Τα αγγλικά του ήταν ούτως ή άλλως σκουριασμένα. Άκουγε, ήξερε να μιλήσει, όμως δεν ήταν πολλές φορές που επέλεγε να ξεστομίσει ό,τι σκεφτόταν, σε αυτή τη γλώσσα.
Σε εκείνη την πρώτη επίσκεψή του στις Η.Π.Α., για να πάρει μία γεύση από τη ζωή στο Χιούστον, κάθισε υπομονετικά και άκουσε κάθε λέξη του τότε τζένεραλ μάνατζερ των Ρόκετς, Ντάριλ Μόρεϊ.
Ευτυχώς, για τον ίδιο, η περίληψη της απάντησής του θα δινόταν στα ισπανικά. Βασικά, χαμογέλασε και αισθάνθηκε ευτυχισμένος που η απόφασή του θα ήταν απλώς ένα βλέμμα, ένα νεύμα προς τη σύζυγό του.
Ο Σέρχιο Γιουλ έχει όνειρα, φιλοδοξίες. Ωστόσο, έχει και επιθυμίες που συχνά δεν συνάδουν με τη «λογική» των σπουδαίων επιλογών και των υπέρμετρων στόχων που «επιβάλει» η ψυχρή πλευρά του επαγγελματισμού.
Ένα καλοκαιρινό πρωινό του 2015, πριν καν βγουν από το δωμάτιο του πολυτελούς ξενοδοχείου και δίχως να χρειαστεί να ξεναγηθούν στην ήρεμη γειτονιά που θα ζούσαν αν άφηναν τη Μαδρίτη για το Τέξας, ο Ισπανός γκαρντ κοίταξε τη σύντροφό του, Αλμουνέδα Κανόβας και αποφάσισαν στιγμιαία και χωρίς δεύτερες σκέψεις: Θα μεγάλωναν την κόρη τους στο σπίτι τους στην Ισπανία.
Δεν είχαν καμία διάθεση, όπως έχει αναφέρει σε Μ.Μ.Ε. της Ιβηρικής άτομο του περιβάλλοντός τους, «να “ξεριζώσουν” την οικογένειά τους». Ο Γιουλ, άλλωστε, είχε ήδη ένα έτοιμο «βασίλειο» στην ισπανική πρωτεύουσα και ο «Β΄ ανδρικός ρόλος» στο πλάι του Τζέιμς Χάρντεν δεν τον «θάμπωνε»…
Hoy la princesa de la casa cumple 3 añitos! Muchas felicidades Olivia! ❤️🎂😍 pic.twitter.com/KsY2gL9y5I
— Sergio Llull (@23Llull) October 12, 2021
Εκείνοι οι ήχοι, σαν να τους εκτελεί ζωντανά μία μπάντα, στο γήπεδο των Ρόκετς, δεν θα του έλεγαν κάτι. Ήταν βέβαιος για τούτο.
Για τον Σέρχιο Γιουλ, «μουσική στα αυτιά» ήταν οι -άλλες φορές καταπληκτικές και άλλες ενοχλητικές- κόρνες στα γήπεδα της ACB. Δεν ήταν απλώς η αποθέωση των οπαδών της Ρεάλ και «υπηκόων» του. Τον «μάγευε» ακόμη και η εχθρική ατμόσφαιρα σε μισητά (μπασκετικά) μέρη όπως η Βαρκελώνη, η Ανδαλουσία και η Χώρα των Βάσκων.
Σχεδόν λάτρευε τους αγανακτισμένους οπαδούς που πολλές φορές ούρλιαζαν και άλλες τόσες (του) ύψωναν το μεσαίο δάχτυλο! Ένα ενδεχόμενο δαχτυλίδι πρωταθλητή στο ΝΒΑ δεν κάλυπτε τη λατρεμένη ανυπομονησία και την ονειρεμένη παρουσία του σε ένα «Clasico» εναντίον της Μπαρτσελόνα.
Όλο αυτό το «σκηνικό» δεν τον εξιτάρει απλώς ως αθλητή, μέχρι τις μέρες μας. Είναι μία εξαιρετική υπενθύμιση των δύο ρόλων του. «Σεσημασμένος» μέσα στο παρκέ, ένας φιλήσυχος τύπος και χαζομπαμπάς έξω από αυτό. Είχε μάθει να τα διαχωρίζει και τα δύο. Να τα «αγκαλιάζει» κάθε φορά που το ένιωθε απαραίτητο.
Μπορεί ακόμη, έστω και με πόδια πιο «βαριά» από τα χρόνια και τους τραυματισμούς, να αφαιρεί το προσωπείο του «αδίστακτου» στις τέσσερις γραμμές και να «φορά» το χαμόγελό του. Με το ίδιο χαμόγελο που, διόλου χαιρέκακα, αλλά πάντα με κάτι μεταξύ ευγένειας και αμηχανίας, αποφάσιζε να απορρίπτει τις συχνές προτάσεις των Χιούστον Ρόκετς να φορέσει τη φανέλα τους.
Τα «σημάδια» έχουν πάντοτε σημασία για εκείνον.
Δεν είχε κλείσει τα 22 χρόνια του όταν, το καλοκαίρι του 2009, οι Ντένβερ Νάγκετς επέλεξαν τον ελπιδοφόρο γκαρντ της Ρεάλ Μαδρίτης στο Νο34 του ντραφτ του ΝΒΑ.
Οι Χιούστον Ρόκετς αποφάσισαν να αποκτήσουν τα δικαιώματά του αντί 2,5 εκατομμυρίων δολαρίων, ποσού-ρεκόρ για την εποχή για παίκτη από τον δεύτερο γύρο της διαδικασίας.
Οι Τεξανοί ήταν πεπεισμένοι ότι είχαν «ανακαλύψει», τότε, κάτι μπασκετικά σπάνιο. Ο Ντάριλ Μόρεϊ, τζένεραλ μάνατζερ από το 2007 και νυν πρόεδρος των Φιλαδέλφεια Σίξερς, έβλεπε στο πρόσωπο του Γιουλ έναν αντισυμβατικό Ευρωπαίο γκαρντ, που ταίριαζε αρμονικά στο όραμά του.
Ο Μόρεϊ, λάτρης των στατιστικών και των επιπρόσθετων analytics, διαμόρφωνε το πλάνο του. Το 2015, έπειτα από την ήττα στους Δυτικούς τελικούς από τους μετέπειτα πρωταθλητές Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς, δεν είχε πια καμία αμφιβολία. Ήταν το ιδανικό συμπλήρωμα του Τζέιμς Χάρντεν στην περιφέρεια. Ένας ταχύτατος και δυναμικός παίκτης που μπορεί να παίξει στις δύο θέσεις των γκαρντ, που δεν δίσταζε να εκτελεί στην πρώτη πάσα, που ενθουσίαζε το κοινό και «ανακάτευε» την αντίπαλη άμυνα.
Οι Ρόκετς τού πρόσφεραν ένα τριετές συμβόλαιο αντί 24 εκατομμυρίων δολαρίων και ήταν πρόθυμοι να καλύψουν και την υψηλότατη ρήτρα των 5,6 εκατομμυρίων στη Ρεάλ Μαδρίτης.
Ο Αμερικανός παράγοντας ήταν σίγουρος για το «si». Αντίθετα, άκουσε το πρώτο από τα συνεχή «no» του Ισπανού…
Το 2017 η απάντηση ήταν η ίδια. Ο διευθυντής σκάουτινγκ εκτός Η.Π.Α. των Χιούστον Ρόκετς, Μάρκο Ραντοβάνοβιτς, έχει παραδεχθεί ότι «προσπαθούμε εδώ και δέκα χρόνια να τον φέρουμε στην ομάδα».
Το 2015 και δύο χρόνια αργότερα, όπως τόνισε, «οι συζητήσεις ήταν ιδιαιτέρως σοβαρές. Θα μπορούσε άμεσα να έχει θέση βασικού».
Σε αφιέρωμα της ιστοσελίδας Bleacher Report στον Σέρχιο Γιουλ, για τις αρνήσεις του Ισπανού να αφήσει τη Μαδρίτη, ο παλαίμαχος σταρ της Ρεάλ –πρωταθλητής Ευρώπης το 1995 στο φάιναλ φορ στη Σαραγόσα- Τζο Αρλάουκας, έχει ομολογήσει πως «δεν καταλαβαίνω την απόφασή του και ξέρω ότι θα με… σκοτώσει που το λέω!».
Ο Αρλάουκας θεωρεί ότι «όλα ήταν αρμονικά ευθυγραμμισμένα με το Χιούστον, αγωνιστικά και οργανωτικά, ωστόσο ο καθένας λαμβάνει τις δικές του αποφάσεις. Πάντως, πιστεύω ότι όταν όλα τελειώσουν, θα έχει την απορία, διότι έχει τις ικανότητες να παίξει στην Αμερική. Η επιλογή του με απογοήτευσε, αλλά στην Ισπανία τον λατρεύουν που παρέμεινε».
Η πορεία στο ΝΒΑ των αδερφών Πάου και Μαρκ Γκασόλ, ή η καριέρα των συμπατριωτών του, Χοσέ Καλδερόν και Ρούντι Φερνάντεζ, δεν δελέασε τον αρχηγό της Ρεάλ.
Ούτε είχε την περιέργεια να παίξει στο ΝΒΑ έστω και λίγο, όπως οι Χουάν Κάρλος Ναβάρο και Άλεξ Αμπρίνες. Από μικρός γνώριζε ακριβώς τι ήθελε να κάνει και να πετύχει.
Ο Σέρχιο Γιουλ γεννήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1987 στο Μαχόν, την πρωτεύουσα των 24.000 κατοίκων στη νήσο Μενόρκα, η οποία ανήκει στο σύμπλεγμα των Βαλεαρίδων.
Τα 150 μίλια νοτιοανατολικά από τη Βαρκελώνη έμοιαζαν απόσταση ικανή να καλυφθεί και να φορέσει μία μέρα τα χρώματα των «μπλαουγκράνα». Δεν το έκανε.
Άρχισε να παίζει μπάσκετμπολ στην ακαδημία της Λα Σαγ Μάο, στην οποία ο παππούς του είχε κοουτσάρει στο παρελθόν τον πατέρα του, Πάκο Γιουλ.
Η πορτοκαλί μπάλα υπήρχε πάντα μέσα στο σπιτικό των Γιουλ και ο ήχος της ήταν πιο οικείος από εκείνον του κύματος στην παραλία… Ήταν, παράλληλα, ικανός να πείσει τον μικρό Σέρχιο να αφήσει το ποδόσφαιρο, το οποίο στην Ισπανία είναι το αρχικό ξεκίνημα κάθε φιλόδοξου πιτσιρικά.
Ο Σέρχιο λάτρεψε το μπάσκετμπολ παρακολουθώντας τον μπαμπά του από την εξέδρα και μαζί με τον αδερφό του, Ιβάν, ξεχνούσαν συχνά να φάνε ή να μελετήσουν, ώστε να βρεθούν και πάλι σε ένα ανοικτό γήπεδο.
Σε ηλικία 15 ετών, με τη φανέλα της Ουνιό Μανρεσάνα, σκόραρε 71 πόντους(!) και μοίρασε 19 ασίστ στο τοπικό ντέρμπι με τη Χοβέντ Αλαϊόρ. Ο σκάουτερ άρχισαν να γεμίζουν την κερκίδα για τον νησιώτη έφηβο.
Την επόμενη χρονιά προσκλήθηκε στην Εθνική Εφήβων της χώρας του και λίγο πριν από την ενηλικίωσή του, το 2005, υπέγραψε το πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιό του με τη Μανρέσα.
⛔️🏃🏽♂️💨🏀
Per molts anys, @23Llull! https://t.co/J1Ghk3n8QL— BAXI Manresa (@BasquetManresa) January 8, 2019
Το παρθενικό δείγμα του -σε μία χώρα με μπασκετική παιδεία άμεσων ευκαιριών– δεν ήταν ανάλογο της εφηβικής πορείας του.
Στην πρώτη σεζόν του, το 2005-2006, κατέγραψε μόλις μ.ό. 2,8 πόντων σε μόνο 7,5 λεπτά συμμετοχής και 11 ματς… Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς ως δανεικός στη Φινκές Ολέσα, ομάδα 4ης κατηγορίας.
Ούτε εκεί «έλαμψε», ακριβώς. Μέτρησε μ.ό. 12 πόντων, ωστόσο η προοπτική ήταν ορατή και η Ρεάλ Μαδρίτης τον απέκτησε το 2007. Τα «παράσημα» του χρυσού μεταλλίου στο Ευρωμπάσκετ Κ-18, ενώ ήταν 16 ετών, το 2004, ήταν το πρώτο δείγμα.
Το 2007 κατέκτησε το ασημένιο στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα Κ-20 και από το 2009 είναι μέλος της «χρυσής φουρνιάς» της Εθνικής Ανδρών που κατέκτησε τα πάντα. Την ίδια χρονιά αναδείχθηκε πρωταθλητής Ευρώπης και το 2011 υπερασπίστηκε με επιτυχία τον τίτλο του. Το διάλειμμα από το πρώτο σκαλί του βάθρου, με το ασημένιο Ολυμπιακό του 2012 και το χάλκινο στο Ευρωμπάσκετ του 2013, διαδέχθηκε το χρυσό το 2015!
Στο Ρίο ντε Τζανέιρο, το 2016, φόρεσε το χάλκινο Ολυμπιακό και το 2019 ανέβηκε και στην κορυφή του κόσμου, με τον θρίαμβο στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Κίνας.
Στη Μαδρίτη, η επιτυχία και τα «λάφυρα» δεν ήταν λιγότερα.
Από το 2011, όταν ο κόουτς Πάμπλο Λάσο κάθισε στην άκρη του πάγκου της Ρεάλ, ο ρόλος του Σέρχιο Γιουλ ήταν αναβαθμισμένος.
Ο παλαίμαχος γκαρντ, ο οποίος αναγνωρίζει με γυμνό μάτι το ταλέντο αλλά, κυρίως, γνωρίζει πώς να «χτίζει» την αυτοπεποίθηση ενός νεαρού, πρόσφερε απρόσμενες ελευθερίες στον Γιουλ. Ο Λάσο το επανέλαβε στη συνέχεια και με παίκτες που, σε αντίθεση με τον Σέρχιο, πίστευαν πως το μέλλον τους είναι στο ΝΒΑ. Εμπιστεύθηκε από μικρή ηλικία και τους Νίκολα Μίροτιτς και Λούκα Ντόντσιτς.
Χάρισε σε όλους όσους πίστευε ότι μπορούν να ηγηθούν το περιθώριο στο λάθος. Η εμπειρία ακόμη και μίας ήττας είναι πάντα διδακτική.
Ο Γιουλ δικαίωσε τον προπονητή του όχι απλώς με το να απαρνηθεί το ΝΒΑ, αλλά και με τα κατορθώματά του. Το κοινό λάτρεψε τη «σπίθα» και την ενέργειά του, σε πολλές περιπτώσεις την καλώς εννοούμενη τρέλα και τον υπερβολικό ενθουσιασμό του.
Ο Γιουλ μετρά συνολικά, σε συλλόγους και εθνικές, 26 τίτλους! Καθώς με τη Ρεάλ έχει στεφθεί πρωταθλητής Ευρώπης το 2015 και το 2018, αλλά και έξι φορές πρωταθλητής Ισπανίας, άλλες έξι νικητής του Κόπα ντελ Ρέι, έχει επτά τρόπαια Σούπερ Καπ και έναν τίτλο Διηπειρωτικού Κυπέλλου, το 2015.
Όπως λέει ακόμη και στα 34 του, με τόσους τραυματισμούς να έχουν «πληγώσει» τα πόδια του, «ο πατέρας μου με συμβούλευε πάντα να παίζω όπως προπονούμαι και να πιέζω τον εαυτό μου στο μάξιμουμ».
Αυτό έκανε και όταν βίωσε τη δυσκολότερη στιγμή της καριέρας του, μετά τα σπουδαιότερα ατομικά βραβεία του…
Βίωσε έναν προσωπικό κύκλο ο οποίος άνοιξε με ανείπωτο πόνο και έκλεισε με κλάμα, αλλά με δάκρυα χαράς.
Η λέξη «περπάτησε» ίσως να έμοιαζε ειρωνική. Αλλά πορεύθηκε σε μία διαδρομή που τον πλήγωσε αλλά δεν τον άφησε κάτω. Έναν δρόμο που, καθόλου ειρωνικά και πολύ συμβολικά, έγινε λυτρωτικός και μία μορφή εξιλέωσης.
Ήταν 9 Αυγούστου 2017. Ήταν ο πολυτιμότερος παίκτης στην Ευρωλίγκα και την ACB και για πολλούς ο κορυφαίος Ευρωπαίος παίκτης εκτός ΝΒΑ.
Οι Ρόκετς είχαν χτυπήσει και πάλι την πόρτα του, όμως σε εκείνο το ματς προετοιμασίας της Ισπανίας εναντίον του Βελγίου, στην Τενερίφη, στην ίδια πόρτα ακούστηκε και ο κρότος της ατυχίας. Για τον ίδιο, ήταν ήχος αδικίας. Ο Σέρχιο Γιουλ διέλυσε τον χιαστό στο δεξί γόνατο… Ο πόνος θα ήταν κάτι που θα μπορούσε να ξεπεράσει. Η απουσία από τα παρκέ για μήνες θα τον έκανε ανυπόμονο και θα του έδινε κίνητρο και μία νέα πρόκληση.
Αυτό που φοβόταν ο σταρ της Ρεάλ, όμως, ήταν να μην είναι ο εαυτός του. Να μην μπορεί να κάνει τα «πράγματα του Γιουλ στο γήπεδο». Να μην παραμείνει ο ίδιος παίκτης. Ήταν 30 ετών και στην καλύτερη κατάσταση της καριέρας του.
Άλλαξε, όμως παράλληλα έμεινε ο ίδιος… Έμεινε ο ίδιος γιατί επέστρεψε στο γήπεδο νωρίτερα του αναμενόμενου και βοήθησε τη Ρεάλ να κατακτήσει την Ευρωλίγκα του 2018.
Έμεινε ο ίδιος διότι πατώντας στο ίδιο «καταραμένο» παρκέ για έναν αγώνα των πλέι οφς της ισπανικής λίγκας κόντρα στην Τενερίφη, δεν έδειξε σημάδια μελαγχολίας ή πισωγυρίσματος. Αυτό που έκανε ήταν να αναρτήσει ένα σχόλιο στο Twitter στο οποίο έγραφε πως… ψάχνει τον χαμένο χιαστό του στο «Σαντιάγκο Μαρτίν»! Ο εξωστρεφής χαρακτήρας του ήταν ένα πρώτο βήμα να ξεπεράσει όσα υπέμεινε.
Το γνωστό ταπεραμέντο του ήταν εκεί, εμφανές. Αυτό που (του) έλειπε ήταν ο εαυτός του. Ο «προηγούμενος παίκτης Γιουλ». Αισθάνθηκε πως ενώ το πνεύμα του ήταν ακμαιότατο, το σώμα του τον είχε προδώσει…
Ένας τόσο σοβαρός τραυματισμός συχνά καταπονεί το κορμί και, δεδομένης και της ηλικίας, πολλές φορές προκαλεί αρκετούς μικρότερους τραυματισμούς.
Από τους μ.ό. 16,5 πόντους που κατέγραψε το 2016-2017 σε Ευρωλίγκα και ACB, έκτοτε δεν ξεπέρασε ποτέ τους 10,5… Από τα 27-28 λεπτά που αγωνιζόταν, η μεγαλύτερη συμμετοχή του την επόμενη τετραετία ήταν τα 21,4΄ του 2019, τα οποία πλέον μειώθηκαν κι άλλο… Στη σεζόν 2021-2022 έχει 6,5 πόντους, σε 15,2 λεπτά.
Τον Σεπτέμβριο του 2021, όμως, θυμήθηκε τον παλιό καλό εαυτό του, καθώς στο ίδιο γήπεδο, στο «Σαντιάγκο Μαρτίν» της Τενερίφης, οδήγησε τη Ρεάλ στην κατάκτηση του Σούπερ Καπ.
Η «βασίλισσα» κατόρθωσε να «γυρίσει» από το -17, ο Γιουλ σκόραρε 24 πόντους και στο φινάλε ξέσπασε σε κλάματα, στην αγκαλιά του κόουτς Πάμπλο Λάσο και των συμπαικτών του.
Εκείνα τα δάκρυα παραμένουν η λύτρωση του.
4 años entre una imagen y otra. El día en el que su carrera cambió por completo y la misma pista en la que hoy ha cambiado el partido para darle la #SupercopaEndesa al Real Madrid pic.twitter.com/MMyQmNl0jL
— Luis Hidalgo (@Luisheel) September 12, 2021
Για τον «ανοιχτόμυαλο» στο παρκέ αλλά συγκρατημένο και πρότυπο οικογενειάρχη εκτός των τεσσάρων γραμμών Σέρχιο Γιουλ, η πορεία της ζωής του έμοιαζε με έναν μονόδρομο.
Με τον μονόδρομο των όχι αλαζονικών, αλλά σίγουρα ξεκάθαρων επιλογών του. Οι φίλοι του, όσοι τον ξέρουν καλά, λένε ότι είναι «τρελός από κούνια!».
Σε μία εποχή που τόσο η αίγλη όσο και τα δολάρια του ΝΒΑ δελεάζουν εύλογα έναν νέο παίκτη, η απόφαση του Ισπανού να απορρίψει τους Ρόκετς και να μην ασχοληθεί με την ανταλλαγή (τον Νοέμβριο του 2020) των δικαιωμάτων του στους Νικς, έδειχνε σχεδόν… ανήκουστη.
Στο Χιούστον δεν έζησαν ποτέ την ευκαιρία να βιώσουν το επίπεδο του ενθουσιασμού που προσφέρει σε παρκέ, αποδυτήρια και κυρίως στην εξέδρα.
Ένα τρελό, μπόλικες φορές κάτι σαν αλόγιστο σουτ ήταν η δική του γοητεία, η δική του συνεισφορά στο παιχνίδι που ερωτεύτηκε μικρός στη Μενόρκα.
Η σιγουριά που νιώθει ο κόουτς Λάσο όταν ο αρχηγός του θα κάνει ακόμη και κάτι τρελό μέσα στον αγώνα, είναι μία ασαφής βεβαιότητα που απολαμβάνουν και οι δύο.
Ο Σέρχιο Γιουλ είχε από νωρίς σχεδιασμένο το δικό του πεπρωμένο, «πασπαλισμένο», από την άλλη, με όσα ήθελε και κατάφερνε να ελέγχει. Διότι το μόνο βέβαιο, τελικά, ήταν πως δεν αμφέβαλε ποτέ για τον εαυτό του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Πάου και Μαρκ Γκασόλ θριάμβευσαν στον διαφορετικό αλλά και κοινό «τους» κόσμο
Ευθύμης Ρεντζιάς: «Διαφορετική κουλτούρα» / Τζο Αρλάουκας: «Το Διήμερο Της Δόξας»
Ελεάννα Χριστινάκη: Διαδρομή Απελευθέρωσης / Ανδρέας Γλυνιαδάκης: «Ο δρόμος του Σπανούλη»
Νίκος Χατζηβρέττας: «Μάθημα Νοοτροπίας» / Κένεθ Μπάρλοου: «Το ελληνικό πεπρωμένο μου»
Το success story του Βασίλιε Μίτσιτς δεν είναι τα τρόπαια ή τα βραβεία…
Το Κάουνας ήταν πάντα η «φωλιά» του Μάριους Γκριγκόνις
Σημασία για τον Σέιν Λάρκιν (δεν) είχαν τα καθαρά χέρια, αλλά και η καθαρή καρδιά
Φουρνιέ και Μπατούμ δεν είχαν κανένα δίλημμα σχετικά με το χρυσό ή το… χρώμα του χρήματος
Ο «γητευτής των αλόγων», Νίκολα Γιόκιτς, έγινε «ένα» και με τον ρόλο του «Joker»
Ο Άντερσον Βαρεζάο λάτρεψε τον φθόνο και μίσησε την αδιαφορία…