Το 1980 είχα σταματήσει το ποδόσφαιρο.
Μετά την τελευταία μου εμφάνιση με την Εθνική ομάδα στο Κύπελλο Εθνών στην Ιταλία, έχοντας πάρει πια την ειδικότητά μου, είχα ήδη αναλάβει μεγάλες ευθύνες στο νοσοκομείο.
Παράλληλα παρέμενα όμως και γιατρός της ομάδας και έκανα προπονήσεις, καθώς ο Λουκάς Μπάρλος δεν είχε θελήσει τότε να διακόψει το συμβόλαιό μου, φοβούμενος ενδεχομένως μην πάω σε άλλον σύλλογο.
Η ΑΕΚ ταλαιπωρήθηκε σ’ εκείνο το επίμαχο εξάμηνο και, επειδή είχαμε αποκτήσει ιδιαίτερη σχέση με τον Μπάρλο, κάποια μέρα που είχε έρθει στο σπίτι μου, σε τραπέζι που έκανα σε φίλους, με απομόνωσε και μου ζήτησε να επανέλθω.
Μου είπε πως ο προπονητής μας, Μίλτος Παπαποστόλου, τον είχε ενημερώσει πως βρισκόμουν σε καλή φυσική κατάσταση και με έπεισε να επιστρέψω στην ενεργό δράση.
Επιστρέφοντας λοιπόν, έπεσα πάνω στο ξεπέταγμα μιας νέας “φουρνιάς” με σπουδαίους παίκτες της ακαδημίας της ΑΕΚ, από την οποία ξεχώριζε ο Στέλιος Μανωλάς.
Με τον Στέλιο αγωνιστήκαμε τελικά μαζί για μιάμιση σεζόν, αλλά μπορώ να πω πως είναι ένας από τους πιο στενούς μου φίλους από τον χώρο του ποδοσφαίρου.
Η αρχή
Ο Μανωλάς, στο ξεκίνημά του, ήταν ένα παιδί με μεγάλο ενθουσιασμό σε όλα τα επίπεδα.
Ξεπερνούσε δε τα όρια της πραγματικότητας, γι’ αυτό και είχε και αρκετές αποβολές στις πρώτες του σεζόν. Ήταν πολύ δυναμικός!
Μάλιστα, ενώ μου έδειχνε πολύ μεγάλο σεβασμό, γινόταν ανταγωνιστικός απέναντί μου για να αποδείξει ότι αξίζει. Υπήρχε αυτή η αντίφαση.
Ο ίδιος μού λέει πως με θυμάται πολλές φορές ως αρχηγό να βάζω τις φωνές σε συμπαίκτες και προπονητή στα αποδυτήρια στο ημίχρονο για να διορθώσουμε τις ατέλειές μας. Παρότι φαινόμουν ήπιος χαρακτήρας, όντως φώναζα.
Άλλα σας διαβεβαιώ, και ας το ξεχνάει ο Στέλιος, εκείνος ως αρχηγός -όπως τον έζησα τα επόμενα χρόνια- ήταν πολύ πιο έντονος και έσπαγε τραπέζια!
Το τέλος
Μετά από 18 χρόνια στην ΑΕΚ, ο Στέλιος είχε αποσυρθεί κακήν κακώς από την ενεργό δράση εξαιτίας των σχέσεών του με τη διοίκηση Τροχανά.
Ουσιαστικά, ο παίκτης που είχε φορέσει μόνο μία φανέλα στην καριέρα του δεν είχε μπορέσει να πει «αντίο».
Και στη δική του περίπτωση, η απόσυρση κράτησε τελικά έξι μήνες.
Όταν βρέθηκα στη διοίκηση της ομάδας τον Οκτώβριο του 1997, του ζήτησα επιτακτικά να γυρίσει. «Δεν το συζητάω! Θα κατέβεις να παίξεις»!
Και κατέβηκε. Δεν ήταν θέμα χρημάτων για τον Στέλιο, ήταν θέμα φιλοσοφίας.
Τον Ιανουάριο του 1998 πήρε τη φανέλα με άλλον αριθμό (σ.σ. το «29», γιατί το «4» το φορούσε ο Άντον Ντόμπος) και έπαιξε για 13 αγώνες Πρωταθλήματος και δύο στο Κυπελλούχων.
Έτσι, όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, αποχαιρέτησε την ενεργό δράση με το κεφάλι ψηλά.
Η προσωπικότητα
Είναι κοινά παραδεκτό πως ο Μανωλάς υπήρξε σημαία για την ΑΕΚ και σημείο αναφοράς για το ελληνικό ποδόσφαιρο και γι’ αυτό είναι μεγάλη η χαρά μου που μπόρεσα να τον πείσω να κλείσει με έναν καλύτερο τρόπο την καριέρα του.
Ο Στέλιος ήταν ακέραιος αθλητής. Όταν κάποτε κέρδισε πέναλτι σε αγώνα με τη Λάρισα, παραδέχτηκε με δηλώσεις πως έκανε βουτιά σε παράβαση που καταλογίστηκε υπέρ του. Ήταν μια δύσκολη φάση, ωστόσο δεν κρύφτηκε, δεν υπόλογισε το τίμημα.
Αυτός είναι ο Στέλιος.
Πολλοί λένε πως είναι μια παρεξηγημένη προσωπικότητα. Αυτό που ήθελε πάντα είναι να περάσει κάποιες θέσεις του. Άλλοτε ήταν κοινωνικές και στάση ζωής, άλλοτε οικονομικές. Σε μερικά πράγματα λειτουργούσε με παρωπίδες. Δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του.
Στο κομμάτι της σχέσης του με την ΑΕΚ, η παρεξήγηση έγκειται στο ότι είχε την ατυχία να είναι θείος ενός παιδιού που τον ταλαιπώρησε. Ο Στέλιος έπρεπε να συνδυάσει την αγάπη του στην ομάδα και την αγάπη του στην οικογένειά του.
Επειδή τα είδα και τα έζησα, οι συμβουλές του Στέλιου στον ανιψιό του ήταν πάντα θετικές για την ΑΕΚ, εκείνος όμως είχε τη δική του νοοτροπία, τη δική του σκέψη και τον δικό του δρόμο. Εν πάση περιπτώσει, η όλη ιστορία γύρισε “μπούμερανγκ” και αυτό το πλήρωσε ο Στέλιος.
Ο Κώστας Νικολαΐδης
Η φανέλα που είχε φορέσει στον τελευταίο αγώνα του ο Στέλιος υπήρξε η αφορμή για μια συγκινητική ιστορία.
Ένας δικός μας άνθρωπος, ο Κώστας Νικολαΐδης, ο έκτος σκόρερ στην ιστορία της ΑΕΚ, έχασε ουσιαστικά το σπίτι του στην πυρκαγιά το καλοκαίρι του 2021. Μια φωτιά που έκαψε και το δικό μου σπίτι, όχι όμως ολοσχερώς.
Ο Στέλιος, παρότι δεν υπήρξαν άμεσα συμπαίκτες με τον Κώστα, όταν συμπτωματικά κατάλαβε την απίστευτη ταλαιπωρία του, σκίστηκε να τον βοηθήσει.
Η οικογένεια των Παλαιμάχων ενεργοποιήθηκε και ο Στέλιος συμβολικά προσέφερε σε ειδικό πλειστηριασμό τη φανέλα του τελευταίου του αγώνα με την ΑΕΚ.
Έστω και με αυτόν τον τρόπο, ήρθε στη δημοσιότητα το όνομα του Κώστα Νικολαΐδη. Δουλευταράς, αδικημένος σε σχέση με την αναγνωρισιμότητα που έχει λάβει, ένας συνεπής άνθρωπος σε εποχές που η συνέπεια ήταν δύσκολη. Παικταράς και κολλητός με τον Μίμη Παπαϊωάννου μέσα και έξω από τον αγωνιστικό χώρο. Ήταν “τσαλαβούτας”, δεν τον σταματούσε τίποτα, κυνηγούσε την μπάλα, δεν την έχανε με τίποτα. Χτυπούσε όλα τα πέναλτι και δεν είχε χάσει ούτε ένα.
Ο Κώστας ήταν από τα άτομα που πρόσφεραν στην ομάδα χωρίς περιττούς εντυπωσιασμούς. Θα θυμάμαι πάντα πως το Πρωτάθλημα του 1971 το κερδίσαμε μέσα στη Λεωφόρο με δικό του γκολ. Έπαιζα στον Ατρόμητο τότε, αλλά είχα βρεθεί ως φίλαθλος στο γήπεδο.
Φεύγοντας από την ΑΕΚ, απομακρύνθηκε από τα φώτα, ουδέποτε υπήρξε “ζήτουλας” της δημοσιότητας.
Το ίδιο ισχύει και με τον Μανωλά.
Κατά καιρούς έχει δεχθεί πολλές προτάσεις να αναλάβει προπονητική θέση, τις οποίες αρνείται, ενώ έχει και τα προσόντα και τα διπλώματα.
Θα ήταν ένας καλός προπονητής και το απέδειξε με τη σύντομη παρουσία του το 2016 και την κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδος.
Δεν θέλησε να μπει στον ποδοσφαιρικό κυκεώνα και αυτή είναι μια απόλυτα σεβαστή επιλογή του.
Ο Στέλιος είναι ένας πολύ ευαίσθητος άνθρωπος κι έτσι είναι και απόλυτος στις απόψεις του, οπότε παρεξηγείται, όταν βλέπει το παραμικρό ψεγάδι σε κάθε σχέση.
Η δική μας είναι σχέση ζωής και είμαι περήφανος γι’ αυτό.
Επιμέλεια κειμένου: Λουκάς Μαστροδήμος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Παντελής Νικολάου: Οι Χήρες των Σ.Κ. / «Θα έρχεσαι για μένα στο γήπεδο» /Μια Άγνωστη Ιστορία /Ο Μίμης ήταν εκεί για μένα
Τάκης Καραγκιοζόπουλος: Βρε παππού, όλους τους ξέρεις;
Αντώνης Μήνου: Φύλακας Εστίας / Ηλίας Ατματσίδης: Τεμέτερον
Βαγγέλης Βλάχος: Ζωή Παραμυθένια