Το «βασίλειό» του ήταν συνήθως ένα σκοτεινό δωμάτιο. Το σκοτάδι το αλλοίωναν ελαφρώς δύο ανοιχτές οθόνες υπολογιστών, ένα κινητό και μία στοίβα από dvd με αγώνες ποδοσφαίρου.
Την τελευταία δεκαετία, ωστόσο, πολλά άλλαξαν. Όχι από τις συνήθειές του.
Κυρίως άλλαξε η ιδιότητα, το ταμπελάκι έξω από το δικό του, πια, γραφείο.
Διαμορφώθηκαν εκ νέου οι αρμοδιότητες, οι ευθύνες και, προς μικρή απογοήτευση και ενόχληση του Μάικλ Έντουαρντς, η αμφίεση.
Αν και αυτό επιχειρεί να το μετατρέψει σε «κάστρο» που δεν θα «πέσει» εύκολα.
Το μαύρο κοστούμι με το κόκκινο έμβλημα της Λίβερπουλ στο αριστερό μέρος του στήθους τού αρέσει. Σαφώς, αλλά…
Προτιμά να το βλέπει κρεμασμένο πλάι του παρά φορεμένο πάνω του, με την γραβάτα να τον «πνίγει» και να θέλει διαρκώς να την ξεσφίγγει νευρικά.
Όσοι τον συναντούν, πλην επίσημων αγώνων ή εκδηλώσεων της αγγλικής ομάδας, θα τον δουν να απολαμβάνει την άνεση ενός τζιν, μίας απλής μπλούζας και αθλητικών παπουτσιών.
Είναι και αυτό όχι απλώς μία επιβεβαίωση του χαρακτήρα του, αλλά και της διαρκούς επιθυμίας για ελιγμούς στα παρασκήνια. Για κινήσεις «πίσω από την κουρτίνα» και μακριά από τη λαμπερή σκηνή.
Ο 40χρονος αθλητικός διευθυντής της Λίβερπουλ θέλει να διατηρεί ένα χαμηλό προφίλ, εκ διαμέτρου αντίθετο με την αποδοτικότητα και την επιτυχία του.
Το «success story» της πορείας του, όμως, είναι δεδομένα αδιαμφισβήτητο.
Αν και είναι ένας από τους (αφανείς) πρωτεργάτες -και για πολλούς «αρχιτέκτονας»- της ανάδειξης των «κόκκινων» σε πρωταθλητές Ευρώπης και στην απόλυτη κυριαρχία στην Πρέμιερ Λιγκ της σεζόν 2019-2020 (τουλάχιστον ως την αναστολή κάθε αθλητικής δραστηριότητας, λόγω του κορονοϊού), παραμένει οικειοθελώς στο περιθώριο.
Ενδεχομένως και αυτό να αποτελεί μία συμπεριφορά που αυξάνει το μυστήριο γύρω από το όνομα και την παρουσία του.
Σχεδόν ποτέ δεν μιλά στον Τύπο και σπανίως εμφανίζεται δημοσίως.
Στην Αγγλία και στην Ευρώπη, όμως, τον αναγνωρίζουν ως έναν από τους παράγοντες με την μεγαλύτερη επιρροή στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Οι μετεγγραφές των Σαντιό Μανέ, Μοχάμεντ Σαλάχ, Ρομπέρτο Φιρμίνο, Άντι Ρόμπερτσον, Βαϊνάλντουμ, Βίρτζιλ Φαν Ντάικ, Άλισον, Φαμπίνιο, Ναμπί Κεϊτά και Άλεξ Όξλεϊντ-Τσάμπερλεϊν φέρουν την «υπογραφή» του.
Ο Μάικλ Έντουαρντς, έπειτα από μία αφετηρία που δεν προμήνυε αυτή την εξέλιξη, βρέθηκε το 2011 στο «Άνφιλντ».
Εργάστηκε αρχικά ως επικεφαλής ανάλυσης απόδοσης, διευθυντής επιδόσεων, τεχνικός διευθυντής και από το 2016 αθλητικός διευθυντής, αντικαθιστώντας τον Νταμιάν Κομολί, ο οποίος και τον είχε προσλάβει στον σύλλογο.
Σε αντίθεση με την προβληματική και δίχως καθόλου αμοιβαία εμπιστοσύνη συνεργασία με τον πρώην προπονητή, Μπρένταν Ρότζερς, ο Έντουαρντς έγινε άμεσα έμπιστος του Γιούργκεν Κλοπ.
«Διατηρούμε μία εξαιρετική σχέση και η ομάδα του κάνει τα καταπληκτική δουλειά», είχε σχολιάσει το 2019 ο Γερμανός κόουτς.
Συμπληρώνοντας ότι «είναι πάντα στοχαστικός. Δεν χρειάζεται να έχουμε πάντα την ίδια άποψη από το πρώτο λεπτό της συνομιλίας μας.
»Αλλά συνήθως καταλήγουμε σε συζήτηση στην οποία τελικά συμφωνούμε».
Άλλωστε, όπως έλεγε και ο Πλούταρχος, «δεν χρειάζομαι έναν φίλο που αλλάζει όταν αλλάζω και που κάνει ένα νεύμα όταν το κάνω κι εγώ. Αυτό το πετυχαίνει και η σκιά μου»…
Η σκιά, ωστόσο, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανέλιξη του Μάικλ Έντουαρντς.
Πρώην ποδοσφαιριστής χωρίς επιτυχίες, γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Σαουθάμπτον.
Έπειτα από τα πρώτα σουτ στα τοπικά γήπεδα, υπέγραψε στην Πίτερμπρο Γιουνάιτεντ, η οποία το 1995 αγωνιζόταν στην τρίτη κατηγορία της χώρας.
Στη δεύτερη ομάδα της Πίτερμπρο είχε συμπαίκτες τους μετέπειτα ποδοσφαιριστές της Τότεναμ, Μάθιου Εθέρινγκτον και Σάιμον Ντέιβις και θεωρούνταν ένας σύνθετος δεξιός μπακ, που μπορούσε να παίξει και στο κέντρο της άμυνας.
Ήταν σεμνός, ιδιαιτέρως ώριμος για την ηλικία του, αλλά πολλοί θυμούνται ότι συμμετείχε στα αστεία στα αποδυτήρια και, αγωνιστικά, ήταν πάντα ο «παίκτης του προπονητή», στις ακαδημίες.
Η κατανόηση του αθλήματος δεν τον έφερε, όταν το 1997 απομακρύνθηκε από την Πίτερμπρο, σε κάποια θέση ενός πάγκου.
Δεν είχε αγωνιστεί ούτε μία φορά σε επίσημο ματς στην πρώτη ομάδα και το όνειρο της καριέρας άρχιζε να «σβήνει» στο μυαλό του.
Όταν αποχώρησε από τον σύλλογο, γράφτηκε σε μαθήματα του περιφερειακού κολεγίου της πόλης, πριν ολοκληρώσει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, με πτυχίο στην διοίκηση επιχειρήσεων και την πληροφορική.
Επέστρεψε στο Πίτερμπρο, δίδαξε πληροφορική σε ένα τοπικό γυμνάσιο και το 2003 γύρισε κοντά στο σπίτι του, στη Νότια Αγγλία.
Προσελήφθη από την εταιρία ProZone, στο Πόρτσμουθ, ως αναλυτής, μία επιλογή που εν πολλοίς καθόρισε την πορεία του.
Η ProZone, μία πρωτοποριακή εταιρία ανάλυσης δεδομένων, ήταν ακόμη στην αρχή της λειτουργίας της και με αρκετούς εργαζόμενους μερικής απασχόλησης.
Με «γραφεία» σε μία αποθήκη, οι αναλυτές της άρχισαν να βιντεοσκοπούν αγώνες ποδοσφαίρου, ώστε να διαχωρίζουν στη συνέχεια τα στοιχεία που είχαν συλλέξει και να τα χρησιμοποιήσουν στην ανάλυση της απόδοσης.
Εκείνη την εποχή, το κίνητρο των ανθρώπων της ήταν ότι θεωρούσαν πως έκαναν κάτι «επαναστατικό»…
Ο διευθυντής της, Μπάρι ΜακΝιλ, είχε στόχο να προωθήσει τους αναλυτές του σε επαγγελματικές ομάδες της Αγγλίας και η πρώτη «ανάθεση» του Μάικλ Έντουαρντς ήταν η Πόρτσμουθ.
Ο ρόλος του ήταν ανάλυση της απόδοσης της πρώτης ομάδας, παρουσίαση της τακτικής βάσει του εκάστοτε επόμενου αντιπάλου καθώς και εκτίμηση πιθανών μετεγγραφικών επιδιώξεων.
Εκτός από εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Έντουαρντς κατόρθωσε στο Πόρτσμουθ να γίνει και έμπιστος των παικτών.
Ο τότε βοηθός προπονητής της ομάδας, Τζιμ Σμιθ, ήταν ο πρώτος που είχε εφαρμόσει το πρόγραμμα της ProZone όταν εργαζόταν στην Ντέρμπι, προβλέποντας τις δυνατότητες της νέας τεχνολογίας.
Ο κόουτς της Πόρτσμουθ, Χάρι Ρέντναπ, ελαφρώς πιο «παλιομοδίτης» είναι αλήθεια, χρειάστηκε χρόνο για να πειστεί ότι η ανάλυση μπορεί να φέρει αποτελέσματα.
Ο αστικός μύθος αναφέρει ότι ο Ρέντναπ κάλεσε μία μέρα τον Έντουαρντς απορημένος και εκνευρισμένος που το dvd της ανάλυσης ενός αγώνα δεν… «έπαιζε» στο CD-player του αυτοκινήτου του!
Τα γεμάτα απορία βλέμματα που συνόδευαν συχνά τις ματιές προς τον Έντουαρντς, στο γήπεδο και τα γραφεία της Πόρτσμουθ, δεν ήταν των παικτών.
Εντός των αποδυτηρίων, ο Άγγλος αναλυτής είχε γίνει δημοφιλής. Κάθε Δευτέρα αυξανόταν ο αριθμός των παικτών που χτυπούσαν την πόρτα του γραφείου όπου εργαζόταν, για να τους «διαβάσει» και «μεταφράσει» τα στατιστικά και τα υπόλοιπα σημαντικά στοιχεία του αγώνα του Σαββατοκύριακου που προηγήθηκε.
Παίκτες όπως οι Πίτερ Κράουτς και Ντέιβιντ Τζέιμς, που έφτασαν ως την Εθνική Αγγλίας, συνήθιζαν να αρχίζουν την εβδομάδα τους με μία κουβέντα με τον αποκαλούμενο «κομπιουτεράκια» («computer geek») της ομάδας, προκειμένου να διορθώσουν ό,τι λάθος έκαναν στο παιχνίδι που είχε περάσει.
Το γεγονός ότι ο Μάικλ Έντουαρντς είχε παίξει ποδόσφαιρο στα νιάτα του δεν έκανε εύκολη μόνο τη συνύπαρξη με τους παίκτες, αλλά κυρίως την προσαρμογή του σε ένα περιβάλλον στο οποίο αρχικά αντιμετωπίστηκε ως τρόπον τινά «εξωγήινος».
Ο τίτλος του αναλυτή ήταν σχετικά πρωτόγνωρος για την εποχή στο ποδόσφαιρο, όμως ο ίδιος δεν ήταν τεχνοκράτης.
Δεν ήταν, όπως έλεγαν οι παίκτες, «σπασίκλας» ή αλαζόνας, αλλά κάποιος που είχε βρεθεί στη θέση τους.
Η καλή σχέση με τους ποδοσφαιριστές τού έδωσε την ευκαιρία προτείνει ένα παιχνίδι προβλέψεων σκορ αγώνων Τσάμπιονς Λιγκ, με τον εκάστοτε ηττημένο να υποχρεώνεται να οδηγήσει ένα τρίκυκλο όχημα Robin Reliant στην προπόνηση!
Η δεύτερη θητεία του Ρέντναπ στην Πόρτσμουθ (αποχώρησε για τη Σαουθάμπτον το 2004, όμως επέστρεψε έναν χρόνο αργότερα) συνοδεύτηκε από επιτυχίες.
Η 9η και η 8η θέση στην Πρέμιερ Λιγκ ήταν η αρχή και η κατάκτηση του Κυπέλλου Αγγλίας το 2008 το αποκορύφωμα και της συνεργασίας με την ανάλυση του Έντουαρντς.
Αμφότεροι αποχώρησαν για την Τότεναμ, με έναν χρόνο διαφορά.
Ο Χάρι Ρέντναπ υπέγραψε στην ομάδα του Λονδίνου τον Οκτώβριο του 2008 και ο Μάικλ Έντουαρντς ακολούθησε τα ίδιο δρομολόγιο το 2009.
Ανέλαβε επικεφαλής της ανάλυσης απόδοσης και έκανε αισθητή την παρουσία του. Καθώς στον σύλλογο τόνιζαν ότι είχε ισχυρή γνώμη και δεν έκανε πίσω ακόμη και σε διαφωνίες…
Πριν από την έλευση του κόουτς Ρέντναπ, ο Νταμιάν Κομολί είχε αποχωρήσει από την Τότεναμ και το 2010 προσλήφθηκε ως διευθυντής ποδοσφαίρου στη Λίβερπουλ.
Ήταν μία από τις πρώτες κινήσεις της νέας διοίκησης των Αμερικανών και της εταιρίας Fenway Sports Group, τον Νοέμβριο του 2010.
Η Fenway Sports πίστευε πολύ στον τομέα της ανάλυσης, κάτι που εφαρμοζόταν στους Μπόστον Ρεντ Σοξ, ομάδας μπέιζμπολ στις Η.Π.Α., η οποία άνηκε στον όμιλο.
Όταν ζητήθηκε από τον Κομολί κάτι αντίστοιχο και στους «κόκκινους», εκείνος ήξερε εξαρχής τον κατάλληλο άνθρωπο. Είχε προνοήσει να απευθυνθεί στην εταιρία ProZone, με λίγες κουβέντες και λέγοντας απλώς: «Δώστε μου ένα όνομα!».
«Κυνήγησε» τον Έντουαρντς για έναν χρόνο και αφού κατάφερε να τον «στρατολογήσει», επιβεβαίωσε τη διαπίστωση ότι «μένεις έκπληκτος από το πόσο έξυπνος είναι».
Ο Κομολί, μάλιστα, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «The Independent», εξήγησε πως «αυτό μου που αρέσει κυρίως στον Μάικλ είναι ότι προκαλεί τη συμβατική σοφία, σαν τον Μπίλι Μπιν».
Ο Μπίλι Μπιν είναι άλλοτε παράγοντας των Όκλαντ Αθλέτικς, ομάδας του αμερικανικού μπέιζμπολ, τον χαρακτήρα του οποίου ενσάρκωσε ο Μπραντ Πιτ στην ταινία «Moneyball» και εμπιστεύτηκε απόλυτα την ανάλυση της απόδοσης παικτών στο «χτίσιμο» ενός ρόστερ.
Στην πρώτη τριετία του στο «Άνφιλντ», ο Μάικλ Έντουαρντς «συνέλαβε» πολλάκις τον εαυτό του σε στιγμές αμηχανίας…
Από το 2012 ως το 2015 θεωρήθηκε υπαίτιος αποτυχημένων μετεγγραφών όπως οι Κριστιάν Μπεντέκε, Λαζάρ Μάρκοβιτς και Ιάγο Άσπας και η σχέση του με τον κόουτς Μπρένταν Ρότζερς μόνο ήρεμη δεν ήταν.
Ούτως ή άλλως, ο τελευταίος, μετέπειτα προπονητής των Σέλτικ και Λέστερ, τόνιζε διαρκώς ότι «ο προπονητής πρέπει να είναι και ο τεχνικός διευθυντής» και ήθελε οι προσθήκες να έχουν μόνο τη δική του έγκριση.
Ένας ατζέντης του οποίου πελάτης αποκτήθηκε από τη Λίβερπουλ το 2014, δήλωσε ανώνυμα στην ιστοσελίδα «Bleacher Report» ότι «δεν είχα ιδέα ότι ο Έντουαρντς υπήρχε»!
Όταν όμως, τον Οκτώβριο του 2015, ο Γιούργκεν Κλοπ αντικατέστησε τον Ρότζερς, δεν είχε κανέναν δισταγμό να συνεργαστεί με τον Έντουαρντς, έχοντας και στο παρελθόν βιώσει επιτυχία σε αντίστοιχη δομή λειτουργίας, στη Μπορούσια Ντόρτμουντ.
Κι ενώ ο τεχνικός διευθυντής του επέλεγε να εργάζεται από το σπίτι του, μαζί με τους σκάουτερ και τους αναλυτές του, ο Κλοπ ζήτησε το γραφείο του Έντουαρντς, όταν εκείνος προήχθη σε αθλητικό διευθυντή, να μεταφερθεί ακριβώς απέναντι από το δικό του.
Από «numbers guy» («άνθρωπος των αριθμών»), ο Μάικλ Έντουαρντς είχε «προαχθεί» ξάφνου και σε «άνθρωπο του ποδοσφαίρου» και είχε επιβεβαιώσει τη δική του φήμη εντός των τειχών του Μέρσεϊσαϊντ.
Αν και το όνομά του έγινε ταυτόχρονα γνωστό όχι μόνο στην Αγγλία, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ο σχεδόν «κρυμμένος» Μάικλ Έντουαρντς της θητείας του Ρότζερς εμφανίστηκε για λίγο στο προσκήνιο, δίχως πάντως ο ίδιος να κινήσει αυτά τα νήματα.
Μία ημέρα μετά την απόλυση του Ρότζερς, η «Daily Mail» αποκάλεσε τον Έντουαρντς «laptop guru», επισημαίνοντας ότι η Λίβερπουλ επέλεξε εκείνον αντί του προπονητή.
Και εξηγώντας πως ο Μάικ Γκόρντον, πρόεδρος της Fenway Sports, είχε πειστεί ότι μόνο αν ακολουθήσουν το πλάνο των analytics μπορεί να υπάρξει πρόοδος.
Αναπτύχθηκε, επίσης, και φημολογία ότι ο Ρότζερς δεν πίστεψε ποτέ πως ο Φιρμίνο, ο οποίος αποκτήθηκε από τη Χόφενχαϊμ αντί 33 εκατομμυρίων ευρώ έπειτα από υπόδειξη του Έντουαρντς και των συνεργατών του, έχει την απαιτούμενη ταχύτητα να σταθεί επάξια στην Πρέμιερ Λιγκ.
Τα στατιστικά του Έντουαρντς, όμως, είχαν προβλέψει σωστά…
Οι μετεγγραφικές εμπνεύσεις των σύγχρονων σταρ των «κόκκινων» βοήθησαν την ομάδα του Κλοπ να αγωνιστεί σε δύο διαδοχικούς τελικούς Τσάμπιονς Λιγκ, να κατακτήσει το τρόπαιο το 2019 και να έχει σχεδόν εξασφαλισμένο τον τίτλο στην Αγγλία, για το πρώτο πρωτάθλημα στη χώρα έπειτα από 30 χρόνια!
Όταν ο Κλοπ επέμενε για την απόκτηση του Μπραντ της Μπάγερ Λεβερκούζεν, ο Έντουαρντς αντιπρότεινε τον Σαλάχ.
Παράλληλα, βρήκε τρόπο να ξεφορτωθεί και «βαρίδια» του ρόστερ, όπως ο Ντομινίκ Σολάνκε, τον οποίο η Λίβερπουλ υπέγραψε ως ελεύθερο από την Τσέλσι και πολυτιμότερο παίκτη του Μουντιάλ U20.
Ο νεαρός σκόραρε μόλις μία φορά σε 27 ματς, όμως ο Μάικλ Έντουαρντς έπεισε την Μπόρνμουθ να δαπανήσει 21 εκατομμύρια για να τον αποκτήσει!
Η παραχώρηση του Φιλίπε Κοουτίνιο στη Μπαρτσελόνα έμοιαζε αρχικά με επικοινωνιακή «μαχαιριά» για τους «κόκκινους», την περίοδο που στόχευαν να αποκαταστήσουν το όνομά τους και να αποδείξουν ότι επιδιώκουν την επιστροφή στην κορυφή.
Μερικούς μήνες αργότερα, και αφού ο Κλοπ είχε καθυστερήσει την μετεγγραφή του Βραζιλιάνου, όλοι θεώρησαν σωστή την εισήγηση του Έντουαρντς για πώληση.
Η Λίβερπουλ είχε αρνηθεί αρχικά, το καλοκαίρι του 2017, την πρόταση 85 εκατομμυρίων ευρώ των Καταλανών και δέχθηκε τελικά για τα… διπλάσια χρήματα (160 εκατομμύρια) να τον αποχωριστεί, τον Ιανουάριο του 2018.
Ο Κοουτίνιο δεν είχε τότε δικαίωμα συμμετοχής στο Τσάμπιονς Λιγκ, ενώ το ποσό έφτασε σε αυτό το ύψος λόγω ρήτρας από την παλαιότερη πώληση του Λουίς Σουάρες στη Μπαρτσελόνα. Όρος που ανέφερε ότι αν οι «μπλαουγκράνα» βάλουν στο μάτι ποδοσφαιριστή των «κόκκινων» ως το 2020, θα πρέπει να καταβάλλουν περισσότερα από 115 εκατομμύρια.
Τα «μαθηματικά» του Μάικλ Έντουαρντς ενίσχυσαν απρόσμενα το ταμείο της Λίβερπουλ από το 2016 κι έπειτα, με πωλήσεις και ποσά όπως 30 και 28 εκατομμύρια για τον Μπεντέκε και τον Σακό αντίστοιχα (αμφότεροι στην Κρίσταλ Πάλας) και από 15 εκατομμύρια για τον… τρίτο τερματοφύλακα, Γουόρντ (Λέστερ) και τον Άλεν (Στόουκ).
Οι «κόκκινοι» έχασαν ως ελεύθερο μόνο τον Εμρέ Τσαν και είχαν έσοδα ύψους 292 εκατομμυρίων ευρώ από πωλήσεις.
Κάτι που σήμαινε ότι ως το καλοκαίρι του 2019 (ως τότε υπάρχουν, για την ώρα, επίσημα και επιβεβαιωμένα στοιχεία) είχαν ξοδέψει λιγότερα από 150 εκατομμύρια για προσθήκες.
Στο ίδιο διάστημα, οι δύο ομάδες του Μάντσεστερ έχουν δαπανήσει περισσότερα από 330 εκατομμύρια έκαστη.
Στη θητεία του, η Λίβερπουλ εμπιστεύτηκε τον Τρεντ Αλεξαντερ-Άρνολντ και το 2018, ανανέωσε το συμβόλαιο του αρχηγού Τζόρνταν Χέντερσον.
Ο Ουίλιαμ Σαίκσπιρ είχε γράψει ότι «η ουσία ενός φιλόδοξου είναι απλώς η σκιά ενός ονείρου».
Ο Μάικλ Έντουαρντς έμαθε να κινείται στο παρασκήνιο, ωστόσο τον Σεπτέμβριο του 2019 αποκαλύφθηκε μία ιστορία που θα μπορούσε να αφήσει «σκιά» στο έργο του.
Ήταν η εποχή που αποκλήθηκε και «πονηρός», όταν οι «Times» αποκάλυψαν ότι το 2013 η Λίβερπουλ είχε «χακάρει» το σύστημα σκάουτινγκ της Μάντσεστερ Σίτι…
Η διοίκηση της Σίτι είχε απευθυνθεί σε ειδικούς ώστε να διαπιστωθεί αν έχει υπάρξει ηλεκτρονική παραβίαση και όλα τα online «αποτυπώματα» οδηγούσαν προς «Άνφιλντ» μεριά.
Στο Μάντσεστερ πονηρεύτηκαν αρχικά όταν, ξαφνικά, η Λίβερπουλ ενδιαφέρθηκε για τον Ισπανό Πάολο Φερνάντες της Σαραγόσα, ο οποίος ήταν για μήνες στο «ραντάρ» των «γαλάζιων».
Και μάλλον σιγουρεύτηκαν όταν το «χακάρισμα» παρατηρήθηκε λίγο καιρό μετά την αποχώρηση των σκάουτερ Τζούλιαν Γουόρντ και Ντέιβ Φάλοους και τη συμφωνία τους με τους «κόκκινους».
Οι δύο «ανιχνευτές» ταλέντων, μαζί με τον Μάικλ Έντουαρντς που τότε ήταν ακόμη επικεφαλής ανάλυσης, φέρονται να χρησιμοποιούσαν κωδικό πρόσβασης πρώην συναδέλφου τους,από τη Σίτι.
Οι «Times» αποκάλυψαν επίσης ότι σχεδόν άμεσα, το 2013, οι δύο ομάδες αποφάσισαν να «κουκουλώσουν» το σκάνδαλο με έναν εξωδικαστικό συμβιβασμό και αποζημίωση ενός εκατομμυρίου λιρών από τη Λίβερπουλ προς την ομάδα του Μάντσεστερ.
Ο συμβιβασμός πραγματοποιήθηκε εν αγνοία της Πρέμιερ Λιγκ, η οποία όταν αποκαλύφθηκε το θέμα αποφάσισε να ανοίξει φάκελο και να ερευνήσει την υπόθεση.
Ο ίδιος ο Έντουαρντς, πάντως, λίγο ανησύχησε από αυτή την «ετικέτα».
Οι «ταμπέλες» δεν του άρεσαν ποτέ. Κι ας είναι αποδεδειγμένα «άνθρωπος των αριθμών» και άνθρωπος των παικτών.
Αν ήταν στο χέρι του, στην πόρτα του γραφείου του δεν θα υπήρχε ούτε το όνομα ούτε η ιδιότητά του.
Για τον Μάικλ Έντουαρντς, άνθρωπο «της σκιάς», δεν μετρούν όλα αυτά. Για εκείνον, όλα κρίνονται στο χορτάρι και όλα αποτυπώνονται στο ταμείο κάθε συλλόγου στον οποίο εργάστηκε.
Προτιμά τον όρο «άνθρωπος του ποδοσφαίρου», αλλά δεν τον διατυμπανίζει κιόλας. Αποφεύγει τα Μ.Μ.Ε., διότι πιστεύει ότι η έκθεση δεν θα είναι αποδοτική για την αποτελεσματική εκτέλεση της δουλειάς του. Ούτε θα προσθέσει κάτι τόσο στο δικό του κύρος όσο και στης εκάστοτε ομάδας του.
Άλλωστε, του αρέσει που, επικοινωνιακά, όλα περιστρέφονται από τον εξωστρεφή, χαρισματικό και γεμάτο «μαγνητισμό» χαρακτήρα του Γιούργκεν Κλοπ.
Τα δικά του «ίχνη» δεν χρειάζεται να φαίνονται. Φτάνει που είναι εκείνα που οδηγούν τον Γερμανό προπονητή κάθε λίγο και λιγάκι στο γραφείο του Μάικλ Έντουαρντς.
Για κουβεντούλα, για συζήτηση για ποδόσφαιρο, για έναν καφέ και συνήθως με τα πόδια του Κλοπ πάνω στο τραπεζάκι του «μαζεμένου» αθλητικού διευθυντή του.
Τα υπόλοιπα λίγο ενδιαφέρουν τον 40χρονο παράγοντα.
Όπως έλεγε και ο Αβραάμ Λίνκολν, «ο χαρακτήρας είναι σαν δέντρο και η φήμη σαν σκιά. Η σκιά είναι αυτό που σκεφτόμαστε. Η πραγματικότητα είναι το δέντρο…».