Για εκείνον, κάθε σκέψη, κάθε ματιά, κάθε όνειρο και κάθε επιδίωξη έπρεπε να είναι ένα βήμα μπροστά.
Δίχως αυτό να σημαίνει ότι δεν ήθελε ή δεν μπορούσε να απολαύσει το «τώρα».
Ωστόσο, μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον στέρησης βασικών πραγμάτων, όμως όταν κατόρθωσε να ξεφύγει από αυτή την κατάσταση, δεν πρόταξε φήμη, πλούτη και τίτλους.
Όταν τον υποτίμησαν, δεν μόστραρε τα τέσσερα δαχτυλίδια πρωταθλητή ΝΒΑ που έχει κατακτήσει.
Δεν χρειαζόταν να διαφημίσει πως υπήρξε συμπαίκτης με τους Μάικλ Τζόρνταν, Σκότι Πίπεν, Σακίλ Ο’Νιλ και Κόμπι Μπράιαντ. Δεν είχε ανάγκη να πει ότι είχε σε τρεις διαφορετικές περιόδους προπονητή τον Φιλ Τζάκσον.
Ο χαρακτήρας του δεν θα τον έκανε, θαρρεί κανείς, να βάλει μπροστά τα 208 εκατοστά του κορμιού του για να απαντήσει.
Ο Χόρας Γκραντ ήταν «αγαθός γίγαντας», όμως δεν θα μαζευόταν και στη γωνιά του, αν ένιωθε αδικημένος.
Ο παλαίμαχος φόργουορντ των Σικάγο Μπουλς, Ορλάντο Μάτζικ, Σιάτλ ΣουπερΣόνικς και των Λ.Α. Λέικερς δεν ενοχλήθηκε ποτέ από την «ταμπέλα» του «ρολίστα» σε όλη την καριέρα του. Όμως, εκτός παρκέ, είναι μία ξεχωριστή περίπτωση ανθρώπου.
Αν και… «γεννημένος την 4η Ιουλίου» του 1965, η δική του ανεξαρτησία, στη ζωή, τον έκανε ταπεινό και το στιλιστικό σήμα-κατατεθέν του έγινε κάποια στιγμή σύμβολο αντί του bullying.
Ο Χόρας Γκραντ έγινε γνωστός για δύο κυρίως πράγματα. Για το πνεύμα του νικητή που τον έχρισε τέσσερις φορές πρωταθλητή, αλλά και για τα γυαλιά μυωπίας του.
Αυτό το αξεσουάρ, το οποίο είχε λανσάρει και νωρίτερα ο Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ, δεν ήταν πάντοτε αναγκαίο για τον άλλοτε παίκτη των Μπουλς και Λέικερς.
Τουλάχιστον, δεν ήταν απαραίτητο για τα μάτια του.
Ο Γκραντ, ο οποίος είχε σχεδόν χάσει την όρασή του στο ένα μάτι, άρχισε να φορά τα γυαλιά στην αρχή της σεζόν 1990-1991, χρονιά που οι Μπουλς κατέκτησαν τον παρθενικό τίτλο τους.
Ο «χοντρός» σκελετός και το λάστιχο που εφάρμοζε το ζευγάρι στο πρόσωπό του έγιναν συνώνυμο του Αμερικανού, καθώς ο γιατρός του, Ντέιβιντ Ορθ, είχε εξηγήσει πως «χωρίς αυτά δεν είχε αίσθηση του οπτικού βάθους και σε συνθήκες αγωνιστικής πίεσης δεν ήταν αποτελεσματικός».
Μονάχα που τα γυαλιά αρχικά δεν βόλεψαν τον Χόρας, έπειτα από χτύπημα του Τσαρλς Όουκλι στα πλέι οφς κόντρα στους Νικς και άρχισε να φοβάται τις επαφές στη ρακέτα.
Αποφάσισε να τα αποσύρει για τη συνέχεια της ποστ-σίζον, όμως στον πρώτο Τελικό με τους Λέικερς (σε μία σεζόν που κατέγραψε μ.ό. 12,8π. και 8,4ριμπ.) πέτυχε μόλις έξι πόντους, στην ήττα 93-91 μέσα στο Σικάγο.
Όταν τα φόρεσε και πάλι, μέτρησε 20π. με 10/13 σουτ στον δεύτερο αγώνα και 22π. με 9/11 σουτ και 11ριμπ. στον τρίτο και οι Μπουλς ανέτρεψαν τα δεδομένα, κατακτώντας το δαχτυλίδι με 4-1 νίκες.
Δεν το θεώρησε γούρι. Απλώς άρχισε να ακούει τους γιατρούς.
Όταν αποφάσισε να υποβληθεί στην επέμβαση Lasik για να διορθώσει το πρόβλημα, όμως, επέλεξε να μην βγάλει τα γυαλιά από το κεφάλι του.
Όταν έπειτα από χρόνια, το 2016 και μία ντουζίνα έτη από τότε αποχώρησε, τον ρώτησαν γιατί επέμενε να φορά το ζευγάρι χωρίς φακούς συνταγής, ενώ δεν χρειαζόταν, αποκάλυψε σε ένα podcast τον ιδιαίτερο λόγο του.
«Έρχονταν στα παιχνίδια γονείς και παππούδες ή γιαγιάδες και με ευχαριστούσαν που τα φοράω, την περίοδο που τα είχα ανάγκη…
»Μου έλεγαν πως πολλά παιδιά ή εγγόνια τους έπεφταν θύμα bullying και άστοχου χιούμορ επειδή φορούσαν γυαλιά ενώ έκαναν αθλητισμό. Άκουσα τόσες φορές αυτή την ιστορία που με έκανε να αποφασίσω να συνεχίζω να τα φορώ για να δείξω ότι είναι κουλ να τα έχεις και να σταματήσουν να κοροϊδεύουν εκείνα τα παιδιά»!
Ο ίδιος ο Χόρας Γκραντ γνώριζε από δυσκολίες όσο ήταν κι αυτός παιδί.
Γεννήθηκε στη Σπάρτα της Τζόρτζια, μία πόλη 1.500 κατοίκων και μεγάλωσε σε ένα σπίτι δίχως νερό και ρεύμα…
Η οικογένεια Γκραντ έκανε μπάνιο μαζεύοντας νερό με τους κουβάδες από ένα μικρό πηγάδι στην αυλή τους και το έριχναν σε μία μικρή μπανιέρα.
Κάποιος έπρεπε να κρατά τη λάμπα ψηλά, αν ήταν βράδυ, ενώ ο Χόρας με τον δίδυμο αδερφό του, Χάρβεϊ, κυνηγούσαν ρακούν ή σκίουρους στο δάσος, για δείπνο.
Αισθάνονταν τυχεροί όταν έπιαναν, όχι πολύ τακτικά, κάποιο ελάφι…
Ο πατέρας τους, Χάρβεϊ Λι, ήταν ξυλουργός και η μητέρα τους, Γκρέιντι Μέι, οικιακή βοηθός και συνήθως εργάζονταν όλη μέρα για να μεγαλώσουν τα τέσσερα παιδιά τους.
Μέχρι ο μετέπειτα παίκτης των Μπουλς να πάει στο γυμνάσιο, στην οικία τους δεν υπήρχε καθαρό, τρεχούμενο νερό.
Ο Χόρας, που πάσχιζε από μικρός να ακολουθήσει τη μητρική συμβουλή να είναι καλός στα μαθήματα και να μείνει μακριά από μπελάδες με ναρκωτικά, ώστε να ξεφύγει από τη Σπάρτα, δεν ένιωθε άσχημα για όλα αυτά.
Συνήθιζε να λέει την χαρακτηριστική ατάκα «χρειάζεται ένα χωριό για να αναθρέψεις μία οικογένεια» και ακόμη και όταν άρχισε να ξεχωρίζει στο πανεπιστήμιο Κλέμσον, τόσο για τις μπασκετικές όσο και για τις ακαδημαϊκές επιδόσεις του, επέμενε ότι «κοιτάω χαμηλά».
Δεν έχει ξεχάσει ποτέ τη φράση «ταπεινό ξεκίνημα» και με αυτό πορεύτηκε όλη τη ζωή του.
Ένα παιδί που μεγάλωσε στην φτώχεια, πέτυχε να λάβει πτυχίο φιλολογίας και να κερδίσει περίπου 68 εκατομμύρια δολάρια στην 17χρονη καριέρα του στο ΝΒΑ.
Εικόνες πολύ μακρινές από την πρώτη φορά που έπιασε την πορτοκαλί μπάλα στα χέρια του και είχε φιλοδοξία να ενταχθεί στους πεζοναύτες…
Η μπάλα του μπάσκετμπολ, ενός γείτονα, ήρθε στα χέρια του Χόρας Γκραντ όταν ήταν πέντε ετών.
Ονειρευόταν μία δική του, αλλά οι οικονομικές δυσκολίες έκαναν τους γονείς του να του λένε να γίνει δημιουργικός.
Με τον Χάρβεϊ έσκαψαν το γκαζόν της αυλής ώσπου «πέτυχαν» χώμα για να «χτίσουν» το γήπεδό τους και διέλυσαν την ακτίνα μίας ρόδας ποδηλάτου, ώστε να φτιάξουν ένα καλάθι, στο οποίο σούταραν αρχικά μία «αερόμπαλα».
Στο σχολείο βίωσαν τα γεμάτα απορία ή επικριτικά βλέμματα όταν εμφανίζονταν στο γήπεδο με τρύπια παπούτσια. Αν υπήρχε ένα καλό ζευγάρι, κάποιες φορές τα δίδυμα το μοιράζονταν μία ο ένας και μία ο άλλος.
Το γυμνάσιο Χάνκοκ Σέντραλ απείχε αρκετά από το σπίτι τους.
Όμως ο κόουτς Άρθουρ Ντάνιελς, που πίστευε και στα δύο πανύψηλα παιδιά, έκανε συνολικά 90.000 μίλια (περίπου 145.000χλμ.) για να μεταφέρει τους Γκραντ, μέχρι η φαμίλια τους να μετακομίσει σε εργατικές κατοικίες κοντά στο σχολείο.
Τα δύο αδέρφια έλαβαν υποτροφία από το Κλέμσον, με μία χρονιά διαφορά. Ο Χόρας άρχισε να φοιτά το 1983 και τον ακολούθησε το 1984 ο Χάρβεϊ, ο οποίος όμως πήρε μετεγγραφή έναν χρόνο αργότερα για το πανεπιστήμιο της Οκλαχόμα.
Ο Χόρας διέπρεψε και το 1987 έγινε ο πρώτος παίκτης του Κλέμσον που αναδείχθηκε κορυφαίος παίκτης της Περιφέρειας ACC, με μ.ό. 21π.-9,6ριμπ. και 70,8% ποσοστό ευστοχίας!
Το ΝΒΑ έγινε πραγματικότητα και για τους δύο, αφού ο Χόρας επιλέχθηκε στο Νο10 του ντραφτ του 1987 από τους Μπουλς και ο Χάρβεϊ στο Νο12 το 1988 από την Ουάσινγκτον (μ.ό. 9,9π. σε 11 χρόνια με Μπούλετς, Μπλέιζερς και Σίξερς).
Όταν το 1988 ο συχωρεμένος τζένεραλ μάνατζερ των Μπουλς, Τζέρι Κράουζ, έστειλε με ανταλλαγή στη Νέα Υόρκη τον κολλητό του Μάικλ Τζόρνταν, Τσαρλς Όουκλι, (αντί του Μπιλ Καρτράιτ), ο Χορας Γκραντ έγινε βασικός.
Ήταν η τρίτη επιλογή στην επίθεση, μετά τον MJ και τον Πίπεν και οι «Ταύροι» κατέκτησαν το three-peat (1991-1993).
Η σεζόν 1993-1994, χωρίς τον Τζόρνταν που είχε αποσυρθεί προσωρινά, ήταν η καλύτερη στην καριέρα του Γκραντ, ο οποίος κατέγραψε μ.ό. 15,1π.-11ριμπ. και αναδείχθηκε για πρώτη και μοναδική φορά All Star.
Το Σικάγο, όμως, δεν αναγνώρισε οικονομικά τη συνεισφορά του και αποφάσισε να υπογράψει στο Ορλάντο.
Πέτυχε το τελευταίο καλάθι στο «Boston Garden» της Βοστόνης, στη νίκη-πρόκριση επί των Σέλτικς και στον δεύτερο γύρο η ομάδα της Φλόριντα απέκλεισε τους Μπουλς, που από τον Μάρτιο του 1995 είχαν πάλι στο παρκέ τον Τζόρνταν.
Οι Μάτζικ των Σακίλ Ο’Νιλ και Πένι Χάρνταγουεϊ έφτασαν ως τους Τελικούς, αλλά ηττήθηκαν (4-0) από το Χιούστον του Χακίμ Ολάζουον.
Έμεινε στο Ορλάντο για τέσσερις σεζόν, πριν παραχωρηθεί με ανταλλαγή στο Σιάτλ το 1999-2000.
Την επόμενη σεζόν στέφθηκε πρωταθλητής και με τους Λέικερς του Φιλ Τζάκσον και των Σακίλ και Μπράιαντ κόντρα στους Σίξερς του Άλεν Άιβερσον, ενώ το 2001-2002 φόρεσε και πάλι τη φανέλα των Μάτζικ.
Ο τότε κόουτς Ντοκ Ρίβερς, τον «έκοψε» τον Δεκέμβριο του 2002, εκτιμώντας ότι τον υπονομεύει και ο Γκραντ αποφάσισε να αποχωρήσει, προσωρινά.
Η προοπτική ενός πέμπτου δαχτυλιδιού, ωστόσο, τον έπεισε να λάβει συμπληρωματικό ρόλο στους Λέικερς του 2003-2004 (που είχαν αποκτήσει και τους Καρλ Μαλόουν και Γκάρι Πέιτον), που όμως ηττήθηκαν (4-1) από τους Πίστονς στους Τελικούς.
Ο Χόρας Γκραντ αποχώρησε οριστικά το 2004 και αφοσιώθηκε στη σύζυγο και τα έξι παιδιά τους.
Τρεις από τους ανιψιούς του -και γιους του Χάρβεϊ- ασχολήθηκαν επαγγελματικά με το μπάσκετμπολ. Ο Τζέραμι «ρίζωσε» στο ΝΒΑ και οι Τζεράι και Τζεράιαν έχουν θητεύσει στο ελληνικό πρωτάθλημα (στην ΑΕΚ ο πρώτος και συμπαίκτες, μετέπειτα, στον Προμηθέα).
Η έξωθεν καλή μαρτυρία ενός ανθρώπου μεγάλωσε στη φτώχεια, μερίμνησε με μία απλή κίνηση για το bullying και είχε γίνει Πρεσβευτής του ΝΒΑ στο φιλανθρωπικό πρόγραμμα NBA Cares, φάνηκε να χαλάει με το ντοκιμαντέρ «The Last Dance».
Σε ένα από τα δέκα επεισόδια, ο Μάικλ Τζόρνταν τον αποκάλεσε ούτε λίγο ούτε πολύ «καρφί» και «ρουφιάνο» του βιβλίου «The Jordan Rules» του δημοσιογράφου Σαμ Σμιθ, το 1992.
Το εν λόγω βιβλίο αποκάλυπτε τη σκληρή συμπεριφορά του Τζόρνταν σε πολλούς συμπαίκτες του, με ισχυρισμούς για γροθιές στον Ουίλ Περντιού (πριν από τον αντίστοιχο καυγά με τον Στιβ Κερ) και συνεχείς προσβολές στον Μπικ Καρτράιτ.
Λόγω της φιλίας του Γκραντ με τον Σμιθ -την οποία ο πρώτος δεν έκρυψε ποτέ- ο σταρ των Μπουλς τον έδειξε ως υπαίτιο των «διαρροών».
Ο Χόρας Γκραντ, πάντως, σε ραδιοφωνική συνέντευξή του στο ESPN σήκωσε τα μανίκια και απάντησε πως «αν ο Μάικλ πιστεύει κάτι τέτοιο ας ερχόταν να μου το πει κατάμουτρα και θα το λύναμε σαν άνδρες!».
Η κόντρα τους, όμως, είχε και παρελθόν…
Ο Γκραντ ανέφερε ένα περιστατικό με το σερβίρισμα φαγητού κατά τη διάρκεια μίας πτήσης των Μπουλς, το οποίο επαναλαμβανόταν.
Σύμφωνα με την ιστορία του Χόρας, ο Τζόρνταν ζητούσε από την αεροσυνοδό να μην του σερβίρει έπειτα από ένα κακό ματς, λέγοντάς της «αυτός δεν έπαιξε καλά και δεν αξίζει να φάει…».
Ο Γκραντ αντέδρασε σε μία από τις περιπτώσεις και εξιστόρησε στο ESPN πως «αν κάποιος μου έπαιρνε το φαγητό, θα τον πλάκωνα στο ξύλο και δεν έχει σημασία ποιος ήταν! Όταν είπα στον Μάικλ “έλα κοντά να μου το πεις αυτό και να μου πάρεις εσύ το πιάτο”, εκείνος ούτε που κουνήθηκε, γιατί μόνο… “γάβγιζε”.
»Αν είχε τολμήσει να αγγίξει το φαγητό μου, σας διαβεβαιώνω ότι θα τις είχε φάει και δεν θα είχατε δει ούτε τα έξι πρωταθλήματα των Μπουλς ούτε το “The Last Dance”».
Ο παλαίμαχος φόργουορντ δεν ενθουσιάστηκε από το ντοκιμαντέρ, εξηγώντας πως ο δεσποτικός, σχεδόν «τύραννος» Μάικ «είχε τον τελευταίο λόγο για την παραγωγή και “κόπηκαν” πολλά πράγματα που έλεγε και θα τον έκαναν τον κακό της υπόθεσης…
»Ο Τζόρνταν με αποκαλεί “καρφί”, όμως εκείνος ήταν που είπε στην κάμερα ότι σαν ρούκι έπιασε τους συμπαίκτες του σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου με πόρνες και ναρκωτικά. Γιατί να το κάνει αυτό; Ποιος ο λόγος, έπειτα από 36 χρόνια;
»Είδαμε και τον τρόπο με τον οποίο εξέθεσε πολλές φορές τον Σκότι Πίπεν και πρώτη φορά βλέπω έναν σταρ να παρουσιάζει έτσι τον -κατά τα λεγόμενά του- καλύτερο συμπαίκτη του»…
Στις Η.Π.Α., πάντως, ο Τύπος φαίνεται ότι επιχείρησε να υπερασπιστεί τον Γκραντ, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι αν ήταν εκείνος ο “ρουφιάνος” του βιβλίου «The Jordan Rules», δεν υπήρχε περίπτωση ο Φιλ Τζάκσον να τον επιλέξει άλλες δύο φορές στους Λέικερς, με τη βεντέτα Σακίλ-Κόμπι να είναι μονίμως «κρεμασμένη» στα πρωτοσέλιδα.
Αν ο Χόρας Γκραντ θεωρεί ότι το φημισμένο ντοκιμαντέρ δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία «αγιογραφία» του Μάικλ Τζόρνταν, ο ίδιος δεν χρειάζεται κάτι τέτοιο.
Σαφώς και τον απασχολεί η γνώμη του κοινού και των συμπαικτών, όμως του αρκεί που είχε την ευκαιρία να καταθέσει και τη δική του εκδοχή.
Για τον Γκραντ, οι ταμπέλες δεν είχαν ποτέ σημασία. Δεν γκρίνιαξε και δεν έψαξε άλλοθι και δικαιολογίες στα φτωχικά παιδικά χρόνια του.
Όταν έβλεπε πως το μπασκετικό παπούτσι του ήταν τρύπιο και οι γονείς του δεν είχαν αρκετά χρήματα για να το αγοράσουν νέο, δεν έκλαιγε.
Μισούσε τη μοιρολατρία και προτιμούσε να αναζητήσει λύσεις. Είτε έψαχνε ταινία να καλύψει την τρύπα είτε δανειζόταν το ζευγάρι του δίδυμου αδερφού του, Χάρβεϊ.
Μπορεί να κουνούσε νευρικά τα γυαλιά μυωπίας που τον ενοχλούσαν στην αρχή, ωστόσο όταν διόρθωσε τη ζημιά στο μάτι του, δεν τα έβγαλε. Αφαίρεσε τους φακούς και έβαλε τζάμι, συνεχίζοντας να τα φορά, για να δώσει θάρρος στα παιδιά που αντιμετώπιζαν το ίδιο πρόβλημα όρασης και στα σχολεία έπεφταν θύμα εκφοβισμού ή κοροϊδίας…
Δεν τον πείραζε ποτέ η κριτική, αρκεί να μην τον αδικούσαν.
Τότε, ο Χόρας Γκραντ μπορούσε να προστατεύσει το… πιάτο του ακόμη και από το «αφεντικό, τον Μάικλ Τζόρνταν.
Αλλά, κυρίως, υπερασπιζόταν την υπόληψή του. Με ή χωρίς τα περιβόητα γυαλιά του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Ο «Πρώτος Χορός» του Μάικλ Τζόρνταν / Η απογείωση του Μάικλ Τζόρνταν / Νόμος Τζόρνταν
Τα… 12 λεπτά δημοσιότητας του Λουκ Λόνγκλεϊ δεν αρκούσαν στον Μάικλ Τζόρνταν
Σκότι Πίπεν: Η Σκιά Του Ινδιάνου / Η αβάσταχτη απλότητα του (περίπλοκου) εαυτού του Ντένις Ρόντμαν
Ο Άλεν Άιβερσον έγινε σύμβολο μίας κουλτούρας που δεν του στέρησε τη μπασκετική «αθανασία»