Η μπάλα έφευγε με χρονική ακρίβεια από το πόδι της και κατέληγε στον πανύψηλο τοίχο της πολυκατοικίας όπου διέμενε η οικογένειά της.
«Έπρεπε» σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα να «αλλάξει» έναν προκαθορισμένο αριθμό σε «πάσες» με τον τοίχο της αυλής. Αυτή ήταν η εντολή του πατέρα της, ο οποίος εκείνη τη μέρα έλειπε, λόγω μίας σημαντικής συνάντησης στη δουλειά.
Η 12χρονη Νάντια Ναντίμ μάθαινε να παίζει ποδόσφαιρο με τον μπαμπά της, σε εκείνον τον χώρο.
Μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα των κατοίκων της πόλης Χεράτ, αν και στα τέλη της δεκαετίας του ’90 στο Αφγανιστάν επιτρεπόταν στις γυναίκες να παίζουν ποδόσφαιρο. Στις μέρες μας κινδυνεύουν (δίχως καμία λογική), αν τις «συλλάβουν» με μία μπάλα στα πόδια, να δολοφονηθούν από ακραίους Ισλαμιστές…
Η Ναντίμ γεννήθηκε στις 2 Ιανουαρίου 1988 στη Χεράτ, την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, στα 817 χιλιόμετρα δυτικά της πρωτεύουσας Καμπούλ, με πληθυσμό 436.000 κατοίκων.
Ο πατέρας της, Ραμπάνι Ναντίμ, ήταν στρατηγός του αφγανικού στρατού, όμως το 2000, σε μία συνάντηση με τους Ταλιμπάν, παγιδεύτηκε και εξαφανίστηκε. Κανένας δεν κρύφτηκε πίσω από ψεύτικές ελπίδες και όλοι ήταν βέβαιοι πως δολοφονήθηκε…
Μία απελπισμένη σύζυγος και οι πέντε κόρες της -σε μία κοινωνία μεσαιωνικά πατριαρχική- έμειναν μόνες στον κόσμο.
Η νομαδική, αλλά και αρχικά ιδιαιτέρως τραυματική ζωή της Νάντια Ναντίμ και της οικογένειάς της μόλις είχε αρχίσει.
Και μέχρι την καταξίωση σε ποδοσφαιρικά γήπεδα και, σύντομα, σε χειρουργικές αίθουσες, η ζωή της είχε κεφάλαια που άλλοι άνθρωποι δεν ζουν ούτε σε δεκαετίες.
Το ταξίδι της Νάντια Ναντίμ έγινε χωρίς τον αγαπημένο πατέρα της. Η πορεία της, όμως, την ενέπνευσε όπως έκανε και εκείνος ως την αρχή της εφηβείας της.
Η 32 ετών πια επιθετικός της ομάδας γυναικών της Παρί Σ.Ζ., μία εκ των κορυφαίων επιθετικών στην Ευρώπη και τελειόφοιτη ιατρικής στην ανοικοδομητική πλαστική χειρουργική, μιλά εννέα(!) γλώσσες.
Στα 12 της, συνάδελφοι του μπαμπά της κατόρθωσαν να φυγαδεύσουν την ίδια, τις τέσσερις αδερφές της και τη μητέρα της από το Αφγανιστάν, με πλαστά πακιστανικά διαβατήρια. Βρέθηκαν αρχικά οδικώς, με ένα μίνι βαν, στην Καμπούλ, όπου επιβιβάστηκαν σε αεροπλάνο με προορισμό την Ιταλία.
Το αρχικό πλάνο των συνεργατών του πατέρα της ανέφερε ότι ένα φορτηγό θα τις μετέφερε από εκεί στο Λονδίνο.
Αντίθετα, 50 ώρες μετά την προκαθορισμένη άφιξή τους, το ίδιο φορτηγό τις «πέταξε» στη Δανία…
Οι φοβισμένες γυναίκες, όμως, δεν έδειξαν ποτέ στους άλλους τον τρόμο που τις κυρίευε εσωτερικά. Έμειναν δυνατές, έμειναν κυρίως ενωμένες και έζησαν για έξι μήνες σε ένα καταυλισμό προσφύγων της σκανδιναβικής χώρας.
Λίγο πριν από το τέλος του 2000, ωστόσο, τους χορηγήθηκε άσυλο από την κυβέρνηση της Δανίας και άρχισαν μαζί τη νέα ζωή τους.
Για την Ναντίμ, αυτή η ζωή έπρεπε να είναι μία τιμή στον άνθρωπο που της έμαθε τόσα πολλά. Σε εκείνον που έμεινε πίσω, νεκρός από ένα παράλογο μίσος που η ίδια δεν μπορούσε να κατανοήσει.
Όμως δεν θα συνέχιζε να ζει με μίσος. Δεν θα άφηνε μέρα να πάει χαμένη και δεν θα επέτρεπε σε μία ιδιότητα να καθορίσει τη ζωή της. Θα εκφραζόταν ελεύθερα και θα έθετε μόνη της και τα όριά της και τις παράλληλες επαγγελματικές επιδιώξεις της…
Η κυρία Χαντίμα Ναντίμ έγινε και μητέρα και πατέρας για τις πέντε κόρες της.
Κατά την εξάμηνη παραμονή της οικογένειας στον καταυλισμό προσφύγων ήταν και αυστηρή και ελαστική με τα παιδιά της.
Ο φόβος για το άγνωστο, η κατάσταση στον χώρο και η αμφιβολία για το μέλλον δεν την έκλεισε στον εαυτό της και δεν ήθελε το ίδιο για τις κόρες της.
Επέτρεψε στη μικρή Νάντια να παίξει ποδόσφαιρο, για πρώτη φορά με κόσμο. Είχε μάθει να παίζει μόνο με τον πατέρα της και με τον τοίχο στην αυλή της Χεράτ. Τα κορίτσια της έπαιζαν δημοσίως μόνο βόλεϊ, πίσω στην πατρίδα τους. Αυτό «επέτασσε» ο «νόμος» των Ταλιμπάν.
Η Νάντια θυμήθηκε σε συνέντευξή της στην ιστοσελίδα της FIFA το 2017 «την πρώτη μπάλα που μου έφερε ο μπαμπάς. Ήταν μία λευκή με μαύρες στάμπες, σαν εκείνες της δεκαετίας του ’70».
Εξήγησε πως ο πατέρας τη «ήταν μεγάλος οπαδός του ποδοσφαίρου και ήταν λίγο τρελό, λίγο ασυνήθιστο να προσπαθεί να μεταδώσει αυτό το πάθος του στα πέντε κορίτσια του».
Και επισήμανε ότι «όταν ο πατέρας χάθηκε, μείναμε έξι γυναίκες μόνες… Δεν είχαμε μέλλον, δεν είχαμε σχολείο, η μητέρα μου δεν εργαζόταν. Στη χώρα μου δεν μπορούσαμε ούτε να περάσουμε στο απέναντι πεζοδρόμιο δίχως άντρα μαζί μας.
»Όμως η μητέρα μας ήταν αυτή που μας έμαθε να είμαστε ανεξάρτητες, ώστε να έχουμε μέλλον και να το δημιουργήσουμε όπως θέλουμε μόνο εμείς».
Ο καταυλισμός προσφύγων στη Δανία δεν ήταν ακριβώς ελευθερία, ήταν ωστόσο μία αρχή προς αυτή.
Η Νάντια έμοιαζε λυπημένη και της έλειπε ο πατέρας της. Μονάχα που όταν έβλεπε παιδιά να παίζουν στον καταυλισμό, ξεχνιόταν.
Στο Αφγανιστάν το μόνο που έκανε πάσες στον τοίχο. Δεν είχε τρέξει άλλη φορά στο γήπεδο, δεν είχε παίξει με άλλους.
Όταν αντίκρισε πρώτη φορά το γήπεδο του καταυλισμού, έμεινε με το στόμα ανοικτό. Με τα λίγα αγγλικά που μπορούσε να ξεστομίσει, ζήτησε από έναν προπονητή να την συμπεριλάβει στην προπόνηση.
Βρέθηκε σε μία ομάδα αγοριών, όμως το ταλέντο της ήταν έμφυτο. Με τις αδερφές της πήγαιναν στο σχολείο του καταυλισμού από τις 9 το πρωί ως τη 1 το μεσημέρι και όλη την υπόλοιπη μέρα η Νάντια ήταν στο γήπεδο.
Στη μικρή τηλεόραση του χώρου «θαμπώθηκε» από τις ικανότητες του Ρονάλντο, του Φίγκο και του Ζιντάν. Έπεισε για λίγο την αδερφή της να παίζει τερματοφύλακας, «υποδυόμενη» τον Γερμανό γκολκίπερ, Όλιβερ Καν.
Μονάχα που κάθε πτώση στο τσιμεντένιο γήπεδο «μεταφραζόταν» σε μελανιές και γρατζουνιές και τα παράτησε γρήγορα. Η Νάντια, από την άλλη, δεν θα το έβαζε κάτω.
Όταν με την μητέρα της και τις αδερφές της έλαβαν άσυλο και νοίκιασαν ένα μικρό διαμέρισμα, η φιλόδοξη Νάντια αντιλήφθηκε, σαν κάτι αναζωογονητικό, πως «στη Δανία οι γυναίκες μπορούσαν να κάνουν ό,τι και οι άνδρες. Αυτό ήταν ασυνήθιστο στην πατρίδα μου».
Στη Δανία, η Νάντια Ναντίμ δεν βρήκε απλώς μία νέα ζωή, αλλά και τον έρωτα για το ποδόσφαιρο.
Εντάχθηκε στα τμήματα υποδομής της Άαλμποργκ και το 2015, σε ηλικία 17 ετών, μετεγγράφηκε στη Βίμποργκ, για μία σεζόν.
«Έφτιαξε» το όνομά της στην εξαετία με τη φανέλα της Σκόβμπακεν, με 88 γκολ σε 91 ματς και το 2012 υπέγραψε στη Φορτούνα Χέρινγκ, φιναλίστ του Κυπέλλου UEFA το 2003.
Ήταν ήδη τρία χρόνια διεθνής με την Εθνική Δανίας και με τη Φορτούνα, στο ντεμπούτο της στο Τσάμπιονς Λιγκ γυναικών, σκόραρε δις στη νίκη με 2-1 επί της Γκλάσκοου Σίτι! Οι επιδόσεις στη Χέρινγκ το ίδιο εντυπωσιακές, με 31 γκολ σε 43 παιχνίδια, της άνοιξαν πόρτες στο εξωτερικό.
Το 2014 παραχωρήθηκε στη Sky Blue FC, στο Νιου Τζέρσεϊ των Ηνωμένων Πολιτειών και στα πρώτα έξι ματς πέτυχε επτά γκολ! Παρόλα αυτά, τη σεζόν 2015-2016 επέστρεψε με τη μορφή δανεισμού στη Φορτούνα, πετυχαίνοντας 12 γκολ σε 15 συμμετοχές και την επόμενη χρονιά βρήκε πάλι συμβόλαιο στην Αμερική.
Το Πόρτλαντ και οι Θορνς ήταν η νέα «στάση» της, επιβεβαιώνοντας την εκτελεστική δεινότητά της, με 19 γκολ σε 37 αγώνες.
Από εκείνη τη σεζόν κι έπειτα αγωνίζεται σταθερά εκτός Δανίας, επιστρέφοντας στην Ευρώπη.
Η πρώτη απόπειρα, πάντως, δεν την «γέμισε»…
Τον Σεπτέμβριο του 2017, κι ενώ είχε οδηγήσει τη Δανία ως τον τελικό του Euro (σκοράροντας με πέναλτι στην ήττα 4-2 από την Ολλανδία), υπέγραψε συμβόλαιο με την αγγλική Μάντσεστερ Σίτι και, τον Ιανουάριο του 2018, σκόραρε στο έκτο λεπτό στην πρώτη εμφάνισή της. Πέτυχε νικητήριο γκολ και στο επόμενο παιχνίδι.
Ωστόσο, τον Ιούλιο του ίδιου έτους (με έξι γκολ σε 15 παρουσίες), η Ναντίμ ζήτησε μετεγγραφή από τη Σίτι, επικαλούμενη προσωπικούς λόγους.
Σε συνέντευξή της στην Telegraph, στις 9/12/19, εξήγησε πως «δεν αισθάνθηκα ποτέ σαν στο σπίτι μου στο Μάντσεστερ. Δεν ξέρω, ίσως να φταίει και ο καιρός»…
Παραδέχθηκε ότι «η κατάσταση με επηρέασε πολύ και, δεν μπορώ να πω ψέματα, όμως δεν μπορούσα να ζήσω εκεί».
Τόνισε πως «δεν μπορώ να αποδέχομαι μία κατάσταση στην οποία δεν είμαι ευτυχισμένη. Κυρίως όταν έχω την ευχέρεια και τη δυνατότητα να αλλάξω μία κατάσταση. Έλεγα στον εαυτό μου ότι δεν θέλω να πιέζομαι κάπου όπου δεν είμαι χαρούμενη».
Ρωτήθηκε αν ένιωσε κατάθλιψη, απαντώντας πως «δεν ξέρω αν ήταν εποχιακή συναισθηματική διαταραχή. Αυτό που γνώριζα ήταν ότι… έβρεχε όλη μέρα.
»Δεν αισθανόμουν μοναξιά, όμως όλο αυτό το γκρίζο σκηνικό με επηρέαζε. Η ομάδα δεν ενθουσιάστηκε με το αίτημά μου, αλλά είχα ήδη μιλήσει πριν από καιρό με τον προπονητή και στην πορεία η διοίκηση κατανόησε τους λόγους που είχα.
»Η ζωή είναι πολύ μικρή και σύντομη για να κάνεις πράγματα που δεν σε κάνουν χαρούμενη», πρόσθεσε. «Ήμουν σίγουρη πως υπήρχαν και άλλοι σύλλογοι που μπορούσαν να με υποδεχθούν και να περνάω καλύτερα».
Επόμενη στάση, Παρίσι. Ένα άνετο σπίτι σε ένα διαμέρισμα της γαλλικής πρωτεύουσας, πολύ κοντά στον Πύργο του Άιφελ.
Μία ομάδα που μπορεί αρχικά να μην της φάνηκε τόσο οργανωμένη σαν την Μάντσεστερ Σίτι, αλλά της χάρισε μία άλλη ευκαιρία.
«Παίζοντας για την Παρί Σ.Ζ. συνειδητοποίησα πως πάντα ήμουν πιο χαρούμενη σε μέρη όπου η κοινωνία ήταν πολυπολιτισμική. Αυτό αισθάνθηκα από την πρώτη στιγμή στην πόλη. Κάθε κορίτσι με το οποίο αγωνιζόμουν είχε και διαφορετική καταγωγή. Εντάχθηκα πιο αρμονικά σε αυτή την κατάσταση.
»Βρήκα την ευκαιρία να μάθω νέα πράγματα, να διδαχθώ για κουλτούρες, χαρακτήρες, προσωπικότητες. Ένιωθα περήφανη που ήμουν εκεί».
Η Νάντια δεν αγωνιζόταν απλώς για τη χαρά του παιχνιδιού, για την καταξίωση και την προσωπική φιλοδοξία.
Οι καταβολές της, το δύσκολο «ταξίδι» της την έκανε να αντιληφθεί ότι σημασία έχει και η ανταπόδοση. Με στόχο ένα ισότιμο ποδόσφαιρο.
Το 2018 συμμετείχε στην απεργία των παικτριών στη Δανία, πριν από το Μουντιάλ γυναικών, αναφέροντας πως «το αίτημά μας ήταν η ισότητα με τους άνδρες ποδοσφαιριστές». Οι διεθνείς αρνήθηκαν να αγωνιστούν στο ματς με την Σουηδία, η Δανία ηττήθηκε στα χαρτιά και τερμάτισε τρίτη στον προκριματικό όμιλό της, πίσω από Ολλανδία και την Σουηδία.
Η Εθνική γυναικών εξακολουθεί να έχει χαμηλότερες απολαβές από εκείνη των ανδρών και μόνο μερικές παίκτριες, μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, αμείβονται όσο άνδρες συνάδελφοί τους.
Η Νάντια είμαι μία εκ των υψηλά αμειβόμενων, όμως δεν σταματά να βοηθά τις συμπαίκτριές της, γιατί θεωρεί «ντροπιαστικό που μόνο χώρες όπως ο Καναδάς, η Νορβηγία και η Νότιος Αφρική έχουν εξισώσει τους μισθούς».
Μάλιστα, ήταν μία από τις ομιλήτριες του συνεδρίου #ChangeTheGame των Ηνωμένων Εθνών, στα κεντρικά γραφεία της UNESCO (της οποίας είναι πρέσβειρα), μιλώντας για την ισότητα στο ποδόσφαιρο και συνεχίζοντας το παράδειγμα των Αμερικανίδων Άμπι Ουάμπακ και Μέγκαν Ραπίνο, της Αγγλίδας Ενιόλα Αλούκο, αλλά και της Μακαρένα Σάντσες από την Αργεντινή.
Η Ναντίμ μιλά Αραβικά, δανέζικα, αγγλικά, γερμανικά, περσικά, Ντάρι (μία από τις δύο διαλέκτους του Αφγανιστάν), ινδικά, Ουρντού (διάλεκτος του Πακιστάν) και τελειοποιεί τα γαλλικά της.
Άλλωστε, η πέμπτη θέση στο γαλλικό πρωτάθλημα με την Παρί Σ.Ζ. δεν την ικανοποίησε και ανανέωσε το συμβόλαιό της, «προειδοποιώντας» ότι «έμεινα για να καταφέρουμε να ξεπεράσουμε τη Λιόν», η οποία μετρά… 14 διαδοχικές κατακτήσεις της λίγκας, από το 2007!
Είναι στο τελευταίο εξάμηνο των σπουδών της στην ιατρική, στο πανεπιστήμιο του Άαρχους, αν και για την ώρα ξεκαθαρίζει πως «προέχει η ποδοσφαιρική καριέρα μου».
Παρόλα αυτά, επισημαίνει πως όταν αποχωρήσει από το χορτάρι, «θέλω να βοηθήσω τον κόσμο και νιώθω ότι ως γιατρός θα έχω αυτή την ευκαιρία να το κάνω.
»Μου μένει ένα εξάμηνο για το πτυχίο, αλλά ήδη σκέπτομαι το πώς θα ανταποδώσω τη βοήθεια που έλαβα εγώ από τους ανθρώπους. Ανθρώπους που είχαν τεράστιο αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο έχω γίνει αυτή που είμαι, στον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρομαι και στο πώς βλέπω και αντιμετωπίζω τον κόσμο.
»Όταν τελειώσω με τις σπουδές μου στην ανοικοδομητική πλαστική χειρουργική, θα ήθελα να βρεθώ στο Αφγανιστάν, στη Συρία, στην Αφρική ή όπου αλλού χρειαστεί βοήθεια».
Επιμένοντας, σε συνέντευξη στην ιστοσελίδα της «Guardian», πως «γνωρίζω καλά τη σημασία και την αξία της βοήθειας σε κάποιον που δεν έχει καμία ελπίδα».
Στο ίδιο δημοσίευμα, η Νάντια Ναντίμ αναφέρει ότι «είμαι μόλις 32 ετών, αλλά έχω εμπειρίες από περισσότερα και συχνά πιστεύω πως έχω ζήσει 200 χρόνια!».
Εξηγεί, βεβαίως, ότι «δεν θέλω να ακουστώ αλαζονική, αλλά πολλά από όσα πέρασα κάποιοι άλλοι δεν τα ζουν σε μία ολόκληρη ζωή. Απέκτησα μία διορατικότητα για τους άλλους ανθρώπους, για την κουλτούρα, τις θρησκείες, τις γλώσσες».
Η αυτοπεποίθηση έχει γίνει συνώνυμο του ονόματος και της φήμης που έχει στα γήπεδα. Τονίζοντας πως «δεν έχω συναντήσει κανέναν να πετυχαίνει στο γήπεδο δίχως να έχει αυτοπεποίθηση. Αυτό δεν είναι κάτι που το λες. Απλώς το δείχνεις, απλώς είσαι έτοιμη στις δύσκολες συνθήκες».
Αυτή η νοοτροπία θα την οδηγήσει και στο μέλλον στο χειρουργείο, καθώς πιστεύει ότι «δεν ξέρω αν οι χειρουργοί έχουν μεγάλα “εγώ”, όμως μάλλον χρειάζεσαι πολλή αυτοπεποίθηση για να κόψεις έναν άνθρωπο. Αυτοί οι γιατροί με έχουν εμπνεύσει».
Η Νάντια πρόλαβε να επιστρέψει στη Δανία πριν από τις απαγορεύσεις για τον κορονοϊό και αν και της λείπει το ποδόσφαιρο, παραδέχεται πως «ήταν μία ευκαιρία να περάσω χρόνο με την οικογένειά μου».
Συμπληρώνει ότι οι αρχές της δεύτερης πατρίδας της ενήργησαν άμεσα και δεν διστάζει να απορήσει για τον τρόπο αντίδρασης στις Η.Π.Α., ρωτώντας «πώς στον διάολο είναι υπεύθυνος ο Ντόναλντ Τραμπ;
»Ίσως όλη αυτή η ιστορία με την πανδημία είναι μία ευκαιρία να υπάρξει μία αφύπνιση σε όλο τον κόσμο, αν και δεν νομίζω ότι θα είναι η τελευταία φορά που θα αντιμετωπίσουμε κάτι τέτοιο…
»Ελπίζω όλη αυτή η κατάσταση να φέρει συμπάθεια και συμπόνια σε όσους δεν ενδιαφέρονται για το τι συμβαίνει στα φτωχά παιδιά στην Αφρική ή στο Αφγανιστάν».
Το 2000, στις πρώτες εφηβικές στιγμές της, η ζωή της Νάντια Ναντίμ άλλαξε από τη μία στιγμή στην άλλη, με τον χαμό του πατέρα της και την απαγόρευση να πηγαίνει στο σχολείο…
Ωστόσο, έβαλε η ίδια σε σειρά τη ζωή της και, εκτός από μία πολυσύνθετη και πετυχημένη προσωπικότητα, έγινε και παράδειγμα.
Όταν την ρωτούν πώς είναι η αίσθηση του γκολ, αποκρίνεται ότι «είναι εκπληκτικό, όμως έχω βιώσει αντίστοιχα συναισθήματα αδρεναλίνης και στο χειρουργικό δωμάτιο».
Έπειτα από έναν αγώνα της Παρί Σ.Ζ., αποχώρησε από το γήπεδο και πήγε απευθείας στο νοσοκομείο, ώστε να είναι μέλος τις ομάδας που έκανε μία μεταμόσχευση νεφρού.
Στάθηκε εκεί για δύο ώρες, ακούραστη και, κοιτώντας μέσα στο στομάχι ενός ανθρώπου σκέφτηκε ασυναίσθητα ότι «θα υπάρξουν στιγμές σαν αυτή κατά τις οποίες οι ευθύνες θα είναι ακόμη μεγαλύτερες και σημαντικότερες από εκείνες του γηπέδου.
»Θα είναι οι δυσκολότερες της ζωής μου, αλλά και οι πιο σπουδαίες, εκείνες που θα μετρούν περισσότερο».
Για την ώρα, μετά το βιβλίο που έγραψε για την ιστορία της ζωής της, ολοκληρώνει την έρευνά της σχετικά με το πρόβλημα της ακράτειας των παικτριών ποδοσφαίρου «για το οποίο λίγοι τολμούν να μιλήσουν, ενώ ο το 30% των αθλητριών έχει σοβαρό θέμα».
Δεν θα σταματήσει να δίνει το παρών σε ομιλίες έμπνευσης, ώστε να δείξει σε νεαρά κορίτσια πως «μπορούν να αλλάξουν τη ζωή τους.
»Δεν είμαι άνθρωπος που κλαίει εύκολα ή, τουλάχιστον δημοσίως», αν και ομολόγησε πως «δάκρυσα όταν μία κοπέλα από το Πακιστάν μού είπε ότι η ιστορία μου την ενέπνευσε να συνεχίζει να παίζει ποδόσφαιρο.
»Της απάντησα ότι “πρέπει να διατηρούμε την ελπίδα μέσα μας, είτε πρόκειται για το ποδόσφαιρο ή ό,τι άλλο πιστεύει ο καθένας μας”».
Η νοοτροπία της Νάντια Ναντίμ δεν αλλάζει.
Επιμένοντας πως «όλα είναι στο χέρι σου, στο μυαλό σου. Πρέπει να ελπίζεις, να ονειρεύεσαι και να κάνεις το καλύτερο για σένα. Μόνο έτσι θα έχεις ένα καλύτερο μέλλον και θα απολαμβάνεις το παρόν, την κάθε μέρα».
ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟ
ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΚΤΙΒΙΣΜΟ