Η σημασία της στέκας στο μέτωπο του Ρικάρντο Καλαφιόρι ξεπερνά κατά πολύ τις όποιες ποδοσφαιρικές κρίσεις για αυτό το Euro, το οποίο έχει αρχίσει να ζεσταίνεται.
Δεν υπάρχει Κιελίνι, δεν υπάρχει Μπονούτσι, πολλώ δε Μπαρέζι, Μαλντίνι, Νέστα και Καναβάρο. Η «Squadra Azzurra» ακόμα και στα κάτω της, στα χειρότερά της, είχε εκείνη τη μια ατραξιόν στην αποστολή που κατόρθωνε να τα περικλείει όλα.
Δράμα, ανατροπές, cliffhangers. Από το κλάμα του Φράνκο μετά το χαμένο πέναλτι στην Πασαντίνα μέχρι το λάθος του Φάμπιο στο golden goal του Τρεζεγκέ, 99 φορές στις 100 η Ιταλία καθοριζόταν, προσδιοριζόταν, εξαρτιόταν, από το φάρο στο κέντρο της άμυνας.
Παραδοσιακά στα μεγάλα τουρνουά έπρεπε να υποφέρει, να βρεθεί μια ανάσα από τον όλεθρο, έναν βαθμό ή ένα γκολ μακριά από τον εκάστοτε καταστροφικό αποκλεισμό. Ειδικοί και μη, πριν ξεκινήσει αυτό το τουρνουά στη Γερμανία, έψαχναν και δεν έβρισκαν αυτή την κεντρική φιγούρα, τον στόπερ που θα διαδραματίσει το ρόλο του “Στρατηγού Γκαριμπάλντι” για τους υπολοίπους.
Στην πρεμιέρα με την Αλβανία ο ήρωας βρέθηκε. Θύμιζε, απέπνεε, κραύγαζε “Ιταλός στόπερ”. Γράφτηκαν διθύραμβοι, ειπώθηκαν υπερβολές, γεννήθηκε “content”, όλο ραμμένο επάνω του. Γιατί ο Ρικάρντο Καλαφιόρι είναι όντως ακριβώς αυτός ο Ιταλός τραγικός ήρωας που έψαχνε μια ολόκληρη ποδοσφαιρική βιομηχανία. Ειδάλλως δεν θα ήταν ο κορυφαίος εναντίον της Αλβανίας και ο μοιραίος κόντρα στους Ισπανούς.
Στη συντριπτική του πλειοψηφία το κοινό δεν τον γνώριζε, τουλάχιστον εκείνοι που δεν παρακολουθούν Serie A και θεωρούν τη Μπολόνια μια υποδεέστερη και αντιεμπορική ομάδα. Ρωμαίος. Κανονικός, με τα καλά και τα στραβά. Με τη βαριά προφορά, τα κοψίματα στις λέξεις, τους τοπικούς αγοραίους ιδιωματισμούς. Και ασφαλώς οπαδός και μέλος της «Magica», της λατρεμένης Ρόμα.
Από νήπιο στην Petriana, κυριολεκτικά μια περιοχή και μια ομάδα γειτονιάς ένα τετράγωνο απ’ το Βατικανό, ένα όνειρο είχε. Να γίνει καλός, να τον προσέξουν και μια μέρα να βρεθεί στο Olimpico και να ακούσει τον όποιο “Zampa” να φωνάζει το όνομά του και την Curva να ουρλιάζει το επώνυμο. Εννιά χρόνων τον ενέταξε η Ρόμα στις ακαδημίες της. Έκανε όλη τη διαδρομή, σε όλα τα τμήματα υποδομής του συλλόγου.
Αρχικά του άρεσε να παίζει αριστερός εξτρέμ, είχε πάντα καλές επαφές, καλό κοντρόλ, την προσήκουσα για την ηλικία του ταχύτητα. Δεν είχε όμως την απαιτούμενη έκρηξη για το ρόλο. Τον γύρισαν πιο πίσω, δοκίμασε στα χαφ, full back, μπακ σκέτος. «Θέλει δουλειά», αποφαίνονταν όλοι οι προπονητές που τον περιεργάζονταν τακτικά. Ο «Ρικά» όμως ήταν χαρούμενος, γιατί φορούσε τη φανέλα και κρατούσε το όνειρό του ζωντανό.
Στην Ιταλία υπάρχει ένα ρητό που αρέσει πολύ στους παλιούς, «αν ένας παίκτης δεν κάνει, βάλ’ τον αριστερό μπακ». Εκεί έπαιζε στην πλειοψηφία των αγώνων της Primavera της Ρόμα και -κακά τα ψέματα- δεν έδειχνε κάτι το ιδιαίτερο. Ήταν όμως καλός “στο γκρουπ”, ντόπιο παιδί, “δικό μας”. Γι’ αυτόν τον αγκάλιασαν, τον σήκωσαν, τον έσωσαν, όταν έκανε σμπαράλια το γόνατό του σε ένα καταραμένο ματς με την Πλζεν για το Youth League.
Συντριπτικά κατάγματα, χιαστοί κομμάτια, γόνατο διαλυμένο σαν bowling strike. Δεν ήταν καν 17. Οποιοσδήποτε άλλος θα συνέχιζε το Λύκειο και θα το έκοβε. Τον αγκάλιασε όλος ο σύλλογος, ο τραυματισμός του παιδιού ήταν τόσο συγκλονιστικός που ασχολήθηκαν μέχρι και οι αστέρες της πρώτης ομάδας, οι ήρωές του.
Έναν χρόνο έξω. Δεν είναι σχήμα λόγου, δεν είναι υπερβολή. Ξαναπάτησε χορτάρι έναν χρόνο μετά από εκείνον τον βάναυσο Οκτώβριο του 2018. Δούλεψε, προσπάθησε, σώμα και ψυχή τον βοήθησαν να επιστρέψει, να ξαναδοκιμάσει. Γι’ αυτό του πρότειναν και το επαγγελματικό συμβόλαιο άμα τη ενηλικιώσει του. Στα 18 στην πρώτη ομάδα, με τον Πάουλο Φονσέκα προπονητή.
Πρώτη Αυγούστου του 2020 το ντεμπούτο. Ονειρεμένο, γραμμένο στα παραμύθια, όπως και ολόκληρη εκείνη η “σεζόν covid”. Γκολ και κερδισμένο πέναλτι. Σε εκτός έδρας παιχνίδι. Εναντίον της Γιουβέντους. Η Ρόμα κέρδισε 3-1, ο Ρικάρντο ήταν το πιο ευτυχισμένο παιδί του κόσμου.
Η πορεία της Ρόμα γεμάτη σκαμπανεβάσματα, “κάτι είδε” ο Μουρίνιο και τον πήρε στην πρώτη ομάδα, αλλά, είπαμε, «θέλει πολλή δουλειά το παιδί». Ένας ανώνυμος δανεισμός στη Τζένοα και κατόπιν το άγνωστο. Η Ρόμα δεν τον ανανεώνει, κάποιες χλιαρές προτάσεις από τη Serie B, καμία με υπόσχεση ότι θα παίζει. Στο τέλος της μεταγραφικής περιόδου βρέθηκε η Βασιλεία. Δεν ήθελε να ακούσει για Ελβετικό Πρωτάθλημα, αλλά δεν είχε επιλογή. Και εκεί έγινε το θαύμα παρά την κατάθλιψη των πρώτων μηνών.
Η Βασιλεία χωρίς γκολ για ένα μήνα, στη ζώνη υποβιβασμού. Γίνεται το αυτονόητο και αλλάζει ο προπονητής, έρχεται ο Φόγκελ, αλλάζει διάταξη, διδάσκει και επιμένει στο 3-5-2. Σε άμυνα με 3 ο Καλαφιόρι είναι άλλος παίκτης, βελτιώνεται συνεχώς, αρχίζει και προσθέτει στοιχεία σύγχρονα στο παιχνίδι του, αφήνει τα πρώτα ψήγματα “φάρου”. Από ξέρα με τον Αλεξάντερ Φράι, φάρος με τον Χάικο Φόγκελ.
Έτοιμο παίκτη πήρε ο Μότα στη Μπολόνια το καλοκαίρι του 2023, με γεμάτη σεζόν, σχεδόν αλάνθαστο.
Το θαύμα του Τιάγκο Μότα με τη Μπολόνια του 2023-2024 οφείλεται εν πολλοίς και στο «Ρικά». Τέταρτη θέση στο Πρωτάθλημα, υπεραξία σε όλους τους ποδοσφαιριστές, εξαργύρωση της επιτυχίας με μετακόμιση του προπονητή στη «Μεγάλη Κυρία». Και ο Καλαφιόρι διεθνής με την “καινούρια” Ιταλία του Σπαλέτι, εκείνη που καλείται να υπερασπιστεί τον τίτλο της στο Euro της Γερμανίας.
23 Μαΐου του 2024 έκανε ντεμπούτο, διάολε. Και πήρε τη φανέλα σπίτι του.“Δεν τον ήξερε κανείς” με τους Αλβανούς, “τον περίμεναν όλοι” με τους Ισπανούς. Και εννοείται έκανε deliver. Απροσπέλαστος στο πρώτο παιχνίδι, με χειρουργικές μεταβιβάσεις, με “αύρα Νέστα”. Και με τους Ισπανούς το καταραμένο γόνατο να τη στέλνει στα δίχτυα του Ντοναρούμα και να μετατρέπει για πολλοστή φορά την πρόκριση/ύπαρξη της Εθνικής Ιταλίας σε δράμα.
Το έχει η μοίρα αυτής της ομάδας, αυτού του ποδοσφαιρικού dna, να διαπλάθει προσωπικότητες, να συγγράφει τραγωδίες, να φτιάχνει μύθους. Ο Ρικάρντο Καλαφιόρι είναι η κεντρική φιγούρα της Ιταλίας σε αυτό το Euro. Και μπροστά έχει τον πρώτο “τελικό” εναντίον της Κροατίας. Το πεπρωμένο λέει ότι θα ζήσουμε το δράμα ολόκληρο. Το τέλος θα το γράψει εκείνος.
CHECK IT OUT: Όλα τα κείμενα για το EURO 2024