Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020. Δέκα μέρες μετά τον θάνατο του αφροαμερικανού Τζόρτζ Φλόιντ στη Μινεάπολη των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, το κίνημα Black Lives Matter #BlackLivesMatter επανήλθε στο προσκήνιο, ισχυρότερο από κάθε άλλη φορά.
Χιλιάδες άνθρωποι διαδηλώνουν στους δρόμους κατά του ρατσισμού και της αστυνομικής βίας και ζητούν φυλετική και κοινωνική δικαιοσύνη.
Υψώνουν την γροθιά τους, γονατίζουν και φωνάζουν δυνατά: «Say their name (Πες το όνομά τους)!».
Στο ΝτελΡέι Μπιτς, στο Παλμ Μπιτς Σίτι της Φλόριντα, η εικόνα από την συγκέντρωση στο Δημαρχείο της πόλης, δεν διαφέρει πολύ από αυτήν των προηγούμενων ημερών στην Μινεάπολη, την Ουάσιγκτον, τη Νέα Υόρκη, την Ατλάντα, την Φιλαντέλφια, και στις υπόλοιπες- σχεδόν όλες- Πολιτείες των Η.Π.Α..
Το συγκεντρωμένο πλήθος που παρακολουθούσε στο ΝτελΡέι Μπιτς την εκδήλωση που οργανώθηκε στην μνήμη του Φλόιντ, δεν ζητούσε τίποτα άλλο, πέραν δικαιοσύνης και ισότητας!
Ανάμεσα στους παρευβρισκόμενους βρίσκεται και η Κόρι «Κόκο» Γκοφ.
Το 16άχρονο κορίτσι, που το καλοκαίρι του 2019 έστρεψε πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας χάριν στην εντυπωσιακή πορεία στην πρώτη της εμφάνιση στο τουρνουά τένις του Γουίμπλεντον, για να ακολουθήσει τον Ιανουάριο του 2020, η νίκη επί της Ναόμι Οσάκα -νούμερο 3 τότε, Νο 10 τον Ιούνιο του 2020, στην παγκόσμια κατάταξη- στον 4ο γύρο του Όπεν της Αυστραλίας.
Λίγους μήνες μετά, η αμερικανίδα τενίστρια, «γέννημα- θρέμμα» του ΝτελΡέι Μπιτς, έγινε και πάλι θέμα συζήτησης στα MME, όχι για κάποιο αθλητικό επίτευγμά της, αλλά για την τόλμη και το θάρρος που είχε να πει δημόσια όσα σκεφτόταν μετά τον θάνατο του Φλόιντ.
My speech at the peaceful protest in my hometown of Delray Beach, Florida. #blacklivesmatter pic.twitter.com/Jeyswzt7n5
— Coco Gauff (@CocoGauff) June 4, 2020
«Το όνομά μου είναι Κόκο και μόλις μίλησα με την γιαγιά μου. Είναι λυπηρό να βρίσκομαι εδώ -να μιλάω και να διαμαρτύρομαι για το ίδιο θέμα που είχε διαμαρτυθεί κι εκείνη πριν από 50 και παραπάνω χρόνια. Το πρώτο πράγμα που θα πω, είναι ότι πρέπει να αγαπάμε ο ένας τον άλλο, ανεξαρτήτως φυλής. Το δεύτερο είναι να αντιδρούμε (…). Και το τρίτο, πως απαιτώ, εδώ και τώρα, να γίνει μια αλλαγή!».
Τα παραπάνω, ήταν μερικά από τα λόγια της νεαρής που με το μήνυμά της «ξεσήκωσε» τον κόσμο, δείχνοντας ταυτόχρονα την ώριμη σκέψη της, παρά το νεαρό της ηλικίας της.
Η εικόνα με τη δίλεπτη ομιλία της θαρραλέας Κόκο έκανε τον γύρο του κόσμου και κάποια στιγμή, έφτασε και στα μάτια του ανθρώπου που ανακάλυψε το κορίτσι-θαύμα του τένις: Του Πατρίκ Μουράτογλου.
«Απίστευτο!», αναφώνησε ο Γάλλος προπονητής όταν του ζητήθηκε να σχολιάσει την στάση της Γκοφ.
«Αυτό το κορίτσι διαφέρει από τα άλλα. Το κατάλαβα από την πρώτη στιγμή που το είδα στην ακαδημία μου όταν ήταν δέκα χρόνων. Μετά τη συζήτηση που είχα μαζί της, είπα στους συνεργάτες μου: Παιδιά, αυτό το κορίτσι είναι ξεχωριστό!».
Η Κόκο Γκοφ, ωστόσο, δεν ήταν το μοναδικό ακατέργαστο, μέχρι πρότινος, «διαμάντι» που έλαμψε στα μάτια του 50άχρονου προπονητή, που γεννήθηκε στη Γαλλία, αλλά η μισή καταγωγή του είναι από την Ελλάδα.
Γεννημένος στις 8 Ιουνίου 1970, ο Πατρίκ Μουράτογλου, έχει κάθε λόγο να αισθάνεται υπερήφανος όχι μόνο γιατί έχει συμπληρώσει 50 έτη μιας αρκετά ενδιαφέρουσας ζωής, αλλά παράλληλα, γιατί στη διάρκεια της επαγγελματικής σταδιοδρομίας του ως προπονητής, έχει συμβάλλει τα μέγιστα στην εξέλιξη πολλών σπουδαίων αθλητών.
Από τον Κύπριο, βετεράνο πλέον, Μάρκο Παγδατή, μέχρι το «βαρύ πυροβολικό» στην κατηγορία των Γυναικών, Σερένα Ουίλιαμς, την Κόκο, και φυσικά, τον κορυφαίο έλληνα εκπρόσωπο του αθλήματος, Στέφανο Τσιτσιπά.
O Πατρίκ, πρωτότοκος γιος του επιχειρηματία Πάρη (Παρασκευά) Μουράτογλου -ιδρυτή των εταιρειών EDF Energies Nouvelles και Eren Group οι οποίες δραστηριοποιούνται στον χώρο της ενέργειας, γεννήθηκε στο Παρίσι και όνειρό του ήταν να γίνει επαγγελματίας αθλητής του τένις.
Μόνο που ο πατέρας του είχε άλλα σχέδια γι’ αυτόν. Τον προόριζε να αναλάβει τα ηνία των επιχειρήσεών του.
«Δεν σκεφτόμουν τίποτα άλλο από το να γίνω κάποια μέρα παίκτης του τένις. Όταν πήραν αυτό το όνειρο από τη ζωή μου, τότε έχασα εντελώς τον δρόμο μου», είχε εξομολογηθεί ο Μουράτογλου στο βιβλίο του “Le coach”, που κυκλοφόρησε το 2015, τονίζοντας μάλιστα πόσο θυμωμένος ήταν με τους γονείς του, καθώς, του στέρησαν, όπως είχε πει, τη δυνατότητα να ασχοληθεί μ’ αυτό που αγαπούσε πραγματικά.
«Όταν τους ανακοίνωσα την επιθυμία μου, μού είπαν πως το τένις δεν είναι επάγγελμα και ήταν μεγάλο ρίσκο να στηρίξω τη ζωή μου σ΄αυτό. Με προέτρεψαν να σπουδάσω, “κόβοντας” μ’ αυτόν τον τρόπο τα φτερά μου. Τότε ήμουν “χαμένος” και πολύ θυμωμένος μαζί τους».
Ωστόσο, ποτέ δεν τους κράτησε κακία. Αντίθετα, ο Πάρης Μουράτογλου, αποτελέσε πηγή έμπνευσης για τον πρώτο γιο της οικογένειας (ο δεύτερος, ο Φίλιππος είναι μουσικός) καθώς, τον έμαθε να παλεύει και να στοχεύει πάντα ψηλά.
Η πρώτη επαφή του Μουράτογλου με το τένις έγινε σε ηλικία τεσσάρων ετών, στη διάρκεια των διακοπών της οικογένειάς του μαζί με φίλους της που είχαν παιδιά στην ίδια ηλικία.
Οι μεγάλοι, στην προσπάθεια να βρουν κάποια ασχολία για τους «μικρούς», τούς έδωσαν από μία παιδική ρακέτα να παίξουν τένις -για τον Πατρίκ, ήταν «έρωτας με την πρώτη ματιά».
Σε ηλικία 11 χρόνων, θεωρούνταν ένας από τους πιο αξιόλογους και ελπιδοφόρους αθλητές στην χώρα του.
Η παρουσία του λίγα χρόνια αργότερα στο νούμερο 6 της κατάταξης στην κατηγορία των Νέων στη Γαλλία, ήταν απλά η επιβεβαίωση του γεγονότος ότι ο νεαρός Πατρίκ διέθετε όλα τα προσόντα για να εξελιχθεί σ’ έναν σπουδαίο επαγγελματία τενίστα.
Ως παιδί, ήταν ντροπαλός και εσωστρεφής με ελάχιστη αυτοπεποίθηση, αλλά μέσα στο κορτ, «έβγαζε» την αποφασιστικότητα και την μαχητικότητά του. «Το γήπεδο του τένις ήταν το μέρος στο οποίο αισθανόμουν δυνατός. Μεγαλώνοντας, αν έχεις μικρή αυτοπεποίθηση, ψάχνεις ένα μέρος όπου θα νιώθεις δυνατός! Έτσι κάθε Σάββατο και Κυριακή περνούσα όλη την ημέρα σ’αυτό. Παίκτες πήγαιναν κι ερχόταν, αλλά εγώ, δεν ήθελα να φεύγω».
Ένα από τα πολλά πράγματα που θυμάται πάντα με νοσταλγία και αναφέρει, είναι το πόσο ανυπόμονος ήταν κάθε χρόνο για τη διεξαγωγή του Ρολάν Γκαρός. Του μοναδικού Γκραντ Σλαμ που μετέδιδε η γαλλική τηλεόραση εκείνη την εποχή.
«Επί έναν χρόνο περίμενα πως και πως εκείνες τις δυο εβδομάδες που θα ήταν γεμάτες τένις», έχει πει, προσθέτοντας πως μέχρι και σήμερα έχει νωπές τις αναμνήσεις από τους τελικούς που παρακολούθησε όταν ήταν παιδί, όπως επίσης και την μεγάλη επιτυχία του Γιανίκ Νοά, του Γάλλου τενίστα που το 1983 κατέκτησε τον τίτλο του γαλλικού Όπεν.
Όπως ήταν φυσικό, ο «έρωτας» του Πατρίκ για το τένις εξελίχθηκε σε αγάπη και το 1985, σε ηλικία 15 ετών, ανακοίνωσε στην οικογένειά του την έντονη επιθυμία του να γίνει επαγγελματίας αθλητής.
Οι γονείς του εμφανίστηκαν αρνητικοί σ’ αυτήν την προοπτική, ο Πατρίκ θύμωσε πολύ, κι έτσι άρχισε την εφηβική επανάστασή του!
Οι συναναστροφές με «περίεργες» παρέες, οι τσακωμοί στο σχολείο και οι συνεχείς αντιπαραθέσεις με τον πατέρα του, ήταν συχνό φαινόμενο για κάποιο διάστημα, ώσπου, ο νεαρός Γάλλος, το πήρε απόφαση και κατάλαβε πως μετά την ολοκλήρωση του σχολείου έπρεπε να ακολουθήσει τις ακαδημαϊκές σπουδές που επιθυμούσε η οικογένεια του.
Μετά το σχολείο, λοιπόν, βρέθηκε να σπουδάζει σε μια εμπορική σχολή στο Παρίσι, στην οποία, όμως, έμεινε μόνο για 12 μήνες.
Τότε, στις αρχές της δεακετίας του ’90, ο Πάρης Μουράτογλου, πρωτοπόρος στον χώρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, πρότεινε στον Πατρίκ να δουλέψει στην εταρεία του. «Αν δεν έχεις αποφασίσει ακόμα τί θέλεις να κάνεις, γιατί δεν έρχεσαι μαζί μου να μάθεις τη δουλειά;» του είπε, για να «εισπράξει» ως απάντηση, ένα απλό και ίσως βαρετό, «εντάξει, θα έρθω».
Στο διάστημα που εργάστηκε στο πλευρό του πατέρα του, έπαιρνε, όπως έχει αναφέρει, τον μικρότερο μισθό απ’ όλους τους εργαζομένους (1.500 γαλλικά φράγκα), όμως, αυτό ήταν το λιγότερο που τον απασχολούσε.
Ο μεγάλος «καημός» για τον 26άχρονο Πατρίκ ήταν πως δεν έκανε αυτό που πραγματικά ήθελε, κι από την στιγμή που η «αρρώστια» για το τένις δεν είχε «γιατρευτεί», στα μέσα της δεκαετίας πήρε την μεγάλη απόφαση.
«Όταν άρχισα να αναλαμβάνω περισσότερες ευθύνες στην εταιρεία, ο πατέρας μου με έπιασε ξανά και μού είπε: “Τώρα που έχεις μάθει πολλά, νομίζω πως είσαι έτοιμος να γίνουμε συνέταιροι”. Εκεί ήταν το καθοριστικό σημείο που άλλαξε τη ζωή μου. Του είπα “όχι” και μέχρι σήμερα πιστεύω ότι ήταν η καλύτερη επιλογή που έχω κάνει!».
Ο πατέρας Μουράτογλου φυσικά απογοητεύτηκε από την επιλογή του γιού του, αλλά στην πορεία, τον βοήθησε σημαντικά να κάνει το όνειρο της δημιουργίας μίας ακαδημίας τένις πραγματικότητα.
Μέχρι να έρθει, όμως, η πατρική βοήθεια, ο υιός Μουράτογλου, έπρεπε να τα «βγάλει πέρα» μόνος του και να βρει τον δρόμο προς την καταξίωση στον χώρο του τένις.
Το 1996, έχοντας πια αποφασίσει να μην χάσει τη δεύτερη ευκαιρία που είχε, έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο για τη δημιουργία της ακαδημίας μέσα από την οποία, αρχικά, ήθελε να βοηθήσει ερασιτέχνες αθλητές του τένις να διατηρούνται σε καλή φυσική κατάσταση, όπως έκανε και ο ίδιος, όταν έτρεχε στα πάρκα του Παρισιού, τα βράδια του χειμώνα με 0 βαθμούς Κελσίου. Στην πορεία όμως, η επιθυμία του ήταν να βοηθήσει νεαρούς αθλητές να γίνουν επαγγελματίες.
«Μπορεί εγώ να μην τα είχα καταφέρει αλλά, είχα τη διάθεση να βοηθήσω άλλους να το κάνουν», είχε δηλώσει, εξηγώντας πως τον πρώτο καιρό, πήγαινε από προάστιο σε προάστιο στο Παρίσι, αναζητώντας νεαρούς αθλητές.
Για να πείσει, όμως, ακόμα κι αυτούς τους νέους να τον ακολουθήσουν, έπρεπε να βρει ένα καλό επιχείρημα. Κι αυτό δεν ήταν άλλο, από την παρουσία στην ακαδημία ενός μεγάλου προπονητή. Ενός σπουδαίου ονόματος που θα το γνώριζαν όλοι.
Για τον Πατρίκ Μουράτογλου, εκείνη την περίοδο, το μεγαλύτερο όνομα στον χώρο των προπονητών του τένις, ήταν ο Αυστραλός Μπομπ Μπρετ. Ο άνθρωπος που είχε «χτίσει» την καριέρα του Γερμανού Μπόρις Μπέκερ και του Κροάτη Γκόραν Ιβανίσεβιτς. Τον προσέγγισε και ο Μπρετ εντάχθηκε στην ακαδημία μαζί με τους νεαρούς αθλητές, Πολ Ανρί-Ματιέ, Ίβο Κάρλοβιτς, Σεργκέι Στακόφκσι και Ζιλ Μιλέρ.
«Ο Μπομπ ήταν πολύ καλός στην τεχνική και στην τακτική -θυμάται ο Μουράτογλου- αλλά ο τρόπος με τον οποίο διήυθυνε την ομάδα ήταν πολύ διαφορετικός από τον δικό μου. Ήταν σαν δικτάτορας!».
Η διαφορά στη νοοτροπία μεταξύ των δυο ανδρών ήταν μεγάλη, κι όταν ο Μπρετ αποχώρησε από την ακαδημία, ο Μουράτογλου μπήκε στη διαδικασία να ξεκινήσει πάλι από την αρχή.
Η νεοσύστατη Mouratoglou Tennis Academy οι εγκαταστάσεις της οποίας αρχικά ήταν στο Παρίσι και στην πορεία στη Νότια Γαλλία, ήταν πλέον γεγονός, κι ένας εκ των συνεργατών της, πολύ σύντομα «ανακάλυψε» τον Μάρκο Παγδατή.
Τον Κύπριο τενίστα, που σύμφωνα με τον Μουράτογλου εκείνη την περίοδο δεν ήταν ακόμα αθλητής, κι επειδή ήταν μόλις 13 χρόνων, έπρεπε να ταξιδέψει ο ίδιος στο «νησί της Αφροδίτης», προκειμένου να πείσει τους γονείς του να τον αφήσουν να μετακομίσει στην Γαλλία για να μπει στην ακαδημία.
Η κίνηση αυτή αποδείχθηκε καθοριστική, τόσο για το μέλλον της ακαδημίας, όσο και για το μέλλον του Μάρκου, ο οποίος το 2003 «ανέβηκε» στο νούμερο 1 της παγκόσμιας κατάταξης των Νέων, ενώ το 2006 βρέθηκε στο νούμερο 8 της παγκόσμιας κατάταξη των Ανδρών.
Η συνέχεια ωστόσο δεν ήταν ανάλογη, με τα ΜΜΕ να κάνουν λόγο για συνεχείς έντονες αντιπαραθέσεις που είχε ο αθλητής με τον Πατρίκ Μουράτογλου. Η αποχώρηση του από την ακαδημία το 2006, επιβεβαίωσε απλά πως προπονητής και παίκτης, δεν διατηρούσαν τις καλύτερες σχέσεις.
Η εντυπωσιακή πορεία του Παγδατή στα χρόνια της παρουσίας του στην Ακαδημία Μουράτογλου (1999-2006) και η προσωπική επιτυχία του ήταν αρκετά για να προσελκύσουν περισσότερους αθλητές σ’ αυτήν.
Η Ρωσίδα Αναστασία Παβλιουτσένκοβα, η Γαλλίδα Αραβάν Ρεζά, ο Γάλλος Ζερεμί Σαρντί και ο Βούλγαρος, Γκριγκόρ Ντιμιτρόφ, ήταν μερικά από τα ονόματα που πέρασαν από την ακαδημία, σημειώνοντας μάλιστα μεγάλες επιτυχίες.
Ο Ντιμιτρόφ δε, ήταν ο άνθρωπος που σύστησε τον Πατρίκ Μουράτογλου στην φίλη του Σερένα Ουίλιαμς και έγινε, άθελά του, μέσα στα επόμενα χρόνια μία από τις πολλές αφορμές για τις εκτός κορτ αντιπαραθέσεις της αμερικανίδας με την «αιώνια» αντίπαλό της από την Ρωσία, Μαρία Σαραπόβα.
Η αντιπαράθεση των δυο γυναικών έφτασε στο «πικ» της (ή «έπιασε πάτο» -ανάλογα πώς το βλέπει κάποιος) όταν η Σαραπόβα για να ανταποδώσει την «ανφέρ» κίνηση της Σερένα να σχολιάσει, χωρίς να κατονομάσει το πρόσωπο, την σχέση της Ρωσίδας αθλήτριας με τον Ντιμιτρόφ, «φωτογράφισε» δημόσια το φημολογούμενο ειδύλλιο του Πατρίκ Μουράτογλου με την Αμερικανίδα τενίστρια.
Η οποία, από το 2012, είχε αρχίσει να συνεργάζεται με τον Γάλλο προπονητή και υπό καθοδήγηση του, πέτυχε την «εκτόξευση» της καριέρας της αλλά και την εδραίωσή της στον χώρο του τένις ως μια από τις κορυφαίες αθλήτριες.
Παρά την επιτυχία του «δυναμικού ντουέτου» Μουράτογλου-Ουίλιαμς, ο γάλλος προπονητής, δεν σταμάτησε να αναζητά νέα ταλέντα.
Το 2018 ανακάλυψε μέσω του You Tube τον Στέφανο Τσιτσιπά, λέγοντας έναν χρόνο αργότερα για το νεαρό αθλητή πως «λάτρεψα τον τρόπο με τον οποίο αγώνιστηκε. Όταν άκουσα ότι ήταν Έλληνας ήθελα να τον γνωρίσω γιατί κι εμένα η μισή καταγωγή μου είναι από την Ελλάδα».
Την ίδια χρονιά, ανέλαβε και την Κόρι «Κόκο» Γκοφ, την οποία γνώρισε για πρώτη φορά, όταν ήταν 10 χρόνων. «Δεν εκπλήσομαι για το επίπεδο της αγωνιστικότητας της Κόκο», είχε δηλώσει το 2019, κατά τη διάρκεια του τουρνουά Γουίμπλεντον, στο οποίο η Γκοφ είχε μια εντυπωσιακή πορεία. «Γνωρίζω ποιες είναι οι δυνατότητές της. Αυτό που ίσως με εκπλήσει, είναι ότι κατάφερε να σπάσει τόσα ρεκόρ σε σύντομο χρονικό διάστημα».
Πάντα ανήσυχος, ο Μουράτογλου, σήμερα, δεν περιορίζεται μόνο στην ανακάλυψη νέων ταλέντων και στην εκγύμναση νεαρών αθλητών. Ως γιος ενός από τους ισχυρότερους επιχειρηματίες στη Γαλλία, γνωρίζει πολύ καλά από διοίκηση επιχειρήσεων αλλά και πως οι νέες ιδέες είναι αυτές που καθορίζουν το μέλλον ενός ανθρώπου.
Εκτός από προπονητής, είναι σχολιαστής αγώνων τένις στο Eurosport, όπως το τουρνουά Ultimate Tennis Showdown, το οποίο διεξάγεται στις εγκαστάσεις της ακαδημίας του, στη Νότια Γαλλία (Νίκαια).
Όπως υποστηρίζει ο Γάλλος προπονητής: «Πρέπει να εισάγουμε ένα “νέο” διαφορετικό τένις και να προσθέσουμε μοντέρνα πράγματα. Αυτό που επιθυμούμε είναι να δημιουργήσουμε το μέλλον του τένις και όχι να ανταγωνιστούμε την ΑΤΡ ή την WTA.
Αν τώρα επιτύχουμε και η ΑΤΡ μαζί με την WTA θελήσουν να μας βάλουν κάτω από την “ομπρέλα” τους, θα είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό!».