Από μικρό παιδί ήμουν με την μπάλα στα πόδια!
Όλοι θέλουν να γίνουν ποδοσφαιριστές και στη δική μου οικογένεια, ο πατέρας μου και τα δύο μου αδέρφια, τα οποία είναι μεγαλύτερα, έπαιζαν όλοι, οπότε πήρα κι εγώ το μικρόβιο.
Ήμασταν συνέχεια στα γήπεδα, σε αγώνες, βλέπαμε ποδόσφαιρο, έπαιζα στο χωριό, έπαιζα στη μικτή, πηγαίναμε και σε παιχνίδια στη Θεσσαλονίκη, στην Τούμπα, ήμασταν συνέχεια μέσα στον χώρο.
Όταν φόρεσα τη φανέλα του Σβορώνου Πιερίας, απ’ όπου ξεκίνησα, το συναίσθημα ήταν φοβερό, καθώς μιλάμε για τα πρώτα μου βήματα, και ήταν πολύ ιδιαίτερο, επιπλέον γιατί φορούσα και τη φανέλα του χωριού μου, έπαιζα για τον τόπο μου.
Όταν ήμουν μόλις 15 χρόνων παιδί και μου είπαν «πας στον Ολυμπιακό», ήταν κάτι σαν όνειρο για εμένα, όπως είναι και για κάθε μικρό παιδί το να πάει σε μεγάλη ομάδα, πόσο μάλλον στον Ολυμπιακό, τη μεγαλύτερη ελληνική ομάδα.
Ήταν κάτι τρομερό, όταν το έμαθα, παρά το γεγονός ότι τότε δεν ήμουν Ολυμπιακός, στην οικογένειά μου εμείς ήμασταν ΠΑΟΚ.
Στον Πειραιά βρέθηκα δίπλα σε μεγάλους παίκτες, μεγάλες προσωπικότητες, όπως ο Νικοπολίδης, ο Τζόρτζεβιτς, ο Ζούλιο Σέζαρ, με τον οποίον παίζαμε στην ίδια θέση και ο ίδιος με βοήθησε πάρα πολύ, ο Γκαλέτι και ο Ντιόγκο.
Από προπονητές θα μου μείνει αξέχαστος ο Τάκης Λεμονής, ήταν μάλιστα και ο πρώτος που με είχε πάρει τότε στην ομάδα και με είχε υποστηρίξει πολύ, γιατί ήμουν στα πρώτα μου βήματα, αλλά κοντά μου βρέθηκαν και άλλοι προπονητές, όπως για παράδειγμα ο Τιμούρ Κετσπάγια, ο οποίος και αυτός με βοήθησε πάρα πολύ.
Είμαι ο νεαρότερος παίκτης που αγωνίστηκε στη Super League, στα 15.5 μου έκανα ντεμπούτο (κόντρα στον Ατρόμητο) και το συναίσθημα τότε ήταν τρομερό, τέλειο. Είχα αγωνιστεί αλλαγή κάποια λεπτά, αλλά θα μου μείνει αξέχαστο.
Όταν με ενημέρωσε ο κύριος Λεμονής ότι θα μπω αλλαγή, ένιωσα πολύ χαρούμενος, ενθουσιάστηκα, περίμενα πώς και πώς να μπω μέσα και στα λεπτά που είχα έδωσα τον καλύτερο εαυτό μου, δεν θα το ξεχάσω ποτέ.
Ήταν μια σπουδαία τετραετία τότε στον Ολυμπιακό, αλλά πιστεύω ότι δεν μπόρεσα να αναδείξω τις δυνατότητές μου, γιατί πήγα πάρα πολύ νέος, θα μπορούσα να είχα πάρει περισσότερες ευκαιρίες, αλλά δεν είχα την εμπειρία και τότε ο Ολυμπιακός αγωνιζόταν στο Champions League.
Όσο μεγάλο ταλέντο και να ήμουν, δεν ήταν εύκολο να καθιερωθώ, στη θέση που έπαιζα αγωνιζόταν ο Παρασκευάς Άντζας, ο Ζούλιο Σέζαρ, ο Αβραάμ Παπαδόπουλος, ο Μέλμπεργκ, δεν ήταν και τόσο εύκολο να αγωνιστείς αντί γι’ αυτούς.
Αλλά είμαι πολύ χαρούμενος που έπαιξα στον Ολυμπιακό, είναι ένα μεγάλο κομμάτι της καριέρας μου και ήταν υπέροχα.
Στη συνέχεια ξεκίνησε η πορεία μου στη Γερμανία που κράτησε 10 χρόνια και πέρασα πολύ όμορφα και εκεί.
Στο Γερμανικό Πρωτάθλημα όλα ήταν διαφορετικά, το ποδόσφαιρο είναι αλλιώς, πιο επίπονο, πολύ πιο απαιτητικό, θέλει πιο πολλές και πιο σκληρές προπονήσεις, ειδικά για έναν ποδοσφαιριστή που είναι πιτσιρικάς και πάει στη Γερμανία είναι πολύ σκληρό στις αρχές.
Στο ξεκίνημά μου δεν ήξερα και τη γλώσσα, μιλούσα Αγγλικά, ευτυχώς είχαν έρθει και οι γονείς μου μαζί και με βοηθούσαν, σιγά-σιγά εγκλιματιζόμουν, αλλά ούτως ή άλλως η γλώσσα του ποδοσφαίρου είναι παγκόσμια.
Η πρώτη μου ομάδα εκεί ήταν η Σάλκε, όλα με εντυπωσίασαν, οι παίκτες ήταν τεράστιας ποιότητας και κλάσης, όπως ο Ραούλ, ο Νόιερ, ο Φαν Ντερ Φααρτ, τρομερό επίπεδο.
Ταυτόχρονα, οι οπαδοί ήταν το κάτι άλλο, με αγαπούσαν πολύ και πέρασα πολύ ωραία μαζί τους.
Εκεί ανέβηκε και η χρηματιστηριακή μου αξία, ειδικά όταν έκανα τα πολύ καλά παιχνίδια σε Champions League και Europa League.
Στη Γερμανία έμεινα 10 χρόνια, Σάλκε, Λεβερκούζεν, Λειψία, Αμβούργο, αλλά ευτυχώς η οικογένειά μου, οι γονείς και τ’ αδέρφια μου, ήταν μαζί μου συνεχώς, δεν με άφησαν στιγμή, με ακολουθούσαν όπου και να πήγαινα, πράγμα πολύ καλό για εμένα.
Βέβαια, η Ελλάδα σού λείπει συνεχώς και θέλεις να γυρίζεις πίσω. εγώ επέστρεφα και λόγω Εθνικής ομάδας και λόγω… διακοπών.
Και κάθε φορά που ερχόμουν από όποια ομάδα της Γερμανίας, με αντιμετώπιζαν ως κάτι το ιδιαίτερο λόγω της καριέρας μου στο εξωτερικό, με έβλεπαν και στην τηλεόραση.
Αγαπάω πολύ την Ελλάδα, είναι η χώρα μου, εδώ μεγάλωσα, εδώ είμαι και, όλα τα χρόνια που έλειπα, δεν παρέλειπα να δημοσιοποιώ στα social μου ευχές για τις εθνικές μας γιορτές.
Τις θυμόμουν πάντα και έτσι προσπαθούσα να τις τιμάω, έστω με μια φωτογραφία, με μια αναφορά, να υπενθυμίζω ποιοι έπεσαν, ποιοι πολέμησαν, ώστε να είμαστε τώρα εμείς ελεύθεροι.
Πιστεύω επίσης πολύ στον Χριστό, στην ανώτερη δύναμη, αυτή η πίστη κράτησε, και όσο βρισκόμουν στο εξωτερικό, προσεύχομαι και, δόξα τω Θεώ, είναι όλα καλά στη ζωή μου!
Έχω ακόμη γερμανικό νούμερο στο κινητό μου, το ήξεραν όλοι οι φίλοι, οι επαφές και οι άνθρωποί μου από τη Γερμανία τόσο καιρό, οπότε το κράτησα έτσι, έμαθα και γερμανικά στην πορεία όλων αυτών των χρόνων και μιλάω πολύ καλά.
Και μετά από όλη αυτή την καριέρα στη Γερμανία ήταν, υπό μια έννοια, “υποτιμητικό” το να πάω στη Λοκομοτίβα Ζάγκρεμπ, αλλά είχα μείνει πολύ εκτός, ήταν καλοκαίρι και ήθελα να κάνω ένα restart στην καριέρα μου, να ξεκινήσω από την αρχή, οπότε πήγα στην Κροατική ομάδα.
Τελικά μου βγήκε σε καλό, καθώς η απόδοσή μου εκεί (έπαιζα πολύ καλά παιχνίδια) ήταν και ο λόγος που κλήθηκα ξανά μετά από χρόνια στην Εθνική.
Η μεγάλη απογοήτευση στην πορεία μου ήταν η μεταγραφή μου στη Αλ Φαϊχά της Σαουδικής Αραβίας.
Δεν ήθελα να μείνω εκεί, δεν μου άρεσε το επίπεδο, όλες οι προϋποθέσεις ήταν κακές και πάνω στον μήνα έφυγα.
Έκανε πάρα πολύ ζέστη, ο κόσμος δεν ήταν όπως τον περίμενα, δεν είχες πολλές ελευθερίες στη ζωή σου, το ποδόσφαιρο δεν ήταν όπως το ήθελα, υπήρχαν και κάποιες άλλες δυσκολίες, οπότε έπαιξα μόνο 20 λεπτά σε ένα παιχνίδι και έφυγα.
Κάνοντας έναν απολογισμό, στο εξωτερικό πήρα καλά χρήματα από τις ομάδες και τις μεταγραφές μου, χρήματα που σίγουρα δεν θα μπορούσα να πάρω στην Ελλάδα.
Επίσης, ό,τι και να έχω κάνει στην καριέρα μου, το σημαντικότερο όλων είναι η παρουσία μου στην Εθνική ομάδα, το να παίζεις με το εθνόσημο δεν συγκρίνεται με τίποτα άλλο. τα γκολ που έχω βάλει αποτελούν τις σημαντικότερες στιγμές μου, ειδικά το γκολ με τη Μάλτα που αποτέλεσε και το ντεμπούτο μου για τα προκριματικά του Euro 2012, οι προκρίσεις που κάναμε στο Euro μάς προσέφεραν απίστευτα συναισθήματα.
Είμαι ικανοποιημένος από την καριέρα μου και το πού μπόρεσα να φτάσω, ωστόσο δεν ξέρω ποιο θα ήταν το όριό μου, αν δεν είχα τους τραυματισμούς και αν θα έκανα κάποια πράγματα ακόμα καλύτερα.
Οι τραυματισμοί αποτέλεσαν έναν πολύ κακό παρονομαστή στην καριέρα μου, δεν ξέρω γιατί με ταλαιπώρησαν έτσι, ίσως ήμουν άτυχος, δεν μπορείς να ξέρεις ποτέ ένας τραυματισμός γιατί έρχεται, αλλά ευχαριστώ τον Θεό που είμαι καλά, προσπαθώ, συνεχίζω και δίνω τον καλύτερο εαυτό μου, όσο γίνεται περισσότερο.
Μετά από όλη την πορεία μου στο εξωτερικό είχα κουραστεί, δεν ήθελα να μείνω άλλο εκεί, ειδικά μετά τον τελευταίο μου σταθμό στη Σαουδική Αραβία και την Αλ-Φαϊχά, όπου απογοητεύτηκα.
Επέστρεψα στην Ελλάδα, αρχικά στον Ατρόμητο και στη συνέχεια στη Λαμία, είμαι πολύ καλά εδώ και το μόνο που σκέφτομαι είναι πώς θα βοηθήσω.
Ωστόσο, σε ό, τι αφορά στο εξωτερικό, δεν μπορώ να πω αν τελείωσε για εμένα, δεν ξέρεις ποτέ με το ποδόσφαιρο τι μπορεί να γίνει.
Το ποδόσφαιρο για εμένα είναι τα πάντα, πώς είμαι, πώς μεγάλωσα, τι κάνω, σε όλα υπάρχει κάπου ως δεδομένο, είναι “το Α και το Ω”, χωρίς αυτό δεν γίνεται και δεν θέλω καν να σκέφτομαι τι θα κάνω “την επόμενη μέρα”…
Ο Σβορώνος Πιερίας είναι το χωριό μου, ο κόσμος μου, εδώ μεγάλωσα, εδώ ζήσαμε, εδώ θα ζήσω, είμαι πολύ συνδεδεμένος μαζί του και, όταν όλα τελειώσουν, η σκέψη μου είναι να γυρίσω εδώ.
Εδώ όπου βρίσκονται και οι γονείς μου, οι οποίοι είναι πολύ περήφανοι για αυτό που είμαι και για ό,τι έχω καταφέρει, όπως πιστεύω ότι είναι και όλοι οι γονείς για την πρόοδο των παιδιών τους.
Ο Κυριάκος Παπαδόπουλος είναι διεθνής ποδοσφαιριστής.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Στέλιος Μαλεζάς: Η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου
Αλέξανδρος Τζόρβας: Αλλάζοντας Γάντια / Ιστορίες Απ’ το Τέρμα
Κώστας Κατσουράνης: Τρεις μήνες στην Ινδία
Σωτήρης Νίνης: Η ιστορία της ζωής μου – μέρος 1ο / Η ιστορία της ζωής μου – μέρος 2ο