Δύο κατά μέτωπο επιθέσεις, καλύτερα εφορμήσεις, προς το αντίπαλο καλάθι.
Προς το μέρος όπου δέσποζε ο ψηλότερος μπασκετμπολίστας του πλανήτη στη μία περίπτωση, προς το μέρος όπου περίμεναν μερικοί από τους καλύτερους αμυντικούς του πλανήτη στην άλλη.
Απονενοημένα διαβήματα, θα έλεγε κανείς. Όμως όχι. Στην πρώτη φάση, είναι ο ίδιος ο Κλιφ Λέβινγκστον που δέχεται την μπάλα από τον Τζον Κόρφα ακριβώς έξω από το τρίποντο. Εν στάσει, ούτε καν εν κινήσει. Δύο ντρίμπλες, ίσα για να πάρει φόρα -και κάρφωμα, πάνω από τον ύψους 2.31μ. Γκεόργκε Μουρεσάν, στο Πο.
Στη δεύτερη φάση, ο Αμερικανός πάουερ φόργουορντ κάνει την πάσα. Μια απλή, απλούστατη μεταβίβαση της μπάλας στον Μάικλ Τζόρνταν, ο οποίος βρίσκεται στο ύψος των βολών. Μπροστά του υπάρχουν όμως, μέσα στη ρακέτα, τέσσερεις παίκτες των Λέικερς. Οι δύο δεν προλαβαίνουν να τον πλησιάσουν. Οι άλλοι βλέπουν (;) τον «Air» να απογειώνεται ανάμεσά τους και να καρφώνει με το δεξί χέ… ωωωπ, λάθος! Τελευταία στιγμή αλλάζει χέρι, μένει με ένα σπάσιμο της μέσης στον συνώνυμό του (τον αέρα), αφήνει την μπάλα με το αριστερό στο καλάθι, καθώς περνάει κάτω από αυτό.
«Μάγκα, έκανα και γαμώ τις πάσες» («Man, I made a hell of a pass»), θα σχολιάσει ο Λέβινγκστον, σε μία ατάκα μάλλον εμπνευσμένη από εκείνη του Στέισι Κινγκ έναν χρόνο νωρίτερα. Το 1990, τότε που ο έτερος ψηλός των Μπουλς είπε πως «θα θυμάμαι πάντοτε τον αγώνα που εγώ κι ο Μάικ σημειώσαμε 70 πόντους». Ο Κινγκ είχε βάλει έναν και ο συμπαίκτης του 69…
Ένα από τα εμβληματικότερα καρφώματα στην ιστορία των ελληνικών συλλόγων και δη σε διεθνείς διοργανώσεις, ένα από τα εμβληματικότερα καλάθια στην καριέρα του κορυφαίου μπασκετμπολίστα όλων των εποχών. Με πρωταγωνιστή και κομπάρσο το ίδιο πρόσωπο. Ρόλοι ενδεικτικοί της μεν παρουσίας του στη Θεσσαλονίκη, ως σημαίνον (πρόσωπο) μιας ομάδας που είχε στόχο την ευρωπαϊκή κορυφή, της δε καριέρας του στο ΝΒΑ, με συμπληρωματική παρουσία.
Και εδώ και εκεί, η εμφάνισή του μέσα στις τέσσερεις γραμμές δεν περνούσε ποτέ απαρατήρητη. Συνεπαγόταν μόνο καλά νέα για τις ομάδες του, εξ ου και το παρατσούκλι «Good News» που του το κόλλησαν ήδη από τα κολεγιακά του χρόνια.
Συνοδοιπόρος του Ντόμινικ Γουίλκινς επί έξι σεζόν στην Ατλάντα, πολύτιμο γρανάζι στο Σικάγο των δύο πρώτων τίτλων, πιο θεαματικός παίκτης του ΠΑΟΚ, στη χρονιά που είχε συγκεντρώσει ίσως το περισσότερο ταλέντο από κάθε άλλη φορά.
Ο Πρωταθλητής από το μέρος των άτιτλων
Εκτός από την πιο γνωστή πόλη στο νότιο κομμάτι της Καλιφόρνιας, λίγο πάνω από τα σύνορα με το Μεξικό, το Σαν Ντιέγκο είναι η μεγαλύτερη πληθυσμιακά στις ΗΠΑ δίχως κανέναν τίτλο στις τέσσερεις μεγάλες επαγγελματικές λίγκες. Δηλαδή το ΝΒΑ, το ΜLB (μπέιζμπολ), το ΝFL (φούτμπολ) και το NHL (χόκεϊ). Για ένα Πρωταθληματάκι του AFL το 1963 έχει να καμαρώνει, πριν τη συγχώνευση με το NFL. Ακόμα κι αν το λάβουμε υπ’ όψιν, μετά τον θρίαμβο των Καβαλίερς το 2016 (και το σπάσιμο της «Κατάρας του Κλίβελαντ»), το Σαν Ντιέγκο είναι η πόλη με τη μεγαλύτερη αποχή από τίτλους στη Βόρεια Αμερική.
Σε αυτό το μέρος γεννιέται στις 4 Ιανουαρίου 1961 και μεγαλώνει ο Κλίφορντ Γιουτζίν Λέβινγκστον. Φοιτά στο τοπικό χάισκουλ, Σάμιουελ F.B. Μορς (ναι, από τον εφευρέτη του τηλεγράφου έχει πάρει το όνομά του), και μαθαίνει να… αποκωδικοποιεί κάθε δύσκολη κατάσταση πάνω στο παρκέ. Αντιλαμβάνεται επιπλέον ότι μπορεί να κάνει καριέρα ως επαγγελματίας μπασκετμπολίστας.
Είναι ένας απίστευτα δυνατός και εκρηκτικός νεαρός, ο οποίος φτάνει τα 203 εκατοστά και φεύγει για το κολέγιο Γουίτσιτα Στέιτ, στο Κάνσας. Συνθέτει το δίδυμο των «Bookends» με τον παρτενέρ του στη φροντ λάιν και συνοδοιπόρο επί χρόνια και στο ΝΒΑ, Αντουάν Καρ (που κατά σύμπτωση θα έρθει επίσης στην Ελλάδα, κλείνοντας την καριέρα του στον Ιωνικό Νέας Φιλαδελφείας), κατακτά και τους πρώτους του τίτλους, σε επίπεδο περιφέρειας του NCAA. Προς το παρόν δεν μπορεί να φανταστεί ότι θα πάρει τέτοιους και στο ΝΒΑ.
Πηδάει στον Θεό, είναι τρομερός hustler, ακόμα δεινότερος ριμπάουντερ.
Βγάζει και τις τρεις χρονιές του εκεί με μέσους όρους νταμπλ-νταμπλ, φτάνει να έχει 18.5 πόντους και 11.4 ριμπάουντ το 1980-1981, όταν οι σχετικά άσημοι Σόκερς φτάνουν μέχρι τους «8» του τελικού τουρνουά. Έναν χρόνο αργότερα και παρά τη μικρή πτώση στα νούμερά του, αποφασίζει να δηλώσει πρόωρα συμμετοχή στο ντραφτ.
Συμβουλεύεται τη μητέρα του και τον προπονητή του στο Λύκειο, προχωράει -κι ας έχει έρθει στο Γουίτσιτα Στέιτ ένας φόργουορντ σκέτος δυναμίτης, ονόματι Εξέιβιερ ΜακΝτάνιελ. Ένατο πικ ο Κλιφ το 1982, λίγο πίσω από το Νο.2, το οποίο δεν είναι άλλο από τον Ντόμινικ Γουίλκινς. Ο Λέβινγκστον επιλέγεται από τους Πίστονς και καθιερώνεται στο “4”. Στο NCAA έπαιζε και στο “5”.
Το πιο περίεργο, το πιο παραγωγικό ματς της ιστορίας
Φέρνει στο Ντιτρόιτ μούσκουλα και παιχνίδι κοντά στο καλάθι, μαζί και το πηγαίο του χαμόγελο. Την πάντα θετική, ευχάριστη παρουσία του στα αποδυτήρια. Φέρνει το χιούμορ που θα τον καθιερώσει επίσης ως πλακατζή και φαρσέρ στην κορυφαία λίγκα του πλανήτη.
Τον Δεκέμβριο του 1983 είναι παρών στο πιο παραγωγικό παιχνίδι όλων των εποχών στο ΝΒΑ, Πίστονς-Νάγκετς 186-184, κατόπιν τριών παρατάσεων. «Έβαλα δύο πόντους, άρα εγώ το έκρινα. Έγραψα ιστορία», έχει να πει ο πενταδάτος (!) φόργουορντ, για τον αγώνα στον οποίον οι άλλοι τέσσερεις βασικοί συμπαίκτες του έχουν βάλει 140 πόντους.
Ανταλλάσσεται στην Ατλάντα το 1984, μαζί με τον κολεγιακό φίλο του, τον Καρ. Στην πόλη της Τζόρτζια θα ζήσει τα περισσότερα και τα πιο καλά σε ατομικό επίπεδο χρόνια του. Γίνεται και διψήφιος σε πόντους τη σεζόν 1987-1988, 6-7 ριμπάουντ μέσο όρο τα έχει σταθερά, μετά τον Γουίλκινς εξελίσσεται στον πιο θεαματικό παίκτη των Χοκς. Στις προπονήσεις είναι ο Λέβινγκστον που συνήθως μαρκάρει τον κατοπινό Πρωταθλητή Ευρώπης με τον Παναθηναϊκό.
Αξιόπιστος αμυντικός, με κινήσεις πλέον και μακριά από την μπάλα στην επίθεση. Και βιονικός. Ποτέ του δεν χάνει πάνω από δέκα ματς σε μια αγωνιστική περίοδο, ένα… σχεδόν τριετές φεγγάρι δεν απουσιάζει ούτε μια φορά. Γίνεται και ο NBAer που επιστρέφει σε αγώνα από τον οποίον έχει αποβληθεί με έξι φάουλ! Είμαστε στο 1986 και το Σολτ Λέικ Σίτι.
Τα «Γεράκια» έχουν ταξιδέψει χωρίς τον τραυματία ηγέτη τους και τον Καρ. Μέσα στον αγώνα κόντρα στους Τζαζ του Καρλ Μαλόουν και του Κάρεϊ Σκάρι συμπληρώνουν έξι φάουλ οι πέντε από τους δέκα παίκτες τους. Τελευταίος χρονικά, στα 35’’ πριν το τέλος, ο Λέβινγκστον. Στο καπάκι αποβάλλεται και ο Ντοκ Ρίβερς.
Ο διαβασμένος κόουτς, Μάικ Φρατέλο, ξέρει ότι βάσει κανονισμού μπορεί να επιστρέψει στο παρκέ ο τελευταίος αποβληθείς παίκτης (με κόστος μία βολή αντιπάλων εν είδει τεχνικής ποινής), προκειμένου να μη μείνει μία ομάδα με τέσσερεις. Κι έτσι, στα επτά τελευταία δευτερόλεπτα ο άνθρωπός μας είναι και πάλι στο παρκέ, στην ήττα 109-105.
Είναι μέσα και στο τέλος του έκτου ανατολικού ημιτελικού του 1988. Αντίπαλος η Βοστώνη, σε μια κλασική κόντρα των ‘80s στη συγκεκριμένη περιφέρεια. Η μεγάλη ευκαιρία της Ατλάντα να πανηγυρίσει μια τεράστια πρόκριση επί της φιναλίστ την προηγούμενη χρονιά. Εντός έδρας, μπροστά 3-2 οι Χοκς. Μα πίσω 102-100 στο σκορ. Η επαναφορά δική τους, 5’’ πριν τη λήξη. Η μπάλα στα χέρια του Κλιφ! Του δίνουν τον αριστερό διάδρομο, το λέι απ είναι άτσαλο. Τζίφος. Και αποκλεισμός, στο Game 7.
Πιο πριν, το 1985 και στο ματς στο οποίο (στην ουδέτερη Νέα Ορλεάνη) ο Λάρι Μπερντ είχε κάνει το ρεκόρ στην ιστορία του Σέλτικς με την 60άρα απέναντι στον εξίσου τρομερό σκόρερ Γουίλκινς, τα «Γεράκια» δεν έκατσαν να σκάσουν. Βγήκαν σε ένα μπαρ και στο τραπέζι του «Human Highlight film» ήρθε μια σαμπάνια. «Thanks. From Larry», την συνόδευε ένα ιδιόχειρο σημείωμα. Μέχρι να συνειδητοποιήσει ο φουρκισμένος «Νικ» τι γινόταν, τον είχε αγκαλιάσει ο υπεύθυνος της φάρσας. Ο Λέβινγκστον…
What time is it? Ring time!
Καλή, χρυσή η Ατλάντα, αλλά προοπτικές τίτλου δεν διαφαίνονταν πλέον. Ο φίλος μας παρατάει τετραετές συμβόλαιο άνω των 4 εκατ. δολαρίων και υπογράφει στους Μπουλς το 1990 για 1+1 και ουσιαστικά για μόλις ένα “χαρτί” εγγυημένο. Θέλει δαχτυλίδι και το θέλει τώρα. Ο Μάικλ Τζόρνταν να δείτε…
Επιλογή του κόουτς Φιλ Τζάκσον περισσότερο και όχι του Τζένεραλ Μάνατζερ, Τζέρι Κράουζ, πιο κοντά στα αποδυτήρια με τον «MJ» παρά με τον Σκότι Πίπεν, τον οποίον άλλωστε αναλαμβάνει να…σκληραγωγεί (μαρκάροντάς τον, α λα Γουίλκινς στους Χοκς) στις προπονήσεις, ο Λέβινγκστον παίζει λίγο. Δεκατρία λεπτά κατά μέσο όρο στη διετία του στο Σικάγο. Αφενός όμως πετυχαίνει τον στόχο του, αφετέρου αναδεικνύεται σε σημαντική φιγούρα της ομάδας.
“Νονός” του περίφημου τελετουργικού πριν από κάθε ματς, όταν οι παίκτες μαζεύονται, προτού βγουν στο παρκέ, και φωνάζουν «What time is it? Game time! Who!», o δυναμικός πάουερ φόργουορντ βγαίνει μπροστά και μετά την ήττα στον εναρκτήριο τελικό με τους Λέικερς. Παρεμπιπτόντως, απέναντί τους είχε κάνει μια ματσάρα (και ρεκόρ) το 1988, με 29 πόντους και 16 ριμπάουντ.
NBA finals του 1991 πλέον και οι «Λιμνάνθρωποι» κάνουν το μπρέικ στη «Windy city». Αναλαμβάνει να ανυψώσει το ηθικό το αναπληρωματικό “4άρι” των Μπουλς. «Μη μασάτε, όλα είναι ok. Έχουμε ακόμη τις πιθανότητές μας, πάμε να τους σκουπίσουμε», δίνει το σύνθημα. Ο Τζόρνταν τού λέει με τρόπο ότι «σκούπισμα είναι το 4-0, εμείς χάσαμε ήδη». «Ε, ας τους σκουπίσουμε από τώρα και μετά», η ατάκα του ετοιμόλογου Κλιφ.
Όπερ και εγένετο. Το 4-1 φέρνει τον τίτλο στο Σικάγο, για το οποίο ο (σκέτο εδώ, χάριν συντομίας) «News» αποδεικνύεται κομβικός στο πιο σημαντικό παιχνίδι της σειράς. Το τρίτο, μια και μετά την ισοφάριση σε 1-1, η παρέα του «MJ» πηγαίνει στο Λος Άντζελες. Ανταποδίδει το μπρέικ και ανακτά το πλεονέκτημα έδρας, σε αγώνα που κρίνεται στην παράταση. Στο 104-96 ο Λέβινγκστον χρησιμοποιείται 20 λεπτά και βάζει 10 πόντους με 5/5 δίποντα (περισσότερους έχουν μονάχα οι Τζόρνταν, Πίπεν και Χόρας Γκραντ), κατεβάζει 4 ριμπάουντ, ρίχνει 3 τάπες! Μετά την παρέλαση των Πρωταθλητών, αποκαλύπτει ότι και ο ίδιος είχε κάνει δύο εμετούς στο περιθώριο του Game 1 από το άγχος.
Όσο για το repeat, «το ερώτημα δεν ήταν αν θα παραδίδαμε τα σκήπτρα αλλά το πόσο άσχημα θα δέρναμε τους αντιπάλους μας σε κάθε ματς», θα πει σε συνέντευξή του στο «townepost.com». Δις διψήφιος στην ποστ σίζον του 1992, αλλά στην garbage time αγώνων βλέπει τον χρόνο του να συρρικνώνεται κι άλλο. Είναι ακόμη 31 ετών, θέλει να παίζει περισσότερο. Και να πληρώνεται καλύτερα. Αν αυτά μπορεί να τα εξασφαλίσει στην Ευρώπη, θα πάει στην Ευρώπη.
Το ντόμινο, η κόκα κόλα, το σύνθημα
Ποιος θυμάται ότι το καλοκαίρι του 1992 προσγειώνεται στη Θεσσαλονίκη ο Σάσα Βολκόφ για τον ΠΑΟΚ; Δεν τα βρίσκουν τελικά, καθυστερεί να απαντήσει και ο Γουόλτερ Μπέρι των νωπών εξαιρετικών εμφανίσεών του στον Άρη. Τελικά καταλήγει στην πιο φθηνή επιλογή του Ερλ Χάρισον ο Ντούσαν Ίβκοβιτς.
Ο μόλις δίμετρος σέντερ του Παγκρατίου παίρνει τη μεγάλη ευκαιρία, από την ομάδα που χτίζεται για να τα σαρώσει όλα. Προορίζεται για “4άρι”, το οποίο θα παίζει και στο “5”, όταν θα παίρνει ανάσες ο Παναγιώτης Φασούλας και δεν θα προτιμάται ο Χρήστος Τσέκος. Μόνο που ο Αμερικανός με τα βροντερά καρφώματα παθαίνει ολική ρήξη συνδέσμων σε ένα φιλικό με το UCLA στο Μπόρμιο και τον αντικαθιστά ένας φόργουορντ-σέντερ με βροντερότερα (sic) καρφώματα -και με τετραπλάσιες αποδοχές.
Συμφωνεί για πάνω από 1.3 εκατ. δολάρια με τον «Δικέφαλο του Βορρά» και του Νίκου Βεζυρτζή ο Λέβινγκστον -και ανακαλύπτει έναν διαφορετικό πλανήτη. Εκπλήσσεται από τους αρειμάνιους καπνιστές στα γήπεδα, κάνει δεύτερες σκέψεις, όταν γίνεται στόχος κερμάτων στη Γλυφάδα στο ματς με τον Παναθηναϊκό του Στόγιαν Βράνκοβιτς (τον οποίον παρεμπιπτόντως είχε φιλοδωρήσει με ένα τρομερό μπλοκ σε αγώνα Μπουλς-Σέλτικς), μα γρήγορα γουστάρει την όλη φάση.
Στο προαναφερθέν “διπλό” επί του «Τριφυλλιού» έχει καταγράψει 18-10, ολοκληρώνει τη σεζόν με μέσους όρους 13.9 πόντων και 11 ριμπάουντ στην Α1 (εντάξει, και με μόλις 8/40 τρίποντα), με 16.5 και 11.5 αντιστοίχως στο Κύπελλο Πρωταθλητριών. Σε όλα ανεξαιρέτως τα ευρωπαϊκά ματς διψήφιος στο σκοράρισμα, με 23 ριμπάουντ (!) κόντρα στη Σκαβολίνι, με λίγα και καλά τρίποντα (8/15).
Κούπα δεν σηκώνει. Κάνει ο φουκαράς ό,τι μπορεί βέβαια στους κρίσιμους αγώνες. Πέραν της καρφωματάρας στα μούτρα του Μουρεσάν, έχει 36 πόντους και 21 ριμπάουντ στους δύο νικηφόρους προημιτελικούς με την Ορτέζ. Στον πικρό ημιτελικό του Final 4 του ΣΕΦ με την Μπένετον, είναι ο δεύτερος σκόρερ της παρέας του μετά τον Μπάνε Πρέλεβιτς και ο καλύτερος ριμπάουντερ (18-12, με επτά επιθετικά). Στον πρώτο εγχώριο ημιτελικό με τον Ολυμπιακό, όπου ο ζαλισμένος από την αποτυχία στο Φάληρο, ΠΑΟΚ, βάζει μονάχα 48 πόντους (και δέχεται 57), ο Αμερικανός παρόλ’ αυτά σημειώνει 20!
Έχει φέρει με τα νερά του τον «Σοφό» και πίνει τις κόκα κόλες του σε κάθε γεύμα, απολαμβάνει τη μοναξιά του στο δωμάτιο των ξενοδοχείων στις αποστολές εκτός έδρας, ακούει το όνομά του να γίνεται σύνθημα. «Κλιφ, Κλιφ, Κλιφ»! Σήμα-κατατεθέν του το κάρφωμα και με τα δύο χέρια, αφότου τα έχει φέρει πρώτα πίσω από το κεφάλι του.
Πιστώνει στον Κεν Μπάρλοου (που τραβιέται στο «3» τη συγκεκριμένη χρονιά) τη γρήγορη προσαρμογή του, κατά πώς θα αναφέρει στο «Sport24», θέλει να μείνει εξασκώντας τη σχετική οψιόν, μα δέχεται πρόταση με μειωμένες αποδοχές. Επιλέγει να συνεχίσει στην Μπάκλερ Μπολόνια, παίρνει στην Ιταλία εν τέλει το Πρωτάθλημα. Δεν το διασκεδάζει όπως εδώ, κλείνει την καριέρα του πίσω στο ΝΒΑ και με ελάχιστο χρόνο στους Ντένβερ Νάγκετς του Ντικέμπε Μουτόμπο.
Από το 2000 ακολουθεί καριέρα προπονητή σε μικρές λίγκες της πατρίδας του. Μέχρι και ασίσταντ στους Χάρλεμ Γκλοουμπτρότερς έχει διατελέσει. Πρωταθλητής και του USBL με τους Ντοτζ Σίτι Λέτζεντ, στους οποίους είχε παίκτες τους γνώριμούς μας από το Ελληνικό Πρωτάθλημα, Τζαμάριο Μουν και Όλιβερ Μίλερ, έχει πια τέσσερα παιδιά, οκτώ εγγόνια, ακόμα και δισέγγονο. Μαζί με τη σύζυγό του, Βάλερι, ασχολούνται και με φιλανθρωπικά πρότζεκτ.
Καλά νέα…
CHECK IT OUT: Για το τώρα, το πριν και το πάντα (Μπάνε Πρέλεβιτς)
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: