Σε όλη τη ζωή του κινήθηκε πάνω στη λεπτή γραμμή μεταξύ μίας «μόνος μου και όλοι σας» νοοτροπίας, αλλά και της απαραίτητης στήριξης από απρόσμενα χέρια βοηθείας.
Όσα έχει πετύχει τα οφείλει, σαφώς, πρωτίστως στον εαυτό του και την αυταπάρνησή του.
Στο ταλέντο, στην επιμονή του.
Και δεν είναι και λίγα για έναν άνθρωπο που γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 1987 και κάποτε έμαθε να ζει μόνο με τη λέξη «χωρίς».
Γεννήθηκε στο Σέφιλντ, με το όνομα Τζέιμι Ρίτσαρντ Γκιλ.
Ένα επώνυμο που δεν «χτυπάει καμπανάκια».
Γεννήθηκε δίχως πατέρα, καθώς η Λίζα Βάρντι, τότε δικηγόρος του εργατικού δικαίου, τον έφερε στον κόσμο και αρχικά τον μεγάλωσε μόνη της.
Ο μπαμπάς, Ρίτσαρντ Γκιλ, εργάτης σε γερανό την ίδια εποχή, αποφάσισε να παρατήσει την Λίζα όταν έμαθε πως ήταν έγκυος, καθώς περίμενε παιδί και από μία άλλη γυναίκα…
Ο Γκιλ έχασε κάθε επαφή με την Λίζα Βάρντι και τον γιο του και έμαθε μόλις το 2015 πόσο διάσημος είχε γίνει ο Τζέιμι, ο οποίος τότε οδηγούσε την ταπεινή Λέστερ στην απίθανη κατάκτηση της Πρέμιερ Λιγκ!
Ο Γκιλ δήλωσε τότε ότι «θα ήθελα να γυρίσω πίσω τον χρόνο, όμως αυτό είναι αδύνατο».
Επισήμανε ότι επιθυμεί να έρθει σε επαφή με τον Άγγλο επιθετικό, ωστόσο ξεκαθάρισε πως «θα τον καταλάβω αν δεν το θέλει εκείνος, γιατί μπορεί να νομίζει ότι κυνηγώ τη φήμη και τα χρήματά του».
Ο μικρός Τζέιμι είχε μεγαλώσει.
Είχε σταθεί πια στα πόδια του. Είχε μεγαλώσει με έναν άλλο πατέρα, τον πατριό του και σύντροφο της μητέρας του, Φιλ.
Είχε λάβει το επώνυμο της μητέρας του. Μ’ αυτό μεγάλωσε και μεγαλούργησε.
Ο βιολογικός του πατέρας, πάντως, δεν γνώριζε ότι τις ίδιες ημέρες που «ανακάλυψε» την ύπαρξή του επιθετικού των «αλεπούδων», ο γιος του είχε ήδη απομακρυνθεί και από την μητέρα του, για μία γυναίκα…
Ο Βάρντι είχε ζήσει πολλές δυσκολίες για να στέκεται σε, κατά τον ίδιο, ανούσιες διαφωνίες.
Η ιστορία της ζωής του ήταν εκείνη που του φώναζε «ζήσε, μην κάνεις πίσω για κανέναν και άκου την καρδιά σου».
Αυτό έπραξε και με την επιλογή της συζύγου του, το 2015 και με τις αποφάσεις της καριέρας του, αργότερα.
Όταν το 2016 ήταν πρωταθλητής με τη Λέστερ, οι κορυφαίες ομάδες της Αγγλίας, με πρώτη και καλύτερη την Άρσεναλ, «έπεσαν στα πόδια του».
Η Βαλένθια τον περίμενε πώς και πώς στην Ισπανία.
Και η Ρεάλ Μαδρίτης, που για να σέβεται την ιστορία της «πρέπει» να ασχοληθεί με ό,τι καλύτερο κυκλοφορεί στην ποδοσφαιρική πιάτσα, του είχε ρίξει «κλεφτές» ματιές.
Ο Τζέιμι τα αρνήθηκε όλα.
Ακόμη και όταν η Άρσεναλ δέχθηκε να πληρώσει τη ρήτρα των 25 εκατομμυρίων λιρών στη Λέστερ, ο Βάρντι είπε «όχι»!
«Γιατί να ξεμείνεις σε έναν σύλλογο με ταβάνι;», του έλεγαν ακόμη και οι δικοί του άνθρωποι.
Είχε αποφασίσει να ανταποδώσει την εμπιστοσύνη στην ομάδα που τον εμπιστεύτηκε πρώτη, το 2012, ερχόμενος από την έκτη κατηγορία της Αγγλίας.
Δεν το έχει ξεπληρώσει απλώς με τον τίτλο του 2016. Το «ταβάνι» που έλεγαν κάποιοι «ψήλωσε» και πάλι…
Ο Τζέιμι Βάρντι μεγάλωσε χωρίς προσδοκίες.
Δεν ήταν θέμα ταλέντου. Ίσως ήταν ζήτημα συγκυριών.
Ήταν πάντως, και θέμα αρχών.
Η ιστορία του έμοιαζε συνηθισμένη κοινωνικά, με παιδικά χρόνια στις εργατικές κατοικίες του Σέφιλντ, αλλά ασυνήθιστη ποδοσφαιρικά.
Την μπάλα την κλωτσούσε από μικρός, όμως στα 15 του αποφάσισε να δοκιμάσει να παίζει οργανωμένα, σε ομάδα.
Η τοπική Σέφιλντ Ουένσντεϊ δεν εκτίμησε τις ικανότητές του, το 2002.
Οι προπονητές έλεγαν ότι είναι μικρόσωμος, αδύνατος, αδύναμος.
Το τσαγανό μάλλον το έδειχνε περισσότερο στους δρόμους και το σχολείο, όπου υπερασπιζόταν τους λιγότερο δυνατούς φίλους του.
Για αυτή τη «συνήθειά», μάλιστα, μερικά χρόνια αργότερα έλαβε και… «παράσημο» ή «πιστοποίηση» μία σύλληψη και ένα ειδικό «βραχιόλι» παρακολούθησης στο πόδι του, για έξι μήνες.
Η απόρριψη ήταν δύσκολη, όμως δεν τα παράτησε.
Το 2003 πήγε στην γειτονική και ερασιτεχνική Στόσκμπριτζ Παρκ Στιλς και μετεγγράφηκε στις ακαδημίες της.
Τα γκολ του τον έφεραν άμεσα στη δεύτερη ομάδα και το 2007 αγωνίστηκε και στην ανδρική, λαμβάνοντας και τον πρώτο μισθό του.
Εκείνες οι 40 λίρες δεν του έφταναν, όμως ήταν η αρχή για την κατάληξη των… 153.000 λιρών την εβδομάδα που λαμβάνει πλέον, με το τετραετές συμβόλαιο στη Λέστερ, που του αποφέρει 7,3 εκατομμύρια ετησίως.
Τα «χωρίς» της ζωής του δεν τον πίκραναν. Τον πείσμωναν, μάλλον.
Η μητέρα του τον είχε μάθει από μικρό να είναι ολιγαρκής και δουλευταράς.
Παράλληλα με την Στόκσμπριτζ, εργαζόταν 12ωρες βάρδιες σε ένα εργοστάσιο που κατασκεύαζε ανθρακονήματα και διάφορα ιατρικά βοηθήματα για τα πόδια.
Οι ώρες εργασίας τον υποχρέωναν να τρώει άσχημα.
Πρόχειρο φαγητό και αναψυκτικά έγιναν βασικό κομμάτι της διατροφής του.
Ακόμη και στην εποχή της δόξας του, πάντως, συνήθειες δεν άλλαξε.
Επιπλέον, το 2007 απέκτησε προβλήματα με τη δικαιοσύνη, όταν επιτέθηκε σε μία ομάδα νεαρών οι οποίοι πείραξαν έναν κωφάλαλο φίλο του.
Γλίτωσε τη φυλακή, όμως αναγκάστηκε να φορά για έξι μήνες ένα ειδικό «βραχιόλι» στον αστράγαλο, ώστε να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή πού βρίσκεται.
Μάλιστα, του απαγορεύτηκε η κυκλοφορία στον δρόμο έπειτα από τις 8:00μ.μ. και συχνά, σε κάποια ματς της Στόκσμπριτζ, είτε αγωνιζόταν ως το ημίχρονο και αποχωρούσε είτε επέστρεφε σπίτι με τη διακριτική συνοδεία της αστυνομίας…
Το 2009 δεν πέρασε τα δοκιμαστικά της Κρου Αλεξάντερ και αρνήθηκε πρόταση της Ρόδεραμ.
Έναν χρόνο αργότερα, έπειτα από 66 γκολ σε 107 ματς, η Στόκσμπριτζ τον παραχώρησε στη Χάλιφαξ, ομάδα πέμπτης κατηγορίας, αντί ποσού 20.000 λιρών.
Το καλοκαίρι του 2011, η Φλίτγουντ Τάουν χρειάστηκε τα δεκαπλάσια για να τον αποκτήσει και ο ίδιος έφτασε να αμείβεται με 1.200 λίρες εβδομαδιαίως!
Η φήμη του στις ερασιτεχνικές κατηγορίες είχε εξαπλωθεί.
Στη μοναδική χρονιά του με την Φλίτγουντ Τάουν, αναδείχθηκε κορυφαίος σκόρερ της Κόνφερενς Πρέμιερ, με 31 γκολ.
Οδήγησε την ομάδα του στην άνοδο για πρώτη φορά σε επαγγελματική κατηγορία και όλα έδειχναν ότι το ταλέντο του δεν «χωρά» εκεί.
Το καλοκαίρι του 2012 η Λέστερ, τότε ομάδα της Τσάμπιονσιπ, δεν δίστασε να πληρώσει ένα εκατομμύριο λίρες, ποσό που αποτελεί ακόμη ρεκόρ για μετεγγραφή από ερασιτεχνική ομάδα.
Το όνειρο, όμως, δεν εξελίχθηκε αρχικά όπως το φανταζόταν.
Ο κόουτς Νάιτζελ Πίρσον δεν έπαψε να τον στηρίζει παρά τα μόλις πέντε γκολ σε 37 παιχνίδια.
Το κοινό και ο Τύπος δεν πίστεψαν ποτέ ότι θα γινόταν ξαφνικά από… «βάτραχος», «πρίγκιπας».
Το «στέμμα» των μικρότερων κατηγοριών δεν γυάλιζε στην Τσάμπιονσιπ και ο 25χρονος Τζέιμι Βάρντι σκέφτηκε μέχρι και να αποχωρήσει από το ποδόσφαιρο…
Δεν το έπραξε και δικαιώθηκε, σκοράροντας 16 γκολ τη σεζόν 2013-2014 και οδηγώντας τη Λέστερ στην άνοδο στην Πρέμιερ Λιγκ.
Η επιβράβευσή του ήταν ένα νέο τετραετές συμβόλαιο, με απολαβές 60.000 λιρών την εβδομάδα.
Οι μέρες του εργοστασίου ήταν πια πολύ μακρινές.
Ο χαρακτηρισμός «κοκκαλιάρης» ήταν σαν μην φτάσει ποτέ στα αυτιά του.
Η σεζόν 2015-2016 ήταν τόσο ονειρική που όσο κι αν είχε κίνητρο όσα είχε βιώσει, έμοιαζε με μία λευκή κόλλα που γέμισε από πρωτόγνωρα κατορθώματα.
Ο Βάρντι σκόραρε σε 11 διαδοχικούς αγώνες Πρέμιερ Λιγκ, καταρρίπτοντας το σχετικό ρεκόρ του Ολλανδού Ρουντ Φαν Νίστελροϊ, παλαίμαχου σταρ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Επίδοση που πέτυχε σκοράροντας, μάλιστα, εναντίον των «κόκκινων διαβόλων».
Ο Άγγλος επιθετικός πέτυχε 24 γκολ, χάνοντας στο νήμα τον τίτλο του πρώτου σκόρερ από τον (για λίγο συμπαίκτη του στη Λέστερ και από τότε σταρ της Τότεναμ) Χάρι Κέιν, όμως είχε κατακτήσει τον τίτλο με τη Λέστερ!
Ο Ιρλανδός συγγραφέας, Όσκαρ Ουάιλντ, έγραψε κάποτε ότι «η εργασία είναι η “κατάρα” της τάξης των… αλκοολικών!».
Λίγο μετά την κατάκτηση του τίτλου, ο αντιπρόεδρος της Λέστερ, Αϊγιαβάτ Στριβαντναμπράβχα, αποκάλυψε σε συνέντευξή του ότι Βάρντι ήταν σε κακή ψυχολογική κατάσταση όταν αποκτήθηκε το 2012.
«Δεν ήξερε πώς να διαχειριστεί τα πρώτα χρήματα που κέρδισε από το ποδόσφαιρο και άρχισε να πίνει», αποκάλυψε ο παράγοντας των «αλεπούδων».
«Όταν το αντιληφθήκαμε, τον ρώτησα ποιο ήταν το όνειρό του και αποφάσισε να σταματήσει το αλκοόλ», εξήγησε.
Ο Στριβαντναμπράβχα τόνισε ότι αποφάσισε να παρέμβει όταν έμαθε ότι ο Τζέιμι έβγαινε σχεδόν κάθε βράδυ και, κυρίως, εμφανίστηκε σε μία προπόνηση μεθυσμένος…
Μία ζωή γεμάτη «όχι» και «χωρίς» δεν ήταν εύκολο να συνηθίσει την άνεση.
Οι παίκτες της Λέστερ και ο κόουτς Κλαούντιο Ρανιέρι δεν είχαν μεριμνήσει για πριμ κατάκτησης τίτλου, παρά μόνο για μπόνους ως τη 12η θέση…
Οι τραπεζικοί λογαριασμοί των «μπλε» θα «φούσκωναν» από την επόμενη σεζόν ή κάποιοι, όπως οι Καντέ, Μαχρέζ, Ντρίνκγουοτερ, θα βρίσκονταν σε μεγαλύτερους συλλόγους.
Μετά τον θρίαμβο του 2016, ο ιδιοκτήτης Βισάι Στριβαντναμπράβχα, δεν μοίρασε λίρες στους παίκτες του, αλλά τους έκανε δώρο ένα ταξίδι στο Λας Βέγκας.
Ο Βάρντι άρχισε να συνηθίζει τα μεγαλεία, όμως ο χαρακτήρας του δεν άλλαξε.
Αρνήθηκε την Άρσεναλ και τις ισπανικές «σειρήνες» και αφοσιώθηκε στη Λέστερ.
Η αφοσίωση είναι χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του…
Έχοντας ήδη χριστεί διεθνής και ως μέλος της Εθνικής Αγγλίας στο Euro 2016, ο Βάρντι έγινε «στόχος» του Τύπου.
«Είναι αφοσιωμένος στα “λιοντάρια” ή σκέφτεται την Άρσεναλ;», έγραφαν οι τίτλοι.
Δεν είχε αρνηθεί ακόμη τους «κανονιέρηδες».
Οι πράξεις του έδωσαν την απάντηση.
Ο ίδιος, πάντως, θέλησε να δώσει με τα λόγια του μία ακόμη απάντηση όταν τον Μάρτιο του 2017.
Η σαμπάνια από τον τίτλο είχε στεγνώσει στα ρούχα, οι τίτλοι στον Τύπο ήταν λιγότερο διθυραμβικοί και τα πράγματα ήταν ξανά «συνηθισμένα».
Η Λέστερ θα τερμάτιζε 12η, δέκα βαθμούς πάνω από τον υποβιβασμό και 32β. μακριά από την τετράδα του Τσάμπιονς Λιγκ.
Η αποτυχία εξασφάλισης ευρωπαϊκού εισιτηρίου «πλήγωνε» τα ταμεία και η διοίκηση στην αρχή της άνοιξης απέλυσε τον Ρανιέρι…
Λίγο πριν από το φιλικό Αγγλίας-Γερμανίας, τον Μάρτιο του 2017, ο Τζέιμι Βάρντι αποκάλυψε ότι δέχεται… θανατικές απειλές για την φερόμενη εμπλοκή του στην απόλυση του Ιταλού προπονητή.
Ο φορ των «αλεπούδων» ανέφερε ότι εκτός από απειλές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, «λαμβάνω αντίστοιχα μηνύματα περπατώντας στον δρόμο…
»Ξέρω ότι οι οπαδοί δεν με συμπαθούν και ζω με αυτό. Αλλά ορισμένοι προσπαθούν να σταματήσουν τη σύντροφό μου καθώς οδηγεί, με τα παιδιά στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου, κάτι που είναι τρομακτικό!».
Η κυνική κατάληξη της τοποθέτησής τους ήταν πως «καταλαβαίνω ότι είναι δύσκολο, μην παρεξηγηθώ. Αυτό που έκανε ο κόουτς για τη Λέστερ ήταν απίστευτο!
»Μπορούμε μόνο να τον ευχαριστούμε για αυτό. Όμως δεν απολύονται οι παίκτες και παραμένουμε λυπημένοι για ό,τι συνέβη».
Η απόφαση για παραμονή δεν άλλαζε εύκολα την άποψη της εξέδρας.
Ωστόσο, σιγά – σιγά το κοινό ξέχασε την υπόθεση.
Η κερκίδα τού έδωσε και πάλι τις ευλογίες της.
Κάτι που ο ίδιος δεν μπόρεσε να λάβει από την μητέρα και τον πατριό του, πριν από τον γάμο του το 2015 με την 38χρονη Ρεμπέκα Νίκολσον.
Ο Βάρντι παντρεύτηκε την άλλοτε υπεύθυνη εκδηλώσεων σε κλαμπ του Λονδίνου -την οποία γνώρισε όταν της ανέθεσε να διοργανώσει ένα πάρτι γενεθλίων του- στο κάστρο Πέκφορτον, χωρίς την παρουσία της οικογένειάς του.
Ο Φιλ και η Λίζα Βάρντι είχαν αντιρρήσεις με την επιλογή της νύφης, λόγω του παρελθόντος της, το οποίο «στόλισε» τακτικά τα αγγλικά ταμπλόιντ.
Η Ρεμπέκα είχε κάποτε δεσμό με τον κυπριακής τραγουδιστή, Πίτερ Αντρέ και τρία παιδιά από σχέσεις με ισάριθμους πρώην συντρόφους.
Ο Τζέιμι δεν λογάριασε τίποτα.
Δεν πτοήθηκε από την απουσία της μητέρας του και της πέντε ετών κόρης του από προηγούμενη σχέση.
Το ζευγάρι παντρεύτηκε και ζει μαζί με την κόρη που απέκτησε και τα άλλα τρία παιδιά της Νίκολσον, δίχως να διαβάζει πρωτοσέλιδα ή να ζητά οικογενειακές συγκεντρώσεις με όποιον διαφωνεί.
Η Ρεμπέκα, μάλιστα, δεν έγινε απλώς θέμα στην οικογένεια Βάρντι, αλλά και… στην Εθνική Αγγλίας.
Καθώς, αρχικά, ο Ουέιν Ρούνεϊ είχε ζητήσει από τον Τζέιμι να πείσει τη σύζυγό του να σταματήσει την (ενίοτε υβριστική) κριτική μέσω social media στα «λιοντάρια», στο Euro 2016, στη Γαλλία.
Η βεντέτα (των… συζύγων) Βάρντι – Ρούνεϊ δεν έληξε το 2016.
Τον Οκτώβριο του 2019, σε μία ιστορία που έγινε πρώτο θέμα στο… CNN και τον «Guardian, η Κολίν Ρούνεϊ κατηγόρησε την Ρεμπέκα Βάρντι ότι επί χρόνια «διέρρεε» πληροφορίες για τη ζωή της πρώτης στην σκανδαλοθηρική εφημερίδα «The Sun»!
Η Κολίν άρχισε να την υποπτεύεται και, μάλιστα, της έστησε και παγίδα.
Η κα Ρούνεϊ άφησε την Ρεμπέκα μόνο «follower» -δίχως η δεύτερη να το γνωρίζει- σε αναρτήσεις στο Instagram σχετικά με πωλήσεις σπιτιών ή ετοιμασίες ταξιδιών και όταν διαπίστωσε ότι τα νέα έφταναν στις σελίδες της «The Sun», την «μαρτύρησε» με ανάρτηση στην ίδια πλατφόρμα…
Η Ρεμπέκα αρνήθηκε να σχολιάσει τις κατηγορίες, επικαλούμενη την εγκυμοσύνη της.
Το ζήτημα ουδόλως επηρέασε τον σύντροφό της, ο οποίος από την αποκάλυψη και έπειτα σκόραρε 11 γκολ σε οκτώ συνεχείς αγώνες!
Τη σεζόν 2019-2020 είναι κορυφαίος σκόρερ της Πρέμιερ Λιγκ με 17 γκολ σε 20 ματς και να θεωρείται ένας εκ των κορυφαίων επιθετικών της Ευρώπης.
Αναγκάζοντας τον αγγλικό Τύπο να αναζητά το μυστικό της επιτυχίας του και το… ελιξήριο της δεύτερης ποδοσφαιρικής νεότητάς του.
Έκτοτε, πολλά Μ.Μ.Ε. αναφέρουν την παράδοξη «δίαιτά» του.
Πιο συχνά από όσο σκοράρει, ο Τζέιμι Βάρντι θα ξεστομίσει μία αγαπημένη του ατάκα…
«Δεν με νοιάζει τι λένε για μένα».
Το απέδειξε στο γήπεδο, στη ζωή του.
Το επιβεβαιώνει επιμένοντας ότι «δεν πηγαίνω ποτέ στο γυμναστήριο, γιατί αν σηκώσω βάρη, θα χάσω την “έκρηξη” μου».
Τον κοίταξαν με περίεργο και συνάμα εντυπωσιασμένο βλέμμα όταν εκμυστηρεύτηκε τη διατροφική ρουτίνα του πριν από τα ματς.
Το πρωί που ξυπνά πίνει ένα κουτάκι γνωστής μάρκας ενεργειακού ποτού.
Συνεχίζει συνοδεύοντας συνοδεύει την ομελέτα και τα φασόλια του με άλλο ένα κουτάκι.
Και εξήγησε ότι «στον αγώνα μπορώ να τρέχω σαν τρελός διότι μετά τον μεσημεριανό εσπρέσο μου, ένα ενεργειακό ποτό είναι ό,τι πρέπει!», μαζί με τα αυτοκόλλητα νικοτίνης που επιλέγει.
Διατροφολόγοι που απάντησαν σε ερωτήσεις του περιοδικού «FourFourTwo» έκαναν λόγο για «επικίνδυνες συνήθειες, διότι το ενεργειακό ποτό δεν χωνεύεται εύκολα».
Μονάχα που το μοτίβο δείχνει να είναι ευεργετικό για τον Βάρντι.
Φαίνεται ότι ακόμη και αυτό δεν κρίνεται από το στομάχι του Άγγλου φορ, αλλά (πάλι) από το μυαλό του.
Υπό τις οδηγίες του κόουτς Μπρένταν Ρότζερς, ο Βάρντι στάματησε τις φάρσες.
Σε αντίθεση με τον άλλοτε προπονητή του, Γάλλο Κλοντ Πιέλ, ο οποίος σοκαρίστηκε στις 17/1/19, όταν πήγε στην προπόνηση ντυμένος Spiderman.
«Είναι πιο ώριμος από ποτέ», αναφέρει ο άλλοτε προπονητής των Λίβερπουλ και Σέλτικ.
Ο Βάρντι ολοκλήρωσε τα τεστ της καλοκαιρινής προετοιμασίας με τις καλύτερες επιδόσεις της καριέρας του και συνεχίζει να εντυπωσιάζει και στα εργομετρικά και στο χορτάρι.
Θα συνεχίσει να πορεύεται με τον τρόπο του.
Ένα κομμάτι αυτού είναι ένα καλοκαιρινό καμπ με την ονομασία V9 το οποίο διοργανώνει από το 2015.
Σε αυτό φιλοξενεί παίκτες από τα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα, οι οποίοι έχουν την ευκαιρία να δοκιμαστούν μπροστά στα μάτια σκάουτερ πολλών συλλόγων της Πρέμιερ Λιγκ και της Τσάμπιονσιπ.
Είναι η δική του ανταπόδοση, για να μην ξεχνά από πού ξεκίνησε και ο ίδιος.
Έναν εξ αυτών των παικτών, μάλιστα, τον συνάντησε σε αγώνα του Κυπέλλου Αγγλίας, εναντίον ομάδας της Τσάμπιονσιπ.
Θα εξακολουθήσει να βροντοφωνάζει «δεν με νοιάζει τι λένε για μένα».
Και θα συνεχίσει να πίνει ένα ποτήρι κρασί κάθε βράδυ πριν πάει για ύπνο.
Μία συνήθεια που «ξεκίνησα όταν σκόραρα στο παιχνίδι με τη Σάντερλαντ, τη σεζόν που κατακτήσαμε τον τίτλο στην Αγγλία.
Δεν νομίζω ότι είμαι προληπτικός, όμως δεν την αλλάζω. Είναι κάτι που με βοηθά να κοιμάμαι και πιο εύκολα την παραμονή των αγώνων»…
Ο ατζέντης που ολοκλήρωσε τη μετεγγραφή του στη Λέστερ, Τζον Μόρις, έχει δηλώσει ότι «το 2011, όταν είπα σε εκείνον και τη μητέρα του ότι ο Τζέιμι μπορεί να φτάσει ως την Εθνική, γέλασαν και δεν με πίστεψαν».
Πλέον, ο ίδιος ο Βάρντι μπορεί να συνεχίζει το ποδοσφαιρικό «παραμύθι» του και να γελά, κρατώντας το κρασί του, σε όσους δεν πίστεψαν στο ταλέντο και την αφοσίωσή του.