Οι υπάλληλοι και οι θαμώνες του εστιατορίου Vonda’s Kitchen, στο Νιούαρκ, κοιτούσαν κάθε τέτοια μέρα το ημερολόγιο στον τοίχο και έφερναν στο μυαλό τους τις ίδιες δύο ερωτήσεις: «Πού είναι ο “Σακ”; Είναι άραγε σήμερα η μεγάλη μέρα;»…
Οι φευγαλέες ματιές έδιναν και έπαιρναν. Ο Σακίλ Ο’Νιλ επέστρεφε στο Νιου Τζέρσεϊ σχεδόν κάθε χρόνο στις 6 Μαρτίου, ανήμερα των γενεθλίων του. Η εξωστρέφειά του ήταν αρκετή για να μοιράσει χαμόγελα δεξιά και αριστερά.
Μέσα του, ωστόσο, και πονούσε και απορούσε. Η δεύτερη ερώτηση «προβάλλονταν» και στο δικό του μυαλό. Τη «σκηνή» δεν την είχε προβάρει. Είχε επιλέξει, όταν συνέβαινε εκείνο που περίμεναν όλοι, να παραμείνει αυθόρμητος.
Ο σταρ του ΝΒΑ γύριζε συχνά στην πόλη. Στον τόπο που γεννήθηκε. Στον τόπο, επίσης, που τον είχε παρατήσει ο πατέρας του… Αλλά και στο μέρος που η μητέρα του, Λουσίλ, είχε γνωρίσει τον λοχία Φιλ Χάρισον, που έγινε δεύτερος πατέρας για τον γιο της. Ο Χάρισον έμαθε στον μικρό Σακίλ να δένει τα κορδόνια του, να πλένει τα δόντια του και να παίζει και μπάσκετμπολ. Τον δίδαξε, με τον σκληρό τρόπο, να προστατεύει τον εαυτό του.
Την έννοια της συγχώρεσης ο νεαρός «Σακ» θα χρειαζόταν να την μάθει μόνος του. Κάθε φορά που περνούσε την πόρτα του Vonda’s Kitchen, δεν ήξερε πραγματικά αν ήθελε να ζήσει τη στιγμή που περίμενε.
Στις 6 Μαρτίου 2016, όταν ο Φιλ είχε πια φύγει από τη ζωή τρία χρόνια πριν και ο Ο’Νιλ γιόρταζε τα 44α γενέθλιά του, είχε έρθει η μεγάλη μέρα…
Για χρόνια, ο Τζόσεφ Τόνεϊ, βιολογικός πατέρας του Σακίλ, έμενε σε ένα μικρό διαμέρισμα πάνω από εκείνο το εστιατόριο του Νιούαρκ.
Τον κανακάρη του, τον οποίο άφησε όταν ο μικρός ήταν δύο ετών, τον είχε δει κρυφά στα 12 του και είχε «τρυπώσει» δύο φορές σε γήπεδα του ΝΒΑ, με στόχο να τον συναντήσει.
Ο Τόνεϊ, ο οποίος είχε χάσει την υποτροφία μπάσκετ του πανεπιστήμιου Σίτον Χολ λόγω εθισμού στα ναρκωτικά, υποχρεώθηκε να απομακρυνθεί από την Λουσίλ Ο’Νιλ και τον Σακίλ όταν καταδικάστηκε σε φυλάκιση… Μετά την αποφυλάκισή του, η Λουσίλ ανάγκασε τον Τζόσεφ να παραιτηθεί από τα γονικά δικαιώματά του. Ο Φιλ Χάρισον ήταν αρκετός για το παιδί της.
Το 1994, ο τότε σταρ των Ορλαντο Μάτζικ, αποχώρησε από την έξοδο κινδύνου του γηπέδου της ομάδας του, όταν έμαθε πως ο Τόνεϊ ήταν στις εξέδρες και θέλησε να του μιλήσει.
Το 2002, στον τέταρτο Τελικό των Λέικερς στο Νιου Τζέρσεϊ, ο Τζόσεφ δεν μπορούσε να χαλάσει το πάρτι για το «sweep» και το Three-Peat του Λ.Α. και δεν κατόρθωσε καν να τον πλησιάσει…
Η συνάντησή τους θα έπρεπε να περιμένει άλλα 14 χρόνια.
Τα παιδικά χρόνια του «Σακ», αν και συχνά μετακόμιζε από πόλη σε πόλη λόγω της στρατιωτικής θητείας του Χάρισον, ήταν «γεμάτα». Από τη στιγμή που ενηλικιώθηκε, όμως, όποτε μπορούσε στα γενέθλιά του πήγαινε στο Vonda’s Kitchen.
Στην αρχή κοιτούσε αδιάφορα. Σκεφτόταν απλώς πώς θα ήταν να «πέσει πάνω» στον βιολογικό πατέρα του, ο οποίος ζούσε ακριβώς από πάνω.
Για τις σκέψεις του για τον Τζόσεφ μιλούσε σπάνια, τουλάχιστον δημοσίως. Πολλοί πίστεψαν πως τον είχε ξεγραμμένο… Αυτό φάνηκε να δείχνει, το 1994, το ραπ τραγούδι «Biological Didn’t Bother», που συμπεριλήφθηκε στον δίσκο «ShaqFu: Da Return» του Ο’Νιλ.
Ο «Σακ» επιχείρησε να εξηγήσει γιατί έβαλε στο στόχαστρο τον Τόνεϊ, όμως μέσα του δεν «έθαψε» ποτέ την επιθυμία να τον συναντήσει. Να του μιλήσει και να τον ρωτήσει ευθέως: «Γιατί;».
Ο πατριός του τον είχε μάθε να είναι σκληρός, να είναι από τα τέλη της εφηβείας του ένας ώριμος άνδρας. Όμως ο χαρακτήρας του Ο’Νιλ έμοιαζε πάντα με εκείνον ενός μεγάλου παιδιού.
Η προσωπικότητά του δεν αρκούνταν ούτε στον αυθορμητισμό του ούτε στη φήμη, τη δόξα και τα χρήματα. Θα γινόταν ολοκληρωμένη μόνο όταν συναντούσε τον πατέρα του.
Στα 44α γενέθλιά του, μερικούς μήνες πριν από τη μεγάλη τιμή να γίνει μέλος του Hall Of Fame, ο «Σακ» πήγε και πάλι στο εστιατόριο.
Ήταν 6 Μαρτίου 2016. Ο Σακίλ, ένας παλαίμαχος σταρ του ΝΒΑ, με θητεία 19 ετών σε Ορλάντο, Λέικερς, Μαϊάμι, Φίνιξ, Κλίβελαντ και Βοστόνη.
Εκατομμυριούχος, τέσσερις φορές πρωταθλητής (τρεις με το Λ.Α. και μία με τους Χιτ), MVP του 2000, τρις πολυτιμότερος παίκτης των Τελικών και διάσημος.
Κι όμως, μπροστά στη συγκλονιστική εκείνη στιγμή, θαρρεί κανείς πως τα πόδια του έτρεμαν. Δεν θα άφηνε, ωστόσο, τα γόνατά του να λυγίσουν. Άλλωστε, υπήρξε πάντοτε ετοιμόλογος.
Σε μία «πράξη» την οποία αμφότεροι ονειρεύονταν, αλλά παράλληλα και οι δύο φοβόνταν, τον λόγο πήρε ο Σακίλ. «Δεν είμαι θυμωμένος μαζί σου», είπε στον Τόνεϊ. «Δεν σε μισώ»…
Ο Τζόσεφ συγκράτησε τα δάκρυά του. Οι ρόλοι είχαν αντιστραφεί. Υπό κανονικές συνθήκες, ο γιος του θα ήταν εκείνος που θα «απαιτούσε» την αναγνώριση. Όπως είχαν έρθει τα πράγματα, πάντως, ο 70χρονος Τόνεϊ ήταν αυτός που είχε ανάγκη την αποδοχή. Ο Σακίλ τού εξήγησε πως «δεν έχω κάτι μαζί σου. Σε καταλαβαίνω. Κατανοώ γιατί χρειάστηκε να φύγεις. Η μαμά μού είπε τι έγινε μετά. Δε σε μισώ. Είχα μία καλή ζωή. Είχα στο πλάι μου τον Φιλ».
Ο «Σακ» πέτυχε, θριάμβευσε, απόλαυσε τη ζωή του. Δεν ήταν σταρ μόνο πάνω στο παρκέ. Έκανε οικογένεια, έγινε ηθοποιός και τραγουδιστής, «νίκησε» και ως επιχειρηματίας.
Είχε μία βεντέτα και μία συγκινητική συμφιλίωση με τον Κόμπι Μπράιαντ. Όμως του έλειπε κάτι, μέχρι να γνωρίσει τον βιολογικό πατέρα του.
Τον Σακίλ και τον Κόμπι τούς ένωσαν πολλά. Τρία διαδοχικά πρωταθλήματα με τους Λέικερς και η «αναγέννηση» μίας «δυναστείας». Τους χώρισε ο εγωισμός και η «ανάγκη» της πρωτοκαθεδρίας. Ένα σχεδόν κοινό σημείο τους, επίσης, ήταν τα παιδικά χρόνια τους.
Κανένας τους δεν ήταν παιδί των γκέτο. Μπορεί η ζωή του Μπράιαντ να ήταν πιο άνετη οικονομικά, όμως οι μετέπειτα σταρ του Λ.Α. δεν εξέφραζαν τη ζωή που «πρέσβευαν» στο ΝΒΑ παίκτες και όπως ο Άλεν Άιβερσον ή ο Ντένις Ρόντμαν.
Ο Ο’Νιλ μεγάλωσε σε εργατικές πολυκατοικίες του Νιου Τζέρσεϊ ή στρατιωτικές κατοικίες σε όλη τη χώρα. Δεν έγινε, ωστόσο, παιδί της «streetlife» νοοτροπίας.
Ο πατριός του φρόντισε για τούτο. Ενίοτε με μεθόδους τελείως αντίθετους του «με το μαλακό». Με την άδεια της Λουσίλ, ο Φιλ Χάρισον είχε παραδεχθεί πως σήκωνε χέρι στον μικρό «Σακ», όταν μάθαινε ότι η συμπεριφορά του δεν ήταν η πρέπουσα. Ο ορισμός του «πρέπουσα» ήταν ερμηνεία του λοχία…
Ο Χάρισον προτιμούσε να τιμωρήσει τον Σακίλ, παρά να τον δει να χάνει τον «δρόμο» του υπό τη δική του επίβλεψη και «εποπτεία».
Ο «Σακ», από την πλευρά του, περηφανευόταν που ο δεύτερος πατέρας του τον κράτησε μακριά από μπελάδες και του χάρισε μία κατεύθυνση.
Ο Φιλ Χάρισον είχε προλάβει, όπως ο βιολογικός πατέρας του Ο’Νιλ, να παίξει κι εκείνος μπάσκετμπολ στα μαθητικά χρόνια του. Στο γυμνάσιο, μάλιστα, είχε αγωνιστεί και εναντίον του Τζόσεφ Τόνεϊ.
Ο λοχίας υπήρξε και κόουτς σε παιδικές ομάδες του Σακίλ, στον οποίο ήταν πάντα αυστηρός.
Ο πατριός του δεν είχε πολλές ιστορίες να του αφηγηθεί, ωστόσο περηφανευόταν πάντα για τον αγώνα στον οποίο ο μετέπειτα σταρ των Σέλτικς, Ντέιβ Κάουενς, του… έσπασε μερικά δόντια!
Τον Αύγουστο του 1969, ο Κάουενς, τότε παίκτης του πανεπιστήμιου Φλόριντα Στέιτ, βρέθηκε για μερικές ημέρες στη Νέα Υόρκη, ώστε να συμμετάσχει στο φεστιβάλ του Γούντστοκ!
Στο μεσοδιάστημα, θέλησε να βρει μερικούς αντιπάλους για να μείνει σε φόρμα και στο φιλικό που «στήθηκε», χτύπησε τον Φιλ.
Ο Χάρισον, μεγαλύτερος από επτά αδέρφια, ήταν σκληραγωγημένος από τον Τζαμαϊκανό πατέρα του, ο οποίος συνήθιζε να τον χτυπά όταν ήταν άτακτος… Αυτή έγινε και η δική του «συνταγή». Όταν ομολόγησε τις αντίστοιχες τακτικές στον μικρό Σακίλ, δικαιολογήθηκε πως «προτιμώ να γίνω ο κακός και να το κάνω εγώ, παρά ένας αλήτης του δρόμου στο παιδί μου».
Τον «Σακ», άλλωστε, τον θεώρησε δικό του γιο, σαν να ήταν από το δικό του αίμα και τη δική του σάρκα, από τη μέρα που τον γνώρισε, ως ένα μωρό δύο ετών.
Ο Σακίλ άντεξε τους σκληρούς τρόπους. Χαριτολογώντας, είχε δηλώσει κάποτε πως «συνήθισα εύκολα το “ξύλο” στις ρακέτες του ΝΒΑ γιατί με έμαθε έτσι ο Φιλ». Ποτέ δεν το αποκάλεσε παιδική κακοποίηση.
Ήταν ευγνώμων στον πατριό του. Η τελευταία φορά που εκείνος τον τιμώρησε ήταν όταν ο Ο’Νιλ και μερικοί φίλοι του έκλεψαν ένα αυτοκίνητο στη στρατιωτική βάση του Βάισμπαντεν στη Γερμανία…
Μετά τη συνέλευση γονέων και καθηγητών, όταν αποκαλύφθηκε η παρασπονδία των Αμερικανών εφήβων, ο Χάρισον στάθηκε μπροστά σε έναν θηριώδη, αλλά πάντα καλοκάγαθο και συμπαθητικό έφηβο και του «τα έψαλε» για τα καλά.
Σε μεταγενέστερη συνέντευξή του. ο Σακίλ επισήμανε πως «σέβομαι τον Φιλ γιατί ανέθρεψε τον γιο ενός άλλου τύπου και του δίδαξε την πειθαρχία σαν να ήταν δικό του παιδί. Χωρίς εκείνον, δεν θα έφτανα εκεί που έφτασα.
»Είμαι χαρούμενος που ήταν αυστηρός. Πιτσιρικάς έκανα πολλές αταξίες και αρκετά άσχημα πράγματα. Έκλεψα αυτοκίνητα, έκανα παρέα με άτομα που δεν έπρεπε, που ήταν κοντά σε ναρκωτικά…
»Τώρα βεβαίως, εγώ μεγαλώνω διαφορετικά τα δικά μου παιδιά και επιχειρώ να είμαι το ίδιο αυστηρός, χωρίς όμως να γίνομαι βίαιος. Τους έξω εξηγήσει, όμως, πώς μεγάλωσα εγώ».
Και ξεκαθάρισε πως «όσα μου έλεγε ο Φιλ ότι θα γίνουν στη ζωή μου, συνέβησαν».
Ο Φιλ Χάρισον «έφυγε» από τη ζωή στις 10 Σεπτεμβρίου 2013. Εκείνος ο σκληρός άνδρας είχε νικηθεί από τη δεκαετή «μάχη» με τον διαβήτη, την υπέρταση και αρκετά άλλα προβλήματα υγείας…
«Η απώλειά του με χτύπησε πολύ δυνατά και με πόνεσε», παραδέχθηκε ο «Σακ». Αρχικά σκέφτηκε να φύγει από το στούντιο του δικτύου TNT στην Ατλάντα οδικώς. Οι έξι ώρες ως τη Φλόριντα, για την κηδεία, δεν ήταν πολλές.
Θα βοηθούσαν να ξεφύγει το μυαλό του. Προτού καν φτάσει στα μισά της διαδρομής, τα δάκρυα έκαναν την οδήγηση αδύνατη. Έκανε δεξιά, έκλαψε χωρίς σταματημό και γύρισε στην Ατλάντα, από όπου τελικά έφυγε με ιδιωτικό αεροσκάφος.
Οι αναμνήσεις, τα μαθήματα, οι εμπειρίες και οι αφιερώσεις δεν ήταν οι μόνοι τρόποι για να τιμήσει τη μνήμη του Φιλ.
Στην έπαυλή του στο Ορλάντο, ο Σακίλ έχει μία ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα, την οποία έχει ονομάσει «The Phillip Arthur Harrison Memoriam Room», στην οποία έχει τοποθετήσει όλα τα τρόπαια και τα ατομικά βραβεία του.
Όταν έλαβε το δαχτυλίδι για την ένταξή του στο Hall Of Fame, αποχώρησε από το Σπρίνγκφιλντ της Μασαχουσέτης, έφτασε στο Ορλάντο και το άφησε πλάι στα άλλα «λάφυρά» του.
«Τώρα μπορώ να βγω από το δωμάτιο προς τιμήν του Φιλ και να κλείσω οριστικά την πόρτα. Αυτό ήταν», είχε πει με μελαγχολία και ταυτόχρονα μπόλικη περηφάνια.
Κάθε σκέψη ή πράξη του Σακίλ Ο’Νιλ για τον πατριό του, όμως -εκτός από επιβεβαίωση του πόσο σημαντική ήταν η οικογένεια στη ζωή και την καριέρα του-, τον προετοίμαζε για τη συνάντηση με τον απόντα βιολογικό πατέρα του.
Τα δικά του έξι παιδιά, το ένα διαζύγιο και το πώς να μάθει να συνυπάρχει με την τρίτη, πια, επίσημη σύντροφό του, δεν έφταναν για τη προσωπική ολοκλήρωσή του.
Ήξερε πως «πρέπει» να βρει τον Τζόσεφ Τόνεϊ. Για χρόνια τον περίμενε στο Vonda’s Kitchen. Στα 44α γενέθλιά του, στις 6/3/2016, κάθισε σε ένα τραπέζι στο εστιατόριο και το «τικ-τακ» που ακουγόταν ήταν από τον ήχο των νευρικών ποδιών του.
Στην εικόνα του βιολογικού πατέρα του, ο «Σακ» δεν έχασε χρόνο. Άνοιξε τα πελώρια χέρια του και τον αγκάλιασε. Η σκηνή έμοιαζε ελαφρώς ειρωνική. Ο Τζόσεφ Τόνεϊ τον είχε κρατήσει αγκαλιά μόνο όταν γεννήθηκε, στις 6 Μαρτίου 1972 στο Νιούαρκ. Ωστόσο, 44 χρόνια μετά, ο Τζόσεφ έδειχνε σαν μωρό, «χαμένος» μέσα στο κορμί του παιδιού του.
«Πάντα φοβόμουν πως θα ήσουν θυμωμένος μαζί μου», θυμάται να λέει στον γιο του. Ομολόγησε ότι πολλές φορές του τηλεφώνησαν να του πουν ότι ο Σακίλ ήταν εκεί και τον περίμενε.
Ο Τόνεϊ, όμως, ήταν τρομαγμένος από την πιθανότητα το παιδί του να τον μισεί… Ο «Σακ» τού ξεκαθάρισε ότι «δεν κρίνω κανέναν. Δεν έχω το δικαίωμα να κρίνω. Και επειδή είμαι κι εγώ πατέρας που χρειάστηκε πολύ συχνά να λείπω, ξέρω πως είναι δύσκολο».
Αντάλλαξαν τηλέφωνα. Ο Τόνεϊ μίλησε και με την Λουσίλ Ο’Νιλ και της (ξανα)ζήτησε συγγνώμη.
Στον γιο του δεν χρειάστηκε να το πει πάλι.
Ο Σακίλ Ο’Νιλ, ακόμη και ως ανταγωνιστικός παίκτης, δεν έμενε ποτέ θυμωμένος για πολύ. Φρόντιζε να διώχνει το μίσος, να μην κρατά κακίες.
Αυτός ο γίγαντας, ένας από τους πιο κυρίαρχους παίκτες στην ιστορία του ΝΒΑ και του παγκόσμιου μπάσκετμπολ, παραμένει ακόμη και σήμερα ένα μεγάλο παιδί. Για την Λουσίλ Ο’Νιλ, άλλωστε, θα είναι πάντα το μωρό της. Εκείνο το μεγαλόσωμο τριών ετών αγοράκι για το οποίο στο τρένο ή το λεωφορείο έπρεπε να κουβαλά το πιστοποιητικό γέννησης, για να αποδείξει ότι δικαιούται τη δωρεάν διαδρομή!
Ο «Σακ» έδειχνε άτρωτος, όμως κι εκείνος ήθελε την αποδοχή. Ήθελε να είναι ένα κανονικό παιδί.
Ο πατριός του, Φιλ Χάρισον, ήταν εκεί ώστε να μην του λείψει η απαραίτητη πατρική φιγούρα. Ο Ο’Νιλ τού ανταπέδωσε την αγάπη και τον σεβασμό.
Αυτό τον βοήθησε να συγχωρέσει και τον απόντα βιολογικό πατέρα του. Η συνάντηση του 2016 με τον Τζόσεφ Τόνεϊ ήταν ένας ακόμη «τίτλος» του.
Ο Σακίλ Ο’Νιλ αποκλήθηκε «Larger Than Life» (=«μεγαλύτερος από τη ζωή») για τη φυσιογνωμία, την καριέρα, τις επιτυχίες και τη ζωή του. Η μέρα που (του) πρόσφερε το δώρο της συγχώρεσης ήταν ένα ακόμη «δαχτυλίδι» του. Μία θριαμβευτική μέρα που δεν «χωρά» σε ένα δωμάτιο με τρόπαια και μετάλλια…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Στιβ Μπαρτ τζούνιορ: «Στο όνομα του πατρός» / Κέντρικ Ρέι: «Μπάσκετ σημαίνει οικογένεια»
Πασκάλ Σιάκαμ: Ένα ιερό -εκ πατρός- καθήκον / Το μεγαλείο του Αϊζάια Τόμας είναι η καρδιά του
Ο Άντριου Ουίγκινς λάτρεψε τα γονίδια, αλλά κυρίως το «δώρο» του χρόνου
Η αβάσταχτη απλότητα του (περίπλοκου) εαυτού του Ντένις Ρόντμαν
Ο Άλεν Άιβερσον έγινε σύμβολο μίας κουλτούρας που δεν του στέρησε τη μπασκετική «αθανασία»
Το «προξενιό» του Χακίμ Ολάζουον με το Χιούστον έγινε «όνειρο»
Το μεγαλείο του Ντέιβιντ Ρόμπινσον δεν καθορίστηκε από τα (κάθε λογής) «γαλόνια» του
Ο Μάτζικ Τζόνσον κοίταξε κατάματα τον HIV και άλλαξε τη συζήτηση για το AIDS
Ο «πολίτης του κόσμου», Ντομινίκ Ουίλκινς, ήταν κυρίαρχος του κόσμου του