Η πρώτη εντύπωση, η παρθενική ανάμνησή του τη στιγμή που πάτησε το πόδι του στο νέο σχολείο του, δεν ήταν το ψηλό κτίριο. Του έμεινε στο μυαλό εκείνη η «θάλασσα» από παιδιά, από πλάτες και κεφάλια που στέκονταν μπροστά του.
Του έκρυβαν με έναν σχεδόν «άκομψο» τρόπο τη θέα. Όχι, ωστόσο, και τον στόχο του. Εκείνο το πιτσιρίκι που πέρασε την κεντρική πόρτα του γυμνασίου Γκλεν Όουκ, το φθινόπωρο του 2005, δεν ξεπερνούσε το 1,60μ. σε ύψος.
Ο τότε 14χρονος Σι Τζέι ΜακΚόλουμ, πρωτοετής, αφέθηκε να τον παρασύρει το «κύμα» ενθουσιασμού της πρώτης μέρας. Τα όνειρά του ήταν μεγαλύτερα από το μπόι του.
Ακόμη και όταν πέρασε την πόρτα των αποδυτηρίων του γηπέδου μπάσκετμπολ, δεν τρόμαξε από τους πιο μεγαλόσωμους συμπαίκτες του. «Ήμουν πολύ κοντός», έχει θυμηθεί σε συνέντευξή του στην ιστοσελίδα The Athletic.
Εξηγεί, πλέον, ότι για να τα καταφέρει «έπρεπε να γίνω λίγο πιο δημιουργικός, να “πλάσω” τον δικό μου χώρο σε ένα παρκέ γεμάτο ψηλότερους και πιο δυνατούς ανταγωνιστές». Διαμόρφωνε μία διαφορετική μορφή τέχνης. Μπασκετικής τέχνης, με το γεμάτο κίνητρο «καμουφλάζ» της «επιβίωσης».
Δεν περιορίστηκε σε, θαρρεί κανείς, προσευχές, για γρηγορότερη ανάπτυξη στο κορμί του. Άρχισε να δουλεύει σκληρά και να δοκιμάζει πράγματα θεωρητικά «ασύμβατα» με το ανάστημά του.
Ο συνοδοιπόρος του Ντέιμιεν Λίλαρντ στην περιφέρεια των Πόρτλαντ Μπλέιζερς και από τον Αύγουστο του 2021 νέος πρόεδρος της Ένωσης Παικτών του ΝΒΑ δεν υπήρξε ποτέ ένας τυπικός αθλητής…
Introducing the new NBPA President, @CJMcCollum
As voted by the players, CJ McCollum was elected as the new President of the NBPA at today’s Board of NBPA Player Representatives meeting and will begin his 4-year term as President immediately. #WeAre450 pic.twitter.com/6PndqXq2yA
— NBPA (@TheNBPA) August 7, 2021
Χρειάζεται μία ειδική ικανότητα να περνάς απαρατήρητος. Είτε το θέλεις είτε, απλώς, επειδή το επιτάσσουν οι περιστάσεις. Αυτό έκανε ο Σι Τζέι ΜακΚόλουμ το 2005 στο Γκλεν Όουκ. Αυτό κάνει και στην παράλληλη καριέρα του, εκτός γηπέδων.
Δεν είναι σύνηθες για έναν σταρ του ΝΒΑ να μπορεί να περάσει «αθόρυβα» μερικές ώρες σε μία εκδήλωση. Τον Σεπτέμβριο του 2021, όμως, ο 30χρονος Αμερικανός γκαρντ το κατάφερε στο Food & Wine Classic στο Άσπεν του Κολοράντο.
Ήταν μία ευκαιρία να λάβει μέρος σε τεστ γευσιγνωσίας, να δοκιμάσει πολλές ετικέτες κρασιών, να συναντήσει ιδιοκτήτες αμπελώνων και να αποφύγει την πολλή προσοχή. Όταν ένα μικρόφωνο του CNN τον πλησίασε, πάντως, ο γκαρντ των Μπλέιζερς δεν έκανε ότι δεν τους είδε. Όταν αρχικά τον ρώτησαν πώς κατόρθωσε να περάσει για τόση ώρα απαρατήρητος, θυμήθηκε τα γυμνασιακά του χρόνια.
«Η εκδήλωση είναι ένας συνδυασμός εργασίας και ευχαρίστησης», τόνισε. Όπως και το μπάσκετμπολ. Προσθέτοντας ότι «είμαι “μόλις” 1,93μ., δεν είμαι μυώδης και μεγαλόσωμος και κατάφερα για λίγο να “κρυφτώ”».
Αυτό που δεν θέλει να κρύψει είναι η λατρεία του για το καλό κρασί και το όραμά του για τη δημιουργία της δικής του συλλογής οίνου.
Λίγες ημέρες πριν βρεθεί στο Άσπεν, είχε αγοράσει μαζί με τη σύζυγό του μία έκταση στην κοιλάδα Ουίλαμιτ του Όρεγκον, με κοινό στόχο «να φτιάξουμε εκεί έναν εξαιρετικό αμπελώνα».
Η δεύτερη καριέρα του περιλαμβάνει επίσης μία μορφή τέχνης.
Ο Σι Τζέι ΜακΚόλουμ γεννήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1991 στο Κάντον του Οχάιο.
Από μικρός θέλησε να ακολουθήσει τα βήματα του κατά τρία χρόνια μεγαλύτερου αδερφού του, Έρικ, ο οποίος μετά το κολέγιο Γκόσεν στην Ιντιάνα, αγωνίστηκε μόνο εκτός Αμερικής.
Ο Έρικ ΜακΚόλουμ, νυν γκαρντ της Λοκομοτίβ Κουμπάν, άρχισε την επαγγελματική καριέρα του στο Ισραήλ με τις Νετάνια και Χάποελ Κφαρ Σάμπα, πριν φτάσει για δύο σεζόν (2012-2013 και 2013-2014) στην Ελλάδα και τους Απόλλωνα Πατρών και Πανιώνιο, με τον οποίο αναδείχθηκε κορυφαίος σκόρερ της Α1. Ενώ στη συνέχεια έπαιξε και στην Κίνα, αλλά και στις Γαλατασαράι, Αναντολού Εφές, Ούνικς Καζαν και Χίμκι.
Ο Σι Τζέι συνήθιζε να επισκέπτεται τακτικά τον αδερφό του στην Πάτρα, ενώ στο γυμνάσιο Γκλεν Όουκ είχε συμπαίκτη τον Κώστα Κουφό και έχει αποκαλύψει στο podcast του πως «τόσο τα ταξίδια όσο και η παρέα με τον Κώστα μού δημιούργησαν μία ξεχωριστή σχέση με το ελληνικό φαγητό».
Μάλιστα, είχε προσθέσει ότι «η Αθήνα, η Σαντορίνη και η Κρήτη είναι μέρη στα οποία θα μπορούσα να ζήσω μόνιμα».
Στο γυμνάσιο, οι ικανότητες, η εργατικότητα και η εξυπνάδα του τον βοήθησαν να ξεπεράσει τις δυσκολίες που έφερνε το ύψος του.
«Χρειάστηκε να βρω δικούς μου τρόπους να δημιουργήσω χώρους για μένα. Έμαθα να μην “χάνομαι” ανάμεσα σε ψηλότερους αντιπάλους, να αισθάνομαι άνετα με σουτ υπό πίεση, τα οποία δούλεψα πολύ… Έμαθα να νιώθω άνετα με κάθε πτώση. Γιατί, στην πραγματικότητα, ξέρεις ή τουλάχιστον πρέπει να ξέρεις ότι δεν θα σκοράρεις σε κάθε σουτ όταν είσαι μικρόσωμος».
Ως δευτεροετής στο Γκλεν Όουκ είχε ψηλώσει σχεδόν 15 πόντους και έφτασε στο 1,73μ.. Την επόμενη χρονιά οι μετρήσεις τον έδειχναν στο 1,80μ. και όταν στα 17 του δεσμεύτηκε να φοιτήσει και να αγωνιστεί στο ιδιωτικό πανεπιστήμιο Λίχαϊ, ήταν 1,85μ..
Όταν πάτησε το πόδι του στο κάμπους του κολεγίου, ήταν πλέον 1,91μ., όμως εκτός από την ίσως και για τον ίδιο απρόσμενη ανάπτυξη, είχε «καλλιεργήσει» κινήσεις που ήταν η δική του τέχνη. «Σταυρωτή» ντρίμπλα, σουτ από μέση απόσταση, ψιλοκρεμαστά λέι απ με το αριστερό και τρίποντα έπειτα από βήμα πίσω.
Ο Σι Τζέι ΜακΚόλουμ θεωρεί το μπάσκετμπολ «μία μορφή τέχνης και κυρίως έκφρασης και δημιουργίας» και είχε βρει τον δικό του, ξεχωριστό τρόπο να εκφράζεται στο παρκέ.
Στο Λίχαϊ η επιρροή του ήταν καθοριστική και, κυρίως, άμεση. Ως πρωτοετής κατέγραψε μ.ό. 19,1 πόντους και ήταν ο κορυφαίος freshman σκόρερ σε όλο το κολεγιακό πρωτάθλημα!
Το 2010-2011 ανέβασε τις επιδόσεις του στους 21,8 πόντους και την επόμενη σεζόν το σχολείο του νίκησε το φημισμένο Ντουκ του κόουτς Μάικ Σιζέφσκι, στην παρθενική νίκη του στο τελικό τουρνουά της March Madness.
Ο ΜακΚόλουμ σκόραρε 30 πόντους, στην μόλις έκτη νίκη ομάδας από το Νο15 της κατάταξης στον πρώτο γύρο, επί του Νο2 της περιφέρειας!
Παρά το γεγονός ότι Μ.Μ.Ε. και ειδικοί θεωρούσαν ότι θα είναι μία από τις πρώτες επιλογές στο ντραφτ του ΝΒΑ, ο νεαρός γκαρντ αποφάσισε να αγωνιστεί και την τέταρτη σεζόν του στο NCAA και να ολοκληρώσει και τις σπουδές του, λαμβάνοντας το 2013 το πτυχίο σε Τέχνες και Δημοσιογραφία. Στη συνέχεια δήλωσε συμμετοχή στο ντραφτ και επιλέχθηκε στο Νο10 από τους Πόρτλαντ Μπλέιζερς, ως ο πρώτος παίκτης στην ιστορία του ΝΒΑ που έγινε επιλογή από ιδιωτικό πανεπιστήμιο.
Ένας τραυματισμός στο πόδι στη ρούκι σεζόν του τον άφησε για λίγο εκτός. Πριν επιστρέψει, τον οδήγησε προσωρινά στη G-League και τους Άινταχο Σταμπίντ. Μία μικρή παράκαμψη πριν από το ντεμπούτο του στο ΝΒΑ στις 8 Ιανουαρίου 2014, στη νίκη κόντρα στο Ορλάντο.
Ο ΜακΚόλουμ άφησε πίσω του τις αμφιβολίες για το αν, κατά το κοινώς λεγόμενο, μπορεί να «κολλήσει» στην περιφέρεια με τον Λίλαρντ.
Έλαβε θέση βασικού τη σεζόν 2015-2016 και στην πρεμιέρα σκόραρε 37 πόντους εναντίον της Νέας Ορλεάνης! Από τους μ.ό. 6,8 πόντους της περασμένης χρονιάς, «εκτοξεύθηκε» στους 20,8 και κέρδισε το βραβείο του Πιο Βελτιωμένου Παίκτη της σεζόν!
Έκτοτε, δεν έχει πέσει ποτέ κάτω από τους 21 πόντους ανά αγώνα σε καμία χρονιά.
CJ McCollum has been named the NBA's 2015-16 Kia Most Improved Player! #KiaMIP
More » https://t.co/ED1xN3uzRr pic.twitter.com/Fh1vV2GbSO
— Portland Trail Blazers (@trailblazers) April 22, 2016
Η ανοδική πορεία του δεν συνδυάστηκε με αντίστοιχη επιτυχία των Μπλέιζερς.
Ο Σι Τζέι ΜακΚόλουμ, πάντως, έμαθε να μεταφέρει την ηρεμία που επιδεικνύει στο παρκέ και εκτός γηπέδου. Με την ίδια αυτοπεποίθηση «απαντούσε» σε κάθε φήμη για ανταλλαγή του.
Με την ίδια όρεξη και διάθεση που προπονείται, άρχισε να δημιουργεί και την «άλλη ζωή» του. Μία ζωή που, όπως έχει αποκαλύψει, ήταν αποτέλεσμα της γνωριμίας με τη σύντροφό του, στο κολέγιο…
«Η τότε κοπέλα μου ήταν εκείνη που με “σύστησε” στο καλό κρασί. Αμέσως θέλησα να πάθω περισσότερα για τα είδη, τις ποικιλίες και γενικότερα για την οινοποιία». Οι δυο τους, όταν μετακόμισαν στο Όρεγκον, δεν σταμάτησαν να επισκέπτονται αμπελώνες. Οκτώ χρόνια αργότερα, τα δικά του στρέμματα γης παράγουν την πρώτη ταμπέλα της επιχείρησης του και το πινό νουάρ, με τίτλο Heritage 91.
Στον σχεδόν μαγικό, εύλογα μεθυστικό και συνάμα γεμάτο απορίες και προκλήσεις κόσμο των πινό νουάρ, των σαρντονέ και των καμπερνέ, ο ΜακΚόλου, δεν ήταν άγνωστος.
Παίκτες του ΝΒΑ όπως οι Καρμέλο Άντονι, ΛεΜπρον Τζέιμς, Κρις Πολ, Τζίμι Μπάτλερ, Ντέβιν Μπούκερ και Ντουέιν Ουέιντ έχουν επενδύσει σε αμπελώνες και οινοποιεία. Ο γκαρντ του Πόρτλαντ έχει στόχο «να διασφαλίσω ότι το κρασί θα γίνει πιο προσιτό σε όλους».
Η παρθενική εμπειρία του ΜακΚόλουμ με το κρασί δεν ήταν ευχάριστη, ελκυστική. Έχει παραδεχθεί πως «δεν μου άρεσε την πρώτη φορά που ήπια. Για έναν τύπο που λατρεύει τη λεμονάδα, το κρασί φάνηκε κάτι σαν πολύ ήπιο…».
Ωστόσο, η σύντροφός του ήταν εκείνη που του έδειξε πως σημασία έχει το είδος, η ποικιλία. Του έλεγε πως «υπάρχουν τόσα είδη σταφυλιών, που ίσως ποτέ δεν θα τα μάθεις ή θα τα γευτείς όλα».
Η παραπάνω κουβέντα έγινε κάτι σαν πρόκληση. Άρχισε να γεύεται, να ρωτά, να μαθαίνει. Το θέμα δεν ήταν απλώς να κυκλοφορήσει τη δική του ετικέτα, αλλά να κάνει ένα βήμα ακόμη παραπέρα. Όταν μαζί με τη σύζυγό του Ελίζ, αγόρασαν τα 318 στρέμματα αμπελώνων στο Όρεγκον, φρόντισαν να είναι πλάι στη γη που γινόταν από το 2018 η παραγωγή του πινό νουάρ του.
Στον χώρο υπάρχει μία δεξαμενή, αποδεδειγμένη ύπαρξη κατάλληλων μικροκλιμάτων και μία σύγχρονη λειτουργία φυτώριων. Το 70% των αμπελώνων στην κοιλάδα Ουίλαμιτ είναι αφιερωμένο στην παραγωγή σταφυλιών πινό νουάρ.
Σκοπός του ζεύγους ΜακΚόλουμ είναι να φυτέψουν στους νέους αμπελώνες τους σχεδόν 9.000 νέα αμπέλια πινό, ως την άνοιξη του 2022.
Ο Σι Τζέι και η Ελίζ αναμένουν την αποκλειστικά δική τους παραγωγή μέσα στην τριετία 2025-2027, έχοντας μάθει ότι χρειάζεται υπομονή στα σχέδιά τους.
Η διαδικασία, όχι μόνο της παραγωγής αλλά και της διαχείρισης του εγχειρήματος από τον ΜακΚόλουμ και τη σύζυγό του «ήταν από την αρχή δύσκολη», αναφέρει ο ίδιος.
Ωστόσο, ξεκαθαρίζει πως «δεν έχουν να κάνουν όλα με το απλώς με το κέρδος… Ήταν μία άκρως ενδιαφέρουσα πορεία και συνεχίζει να είναι. Προφανώς και ήθελα το όνομά μου να εμπλακεί με την προσπάθεια».
Ο γκαρντ των Μπλέιζερς, ο οποίος έχει ήδη φροντίσει για την επόμενη καριέρα του, εξήγησε πως το πρώτο κρασί που κυκλοφόρησε, το Heritage 91, αφορά αυτό ακριβώς. Την «κληρονομιά» που επιθυμεί να αφήσει, εκτός από το μπάσκετμπολ, και στην οινοποιία. Ο αριθμός 91 «συμβολίζει τη χρονολογία γέννησης τόσο της Ελίζ όσο και της δικής μου. Αυτή η κοινή προσπάθειά μας αφορά και κάτι προσωπικό μας. Όχι τόσο μεταξύ μας όσο της αναφοράς και της κατανόησης από πού προερχόμαστε και τι επιχειρούμε να πετύχουμε στη ζωή».
Ο Σι Τζέι ΜακΚόλουμ δεν κρύβει πως «αφού η Ελίζ μού γνώρισε το καλό κρασί, αυτό που κάνουμε είναι ένα “ευχαριστώ” στο ποια είναι, πόσο μου στάθηκε και ποια είναι η σχέση μας.
»Μαζί με τον οίνο μας, ωριμάζουμε κι εμείς μαζί του».
Η οινοπαραγωγή δεν είναι απλώς μία τιμή στη σύζυγό του. Για τον Σι Τζέι ΜακΚόλουμ είναι και μία αποτύπωση του δικού του υπόβαθρου.
«Είμαι σε μία θέση στην οποία, ως μαύρος Αμερικανός, μπορώ να έχω κάποια επιρροή. Ο ρόλος μου, όπως συμβαίνει και με το μπάσκετμπολ, είναι να βρω τρόπους να κάνω πολλές καταστάσεις πιο προσιτές. Να ασχολούμαι με πράγματα που αναδεικνύουν την ποικιλομορφία, την ισότητα και εξασφαλίζουν ότι άτομα από μειονότητες συμπεριλαμβάνονται σε διαδικασίες και αποφάσεις».
Ένας παράλληλος στόχος του «δεν είναι απλώς η παραγωγή οίνου, αλλά οι τρόποι παροχής ευκαιριών για την καθοδήγηση, ώστε να μάθουμε όλες τις πτυχές του κρασιού και της επιχείρησής του».
Για να το πετύχει αυτό, δεν επενδύει απλώς τα χρήματά του. Ο Σι Τζέι ΜακΚόλουμ λερώνει τα χέρια του σε απέραντους αμπελώνες. Όπως έμαθε να προπονείται σκληρά στα γήπεδα, για να καλύψει τα όποια μειονεκτήματά του.
Γνωρίζει πως η δημιουργία δεν είναι υποχρεωτικό να έχει πάντοτε «λάμψη». Ο ίδιος θα την απολαμβάνει κάθε φορά που θα αισθάνεται την οσμή ενός νέου μπουκαλιού (του) που θα ανοίγει, πριν καταλήξει στον ουρανίσκο του.
Η τέχνη του Σι Τζέι ΜακΚόλουμ, άλλωστε, πάντα αναζητά και συνάμα «επιβιώνει» μέσα από τις αντιφάσεις. Επιτάσσει ένα σκοτεινό γυμναστήριο και, παράλληλα, ένα καλογυαλισμένο παρκέ. Απαιτεί ένα οινοποιείο που «εκλιπαρεί» για φροντίδα και, την ίδια στιγμή, προσφέρει απλόχερα έναν «γενναιόδωρο» καρπό του και ένα «πλούσιο» κρασί.
Και χαμογελά κάθε φορά που ξέρει ότι αυτός ο καρπός είναι και δικός του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Γιώργος Παυλίδης: «Δύο καριέρες, μία ζωή» / Κώστας Χαρίσης: «Η άλλη ζωή»
Ανδρέας Γλυνιαδάκης: «Όταν σβήνουν τα φώτα» / «Πώς χρεοκοπούν οι αθλητές»
Αλέξανδρος Τζόρβας: «Αλλάζοντας Γάντια» / ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΡΙΕΡΑ
Ο Ζάζα Πατσούλια κατάλαβε ότι το ΝΒΑ είναι «μπίζνες», πριν γίνει επιχειρηματίας
Ο Ντέιμιεν Λίλαρντ στεκόταν πάντα στωικός σε κάθε «χάος» της ζωής του
Η Κάντας Πάρκερ μπορεί να βιώνει παράλληλα και την παλιά και τη νέα ζωή της
Η Γκάμπι Τόμας δεν πιστεύει πως όλα είναι πιθανά. Είναι βέβαιη ότι όλα είναι εφικτά