Ζώντας και δουλεύοντας στο Ναγκασάκι…
Στον δρόμο
«Παρακαλώ, περάστε», είπε με ένα πλατύ πηγαίο χαμόγελο και με γλώσσα του σώματος που έλεγε ότι μάλλον εκείνη, η γύρω στα 60 εργάτρια παρακείμενου εργοταξίου, χαιρόταν περισσότερο από εμένα που μου παραχώρησε την προτεραιότητά της στο πεζοδρόμιο.
Και μάλιστα ενώ βρισκόταν ήδη πέντε-έξι βήματα πιο μπροστά από εμένα. Σταμάτησε, έκανε στην άκρη, μου υπέδειξε να περάσω και συνέχισε στο δρόμο της.
Γιατί απλώς, δευτερόλεπτα πριν, αντιλήφθηκε ότι είμαι ξένος στη χώρα της από τον τρομακτικό ήχο του σωτήριου φρεναρίσματος, όταν προσπάθησα να διασχίσω κάθετα τον δρόμο, όχι από διάβαση πεζών, όπως είναι αυτονόητο σε κάθε ευνομούμενο πολιτισμό, αλλά από ένα τυχαίο σημείο του δρόμου, γιατί απλώς “εκεί με βόλευε”.
Το εφιαλτικό σημείο του περιστατικού είναι ότι ήλεγξα, πριν περάσω, γυρνώντας το κεφάλι μου αριστερά, όπως θα κάναμε σε μία οποιαδήποτε ευρωπαϊκή πόλη, είδα άδειον τον δρόμο και έκανα το πρώτο βήμα από το πεζοδρόμιο προς την απέναντι πλευρά.
Στην Ιαπωνία όμως τα αυτοκίνητα έχουν το τιμόνι στη δεξιά πλευρά τους, όπως συμβαίνει σε όλη τη Μεγάλη Βρετανία, δηλαδή κινούνται αντίθετα σε σχέση με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Κι όταν βρίσκεσαι στο πεζοδρόμιο, σε δρόμο διπλής κατεύθυνσης, πρέπει πρώτα να κοιτάξεις δεξιά κι όχι αριστερά, όπως υποσυνείδητα κάνουμε οι περισσότεροι.
Βέβαια, ο οδηγός του αυτοκινήτου, με τον οποίον είχα το στιγμιαίο κι όχι και τόσο… τρυφερό τετ α τετ, αντέδρασε έγκαιρα, γιατί κινούταν με την ταχύτητα που υποδείκνυε η σχετική πινακίδα λίγα μέτρα πιο πίσω. Όχι απλώς δε με έβρισε, όχι δε δυσανασχέτησε αλλά μου έκανε χειρονομία ότι «μην ανησυχείς, όλα καλά, είσαι ασφαλής».
Ναι, και όμως υπάρχει και αυτός ο οδηγικός πολιτισμός. Να τηρείς τα προβλεπόμενα του ΚΟΚ και σε κάτι έκτακτο να συμπεριφέρεσαι με καλοσύνη και κατανόηση. Όχι από διαστροφή ούτε από τυπολατρία.
Απλώς γιατί οι Ιάπωνες έχουν μεγαλώσει με την ιδέα ότι ο σεβασμός του ενός στα δικαιώματα του άλλου είναι ταυτόσημος με την ύπαρξή τους στον κόσμο. Γιατί για τους Ιάπωνες η ζωή του συνανθρώπου τους έχει την ίδια αξία με τη δική τους ζωή.
Στο σουπερμάρκετ
«Χαίρετε, παρακαλώ, περάστε!», τι λογοδιάρροια κι αυτή, και «χαίρετε» και «παρακαλώ» και «περάστε». «Σβέλτα, δεν είναι ώρα για κουβέντα…», θα έλεγε στην καλύτερη περίπτωση από μέσα του ο αντικοινωνικός, βιαστικός και ξινός νεοελληνάρας στο ταμείο του σουπερμάρκετ.
Στην Ιαπωνία όμως δεν είναι έτσι. Γιατί η ευγένεια του υπαλλήλου προς τον πελάτη και αντίστροφα είναι το πιο θεμελιώδες συστατικό της συναλλαγής. Στο σουπερμάρκετ, το βενζινάδικο, το εστιατόριο, το καφέ, τον φούρνο, το κατάστημα κινητής τηλεφωνίας, την τράπεζα, το αεροδρόμιο, το ταξί.
Γιατί εδώ ο υπάλληλος έχει μάθει ότι (εξ)υπηρετώ σημαίνει αλληλεπιδρώ με κάποιον που εκείνη τη στιγμή τού είμαι απαραίτητος και χρήσιμος, όπως απαραίτητος είναι και αυτός, ο πελάτης, στην επιχείρηση που εργάζομαι, για να μπορώ να εργάζομαι. Και θα είναι το ίδιο ευγενής και εξυπηρετικός σε εμένα, σε εσένα, τον επόμενο, τον μεθεπόμενο, τον κάθε έναν μέχρι τη λήξη της βάρδιας.
Και θα είναι το ίδιο πρόθυμος και χαμογελαστός, ανεξάρτητα από το φύλο, το χρώμα, το ντύσιμο, το πορτοφόλι, την ηλικία, την εξωτερική σου εμφάνιση, τη μέρα, την ώρα, τη στιγμή. Γιατί αυτή είναι η δουλειά του. Να (εξ)υπηρετήσει. Γιατί έτσι αντιλαμβάνονται οι Ιάπωνες την παροχή υπηρεσιών. Ως μία διαδικασία αλληλεπίδρασης που πρέπει να υλοποιηθεί με ευγένεια, αλληλοσεβασμό και προθυμία.
Η δε (εξ)υπηρέτηση από την ταμία του σουπερμάρκετ μεταφράζεται ως εξής: μετέφερε ένα προς ένα τα προϊόντα που αγόρασα από το καλάθι μου σε ένα άλλο που βρισκόταν στον πάγκο της και τα τοποθετούσε με τρόπο που θύμιζε το «Jenga», το παιχνίδι με τα ξύλινα τουβλάκια που πρέπει να τα τοποθετήσεις με την απόλυτη συμμετρία για να μην γκρεμιστεί η κατασκευή σου. Γιατί για τους Ιάπωνες η ευταξία και η καθαριότητα είναι αδιαπραγμάτευτα στοιχεία της καθημερινότητάς τους στο σπίτι, το γραφείο, τον δρόμο, τους δημόσιους χώρους.
Στη στάση του λεωφορείου
Ανοίγει η μπροστινή πόρτα (μόνο αυτή για λόγους ασφαλούς εισόδου) του λεωφορείου. «Φουκουόκα;», ρωτάμε τον οδηγό με βλέμμα ψαρωμένο πριν την επιβίβασή μας για μία κοντινή εκδρομή.
Ο οδηγός καταλαβαίνει ότι προφανώς είμαστε ξένοι, ενεργοποιεί το χειρόφρενο του λεωφορείου, παίρνει ένα ξύλινο ντοσιέ, κατεβαίνει από το λεωφορείο και προσπαθεί με χειρονομίες, αφοπλιστική ευγένεια και παροιμιώδη υπομονή, μη γνωρίζοντας ούτε λέξη αγγλική, να μας εξηγήσει τις τιμές των εισιτηρίων ανάλογα με τη στάση που θέλουμε να αποβιβαστούμε.
Όλο αυτό συμβαίνει έξω από το λεωφορείο, στους 35 βαθμούς, όρθιος και με το λεωφορείο γεμάτο επιβάτες. Σε δύο ξένους που δεν ήξερε και που δε θα έβλεπε ποτέ ξανά. Γιατί; Γιατί απλώς κατάλαβε ότι έπρεπε να μας βοηθήσει. Οι δε επιβάτες; Μαντέψτε! Δεν ασχολήθηκαν με το περιστατικό, δεν διαμαρτυρήθηκαν, απλώς περίμεναν με υπομονή, γιατί κατάλαβαν ότι χρειαζόμασταν βοήθεια και χρόνο.
Κάνω στο μυαλό μου μία φανταστική αντιπαραβολή αυτής της περίστασης με μία ανάλογη στη χώρα μου. Τι θα γινόταν σε κάτι αντίστοιχο; Ξέρουμε όλοι, δε χρειάζεται να το περιγράψω.
Στο πάρκινγκ
Δεν υπάρχουν σταθμευμένα αυτοκίνητα στην άκρη του δρόμου. Απαγορεύεται. Γιατί; Για τον ίδιον λόγο που απαγορεύεται και στην Ελλάδα: γιατί παρεμποδίζεται η ομαλή κυκλοφορία και δυσχεραίνεται η κίνηση πεζών και αυτοκινήτων. Με τη διαφορά ότι στην Ιαπωνία ο νόμος τηρείται.
Γιατί στην Ιαπωνία το δικαίωμά μου παύει να είναι δικαίωμα και γίνεται υποχρέωση, όταν θίγει το δικαίωμα και τις ελευθερίες του άλλου.
Δεν επιτρέπεται να σταθμεύσεις πάνω στον δρόμο κι έξω από την καφετέρια για να πάρεις τον καφέ σου, ούτε μπροστά από το περίπτερο πάνω στη λεωφόρο για να πάρεις τα τσιγάρα σου, ούτε με αλάρμ “για δύο λεπτά” πάνω στον δρόμο έξω από το κατάστημα κινητής τηλεφωνίας για να πληρώσεις το λογαριασμό σου ή να κάνεις τη δουλίτσα σου στην τράπεζα κτλ.
Κάθε κατάστημα διαθέτει πάρκινγκ και, αν δεν διατίθεται από το κατάστημα, οφείλεις να παρκάρεις στον πλησιέστερο νόμιμο χώρο στάθμευσης που θα βρεις. Και τηρείται. Από ΟΛΟΥΣ. Χωρίς εξαίρεση.
Στα πάρκινγκ λοιπόν όλα τα αυτοκίνητα είναι σταθμευμένα με την όπισθεν. Υπάρχει λόγος για αυτό, είναι η συντεταγμένη αναχώρηση των αυτοκινήτων σε σειρά σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, ώστε να μην προκληθεί χάος και εγκλωβισμός ανθρώπων και αυτοκινήτων.
Μπαίνω λοιπόν σε ένα από αυτά τα πάρκινγκ, με συνοδηγό συνεργάτη μου, και διαπιστώνω ότι σε μία σειρά σταθμευμένων αυτοκινήτων, εκείνη που συνόρευε με τα γειτνιάζοντα σπίτια, τα αμάξια ήταν παρκαρισμένα όχι με την όπισθεν, όπως συνηθίζεται, αλλά με τη “μούρη”.
«Γιατί αυτά τα αυτοκίνητα είναι παρκαρισμένα έτσι, ενώ όπου έχω πάει ως τώρα είναι όλα με την όπισθεν;», ρωτώ απορημένος το συνεργάτη μου. «Γιατί αυτή η σειρά των αυτοκινήτων “βλέπει” στα παράθυρα των σπιτιών που συνορεύουν με το πάρκινγκ κι είναι ασέβεια να τους γυρίζουμε τον πισινό μας»…
Δεν περιγράφω άλλο…
Στο γήπεδο
Φτάσαμε. Ξεκινάει η αποβίβαση και μηχανικά σηκώνομαι για να κατέβω. «Κόουτς, εμείς κατεβαίνουμε τελευταίοι. Πρώτα οι παίχτες, ως ένδειξη σεβασμού προς την προσπάθεια που θα κάνουν στον αγώνα…», μου είπε ο GM της ομάδας.
«Κόουτς, έχεις φέρει δεύτερο ζευγάρι παπούτσια;», με ρωτάει η Team Manager. «Όχι, θα έπρεπε;», απαντώ. «Ναι, αλλά δεν πειράζει. Απλώς βγάλε τα παπούτσια σου και άφησέ τα έξω από τα αποδυτήρια, πριν μπεις μέσα».
Μέσα στα αποδυτήρια υπάρχει ένα μεγάλο τραπέζι πάνω στο οποίο, σε απόλυτη τάξη, βρίσκεις: ενεργειακά τζελ, καραμέλες, τσίχλες διάφορων γεύσεων, νερά, χυμούς, σαντουϊτσάκια με αβγό ή τόνο ή γαλοπούλα, μπανάνες, μπουκιές ρυζιού τυλιγμένες σε φύκι, σοκολατάκια και κέικ. Αυτό γίνεται σε κάθε παιχνίδι. Φιλικό ή επίσημο.
Μπροστά από το τραπέζι υπάρχουν τρεις μεγάλες σακούλες απορριμμάτων, κάθε μια με ξεχωριστή επιγραφή επάνω. Μια που γράφει «πλαστικά μπουκάλια», μια που γράφει «αλουμίνιο» και η τρίτη «μη ανακυκλώσιμα». Κάθε αθλητής μετά την κατανάλωση πετάει ό,τι δεν χρειάζεται στην ανάλογη σακούλα.
Οι διαιτητές, πριν το τζάμπολ, παρουσιάζονται, χειροκροτούνται ένας-ένας και υποκλίνονται προς τους φιλάθλους. Παρά την -κατά γενική ομολογία και παραδοχή- μετριότητά τους, δεν γιουχάρονται ΠΟΤΕ.
Τα λάθη τους θεωρούνται (και είναι) σφάλματα που ανήκουν στην κατηγορία του ανθρώπινου λάθους. Δεν υπάρχει η καχυποψία του “στημένου” διαιτητή, γιατί δεν γνωρίζουν τι σημαίνει «στημένο παιχνίδι», δεν υπάρχει ο όρος στο λεξιλόγιό τους, πολλώ δε μάλλον στην πρακτική τους.
Ακόμα και όταν ο γηπεδούχος χάνει με 30 πόντους διαφορά, δεν διανοείται ΚΑΝΕΙΣ να σηκωθεί από τη θέση του για να φύγει και κάθε καλάθι, ακόμα και στους -30, πανηγυρίζεται και επιβραβεύεται σαν να πρόκειται για το νικητήριο.
Δεν αποδοκιμάζονται ΠΟΤΕ οι φιλοξενούμενοι, ακόμα και αν πρόκειται για τοπικό ντέρμπι. Η αποδοκιμασία θωρείται ασέβεια προς τον φιλοξενούμενο και είναι κάτι που δεν ξέρουν ούτε πως γίνεται.
Στο τέλος του αγώνα, πρώτα οι νικητές και μετά οι ηττημένοι παρατάσσονται μέσα στον αγωνιστικό χώρο και κάνουν σε μία σειρά υπόκλιση και στις τέσσερεις πλευρές ή όπου υπάρχει εξέδρα με φιλάθλους. Και φυσικά οι φίλαθλοι ανταποδίδουν με ζεστό χειροκρότημα, υπόκλιση και χαμόγελα.
Καθόλη τη διάρκεια του αγώνα, ακούγεται μουσική από τα ηχεία του γηπέδου. Η μουσική σταματάει μόνο στις ελεύθερες βολές.
Στην Ιαπωνία ο σεβασμός, η αναγνώριση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του συνανθρώπου, η υπομονή, η καλοσύνη, η προθυμία, η ευγένεια και η πειθαρχία διδάσκονται από μικρή ηλικία.
Υ.Γ.1 Η μέρα σεβασμού στην τρίτη ηλικία είναι επίσημη αργία…
Υ.Γ.2 Μηχανάκια και μοτοσυκλέτες δεν κινούνται ανάμεσα στα αυτοκίνητα και στο φανάρι δεν πηγαίνουν μπροστά από αυτά, αλλά περιμένουν κανονικά στη σειρά τους, σαν να επρόκειτο για αυτοκίνητα και όχι για μηχανές. Γιατί; Γιατί αυτό προβλέπει ο ΚΟΚ. Το ίδιο προβλέπει ο ΚΟΚ και στην Ευρώπη (και την “ευρωπαϊκή” μας χώρα επίσης…). Απλώς εδώ, στην Ιαπωνία, οι νόμοι υπάρχουν για να εφαρμόζονται.
Ο Βαγγέλης Ζιάγκος είναι προπονητής μπάσκετ.
Επιμέλεια κειμένου: Αλέξανδρος Σωτηρόπουλος
CHECK IT OUT: Κώστας Κατσουράνης: Τρεις μήνες στην Ινδία
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Μιχάλης Καλαβρός: Στις πινέζες του χάρτη
Ευθύμης Ρεντζιάς: Διαφορετική Κουλτούρα
Ηλίας Ζούρος: Ο Πάγκος Της Παράνοιας
Γιώργος Κετσελίδης: Μπάσκετ και… Αστροφυσική, στον Λίβανο
Τζώρτζης Δικαιουλάκος: Μπάσκετ και Πόλεμος στο Σεράγεβο
Ζήσης Σαρικόπουλος: Σεβασμός / Αφοσίωση
Κατερίνα Χατζηδάκη: Ενενήντα ημέρες στην Τεχεράνη