«Είναι δύσκολο στην ποδοσφαιρική “βιομηχανία” να είσαι ειλικρινής, δίχως αυτή η ειλικρίνεια να γυρίσει πίσω και να μην σε “δαγκώσει”».
Ο Μάρβιν Σορντέλ το διαπίστωσε αργοπορημένα.
«Το ποδόσφαιρο είναι αδίστακτο. Ήταν πάντοτε αδίστακτο. Οι ανταμοιβές είναι υψηλές, αλλά το ίδιο είναι και το ρίσκο του κάθε παίκτη».
Ο Μάρβιν Σορντέλ το παρατήρησε νωρίς.
Αλλά, για δέκα χρόνια, συνέχισε.
Ακολούθησε το όνειρό του.
Το κλισέ θα ανέφερε πως κάποια στιγμή το όνειρο έγινε «εφιάλτης».
Αυτό θα ήταν ή κάπως λογοτεχνικό, θεατρικό, ή ακόμη και απλό.
Για τον Μάρβιν Σορντέλ, το ποδόσφαιρο έγινε σχεδόν θάνατος.
Γι’ αυτό και το εγκατέλειψε σε ηλικία μόλις 28 ετών, ώστε να σώσει τον εαυτό του. Να σώσει τη ζωή του.
Με μία ανάρτηση στις 26 Ιουλίου 2019, ο Άγγλος επιθετικός ανακοίνωσε την αποχώρησή του από «ένα όμορφο παιχνίδι, αλλά με άσχημη προσωπικότητα…
»Αυτή η άσχημη πλευρά είχε ανάλογο αντίκτυπο στην ψυχική υγεία μου. Έγινα μάρτυρας και συχνά ήμουν το θύμα ρατσισμού.
Αντίκρισα και βίωσα bullying, χειραγώγηση και λεκτική βία, σε βαθμό που για πολλούς αφήνει έναν λεκέ σ’ αυτή τη “βιομηχανία”».
Συμπλήρωσε, μεταξύ άλλων, ότι «ο συνδυασμός όλων αυτών μού επιτρέπει να σταματήσω να είμαι πια επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, γνωρίζοντας πως έτσι θα είμαι ένας πιο ευτυχισμένος άνθρωπος…
»Προκειμένου να αγαπήσω και πάλι το άθλημα, μ’ έναν τρόπο που δεν το έκανα για χρόνια».
Ο Σορντέλ γεννήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1991 στο Πίνερ, ένα προάστιο 19χλμ. βορειοδυτικά του Λονδίνου.
Τόπος στο οποίο γεννήθηκαν ο διάσημος τραγουδιστής Έλτον Τζον και ο Σάιμον ΛεΜπον, «φωνή» του φημισμένου συγκροτήματος Duran Duran.
Η «καλλιτεχνική» φύση του μικρού Μάρβιν, όμως, εκφράστηκε (για λίγο) αλλιώς.
Θέλησε να δίνει τις δικές του «πινελιές» στο χορτάρι.
Ονειρεύτηκε, πληγώθηκε και τον Αύγουστο του 2013 σκέφτηκε να δώσει τέλος στη ζωή του…
Η δόση από 17 χάπια που πήρε, πάντως, δεν εξελίχθηκε σε μοιραία.
Όπως ο ίδιος αποκάλυψε σε συνέντευξή του στον «Guardian», «όταν ξύπνησα, ευτυχώς καλά, ήμουν σοκαρισμένος, ενοχλημένος.
»Κάποιοι θα έλεγαν πως έπειτα από μία τέτοια εμπειρία, νιώθεις ότι γεννιέσαι ξανά. Εγώ απλώς σκέφτηκα: “Και τώρα, τι;”».
Ο Σορντέλ δεν είχε τη μουσική του Έλτον Τζον ή του Σάιμον ΛεΜπον, όμως βρήκε και εκείνος τρόπο να εκφραστεί.
Στην ίδια συνέντευξη ανέφερε ότι «αισθάνθηκα νεκρός μέσα μου. Το γράψιμο ήταν ένας τρόπος να βγάλω από μέσα μου τα συναισθήματά μου. Τις δυσκολίες που περνούσα».
Το ταλέντο του τον έφερε ως την Πρέμιερ Λιγκ, για 21 ματς με τις Μπόλτον και Μπέρνλι.
Πέρασε τα περισσότερα χρόνια της καριέρας του στις χαμηλότερες κατηγορίες της Αγγλίας, αν και ήταν μέλος της Εθνικής Ελπίδων της χώρας και αγωνίστηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, το 2012, με την ομάδα της Μεγάλης Βρετανίας.
Μέχρι που διαπίστωσε ότι το ποδόσφαιρο δεν είναι, πλέον, η ζωή του.
Ο άλλοτε επιθετικός και των Ουότφορντ, Γουέλντστοουν, Τρανμίρ, Τσάρλτον, Κόλτσεστερ Γιουν., Κόβεντρι, Μπέρτον Άλμπιον και Νορθάμπτον Τάουν έχει άλλες προτεραιότητες έκφρασης και ζωής.
Γράφει ποιήματα και πεζογραφία, ενώ έχει ολοκληρώσει το πρώτο βιβλίο του, με τίτλο «Vulnerable Exposure» (=«Ευάλωτη Έκθεση»), αναζητώντας εκδότη.
Το πρώτο ποίημά του είχε τίτλο «Denis Prose», έναν αναγραμματισμό της λέξης «depression» (=«κατάθλιψη»).
«Μ’ αυτό, ήθελα να δείξω ότι η κατάθλιψη είναι αληθινή ακόμη και σε αθλητές που αμείβονται καλά. Ώστε να καταλάβει ο κόσμος πως μάχεσαι για έλεγχο κόντρα στον εαυτό σου.
»Η κατάθλιψη σε “τρώει”. Ένιωθα ότι με καταλαμβάνει μία άλλη οντότητα. Τότε έγραψα το “Denis Prose”», τόνισε στον «Guardian».
«Το ποίημα ακολουθεί τη διαδρομή μου από το προπονητικό κέντρο στο σπίτι μου.
»Θέλω να προσωποποιήσω το συναίσθημα, ενώ το αυτοκίνητο αντιπροσωπεύει το σώμα μου.
»Μέσα στο όχημα είμαι εγώ και ο ένας επιβάτης, ο Denis Prose, ο οποίος ενσαρκώνει τις δύο πλευρές του υποσυνείδητού μου…
»Η διαδρομή αρχίζει σε μία ηλιόλουστη ημέρα, αλλά γίνεται μουντή και βροχερή.
»Ο Denis Prose αναλαμβάνει και το ποίημα ολοκληρώνεται με μία αυτοκτονία.
»Γιατί η κατάθλιψη είναι τόσο ισχυρή και σου λέει: “Αυτή είναι η μόνη διέξοδος. Θα αναλάβω τον έλεγχο και όλα θα τελειώσουν”»…
Ο Άγγλος φορ μίλησε σε ειδικούς κατά τη διάρκεια της καριέρας του, παραδεχόμενος ότι «μου λείπει η οικογένεια και οι φίλοι μου».
Τους εξηγούσε, ωστόσο, πως «το μόνο που θέλω είναι να παίξω ποδόσφαιρο. Τη στιγμή που μπαίνω στο γήπεδο, η κατάθλιψη εξαφανίζεται. Όμως η κατάσταση χειροτερεύει όταν δεν με επιλέγουν να παίξω».
Ο Σορντέλ δεν κρύβει ότι «πάντα ήμουν σκληρός με τον εαυτό μου και δεν είχαν αυτοπεποίθηση. Μεγαλώνοντας το κατάφερα, όμως μικρός δεν είχα στήριξη και αισθανόμουν μόνος, βαλτωμένος».
Επισήμανε πως, παρότι τον συμβούλεψαν να επισκεφθεί ειδική κλινική, απαντούσε πως «παίζω ποδόσφαιρο και δεν μπορώ να απουσιάσω από μία ομάδα για εβδομάδες».
Τόνισε πως «μικρός ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο σαν χόμπι. Όταν αυτό έγινε το επάγγελμά μου, έπρεπε να βρω άλλες ενδιαφέρουσες δραστηριότητες.
»Έπαιζα πιάνο και μαγείρευα. Μου έκανε καλό. Κάποια στιγμή, όμως, σκέφτηκα πως πρέπει να επικεντρωθώ στο άθλημα. Μέχρι που αναρωτήθηκα ότι το πιάνο είναι παραγωγικό και το μαγείρεμα πρακτικό, για να φάω. Γιατί αυτό να είναι κακό για το ποδόσφαιρο;»…
Προπονητές και συμπαίκτες τον κοιτούσαν με μισό μάτι, γιατί δεν έκανε πολλή παρέα μαζί τους.
Επέστρεφε σπίτι και καθόταν για ώρες, μόνος του, στο σκοτάδι.
«Οι άλλοι νόμιζαν πως είμαι καλά. “Διεθνής με την Ελπίδων, στους Ολυμπιακούς Αγώνες, πληρώνεται καλά, γιατί να μην είναι καλά;”, απορούσαν.
«Μόνο η σύζυγός μου γνώριζε τι περνούσα. Συγγενείς και συμπαίκτες το συνειδητοποίησαν όταν τους έστειλa ένα αντίτυπο από το βιβλίο που έγραφα»…
Η σύντροφός του τον συμβούλευσε να επισκεφθεί μία ψυχολόγο.
«Στην πρώτη συνεδρία, ξέσπασα σε κλάματα», ομολόγησε.
«Έλαβα φαρμακευτική αγωγή, η οποία στην αρχή με βοήθησε. Λίγο αργότερα, όμως, σταμάτησα να την λαμβάνω, γιατί κάθε φορά ένιωθα να μουδιάζω».
Το γράψιμο έγινε ένα άλλο «φάρμακο» για τον Μάρβιν Σορντέλ.
«Δεν ξέρω πού και πώς θα είχα καταλήξει δίχως το γράψιμο», λέει.
«Το να τελειώσω το βιβλίο έγινε η προσωπική ιστορία μου. Νιώθω απελευθερωμένος».
Έγινε δέκτης ρατσιστικής συμπεριφοράς τον Οκτώβριο του 2012, σε αγώνα της Μπόλτον στην έδρα της Μίλγουολ, από έναν… 13χρονο!
«Όλοι ήξεραν πως συμπεριφέρεται η συγκεκριμένη εξέδρα της Μίλγουολ, όμως μόνο εγώ μίλησα. Χαίρομαι διότι έπειτα από αυτό, η διοίκησή της έκλεισε αυτή την κερκίδα», τόνισε ο Σορντέλ.
Λίγες ημέρες αργότερα, τον ίδιο μήνα, στον αγώνα Ελπίδων μεταξύ Σερβίας-Αγγλίας στο Βελιγράδι, ο Μάρβιν είδε και άκουσε οπαδούς των Σέρβων να βγάζουν ήχους πιθήκου εναντίον τον νυν μπακ της Τότεναμ, Ντάνι Ρόουζ.
«Τιμωρήθηκαν δύο συμπαίκτες μου, οι Κόλκερ και Ινς, γιατί αντέδρασαν. Νομίζω ότι οι Σέρβοι τιμωρήθηκαν με πρόστιμο. Ουσιαστικά, τίποτα δεν έγινε», θυμάται ο Σορντέλ…
Πλέον, ο Μάρβιν Σορντέλ ετοιμάζει μία παρουσίαση προς την αγγλική ομοσπονδία, σχετικά με την ψυχική υγεία στο ποδόσφαιρο.
«Πριν από τριάντα χρόνια, για έναν μυϊκό τραυματισμό, έλεγαν στον παίκτη να είναι άντρας και να παίξει. Τώρα, τον στέλνουν στον φυσιοθεραπευτή. Κανένα ρίσκο.
»Γιατί είναι η ψυχική υγεία είναι ακόμη θέμα ανδρισμού; Ελπίζω να αλλάξει αυτή η κατάσταση».
Η απόφασή του να αποχωρήσει από την ενεργό δράση έμοιαζε φυσική συνέπεια, από τη στιγμή που το σκέφτηκε ώριμα.
Τον Ιούλιο του 2018, «κόπηκε» από την προετοιμασία της Μπέρτον Άλμπιον, με επίσημη αιτιολογία «άγχος και κατάθλιψη».
Ακολούθησε ο δανεισμός του στη Νόρθαμπτον, αλλά και η παραδοχή του ότι άρχισε να πίνει…
«Δεν ήμουν ευτυχισμένος και έπινα εννιά-δέκα μέρες στη σειρά», αποκάλυψε στην εφημερίδα «The Sun».
«Αυτό είναι κάτι που σε κατατρώει. Σιγά-σιγά.
»Όλα εξαρτώνται από την άποψη κάποιου. Αν κάποιος έχει τη γνώμη ότι δεν ταιριάζεις σε μία ομάδα, σε αντίθεση με τη δική σου άποψη για την αξία σου.
»Έγινα πολύ ευάλωτος. Συνέβαινε κάτι στον αγώνα ή στα αποδυτήρια και κλεινόμουν στο σπίτι για όλο το Σαββατοκύριακο. Δεν χαιρόμουν την αγάπη για το παιχνίδι. Δεν το χαίρομαι. Γι’ αυτό και σταμάτησα».
Όπως αναφέρει η «The Sun», ένας άνθρωπος δίνει τέλος στη ζωή του κάθε 90 λεπτά στο Ηνωμένο Βασίλειο…
Η αυτοκτονία είναι ο λόγος των περισσότερων θανάτων ατόμων ηλικίας κάτω των 35 ετών.
Ο Σορντέλ έχει μιλήσει ανοικτά για την κατάθλιψη σε άρθρο του στην ιστοσελίδα του περιοδικού «FourFourTwo», στο οποίο συμπεριέλαβε και το ποίημα του «17 Pills», από τα 17 χάπια που πήρε, όταν επιχείρησε να αυτοκτονήσει.
Τονίζει, πια, ότι «αν και ήμουν πάντα πρόθυμος να βοηθήσω ανθρώπους που είχαν παρόμοια προβλήματα στη ζωή τους και, τώρα, θέλω να μιλήσω πιο δυνατά.
»Προχωρώντας θα ήθελα να είμαι σε θέση να κάνω την διαφορά στο ποδόσφαιρο, όταν πρόκειται για θέματα ψυχικής υγείας».
Εκτός από το γράψιμο, μαζί με τον φίλο του, Μάξουελ Χάρις-Θαρπ, γυρίζουν φιλμ μικρού μήκους.
Το πρώτο ήταν ένα βίντεο με αφήγηση του ποιήματος «Denis Prose», με τον ίδιο να λέει ότι «μ’ αυτό τον τρόπο, αντιμετώπισα μία και καλή το φάντασμα που είχα μέσα μου».
Το παρόν του δεν περιλαμβάνει το ποδόσφαιρο που τον πλήγωσε και τον σημάδεψε, αλλά το μέλλον του έχει πλέον ελπίδα.
«Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή μου, αυτή τη στιγμή, είναι να μιλήσω σε κάποιον για το βιβλίο μου.
»Θέλω να φτάσω στο σημείο που να μην με θεωρούν τον “Μάρβιν Σόρντελ, τον ποδοσφαιριστή”.
»Ούτε καν τον “Μάρβιν Σορντέλ, τον συγγραφέα”.
»Με την απόφασή μου, κέρδισα αληθινή ελευθερία της ταυτότητάς μου. Είμαι ποδοσφαιριστής όταν παίζω, είμαι συγγραφέας όταν γράφω.
»Είμαι άνθρωπος με περισσότερες από μία ταυτότητες.
»Και όταν τις βάλεις όλες μαζί, έχεις τον αληθινό Μάρβιν».