Χρειάζεται πάντα ο μύθος, η υπερβολή, η ίντριγκα σε μια ιστορία.
Το αλατοπίπερό της είναι. Βοηθάει τη διάδοσή της, άσχετα αν στην πορεία αυτό ακριβώς, ο μύθος, είναι που επικρατεί από την (ιστορική) αλήθεια.
Ο Τελικός του Κυπέλλου Ισπανίας της σεζόν 1987-1988 έγινε στις 31 Μαρτίου. Το Πρωτάθλημα ολοκληρώθηκε κοντά δύο μήνες μετά, στις 22 Μάϊου. Η Μπαρτσελόνα τερμάτισε στην έκτη θέση, στον πόντο από την Οσασούνα και επτά βαθμούς μακριά από την τέταρτη Μπιλμπάο, η οποία και εξασφάλισε το τελευταίο ευρωπαϊκό εισιτήριο μέσω της La Liga.
To πέμπτο ισπανικό εκείνης της χρονιάς το είχαν πάρει οι Καταλανοί, επικρατώντας στον Τελικό του Κυπέλλου άνετα της -δεύτερης τότε στο Πρωτάθλημα- Σοσιεδάδ. Οι τίτλοι, ναι, ιστορικά δεν αποτελούν νόρμα για τους Βάσκους (δύο Πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα έχουν πανηγυρίσει όλα κι όλα στην ιστορία τους), οπότε οποιαδήποτε ευκαιρία να κατακτήσουν κάποιον και τη θυμούνται και -όταν δεν το πετυχαίνουν- το δικαιολογούν. Με όποιον τρόπο, ανθρώπινα, μπορούν.
Εκείνος λοιπόν ο χαμένος Τελικός έχει χρεωθεί σε τρεις ποδοσφαιριστές της Σοσιεδάδ, οι οποίοι είχαν συμφωνήσει να μετακομίσουν από την επόμενη σεζόν στην Μπαρτσελόνα. Και έτσι, επικράτησε στο συλλογικό θυμικό πως δεν… σκίστηκαν ώστε η νυν ομάδα τους να πάρει το Κύπελλο, αλλά αντίθετα “φρόντισαν” να εξασφαλιστεί τρόπος για την επόμενή τους να συμμετάσχει στις διεθνείς διοργανώσεις.
Πέραν του ότι δεν συμφωνούν οι ημερομηνίες για οτιδήποτε προσχεδιασμένο, μια ακόμα λεπτομέρεια που παραγνωρίζεται στο συγκεκριμένο αφήγημα είναι πως ναι μεν οι τρεις είχαν δώσει τα χέρια με τους «Blaugrana», τα πάντα όμως άλλαξαν ως προς τον σχεδιασμό τους, όταν στις αρχές Μάϊου εκείνης της χρονιάς έφτασε στη Βαρκελώνη προκειμένου να αναλάβει προπονητής της Μπαρτσελόνα -αλλάζοντας τη μοίρα του συλλόγου (και του ποδοσφαίρου) για… πάντα- ο Γιόχαν Κρόιφ.
Ό,τι λοιπόν συμφωνία είχε γίνει τέθηκε εκ νέου υπό εξέταση. Ειδικά αυτές που είχαν συντελεστεί (όπως αυτές με την τριάδα της Σοσιεδάδ) με την έγκριση του βασικότερου υποψήφιου προπονητή, του Χαβιέ Κλεμέντε, ο οποίος και ήταν ο “εκλεκτός” του Προέδρου, Χοσέπ Λουίς Νούνιες, όχι όμως και των socios της «Μπάρτσα», οι οποίοι προτιμούσαν και επέλεξαν τον Κρόιφ.
Ο Ολλανδός τελικά δέχτηκε τους τρεις Βάσκους. Πολλοί εκτίμησαν -και εκτιμούν ακόμη- πως το έκανε μόνο και μόνο για χάρη της πανταχού παρούσας πολιτικής που κυριαρχεί στο Camp Nou. Ήταν νιόφερτος, δεν ήταν ο προτιμητέος του Προέδρου, αυτός είχε κάνει το χατίρι στον δικό του υποψήφιο και (του) είχε κλείσει τρεις ποδοσφαιριστές, οπότε ο Κρόιφ δέχτηκε να βάλει νερό στο κρασί του, μόνο και μόνο για να μην τραβήξει, πριν καλά καλά φτάσει στη Βαρκελώνη, το σχοινί.
Αυτονόητο πως, ειδικά σε θέματα ρόστερ, αυτή ήταν η μονή στιγμή της παρουσίας του Κρόιφ στον πάγκο των «Blaugrana» που το έκανε. Δεν υπήρξε ποτέ, οποιαδήποτε άλλη στιγμή, ακόμα και η παραμικρή υπόνοια πως κάποιος, οποιοσδήποτε, θα μπορούσε να του “επιβάλει” ή έστω απλώς να (του) περάσει ποδοσφαιριστές, χωρίς τη δική του έγκριση και αποδοχή.
Έγινε τότε. Μια και έξω. Μια και ποτέ ξανά.
Οι τρεις ήταν ο Λουίς Λόπες Ρεκάρτε, ο Χοσέ Μαρία Μπακέρο και ο Τσίκι Μπεκιριστάιν.
Ο πρώτος, ακραίος μέσος, δεν μπήκε ποτέ στα πλάνα του Κρόιφ. Μόνιμα στον πάγκο (στην καλύτερη), έφυγε μετά από τρία χρόνια. Ο δεύτερος και ο τρίτος όμως αποτέλεσαν επίλεκτα μέλη της «Dream Team» που παρουσίασε και έχτισε ο Ολλανδός, στην κατά πολλούς -και σίγουρα μέχρι την εμφάνιση της επομένης, του 21ου αιώνα…- καλύτερη Μπαρτσελόνα όλων των εποχών.
Σε αυτή λοιπόν την «Dream Team», μια ομάδα που οι ποδοσφαιρικές της αρχές ήταν τουλάχιστον δύο δεκαετίες μπροστά από την εποχή της και πέραν της τεχνικής και ποιοτικής υπεροχής απαιτούσε, προϋπόθετε και ανάλογη διανοητική και αντιληπτική για κάθε στέλεχός της, ο δημιουργός της θεωρούσε -και δεν το έκρυψε ποτέ- τον εξυπνότερο, τον διορατικότερο, τον ευφυέστερο όλων.
Τον Μπεκιριστάιν.
Η σχέση με τον Γιόχαν
Τότε, μετακομίζοντας στην Μπαρτσελόνα, ήταν 24, έχοντας όμως ήδη πεντέμισι σεζόν βασικότατος στη Σοσιεδάδ (επίσης σε μια από τις καλύτερες όλων των εποχών). Αριστερός εξτρέμ έφτασε στην Βαρκελώνη, αλλά με τον Κρόιφ έγινε… τα πάντα όλα. Ένας (κατ’ αναλογία και καθ’ υπερβολή) Ινιέστα της εποχής, παίζοντας οπουδήποτε από το κέντρο και μπροστά και αναλαμβάνοντας ό,τι ρόλο απαιτούσε το πλάνο του Ολλανδού.
Πανηγύρισε τα τέσσερα διαδοχικά Πρωταθλήματα της«Dream Team» (1991-1994), ένα Κύπελλο, το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1992, παρότι στον Τελικό έμεινε στον πάγκο. Έπαιξε στον δεύτερο, δύο χρόνια αργότερα στην Αθήνα, η Μίλαν όμως διέλυσε τους Καταλανούς. Έγινε διεθνής, χωρίς πάντως πολυάριθμη παρουσία με το εθνόσημο (μόλις 22 συμμετοχές με τη «Roja»), συμμετέχοντας στην αποστολή της Ισπανίας στο Euro 1988 και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994.
Στη Βαρκελώνη έμεινε επτά χρόνια. Συνέχισε για μια διετία στην Ντεπορτίβο, την οποία και είχε αναλάβει ο προπονητής του στη Σοσιεδάδ, Τζον Τόσακ, προτού κλείσει την καριέρα του με μια… περατζάδα στην Ιαπωνία και τους Urawa Red Diamonds.
Από εκείνη την τελευταία θητεία του με τα εξάταπα, ο φοβερά προληπτικός Βάσκος έχει κρατήσει -και καθημερινά έχει μαζί του ως και σήμερα- ένα μπρελόκ. Το έδινε ο γιαπωνέζικος σύλλογος, αναπαριστούσε ένα τετράφυλλο τριφύλλι, έχοντας χαραγμένο πίσω του ένα από τα μότο του club: «Πίστεψε στους συμπαίκτες σου, πίστεψε στον εαυτό σου. Μπορούμε να το κάνουμε, είμαστε οι Κόκκινοι».
Δεν είναι το μόνο. Δεκάδες άλλα γούρια και… κοσμούν την γκαρνταρόμπα (και όχι μόνο) του Μπεκιριστάιν αλλά και διανθίζουν την πολύ προσεκτική σε αυτό το επίπεδο καθημερινότητά του. Αυτά, τα λίγα μόνο, που είναι γνωστά είναι πως έχει -και φοράει υπό συγκεκριμένες συνθήκες- δύο τυχερές φανέλες.
Έχει πάντα σε ειδική θήκη στο πορτοφόλι του ένα παλιό χαρτονόμισμα μιας πεσέτας και ποτέ, μα ποτέ και για κανέναν λόγο δεν βγάζει από τον καρπό του το ρολόι που του χάρισαν όταν η Μπαρτσελόνα, η Μπαρτσελόνα που κατοπινά από την ποδοσφαιρική του θητεία συνέβαλε στο να δημιουργηθεί ως Αθλητικός Διευθυντής της, κατέκτησε έξι τίτλους σε μια σεζόν, όλους όσους διεκδίκησε (2009).
Άλλο οι προλήψεις και τα γούρια και άλλο η θρησκεία. Αυτή του Βάσκου έχει ονοματεπώνυμο. Γιόχαν Κρόιφ. Στο γραφείο του στο προπονητικό κέντρο της Σίτι, όπου βρίσκεται από το 2012, αναλαμβάνοντας Διευθυντής των «Πολιτών», υπάρχουν -χωρίς υπερβολή- εκατοντάδες βιβλία.
Αυτά που προτιμάει είναι οι αυτοβιογραφίες και όσα αναλύουν προσωπικότητες, διαδρομές ζωής ξεχωριστών ανθρώπων. Όχι κατ’ ανάγκη ποδοσφαιριστών, προπονητών, επαγγελματιών του ποδοσφαίρου, όχι κατ’ ανάγκη με οτιδήποτε κοινό μεταξύ τους. Στα ράφια υπάρχουν βιβλία για τον Μπράιν Κλαφ ως τον Μπρους Σπρίνγκστιν, τον Μάικλ Τζόρνταν και τον Φιντέλ Κάστρο.
Το μόνο όμως που βρίσκεται πάντα στο γραφείο του, χωρίς για κανέναν λόγο να φεύγει από εκεί, είναι το «My Turn», η αυτοβιογραφία του Γιόχαν Κρόιφ. Για τον Μπεκιριστάιν, ο Ολλανδός ήταν και παραμένει ο θεός του.
Πέραν της δημόσιας αναγνώρισης της ευφυΐας του, τίτλος τιμής, παράσημο ξεχωριστό, ISO για την ποδοσφαιρική (και όχι μόνο) οξυδέρκειά του πως ο Βάσκος ήταν από τους μετρημένους λίγους, ξεχωριστούς, που ο Κρόιφ καταδεχόταν -στα σοβαρά- να μιλήσει για ποδόσφαιρο, ακούγοντας την γνώμη τους.
Δεν είναι τυχαίο πως μετά τη διάγνωσή του με την επάρατο νόσο, η οποία τελικά του κόστισε τη ζωή, η Ντάνι, η σύζυγός του, σε ελάχιστους επέτρεπε να τον επισκέπτονται. Και σε όσους το έκανε, απαράβατος όρος ήταν να μην (του) μιλάνε για την ασθένεια του μα για οτιδήποτε άλλο πέραν αυτής.
Ο Μπεκιριστάιν ήταν από τους πολύ μετρημένους που είχε και την έγκριση της Ντάνι, αλλά στις επισκέψεις του σε εκείνα τα πολύ δύσκολα χρόνια του Κρόιφ έχει και τη δική του έγκριση για να μπορέσει να μιλήσει ισότιμα μαζί του για ποδόσφαιρο.
Η π.Γκ. (προ Γκουαρντιόλα) εποχή του στην Μπαρτσελόνα
Με το που κρέμασε τα παπούτσια του, ο Μπεκιριστάιν επέστρεψε στη Βαρκελώνη. Άλλο τόπο πια δεν αναγνώριζε ως σπίτι. Εκεί είχε ταυτίσει την ποδοσφαιρική του καριέρα, οι ντόπιοι τον λάτρευαν εκτιμώντας πως ήταν ένας από τους λίγους ξένους που μπήκε στον κόπο να μάθει την γλώσσα τους (ισχυρίζεται πως έμαθε να μιλάει καταλανικά ακούγοντας ραδιόφωνο κολλημένος καθημερινά στην κίνηση των δρόμων της πόλης), στην πατρίδα του τον είχαν δικάσει και καταδικάσει.
Οπότε αγόρασε ένα σπίτι στο Μαρέσμε και έγινε παρουσιαστής/σχολιαστής του τοπικού κρατικού καναλιού, αποκλειστικά εστιάζοντας στα παιχνίδια των «Blaugrana», με την ομάδα των βετεράνων της οποίας συνέχισε να αγωνίζεται. Εν ολίγοις, ήταν εκεί, σε όλα τα κομμάτια (ή έστω στα εμφανή) του -πάντα σημαντικού για την σταδιοδρομία ενός εκάστου στην «Μπάρτσα»– lobbying.
Προφανώς -παρότι δεν το παραδέχτηκε ποτέ- ρόλος και θέση στα κοινά και στα διοικητικά του συλλόγου ήταν κάτι που ήθελε και αποζητούσε. Αποδεικνύεται άλλωστε πως μόλις στα 35 του, έναν χρόνο μετά την αποχώρησή του από το ποδόσφαιρο, συντάχθηκε με τον υποψήφιο των προεδρικών εκλογών, Λουίς Μπασάτ, ο οποίος είχε ανακοινώσει πως σε ενδεχόμενη νίκη του ο Μπεκιριστάιν θα αναλάμβανε Αθλητικός Διευθυντής.
Καταλυτικότερη βέβαια επιρροή στο ανελέητο lobbying της Μπαρτσελόνα από την γνώμη του Κρόιφ δεν υπήρχε. Πόσο μάλλον όταν ήταν και σύσταση. Ο Ολλανδός ήταν αυτός που πρότεινε στον Μπασάτ τον Μπεκιριστάιν, ακριβώς μάλιστα για τον ρόλο που υποσχόταν ο υποψήφιος Πρόεδρος.
Ο Κρόιφ πότε δεν πήρε δημόσια υποστηρικτική του Μπασάτ θέση, οι socios δεν πείστηκαν, ο Ζοάν Γκασπάρ εξελέγη και ο Μπεκιριστάιν επέστρεψε στην τηλεόραση. Όχι για πολύ όμως.
Μια τετραετία αργότερα, στις επόμενες εκλογές, ένας νεαρός δικηγόρος, ο οποίος βρισκόταν στον συνδυασμό του Μπασάτ, ο Ζοάν Λαπόρτα, αποφάσισε εμπράκτως να κάνει ό,τι ευαγγελιζόταν, να σπάσει δηλαδή τα δεσμά του συλλόγου με το παρελθόν του και να φέρει την ολική και σε κάθε επίπεδο ανανέωση.
Αποχώρησε λοιπόν από τον συνδυασμό του Μπασάτ και ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του, έχοντας -πάλι φυσικά με σύσταση Κρόιφ- αυτός πλέον τον Μπεκιριστάιν στο πλευρό του ως τον Αθλητικό Διευθυντή της δικής του Προεδρίας (εφόσον φυσικά εκλεγόταν). Ο ανανεωτικός λόγος έπεισε. Και κυρίως η κούραση.
Στην τετραετία που είχε μεσολαβήσει, η Μπαρτσελόνα δεν είχε κερδίσει τίποτα, ενώ είχε αλλάξει ισάριθμους προπονητές, με τον Λουίς Φαν Χάαλ μάλιστα να αναλαμβάνει τα ηνία δις. Βούτυρο στο ψωμί του παμπόνηρου Λαπόρτα, αποστολή όμως απαιτητικότατη η υλοποίηση του προεκλογικού λόγου, πόσο μάλλον η επιτυχία του.
Η αναγκαιότητα για ηγετικά προφίλ εντός και εκτός τεσσάρων γραμμών ταυτοποιήθηκε άμεσα από τον Μπεκιριστάιν, ο οποίος -σύμφωνα με τον Λαπόρτα– ήταν αυτός που τους βρήκε τοποθετώντας τον Φρανκ Ράικαρντ προπονητή και αγοράζοντας τον Ροναλντίνιο. Στο πρώτο του καλοκαίρι στο πόστο, ο Βάσκος έδιωξε 11 ποδοσφαιριστές και έφερε επτά νέους.
Τότε δεν αναλάμβανε τόσο ενεργά το κομμάτι των διαπραγματεύσεων, του dealing. Το άφηνε στον Αντιπρόεδρο, Σάντρο Ροσέλ.
Αρκούνταν στο να βρίσκεται κοντά στην ομάδα, να τη ζει, να την “αναπνέει”, να μυρίζει αποδυτήρια, να καταλαβαίνει τις ανάγκες, πριν καν δημιουργηθούν, και να λύνει προβλήματα, πριν καν εμφανιστούν.
«Ζήτησα έναν ποδοσφαιριστή την Τρίτη. Είχα τον Ντάβιντς την Κυριακή. Ο Τσίκι ήταν έτοιμος, πριν καν του πω τι χρειαζόμουν», είχε δηλώσει ο Ράικαρντ για την προσθήκη του «Πίτμπουλ» τον Ιανουάριο του 2004. Έχει σημασία το timing, γιατί το ξεκίνημα, ως τότε, του νέου εγχειρήματος, με το συγκεκριμένο οργανόγραμμα και ρόστερ, της νέας εποχής της -υπό προεδρίας Λαπόρτα- δεν ήταν ανάλογο των προσδοκιών.
Από εκείνη την στιγμή όμως, με την προσθήκη του κομματιού του Ολλανδού αμυντικού χαφ στο παζλ, το μομέντουμ άλλαξε, η Μπαρτσελόνα βελτιώθηκε, έκανε ένα ντεμαράζ και, παρότι δεν κέρδισε τίποτα, εν τούτοις, τερματίζοντας δεύτερη στη La Liga, κέρδισε χρόνο. Και, κυρίως, έδωσε σε όσους επιδίωκαν τον μετασχηματισμό της.
Ο τίτλος, πρώτος στον 21ο αιώνα, ήρθε την επόμενη χρονιά (2005). Κι όμως, εκείνο το καλοκαίρι, ο Μπεκιριστάιν… σταυρώθηκε. Ο λόγος; Πρόσθεσε στο ρόστερ μόλις δύο ποδοσφαιριστές, αμφότερους μάλιστα ως ελεύθερους, τον Μαρκ Βαν Μπόμελ και τον Σάντι Εθκέρο (ήταν βέβαια και το καλοκαίρι που… οριστικοποιήθηκε, που μονιμοποιήθηκε η παρουσία στην πρώτη ομάδα ενός 18χρονου, κάποιου Λιονέλ Μέσι).
Το επόμενο καλοκαίρι (2006) βρήκε την Μπαρτσελόνα όχι μόνο να διατηρεί τα εντός των συνόρων σκήπτρα της αλλά και να έχει κατακτήσει και το Champions League για δεύτερη φορά στην ιστορία της.
Ο Πεπ και η επιλογή και ρίσκο ζωής
Ήταν 6 Μάϊου 2008. Ακριβώς 30 χρόνια από την στιγμή που ο Κρόιφ ανακοινώθηκε προπονητής της Μπαρτσελόνα (κάτι περί προλήψεων και γουριών λέγαμε…). Ο Μπεκιριστάιν επισκέφθηκε το μαιευτήριο για να συγχαρεί τον προπονητή της δεύτερης ομάδας της Μπαρτσελόνα και αλλοτινό του συμπαίκτη στην «Dream Team», τον Πεπ Γκουαρντιόλα, η σύζυγος του οποίου, Κριστίνα, εκείνη τη μέρα είχε γεννήσει την κόρη τους Βαλεντίνα.
Εκεί λοιπόν, μπροστά στον θάλαμο με τις θερμοκοιτίδες, ο Μπεκιριστάιν πρότεινε στον Γκουαρντιόλα τα ηνία της πρώτης ομάδας της Μπαρτσελόνα. «Δεν γίνεται. Δεν έχεις τ’ αρχίδια για να το κάνεις», η απάντηση του Γκουαρντιόλα.
Τα είχε. Και το έκανε.
Τα πράγματα στο βασίλειο του Camp Nou άρχιζαν να μην είναι ειδυλλιακά έναν χρόνο νωρίτερα. Καταγεγραμμένα ο Βάσκος το είχε επισημάνει. Πώς όμως άλλαζες ή έστω συζητούσες κάτι τέτοιο ως ενδεχόμενο για έναν προπονητή ο οποίος στην πρώτη του τριετία είχε κερδίσει δύο Πρωταθλήματα και ένα Champions League;
Οι συνθήκες προφανώς και δεν ήταν ώριμες. Έτσι ο Μπεκιριστάιν έθεσε σε εφαρμογή εναλλακτικό πλάνο. Προετοιμασία μέσω Μπαρτσελόνα Β’. Ετοιμάζοντας μια λίστα με εννιά διαφορετικά κριτήρια (τα οποία και έκτοτε χρησιμοποιεί, με διάφορες παραλλαγές ανάλογα την περίσταση, σε κάθε του απόφαση για πρόσληψη και αγορά), πέρασε από κόσκινο διάφορους υποψηφίους για τη θέση (μεταξύ αυτών και τον Λουίς Ενρίκε).
Φυσικά με ορίζοντα πολύ μεγαλύτερο, όχι τα αλώνια των χαμηλότερων κατηγοριών του ισπανικού ποδοσφαίρου αλλά τα σαλόνια του κορυφαίου επιπέδου της πρώτης ομάδας των Καταλανών.
Αυτός που προκρίθηκε -εννοείται με τη σύμφωνη γνώμη του Κρόιφ– ήταν ο Γκουαρντιόλα. Έκανε το (εντός των τειχών) αγροτικό του στην Μπαρτσελόνα Β’ και, όταν ο Ράικαρντ φαινόταν να χάνει τελείως τον έλεγχο, τόσο στο γήπεδο (οι «Blaugrana» έμειναν χωρίς τίποτα για δεύτερη σερί σεζόν, 2007-2008) όσο κυρίως στα αποδυτήρια (οι μισοί δεν ήθελαν να τον βλέπουν και οι άλλοι μισοί που τον έβλεπαν τον έκαναν ό,τι ήθελαν), ο Μπεκιριστάιν θεώρησε πως είχε έρθει η ώρα της προαγωγής του.
Δεν ήταν όλοι σύμφωνοι με αυτή την επιλογή. Για την ακρίβεια, οι συντριπτικά περισσότεροι δεν ήταν σύμφωνοι. Ο Ζοζέ Μουρίνιο περίμενε στον προθάλαμο, έτοιμος, συμφωνημένος. Και αυτόν είχε συναντήσει και μιλήσει ο Αθλητικός Διευθυντής της Μπαρτσελόνα, επέμεινε ωστόσο στο ρίσκο της επαγγελματικής ζωής του και της σταδιοδρομίας του ολάκερης ως Αθλητικός Διευθυντής με τον κατά έξι χρόνια νεότερο του Πεπ.
Του πέρασε. Τον πέρασε.
Ροναλντίνιο και Ντέκο “τελείωσαν” αμέσως, από την πρώτη-πρώτη κιόλας συνέντευξη του Γκουαρντιόλα ως νέου προπονητή. Χώρος για σερίφηδες, πέραν της αρχής του ενός, δεν υπήρχε.
«Ο Πεπ ήταν σύμφωνος 100%, αλλά η απόφαση για αλλαγή σελίδας ήταν του Τσίκι. Αυτός ήθελε μια νέα ομάδα, με τον Μέσι πια να παίρνει τον ρόλο που άλλαξε την ιστορία της Μπαρτσελόνα», σημείωσε στο βιβλίο του «De Puertas Adentro» ο Γιούις Λάινς, πρώην Τεχνικός Διευθυντής των Καταλανών.
Το αποτέλεσμα μετράει. Και το αποτέλεσμα, πανηγυρικά και άμεσα, δικαίωσε τις αποφάσεις και τις επιλογές, με τους «Blaugrana» στην παρθενική σεζόν του Γκουαρντιόλα να κερδίζουν τα πάντα και να γίνονται η κορυφαία -σε μια χρονιά- ομάδα (βάσει αποτελεσμάτων και κερδισμένων τίτλων) όλων των εποχών, με τη μισή ντουζίνα που κατέκτησαν το 2009.
Η «Dream Team» του Κρόιφ, αν δεν είχε ξεπεραστεί, είχε τουλάχιστον αποκτήσει ισοϋψή ανταγωνιστή. Με τον Μπεκιριστάιν κοινό τόπο, συνεκτικό ιστό και καρδιά, εγγύηση της μετάβασης και της συνέχειας αυτών των δύο εποχών, δομημένες αμφότερες στην ίδια αγωνιστική (και όχι μόνο) φιλοσοφία.
Η απόφασή του να εμπιστευτεί τον Γκουαρντιόλα αποδείχτηκε η πιο… σεισμογενής στην ιστορία της Μπαρτσελόνα αλλά και όχι μόνο, μιας και άλλαξε την προσέγγιση, την τακτική, το στιλ, την ανθρωπογεωγραφία, τα πάντα σε ολάκερο το ποδόσφαιρο από εκείνη την στιγμή.
Το βιογραφικό διαβατήριο και τα ατελείωτα πετροδολάρια
Εννοείται πως δεν ήταν όλα ρόδινα. Για την Μπαρτσελόνα άλλωστε μιλάμε, ένα από τα… prequels του «Game of Thrones». Τέτοιες οι κόντρες, τέτοια η διαπλοκή και οι διαμάχες, ακόμα και σε εποχές απόλυτης, ανεπανάληπτης επιτυχίας και δόξας.
Δεν ήταν καν επιτυχημένος σε όλες του τις αποφάσεις και τις επιλογές. Κατακρινόταν ιδιαιτέρως από τα τοπικά media για την… αποχή του (sic) από τη διεκδίκηση παγκόσμιων αστέρων και την αποστροφή του σε deals δεκάδων (ως τότε τουλάχιστον). Και η αλήθεια είναι πως, όποτε τα επιχειρούσε, έγραφε ιστορία.
Μάρτιν Κάσερες, Ντμίτρο Τσιγκρίνσκι, η ανταλλαγή Ετό-Ζλάταν, κάποιες από τις ανάλογες συμφωνίες που έδωσαν λαβή στους επικριτές του και κυρίως στους εσωτερικούς διαδρομιστές. Κορυφαίος όλων ο Σάντρο Ροσέλ. Δεν ταίριαξαν ποτέ, παρότι συνεργάστηκαν στο πρώτο κομμάτι της εποχής Λαπόρτα, με τον Ροσέλ να αποχωρεί το 2005, ξιφουλκώντας κατά του Μπεκιριστάιν.
Η εκλογή του Ροσέλ το 2010 στον προεδρικό θώκο, με εμφανή διάθεση για… απο-κροϊφοποίηση, αυτομάτως σηματοδότησε το τέλος εποχής του Βάσκου, ο οποίος αποχώρησε έχοντας συμβάλει στην κατάκτηση τεσσάρων Πρωταθλημάτων και δύο Champions League.
«No està malament» που λένε και στην γλώσσα του (πια), τα καταλανικά. Καθόλου άσχημα.
Καλύτερες, πιο φανταχτερές καταχωρήσεις στο βιογραφικό του προφανώς δεν γίνονταν. Και παράλληλα με την προνομιακή σχέση που διατηρούσε με τον Γκουαρντιόλα, αυτό το βιογραφικό έγινε περιζήτητο. Και πανάκριβο.
Οι Άραβες της Σίτι το πλήρωσαν και έτσι, δύο χρόνια μετά τη φυγή του από τη Βαρκελώνη, έφτασε στο Μάντσεστερ αναλαμβάνοντας μαζί τον Διόσκουρό του στην Μπαρτσελόνα (Αντιπρόεδρος από το 2003 ως το 2008), Φεράν Σοριάνο, επιτελικούς ρόλους στους «Πολίτες», με στόχο να πιάσουν -επιτέλους- τόπο τα ατελείωτα πετροδόλαρα των ιδιοκτητών τους.
Όχι μόνο για κυριαρχία στο Νησί αλλά για κυριαρχία στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Όπως στη Βαρκελώνη, έτσι και στο Etihad χρειάστηκε να προλειάνει το έδαφος. Την ημέρα που η Σίτι έχανε από τη Γουίγκαν το Κύπελλο Αγγλίας το 2013, βρήκε και το πάτημα για να “τελειώσει” τον Ρομπέρτο Μαντσίνι, τον προπονητή δηλαδή που είχε χαρίσει στους «πολίτες» το πρώτο τους πρωτάθλημα μετά από 43 χρόνια την προηγούμενη σεζόν.
Από την στιγμή που ο Γκουαρντιόλα είχε αποφασίσει να πάει στο Μόναχο -και το γνώριζε εγκαίρως- ο Μπεκιριστάιν είχε στραφεί στον Μανουέλ Πελεγκρίνι, θεωρώντας τον Χιλιανό ό,τι πιο ταιριαστό υπήρχε για την αλλαγή στο ποδοσφαιρικό στιλ της Σίτι και τη μετάβαση σε αυτό του Πεπ.
Στην τριετία του Λατινοαμερικανού, οι «Πολίτες» πρόσθεσαν ένα Πρωτάθλημα και δύο League Cup. Απολογισμός που θεωρήθηκε ελάχιστα ανταποδοτικός της σταθερά συνεχιζόμενης τεράστιας επένδυσης των ιδιοκτητών της Σίτι. Και προφανώς ο Αθλητικός Διευθυντής της δεν γίνονταν να μην χρεωθεί την ευθύνη.
Ειδικά συγκρινόμενος με τον προκάτοχό του (έχει πλέον πόστο στο City Group), Μπράιαν Μάργουντ, και ειδικά συνυπολογίζοντας τον αντίκτυπο που είχαν -ως ανέκδοτα…- οι προσωπικές του επιλογές στο ρόστερ των «Πολιτών», με επιλογές όπως ο Ελιακίμ Μανγκαλά, ο Στέβαν Γιόβετιτς και ο Βίλφριντ Μπονί.
Το κλειδί της παραμονής όμως του Μπεκιριστάιν ήταν αμετάβλητα ο Γκουαρντιόλα. Αυτόν ήθελαν από… πάντα οι Άραβες και ο Βάσκος ήταν αυτός που μπορούσε, ευκολότερα από κάθε άλλον, να τον ξεκλειδώσει. Ή, από την άλλη, αυτός που, αν αποχωρούσε, να τον… κλείδωνε μακριά από το Μάντσεστερ.
Η ευκαιρία δόθηκε στο τέλος (και) της τριετίας του Καταλανού στον πάγκο της Μπάγερν. Για μήνες κράτησε η διαπραγμάτευση. «Αν δεν ήταν ο Τσίκι, το πιθανότερο είναι πως θα πήγαινα στην Άρσεναλ ή την Τσέλσι και θα έμενα στο Νότινγκ Χιλ», δήλωσε ο Γκουαρντιόλα μετά τη συμφωνία του με τη Σίτι.
Όχι τυχαία η αναφορά στο Νότινγκ Χιλ. Το τελευταίο κομμάτι της διαπραγμάτευσης αφορούσε στο πού θα έμενε. Ο ίδιος και η οικογένειά του ήθελαν μια έπαυλη παρόμοια με αυτήν στην οποία ζούσαν στο Μόναχο. Τέτοιος χώρος όμως, για να στεγάσει ένα τέτοιο τεράστιο οίκημα, δεν υπήρχε διαθέσιμος στο Μάντσεστερ.
Ο Μπεκιριστάιν έλυσε και αυτό το πρόβλημα, αγοράζοντας ένα ολόκληρο μπλοκ πολυτελών διαμερισμάτων στο Σάλφορντ, στα περίχωρα της πόλης, και ενώνοντάς τα σε… ένα, μοιράστηκε πλέον με τον δικό του άνθρωπο, εκ νέου, την ίδια επαγγελματική στέγη.
Από εκεί και πέρα, σιγά-σιγά, όλα άρχισαν να επανέρχονται στο στάτους, στο σύστημα που αμφότεροι γνώριζαν. Αναντίρρητα, η απύθμενη οικονομική ευχέρεια της Σίτι προσφέρει τεράστιο, ασύγκριτο πλεονέκτημα. Στα 11 χρόνια που βρίσκεται στην αθλητική της διεύθυνση ο Μπεκιριστάιν, υπολογίζεται πως μόνο σε αγορές και συμβόλαια ποδοσφαιριστών έχουν δοθεί παραπάνω από 3 δις ευρώ.
Τα (ατελείωτα) χρήματα αγοράζουν και την μοναδική πολυτέλεια στο να μην γίνονται (ή να μην θεωρούνται τέτοια) λάθη. Και, ομολογουμένως, από την στιγμή της άφιξης του Γκουαρντιόλα, αυτά στο recruitment ουσιαστικά εκμηδενίστηκαν, με τον Μπεκιριστάιν πλέον να είναι ο αδιαμφισβήτητος κουμανταδόρος κάθε συμφωνίας, από την αρχή ως το τέλος της (έχοντας στο πλευρό του, τον αδερφό και ατζέντη του Πεπ, τον Πέρε).
Κατάληξη όλων η κατάκτηση του Champions League στις 10 Ιουνίου 2023, του πρώτου της ιστορίας της Σίτι, του πρώτου του Γκουαρντιόλα μετά την Βαρκελώνη, του πρώτου και του Μπεκιριστάιν μετά τα «blaugrana».
Το 2023 συμπληρώνει 20 χρόνια σε αυτό το επιτελικό πόστο και ρόλο. Τρία κερδισμένα κορυφαία διασυλλογικά τρόπαια αν μη τι άλλο πιστοποιούν πως -ανεξαρτήτως συνεργατών, που στο τέλος-τέλος αυτός διάλεξε και ανέδειξε, και ανεξαρτήτως οικονομικής ευρωστίας- είναι ο κορυφαίος παράγοντας αυτής της εποχής.
Της εποχής που άλλαξε μια και καλή, ριζικά, ολοκληρωτικά το ποδόσφαιρο. Και η ευθύνη γι’ αυτό είναι -εν πολλοίς, εν μέρει, αποκλειστικά, ο καθένας διαλέγει και παίρνει- αδιαμφισβήτητα και δική του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Λουίς Ενρίκε: Το νόημα της ζωής
Βιθέντε Ντελ Μπόσκε: Η αφτιασίδωτη λιακάδα ενός γαλήνιου μυαλού
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα του Αντώνη Οικονομίδη