Ένα πλαστικό ποτήρι. Με παγάκια, δίχως καν υγρό υπόλειμμα μέσα.
Να προσγειώνεται στο λανθασμένο σημείο, τον λανθασμένο άνθρωπο, τη λανθασμένη στιγμή, προκάλεσε χάος. Οδήγησε στη σοβαρότερη σύρραξη στην ιστορία του ΝΒΑ, επέφερε τις πιο βαριές ποινές στην ιστορία της λίγκας –και μια σειρά αλλαγών σε διάφορους κανονισμούς της.
Ήταν η βραδιά της 19ης Νοεμβρίου του 2004. Αποφράδα για την εικόνα του ΝΒΑ, διασκεδαστική (μεταξύ μας) για όσους “έπεσαν” πάνω της live και είδαν πρωτοφανές ξυλίκι, καταδικαστική για μία ομάδα. Την Ιντιάνα, η οποία είχε και τους μεγαλύτερους πρωταγωνιστές…
Για ένα τόσο σοβαρό περιστατικό δεν θα μπορούσε να μη βρεθεί μια χαρακτηριστική φράση από τους ευφάνταστους Αμερικανούς ώστε να μείνει στην ιστορία. «Malice at the Palace», η -σχεδόν- ρίμα. Η μοχθηρία στο γήπεδο των Πίστονς, το οποίο έχει γκρεμιστεί. Εκείνη τη μέρα γκρεμίστηκαν πολλά άλλα πράγματα. Μεταφορικά αλλά και σε μια στιγμή.
«Artest is in the stands»!
Διανύοντας μόλις την τρίτη βδομάδα της σεζόν 2004-2005, το ματσάκι στο Palace έχει μπει στο τελευταίο λεπτό –και έχει κριθεί ως προς τον νικητή. Είναι η Ιντιάνα, η οποία προηγείται 97-82. Ο Μπεν Γουάλας του Ντιτρόιτ, σε προσπάθειά του να αφήσει την μπάλα στο καλάθι, δέχεται σκληρό φάουλ από πίσω. Από τον Ρον Αρτέστ, ο οποίος τον χτυπάει και στο κεφάλι.
Ο παθών γίνεται… ορμών (sic). Δίνει μία στον φόργουορντ των Πέισερς και τον πετάει προς τα πίσω, το πανηγύρι αρχίζει. Μπαίνουν στη μέση άλλοι παίκτες να τους χωρίσουν, ενόσω ο Γουάλας εξακολουθεί να πηγαίνει προς το μέρος του αντιπάλου που τον χτύπησε αρχικά. Το πράγμα φαίνεται να βαίνει σε εκτόνωση και πάντως ο Αρτέστ έχει… χαθεί από τις εχθροπραξίες. Είναι πια ξαπλωμένος ανάσκελα, πάνω στην προεξοχή από τα τραπέζια της γραμματείας.
Ξαφνικά, το ποτήρι με την Diet Coke. Περνάει ξυστά από το πρόσωπό του, τον βρίσκει στην κλείδα. Ο τύπος πετάγεται, λες και τον έχει χτυπήσει ηλεκτρικό ρεύμα. Δυο δρασκελιές κι έχει ανεβεί στην εξέδρα. Να κυνηγήσει όποιον τόλμησε να του ρίξει το αναψυκτικό. «Artest is in the stands!», ακούγεται έκπληκτος στην τηλεοπτική μετάδοση ο σπίκερ, ο οποίος μια στιγμή νωρίτερα είχε μπροστά του τον παίκτη να… ρεμβάζει.
Πράγματι, ο Αρτέστ έχει βρει έναν φίλο των Πίστονς και τον πλακώνει κανονικά. Στον ίδιο πέφτουν τέσσερεις να τον αναχαιτίσουν, μα έχει έρθει προς βοήθειά του και ο Στίβεν Τζάκσον. Μπουνιές και από τον έτερο παίκτη των Πέισερς, καθώς και από άλλους -που λέει ο λόγος- φιλάθλους. Έχουν ανέβει κι άλλοι παίκτες στην εξέδρα, περισσότερο με αποτρεπτικές προθέσεις εκείνοι.
Τι να αποτρέψουν όμως πλέον; Τρεις οι εστίες των βιαιοπραγιών. Γροθιές, μαλλιοτραβήγματα, χαμός κανονικός.
Ο τηλεοπτικός φακός πιάνει τον Αρτέστ να επιστρέφει στον αγωνιστικό χώρο με ξεχειλωμένη τη φανέλα. Εμφανίζεται μπροστά του ένας οπαδός με διακριτικά των «πιστονιών» και γρονθοκοπείται ξανά και ξανά από τον επαγγελματία μπασκετμπολίστα!
«Holy fuck», που ανακράζει (σύμφωνα με το ανατριχιαστικά αναλυτικό χρονικό του «Grantland») και ο άτεγκτος κομισάριος, Ντέιβιντ Στερν, όπως παρακολουθεί τα τεκταινόμενα από την τηλεόραση του σπιτιού του.
Στο μεταξύ, άλλοι Πέισερς, ο Ζερμέιν Ο’Νιλ πρωτίστως και ο Άντονι Τζόνσον με κάτι ψιλές, έχουν χτυπήσει επίσης κόσμο. Οι παίκτες των φιλοξενουμένων (άλλος ευφημισμός κι αυτός…) που έχουν πρωταγωνιστήσει στο ξύλο κάποια στιγμή συγκεντρώνονται στο κέντρο του αγωνιστικού χώρου. Ειδικά γύρω από τον Αρτέστ έχει δημιουργηθεί κλοιός από ανθρώπινα σώματα, ώστε να αποχωρήσει προς τα αποδυτήρια. Πέφτουν από παντού αντικείμενα, ακούγονται βρισιές, η κατάσταση έχει βγει εκτός κάθε ελέγχου.
Από την πρώτη στιγμή.
Ό,τι μπορούσε να πάει στραβά…
Τι να σου κάνουν τρεις μετρημένοι αστυνομικοί εντός γηπέδου και μερικοί ηλικιωμένοι σεκιουριτάδες, όταν πρέπει να σταματηθούν αγριεμένα τέρατα της φύσης, τα οποία με ένα σπρώξιμό τους μπορούν κυριολεκτικά ακόμα και να σκοτώσουν άμαχο πληθυσμό; Τα μέτρα της ασφαλείας ήταν της πλάκας, ένα το κρατούμενο.
Δεύτερο και κυριότερο, η… φύση του ανθρώπου που ανέβηκε στις κερκίδες και μετέτρεψε μια όχι και τόσο ασυνήθιστη εκείνα τα χρόνια σύρραξη μεταξύ παικτών στο πρωτοφανές ξυλίκι παικτών με φιλάθλους.
Ο Ρον Αρτέστ ήταν ακόμη σχετικά μικρός, στα 25 του, αλλά έπαιζε από το 1999 στο ΝΒΑ. Η φήμη του ως επιεικώς προβληματικού και σίγουρα ευέξαπτου μπασκετμπολίστα είχε εξαπλωθεί. Ακόμα πάντως κι όσοι είχαν συναναστραφεί μαζί του και τον χαρακτήριζαν «ψυχάκια» δεν τον είχαν ικανό για κάτι τέτοιο. Ήταν.
Ο -ας τον πούμε ηθικό αυτουργό- Γουάλας; Κακό παιδί, όνομα και… ομάδα. «Bad Boys» αποκαλούνταν οι Πίστονς από την περίφημη παρέα των πρώτων της τίτλων, το 1989 και το 1990. Επειδή βαρούσαν στο ψαχνό τους αντιπάλους τους. Ο τρίτος και τελευταίος τίτλος είχε έρθει τότε ακριβώς. Το 2004, με τον (σέντερ Μπεν, διότι στο “4” έπαιζε ο συνεπώνυμος Ρασίντ) Γουάλας να αποτελεί τη μετενσάρκωση εκείνου του μαχητικού πνεύματος και της δυνατής, στα όρια του αντιαθλητικού, άμυνας.
Κακό παιδί πάντως μέσα στις τέσσερεις γραμμές. Όχι έξω από αυτές. Στο συγκεκριμένο ματς επέστρεφε από απουσία δύο αγώνων. Είχε πεθάνει ένας από τους αδερφούς του και πενθούσε. Αφορμή έψαχνε για να ξεσπάσει. Να εκτονωθεί σωματικά. Όταν ήρθε το αψυχολόγητο χτύπημα από τον Αρτέστ από πίσω του, δεν υπήρχε περίπτωση να μην απαντήσει. Μετά, στα τρομερά επεισόδια, συμμετείχε ο άλλος αδερφός του, ο Ντέιβιντ.
Επιστρέφοντας στον Αρτέστ, η επιλογή του να πάει και να… ξαπλώσει, ενώ είχε βάλει ο ίδιος τη σπίθα και με τη σύρραξη να μαίνεται δίπλα του, παρερμηνεύτηκε από τον κόσμο στο Palace. Ακριβώς επειδή αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα, γιατροί τού είχαν συστήσει να ηρεμεί με τον συγκεκριμένο τρόπο, όταν μια κατάσταση εκτραχύνεται. Οι φίλαθλοι ωστόσο δεν μπορούσαν να ξέρουν τα ψυχολογικά του καθενός. Τον είδαν να απλώνει την αρίδα του και θεώρησαν ότι τους περιέπαιζε.
Παρεμπιπτόντως, εκεί που ξάπλωνε στο scorer’s table, όπως το λένε στις ΗΠΑ, περιεργάστηκε κι ένα ζευγάρι ακουστικά. Οι άνθρωποι της ραδιοφωνικής μετάδοσης ετοιμάζονταν για κάποια post game συνέντευξη, αλλά «δεν υπήρχε περίπτωση να του ανοίξουμε το μικρόφωνο τέτοια ώρα, ξέροντας τι ήταν ικανός να εκστομίσει ο Ρον», όπως θα πει ο σχετικός υπεύθυνος (για το ραδιόφωνο) της Ιντιάνα, Μαρκ Μπόιλ. Έκανε καλά; Το σίγουρο είναι ότι αποκόμισε σπασμένους σπονδύλους και μια περήφανη ουλή στο κεφάλι, όταν, προσπαθώντας να συγκρατήσει το αγρίμι, έπεσε προς τα πίσω.
Ούτε ο Τζάκσον, της ομολογίας για κακούργημα και των κατηγοριών για διάφορα αδικήματα (βιαιοπραγία σε άλλη υπόθεση, κακοποίηση), ήταν από τα καλύτερα παιδιά της λίγκας. Ο Ο’Νιλ αλλά και ο Τζόναθαν Μπέντερ, ο οποίος δεν άντεξε και μπλέχτηκε στον καβγά, αν και με αγαθές προθέσεις στην αρχή, ήταν από τους πρώτους λυκειόπαιδες που μεταπήδησαν απευθείας στο ΝΒΑ, δίχως να περάσουν από το κολέγιο. Στη διαχείριση πολύπλοκων, επικίνδυνων καταστάσεων, δεν είχαν τα εφόδια να πάρουν τη σωστή απόφαση.
Για να μην αφήνουμε όμως έξω και τους οπαδούς, εδώ κι αν πέσαμε σε περιπτώσεις. Η πλάκα είναι ότι το ποτήρι δεν το έριξε ο Μάικλ Ράιαν, στον οποίον κατευθύνθηκε ο Αρτέστ και τον ξυλοφόρτωσε, αλλά κάποιος Τζον Γκριν. Αμφότεροι οι οπαδοί των Πίστονς έριξαν τις δικές τους μπουνιές, ενώ, σύμφωνα με τον Αρτέστ, είχαν βάλει μεταξύ τους στοίχημα για το αν θα τον πετύχαιναν με το ποτήρι.
Σκέτα μπουμπούκια κι εκείνοι. Ο Γκριν μετρούσε ήδη ποινικές καταδίκες: πλαστογραφία, οπλοφορία, τρεις (καταδίκες) για την οδήγηση υπό την επήρεια μέθης. Εκείνη την εποχή βρισκόταν με αναστολή έξω! Ένας Τσάρλι Χαντάντ, από εκείνους που είδαν… ξύλο και μπήκαν (στον αγωνιστικό χώρο), ήταν γνωστός στην ασφάλεια του γηπέδου. Ψαχνόταν να εμπλακεί σε καβγά με οποιονδήποτε παίκτη, μπας και λάβει καμιά παχυλή αποζημίωση.
Το… πρόβλημα και οι καμπάνες
Έξω εκσφενδονίζονταν ακόμη καρέκλες. Μέσα, στα αποδυτήρια του Palace of the Auburn Hills, οι παίκτες των Πέισερς είχαν επιτέλους μαζευτεί. Το κλου της βραδιάς ήρθε από τον μονίμως στην κοσμάρα του, Αρτέστ.
«”Τζακ”, λες να έχουμε κανά πρόβλημα με αυτή τη μανούρα»;
Ο Τζάκσον, ο οποίος είχε εξίσου πρωτοστατήσει στα επεισόδια, δεν ήξερε αν έπρεπε να γελάσει ή να κλάψει.
«Είσαι σοβαρός, bro; Πρόβλημα; Θα είμαστε τυχεροί, αν αύριο έχουμε δουλειά»…
Ο Αρτέστ δεν είχε για το υπόλοιπο της σεζόν. Δηλαδή για σχεδόν ολόκληρη, μια και βρισκόμασταν στο ξεκίνημά της. Δέχτηκε τη μεγαλύτερη “καμπάνα” στην ιστορία για ΝΒΑer, σε υπόθεση που έλαβε χώρα εντός γηπέδου. Του απαγορεύτηκε να ξαναπαίξει έως το τέλος της περιόδου κι έτσι έλειψε σε 73+13 (στα πλέι οφ) παιχνίδια, χάνοντας και 5 εκατ. δολάρια.
Οι ποινές στους δέκα συνολικά παίκτες των δύο συλλόγων προέβλεπαν μη καταβολή των αποδοχών τους για το διάστημα των τιμωριών. Ο Τζάκσον έφαγε 30 αγώνες, ο Ο’Νιλ 15 (πρωτοβάθμια 25), ο Γουάλας έξι. Στη σούμα, μιλάμε για ποινή 146 αγώνων και 11 εκατ. δολαρίων εκ της αφαίρεσης μισθών.
Πέντε παίκτες καταδικάστηκαν για επίθεση και βιαιοπραγία, γλυτώνοντας τη φυλακή με αναστολή και κοινωφελή εργασία. Σε άλλους τόσους οπαδούς των Πίστονς απαγορεύτηκε διά βίου να ξαναδούν από κοντά την ομάδα τους –χώρια τα διάφορα πρόστιμα και οι ποινές φυλάκισης σε κάποιους, επίσης με αναστολή. Οι… επιτιθέμενοι παίκτες των Πέισερς στάλθηκαν και σε ειδικούς ψυχολόγους, για διαχείριση θυμού.
Το ΝΒΑ, από την πλευρά του, αυστηροποίησε μια σειρά κανονισμών. Για κακή τύχη του Στερν και των συν αυτώ, το ματς μεταδιδόταν τηλεοπτικά σε παναμερικανικό δίκτυο. Ρατσιστικά στοιχεία πάντα υπέβοσκαν, σε μια λίγκα που χοντρικά παιζόταν από μαύρους αθλητές και “καταναλωνόταν” (και διαφημιζόταν, ακόμα και καλυπτόταν) από λευκό κοινό, στον μεγαλύτερο βαθμό.
Μέχρι και το dress code που έχει επιβληθεί, τις απαρχές του σε εκείνο το θλιβερό περιστατικό τις χρωστάει. Η λίγκα επένδυσε έκτοτε σε παίκτες όπως οι ΛεΜπρον Τζέιμς και Ντουέιν Γουέιντ, οι οποίοι φρόντισαν να μείνουν μακριά από περίεργες καταστάσεις και την διαφήμισαν με την όλη στάση τους.
Η πιο αυστηρή και με περισσότερα άτομα αστυνόμευση των αγώνων ή η απαγόρευση πώλησης άνω των δύο αλκοολούχων ποτών (και καθόλου μετά την έναρξη της τέταρτης περιόδου) ήρθαν άμεσα ως φυσικό επακόλουθο των «σοκαριστικών, αποκρουστικών εικόνων στις οποίες γίναμε μάρτυρες και που θα κάνουμε ό,τι πρέπει για να μην τις ξαναδούμε», όπως είπε ο τότε κομισάριος.
Βίοι (κατοπινοί) αντίθετοι
Οι δύο ομάδες είχαν αναμετρηθεί πριν από μόλις μερικούς μήνες στους επεισοδιακούς τελικούς της Ανατολής. Σε έναν εξ αυτών, ο Αρτέστ είχε κάνει ένα πολύ σκληρό αντιαθλητικό φάουλ στον Ριπ Χάμιλτον. Κόντρα υπήρχε και μάλιστα ισχυρή.
Η πρώτη αναμέτρησή τους την επόμενη σεζόν δεν επρόκειτο να τελειώσει. Όχι με το πέρας 48 λεπτών τουλάχιστον. Η νίκη κατακυρώθηκε στους Πέισερς και τα 45.9 δευτερόλεπτα που απέμεναν δεν παίχτηκαν. Στον όλο χαμό ξεχώρισε ο σμολ φόργουορντ των γηπεδούχων, Ταϊσόν Πρινς, μοναδικός από τους 24 παίκτες στο φύλλο αγώνα που δεν σηκώθηκε στιγμή από τον πάγκο. Εύφημος μνεία και στον Ντέρικ Κόλεμαν, ο οποίος σηκώθηκε για να προστατεύσει τον γιο του προπονητή του, Λάρι Μπράουν, που εκτελούσε χρέη ball boy.
Ο βετεράνος ψηλός, στην τελευταία του χρονιά στα παρκέ, τιμωρήθηκε με ποινή ενός αγώνα. Δεν ήταν και για να ντρέπεται η δική του στάση. Στα στιγμιότυπα, σε ρόλο ειρηνοποιού και προστάτη του Αρτέστ μπορεί να διακρίνει κανείς και τον Ρέτζι Μίλερ. Και ο θρυλικός σουτέρ της Ιντιάνα (κακό παιδί από τα λίγα, περισσότερο ωστόσο με το τι… έλεγε ο στόμας του) διένυε την τελευταία του σεζόν. Ήταν τραυματίας, ντυμένος με πολιτικά.
Περιέργως ο Ντάρκο Μίλιτσιτς των Πίστονς, με ιστορικό βίαιων ξεσπασμάτων και με κατοπινή καριέρα ως κικ μπόξερ, είχε κάτσει στ’ αβγά του. Ένας δε εκ των τριών διαιτητών, ο Τιμ Ντόναχι, αποδείχθηκε το 2007 πως στοιχημάτιζε σε αγώνες και αποβλήθηκε από το ΝΒΑ. Το 2021 επανήλθε στη διαιτησία. Όχι στο μπάσκετ αλλά στο κατς!
Για τον Αρτέστ, ο οποίος ουσιαστικά “αποβλήθηκε” από τον οργανισμό των Πέισερς, όταν λίγους μήνες αργότερα ζήτησε να ανταλλαγεί (και παρά τη στήριξη που είχε λάβει, προκαλώντας την μήνιν των συμπαικτών του), μπορούν να γραφτούν ολόκληρα βιβλία. Ο άνθρωπος που άλλαξε το ονοματεπώνυμό του σε Metta World Peace (!), προτού γίνει και Metta Sandiford-Artest, έβαζε 24.6 πόντους στο ξεκίνημα εκείνης της σεζόν.
Η καριέρα του δεν καταστράφηκε, πήρε μάλιστα και τίτλο το 2010 με τους Λέικερς. Το επόμενο έτος δαχτυλίδι στο Ντάλας φόρεσε ο τότε προπονητής του στην Ιντιάνα. Ο Ρικ Καρλάιλ. Ο Στίβεν Τζάκσον το είχε φορέσει από το 2003 με τους Σπερς και στα τέλη της δεκαετίας έφτασε να σημειώνει 21 πόντους στη Σάρλοτ.
Τελικά, την πλήρωσε η Ιντιάνα ως ομάδα. Την προηγούμενη σεζόν από το «Malice», οπότε και ο τίτλος είχε καταλήξει στο Ντιτρόιτ (το οποίο με τη σειρά του δεν επηρεάστηκε καν, έφτασε -με άλλους τέσσερεις- τους έξι συνεχείς ανατολικούς τελικούς), το Νο.1 σε όλο το ΝΒΑ ήταν οι Πέισερς των 61 νικών στη ρέγκιουλαρ σίζον!
Στο τέλος της χρονιάς του… ξύλου, αποκλείστηκε στον δεύτερο γύρο των πλέι οφ. Από ποιους; Από τους Πίστονς! Ακολούθησε ένας αποκλεισμός στον πρώτο γύρο και τέσσερεις συνεχόμενες σεζόν δίχως καθόλου ποστ σίζον. Τα μέλη της νεανικής ομάδας που βρισκόταν στα πρόθυρα της κορυφής σκόρπισαν και πανηγύρισαν σε άλλα μέρη διακρίσεις, ακόμα και Πρωταθλήματα.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, είχαμε και το «Malice at the Palace II». Μια παρεμφερή σύρραξη στο ίδιο γήπεδο, αλλά για το WNBA! Ευτυχώς, το ξύλο έμεινε μεταξύ των παικτριών και δεν επεκτάθηκε στις εξέδρες.
Προπονητής των γηπεδούχων Ντιτρόιτ Σοκ, οι οποίοι αντιμετώπιζαν τις Λος Άντζελες Σπαρκς, ήταν ο Μπιλ Λαϊμπίρ. O πιο βρόμικος των «Bad Boys» των Πίστονς στους πρώτους τους τίτλους. Βοηθός του, ο οποίος κατά λάθος πάνω στη μανούρα πέταξε κάτω μια μπασκετμπολίστρια, ο Ρικ Μαχόρν! O έτερος ψηλός δηλαδή στο Πρωτάθλημα του ’89, με εξίσου… θανατηφόρους αγκώνες.
«I’m a real wild one and I like a wild fun
In a world gone crazy, everything seems hazy, I’m a wild one
Ooh, yeah, I’m a wild one».
Τα έχει πει και ο εκ Ντιτρόιτ ορμώμενος, Ίγκι Ποπ, για τα άγρια παιδιά στο «Real wild child (Wild one)». Εκεί που κάποιοι επαγγελματίες (τρομάρα τους) μπασκετμπολίστες μπορεί να έβλεπαν διασκέδαση οι υπεύθυνοι του ΝΒΑ αντίκριζαν τον τρόμο.
Το περιεχόμενο της Coca Cola διαίτης που έπεσε στον Αρτέστ είχε πιωθεί. Αρκούσε όμως η τελευταία σταγόνα της που πετάχτηκε, προτού πεταχτεί και ο ευερέθιστος φόργουορντ από την ξάπλα του, ώστε να ξεχειλίσει το ποτήρι για τη λίγκα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Κληρονομιά και βεντέτες γιγάντωσαν τον Ντέιβιντ Στερν και το ΝΒΑ (του)