Ένα λινό πάλλευκο κουστούμι να τον καλύπτει από την κορφή του κορμού του μέχρι τα νύχια.
Μεγάλο, ένα νούμερο τουλάχιστον μεγαλύτερο από τον αγχωμένο νεαρό που μπορεί να μην το έδειχνε, αλλά ασφυκτιούσε. Ήθελε να τελειώνει όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
Η πρώτη εικόνα του ΛεΜπρον Τζέιμς ως επαγγελματίας μπασκετμπολίστας. «Ήμουν σαν τον Κάσπερ το Φαντασματάκι μέσα στο τεράστιο κουστούμι, δεν είναι και από τις στιγμές για τις οποίες περηφανεύομαι», έχει παραδεχτεί. Γελώντας.
Ο Ντέιβιντ Στερν ανέβηκε επιτέλους στη θέση του, ο 18χρονος ήδη σταρ άκουσε το όνομά του. Πρώτος φυσικά στο ιστορικό ντραφτ του 2003. Σηκώθηκε, αγκάλιασε την κυρα-Γκλόρια που τόσες θυσίες είχε κάνει για τον κανακάρη της, έδωσε το χέρι στον κομισάριο. Φόρεσε ένα κόκκινο καπέλο των Καβαλίερς, φωτογραφήθηκε με μία ίδιου χρώματος φανέλα και ξεκίνησε. Να βάζει καλάθια, να μοιράζει ασίστ, να κατακτά τίτλους, να πορεύεται στα παρκέ του ΝΒΑ, μέχρι να γίνει ο καλύτερος του πλανήτη. Μειδιώντας.
Είτε καρφώνοντας στη μούρη κάποιου άτυχου, είτε “τραμπουκίζοντάς”, τον μέχρι να φτάσει στο καλάθι με λέι απ, είτε ευστοχώντας από τα 10 μέτρα, το αμυδρό του χαμόγελο ήταν και είναι πάντα εκεί. Ελαφρύ, σε καμία περίπτωση για να γελοιοποιήσει τον αντίπαλο -μα ενδεικτικό της ανωτερότητάς του.
Ανώτερος από κάθε άλλον στην εποχή του, φτάνοντας να συγκρίνεται μέχρι και με την Αυτού Εξοχότητα, Μάικλ Τζόρνταν. Ιεροσυλία άραγε, να απειλείται (έστω και σε επίπεδο εικασίας) η πρωτοκαθεδρία του «MJ»; Το σίγουρο είναι ότι ο «LJ» άλλαξε τη μοίρα περισσότερων ομάδων.
Στο δικό του Κλίβελαντ αρίβαρε σε μια περίοδο πλήρους ανυποληψίας των «Καβς». Τους αναγέννησε, επισπεύδοντας με την παρουσία του ακόμα και την αλλαγή στο διοικητικό καθεστώς. Στο Μαϊάμι, το οποίο το σημάδεψε και το έκανε μεταφορικά κι εκείνο δικό του, έφτασε και το γιγάντωσε μεμιάς, φέρνοντας κι άλλους σούπερ σταρ μαζί του.
Δεν την σημάδεψε απλώς την ιστορία. Την επιτάχυνε, όπως μόνο αυτός μπορούσε.
«Εκλεκτός», πριν τη «βασιλεία» του
«The Chosen One». Έτσι διαφημιζόταν από το Λύκειο Σεντ Βίνσεντ-Σεντ Μέρι ο μικρός κύριος, ο οποίος είχε γεννηθεί στις 30 Δεκεμβρίου του 1984. «Ο εκλεκτός». Και επιλεγείς από τους Καβαλίερς, πρώτο πικ πάνω από τον… fail Ντάρκο Μίλιτσιτς αλλά και τον κολλητό του (ιδίως προϊόντων των χρόνων) Καρμέλο Άντονι στο Νο.3, τον Κρις Μπος και τον Ντουέιν Γουέιντ έως το 5! Με τους δύο τελευταίους έμελλε να γράψει χρυσή ιστορία στο Μαϊάμι.
Πρώτα όμως είχε Κλίβελαντ (ναι, και μετά είχε…). Σκάρτα 30 χιλιόμετρα πάνω από την ιδιαίτερη πατρίδα του, το Άκρον του Οχάιο. Σε μία από τις πρώτες του δηλώσεις, ο Τζέιμς ευχήθηκε να το φωταγωγήσει κάποια στιγμή, ώστε να μοιάζει έστω για μία βραδιά με το Λας Βέγκας. Το έκανε. Κι ας φάνταζε κομμάτι δύσκολο, προσγειώνοντας εαυτόν (που λέει ο λόγος, δεν πήρε δα αεροπλάνο για να πάει παραδίπλα) στη χειρότερη ομάδα του ΝΒΑ.
Από τις 17 νίκες της αμέσως προηγούμενης περιόδου, επτά λιγότερες από τους προτελευταίους της Ανατολής, Ράπτορς, στις (υπερδιπλάσιες…) 35. Μία λιγότερη απ’ όσες χρειάζονταν για το μπάσιμο στα πλέι οφ. Χάρη στον ρούκι της χρονιάς φυσικά. Όχι τον Τζέισον Καπόνο, τον σουτέρ που επελέγη στο Νο.31 και έκλεισε την καριέρα του στον Παναθηναϊκό, αλλά εκείνον του Νο.1.
Όχι πως αμφέβαλλε κανείς, αλλά ο τότε ατζέντης του, ο Άαρον Γκούντγουιν, τον είχε ενημερώσει εβδομάδες πριν το ντραφτ πως είχε “κλειδώσει” ως πικ των «Καβς».
Ο 18χρονος ΛεΜπρον, δίχως την παραμικρή εμπειρία από NCAA, συστήθηκε με μια 25άρα στο ντεμπούτο του και έβγαλε τη σεζόν με 21-5-6 χοντρικά σε πόντους, ριμπάουντ και ασίστ. Νούμερα που στο παρελθόν είχαν πιάσει όλοι κι όλοι δύο ρούκηδες (sic), κολεγιακής εμπειρίας βέβαια. Ο ένας ήταν ο Τζόρνταν. Ο άλλος ο Όσκαρ Ρόμπερτσον.
Ακόμη ο Τζέιμς δεν ήταν ο «Βασιλιάς». Δεν ήταν καθόλου καλός σουτέρ, έχοντας κάτω από 30% στα τρίποντα. Αλλά… να. Σχεδόν σε κάθε άλλο κομμάτι του παιχνιδιού, είτε ήταν ήδη φοβερός είτε είχε ολοφάνερα το potential ώστε να αριστεύσει. Αφήστε που, λίγο πριν σαρανταρίσει, έφτασε να βγάλει χρονιά και με 41% στα σουτ τριών πόντων…
Τύποις σμολ φόργουορντ, στην πραγματικότητα ένας πόιντ φόργουορντ που έφτιαχνε παιχνίδι στην επίθεση (όταν δεν την ολοκλήρωνε μόνος του με τα συνήθη coast to coast) και μάρκαρε παίκτες κάθε θέσης στην άμυνα, είδε το 2004 τον Κάρλος Μπούζερ να φεύγει για τη Γιούτα εξαιτίας ερασιτεχνικών χειρισμών της ομάδας του. Το βασικό (με μέσους όρους νταμπλ-νταμπλ) “4άρι” την έκανε, ο κόουτς Πολ Σάιλας απολύθηκε μεσούσης της επόμενης περιόδου, η ποστ σίζον χάθηκε ξανά. Τούτη τη φορά στην ισοβαθμία με τους Νετς.
Παρόλα αυτά, η σεζόν 2004-2005 ήταν εκείνη που σηματοδότησε την αναγέννηση του οργανισμού. Μέσα στη χρονιά είχε αλλάξει και μεγαλομέτοχο.
Ο Νταν Γκίλμπερτ έδωσε σχεδόν 400 εκατ. δολάρια για να αγοράσει έναν σύλλογο που δεν είχε δει πλέι οφ από το 1998. Γιατί; Επειδή διέθετε τον καλύτερο νέο παίκτη του πλανήτη και μαζί τη δυνατότητα να εκτοξευτεί στην κορυφή πολύ γρήγορα.
Το καλοκαίρι του 2005 ανέλαβε χεντ κόουτς ο Μάικ Μπράουν. Ανέλαβε και Τζένεραλ Μάνατζερ ο (πάουερ φόργουορντ της ομάδας στα ‘90s) Ντάνι Φέρι. Όλοι μαζί θα περνούσαν το Κλίβελαντ στο επόμενο επίπεδο την προσεχή πενταετία. Προεξάρχοντος του ανθρώπου που θα γινόταν «Βασιλιάς»…
Eξαίρεση σε κάθε κανόνα, η εξαίρεση του «Pop»
Για τον Τζορτζ Καρλ, προπονητή του Ντένβερ, ήταν «περίεργο ένα παιδί να τα κάνει όλα σωστά. Συνιστά την εξαίρεση σχεδόν σε κάθε κανόνα». Για τον Τζέιμς, κανόνας στο υπόλοιπο της ένδοξης καριέρας του έγιναν οι ποστ σίζον, οι τελικοί περιφερειών και λίγκας.
Φορώντας ακόμη κορδέλα στο κεφάλι, ψηφίστηκε MVP του All Star Game και δεύτερος πολυτιμότερος ΝΒΑer της σεζόν 2005-2006.
Στα παρθενικά του πλέι οφ έβαλε νικητήρια καλάθια σε δύο αγώνες της… νικηφόρας σειράς με τους Γουίζαρντς, έχοντάς την ξεκινήσει με τριπλ-νταμπλ. Στον δεύτερο γύρο αποκλείστηκε από τους Πίστονς. Κακό του κεφαλιού τους. Τους απέκλεισε ο ίδιος στην επόμενη ποστ σίζον. Ναι, αυτός. Σχεδόν μονάχος. Με κάθε σεβασμό στους διάφορους Πάβλοβιτς και Χιουζ, στον φίλο του, τον Ιλγκάουσκας, και τον Γκούντεν που συμπλήρωναν τη βασική πεντάδα.
Με supporting cast που κομψά θα το πούμε αδύναμο, πήρε τη ρεβάνς από τα «Πιστόνια» στους τελικούς της Ανατολής. Και από τους πρώιμους επικριτές του την πήρε. Από εκείνους που βιάστηκαν να τον κράξουν, επειδή στον εναρκτήριο αγώνα πάσαρε στο τέλος στον Ντόνιελ Μάρσαλ και δεν πήρε ο ίδιος το κρίσιμο σουτ.
Έτσι, ε; Λίγες ημέρες αργότερα, στο Game 5, ο αθεόφοβος έβαλε και τους 25 τελευταίους πόντους των Καβαλίερς, σε παιχνίδι που κρίθηκε στη δεύτερη παράταση. Έβαλε τους 29 από τους 30 τελευταίους. Μόνος του. Κυριολεκτικά. Σμπαράλιασε την ξακουστή άμυνα των αντιπάλων του, ξανά και ξανά. «Jordanesque» χαρακτηρίζεται η εμφάνισή του. Για να αποδειχθεί αμέσως μετά τρωτός, σε τόσο μεγάλο βαθμό, για τελευταία φορά στην καριέρα του…
ΝΒΑ finals, απέναντι στους Σπερς. Το master class του Γκρεγκ Πόποβιτς που έκλεισε στο «θαύμα της φύσης» τους διαδρόμους προς το καλάθι. Με ζώνες τού έδωσε το σουτ, το οποίο ακόμη εκείνος δεν είχε δουλέψει ιδιαίτερα. Και τον περιόρισε στο 36% εντός παιδιάς, βγάζοντας “σκούπα” (4-0 το Σαν Αντόνιο).
Αν τα «Σπιρούνια» έφταναν στους τελικούς και κατακτούσαν τίτλους στις… μονές χρονιές, ο άνθρωπός μας έβαλε στοίχημα με τον εαυτό του να κουβαλάει τη δική του ομάδα κάθε χρόνο έως το τέλος του δρόμου. Δεν άργησε να το πετύχει.
Δεν άργησε ούτε να γίνει ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των «Καβς», στην τρυφερή ακόμη ηλικία των 23 ετών. Το 2007-2008 ήταν και ο πρώτος σκόρερ του ΝΒΑ, τις επόμενες δύο περιόδους ήταν ο MVP του.
Τραυματιζόταν ελαφρώς και το Κλίβελαντ έχανε και έξι ματς στη σειρά, επέστρεφε και το οδηγούσε σε ακόμα μεγαλύτερα νικηφόρα σερί. Περιττό ίσως να αναφερθεί ότι ο Τζέιμς ήταν ο κορυφαίος παίκτης των «Καβς» και στις πέντε βασικές στατιστικές κατηγορίες. Περίπατοι στις ρέγκιουλαρ σίζον ακόμα και με 66 νίκες, μία λιγότερη από το απόλυτο ρεκόρ τότε, ποστ σίζον με 35.3 πόντους μέσο όρο (το 2009) από τον νεαρό κύριο, ο οποίος παράλληλα ήταν για πολλούς και ο καλύτερος αμυντικός της λίγκας! Πήρε άλλωστε τις δεύτερες περισσότερες ψήφους.
Μία Απόφαση, δύο δαχτυλίδια
Εκείνες οι αποδοκιμασίες στον πέμπτο ανατολικό ημιτελικό με κύριο αποδέκτη τον ίδιο δεν του είχαν κάτσει καλά. Το -32 από την (αουτσάιντερ) Βοστώνη είχε εξοργίσει το κοινό του Κλίβελαντ, το οποίο είχε πιστέψει στον τίτλο. Και ξέσπασε στον λάθος άνθρωπο.
Μόλις 3/14 σουτ και 15 ποντάκια, ασυνήθιστη υποτονικότητα. Άνθρωπος, θνητός, για μία βραδιά. Και μηχανή ξανά στο Game 6, στο οποίο όμως δεν είχε φανεί αρκετό το μέγκα τριπλ-νταμπλ του με 27-19-10. Βαδίζοντας προς την free agency, ως unrestricted μάλιστα, ελεύθερος να υπογράψει όπου ήθελε, δίχως να υπόκειται σε ματσαρίσματα προτάσεων από αλλού, αποφάσισε να πάει στο Μαϊάμι.
Αποφάσισε…
Η περίφημα «Decision» του 2010. Ο κόσμος δεν έπαιξε σωστά το χαρτί του ώστε να ανανεώσει ο τοπικός αστέρας, μα δεν παύει να είναι… κόσμος. Πικραμένος εν προκειμένω, από μία ακόμα ημιτελή προσπάθεια σε πλέι οφ. Το μπαλάκι περνούσε στη διοίκηση. Ποια διοίκηση όμως; Ο GM, Φέρι, αποχωρούσε ιδία θελήσει, ο κόουτς, Μπράουν, είχε μόλις πληρώσει το μάρμαρο με απόλυση.
Ακόμα περισσότερο το μπαλάκι βρισκόταν στην τεράστια παλάμη του ΛεΜπρον. Το ζούληξε από τα νεύρα του και το ξανάπιασε ως κάτοικος Φλόριντα πλέον. Όχι προτού μετατρέψει την επιλογή του σε τηλεοπτικό σόου.
Το καλοκαίρι που κυκλοφορούσαν ελεύθεροι και ο Ντιρκ Νοβίτσκι, ο Αμάρι Στάνταμαϊρ, ο Ντουέιν Γουέιντ, ο Κρις Μπος, ο «King» ανακοίνωσε μέσω «ESPN» και σε παναμερικανικό δίκτυο πως θα φορούσε στο εξής τη φανέλα των Χιτ.
Δέκα εκατ. ήταν οι τηλεθεατές στο ξεκίνημα της live εκπομπής «The Decision», πάνω από 13 εκατ. παρακολουθούσαν κανά μισάωρο αργότερα, όταν και βγήκε από τα χείλη της διάσημης περσόνας η μονοσύλλαβη λέξη.
Χιτ λοιπόν. Επειδή ο Γουέιντ είχε διαμηνύσει στον Πρόεδρο (και προπονητή του στον τίτλο του 2006), Πατ Ράιλι, ότι ήθελε να αποφορτιστεί από τα καθήκοντα του σκόρερ και να γίνει περισσότερο δημιουργός. Επειδή πρωτίστως ο Τζέιμς ήθελε γύρω του περισσότερη ποιότητα. Κι άλλους σταρ, σαν τον «D-Wade» και το έτερο εξέχον μέλος της σειράς τους (στο ντραφτ του 2003), τον Μπος, ο οποίος κατέφτασε κι εκείνος ελεύθερος από το Τορόντο στο Μαϊάμι.
Τα υπόλοιπα, για την ομάδα του κόουτς Έρικ Σπόελστρα, είναι ιστορία. Ιστορία που… επιταχύνθηκε με δύο Πρωταθλήματα την προσεχή τριετία, ενώ σε ολόκληρη την ιστορία του ο οργανισμός είχε έως τότε ένα. Το 2012 και το 2013 ο «King» έβαλε στέμμα και ως προς τους τίτλους της νέας παρέας του και ως προς τα MVP εκείνων των σεζόν και ως προς τα MVP στις τελικές σειρές κόντρα στην Οκλαχόμα και το Σαν Αντόνιο αντίστοιχα.
Σε μία από τις σπάνιες φορές που ο Τζόρνταν -με την ιδιότητα του παράγοντα- σχολίασε απόφαση (εν προκειμένω και με… κεφαλαίο το «A») παίκτη, η εκτίμησή του πως ο σύγχρονος «Βασιλιάς» της λίγκας έπρεπε να είχε μείνει στο Κλίβελαντ και να μην υποκύψει στο δέλεαρ μιας super team είχε κάνει εντύπωση.
Το αφτί βέβαια του πιο επιφανούς μέλους των «Big-3» των Χιτ δεν είχε κανέναν λόγο να ιδρώσει. Απόλαυσε το νέο του εξαετές συμβόλαιο συνολικής αξίας 110 “χαρτιών”, πήγε με τη μία σε ΝΒΑ finals, δεν αγχώθηκε που στον σχετικό θρίαμβο των Μάβερικς έμεινε στους 17.8 πόντους, ήτοι εννιά κάτω από την παραγωγικότητά του στην κανονική περίοδο.
Ξορκίζει και κατάρες
Στα τέσσερα χρόνια του στο Μαϊάμι, έφτασε ισάριθμες φορές στους τελικούς –και, αν είχε καλύτερη φυσική κατάσταση σε εκείνους του 2014 με τους Σπερς, όταν ταλαιπωρούνταν από κράμπες, μπορεί να είχε κάνει και το three-peat. Επαναπαυμένος πια στις δάφνες του; Το αντίθετο.
Στις οφ σίζον δούλευε σα σκύλος, ακόμα και κοντά σε θρύλους του αθλήματος, όπως ο Χακίμ Ολάζουον, ώστε να τελειοποιήσει το post up παιχνίδι του. Μέσα στους Χιτ έμαθε να είναι αποτελεσματικός και μακριά από την μπάλα, κόβοντας προς το καλάθι και παίρνοντάς την σε σημεία όπου δεν είχε παρά να την αφήσει στο καλάθι απλά ή… βροντερά (με ένα κάρφωμα).
Στα ίδια τέσσερα χρόνια οι Καβαλίερς είχαν πάλι μαραζώσει. Καλομαθημένοι αίφνης από ΝΒΑ finals, είχαν μείνει όλο αυτό το διάστημα δίχως καν πλέι οφ! Κατάσταση πανομοιότυπη με την πενταετία που είχε προηγηθεί του ντραφταρίσματος του παιδιού από το Άκρον.
Τελευταίους στην Ανατολή τους είχε γνωρίσει ο ΛεΜπρον το 2003, τελευταίους στην Ανατολή τους άφησε να κατρακυλήσουν, στο πρώτο κιόλας έτος αφότου έφυγε.
Ε, κι αν είπαν καμιά κουβέντα παραπάνω κάποιοι, συμπεριλαμβανομένου του μεγαλομετόχου, Νταν Γκίλμπερτ, κι αν πάνω στην απογοήτευσή τους μερικοί οπαδοί είχαν κάψει τη φανέλα του, νερό κι αλάτι… Ο Τζέιμς γύρισε -κάνοντας opt out από το συμβόλαιό του- το 2014 και το έπιασε από κει που το ‘χε αφήσει. Συμμετοχή σε τέσσερεις ακόμα ΝΒΑ finals σε ισάριθμες σεζόν!
Αντίπαλος πάντα οι Γουόριορς. Στους τρεις εξ αυτών οι Καβαλίερς ηττήθηκαν. Αρκούσε όμως η πρωτοφανής στα χρονικά ανατροπή από το 1-3 το 2016 ώστε να περάσει στα κιτάπια της… αναπόφευκτης ιστορίας η επονομαζόμενη «Cleveland sports curse». Η κατάρα της πόλης ως προς την έλλειψη τίτλων σε οποιαδήποτε επαγγελματική λίγκα επί μισό αιώνα και βάλε. Επί 52 χρόνια!
Έσπασε, από τον Τζέιμς. Μπορεί να είχαν σχηματιστεί και στην ιδιαίτερη πατρίδα του «Big-3» με τους Κάιρι Έρβινγκ και Κέβιν Λοβ, μπορεί απέναντι να βρισκόταν η ομάδα με το καλύτερο ρεκόρ όλων των εποχών σε ρέγκιουλαρ σίζον, δηλαδή το Γκόλντεν Στέιτ του 73-9, μα ο τύπος δεν χαμπάριαζε.
Ένα ακόμα βραβείο MVP σε τελική σειρά ήταν τετριμμένο για τον ίδιο. Έγινε ο πρώτος ΝΒΑer ever με τους περισσότερους πόντους, ριμπάουντ, ασίστ, κλεψίματα και κοψίματα σε μια σειρά πλέι οφ (ναι, στην τελική, συμπεριλαμβανομένων και των αντιπάλων του, έτσι;), ήταν φανταστικός και στην πρώτη νίκη φιλοξενούμενων σε Game 7 τελικών από το 1978.
Και επειδή όσα κάνει είναι μοναδικά, το οριστικό άρθρο «the» δεν κοτσάρεται μονάχα στην απόφαση που είχε πάρει το 2010 («The Decision») αλλά και στο απίθανο chase down ταπίδι που έριξε στον Ντρέιμοντ Γκριν λίγο πριν το τέλος στο συγκεκριμένο ματς. «The Block», έτσι έχει μείνει στην ιστορία και δαύτο. Ήρθε σα σίφουνας από πίσω, κόλλησε την μπάλα στο ταμπλό. Το 89-89 έγινε 93-89 μέσα στο Όκλαντ, το ξόρκι ήταν γεγονός.
Στα λευκά ντυμένος δεν ήταν ο ίδιος, όπως εκείνη την άβολη βραδιά του ντραφτ που αισθανόταν σαν τον Κάσπερ. Ήταν ο Γκριν που έφερε πάνω του την άσπρη εμφάνιση των Γουόριορς. Ο τιμωρός τους φορούσε μαύρα. Και έδιωξε τα φαντάσματα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΛεΜπρον Τζέιμς: Άκρον άωτον του ταλέντου