Το παιδί μου είναι το πιο ενδιαφέρον κεφάλαιο της ζωής μου σε προσωπικό επίπεδο, ωστόσο υπάρχουν και πολλά άλλα κεφάλαια, διαφορετικά μεταξύ τους.
Τα δύο πιο σημαντικά είναι ο αθλητισμός και τα σκυλιά.
Είναι αυτά που με γεμίζουν, που με κάνουν χαρούμενη, μπορώ να δώσω όλη μου την ενέργεια, την υπομονή μου, με κάνουν να ονειρευτώ, να δημιουργήσω, να αντέξω, να βάλω στόχους.
Μέσω αυτών μπορώ να συνεργαστώ με ανθρώπους που έχουν το ίδιο πάθος με εμένα, πράγμα που μου δίνει χαρά.
Επίσης, ένα τεράστιο κομμάτι στη ζωή μου είναι η φιλία, οι φίλοι μου, άνθρωποι πολύ σημαντικοί για εμένα.
Το πρώτο παιχνίδι της Εθνικής πόλο Γυναικών, όπου είχα αγωνιστεί κι εγώ, είχε γίνει το 1987 σε ένα τουρνουά στην Ιταλία, στο «Φόρο Ιτάλικο».
Τότε είχε μπει κι εκείνο το γκολ μου, νομίζω ήταν με την Γερμανία.
Ήταν το τουρνουά όπου είχαμε πάει με τον Περικλή Δαμάσκο.
Ποτέ δεν θα το ξεχάσω, ήταν από τις πιο σημαντικές στιγμές στη ζωή μου.
Όταν ακούσαμε τον Εθνικό ύμνο στην πρώτη εμφάνιση της Εθνικής μας ομάδας είναι κάτι που έχει χαραχτεί στη μνήμη μου! Και, κάθε φορά που τον ακούω, για χιλιοστά του δευτερολέπτου περνάει εκείνη η στιγμή από το μυαλό μου! Η πρώτη φορά δεν ξεχνιέται ποτέ!
Ήταν η πρώτη φορά που κατέβαζε η Ελλάδα Εθνική ομάδα υδατοσφαίρισης Γυναικών.
Θυμάμαι την αγωνία που είχαμε όλες μας αλλά και οι παράγοντες, επειδή εκπροσωπούσαμε την Ελλάδα.
Σκεφτόμασταν «θα μπορέσουμε ποτέ να φτάσουμε να συναγωνιστούμε αυτές τις ομάδες που έχουν ξεκινήσει πολύ πριν από εμάς;».
Και δεν ξεχνώ τη χαρά της αναμονής του ταξιδιού, για όλες ήταν σαν να πηγαίναμε το ωραιότερο ταξίδι της ζωής μας.
Με όλες αυτές τις κοπέλες γίναμε φίλες ζωής και κουμπάρες, οι περισσότερες και φίλες καρδιάς, έχοντας καταπληκτικές αναμνήσεις.
Εκείνη η ομάδα κάποτε έχανε με 30 γκολ και την φτάσαμε τέταρτη στην Ευρώπη και πέμπτη στον κόσμο, πράγμα που πολλές-πολλές γενιές μετά από εμάς δεν μπόρεσαν να καταφέρουν και άργησαν πάρα πολύ.
Επρόκειτο για επιτεύγματα αναλογικά με το Ελληνικό Πρωτάθλημα που είχαμε ήδη.
Μπορεί το βάθρο να μην ήρθε και να υπάρχει μια πικρία για τη διοργάνωση της Σεβίλλης, όπου ήμασταν απ’ τις καλύτερες ομάδες και θα ‘πρεπε να έχουμε πάρει μετάλλιο, αλλά έγιναν εκεί κάποια πράγματα που… δεν θα έπρεπε να έχουν γίνει.
Η τότε ήττα από την Ισπανία έμεινε χαραγμένη στο μυαλό μου για πάρα πολλά χρόνια, ήταν σαν απώλεια, σαν θάνατος, σαν ένας μικρός θάνατος.
Από εκεί και πέρα, θεωρώ ότι τα βήματα που κάναμε ήταν πολύ μεγάλα, είχαμε πολύ καλές παίκτριες και θα μπορούσαμε να είχαμε πάρει ένα μετάλλιο, να το είχαμε κρεμασμένο και να λέγαμε «εντάξει, ανεβάσαμε την ομάδα πιο ψηλά και επιπλέον έχουμε και αυτό το μετάλλιο». Αλλά δεν έγινε…
Οι αναμνήσεις όμως είναι τόσο ωραίες, ώστε με τα χρόνια φεύγει και αυτή η πικρία που μπορεί να υπάρχει.
Όσο για το Ασημένιο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς της Αθήνας, δεν μπορώ να πω ότι ένιωσα ζήλια, γιατί είμαι πάρα πολύ δεμένη με πολλές κοπέλες απ’ αυτές, σίγουρα όμως θα ήθελα πάρα πολύ να έχω συμμετάσχει σε Ολυμπιακούς Αγώνες και ελπίζω να τα καταφέρω ως προπονήτρια.
Είναι στόχος ζωής, όνειρο ζωής, δεν το κρύβω.
Είχα την τιμή και την τύχη να δω συμπαίκτριές μου και αθλήτριές μου να μπαίνουν στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων και ένιωσα μεγάλη υπερηφάνεια αλλά κι ένα όνειρο μέσα μου που παραμένει ζωντανό και θέλω να το ζήσω.
Οι διακρίσεις που έχω στην καριέρα μου ως προπονήτρια είναι πολύ περισσότερες από αυτές που είχα ως αθλήτρια.
Και νομίζω ότι είμαι καλύτερη ως προπονήτρια παρά ως παίκτρια.
Ως παίκτρια είχα έναν ψυχισμό, τουλάχιστον έτσι έλεγαν, δεν εγκατέλειπα και αυτά τα χαρακτηριστικά τα κουβαλάω και ως προπονήτρια.
Η χαρά του προπονητή είναι τελείως διαφορετική από εκείνη του παίκτη.
Η αμεσότητα που νιώθει ο αθλητής με τους συμπαίκτες του, αυτή η αυθόρμητη χαρά είναι πολύ σημαντική. Ο προπονητής είναι τόσο κουρασμένος στο τέλος, τόσο διαλυμένος ψυχολογικά, ώστε, όταν φτάσει στον στόχο του, χρειάζεται κάποιες μέρες για να ευχαριστηθεί, για να καταλάβει τι συνέβη. Πρέπει να έχεις τον πλήρη έλεγχο και είναι δύσκολο, είναι πολύ μεγαλύτερη η ευθύνη και δεν υπάρχει αυτή η αμεσότητα όπως όταν είσαι παίκτης.
Έχω καθίσει σε τρεις μεγάλους πάγκους και κάθε πάγκος μού έχει δώσει διαφορετικά πράγματα.
Το πρώτο Πρωτάθλημα που πήρα με την Βουλιαγμένη ως προπονήτρια ήταν μια θριαμβευτική τιμή. Με αυτήν την ομάδα είχαμε τεράστιες διακρίσεις, πήραμε δύο Πρωταθλήματα Ευρώπης, ένιωσα πολύ δυνατή, ένιωσα τυχερή, γιατί άλλοι συνάδελφοι, πολύ άξιοι, δεν είχαν την τιμή και την τύχη να συνεργαστούν με τέτοιες αθλήτριες και να κατακτήσουν αυτό που εγώ κατάφερα, κάτι που ήρθε σχετικά νωρίς στην καριέρα μου.
Φεύγοντας από την Βουλιαγμένη, η Γλυφάδα μού έδωσε μια νέα πνοή, καθώς ξαναδούλεψα με μικρά κορίτσια, κάναμε κάποια πράγματα δημιουργικά και διαφορετικά και ήταν πολύ όμορφο όλο αυτό.
Γυρνώντας πίσω στην Βουλιαγμένη, άλλα άφησα και άλλα βρήκα. Τεράστια προσπάθεια ξανά αλλά και ο τρόπος με τον οποίον έφυγα… δεν μου άρεσε. Το “έργο” δεν τραβούσε άλλο, ούτε από εμένα ούτε από κάποιους ανθρώπους που ήταν εκεί, οπότε καλύτερα που έγινε.
Και μετά, ήρθε η τεράστια ευκαιρία με την Εθνικές ομάδες. με τις Νεάνιδες και την Ευτυχία (σ.σ. Καραγιάννη) το καλοκαίρι του 2021 πήραμε το Ασημένιο μετάλλιο, το οποίο συνδυάστηκε με το επίσης Ασημένιο στο Παγκόσμιο με τις Νέες Γυναίκες. Εκεί πλέον ήταν κάτι τελείως διαφορετικό, γιατί ήμουν προπονήτρια Εθνικής ομάδας, ήταν αυτό που μου άρεσε πάρα πολύ και νιώθω πολύ τυχερή.
Είμαι η πρώτη γυναίκα στην Ελλάδα που έχει προπονήσει Εθνική Γυναικών, ωστόσο δε νομίζω ότι λόγω φύλου υπάρχουν πλεονεκτήματα.
Έχουν υπάρξει πάρα πολλοί επιτυχημένοι άντρες προπονητές που έχουν συνεργαστεί με πολίστριες.
Σίγουρα πάντως η επιτυχία σχετίζεται με τα χρόνια όπου έχεις καθίσει σε πάγκο γυναικείο. να έχεις συνεργαστεί με γυναίκες χρόνια, να ξέρεις την ψυχολογία τους, την ιδιοσυγκρασία τους, αυτό χρειάζεται.
Ενδεχομένως μια γυναίκα να μπορεί πιο γρήγορα να καταλάβει την ψυχοσύνθεση μιας άλλης γυναίκας , αλλά και ένας άντρας που έχει τη διάθεση και το ταλέντο και έχει ήδη συνεργαστεί με γυναίκες μπορεί εξίσου καλά να σταθεί.
Από μικρή, από τότε που ξεκίνησα να αγωνίζομαι ως παίκτρια στην Εθνική ομάδα, ήθελα, είχα όνειρο, κάποια στιγμή να γίνω η προπονήτρια της Εθνικής!
Και ο τελικός μου στόχος μετά, ως προπονήτρια, ήταν αυτός, όσο περίεργο και αν ακούγεται.
Ήταν και είναι η ζωή μου ο αθλητισμός, από πάρα πολύ μικρή ήξερα ότι ήθελα να ασχοληθώ με αυτό το κομμάτι, ότι θέλω να γίνω προπονήτρια, το ‘χα σαν όνειρο, αυτό ήθελα να γίνω στη ζωή μου.
Βέβαια, όταν έφτασε αυτή η στιγμή, πάρα πολύ συνειδητά, με πολύ μεγάλη ευθύνη, ανέλαβα αυτόν τον ρόλο και έκανα μεγάλη εσωτερική και ψυχική προετοιμασία.
Όπως οι παίκτες, έτσι και οι προπονητές μέσα από διακρίσεις και επιτυχίες νιώθουν πιο δυνατοί, νιώθουν πιο σίγουροι.
Φυσικά, όλα αυτά τα πράγματα είναι πολύ “εύθραυστα” και πολύ εύκολα μπορεί να χαθούν.
Πολλές φορές τα ανακαλούμε για να νιώσουμε δυνατοί, νομίζω όμως ότι αυτή η ανάκληση γίνεται μέχρι ενός σημείου.
Περισσότερο κοιτάμε το τώρα, κάνουμε την αυτοκριτική μας καθημερινά, πατάμε στα πόδια μας σαν να ξυπνάμε και να κατεβαίνουμε από το κρεβάτι μας κάθε μέρα.
Νομίζω πως τόσο οι προπονητές όσο και οι παίκτες παίρνουν αυτοπεποίθηση από ό,τι έχουν κερδίσει, αλλά, επειδή κάθε μέρα που ξυπνάνε πρέπει να φτάνουν και να ξεπερνούν τα όριά τους, εκ των πραγμάτων τούς δημιουργείται μια ανασφάλεια. Κι αυτή όμως μέχρι ενός σημείου.
Όπως είπα και στην αρχή, γεννήθηκα με μια έμφυτη αγάπη για τα ζώα.
Φώναζα την μαμά μου απ’ το σπίτι να κατέβει κάτω να μαζέψει τα αδέσποτα για να περάσουν οι γείτονες.
Είχα μια επικοινωνία με τα σκυλιά από πολύ μικρή, την οποία δεν μπορώ να την εξηγήσω, έτσι γεννήθηκα, και από πολύ μικρή επίσης είχα το δικό μου σκυλί.
Η αγάπη μου λοιπόν υπάρχει από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, θυμάμαι πάντα να ζω με ένα σκυλί, μετά με άλογα, με γουρούνια, με κότες, αλλά τα σκυλιά παρέμειναν η μεγάλη μου αγάπη.
Και σιγά-σιγά αυτό το πράγμα εξελίχθηκε και έγινα “μαμά”, γιατί ουσιαστικά μητρότητα δεν είναι μόνο όταν φέρνεις τα κουτάβια στον κόσμο.
Μπορεί να φαίνεται λίγο περίεργο, αλλά, όπως νοιάζεσαι για την εξέλιξη ενός παιδιού, έτσι και για το κουτάβι σου νοιάζεσαι για το πώς θα πάει.
Η διαδικασία είναι για εμένα ιερή, με γεμίζει πάρα πολύ, είναι το κομμάτι τη ζωής μου που με κάνει να ξεχνάω τα πάντα, είναι η ψυχοθεραπεία μου.
Έχω και ένα γουρούνι που λέγεται «Πανσέτα». Το ονόμασε έτσι ο Κώστας Κοκκινάκης, ο οποίος το πήρε δώρο για την κόρη μας, την Ιλιάνα, αλλά τελικά κατέληξε σε εμένα. Το σίγουρο είναι ότι δεν θα γίνει ποτέ… πανσέτα.
Είμαι Αντιπρόεδρος του Κυνολογικού Ομίλου Ελλάδας, εκτροφέας και κριτής εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Σίγουρα με τις υποχρεώσεις μου στην Εθνική ομάδα θα πρέπει το θέμα του κριτή να το αφήσω λίγο στην άκρη για τα επόμενα χρόνια όπου θα διαρκέσει αυτός ο Ολυμπιακός κύκλος, αλλά, όταν ξεκλέβω χρόνο, πάντα θα γυρίζω εκεί, γιατί το αγαπάω εξίσου αυτό το κομμάτι.
Τα σκυλιά μου έχουν φέρει πολλές και μεγάλες διακρίσεις, παγκόσμιες και ευρωπαϊκές, πράγμα που οφείλεται βέβαια τόσο σε πολύ μεγάλη προσπάθεια και βράδια αξημέρωτα όσο και στη βοήθεια κάποιων άλλων ανθρώπων, με τους οποίους συνεργάζομαι, είναι φίλοι μου πολλά χρόνια και αγαπούν και εκείνοι τα σκυλιά.
Όποιος δεν έχει κάνει μια γέννα δεν ξέρει τίποτα. Ακούγονται όλα πολύ ωραία και πολύ ευχάριστα, αλλά είναι και κόπος, είναι και πόνος, γιατί με αυτήν την διαδικασία υπάρχουν και πολύ σκληρές στιγμές όπου πρέπει να πάρεις αποφάσεις και να χάσεις αγαπημένους σου φίλους, καθώς η κλίμακα ζωής των σκυλιών είναι πολύ μικρότερη από τον άνθρωπο, με αποτέλεσμα να βιώνουμε αρκετά συχνά όχι μόνο την γέννηση αλλά και τον θάνατο.
Αυτήν την στιγμή έχω 21 σκυλιά και πέντε μωράκια.
Στο κτήμα στο Μαρκόπουλο έχω διαμορφώσει και χώρο για δεξιώσεις. Πρόκειται για το κτήμα «Ηλίου Πέτρα». Είναι σαν μια μεγάλη προέκταση του χώρου όπου ζούμε και εκεί βρίσκεται και το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία. Ξεκίνησε σε μια πολύ δύσκολη χρονική στιγμή, λίγο πριν τον κορωνοϊό, οπότε ελπίζουμε πλέον να πάμε καλύτερα. Έχουμε κάνει ήδη κάποιες εκδηλώσεις και έχουμε πάει καλά. Ευτυχώς συνεργάζομαι με έναν άνθρωπο που έχει εμπειρία, γιατί δεν μπορώ να τα προλάβω όλα.
Μου αρέσει πολύ επίσης και να μαγειρεύω, πεθαίνω για το μαγείρεμα. Έχω πάρα πολλά βιβλία μαγειρικής, τρελαίνομαι να καλώ φίλους και να μαγειρεύω για όλους.
Έχω βγάλει και ένα κρασί δικό μου, Σαρντονέ, με καταγωγή απ’ τα πάτρια εδάφη στο Γαλαξίδι. Μαζί με τον ξάδερφό μου, ο οποίος είναι ένας μικρός αλλά σπουδαίος οινοπαραγωγός, μπήκαμε στο αμπέλι εδώ και κάποια χρόνια και καταφέραμε να εμφιαλώσουμε για δεύτερη χρονιά το κρασάκι μας, το οποίο πάει και πολύ καλά. Είναι λευκό και λέγεται «Καρντονάκουμ», το οποίο σημαίνει «Σαρντονέ» στα λατινικά. Είναι ένας καινούργιος κόσμος αυτός για μένα, προσπαθώ να διαβάζω για τα κρασιά, να μαθαίνω και, όταν μπορώ και ξεκλέβω χρόνο, πηγαίνω στο Γαλαξίδι και μαθαίνω κάποια πράγματα απ’τον ξάδερφό μου. Νομίζω ότι σιγά-σιγά και αυτό θα εξελιχθεί, περισσότερο ως χόμπι βέβαια.
Αν έχω ένα ταλέντο είναι ότι μπορώ να διαλέγω συνεργάτες και ανθρώπους που μπορούν να σταθούν δίπλα μου, γιατί, κακά τα ψέματα, όλες αυτές οι δραστηριότητες δεν θα μπορούσαν να γίνουν, αν δεν υπήρχαν πολύ άξιοι άνθρωποι μαζί μου. Πιστεύω πολύ στη συνεργασία.
Η βασική μου δουλειά πάντως είναι η προπονητική. Όλα τα υπόλοιπα έρχονται μετά.
Για το μέλλον δεν σκέφτομαι τίποτα, δεν έχω κάνει ποτέ μου την σκέψη, όταν περάσουν τα χρόνια και γίνω ηλικιωμένη, πώς θα είμαι.
Εύχομαι μόνο να έχουμε υγεία εγώ και οι δικοί μου άνθρωποι.
Δεν είμαι άνθρωπος που θα πω «αν θέλει ο Θεός, να μου χαρίσει εγγόνια». Θα βοηθήσει και η Ιλιάνα σ’ αυτό, η οποία ήταν πάντα λίγο πιο ώριμη από τη μαμά της. Το κορίτσι μου σπουδάζει στο Βιολογικό Αθηνών και κάνει κι εκείνη τα πρώτα προπονητικά της βήματα στις υποδομές της Βουλιαγμένης, βαδίζοντας στα χνάρια μου.
Και φυσικά εύχομαι να ζω όπως ζω τώρα!
Μου αρέσει τόσο πολύ η ρουτίνα μου, δεν βαριέμαι το πρόγραμμά μου με όλες αυτές τις δραστηριότητες, δεν με κουράζει, ζω την κάθε μου μέρα…
Η Αλεξία Καμμένου είναι Ομοσπονδιακή προπονήτρια της Εθνικής ομάδας υδατοσφαίρισης Γυναικών.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Κωνσταντίνος Γενηδουνιάς: Σωστό Παράδειγμα / Συναντώντας τον Ομπάμπα
Αλεξάνδρα Ασημάκη: Επόμενο Κεφάλαιο
Γιάννης Γιαννουρής: Πάμε Μία Βόλτα Στη Βουλιαγμένη / Σενάριο Υπομονής
Γιώργος Μαυρωτάς: 511 σκαλοπάτια περηφάνιας / Εύη Μωραϊτίδου: Τίποτα δεν χαρίζεται
Αγγελική Καραπατάκη: Τα κλειδιά / Το τρίτο οκτάλεπτο
Νικόλας Δεληγιάννης: Η σημασία του Μέντορα
Μάνια Μπικόφ: Να μη ξεχαστεί από κανέναν / Μαρία Τσουρή: Ζήσε!