Γεννήθηκε ξεχωριστός, αλλά για τους λάθους λόγους.
Ωστόσο, μην προσπαθήσετε ποτέ να το πείτε αυτό στον Ρομπ Μέντεζ.
Ο ίδιος δεν έψαξε ποτέ για δικαιολογίες.
Δεν αναζήτησε ποτέ άλλοθι και δεν ζήτησε να του φέρονται ιδιαίτερα.
Είδε το πρώτο φως της ημέρας στις 9 Μαΐου 1988.
Έκλαψε, όμως, δεν κούνησε χέρια και πόδια.
Γεννήθηκε χωρίς άκρα, λόγω του συνδρόμου τετραμελίας (tetra-amelia).
Λιγότεροι από 100 άνθρωποι στον κόσμο γεννιούνται με αυτή τη σπάνια μορφή και τα μωρά παρουσιάζουν επίσης ανωμαλίες στη διάπλαση του προσώπου, του σκελετού και εμφανίζουν και καρδιακά προβλήματα…
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, τα παιδιά είτε γεννιούνται νεκρά είτε πεθαίνουν στη γέννα.
Ο Μέντεζ ήταν από τα λίγα που κατόρθωσαν να επιβιώσουν. Αυτή την πρώτη «νίκη» του δεν θα την άφηνε να πάει χαμένη.
Αν και εκείνος επιμένει να μην μιλά για κάποια ειδική «αποστολή».
Επιθυμεί, απλώς, να του φέρονται φυσιολογικά.
Αν δεχόταν μία «αποστολή», αυτή θα ήταν μόνο να μεταδώσει και να μεταφέρει το μήνυμα ότι καμία δυσκολία δεν πρέπει να σε σταματά, να σου στερεί τα όνειρα και τη ζωή.
Αυτό επανέλαβε και τον Ιούλιο του 2019, όταν ως προπονητής της ομάδας αμερικανικού φούτμπολ του γυμνασίου Πρόσπεκτ στη Σαρατόγκα της Καλιφόρνια, παρέλαβε το βραβείο Επιμονής Jimmy V στα βραβεία ESPY.
Ο 31χρονος Ρομπ Μέντεζ ανέβηκε στο βήμα γνωρίζοντας πως δύσκολα θα καταφέρει να ξεπεράσει τον λόγο του Τζιμ Βαλβάνο, το όνομα του οποίου φέρει το βραβείο που παρέλαβε.
Ο Βαλβάνο, άλλοτε κόουτς της ομάδας μπάσκετμπολ του πανεπιστήμιου Νορθ Καρολάινα Στέιτ, είχε πετύχει κάτι περισσότερο από την κατά πολλούς μεγαλύτερη έκπληξη στην ιστορία του NCAA.
Το 1983, οι παίκτες του υπέταξαν στον τελικό το μεγάλο φαβορί του Χιούστον, των Χακίμ Ολάζουον και Κλάιντ Ντρέξλερ και ο Jimmy V πανηγύρισε με έναν εκστατικό τρόπο που έμεινε στην ιστορία.
Τον Ιούλιο του 1992, εξετάσεις του Βαλβάνο έδειξαν αδενοκαρκίνωμα, έναν τύπο αδενικών καρκίνων που εξαπλώνονται στα οστά.
Στις 3 Μαρτίου 1993, στα πρώτα βραβεία ESPY στο «Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν» της Νέας Υόρκης, κι ενώ έντεκα ημέρες νωρίτερα είχε πει το μνημειώδες «Don’t give up… Don’t ever give up» (=«Μην τα παρατάς… Ποτέ μην τα παρατάς») σε έναν λόγο του, ανακοίνωσε την ίδρυση του The V Foundation, για την έρευνα κατά του καρκίνου.
Όταν παρέλαβε το βραβείο Arthur Ashe Courage and Humanitarian, σχεδόν δύο μήνες πριν αφήσει την τελευταία πνοή του σε ηλικία 47 ετών, αρχικά αστειεύτηκε…
«Μου είπαν ότι πρέπει να μιλήσω σε 30΄΄. Έχω όγκους σε όλο το κορμί μου και νομίζετε ότι θα αγχωθώ με έναν τύπο στα παρασκήνια που κρατά ένα χρονόμετρο», τόνισε.
Στη συνέχεια, έβγαλε έναν λόγο που έμεινε στην ιστορία.
«Για μένα, υπάρχουν τρία πράγματα που πρέπει όλοι να κάνουμε κάθε μέρα…
»Νούμερο ένα είναι το γέλιο. Πρέπει να γελάμε κάθε μέρα. Νούμερο δύο, να σκεφτόμαστε.
»Νούμερο τρία, τα αισθήματά μας να γίνονται δάκρυα, δάκρυα χαράς…
»Σκεφτείτε το. Αν γελάς, σκέφτεσαι και κλαις, έχεις μία ολοκληρωμένη ημέρα. Μία καταπληκτική ημέρα!
»Να κάνετε το αυτό για επτά ημέρες την εβδομάδα και θα έχετε κάτι ξεχωριστό»…
Ο λόγος του Ρομπ Μέντεζ, όμως, ήταν τόσο ξεχωριστός όσο ο ίδιος και η γεμάτη έμπνευση ζωή του.
«Αν υπάρχει κάποιο μήνυμα το οποίο θα ήθελα να δώσω είναι να με κοιτάξετε καλά και να δείτε πόσο πάθος βάζω στην προπονητική.
»Να δείτε αυτό το πάθος για ζωή και φούτμπολ πόσο μακριά με πήγε και πού με έφτασε.
»Όταν αφιερώνεις τον εαυτό σου σε κάτι και ανοίγεις το μυαλό σου σε διαφορετικές πιθανότητες, μπορείς να πετύχεις.
»Όταν επικεντρώνεσαι σε αυτό που μπορείς να κάνεις, αντί σ’ αυτό που δεν μπορείς να κάνεις, έχεις τη δυναντότητα να πας σε πολλά μέρη του κόσμου».
Ο Μέντεζ κοίταξε το κοινό στα μάτια και μίλησε απλά. Μίλησε από την καρδιά του, χωρίς να χρειαστεί έναν προετοιμασμένο λόγο.
«Συνειδητοποιώντας ότι δεν μπορώ να παίξω φούτμπολ, αλλά μπορώ να κοουτσάρω στο άθλημα που αγαπώ, βρήκα τον τρόπο να μην τα παρατάω, όπως έλεγε και ο Τζίμι Βαλβάνο…
»Ήταν ο τρόπος μου να αφοσιωθώ σε όσα μπορώ να κάνω.
»Το καλύτερο κομμάτι της προπονητικής για μένα είναι να βλέπω τις προοπτικές κάποιου και να τον κάνω να συνειδητοποιεί τι είναι πιθανό.
»Συνεπώς, για τον καθένα εκεί έξω που δεν είναι βέβαιος αν έχει τη δύναμη και την ικανότητα να κάνει κάτι, είτε στα σπορ είτε στη δουλειά του και τη ζωή του, είμαι εδώ για να του πω ότι μπορεί να το πετύχει!».
Όταν ο Ρομπ άνοιξε τα μάτια του στο μαιευτήριο, η μητέρα του, έκλεισε με απόγνωση για λίγο τα δικά της.
Δεν μπορούσε να σταματήσει τα δάκρυα, όπως ομολόγησε στο ντοκιμαντέρ της σειράς SportsCenter του δικτύου ESPN, για τον γιο της.
«Ένιωθα απαίσια… Απαίσια!», είπε η Τζόσι Μέντεζ. «Δεν είχα άλλη επιλογή από το να τον κρατήσω, όμως δεν μπορούσα να τον κοιτάξω…
»Ήταν πολύ σκληρό. Όταν τον γέννησα, έκανα να δω τον Ρομπ περίπου δύο εβδομάδες, γιατί δεν ήξερα τι να κάνω».
Ο πατέρας του, Ρόμπερτ Μέντεζ ο πρεσβύτερος, απόρησε «γιατί να συμβεί αυτό στον γιο μου και σε μένα;
»Δεν ήξερα τι θα κάνω με αυτό το παιδί».
Η αδερφή του, Τζάκι Καστίγιο, παραδέχθηκε πως «στην αρχή δεν ήξερα πώς να αντιδράσω. Υπήρχε πολύ κοίταγμα…
»Τον κοιτούσα επίμονα και αυτό με εκνεύριζε. Τον κοιτούσα σαν να μην ήταν άνθρωπος. Πράγματα που εγώ έκανα σε δέκα λεπτά, ο Ρομπ χρειαζόταν μία ώρα. Όμως ποτέ δεν παραπονέθηκε».
Τα γεμάτα απορία, περιέργεια και συχνά απέχθεια βλέμματα, όμως, έγιναν για τον μικρό κίνητρο.
Είχε ένα χάρισμα που ήταν φυσικό, προερχόταν από μέσα του. Δεν χρειαζόταν χέρια και πόδια γι’ αυτό.
Ήταν πάντα χαμογελαστός, Ζωγράφιζε με το πινέλο στο στόμα.
Έπαιζε πιάνο με ένα μικρό κοντάρι που κινούσε με το στόμα και πατούσε τα πλήκτρα! Έπαιζε βιντεοπαιχνίδια με τον ίδιο τρόπο.
«Το πιο δύσκολο κομμάτι στο να μην έχω πόδια και χέρια ήταν το ότι δεν μπορούσα να κάνω αθλητισμό», είπε εκείνος στο ντοκιμαντέρ.
«Στην αρχή δεν μπορούσα να το καταλάβω. Θύμωνα με τον θεό, θύμωνα με τον κόσμο».
Όταν ήταν πρωτοετής στο γυμνάσιο Γκίλροϊ, συνήθιζε να στέκεται πίσω από το συρματόπλεγμα και παρακολουθούσε την προπόνηση της ομάδας φούτμπολ του σχολείου.
Ο κόουτς, Σκιπ Μπλουμ, αποφάσισε να τον χρίσει μάνατζερ της ομάδας.
«Όλο αυτό με έκανε να αισθάνομαι κομμάτι ενός συνόλου… Με έκανε να αισθάνομαι φυσιολογικός», εξήγησε ο Ρομπ.
Άρχισε να σχεδιάζει συστήματα στο βιντεοπαιχνίδι Madden και την επόμενη ημέρα τα παρουσίαζε στην ομάδα του γυμνασίου.
Οι προπονητές διέβλεψαν το ταλέντο του και του έδιναν ολοένα και περισσότερες αρμοδιότητες.
Έγινε υπεύθυνος της προπόνησης των quarterbacks. Μελετούσε το παιχνίδι και είχε μία εξαιρετική ικανότητα στη μεταδοτικότητα προς τους παίκτες.
Για δώδεκα χρόνια εργάστηκε ως ασίσταντ κόουτς, αναμένοντας την πρώτη μεγάλη ευκαιρία του για τη θέση του πρώτου προπονητή.
Τον Απρίλιο του 2018, το γυμνάσιο Πρόσπεκτ τού ζήτησε να περάσει από συνέντευξη.
«Δεν πιστεύω ότι τρομάζω τον κόσμο. Περισσότερο τους εκπλήσσω», θεωρεί ο Ρομπ Μέντεζ.
Ο Μάικ Κέιμπλ, κόουτς στο σχολείο, παραδέχθηκε πως «μόλις τον αντίκρισα σκέφτηκα: “Πώς μπορεί αυτός ο άνθρωπος να κοουτσάρει;”.
»Ωστόσο, όταν ήρθε μέσα, μας είπε να του δώσουμε μία “μπουνιά” για χαιρετισμό στον ώμο. Ξαφνικά, βλέποντάς τον πόσο άνετος είναι, έφυγε και το δικό μου άγχος».
Στις 11 Ιουνίου 2018, ο Ρομπ Μέντεζ συστήθηκε ως ο νέος κόουτς του σχολείου.
Στην πρώτη ομιλία του στους μαθητές, είπε ότι «το φούτμπολ είναι το πάθος μου. Δουλεύω εδώ και 13 χρόνια και ανυπομονώ να γνωρίσω τον καθένα σας ξεχωριστά.
»Να πιστεύετε στον εαυτό σας, να πιστεύετε στους συμπαίκτες σας και να πιστεύετε πάντα σε αυτό που κάνετε».
Ο βοηθός του, Τοντ Λίβινγκστον, επισήμανε ότι «όσο περίεργα κι αν τον κοιτάς στην αρχή, η συμπεριφορά του σε κάνει από τα πρώτα δύο δευτερόλεπτα που θα περάσουν να τον θεωρήσεις φυσιολογικό».
Ο Κέιμπλ παραδέχθηκε ότι «σχεδιάζει ένα σύστημα με ένα στυλό στο smart phone του πιο γρήγορα από όσο κάνω εγώ στο χαρτί».
Ο Μέντεζ κατανοεί «την απορία των γονιών πώς ένας άνθρωπος δίχως χέρια και πόδια γυμνάζει και κοουτσάρει τα παιδιά τους. Όμως όλο αυτό μου δίνει ενθουσιασμό να τους αποδείξω ότι σκέφτονται λάθος».
Δύο εβδομάδες πριν από την πρεμιέρα της σεζόν, έπεσε από το ειδικό αμαξίδιό του και υπέστη κάταγμα ζυγωματικού…
«Δεν μπορούσα να κοιμηθώ, να μασήσω, να καταπιώ», εξήγησε.
Ο Μάικλ ΜακΑβόι, άνθρωπος που τον φροντίζει, καθημερινά, σχολίασε ότι «πράγματα που εμείς οι υπόλοιποι λαμβάνουμε ως δεδομένα, όπως το να βουρτσίσεις τα δόντια σου, να πλύνεις το πρόσωπό σου, να κάνεις ένα ντους, δεν είναι εύκολα για τον Ρομπ.
»Είναι, όμως, σκληρός. Δύο ημέρες μετά την πτώση του, ήταν στην προπόνηση. “Πρέπει να είμαι εκεί, για τα παιδιά”, έλεγε».
Ο Μέντεζ τόνισε πως «δεν ήθελα να απογοητεύσω τους παίκτες μου».
Σε κάθε ομιλία πριν από αγώνα, βροντοφωνάζει και ρωτά δεκάδες φορές «ποιος λέει ότι δεν μπορώ;»! «Κανένας!», είναι η απάντηση των παικτών του.
Αυτό το «Who says I can’t» έγινε το σλόγκαν του. Έγινε διαδικτυακός έρανος.
«Ήταν ο τρόπος να αποδείξω σε όσους έλεγαν το αντίθετο, ότι μπορώ να τα καταφέρω», επιμένει.
Δηλώνει «περήφανος για τους παίκτες μου». Οι ίδιοι είναι περισσότερο περήφανοι για εκείνον.
Το ESPN ακολούθησε το γυμνάσιο Πρόσπεκτ ως τον χαμένο τελικό της Περιφέρειας.
«Στην αρχή, η προσοχή και οι κάμερες ήταν κάτι που μισούσα. Δεν ήξερα αν ήθελα να είμαι το παράδειγμα για άλλους.
»Όταν, ωστόσο, δημοσιεύτηκε η ιστορία, η ανταπόκριση της οποίας έτυχε με έκανε να δω από άλλη οπτική τη ζωή.
»Τότε κατάλαβα για τα καλά τη σημασία της σχέσης, της οικογένειας σε μία ομάδα. Εγώ και οι παίκτες μου, το φούτμπολ. Κανένας δεν θα μας το πάρει αυτό».
Ο Ρομπ Μέντεζ, ο οποίος έλαβε εκατοντάδες γράμματα υποστήριξης, λέει, πια, ότι «αυτή η ομάδα μού έδειξε τη σημασία της σημαντικότητας. Αυτά τα παιδιά δεν ξέρουν τι έχουν κάνει για μένα».
Συμπληρώνοντας πως, το «“who says I can’t”» με κάνει να μένω πεινασμένος για ζωή.
»Όταν τα παιδιά απαντούν “κανένας”, το λατρεύω γιατί το εννοούν. Μόνο ο εαυτός σου μπορεί να σε κρατήσει πίσω».
Ο Ρομπ Μέντεζ υποφέρει από πόνους σε πλάτη και μέση, από την πολύωρη παραμονή στο αναπηρικό αμαξίδιό του.
Ωστόσο, δεν μειώνει τις ώρες στο γήπεδο.
Όταν ένας γνωστός τού είπε ότι μπορεί να κερδίζει 25.000 δολάρια κάθε φορά που είναι ομιλητής σε διάφορα συνέδρια, εκείνος προτίμησε την προπονητική.
«Αυτό μου δίνει ζωή. Αυτό αγαπώ. Ο πατέρας μου με ρώτησε γιατί αρνήθηκα και του απάντησα απλώς ότι δεν γίνονται όλα στη ζωή για τα χρήματα», εξήγησε.
Συνεχίζει τη ζωή του όπως θέλει να την ορίζει ο ίδιος και αυτό μετρά.
Τονίζοντας ότι «η γκρίνια είναι το νούμερο ένα δηλητήριο στη ζωή. Εγώ προσπαθώ να μένω θετικός.
»Ακούς ιστορίες για ανθρώπους που νίκησαν τον καρκίνο, που παλεύουν για τη ζωή τους. Εγώ παλεύω για να έχω κάτι στο οποίο να πίνω, να νιώθω όμορφα.
»Γι’ αυτό προσπαθώ να μην παραπονιέμαι. Το παράπονο δεν σε οδηγεί σε καλά μέρη. Κι εγώ στο καρότσι μου αισθάνομαι “σιδερένιος”, ότι μπορώ να πετάξω! Αυτό που κάνω μού δίνει ένα αίσθημα ανεξαρτησίας».
Το φούτμπολ δείχνει καθημερινά στον Μέντεζ τον λόγο για το «ταξίδι» του σε αυτό τον κόσμο.
Του προσφέρει ένα «μονοπάτι» που εκείνος επέλεξε και το οποίο αρχικά δεν κατάλαβε και δεν πίστεψε κανένας.
«Δεν είμαι ο τέλειος άνθρωπος», λέει. «Κάνω λάθη. Συχνά κάνω δύο βήματα μπροστά και ένα πίσω.
»Όμως έμαθα ότι μπορώ, αλλά και πώς μπορώ, να είμαι ηγέτης. Έμαθα να συνεργάζομαι με ανθρώπους, αλλά και να κάνω όσους με κοιτούσαν περίεργα να δουν ότι μπορώ να δουλέψω μαζί τους.
»Μπορώ να προσαρμοστώ σε οτιδήποτε βρεθεί στον δρόμο μου. Και μ’ αυτό καταλαβαίνω ότι μπορώ να επιβιώσω σε αυτό τον κόσμο»…
Ο Ρομπ Μέντεζ γεννήθηκε χωρίς χέρια και πόδια.
Όμως ο μικρός Ρομπ μεγάλωσε σε ένα σπιτικό γεμάτο ζεστασιά και φροντίδα.
Ο κόουτς Μέντεζ μεγάλωσε με όνειρα, με ελπίδες, με φιλοδοξίες.
Με όραμα το οποίο δεν του το στέρησε κανένα εμπόδιο.
Συνήθισε να τον κοιτούν επίμονα. Τώρα, όλοι τον κοιτούν με θαυμασμό.
Γιατί εκείνος δεν το έβαλε κάτω. Ο ίδιος το επεδίωξε.
Και κανένας δεν θα μπορούσε ποτέ και δεν μπορεί ακόμη να του πει τι δεν μπορεί να κάνει.
Κεντρική φωτό: postcrescent.com