Ο θρυλικός Μάικλ Τζόρνταν επέμενε, με μπόλικη δόση λογοτεχνίας να συνοδεύει το ταλέντο και τη σκληρή δουλειά του, ότι «υπάρχουν κάποιοι που θέλουν να συμβεί. Κάποιοι που εύχονται να συνέβαινε. Και άλλοι που το κάνουν να συμβεί»…
Είναι εκείνοι οι αμετανόητα ρομαντικοί που ακόμη και σε εποχές στυγνού επαγγελματισμού, πετυχαίνουν κόντρα στο «τεχνοκρατικό» ρεύμα των σπορ.
Κυρίως, «λάμπουν» κόντρα στις αντιξοότητες, τις δυσκολίες και τις αναποδιές που τακτικά αναγκάζουν έναν αθλητή να εγκαταλείψει το όνειρό του.
Είναι εκείνοι που μπορεί να μην ακολουθούν αρχικά μία πορεία σαν να «γεννήθηκαν για τούτο», ωστόσο ξέρουν και επιβεβαιώνουν ότι είναι το πεπρωμένο τους.
Ο Χόρχε Πίνος δεν χρειάστηκε το τρόπαιο του Κόπα Σουνταμερικάνα για να πείσει τον εαυτό του και τους άλλους ότι το ποδόσφαιρο είναι η δική του «μοίρα».
Η κατάκτηση της κούπας από την Ιντεπεντιέντε ντελ Βάλε από την πατρίδα του, το Εκουαδόρ, όμως, ήταν απλώς μία εξαιρετική εξέλιξη στην ιστορία της ζωής του.
Μίας πορείας με ψέμα, δράμα, χαμένα όνειρα -αλλά για λίγο- και με πείσμα, επιμονή και φιλοδοξία για καταξίωση.
Ο 30χρονος τερματοφύλακας από το Εκουαδόρ δεν «λοξοδρόμησε» από τα γήπεδα ακόμη και όταν έβγαλε υποχρεωτικά τα γάντια του για να εργαστεί ως οδηγός.
Δεν έχασε το «μονοπάτι» του ούτε τότε που πουλούσε… μάνγκο σε τσίρκο για να ζήσει την οικογένειά του.
Τότε που κρυφοκοίταζε τις παραστάσεις και χειροκροτούσε τους ακροβάτες.
Πλέον, το χειροκρότημα ανήκει και σε εκείνον.
Όχι τόσο γιατί στέφθηκε στις 9 Νοεμβρίου πρωταθλητής του Κόπα Σουνταμερικάνα με την Ιντεπεντιέντε, νικώντας στον τελικό με 3-1 την Κολόν Σάντα Φε από την Αργεντινή.
Ούτε γιατί στον αγώνα απέκρουσε ένα πέναλτι.
Η αποθέωση, θαρρεί κανείς πως του αξίζει για την επιμονή του, όταν όλα έμοιαζαν εναντίον του.
Όταν βρέθηκε σε μία ξένη χώρα χωρίς χρήματα και δίχως χαρτιά και υποχρεώθηκε για λίγο να αποχωρήσει από τα γήπεδα.
Το ταλέντο του, το πείσμα του και τα… γονίδια του επίσης γκολκίπερ πατέρα του τον κράτησαν.
Η εργατικότητά του και η στήριξη από τη φαμίλια του τον έσωσαν.
Και τον έφεραν ως την πόρτα της Εθνικής της πατρίδας του.
Ο Χόρχε Πίνος γεννήθηκε στις 3 Οκτωβρίου 1989 στην πόλη Κεβέδο του Εκουαδόρ.
Η θέση του τερματοφύλακα τον «μάγεψε» εξαρχής, καθώς σαν πορτιέρο έπαιζε και ο πατέρας του.
Μονάχα που, όπως και εκείνος, ο Πίνος λάτρευε να παίζει με τη μπάλα στα πόδια, να βγαίνει μακριά από το τέρμα του και να δημιουργεί και παιχνίδι.
«Μου αρέσει να παίζει πολύ με τα πόδια, αν και γκολκίπερ, σαν τον πατέρα μου.
»Εκείνος ήξερε τα βασικά της θέσης και τον παρατηρούσα όσο αγωνιζόταν. Αυτό με βοήθησε να επιλέξω τι θα κάνω στη ζωή μου», εξήγησε σε συνέντευξή του στην ισπανική εφημερίδα «AS» ο Πίνος.
Παρόλα αυτά, επισήμανε πως «η μητέρα μου ήταν αυτή που με στήριξε περισσότερο στην καριέρα μου.
»Η μητέρα μου είχε την μεγαλύτερη επιρροή πάνω μου και είμαι ευγνώμων που είχα μία τόσο σπουδαία και δυναμική γυναίκα στο πλάι μου».
Άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο στην παιδική ομάδα της Καρίμπε και έφτασε ως την Μπαρτσελόνα SC του Εκουαδόρ, για δοκιμές.
Δεν κατόρθωσε να βρει συμβόλαιο ούτε στην Μπαρτσελόνα ούτε σε άλλη ομάδα της πρώτης κατηγορίας, αναζητώντας όπως πολλοί συμπατριώτες του κάποια λύση στο εξωτερικό.
Έπειτα από πολλά χρόνια σε μικρές κατηγορίες, το επαγγελματικό όνειρό του έμοιαζε να παίρνει σάρκα και οστά το 2016.
Ένας ατζέντης τού υποσχέθηκε ότι θα του βρει ομάδα στην Ευρώπη και του παρουσίασε μία πρόταση από την Ουγγαρία.
Αυτό το όνειρο, όμως, «έμοιαζε» να πραγματοποιείται, μέχρι που αποδείχθηκε μία απάτη…
Ο πρώτος σταθμός της υποτιθέμενης πρότασης ήταν η βραζιλιάνικη πόλη Παρανά, όπου ο Πίνος ταξίδεψε χωρίς σύζυγο και παιδί, αναμένοντας από τον ατζέντη τη βίζα του για τη Βουδαπέστη.
Όπως ο ίδιος εξιστόρησε στην «AS», «ένα άτομο μού έφερε ένα πλαστό συμβόλαιο… Σαν αθλητής που ψάχνει να μεταναστεύσει, ενθουσιάστηκα και πίστεψα τα πάντα.
»Όταν διαπίστωσα ότι όλα ήταν ψέματα, ήμουν συντετριμμένος. Πόνεσα.
»Ήμουν στη μέση του πουθενά, σε μία ξένη χώρα και πίσω στην πατρίδα η γυναίκα και ο γιος μου ήταν επίσης σε άσχημη κατάσταση, καθώς ένας σεισμός είχε χτυπήσει το Εκουαδόρ…».
Ο Πίνος είχε χρέη, δεν είχε πάνω του καθόλου χρήματα και όπως αποκάλυψε, «χρειάστηκε, ευτυχώς, η παρέμβαση της Πρεσβείας της χώρας μου για να καταφέρω να βγω από τη Βραζιλία και να επιστρέψω στο σπίτι μου».
Πριν γυρίσει στο Εκουαδόρ, είχε δουλέψει ως οδηγός σε μία εταιρία στο προάστιο Ζακαρεζίνιο στην Παρανά, προκειμένου να βγάλει χρήματα για να φάει.
Στην πατρίδα του, χωρίς ομάδα και με υποχρεώσεις που δεν μπορούσαν να περιμένουν, ο Χόρχε αποφάσισε να εργαστεί για μερικές εβδομάδες και πάλι ως οδηγός σε ένα τσίρκο στο Κεβέδο.
Το ποδόσφαιρο έδειχνε, πια, όνειρο άπιαστο, φιλοδοξία χωρίς προοπτική.
Δεν έκρυψε πως «συχνά, όταν ήμουν στο τιμόνι, άρχιζα να κλαίω γιατί δεν είχα ομάδα και δεν ήξερα πώς θα κατορθώσω να φέρω ό,τι χρειάζεται στο τραπέζι της οικογένειάς μου».
Κατά τη διάρκεια της εργασίας του στο τσίρκο, παρουσιάστηκε μία άλλη, παράλληλη, ευκαιρία.
«Βρέθηκα να πουλάω μάνγκο σε έναν πάγκο στο τσίρκο, για πέντε – έξι μήνες», θυμήθηκε.
«Η σύζυγός μου καθάριζε τα μάνγκο κι εγώ τα πουλούσα», πρόσθεσε.
Στη συνέχεια, σκέφτηκε να πουλάει κάποια από αυτά στο κυλικείο του σχολείου του γιου του.
«Δεν ντρέπομαι για τίποτα από όλα αυτά και δεν μετανιώνω για κάτι», επιμένει.
«Αυτό που έκανα ήταν κάτι αναγκαίο για να ζήσει η οικογένειά μου, αλλά και να κρατήσω ζωντανό το όνειρό μου να παίξω πάλι ποδόσφαιρο.
»Έπρεπε να συνεχίσω να παλεύω για τα όνειρά μου»…
Ο Πίνος δεν σκέφτηκε ποτέ να παρατήσει το ποδόσφαιρο.
Τονίζοντας πως ο ρόλος της οικογένειάς του ήταν σημαντικός: «Πάντοτε θα λέω ότι ήταν ευλογία να έχω στο πλευρό μου μία φαμίλια που με στήριξε.
»Η γυναίκα μου και το παιδί μου με βοήθησαν να σηκώσω και πάλι ψηλά το κεφάλι μου».
Το 2017 υπέγραψε στην Σάντα Ρίτα ντε Βινσές, ομάδα δεύτερης κατηγορίας, όμως αμειβόταν με λιγότερα από όσα κέρδιζε στο τσίρκο…
Ήθελε, πάντως, να επιμείνει, γιατί πίστευε στον εαυτό του.
Η πρώτη αξιόλογη ευκαιρία για την επιστροφή του στα αγαπημένα του γκολπόστ δεν άργησε να έρθει.
Η χαμηλής δυναμικότητας και δημοτικότητας Ουνιβερσιτάριο Τεκνίκο τού έδωσε την ευκαιρία να ξαναπαίξει και μάλιστα στην πρώτη κατηγορία.
Ο Χόρχε Πίνος φόρεσε πάλι τα γάντια του και, τούτη τη φορά, η φιλοδοξία του ήταν ακόμη μεγαλύτερη.
Τον Φεβρουάριο του 2019, η Ιντεπεντιέντε ντελ Βάλε του πρόσφερε συμβόλαιο και δεν το πολυσκέφτηκε.
«Ήταν τα καλύτερα νέα που έλαβα ποτέ», σχολίασε για τη μετεγγραφή του και ακόμη δεν πιστεύει πώς έγιναν όλα τόσο γρήγορα.
Η θέση του βασικού τερματοφύλακα έγινε άμεσα δική του και σε λιγότερο από δέκα μήνες αναδείχθηκε πρωταθλητής Κόπα Σουνταμερικάνα, ως πολυτιμότερος παίκτης του τελικού!
«Το να είμαι εκτός ποδοσφαίρου από το 2016 και να βρίσκω αυτή την ευκαιρία είναι απίστευτο και, προφανώς, το καλύτερο πράγμα που μπορεί να συμβεί σε έναν ποδοσφαιριστή», παραδέχεται.
Η εξέλιξή του τον έφερε ως την Εθνική Εκουαδόρ, για πρώτη φορά, όμως ο Πίνος δεν ξεχνά κανέναν από τους «σταθμούς» της καριέρας του.
Δεν ξεχνά τις επιτυχίες, τους τίτλους, αλλά κυρίως την περιπέτεια στη Βραζιλία με το πλαστό συμβόλαιο και τη δουλειά στο τσίρκο…
Σε συνέντευξή του στην «larepublica.pe», επισήμανε πως «δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη φορά που πήγα να πουλήσω τα μάνγκο.
»Τα πήρα, άφησα τον πάγκο και άρχισα να γυρίζω γύρω – γύρω στο τσίρκο για να βρω πελάτες.
»Φορούσα γάντια στα χέρια μου, κρατούσα τον δίσκο και φώναζα “μάνγκο, μάνγκο”.
»Κανένας δεν θέλησε να αγοράσει. Κανένας δεν έκανε καν τον κόπο να με ρωτήσει πόσο κοστίζουν. Λίγο πριν γυρίσω στον πάγκο πλήρως απογοητευμένος, άκουσα τη φωνή μίας κυρίας. Με φώναξε κοντά της και αγόρασε ένα.
»Ξάφνου, ήμουν ενθουσιασμένος που είχαν πουλήσει το πρώτο!».
Δεν πέρασε αρκετός καιρός που αντί για μάνγκο, κράτησε στα χέρια του το τρόπαιο του Κόπα Σουνταμερικάνα.
Το ίδιο βράδυ της νίκης επί της Κολόν Σάντα Φε στο «Estadio General Pablo Rojas» στην πόλη Ασουνσιόν της Παραγουάης, άφησε για λίγο στην άκρη τους πανηγυρισμούς.
Περπάτησε μερικά μέτρα μακριά από τους συμπαίκτες του και τηλεφώνησε στον ιδιοκτήτη του τσίρκου στο οποίο εργάστηκε στην Κεβέδο, θέλοντας να μοιραστεί τη χαρά του.
Και αποκαλύπτοντας ότι «έβαλα τα κλάματα όταν τον άκουσα να μου λέει ότι τα κατάφερα και πως το αξίζω»…
Σε εκείνη τη διαπίστωση του Μάικλ Τζόρνταν, ο Χόρχε Πίνος είναι… και τα τρία πρόσωπα.
Είναι και κάποιος που ήθελε να συμβεί και ένας που εύχονται να συνέβαινε και, κυρίως, από τους λίγους που το έκαναν να συμβεί…