Ασχολούμαι με τον αθλητισμό από τα 12 μου, αλλά ο πρωταθλητισμός είναι κάτι που προκύπτει στην πορεία.
Έτσι συνέβη και με εμένα. Ένα παιδί ξεκινάει να αθλείται, του αρέσει, το συνεχίζει, κάνει την προσπάθειά του και στη συνέχεια μπαίνει στο κάδρο ο πρωταθλητισμός.
Από μικρή μού άρεσαν οι μεγάλες αποστάσεις, αλλά, για να είμαι ειλικρινής, δεν έχω ακόμη καταλάβει για ποιον λόγο τις αγαπάω τόσο πολύ. Εξαρχής δεν είχα σκεφτεί να ασχοληθώ με την ταχύτητα και νομίζω ότι δεν θα μου ταίριαζε, ήταν σαν να με “απέρριψε” η ταχύτητα και στράφηκα στην αντοχή.
Αλλά και ως άνθρωπος είμαι των “μεγάλων αποστάσεων”, θεωρώ ότι όλοι όσοι έχουμε επιλέξει αυτό το αγώνισμα χαρακτηριζόμαστε για την υπομονή μας, τη θέλησή μας, τη διαρκή προσπάθεια. Μας αρέσει η διάρκεια στον αγώνα, τόσο της ζωής όσο και του τρεξίματος.
Περνούσα καλά λοιπόν, κάνοντας χιλιόμετρα, έκανα παρέες μέσω του στίβου, κοινωνικοποιήθηκα ως παιδί.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου ήταν στο Αγρίνιο, την πόλη καταγωγής μου, αλλά μετά, στο Γυμνάσιο, πήγαμε οικογενειακώς στην Ελασσόνα. Όλα ξεκίνησαν εκεί, αλλά δυστυχώς στην πόλη δεν υπήρχαν δυνατότητες. Ο σύλλογός μου λεγόταν «Παλαίστρα», καλλιεργούσε κυρίως την πάλη, ενώ παράλληλα είχε δημιουργήσει και ένα τμήμα ακαδημιών στίβου. Υπήρχαν και άλλα παιδιά εκεί μαζί με εμένα που όλο αυτό τους άρεσε.
Η μαμά μου είχε ασχοληθεί παλιότερα με το βάδην, ωστόσο δεν ήταν εκείνη που με μύησε στον αθλητισμό. Είχε να μεγαλώσει τέσσερα παιδιά και δεν προλάβαινε να αθλείται παράλληλα με την ανατροφή μας. Αποφάσισα λοιπόν μόνη μου να ξεκινήσω τον στίβο και ως πρότυπα είχα απλώς τους συναθλητές και τις συναθλήτριές μου, παιδιά που αγαπούσαν τον αθλητισμό και τις μεγάλες αποστάσεις.
Στη ζωή μου μπήκε ο κύριος Κουτσιώρας, αδερφός του πρώην Ομοσπονδιακού προπονητή, Γιάννη Κουτσιώρα. Κάναμε στιπλ, με βοήθησε πάρα πολύ, γιατί έως τότε στην ουσία ήταν σαν να έκανα προπόνηση μόνη μου.
Πηγαινοερχόμουν Ελασσόνα-Λάρισα για τις προπονήσεις, στην ουσία ο κύριος Δημήτρης με πηγαινόφερνε. Η απόσταση από την μία πόλη στην άλλη είναι 40 λεπτά. Τουλάχιστον τρεις φορές την εβδομάδα ήμουν εκεί, τις υπόλοιπες ημέρες έκανα μόνη μου τις προπονήσεις. Πήγαινα όσες φορές μπορούσα, γιατί μετά έπρεπε να διαβάσω για να δώσω Πανελλήνιες (πέρασα ΤΕΦΑΑ Θεσσαλονίκης, αλλά η εγκυμοσύνη και στη συνέχεια η ασθένειά μου με ανάγκασαν να αφήσω το πτυχίο στην άκρη).
Με προπονητή λοιπόν τον κύριο Δημήτρη, άρχισα να κάνω όνειρα. Και ποιος δεν κάνει όνειρα για διάκριση, ποιος ασχολείται με κάτι και δεν κάνει όνειρα για να εξελιχθεί και να γίνει καλύτερος;
Κάποια στιγμή, μέσα στο 2014, ο κύριος Κουτσιώρας με “παρέδωσε” στον κύριο Αντώνη Στόικο. Πρόκειται για μια πολύ δυνατή προσωπικότητα, είδε την θέλησή μου και την αγάπη μου και, σαν καλός “μπαμπάς”, φρόντισε να τα εξελίξει, να τα αναπτύξει, να τα αναδείξει, να τα δυναμώσει μέσα μου. Κάπως έτσι εξελίχθηκα και εγώ σε Πρωταθλήτρια, λαμβάνοντας μέρος σε Πανελλήνια Πρωταθλήματα.
Το πρόβλημά μου με τον καρκίνο, το μυελοειδές καρκίνωμα του θυρεοειδούς, όπως με ενημέρωσαν οι γιατροί, προϋπήρχε, αλλά ήταν κάτι που δεν γνώριζα και δεν ξέρουμε πότε άρχισε να αναπτύσσεται στο σώμα μου. Με τη γέννησή του παιδιού μου ανιχνεύτηκε.
Το 2019 γέννησα στον έκτο μήνα με ολική αποκόλληση πλακούντα, πολύ επικίνδυνη κατάσταση και για εμένα και για το παιδί. Είχαμε στο μυαλό μας ότι έχω θέμα με τον θυρεοειδή μου, ο οποίος απορρυθμιζόταν, εξού και έπαιρνα χάπια και στην εγκυμοσύνη, αλλά δεν μας πήγαινε στο μυαλό σε κάτι τέτοιο.
Μετά τη γέννηση και αφού πέρασε αρκετός καιρός, περίπου έξι μήνες, άρχισα να έχω κάποια συμπτώματα, όπως ζαλάδες ή κόβονταν τα πόδια μου. Δεν είχα ξεκινήσει προπονήσεις, γιατί ο Μάνθος μου νοσηλευόταν στη ΜΕΘ, οπότε δεν είχα το μυαλό μου παρά μόνο εκεί. Πέρασε κι εκείνος δύσκολα, όλοι τα περάσαμε, εκείνος, εγώ, ο άντρας μου, οπότε δεν είχαμε τον νου μας αλλού.
Όλη αυτή η κατάσταση είναι μέσα μου χαραγμένη άσχημα. Όταν το πέρασα όλο αυτό, ήταν σαν να μη συμβαίνει σε εμένα, το έβγαλα έξω από εμένα, σαν να απομακρύνεις ένα αρνητικό συναίσθημα από πάνω σου, σαν να το κρατάς έξω σου. Είπα στον εαυτό μου «ok, αυτήν την στιγμή δεν είσαι η Βασιλική, είσαι η μαμά του Μάνθου, άσε τη Βασιλική να κάνει αυτό που πρέπει και εσύ αντίστοιχα θα κάνεις αυτό που πρέπει να κάνεις».
Προηγήθηκε λοιπόν το ένστικτο της μητρότητας, έλεγα στον εαυτό μου δηλαδή «ώπα, έχεις ένα παιδί, σύνελθε», και μετά ήταν το αίσθημα του φόβου.
Προφανώς τρόμαξα, έκλαψα, θρήνησα. Όταν παθαίνεις κάτι τέτοιο, λες «Παναγιά μου, θα αφήσω ένα παιδί πίσω», το πας στην άλλη άκρη. Από ένα σημείο και μετά όμως λες «τι θα γίνει τώρα, έτσι θα πάει η κατάσταση; Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτό, έχεις ένα παιδί. Τελεία, ψύχραιμα το αντιμετωπίζουμε και το αφήνουμε πίσω μας». Έτσι λειτούργησα.
Αμέσως μετά το χειρουργείο που έκανα, είπα «επανέρχομαι». Στην κλινική που νοσηλεύτηκα (στο τμήμα της μαιευτικής) είχα μαζί μου και το παιδί μου, όλοι με βοήθησαν εκεί, οι μαίες, ο άντρας μου, οι αδερφές μου. Και, μόλις τελείωσε το χειρουργείο και συνήλθα από τη νάρκωση, λέω «εντάξει, φεύγουμε, πάμε σπίτι μας».
Μιας και ανέφερα τις αδερφές μου, να πω ότι είμαστε τέσσερα κορίτσια και έχουμε μια πολύ ζεστή σχέση μεταξύ μας, είμαστε τρίδυμες και έχουμε και μια μεγαλύτερη αδερφή. Με τη μία από τις τρίδυμες ήμασταν μαζί στον στίβο, έκανε 800μ. και 1.500μ., αλλά στη συνέχεια έγινε και εκείνη μανούλα, οπότε σταμάτησε τον αθλητισμό. Έχοντας τα ίδια όνειρα, τα ίδια πιστεύω, κοινές αγωνίες, αποτέλεσε ένα καλό στήριγμα δίπλα μου, μαζί φυσικά και με τις υπόλοιπες αδερφές μου. Ήμουν πολύ τυχερή σε αυτό! Μάλιστα, καμία τους ευτυχώς δεν έχει κάποιο πρόβλημα με καρκίνο του θυρεοειδούς, έχουμε κάνει τις εξετάσεις, η δική μου περίπτωση ήταν “από σπόντα”, πρόκειται για κάτι μη κληρονομικό. Ευτυχώς για δεύτερη φορά, γιατί δεν θα ήθελα να βρεθεί κάτι παρόμοιο στην επόμενη γενιά.
Μετά το χειρουργείο λοιπόν είχα τα ράμματα και δεν μπορούσα να τρέξω όπως το ήθελα, ήταν καταβεβλημένος και ο οργανισμός μου. Ξεκίνησα να τρέχω ένα εξάμηνο μετά την επέμβαση και έβγαζα το χιλιόμετρο περίπου σε επτά λεπτά, αργά-αργά.
Δεν με ενδιέφερε να κάνω πρωταθλητισμό, εμένα με ένοιαζε -και με νοιάζει- απλώς να τρέχω, με ένοιαζε -και με νοιάζει- να κάνω αυτό που αγαπάω τόσο πολύ.
Είναι αυτό που λες «θέλω να δώσω χρόνο στον εαυτό μου και τώρα θα ηρεμήσω». Το τρέξιμο είναι η δική μου ηρεμία, γι΄αυτό και το ξεκίνησα πάλι. Και αφού είδα, μετά τον πρώτο μου Μαραθώνιο το 2021, ότι μπορώ ακόμη να τρέξω καλά, αποφάσισα να μπω πιο δυναμικά.
Το 2022, όταν έτρεχα τον δεύτερο Μαραθώνιο, στον οποίον μάλιστα ήρθα και πρώτη, σκεφτόμουν πολύ όμορφα πράγματα, δεν σκεφτόμουν αυτά που είχα περάσει με την ασθένειά μου. Όταν έφτανα στον τερματισμό λίγο πριν από το Καλλιμάρμαρο, ένιωθα μεγάλη ικανοποίηση, είχα μουδιάσει ολόκληρη, δεν το πίστευα. Ακόμη και τώρα αυτό το συναίσθημα είναι απίστευτο, είχα ανατριχιάσει.
Ήθελα να κλάψω, την ώρα που έτρεχα, και δεν είχα δάκρυα, δεν μπορούσα να το συνειδητοποιήσω. Ήταν και η κούραση τέτοια που δεν σε άφηνε να εκφράσεις αυτό που ένιωθες. Και ήταν τέτοια η χαρά μου που, αν μπορούσα να κάνω κωλοτούμπες για να φτάσω στον τερματισμό, θα το έκανα!
Τον μικρό δεν τον είχαμε πάρει μαζί μας στο Καλλιμάρμαρο, ήταν δύσκολο, ήταν μόλις τριών ετών. Ήθελα να κάνει κι εκείνος αυτό που αγαπάει, οπότε τον αφήσαμε στη μαμά μου. Γενικά δεν θέλουμε να τον πιέσουμε να κάνει κάτι, δεν θα είχε νόημα, αλλά, εφόσον έρχεται αναγκαστικά μαζί μας στο γήπεδο, βλέπουμε ότι συμμετέχει και πηγαίνει με τα άλλα τα παιδάκια στις ακαδημίες. Τα παιδιά, όπως είναι φυσικό, θέλουν να κάνουν παρέα με άλλα παιδιά, οπότε ο μικρός κάνει μόνος του ό,τι κάνει, χωρίς δηλαδή δική μας πίεση. Εάν αργότερα του αρέσει και θέλει να ασχοληθεί ή αν επιλέξει κάτι άλλο, δεν θα είμαστε αρνητικοί σε τίποτα.
Από τον Σεπτέμβριο του 2023 είχα κάποια προβλήματα, ήμουν τραυματισμένη, σε 30άρι έπαθα μια θλάση, την οποία προσπαθούσα συντηρητικά να την κρατήσω, όσο γίνεται, μακριά από τις προπονήσεις μου και να φτάσω στον αγώνα σε καλή κατάσταση. Μερικές φορές όμως δεν σου πάνε τα πράγματα έτσι όπως τα θέλεις, οπότε, μπαίνοντας στον αγώνα, αντιλήφθηκα ότι το σώμα μου δεν ήταν ακόμη έτοιμο, μπορούσα να κάνω ένα καλό ρεκόρ, αλλά το πόδι μου δεν το άντεχε. Από το 10άρι άρχισα να λέω «εντάξει, πάμε απλώς να τερματίσουμε», οπότε έτσι και έπραξα.
Το να κερδίσεις ένα Πανελλήνιο Πρωτάθλημα και μάλιστα Μαραθώνιο είναι ένα κατόρθωμα δύσκολο και αξιέπαινο. Εγώ δεν θα έλεγα καν, πριν συμβεί, «θέλω να κερδίσω». Είναι Μαραθώνιος, θέλει υπομονή, προσπάθεια, συγκέντρωση, βήμα-βήμα. Είμαι κι εγώ όμως ως άνθρωπος ταπεινή, κρατάω πάντα μικρό καλάθι.
Σίγουρα όμως, όταν το καταφέρεις, το επόμενο βήμα είναι πιο δύσκολο, αλλά το θέλεις, θέλεις να βρεθείς σε έναν αγώνα του εξωτερικού, να διεκδικήσεις κι εκεί μια καλή θέση ή έναν καλό χρόνο. Όλα αυτά όμως θέλουν χρόνο και προπόνηση.
Λέω ότι το τρέξιμο είναι η ψυχοθεραπεία μου, κάνει τον εαυτό μου καλύτερο από μέσα προς τα έξω, είναι κάτι που το αγαπάω, πρώτα σκέφτομαι ότι θέλω να το κάνω και μετά σκέφτομαι τον τρόπο.
Ο αθλητισμός και ο πρωταθλητισμός με έχουν διαμορφώσει ως άνθρωπο, με έχουν κάνει πιο πειθαρχημένη, πιο υπομονετική, πιο ταπεινή. Η αρχή μου για τη ζωή είναι ότι δεν πρέπει ποτέ να τα παρατάς, ότι η συνεχής προσπάθεια θα φέρει κάποια στιγμή το αποτέλεσμα που θέλεις. Βέβαια, το «θέλω» και το «φοβάμαι» πάνε παρέα, οπότε, όταν θέλουμε κάτι και φοβόμαστε, θα πρέπει να έχουμε και τη διάθεση να συνεχίσουμε την προσπάθεια!
Πλήρης και ευτυχισμένη νιώθω έτσι κι αλλιώς με την οικογένεια που έχω φτιάξει με τον άντρα μου και το παιδί μας. Από κει και πέρα, ως Βασιλική έχω τους δικούς μου, προσωπικούς, στόχους, οι οποίοι αφορούν στον αθλητισμό και στο πώς θα γίνομαι καλύτερη.
Η Βασιλική Κωνσταντινοπούλου είναι Πρωταθλήτρια του Μαραθωνίου.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
CHECK IT OUT: Μαμά
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Τρέξιμο, ο δικός μου διαλογισμός
Σπύρος Ανδριόπουλος: Μαραθώνιος σημαίνει υπέρβαση
Γρηγόρης Σκουλαρίκης: Η Αγγελική κι εγώ
Μαρία Πολύζου: Όλα Αυτά Είναι Γυναίκα