Το βλέμμα ταξιδεύει, περιφέρεται σε έναν κατά τα άλλα ήσυχο νυχτερινό ουρανό.
Ώσπου παγιδεύεται, δεν έχει άλλη επιλογή παρά να στραφεί εκεί. Λίγες στιγμές πριν στο ίδιο ακριβώς σημείο δεν υπήρχε τίποτα άλλο από το απόλυτο σκοτάδι, όμως τώρα εκείνο το εκτυφλωτικό φως έχει μαγνητίσει όσα ζευγάρια μάτια έτυχε να κοιτούν ψηλά αυτό το βράδυ.
Έχουν περάσει αμέτρητα έτη, περισσότερα από 10 εκατ., και πλέον ο χρόνος μετρά αντίστροφα για την τελευταία του πνοή. Στις τελευταίες στιγμές του, στην τελευταία του παράσταση εκείνο το άστρο, σαν ορκισμένο να πει ένα μοναδικό «αντίο», παίρνει πρωταγωνιστικό ρόλο στο σανίδι του ουρανού. Ο πυρήνας του βαραίνει, τα ηλεκτρισμένα σωματίδια της ψυχής του αρχίζουν να χορεύουν, να γεννούν έναν αυξανόμενο θερμό ενεργειακό τυφώνα που αναπόφευκτα καταλήγει σε μια ασύλληπτη έκρηξη. Για κάποια δευτερόλεπτα ένας ολόκληρος γαλαξίας φωτίζεται από εκείνο το εκτυφλωτικό φλας, τον θάνατο ενός αστεριού που αποχαιρετά για πάντα τη λάμψη του.
«Σουπερνόβα» ονομάζεται αυτό το επιθανάτιο χορευτικό των γιγαντιαίων αστεριών, φαινόμενο που μέχρι σήμερα γοητεύει όλους τους επιστήμονες που το μελετούν, που το παρατηρούν προσεκτικά με τα υπερσύγχρονα μέσα τους και έπειτα γεμίζουν σελίδες με τα «πώς» και τα «γιατί» πίσω από αυτό. Άλλωστε, τα γεμάτα περιέργεια βλέμματά τους σε συνδυασμό με τις αμέτρητες μελέτες του παρελθόντος και την απαραίτητη τεχνολογία είναι ικανά να σχηματίσουν το μονοπάτι που οδηγεί σε όλες τις απαντήσεις.
Μόνο που δεν έχει κάθε θάνατος ενός άστρου εξήγηση. Δεν υπάρχουν «πώς» και «γιατί» πίσω από κάθε λάμψη που αρχικά εκρήγνυται και στη συνέχεια ατονεί, σβήνει για πάντα.
Μοτίβο, πορεία που φέρνει στο μυαλό τον ρου της καριέρας του Ντέλε Άλι, μιας καριέρας καταδικασμένης σε ένα σουπερνόβα, στην απόλυτη έκρηξη λάμψης που στιγμές μετά χάθηκε στο σκοτάδι.
Το πρώτο αληθινό σπίτι
Τα σταντ κρατούν όρθια τα ποδήλατα που απέχουν λίγα μέτρα μεταξύ τους σε μια ευθεία γραμμή, παριστάνοντας τα δοκάρια. Και ανάμεσά τους ένα παιδί με λυγισμένα ματωμένα γόνατα μέσα από τη βρόμικη φόρμα του, έτοιμο να εκτιναχθεί στο σκληρό τσιμέντο. Το ποδόσφαιρο πάντα θα είναι το πιο όμορφο παιχνίδι, διότι, για να παιχτεί, χρειάζεται μόνο μια μπάλα και λίγη φαντασία. Η μπάλα υπήρχε και η φαντασία σε εκείνη την παρέα σχολιαρόπαιδων περίσσευε. Ήταν κάτι παραπάνω από αρκετή για να μετατρέψει με τον δικό της μοναδικό τρόπο ένα άχρωμο πάρκινγκ αυτοκινήτων στο “γήπεδο”, το οποίο πάνω του κουβαλούσε όλη τη χαρά και τα όνειρα εκείνων των παιδιών.
Σχολείο, πάρκινγκ-γήπεδο, σπίτι. Καθημερινή ρουτίνα, αθώα και απλή. Μα για ένα από εκείνα τα πιτσιρίκια όχι και τόσο απλή.
Ήταν πάντα το τελευταίο, το “σπίτι”, αυτό που ανέκαθεν περιέπλεκε τα πράγματα στη ζωή του.
Από τη στιγμή που η Αγγλίδα μητέρα έφερε τον Ντέλε στη ζωή και την αμέσως επομένη που ο Νιγηριανός πατέρας του τους παράτησε στο Μίλτον Κέινς, φεύγοντας για την Αμερική. Το μικρό τους διαμέρισμα στο Μπράντγουελ, μια από τις κακόφημες περιοχές της πόλης, ήταν η στέγη τεσσάρων παιδιών, από τρεις διαφορετικές αποτυχημένες σχέσεις της μητέρας του.
Ο χρόνος κυλούσε, η αθωότητα του μικρού έκανε γρήγορα φτερά, δίνοντας θέση στη συνειδητοποίηση των μη κανονικών συνθηκών που καλούταν να αντιμετωπίσει. Σε κάποια φάση της παιδικής του ζωής (οι γονείς του ακόμη διαφωνούν για το πότε ακριβώς) ο Ντέλε πήγε για λίγο καιρό στη Νιγηρία με τον πατέρα του, αλλά γρήγορα επέστρεψε στο Μπράντγουελ. Τα άδεια από αλκοόλ μπουκάλια που στέκονταν δίπλα στον καναπέ του σαλονιού και την αναίσθητη μαμά του γίνονταν όλο και περισσότερα. Το ίδιο και οι αμέτρητες γόπες στο βρόμικο τασάκι λίγο πιο πέρα.
Ο εφιάλτης ήταν εκεί…
«Στα έξι μου παρενοχλήθηκα από έναν φίλο της μητέρας μου, ο οποίος ήταν συχνά στο σπίτι. Η μητέρα μου ήταν αλκοολική και αυτό συνέβη στα έξι μου χρόνια. Στα επτά μου άρχισα να καπνίζω και στα οκτώ μου να διακινώ ναρκωτικά. Ένας μεγαλύτερος τύπος μού είπε ότι δεν θα σταματούσαν ένα παιδί με ποδήλατο, οπότε έκανα βόλτες με την ποδοσφαιρική μου μπάλα και διακινούσα τα ναρκωτικά. Στα έντεκα με κρέμασε από μια γέφυρα ένας τύπος από το διπλανό σπίτι, ένας άντρας», είπε στη συγκλονιστική του συνέντευξη στον Γκάρι Νέβιλ ο Ντέλε, μιλώντας για πρώτη φορά δημόσια για όσα έχει περάσει.
Η έννοια του σπιτιού περιπλεκόταν συνεχώς στον νου του, δεν είχε τη συνήθη αίσθηση οικειότητας, ασφάλειας, ζεστασιάς. Κάθε στιγμή που βρισκόταν μακριά από αυτό ήταν και μια ανάσα, λίγο οξυγόνο στις ρωγμές αυτού του τοξικού περιβάλλοντος.
Η διέξοδος ήταν απαραίτητη. Με τον κολλητό του, Χάρι, ήταν από πάντα και πάντα μαζί. Άρχισε να πηγαίνει στο σπίτι του για τσάι τρεις φορές την εβδομάδα μετά την μπάλα, έπειτα να κοιμάται καμιά φορά εκεί και στη συνέχεια να λείπει από το τριάρι της “οικογένειάς” του για διαδοχικές εβδομάδες. Στο τέλος, γύρω στα 13 του, ο Χάρι έγινε πράγματι αδερφός του, οι γονείς του, ο κύριος και η κυρία Χίκφορντ, άνοιξαν την αγκαλιά τους στον μικρό Ντέλε και του προσέφεραν για πρώτη φορά στη ζωή του ένα αληθινό σπίτι. Το να φύγει δεν ήταν τόσο εύκολο όσο μπορεί να φαντάζει, όμως το ποδοσφαιρικό του όνειρο νίκησε μέσα του κι εκείνος είπε για πάντα «αντίο» στη βιολογική του οικογένεια.
Και το νερό αυτού του ονείρου ήδη είχε μπει στο αυλάκι, αφού τα όσα έκανε με την μπάλα στα πόδια, φέρνοντας στη ζωή τα βιντεάκια των ευφάνταστων τρικ που χάζευε στο YouTube, είχαν αναγκάσει την Μίλτον Κέινς Ντονς, την ομάδα της πόλης, να τον πάρει από εκείνο το πάρκινγκ αυτοκινήτων με τα ποδήλατα για δοκάρια και να τον βάλει ανάμεσα σε τέσσερεις πραγματικές γραμμές στην ακαδημία της.
«Είχε μια δύσκολη παιδική ηλικία, γεμάτη προκλήσεις. Και το πώς διαμορφώθηκε μέσα σε αυτή ήταν πολύ σημαντικό για την ανθεκτικότητά του. Τον έκανε ατρόμητο στο γήπεδο. Δεν τον ανησυχούσε τίποτα», θα πει για το στοιχείο που έκανε τον Ντέλε ξεχωριστό χρόνια αργότερα ένας από τους προπονητές του στην Ντονς, η οποία από την πρώτη στιγμή έτριβε με ευχαρίστηση τα χέρια της για την πολύτιμη ανακάλυψή της.
Απογείωση
«Ήθελα να τον πνίξω. Δεν μπορώ να πω τι είπα ακριβώς, αλλά ήμουν έξαλλος. Την επόμενη εβδομάδα σκόραρε με ένα φοβερό σουτ εκτός περιοχής και απλώς κατάλαβα ότι αυτό το παιδί ήταν ξεχωριστό», θυμάται ο Καρλ Ρόμπινσον, ο προπονητής που χάρισε στον Ντέλε το ντεμπούτο του με την Μίλτον Κέινς Ντονς μόλις στα 16 του χρόνια, περνώντας τον ως αλλαγή σε ένα παιχνίδι Κυπέλλου κόντρα στην Κέιμπριτζ. Η πρώτη του ενέργεια σε επαγγελματικό επίπεδο προκάλεσε την οργή του κόουτς του, ήταν μια περίτεχνη πάσα με τακουνάκι, η οποία θεωρήθηκε περιττή, κάτι που έκανε απλώς για να εντυπωσιάσει.
Μα σύντομα οι πάντες κατάλαβαν πως εκείνο το παιδί δεν ήθελε να κάνει κάποια επίδειξη. Απλώς αυτός ήταν. Ξεχωριστός.
Στην ΜΚ έπαιξε, πρόλαβε να κάτσει σχεδόν τέσσερα χρόνια, στα οποία η ομάδα μαχόταν στην Γ’ κατηγορία της Αγγλίας, τη League 1, μα όλοι ήξεραν πως το μέλλον του θα ξεδιπλωνόταν σαν χαλί στα σαλόνια της Premier League. Γρήγορα οι μεγαλύτεροι σύλλογοι της χώρας έστρεψαν τα βλέμματά τους πάνω του, με την Τότεναμ εν τέλει να καταφέρνει να τον πείσει να μετακομίσει στο Βόρειο Λονδίνο.
Ήταν εκείνη η εποχή που η αύρα των «Spurs» έδειχνε να αλλάζει, με τον Μαουρίτσιο Ποτσετίνο στην άκρη του πάγκου τους να υπόσχεται στον μικρό πως ο δρόμος προς τον σταθερό χρόνο συμμετοχής σε ένα τόσο μεγάλο club είναι ανοιχτός. Το καλοκαίρι του 2015 ο Ντέλε φορά για πρώτη φορά τα λευκά της Τότεναμ και μετά… Μετά απλώς έκρηξη, απογείωση.
Ο Αργεντινός τεχνικός πιάνει στα χέρια του ένα διαμάντι ακατέργαστο, το πιο όμορφο κομμάτι πηλού, και το διαμορφώνει σε κάτι μοναδικό, κάτι άγνωστο. Σαν έναν πίνακα αφηρημένης τέχνης, πανέμορφο μα δύσκολα ερμηνεύσιμο. Κανείς δεν ξέρει τι είναι ο Άλι, αλλά και κανείς δεν νοιάζεται. Δεν είναι σε καμία περίπτωση μέσος μα ούτε και επιθετικός, όλοι στο Νησί τον παρακολουθούν έκπληκτοι και ενθουσιασμένοι με αυτό το συλλογικό αίσθημα υπερηφάνειας που ξεπερνά την αγάπη για την ομάδα. Τα πόδια του γεννούν στιγμές μαγείας ανεπανάληπτες, οι οποίες γίνονται μια ασταμάτητη λούπα στις οθόνες μικρών και μεγάλων.
«Έχω δει ορισμένα σπουδαία γκολ, αλλά αμφιβάλλω για το αν θα ξαναδώ ένα τόσο σπουδαίο ατομικό γκολ από έναν 19χρονο», θα πει ο άλλοτε παίκτης της Τότεναμ, Γκαρθ Κρουκς, για το τέρμα του Ντέλε κόντρα στην Κρίσταλ Πάλας, μια από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές του, μόλις στην πρώτη του χρονιά στους «Spurs». Με απίθανο σομπρέρο στέλνει τον αντίπαλό του στην αντίθετη κατεύθυνση και με ένα εντυπωσιακό μονοκόμματο βολέ καρφώνει την μπάλα στα δίχτυα, υπογράφοντας ένα από τα highlights των τελευταίων ετών στην PremierLeague.
Η δύναμη του ακαθόριστου που πυροδοτεί τις ενέργειές του τον μετατρέπει σε έναν γρίφο για κάθε άμυνα. Ασταμάτητες κινήσεις, φοβερή τεχνική, προσποιήσεις και ντρίμπλες βγαλμένες από τα βιντεάκια του YouTube που χάζευε λίγα χρόνια πριν, από εκείνο το τσιμεντένιο πάρκινγκ αυτοκινήτων.
Τα πυροτεχνήματα των φαντεζί ενεργειών του ωστόσο δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτό που πραγματικά χαρακτηρίζει τον ποδοσφαιριστή Ντέλε, αυτό που τον κάνει ξεχωριστό. Κι αυτό είναι η ουσία. Τα συνεχή κάθετα τρεξίματα στην περιοχή, εκείνη η πείνα για σουτ, για τελικές, για γκολ.
«Όταν είναι έξω από την περιοχή, παίζει σαν μέσος. Όταν είναι μέσα σε αυτή, σαν επιθετικός», θα ομολογήσει ο Ποτσετίνο, ο άνθρωπος που χτίζει μαζί του μια ξεχωρστή σχέση, που του προσφέρει το καλύτερο πλαίσιο δράσης. Με ελευθερία πίσω από τον στράικερ, μακριά από ανασταλτικές έγνοιες, σαν να του ψιθυρίζει στο αφτί «Βγες και παίξε, εκφράσου, να είσαι ο εαυτός σου».
Κι εκείνος λάμπει. Γίνεται “κλειδί” στην καλύτερη Τότεναμ της σύγχρονης ιστορίας, βρίσκει τον δρόμο προς την Εθνική Αγγλίας. Στις δύο πρώτες του χρονιές στο Βόρειο Λονδίνο ψηφίζεται ο καλύτερος νέος παίκτης στην Premier League, αργότερα με δική του ασίστ, μαγικό τσιμπηματάκι στο τρίτο γκολ του Μόουρα, ξεκλειδώνει ολοκληρωτικά την άμυνα του Άγιαξ και βάζει το δικό του πολύτιμο λιθαράκι στην πρόκριση των «Spurs» στον Τελικό του Champions League. Για το μέλλον του ακούγονται πολλά, μέχρι και το όνομα της Ρεάλ Μαδρίτης.
Μα ξάφνου, τα πάντα βυθίζονται, χάνονται.
Η προφητεία του Ζοζέ
«Τώρα είμαι 56 και χθες, αλήθεια χθες, ήμουν 20. Στο πι και φι. Ο χρόνος πετά. Μια μέρα πιστεύω πως θα το μετανιώσεις, αν δεν καταφέρεις να φτάσεις όσο ψηλά πραγματικά μπορείς. Δεν περιμένω να είσαι ο καλύτερος παίκτης σε κάθε ματς, ούτε να σκοράρεις σε κάθε ματς. Απλώς θέλω να σου πω ότι πιστεύω πως θα το μετανιώσεις. Εσύ θα πρέπει να απαιτείς περισσότερο από τον εαυτό σου. Όχι εγώ, ούτε κανένας άλλος. Εσύ. Νομίζω πως πρέπει να απαιτείς περισσότερα από εσένα». Τα λόγια του μοναδικού Ζοζέ Μουρίνιο έρχονται να περιγράψουν σχεδόν τέλεια μια κατάσταση που επρόκειτο να διαμορφωθεί, μα δεν καταφέρνουν να γίνουν το σωσίβιο του 24χρονου Ντέλε.
Ο αγαπημένος του Ποτσετίνο έχει αποχαιρετήσει την Τότεναμ, σε μια χρονιά που ο ίδιος ταλαιπωρείται αφάνταστα από μια σειρά τραυματισμών. Δεν ήταν μόνο το πλάνο του Μαουρίτσιο, αυτός ο κομμένος και ραμμένος για τα μέτρα του Άλι τρόπος παιχνιδιού, όσο η σχέση του νεαρού Άγγλου με εκείνον αυτή που είχε τη μεγαλύτερη σημασία.
Ο Μουρίνιο τον διαβάζει τέλεια, μα δεν τον κερδίζει, το καταπονημένο του κορμί χάνει την αθλητικότητά του, το κεφάλι του γεμίζει από τις υπερβολές αλλά και τις κακές γλώσσες των media, δεν εμπνέεται, δεν δουλεύει.
Οι «Spurs» αλλάζουν ταυτότητα, παίζουν πιο άμεσα, ο Πορτογάλος τον τοποθετεί στο κέντρο. Μα τι να κάνει εκεί; Δεν έχει τη διάθεση να χτίσει την ομάδα πάνω σε αυτό το τεμπέλικο στις προπονήσεις κι ευάλωτο παιδί. Δεν το κάνει να αισθάνεται το ίδιο σημαντικό. Κι εκείνο σιγά-σιγά βυθίζεται. Παίζει όλο και λιγότερο και, όταν το κάνει, δεν θυμίζει σε τίποτα όλα όσα ήταν. Χάνει την πίστη του κόσμου, χάνει την πίστη στον εαυτό του. Βυθίζεται, σβήνει.
«Άρχισα να παίρνω χάπια για να κοιμηθώ. Το να παίρνεις χάπια για να κοιμηθείς το βράδυ πριν από ένα μεγάλο αγώνα είναι φυσιολογικό. Στην κατάσταση που ήμουν εγώ δεν βοηθάει. Έφτασα σε σημείο εθισμού. Δεν καταλάβαινα τι έκανα», θα εξομολογηθεί χρόνια μετά, ανοίγοντας ακόμα μια χαραμάδα του σκοτεινού του κόσμου πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας.
Ενός σκοτεινού κόσμου που τον έσπρωξε στον πιο δυσανάλογο επίλογο που θα μπορούσε να βάλει στην καριέρα του στην Τότεναμ, με βάση το συναρπαστικό που όλα ξεκίνησαν. Μα κυρίως επιβεβαιώνει κατά κάποιον τρόπο τον Ζοζέ. Σάντο και Κόντε δεν καταφέρνουν να τον “σώσουν” και πλέον όχι μόνο δεν δείχνει ικανός να φτάσει όσο ψηλά πραγματικά μπορεί αλλά φαίνεται να μην μπορεί να κάνει και τίποτα για να αποτρέψει την καθίζησή του.
«Κατώτερος των προσδοκιών»
Ο Ντέλε τον Ιανουάριο του 2021 αποχαιρετά την Τότεναμ, κουβαλώντας στην πλάτη του το βάρος εκείνης της αίσθησης του ανεκπλήρωτου, ξεκινώντας ένα νέο ταξίδι με στόχο να βρει, έστω, το χαμόγελό του. Η Έβερτον φαντάζει αρχικά μια πολύ καλή επιλογή αλλά κι εκεί, μέσα στο χάος της μάχης για την παραμονή, δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια του. Ο Λάμπαρντ κρίνει πως δεν μπορεί να προσφέρει, η λύση του δανεισμού προκύπτει και μαζί της η προοπτική της Τουρκίας και της Μπεσίκτας. «Δεν μπορεί, κάτι θα κάνει σε ένα Πρωτάθλημα σαφώς κατώτερο της δικής του κλάσης, κάπως θα ξυπνήσει», ισχυρίζονται πολλοί, μα η πραγματικότητα γελά.
Ο Σενιόλ Γκιουνές αναλαμβάνει τους «Αετούς» τον Οκτώβρη και με μια φράση γίνεται σαφής.
«Κατώτερος των προσδοκιών». Λέξεις που παίζουν σαν λούπα στο πίσω μέρος του μυαλού του Ντέλε, όσο για χρόνια ψάχνει τον τρόπο να βγάλει το κεφάλι του στην επιφάνεια, να μη βυθιστεί, να μη σβήσει.
Μα πώς να γίνει αλλιώς; Στη διαθήκη που συνάπτουν τα γιγαντιαία αστέρια του γαλαξία με το σύμπαν το σβήσιμο, ο θάνατός τους, προβλέπεται. Και για την ακρίβεια, αποτελεί προαπαιτούμενο του μοναδικού τους φωτός. Τα σουπερνόβα, οι επιθανάτιες εκρήξεις των μεγαλύτερων άστρων, μας διδάσκουν πως με τρόπο ειρωνικό εκείνα καθηλώνουν τον γαλαξία με το χορευτικό τους, λάμπουν πιο πολύ από ποτέ, λίγο πριν σβήσουν για πάντα.
Ο Ντέλε έλαμψε, έκανε αμέτρητα βλέμματα να ονειρευτούν μαζί του, όσο ο ίδιος εκπλήρωνε τα όνειρά του, μα, καταπώς φαίνεται, δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το ριζικό του, που καταδίκασε την καριέρα του σε ένα ανεπανάληπτο ποδοσφαιρικό σουπερνόβα, στην απόλυτη έκρηξη λάμψης που στιγμές μετά χάθηκε στο σκοτάδι.
Χάθηκε, μα δεν ξεχάστηκε. Γιατί αυτή η εκτυφλωτική λάμψη, ακόμα και αν διήρκεσε για τόσο λίγο, μένει. Αυτή η λάμψη αξίζει.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Τζέιντον Σάντσο: Με αφετηρία το Κένινγκτον
Μέισον Μάουντ: Ακροβατώντας ανάμεσα στο παραμύθι και την πραγματικότητα