κατά τα οποία αγωνιζόμουν στην Ελλάδα, μου αρκούσε που έκανα αυτό, το οποίο αγαπώ.
Έπαιζα “φουλ” με το συναίσθημα!
Μόλις έφυγα, όμως, για το εξωτερικό, τα πράγματα άλλαξαν. Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισα, ήταν να συνηθίσω στην ιδέα ότι για μένα το βόλεϊ δεν θα ήταν πια ένα χόμπι που υπέρ-αγαπώ, αλλά το επάγγελμα, απ’ το οποίο θα ζω. Ομολογώ πως δυσκολεύτηκα πολύ με την μετάβαση από τον ερασιτεχνικό αθλητισμό στον πρωταθλητισμό.
Ειδικά την πρώτη χρονιά στην Ιταλία, είχα πάθει σοκ. Εκεί, ο κόσμος του βόλεϊ είναι εντελώς διαφορετικός. Συμπεριφέρονται στους αθλητές ως επαγγελματίες και όχι ως κάποιους που απλά ασχολούνται μ’ ένα σπορ. Φροντίζουν να τους παρέχουν ό,τι ζητήσουν, πριν καν το ζητήσουν! Προπονητές, συνεργάτες, γυμναστές, ακόμα και φυσικοθεραπευτές φρόντιζαν να προετοιμάζουν τους αθλητές, ακόμα κι όταν εκείνοι δεν βρίσκονταν στο γήπεδο για προπόνηση!
Μου φαινόταν τόσο περίεργο, γιατί όλα λειτουργούσαν άψογα, ώστε έλεγα «δεν μπορεί, κάπου θα υπάρχει κάτι στραβό»! Για τους Ιταλούς, όμως, όπως και για τους Τούρκους, κάποια πράγματα ήταν (και είναι) αυτονόητα.
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, όπου στο παρελθόν έπρεπε να τα ζητήσεις, για να τα έχεις, και, όταν στο τέλος στα διέθεταν, σου συμπεριφέρονταν με τρόπο τέτοιο, ώστε σ’ έκαναν να αισθάνεσαι ότι σου έκαναν και χάρη! Έχουμε δώσει κάτι “μάχες” στην Εθνική ομάδα για το φαγητό… Ίσως να ήταν και θέμα νοοτροπίας ορισμένων παραγόντων που ασχολούνταν τότε με το σπορ. Κάποιοι εξ αυτών μου έδιναν την εντύπωση πως ποτέ δεν είχαν ασχοληθεί με τον αθλητισμό!
Πέραν, όμως, του απόλυτου επαγγελματισμού, στην Ιταλία ανακάλυψα και κάτι άλλο. Το υψηλό αγωνιστικό επίπεδο των αθλητριών. Όχι πως δεν το γνώριζα. Απλώς, το είδα στον απόλυτο βαθμό!
Πριν φύγω, θεωρούσα ότι ήμουν καλή παίκτρια.
Τόσο, ώστε πίστευα πως είχα φτάσει στο μάξιμουμ των δυνατοτήτων μου και θα μπορούσα να ανταπεξέλθω στις απαιτήσεις ενός άκρως ανταγωνιστικού πρωταθλήματος. Μέχρι που διαπίστωσα πως στην ομάδα μου υπήρχαν άλλες τόσες σαν εμένα! Και κάποιες, πολύ πιο δυνατές!
Συνειδητοποίησα πως αν ήθελα να κάνω την καριέρα που ονειρευόμουν, έπρεπε να δουλέψω περισσότερο απ’ όλες τις άλλες αθλήτριες. Έπρεπε να αλλάξω το mindset (σ.σ. νοοτροπία).
Θυμάμαι, στη δεύτερη σεζόν μου στην Κονελιάνο, είχα συμπαίκτρια την Κέλσι Ρόμπινσον. Μία από τις καλύτερες “υποδοχείς” που υπάρχουν αυτή την στιγμή στον κόσμο, βασική παίκτρια της Εθνικής ομάδας των ΗΠΑ, “Χάλκινη” Ολυμπιονίκης και κάτοχος του “Ασημένιου” μεταλλίου στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Επί έναν χρόνο, την έβλεπα καθημερινά να έρχεται στο γήπεδο, πριν την προγραμματισμένη ώρα της προπόνησης, για να κάνει έξτρα ατομική, και απορούσα: «Μα πώς γίνεται αυτή η κοπέλα που είναι πέντε χρόνια μεγαλύτερή μου, να δουλεύει περισσότερο από μένα;».
Αυτή η εικόνα ήταν αρκετή, για να μου δώσει να καταλάβω πως, για να γίνω καλύτερη από την Κέλσι και οποιαδήποτε Κέλσι, έπρεπε να δουλεύω συνεχώς!
Ξανά και ξανά!
Μου το ‘χε πει και ο προπονητής μου στην ομάδα, Ντάβιντε Ματσάντι. Τότε, στην πρώτη μου σεζόν, όταν θεωρούσα πως -μετά την αλλαγή της θέσης, στην οποία έπαιζα, από “διαγώνια” “ακραία”- δεν θα μπορούσα να ανταποκριθώ. Ένιωθα τόσο μεγάλη ανασφάλεια, ώστε, στο πρώτο παιχνίδι της ημιτελικής φάσης των play-off, πριν την έναρξη του αγώνα, πήρα μια μπάλα, βγήκα στον αγωνιστικό χώρο και άρχισα να κάνω μανσέτες σ’ έναν τοίχο. Θεωρούσα πως δεν θα έβγαζα καλές “υποδοχές”.
«Γιατί το κάνεις τώρα αυτό;», με ρώτησε ο κόουτς. «Γιατί θέλω να κάνω έξτρα προπόνηση», του απάντησα. «Άκου», μου είπε, «Αυτό που κάνει έναν παίκτη μεγάλο, είναι να προπονείται με τον ίδιο τρόπο κάθε μέρα και όχι μόνο όταν αισθάνεται ανασφάλεια για την απόδοση που θα έχει. Αν το κάνει κάθε μέρα, τότε την ώρα του αγώνα θα είναι 100% σίγουρος ότι θα τα καταφέρει. Η ουσία -και αυτό που τελικά έχει σημασία- είναι να ευχαριστιέσαι, να διασκεδάζεις και να απολαμβάνεις το παιχνίδι»!
Πράγματι! Η ουσία του αθλητισμού είναι να ευχαριστιέσαι το παιχνίδι! Και μέσα από αυτό να προσπαθείς να εξελίσσεσαι διαρκώς. Το καλό είναι ότι σε όλες τις ομάδες, όπου έχω αγωνιστεί, πάντα υπήρχε το κατάλληλο κλίμα, για να εξελιχθώ, και πάντα είχα τη βοήθεια των προπονητών και των συμπαικτριών μου. Δεν λέω… Κάποιες φορές, δεν είναι εύκολο να συνεργάζονται δώδεκα γυναίκες μαζί. Υπήρχε, όμως, ένας υγιής ανταγωνισμός κι ένας κοινός στόχος, ο οποίος για όλες ήταν ο “οδηγός”.
Φυσικά, υπάρχει και το προσωπικό κίνητρο που επισκιάζει κάθε δυσκολία. Ήθελα και θέλω να πιάσω το “ταβάνι” μου. Να φτάσω, όσο πιο ψηλά γίνεται! Να δοκιμαστώ, αν μου δοθεί η ευκαιρία, και σε άλλα πρωταθλήματα. Ακόμα και στην Ασία. Μια πιθανή συμμετοχή στο Ιαπωνικό Πρωτάθλημα -το οποίο θεωρείται από τα πιο δυνατά της Ασιατικής ηπείρου- θα ήταν μια μεγάλη πρόκληση για μένα.
Δεν λέω «όχι» στην περιπέτεια!
Για την ώρα, βέβαια, το μυαλό μου είναι στην Τουρκία. Η επίτευξη της συμφωνίας για την επιστροφή μου στη Γαλατάσαραϊ ήρθε σχετικά νωρίς και, έτσι, έφυγε το άγχος που δημιουργείται σε τέτοιες περιπτώσεις. Η Γαλατάσαραϊ είναι μια ομάδα που γνωρίζω, η Κωνσταντινούπολη μια πόλη, στην οποία ζω το τελευταίο διάστημα, επομένως, μπορώ να συνεχίζω αυτό που ξεκίνησα πριν από δύο χρόνια, όταν μετακόμισα από την Ιταλία στην Τουρκία. Η αλήθεια είναι πως, πριν πάω στη χώρα, με προβλημάτισαν όλα, όσα ακούγονταν για τη θέση των γυναικών σ’ αυτήν, ποτέ δεν ανησύχησα, όμως, για τις συνθήκες, στις οποίες θα δούλευα.
Μεγάλωσα σε μια οικογένεια, μέσα στην οποία οι άνθρωποί της μ’ έμαθαν να παλεύω γι’ αυτά που θέλω, και να μην επηρεάζομαι απ’ όσα λέγονται γύρω μου. Να έχω “ανοιχτό” μυαλό και να βλέπω τις διαφορετικές πλευρές της ζωής.
Πηγαίνοντας στην Τουρκία, διαπίστωσα πως στην Κωνσταντινούπολη οι άνθρωποι είναι φιλικοί, ευγενικοί και θα έλεγα πως με τους αθλητές, κατά κάποιον τρόπο, είναι και προστατευτικοί. Ωστόσο, εξακολουθώ να ακούω τους προβληματισμούς που εκφράζουν αρκετές συναθλήτριές μου για τον κοινωνικό ρόλο που έχουν οι γυναίκες στη χώρα.
Οι αθλητές οφείλουμε να χρησιμοποιούμε τη φωνή μας. Να βοηθάμε με τον τρόπο μας και να εκφράζουμε ανοιχτά την αντίθεσή μας σε οποιαδήποτε κοινωνική διάκριση.
Προσωπικά, δεν φοβάμαι να πω την άποψή μου. Ούτε να μιλήσω ανοιχτά για τους προβληματισμούς μου. Ακόμα για θέματα που στην Ελλάδα τα αποφεύγουμε. Όπως, για παράδειγμα, τις αναφορές που γίνονται συχνά για την εξωτερική εμφάνιση των αθλητριών. Ειδικά του βόλεϊ. Με ενοχλεί πολύ, όταν βλέπω να εστιάζουν περισσότερο στην εξωτερική εμφάνιση των παικτριών και λιγότερο στις αγωνιστικές τους δυνατότητες.
Η δουλειά μας είναι να παίζουμε βόλεϊ και να κρινόμαστε από τις επιδόσεις μας. Επομένως, όταν κάποιος/α αθλητής/τρια παίρνει μια μεταγραφή, θα πρέπει πρώτα να μιλάμε για τα επιτεύγματά του. Να εκθειάζουμε τις ικανότητές του/της και όχι αν είναι όμορφος/η. Το αναφέρω με αφορμή ένα δημοσίευμα που είδα πρόσφατα, για μια πολύ καλή αθλήτρια από την Βραζιλία, η οποία θα αγωνιστεί στο Ελληνικό Πρωτάθλημα.
Κάποιες φορές, δεν θέλω να ασχολούμαι με τέτοια θέματα. Σκέφτομαι πως, όταν μπαίνεις στη διαδικασία να τα σχολιάσεις, τους δίνεις μεγαλύτερη αξία. Από την άλλη, όμως, θέλω να λέω την γνώμη μου. Όχι απλά για να τη λέω, αλλά γιατί, μ’ αυτόν τον τρόπο, θέλω να ενθαρρύνω κι άλλους να μιλάνε ανοιχτά, ακόμα και για τα πράγματα που τους ενοχλούν.
Και για την εικόνα που έχει το βόλεϊ γυναικών στην Ελλάδα, είμαι προβληματισμένη. Μπορεί, από το 2014, να αγωνίζομαι στο εξωτερικό, αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως αδιαφορώ για ό,τι γίνεται στη χώρα μου. Το γυναικείο βόλεϊ περνούσε και περνάει δύσκολες περιόδους. Και ξέρετε γιατί; Γιατί, σε αντίθεση με την κατηγορία των ανδρών, το πρωτάθλημα των γυναικών θεωρείται ερασιτεχνικό!
Οι αθλήτριες που παίζουν στο Ελληνικό Πρωτάθλημα, βρίσκονται στον αέρα!
Απόδειξη; Ο τρόπος, με τον οποίον αντιμετωπίστηκαν, στη διάρκεια του δεύτερου lockdown. Αντί να μεριμνήσουν οι υπεύθυνοι της Ομοσπονδίας και του Υπουργείου Αθλητισμού να υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο υγειονομικό σχέδιο, πριν ακόμη ξεκινήσει το πρωτάθλημα και ξεσπάσει το δεύτερο “κύμα” του κορωνοϊού, το άφησαν να αρχίσει, χωρίς να υπάρχει κανένα πλάνο. Το σκεπτικό ήταν «πάμε και, αν προκύψει κάτι, το διακόπτουμε»! Κι έτσι, όταν ήρθε το δεύτερο “κύμα” του κορωνοϊού, το πρωτάθλημα των γυναικών έμεινε περίπου πέντε μήνες ανενεργό!
Έχει σκεφτεί κάποιος τι έκανε όλο αυτό το διάστημα μια αθλήτρια που είχε ως μοναδική πηγή εσόδων τα χρήματα του συμβολαίου της; Ή τι θα γινόταν στην περίπτωση που τραυματιζόταν σοβαρά μετά την επάνοδο της στους αγώνες;
Δεν περιμένω να πάρω απαντήσεις. Οι πράξεις είναι αρκετές, για να μου αποδείξουν πως στην Ελλάδα δεν τους ενδιαφέρει το βόλεϊ γυναικών! Παρακολουθούσα την κατάσταση από την Τουρκία, όπου, εκεί, το πρωτάθλημα συνεχιζόταν κανονικά, και έλεγα «κρίμα»!
Κρίμα για το αγωνιστικό επίπεδο που έχει ανέβει αισθητά, κρίμα για τον κόπο και την προσπάθεια των αθλητριών, κρίμα για τις επιτυχίες που έρχονται και φεύγουν, χωρίς να αξιοποιούνται στον βαθμό, στον οποίον θα έπρεπε.
Η τελευταία, η πρόκριση, δηλαδή, της Εθνικής ομάδας Γυναικών στην τελική φάση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, είναι η ευκαιρία που οφείλουμε όλοι να αξιοποιήσουμε. Από τις αθλήτριες, οι οποίες απέδειξαν πως -παρά τις αντιξοότητες που υπήρχαν στην Ελλάδα- μπορούν να διεκδικήσουν στη διοργάνωση κάτι περισσότερο από μια καλή εμφάνιση, μέχρι τους παράγοντες, στους οποίους δίνεται η δυνατότητα να φτιάξουν ένα πλάνο, πάνω στο οποίο θα μπουν οι βάσεις για την εξέλιξη του αθλήματος.
Πρέπει να γίνει κατανοητό προς κάθε κατεύθυνση πως, για να πετύχεις έναν στόχο, δεν αρκεί μόνο η προσπάθεια των αθλητών! Χρειάζεται η συμβολή και η συνεργασία όλων! Θέλω να ελπίζω ότι θα δουλέψουμε σωστά και όλοι θα βοηθήσουν, με τον τρόπο που πρέπει, για να πετύχουμε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα κάτι καλύτερο, πέραν της πρόκρισης στη φάση των «16».
Για να είμαι, πάντως, απόλυτα ειλικρινής, προς το παρόν το “ταβάνι” της Εθνικής ομάδας δεν μπορεί να είναι πολύ ψηλό. Αφενός, γιατί χρειάζεται χρόνος, μέχρι να καλυφθούν οι θέσεις παικτριών που πρόκειται να αποχωρήσουν από την ομάδα στο άμεσο μέλλον, και, αφετέρου, γιατί χρειάζεται πολύ σκληρή δουλειά από τη νεότερη γενιά των αθλητριών που μπαίνει στο άθλημα.
Αν θέλουμε μελλοντικά να “ψηλώσουμε το ταβάνι” της Εθνικής ομάδας, θα πρέπει οι αρμόδιοι παράγοντες να βάλουν από τώρα τις βάσεις. Να υπάρχει οργάνωση και πρόγραμμα.
Αν συνεχίζουν κάποιοι άνθρωποι που ασχολούνται με το βόλεϊ γυναικών, να το κάνουν, απλώς για να δηλώνουν «παράγοντες» και να βγάζουν φωτογραφίες με τον εκάστοτε Υφυπουργό Αθλητισμού, δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι! Πρέπει να γίνουν μεγάλα και τολμηρά βήματα. Με πρώτο, και ίσως σημαντικότερο, να κάνουν το πρωτάθλημα γυναικών επαγγελματικό! Ανταγωνιστικό είναι ήδη!
Μέχρι να γίνει αυτό, προσωπικά, θα προσπαθήσω να συνεχίσω να αγωνίζομαι στο εξωτερικό.
Εκεί, όπου νιώθω περισσότερο ασφαλής.
Εκεί, όπου το μυαλό μου θα είναι μόνο στο άθλημα.
Εκεί, όπου θα με αντιμετωπίζουν ως επαγγελματία και δεν θα διεκδικώ τα αυτονόητα…
Η Ανθή Βασιλαντωνάκη είναι διεθνής παίκτρια του βόλεϊ.
Επιμέλεια κειμένου: Έλενα Βογιατζή
Photo Credits: Γεωργία Παναγοπούλου
Η φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε στο NATU και στον εξωτερικό χώρο του Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Βίκυ Αρβανίτη: Μάνα, Μητέρα, Μαμά!
Στέλιος Προσαλίκας: Ελευθερία, Αξιοπρέπεια, Υπερηφάνεια! / Μετά την επόμενη μέρα
Αθηνά Παπαφωτίου: Ένα Μεγάλο Φωτεινό Καλοκαίρι
Όλγα Στραντζαλη: No Pain, No Gain!
Αχιλλέας Παπαδημητρίου: Να ΄χεις στο νου σου την Ιθάκη
Βασίλης Μηνούδης: Αληθινός Αγώνας