Η είδηση είναι γνωστή εδώ και μέρες και είναι γραμμένη παντού. Είναι η -όντως- πολύ μεγάλη πιθανότητα ο Γιάννης Αντετοκούνμπο να μην δώσει το παρών στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα μπάσκετ (25/08-10/09) φορώντας το εθνόσημο.
Ο λόγος που αναφέρουν τα ρεπορτάζ ένα πρόβλημα στο γόνατο, το οποίο τείνει να γίνει χρόνιο.
Το νέο μάλιστα “έσκασε” πάνω-κάτω την ίδια μέρα με την ανακοίνωση του Κώστα Σλούκα ότι δεν είναι διαθέσιμος για το Μουντομπάσκετ και η αλήθεια είναι ότι δύο παρόμοιες περιπτώσεις αντιμετωπίστηκαν από φιλάθλους και Τύπο με δύο μέτρα και δύο σταθμά. Ίσως επειδή το ένα είναι ένα ξεκάθαρο «όχι» και το άλλο ένα αμφιλεγόμενο «ίσως» από το αγαπημένο παιδί όλων των φιλάθλων χωρίς οπαδικά στην μέση, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα.
Πριν ρίξουμε το ανάθεμα, στον Κώστα ή τον Γιάννη, ας ξεκαθαρίσουμε δύο πράγματα. Πρώτον, ότι η συμμετοχή στην Εθνική ομάδα δεν είναι υποχρέωση αλλά χαρά και καλύτερα κάποιος που παθιάζεται παρά κάποιος που θα πάει βαρυγκωμώντας, έστω κι αν φέρει ένα βαρύ όνομα. Δεύτερον και σημαντικότερον, το παράδειγμα του “στρατιώτη” της Εθνικής, Παναγιώτη Γιαννάκη, είναι μεν αληθινό, αλλά εκτός σημερινής πραγματικότητας. Ο «Δράκος» έπαιξε όντως μέχρι τα 37 του ανελλιπώς, αλλά σε εποχές που το Πρωτάθλημα είχε 10, το πολύ 12 ομάδες (και κάποιες χρονιές χωρίς καν πλέι οφ) και το Κύπελλο Πρωταθλητριών, η σημερινή Ευρωλίγκα, μόλις οκτώ (και ένα Final 4 στο τέλος), συνεπώς τα παιχνίδια ήταν πολύ λιγότερα. Επίσης, οι επιθέσεις για πολλά χρόνια ήταν 30″, το μπάσκετ πιο αργό, λιγότερο αθλητικό και δυνατό, η καταπόνηση μικρότερη και όλα αυτά.
Δεν έχει νόημα συνεπώς να συγκρίνουμε διαφορετικές εποχές.
A, και κάτι ακόμα, επειδή αναφέρεται από αρκετούς. Και ο Γκασόλ και ο Νοβίτσκι, οι οποίοι επίσης αναφέρονται ως παραδείγματα αφοσίωσης στο εθνόσημο, δεν είχαν επίσης συμμετάσχει σε κάποια τουρνουά με Ισπανία και Γερμανία αντίστοιχα, προτιμώντας την ξεκούραση (κυρίως Ευρωμπάσκετ βέβαια και όχι Παγκόσμια), ο δε Τζινόμπιλι με την Αργεντινή έπαιζε μόνο στα μεγάλα τουρνουά (Παγκόσμια Πρωταθλήματα και Ολυμπιακούς), ουσιαστικά στις ζυγές χρονιές (1998, 2000, 2002, 2004 κτλ), “σνομπάροντας” στις ενδιάμεσες μονές Παναμερικανικούς, τουρνουά πρόκρισης κτλ, βρίσκοντας έτσι την ξεκούραση που έψαχνε. Και πάλι όμως, μιλάμε για κάτι διαφορετικό, καθώς ο Γκασόλ (περισσότερο) και ο Νοβίτσκι (λιγότερο) δεν είχαν το brand name που έχει χτίσει ο Γιάννης από τόσο μικρή ηλικία στο ΝΒΑ, ενώ ο Τζινόμπιλι λειτουργούσε μέσα στο ιδανικό περιβάλλον που είχε χτίσει ο Πόποβιτς στους Σπερς, με νοοτροπία περισσότερο ευρωπαϊκή παρά αμερικανική.
Κι αφού κλείσαμε την παρένθεση, περνάμε στο προκείμενο.
Υπάρχει όντως πρόβλημα με το γόνατο του Γιάννη;
Αν ρίξει κανείς μια ματιά στις συμμετοχές του στο ΝΒΑ με την ολοκλήρωση και της 10ης σεζόν του, θα δει ότι τις έξι πρώτες έχει από 72 ως 81 συμμετοχές (σε σύνολο 82 αγώνων κανονικής περιόδου). Στις τέσσερεις τελευταίες ωστόσο, ο «Greek Freak» αρχίζει να δείχνει μια ευπάθεια σε τραυματισμούς: 63, 61, 67 και 63 είναι οι συμμετοχές του την τελευταία τετραετία, πάλι φυσικά σε σύνολο 82 αγώνων. Όσο για τα play off, εφέτος έπαιξε μόλις σε τρία από τα πέντε παιχνίδια στο στραπάτσο από τους Χιτ, στο ένα μάλιστα μόλις 11 λεπτά! Συνεπώς, το πρόβλημα είναι υπαρκτό και δεν χωρά αμφιβολία πάνω σ’ αυτό.
Αυτές οι ενοχλήσεις επίσης είναι και ένας από τους βασικούς λόγους που σχεδόν σε κάθε παρουσία του Γιάννη στην Εθνική τα τελευταία χρόνια πάντα υπάρχουν άνθρωποι των Μπακς μαζί του. Ωστόσο, οι ενοχλήσεις αυτές μοιάζουν εφέτος να είναι η αφορμή αλλά όχι η πραγματική αιτία μιας πιθανής απουσίας του.
Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είναι από τη φύση του τρομακτικά ανταγωνιστικός. Είναι ένας από τους λόγους που έχει φτάσει εκεί που έχει φτάσει. Στα 28 του χρόνια έχει δύο MVP κανονικής περιόδου, ένα MVP τελικών και έναν τίτλο με τους Μπακς ως τώρα, φτάνοντας στο κατώφλι της πιο μεστής και παραγωγικής κατά τεκμήριο τετραετίας κάθε θρύλου του ΝΒΑ (από τα 28 δηλαδή μέχρι και τα 32-33 έτη).
Ο Γιάννης λοιπόν βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε ένα σταυροδρόμι, κοιτώντας όμως ουσιαστικά μονάχα έναν δρόμο. Το πώς θα αφήσει το μεγαλύτερο legacy στο ΝΒΑ και πώς θα συμπεριληφθεί στους κορυφαίους των κορυφαίων όλων των εποχών.
Είναι μια τροχιά αυτή στην οποία είχε μπει το 2019 μέχρι το 2021, με αποκορύφωμα το δακτυλίδι του Πρωταθλητή. Είχε φτάσει στο σημείο να είναι ο κορυφαίος, ο πλέον ασυναγώνιστος παίκτης του κορυφαίου Πρωταθλήματος στον κόσμο.
Η τελευταία διετία όμως δεν έχει εξελιχθεί έτσι. Το παιχνίδι του Γιάννη μοιάζει να έχει μείνει στάσιμο, χωρίς την εισαγωγή νέων στοιχείων, περισσότερο προβλέψιμο, άρα και καλύτερα αντιμετωπίσιμο από τους αντίπαλους προπονητές. Ένα παιχνίδι που βασίζεται στη δύναμη και την αθλητικότητα, στοιχεία όμως που με το πέρασμα τον χρόνων (ειδικά μετά τα 30-31) νομοτελειακά φθίνουν και χρειάζεται πολλή δουλειά για να κρατηθούν σε καλά επίπεδα, την ώρα που στην εξίσωση αυτή μπαίνει και η ευπάθεια στο γόνατο. Μη στέκεστε μόνο στα ατομικά του νούμερα που παραμένουν εντυπωσιακά αλλά στην επίδραση που έχουν αυτά στο παιχνίδι της ομάδας. Αυτό είναι το αγωνιστικό σκέλος.
Εξίσου σημαντικό είναι και όλο το υπόλοιπο. Ο Γιάννης βλέπει πλέον τα τελευταία χρόνια από μέσα το πώς λειτουργεί το star system στο ΝΒΑ, ειδικά επί ημερών του κομισάριου Άνταμ Σίλβερ, ο οποίος δείχνει να απεχθάνεται τις “δυναστείες” και θέλει συνεχώς να φρεσκάρει το προϊόν που πουλά παγκοσμίως. Ο Γιάννης βλέπει το πως ο ίδιος αποθεώθηκε και χαρακτηρίστηκε κορυφαίος του πλανήτη τη διετία 2019-2021, βλέπει πως μπορεί εύκολα να αποδομηθεί από το ίδιο το σύστημα και τη θέση του να πάρουν (αν δεν έχουν ήδη πάρει) ο Γιόκιτς, ο Εμπίντ, μελλοντικά ίσως ο Ντόνσιτς, να επιστρέψουν ενδεχομένως για μια τελευταία σεζόν στην κορυφή ο ΛεΜπρόν ή ο Κάρι, να εμφανιστεί κάποιος καινούργιος, όπως το παιδί-θαύμα και Νο 1 του ντραφτ, ο 18χρονος (γεννημένος το 2004 παρακαλώ) και με ύψος 2.23, Βίκτορ Γουεμπανιάμα.
Γιατί έτσι λειτουργεί το μάρκετινγκ στο ΝΒΑ. Ψάχνει συνεχώς για νέους ήρωες, να προσφέρει στον κόσμο νέα πρόσωπα, να πουλήσει περισσότερες φανέλες, να έχει περισσότερα έσοδα. Να μην “επαναπαύεται” εμπορικά. Τη μια χρονιά Πρωτάθλημα ή μια ομάδα, μια άλλη την επόμενη, τη μια χρονιά κορυφαίος ο ένας, την επόμενη ο άλλος. Έτσι λειτουργεί εμπορικά ο “μαγικός” κόσμος του ΝΒΑ, ώστε να μην βαριέται κανείς.
Όλα αυτά είναι στο μυαλό του Γιάννη Αντετοκούνμπο, γι’ αυτό και όλα τα ποσταρίσματα και τα τσιτάτα στα social media, για σκληρή δουλειά, «απαντήσεις» που θα δοθούν, επιστροφή στην κορυφή. Η επόμενη τετραετία είναι καθοριστική για το πού τελικά θα κάτσει η μπίλια και πώς θα χαρακτηριστεί συνολικά η καριέρα του στο ΝΒΑ.
Θα μπει στο Top 10 ή ακόμα και Top 5 όλων των εποχών ή απλώς θα μείνει στη μνήμη όλων ως ένας σπουδαίος παίκτης που κατέκτησε ένα Πρωτάθλημα (άντε δύο μελλοντικά) και απλώς έβαλε και πάλι τους Μπακς στο χάρτη;
Σε τέτοια διλήμματα δεν χωράνε δύο καρπούζια στη ίδια μασχάλη, η στοχοπροσήλωση είναι αναγκαία, ακόμα κι αν έπαιξε τελευταία φορά στις 28 Απριλίου, ακόμα κι αν η επόμενη σεζόν αρχίζει μέσα Οκτωβρίου, δηλαδή σχεδόν έξι μήνες μετά, και σε όλους μοιάζει φυσιολογικό να μπορούσε να αφιερώσει μάξιμουμ 40 μέρες στην Εθνική ομάδα. Δεν υπάρχει κανένα θέμα αν οι Μπακς τον αφήνουν ή όχι, αυτό είναι κάτι που το έχει κερδίσει ως σούπερ σταρ του ΝΒΑ, αλλά αν ο ίδιος θέλει. Ή, μάλλον καλύτερα, αν μπορεί με βάση ό,τι έχει στο μυαλό του.
Για όλα αυτά ασφαλώς και είναι ενήμεροι στην Ομοσπονδία από την πρώτη μέρα ή, καλύτερα, τα είχαν “οσφρησθεί” εγκαίρως, άλλωστε η δέσμευση του Αντετοκούνμπο με την Εθνική ομάδα δεν ήταν κάθε καλοκαίρι δεδομένη, γι’ αυτό και τα υπερατλαντικά ταξίδια στελεχών, όπως ο Νίκος Ζήσης, ο Δήμος Ντικούδης και ο Κώστας Κώτσης.
Τι χάνει η Εθνική ομάδα σε περίπτωση απουσίας του Γιάννη; Σίγουρα αίγλη και λάμψη, αν μη τι άλλο.
Η γκρίνια είναι χαρακτηριστικό της φυλής μας, θα διαβάσετε πολλά για επιστροφή στη μιζέρια και άλλα τέτοια. Αφήστε που το παιχνίδι με τις ΗΠΑ στη φάση των ομίλων, το οποίο ήδη έχει διαφημιστεί ως «Αντετοκούνμπο εναντίον Αμερικανών», δεν θα είναι πια το ίδιο.
Πρακτικά, όλα είναι στο πινακάκι του προπονητή. Η απόλυτη αλήθεια είναι πως το αγωνιστικό στιλ του Γιάννη Αντετοκούνμπο ταιριάζει γάντι στο ελεύθερο μπάσκετ της άλλης πλευράς του Ατλαντικού, εκεί όπου κανείς αμυντικός δεν μπορεί να κατσικωθεί στη ρακέτα του, αλλά είναι υποχρεωμένος κάθε τρία δευτερόλεπτα να βγαίνει, ανοίγοντας διαδρόμους στα τεράστια άκρα του «Greek Freak» να ορμήσει στο καλάθι.
Σε κανονισμούς FIBA (Mundobasket και Eurobasket), όπου επιπροσθέτως και το γήπεδο είναι μικρότερο σε πλάτος, οι περισσότερες πτήσεις του Γιάννη βρίσκουν μπροστά τους τείχος τριών και τεσσάρων αμυντικών.
Ναι, ο Γιάννης θέλει πολύ μια επιτυχία με την Εθνική ομάδα. Θέλει να την οδηγήσει σε ένα μετάλλιο μεγάλης διοργάνωσης. Αλλά αυτό δεν αποτελεί αυτοσκοπό ούτε είναι η απόλυτη προτεραιότητά του τη δεδομένη χρονική στιγμή.
Και αυτό ίσως τελικά εξηγήσει την οριστική απόφαση, την οποία σύντομα θα ανακοινώσει.
CHECK IT OUT: Το θαύμα του Γιάννη Αντετοκούνμπο
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Εβίνα Μάλτση: Οικογένεια Αντετοκούνμπο