Γεννήθηκα στη Ρόδο, αλλά η καταγωγή των δικών μου είναι από την Δράμα.
Ο πατέρας μου ήταν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής και εν συνεχεία προπονητής, οπότε η οικογένεια μεταφέρθηκε για επαγγελματικούς λόγους στη Ρόδο.
Ο πατέρας μου, Ηλίας Αλεξιάδης, είχε πάρει μεταγραφή από τον Ηρακλή στον Διαγόρα, πήγαμε στο νησί το 1983 και μείναμε μέχρι το 1997.
Είχε παίξει στον Ηρακλή επί Χατζηπαναγή, τότε με την καλή φουρνιά της ομάδας.
Μετά τη λήξη της ποδοσφαιρικής του καριέρας, ανέλαβε προπονητής αρχικά στον Διαγόρα και στη συνέχεια στον Ιάλυσο.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά σ’ ένα ντέρμπι Διαγόρας-Παναθηναϊκός 1-1 να κάθομαι στον πάγκο και να σκοράρει ο Σαραβάκος με πέναλτι!
Θυμάμαι και άλλα παιχνίδια ανταγωνιστικά, αλλά η μνήμη μου έχει συγκρατήσει κυρίως αυτό.
Ο Διαγόρας τότε γέμιζε το γήπεδό του, σίγουρα με 6-7.000 κόσμο σε κάθε παιχνίδι, ιστορική ομάδα, από τις παλαιότερες.
Ο πατέρας μου ήταν συνεργάτης του κυρίου Άγγελου Αναστασιάδη σε αρκετές ομάδες.
Οι πρώτες μου εικόνες από μεγάλα παιχνίδια ήταν στην Τούμπα με τον ΠΑΟΚ και εκεί συγκλονίστηκα.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά, όταν ήμουν 12 ετών, η συγχωρεμένη γυναίκα του Άγγελου Αναστασιάδη με είχε πάρει μαζί της στην Τούμπα σε ευρωπαϊκό παιχνίδι με αντίπαλο την Σπάρτακ.
Από πολύ μικρός είχα εμποτιστεί με την επιθυμία του ποδοσφαίρου.
Στη Ρόδο ήμουν σε αθλητικό σχολείο και υπήρχε μια καθημερινή διαδικασία. ήθελα 4 χλμ για να πάω στο σχολείο και άλλα τόσα το απόγευμα για να βρεθώ στην προπόνηση της ομάδας μου, τον Διαγόρα, ήμουν στους μικρούς τότε.
Όταν ανεβήκαμε στη Θεσσαλονίκη, εγώ ήμουν 15 χρόνων και αγωνίστηκα στον ΠΑΟΝΕ, μια ομάδα Γ’ Εθνικής.
Σε όποια ομάδα πήγαινε ο πατέρας μου, πήγαινα κι εγώ μαζί του, έμπαινα στα αποδυτήρια και κολλούσα το μικρόβιο της προπονητικής.
Όταν έφτασα 18-19, ο πατέρας μου είχε αξιολογήσει τα ποδοσφαιρικά χαρακτηριστικά μου και μου είχε πει ότι, παρά τα άλλα θετικά χαρακτηριστικά που διέθετα, μου έλειπε το στοιχείο της ταχύτητας που απαιτείται για το υψηλό επίπεδο κι αυτό ήταν κάτι ρεαλιστικό.
Ήξερα από τον πατέρα μου ότι το ποδόσφαιρο είναι σκληρό και έχει και πολλές σκληρές αποφάσεις, ωστόσο ήθελα να ασχοληθώ με αυτό και στα 21 μου έβγαλα την πρώτη σχολή προπονητικής.
Έπαιζα στον ΠΑΟΝΕ και, με το που μπήκα στο UEFA A στα 24 μου χρόνια, μου έγινε η πρόταση να δουλέψω στην επαγγελματική ομάδα.
Τη δεδομένη στιγμή δεν μπορούσες να ασκήσεις το επάγγελμα του προπονητή και να είσαι παράλληλα παίκτης, οπότε εκεί τέλειωσε οριστικά η όποια καριέρα είχα ως παίκτης.
Με φώναξε ο πατέρας μου και μου είπε «επειδή εσύ τώρα ξεκινάς επαγγελματικά, σταματάω εγώ για να μη σου δημιουργήσω πρόβλημα. Τώρα είναι η δική σου σειρά και πρέπει να χαράξεις τη δική σου πορεία».
Οι συμβουλές του όλα αυτά τα χρόνια ήταν και είναι αφενός να σέβομαι τους πάντες και αφετέρου να παίρνω εγώ όλες μου τις αποφάσεις.
Όταν του έλεγα τι απόφαση πήρα για κάτι, απλώς με ρωτούσε το γιατί, δεν επηρέασε ποτέ καμία μου απόφαση, είτε σωστή είτε λάθος σύμφωνα με τον ίδιο.
Επιδράσεις μεταξύ άλλων προπονητών έχω από τον πατέρα μου, τον Άγγελο Αναστασιάδη και τον Γιώργο Γεωργιάδη, από αυτούς έπαιρνα στοιχεία για να εξελιχθώ.
Από τον τελευταίο, με τον οποίον συνεργάστηκα ως βοηθός και στα Τρίκαλα, έμαθα να είμαι ρεαλιστής και δίκαιος προς τους ποδοσφαιριστές και να μπορώ να διαχειρίζομαι τις κρίσεις και τις καταστάσεις μέσα στην ομάδα.
Μετά τον ΠΑΟΝΕ εργάστηκα σε ιδιωτικές ακαδημίες, τον Ηρακλή και μια τριετία στον ΠΑΟΚ.
Επόμενος σταθμός ήταν τα Τρίκαλα, στα οποία για πρώτη φορά εργάστηκα ως συνεργάτης, ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα από το κομμάτι των ακαδημιών σε ένα επίπεδο υψηλότερης κατηγορίας από εκείνο του ΠΑΟΝΕ.
Είχα αποκτήσει ήδη εμπειρία όσον αφορά σε καταστάσεις, εικόνες, διαχειρίσεις, η οποία με βοήθησε πολύ μετέπειτα και στο επόμενό μου βήμα, τον Ιάλυσο, στον οποίον ήμουν και πρώτος προπονητής.
Οι άνθρωποι από τον Ιάλυσο, τον Διαγόρα και γενικότερα από τη Ρόδο με αγαπούν.
Θυμάμαι, μεσούσης της σεζόν, Ιανουάριος ήταν, με είχε πάρει τηλέφωνο ο Πρόεδρος και μου είχε προτείνει να συνεργαστούμε μέχρι το τέλος της περιόδου ώστε να σωθεί η ομάδα και, αν μου κάνουν και τους κάνω, να συνεργαστούμε και την επόμενη χρονιά. η ομάδα σώθηκε και τελικά έφυγα τον Νοέμβριο της επόμενης σεζόν.
Η Ρόδος θα είναι πάντα ένα αγαπημένο κομμάτι της ζωής μου, γιατί όλη η παιδική μου ηλικία ήταν εκεί αλλά και ως οικογένεια περάσαμε καταπληκτικά χρόνια.
Ενώ συνεργαζόμουν για δεύτερη χρονιά με τον ΠΑΟΚ, υπήρξε μια επαγγελματική (και όχι προσωπική) επαφή με τον Τζέσι Λίνγκαρντ μέσω του αδερφού του, ο οποίος ήταν ατζέντης του και με τον οποίον είμαστε παιδικοί φίλοι από πολύ μικροί.
Αυτό συνέβη, όταν ο Λίνγκαρντ δούλευε στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και τη Γουέστ Χαμ.
Είχα την ευχέρεια να παρακολουθώ κάποιες προπονήσεις, τα παιχνίδια που είχε παίξει και αυτά που έπονταν και διαμόρφωνα ένα “προφίλ”, μια καθοδήγηση πάνω στα χαρακτηριστικά του και σχετικά με τους αντιπάλους που θα αντιμετώπιζε.
Κάναμε βιντεοκλήσεις, μίτινγκ zoom, δύο φορές την εβδομάδα, η μία αφορούσε στην προσέγγιση του επόμενου παιχνιδιού βάσει αυτών που του ζητάει ο προπονητής του.
Λαμβάναμε υπόψη τις αρχές που ίσχυαν στις ομάδες του, τα χαρακτηριστικά του και κάναμε μια προσέγγιση του παιχνιδιού.
Βάζαμε στόχους, σημαντικό κομμάτι της αυτοπεποίθησής του, και αξιολογούσαμε τι κάναμε καλά και τι όχι.
Όταν ήταν στη Μάντσετσερ και στη συνέχεια στη Γουέστ Xαμ ως δανεικός, διένυσε ένα από τα καλύτερα διαστήματα της καριέρας του, αν εξαιρέσει κανείς το Παγκόσμιο Κύπελλο. είχε αναδειχθεί παίκτης της αγωνιστικής στην Premier League, είχε πετύχει το γκολ του μήνα, πολύ θετικά επιτεύγματα δηλαδή.
Επιπλέον, μεγάλο σταθμό στην καριέρα μου αποτέλεσε και η ανάληψη της Εθνικής ομάδας U17. Το να βρίσκεσαι εκεί είναι μεγάλη τιμή, δεν μπορεί να την έχει ο οποιοσδήποτε.
Ευγνωμονώ τους ανθρώπους που με επέλεξαν και μπόρεσα να εξελιχθώ και να εξελίξω πράγματα.
Είχα μια άψογη συνεργασία με τον Τεχνικό Διευθυντή της ΕΠΟ, κύριο Κώστα Κωνσταντινίδη, και με τον Γρηγόρη Γεωργάτο, με τους οποίους μπορέσαμε και πετύχαμε αρκετά πράγματα στα δύο μου χρόνια στην Εθνική.
Είχαμε καλή συγκομιδή βαθμών, αλλά φυσικά θα μπορούσαμε να έχουμε και καλύτερη, γιατί η εξέλιξη δεν σταματάει ποτέ!
Βέβαια, ήταν και για εμένα μια πολύ καλή εμπειρία, απ’ την οποία πήρα πολλά στοιχεία για να μπορέσω να πάω παρακάτω.
Στην τρίτη “θητεία” μου στον ΠΑΟΚ, ως προπονητής της Β’ ομάδας, βρίσκομαι με ποδοσφαιριστές που είχα για αρκετό καιρό στην προηγούμενη θητεία μου και τους πετυχαίνω ξανά στην Ανδρών. Είναι πολύ σημαντικό αυτό.
Υπάρχει μια αλληλοεκτίμηση με τον σύλλογο, γνωρίζουν πώς δουλεύω και για εμένα ήταν μια θέση μετάβασης από το αναπτυξιακό στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο και πάλι, το οποίο όμως τώρα μπαίνει σε άκρως οργανωμένες συνθήκες, με τον επενδυτή, κύριο Ιβάν Σαββίδη, να μας παρέχει τα πάντα.
Είναι πολύ τυχερός όποιος προπονητής βρίσκεται εκεί και μπορεί να δουλέψει σε αυτό το περιβάλλον.
Το μεγαλύτερο λάθος των προπονητών, γενικότερα και όχι μόνο στην Ελλάδα, είναι το να λέμε ότι τα ξέρουμε όλα, ενώ στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε τίποτα. πρέπει συνέχεια να “παίρνουμε” από τον οποιονδήποτε.
Κι εγώ, για παράδειγμα, παρακολουθώ τον κύριο Λουτσέσκου όσο μπορώ περισσότερο. από την πρώτη ομάδα κερδίζω εμπειρίες, εικόνες και αυτό λέγεται εξέλιξη.
Έχουμε κάνει συναντήσεις, είμαι όσο μπορώ περισσότερο πιο κοντά στην Α’ ομάδα, καθώς η Α’ με τη Β’ είναι δύο ξεχωριστά πράγματα, όχι από πλευρά λειτουργίας αλλά απαιτήσεων.
Με Πρωτάθλημα, Κύπελλο και Ευρώπη, η Α’ ομάδα έχει πολύ μεγαλύτερη πίεση απ’ ό,τι εμείς και πρέπει να έχει την ηρεμία της.
Ο στόχος του ΠΑΟΚ Β’ είναι η όσο το δυνατόν καλύτερη πορεία στο Πρωτάθλημα και μέσω αυτής της διαδικασίας κάποιοι ποδοσφαιριστές να μπορέσουν να εξελιχθούν και να δημιουργήσουν.
Δεν λέμε ότι μπορούν να προβιβαστούν άμεσα στην Α’ ομάδα, αλλά μέσω της βελτίωσής τους αυξάνουν τις πιθανότητές τους.
Και υπάρχουν ήδη τέτοιοι ποδοσφαιριστές που τα καταφέρνουν σε επαγγελματικό επίπεδο.
Απλώς εγώ δεν είμαι ο άνθρωπος που θα πω «δούλεψα και έβγαλα αυτόν τον ποδοσφαιριστή», γιατί ο πρώτος παράγοντας που εξασφαλίζει κάτι τέτοιο είναι ο ίδιος ο σύλλογος, με τις παροχές, τις συνθήκες και την οργάνωση που παρέχει, και εν συνεχεία έρχεται η σκληρή δουλειά του ποδοσφαιριστή. Μετά, ακολουθούν όλα τα υπόλοιπα.
Για παράδειγμα, σήμερα εγώ μπορεί να έχω έναν ποδοσφαιριστή στον ΠΑΟΚ Β’, αλλά προηγουμένως τον είχε ένας άλλος προπονητής στην Κ17, πιο πριν ένας άλλος στην Κ15, ένας άλλος στην Κ14 κτλ, άρα όλοι μας συνεργαστήκαμε για αυτόν τον ποδοσφαιριστή. μπορεί λοιπόν εγώ να τον βοήθησα σε κάτι τώρα, να έκανα μια επιλογή που να του άλλαξε το ποδοσφαιρικό μέλλον, αλλά έκανα απλώς τη δουλειά μου, η οποία ακολούθησε τη δουλειά κάποιων άλλων!
Από εκεί και πέρα, μου αρέσουν πάρα πολύ και οι προπονητές που έχουν εξελιχθεί μέσα από την ακαδημία ενός συλλόγου και είναι πάρα πολλοί τέτοιοι στην Ευρώπη, όπως για παράδειγμα ο Πεπ Γκουαρντιόλα ή ο Μαρσέλο Μπιέλσα.
Θα ήθελα κάποια στιγμή να δουλέψω στο εξωτερικό, στο ποδόσφαιρο ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται, αλλά, όταν δουλεύεις σκληρά, έχεις στόχους και δεν σταματάς να εξελίσσεσαι, αυξάνεις τις πιθανότητες υπέρ σου.
Το βασικό βέβαια είναι να έχω υγεία για να μπορώ να είμαι στο γήπεδο και με αυτό ως προϋπόθεση να μπορέσω κάποια στιγμή να καθοδηγήσω έναν σύλλογο σε ευρωπαϊκά παιχνίδια.
Ο Αλέξανδρος Αλεξιάδης είναι προπονητής ποδοσφαίρου.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
CHECK IT OUT: Αλέξανδρος Αλεξιάδης: Στο μυαλό του Τζέσι Λίνγκαρντ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Γιώργος Σίμος: Ζούμε για την Κυριακή / Σκορ, αποτέλεσμα, επίδοση, απόδοση
Κώστας Τσάνας: Για εμάς, είναι η ζωή μας
Τάσος Θέος: Τα παιδιά μας δείχνουν το δρόμο
Αλέξανδρος Κατηκαρίδης: Οι πράξεις μας μένουν πίσω
Νίκος Κούστας: Κάθε φορά, πρώτη φορά
Σωτήρης Συλαϊδόπουλος: Όλος ο κόσμος στον αντίχειρά σου αλλά η μπάλα στα πόδια σου
Σάκης Τσιώλης: Με ποιούς να βγάλω άκρη; / Εκείνη η Λάρισα
Χριστόφορος Μπλένταρ Κόλα: Όσα δεν ξέρετε για μένα