Πρέπει να απομυθοποιήσουμε κάποια πράγματα. Έπαιζα. Και, όταν παίζεις, καμιά φορά ξεφεύγεις.
Ήμουν “καθαρός” αμυντικός, όμως, σε 15 χρόνια “επαγγελματικού” ποδοσφαίρου έχω πάρει τέσσερεις κόκκινες κάρτες. Οι περισσότερες άδικες.
Κάποιες όμως τις… ευχαριστήθηκα! Κι εγώ και η σύζυγός μου, η Ελένη! Βλέπετε, κάποιες αφορούσαν σ’ εκείνη άμεσα. Συγκεκριμένα, η πρώτη και η τελευταία.
Με τη σύζυγό μου είμαστε μαζί από το 1967. Η ιστορία μας δηλαδή είναι μεγάλη. Πάνω από μισός αιώνας!
Τη γνώρισα πολύ μικρός. Μόλις τελείωσα το Γυμνάσιο. Ήταν κι εκείνη πολύ μικρή.
Δεν είχε καμία σχέση με τον αθλητισμό. Εγώ έπαιζα και… δεν έπαιζα στον Ατρόμητο. Ήμουν 17-18 ετών.
Τέσσερα χρόνια αργότερα θα ερχόταν και η πρώτη κόκκινη κάρτα μου.
Ήταν μια Κυριακή στο τέλος της σεζόν 1970-1971, σε αναμέτρηση Χαλκίδα-Ατρόμητος.
Από τον αγώνα αυτόν ουσιαστικά θα προέκυπτε το ποιος θα κέρδιζε την άνοδο στην πρώτη κατηγορία.
Το παιχνίδι ήταν πολύ σοβαρό. Το γήπεδο ήταν γεμάτο και υπήρχε μεγάλη ένταση.
Το θυμάμαι καλά…
Μας είχαν ακολουθήσει μάλιστα 60-70 πούλμαν με φιλάθλους από το Περιστέρι!
Απαραίτητη σημείωση: ο μέλλων πεθερός μου εκείνη την εποχή ήταν Διευθυντής στο εργοστάσιο με τα τσιμέντα, Τσιμέντα Χαλκίδος, όπου και εργαζόταν η μισή Χαλκίδα.
Τότε έπαιζα “έξω αριστερά” και είχα το νούμερο «11» στην πλάτη.
Ανοίγω άλλη μια μικρή παρένθεση: στην καριέρα μου πρέπει να έχω φορέσει όλα τα νούμερα εκτός του «1». στη γειτονιά μου μάλιστα ο πρώτος μου αριθμός ήταν το «6» και αυτό ραμμένο ανάποδα!
Επιστρέφω στην Χαλκίδα: σε εκείνο το ματς λοιπόν είχαμε προηγηθεί από το πρώτο κιόλας λεπτό! Είχα δώσει την πάσα στον Ξαφέλη και εκείνος είχε μπει με την μπάλα στα δίχτυα.
Ο αγώνας όμως ήταν πολύ περίεργος και φτάσαμε να χάνουμε με 2-1.
Σε κάποια φάση, σε ένα τζαρτζάρισμα, νομίζω γύρω στο 80ό λεπτό, ο αντίπαλος παίκτης -δεν θυμάμαι καν το όνομά του- άρχισε να κοπανιέται περίεργα στο έδαφος.
Ο διαιτητής, βλέποντάς τον, μου έδειξε την κόκκινη κάρτα.
Προβληματίστηκα. «Μα δεν του έκανα τίποτα», του είπα. Δεν θυμάμαι ούτε το όνομα του διαιτητή, παρά μόνο πως ήταν παχύς και ότι μου είπε αυστηρά: «Πήγαινε στα αποδυτήρια!».
Δεν αντιμίλησα.
Πηγαίνοντας προς τα έξω, ο αντίπαλός μου -που μέχρι πριν λίγο υποδυόταν πως τον χτύπησα- μού έκανε μια χειρονομία και με έβρισε πολύ άσχημα.
Κοιτάζοντάς τον, ρώτησα «τι μου έκανες;», ζητώντας να επαναλάβει ό,τι είπε.
Και, όντως, επανέλαβε ακριβώς τα ίδια χυδαία και προσβλητικά λόγια.
Έχοντας την κούραση του αγώνα, τη στεναχώρια από την ήττα και τα νεύρα μου, δεν μπόρεσα να κρατηθώ. Όπως ήταν κάτω, του έδωσα μία δυνατή κλοτσιά την οποία… χάρηκα.
Του είπα: «τουλάχιστον, να βγω δικαιολογημένα!».
Στη συνέχεια, το έβαλα στα πόδια και κλείστηκα στην τουαλέτα του γηπέδου.
Μπήκε κόσμος μέσα στον αγωνιστικό χώρο, το ματς διακόπηκε για λίγο και ουσιαστικά τελείωσε με την Χαλκίδα νικήτρια.
Την επόμενη μέρα, γυρνώντας ο πεθερός μου από το εργοστάσιο στο σπίτι του στην Αθήνα, άκουσε τον θυρωρό της πολυκατοικίας να του λέει: «Κυρ Αντρέα, τι έγινε στη Χαλκίδα; Έκλεισε η γέφυρα; Έγινε σύρραξη;» .
«Ναι, έμαθα έγιναν διακοπές. Αυτοί οι αληταράδες…», απάντησε εκείνος, ο οποίος δεν είχε ιδέα από ποδόσφαιρο. Είχε τρεις κόρες και ο ίδιος δεν ασχολιόταν καθόλου.
«Ξέρεις, ο φίλος της κόρης σου είναι αυτός που έκανε τη ζημιά», του… αποκάλυψε ο θυρωρός.
«Ο Λάκης;», ρώτησε με απορία ο πεθερός, ο οποίος με γνώριζε, γιατί έβγαινα με την Ελένη. «Ο Λάκης είναι φοιτητής»…
«Ναι, ο Λάκης! Παίζει και ποδόσφαιρο», του απάντησε ο θυρωρός και του διηγήθηκε όλη την ιστορία.
Εκείνος, άνθρωπος δυναμικός, έμεινε έκπληκτος. Δεν συνέχισε τη συζήτηση.
Όπως έμαθα όμως μετά, ανεβαίνοντας πάνω στο σπίτι, είπε: «Και εγώ τον είχα για… φλούφλη τον Λάκη». Μέσω αυτής της δυσάρεστης κατάστασης δηλαδή ανέβηκα στην εκτίμησή του.
Τρία χρόνια αργότερα, το 1974, ήρθε και η πρώτη κόκκινη κάρτα με την ΑΕΚ.
Ήταν σε έναν αγώνα στην Πάτρα. Τελείως άδικη!
Χωρίς την παραμικρή επαφή με τον αντίπαλό μου, απευθείας αποβολή, στο 32o λεπτό!
Τρέχαμε παράλληλα με τον συγχωρεμένο τον Ρήγα, απομάκρυνα την μπάλα, αμυνόμενος, και εκείνος σκουντούφλησε κάπου, γιατί ήταν κακός ο αγωνιστικός χώρος, και έπεσε.
Το όνομα του διαιτητή ήταν Παπαβασιλείου. Ο Ρήγας του εξήγησε τι έγινε, όταν σηκώθηκε, αλλά εκείνος απάντησε: «Τώρα τον έβγαλα, παράτα με».
Η ομάδα μου έμεινε για πάνω από μία ώρα με 10 παίκτες και το τελικό αποτέλεσμα ήταν 0-0.
“Ευτυχώς” που η φάση έγινε μπροστά στον πάγκο μας και τη θύρα των επισήμων. Όλοι είχαν δει τι έγινε.
Γιατί καμιά φορά στις ομάδες είναι εύκολο να παρεξηγηθείς και με τους δικούς σου.
Η επόμενη αποβολή μου ήταν στο Καραϊσκάκης. Παίζαμε με τον Εθνικό το 1977.
Πέντε ημέρες πριν είχαμε αντιμετωπίσει τη Γιουβέντους, στον πρώτο ημιτελικό του Κυπέλλου UEFA!
Ένας διαιτητής από την Καβάλα, ονόματι Τσανακλίδης, με απέβαλε προκλητικότατα, γιατί υποτίθεται πως τον έβρισα.
Ενώ είχε γυρισμένη την πλάτη, είπε πως με άκουσε να του βρίζω τη μητέρα ή τα θεία. Ήμουν αρχηγός. Όταν με έβγαλε, έγινα έξαλλος. Πιάστηκα στα χέρια μαζί του και του ξήλωσα το σήμα…
Η τελευταία κόκκινη που δέχθηκα ήταν τη σεζόν 1978-1979.
Προπονητής μας ο Πούσκας, αντίπαλος ο Απόλλων, στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Οι αντίπαλοί μας διέθεταν έναν επιθετικό που τον είχαν πάρει από τον Ολυμπιακό. Το όνομά του Παπαδημητρίου. Προερχόταν από την Ουγγαρία και το μόνο που έκανε όλη την ώρα ήταν να φτύνει!
Είχε φτύσει τον Ραβούση, είχε φτύσει κι εμένα, αλλά κρατιόμασταν ψύχραιμοι.
Του μίλησα έντονα μέσα στον αγώνα, προκειμένου να σταματήσει, αλλά δεν έβγαζα άκρη. Τελικά δεν άντεξα πάνω από 20 λεπτά.
Είχα προειδοποιήσει τον διαιτητή. «Πρόσεχέ τον, είναι προκλητικός». Και η απάντηση που πήρα ήταν: «Έλα, ρε Λάκη, δεν έχεις ανάγκη».
Η συμπεριφορά του αντιπάλου μου ήταν και αηδιαστική και εξευτελιστική. Ειλικρινά, θα προτιμούσα να με χτύπαγε…
Έχοντας ήδη δεχθεί τέσσερα ή πέντε φτυσίματα λοιπόν και βλέποντας τον διαιτητή να μην κάνει κάτι, γύρισα και έριξα μπουνιά στον αντίπαλό μου.
Ο διαιτητής μας απέβαλε και τους δύο. Αλλά εγώ είχα ήδη πάρει το δρόμο για τα αποδυτήρια.
Αυτή, σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες κόκκινες κάρτες, ήταν δίκαιη!
Περιττό να σας πω το πόσο τη χάρηκε η Ελένη!
Ως αρχηγός, έφαγα ποινή για τέσσερεις αγωνιστικές…
Το γαμήλιο δώρο της πεθεράς μου ήταν ένα ταξίδι δύο εβδομάδων στο εξωτερικό. Με τις υποχρεώσεις της ομάδας, δεν είχαμε μπορέσει να το αξιοποιήσουμε με τη γυναίκα μου τα πρώτα πέντε χρόνια. Ναι, πέντε χρόνια!
Η αποβολή μου έπεσε κοντά στα Χριστούγεννα και βρεθήκαμε για μια εβδομάδα στο Παρίσι ή το Λονδίνο χωρίς τα παιδιά.
Δεν μπορούν όλοι να το καταλάβουν αυτό… Για κάθε παντρεμένο επαγγελματία αθλητή, το σενάριο είναι γνωστό.
Είναι η δύσκολη η ζωή μιας παντρεμένης γυναίκας που έχει να αντιμετωπίσει τη στέρηση μιας κανονικής οικογενειακής ζωής!
Τη στέρηση του Σαββατοκύριακου!
Θυμάμαι, γύρω στο 1980 είχε γίνει και μία σχετική εκπομπή, όπου παρουσιάζονταν «οι Χήρες του Σαββατοκύριακου»!
Οι σύζυγοι δηλαδή των ποδοσφαιριστών, κυρίως εκείνων που αγωνίζονταν στην Εθνική ομάδα.
Θυμάμαι πως είχαν έρθει και στο δικό μας σπίτι.
Τα δύο μου κορίτσια, η Άννα και η Όλγα, ήταν μικρά τότε και είχαν παίξει πιάνο.
Με την Ελένη συνυπήρξαμε και ως φοιτητές. Εκείνη στη Φαρμακευτική, εγώ στην Ιατρική.
Μόλις τελείωσα το Πανεπιστήμιο, παντρευτήκαμε. Ήταν φοιτήτρια τότε και μάλιστα πήρε το πτυχίο της με δύο παιδιά.
Κάθε αθλητής πρέπει να αντιληφθεί πως παίζουν ρόλο στη ζωή του τόσο η δική του προσωπικότητα όσο και της συζύγου του!
Το κατά πόσο είναι ώριμοι δηλαδή να αντιμετωπίσουν και οι δύο αυτή τη σχέση «ποδόσφαιρο (αθλητισμός) – οικογένεια». Ιδιαίτερα αν έχουν παιδιά.
Το να διατηρηθεί η ισορροπία σε ένα σπίτι, όπως το δικό μου, ήταν πραγματικά πολύ δύσκολο.
Μας “χώριζαν” οι Τετάρτες, οι Κυριακές, η Ιατρική, η Εθνική ομάδα.
Αλλά -νομίζω πως- τα καταφέραμε καλά!
Photo Credits: Ανδρέας Παπακωνσταντίνου
Επιμέλεια κειμένου: Λουκάς Μαστροδήμος
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Παντελής Νικολάου: «Θα έρχεσαι για μένα στο γήπεδο» / Μια Άγνωστη Ιστορία