Για πολλά παιδιά, το να ακολουθήσουν το επαγγελματικό όνειρο του πατέρα τους, είναι ευχή ή κατάρα.
Διότι εξελίσσεται είτε σε εξασφάλιση είτε σε «φορτίο» και αγγαρεία.
Για τον Πασκάλ Σιάκαμ, ωστόσο, αυτός ο «δρόμος» δεν ήταν μάλλον τίποτα από τα δύο.
Γιατί το διπλό όνειρο του πατέρα του έγινε για τον Καμερουνέζο φόργουορντ των Τορόντο Ράπτορς υποχρέωση.
Μία χαρούμενη, τελικά, υποχρέωση, αν και πέρασε μέσα από στιγμές θρήνου και μελαγχολίας.
Η πρώτη «αποστολή» ήταν αυτή που, το 2009, ο 15χρονος Πασκάλ κατόρθωσε να αποφύγει.
Μονάχα που αμέσως απέκτησε κι ένα άλλο, ιερό πλέον, καθήκον, το οποίο του πρόσφερε ένα νέο κίνητρο.
Ένα καθήκον πολύ πιο σημαδιακό από την αρχική επιθυμία του Τσάμο Σιάκαμ, ο οποίος επιθυμούσε να δει τον τέταρτο γιο του ως ιερέα.
Ο Πασκάλ Σιάκαμ ήταν τη σεζόν 2018-19 η τρίτη επιλογή στην επίθεση των φιναλίστ των τελικών της Ανατολικής Περιφέρειας του ΝΒΑ, Τορόντο Ράπτορς, πίσω από Κουάι Λέοναρντ και Κάιλ Λάουρι.
Καταγράφοντας μ.ό. 16,9 πόντους, 6,9 ριμπάουντς και 36,9% στα τρίποντα σε 31,9 λεπτά συμμετοχής.
Και σημειώνοντας σε κάθε κατηγορία ρεκόρ καριέρας μετά τα αντίστοιχα στατιστικά των 7,3 πόντων, 4,3 ριμπάουντς και 22% από τα 7,25μ. σε 20,7 λεπτά στη δεύτερη χρονιά του στη Λίγκα.
Είναιθ, επίσης, η ελπίδα των Καναδών για να περιορίσουν αμυντικά τον σταρ των Μιλγουόκι Μπακς, Γιάννη Αντετοκούνμπο.
Ο Σιάκαμ, με κορμοστασιά που ταιριάζει σωματικά με τον (με καταγωγή από τη Νιγηρία) «Giannis», αντιμετωπίζει ξανά έναν αντίπαλο από την Αφρική.
Στον προηγούμενο γύρο, και την πρόκριση των Ράπτορς επί των Σίξερς με 4-3 νίκες, ο Σιάκαμ τόνιζε τη «μονομαχία» του με τον συμπατριώτη του και σέντερ της Φιλαδέλφεια, Τζοέλ Εμπίιντ. Αναφέροντας ότι «από τις αναμετρήσεις μας κερδίζει το Καμερούν» και εξηγώντας πως «θέλουμε να δείξουμε ότι οι Αφρικανοί μπορούν να γίνουν σταρ».
Άλλωστε, το ταξίδι αμφότερων -όπως και του Αντετοκούνμπο- προς την καταξίωση δεν συνοδευόταν απλώς από αίμα, δάκρυα και ιδρώτα.
Η πορεία του Σιάκαμ, όμως, ήταν μία διαδρομή 9.500 χιλιομέτρων από τη γενέτειρά του, Ντουάλα και δεν ήταν ακριβώς συνηθισμένη.
Περιελάμβανε «στάσεις» στις οποίες αρχικά ο ίδιος δεν θέλησε να αποβιβαστεί και ευτυχώς, για εκείνον, δεν έγιναν τελικός προορισμός του.
Και περιέχει μερικά όνειρα που δεν πραγματοποιήθηκαν…
Παρά το γεγονός ότι στην οικογένεια Σιάκαμ όλοι λάτρευαν το μπάσκετμπολ, ο Πασκάλ είχε άλλες φιλοδοξίες.
Στόχους που ταίριαζαν ως πιτσιρικάς με την αγάπη της πλειοψηφίας των συμπατριωτών του για το ποδόσφαιρο.
Τα τρία μεγαλύτερα αδέρφια του, Μπορίς, Κριστιάν και Τζέιμς, εξασφάλισαν υποτροφίες για να φοιτήσουν στις Η.Π.Α. και να παίξουν μπάσκετμπολ στα πανεπιστήμια Ουέστερν Κεντάκι, Ιντιάνα-Περντιού και Βάντερμπιλτ αντίστοιχα,.
Ο μπαμπάς Τσάμο λάτρευε την «πορτοκαλί θεά» και ονειρευόταν όλα (ή έστω ένα από) τα παιδιά του να φτάσουν ως το ΝΒΑ.
Ο Πασκάλ, όμως, δεν ήθελε να ακολουθήσει τα βήματα των αδερφών του.
Ως Βενιαμίν της φαμίλιας επιλέχθηκε από τον πατέρα του για να γίνει ιερέας.
Ο Τσάμο Σιάκαμ, υπάλληλος σε μεταφορική εταιρία και για ένα διάστημα δήμαρχος της πόλης Μακενενέ (με 17.000 κατοίκους), αποκάλυψε ένα βράδυ το σχέδιο του στη σύζυγό του, Βικτορί.
Και το 2005 έστειλε τον 11χρονο Πασκάλ στο καθολικό σχολείο Σεντ Άντριους Σέμιναρι.
Ο μικρός δεν είχε άλλη επιλογή από το να σεβαστεί την επιθυμία του πατέρα του, όχι μόνο για λόγους «πρωτοκόλλου», αλλά κυρίως σεβασμού.
Δεν πίστευε ότι η εκκλησία είναι το δικό του πεπρωμένο, όμως δεν ήθελε να βρεθεί και απέναντι στον πατέρα του.
«Δεν θα πάω ποτέ ενάντια στις επιθυμίες του», θυμήθηκε μερικά χρόνια αργότερα πως ήταν η αρχική σκέψη του. «Δεν έχει υπάρξει καλύτερος άνθρωπος από εκείνον»…
Στα δύο πρώτα χρόνια της επταετούς φοίτησής του, ήταν όχι μόνο συνεπής στις ακαδημαϊκές και εξωσχολικές δραστηριότητές του, αλλά και ενθουσιώδης με αυτές. Ενώ ήταν και άριστος στα μαθήματα.
Κάτι που επιβεβαίωσε και ο πάτερ Αρμέλ Κόλινς σε παλαιότερη συνέντευξή του στην ιστοσελίδα του δικτύου ESPN.
Οι επιδόσεις του στους βαθμούς δεν άλλαξαν ακόμη και όταν στην τρίτη χρονιά του άρχισε να γίνεται ολοένα και λιγότερο επιμελής. Το κοπιαστικό πρόγραμμα των μαθητών στο Σεντ Άντριους δεν αφορούσε μόνο το σχολείο. Τα παιδιά βοηθούσαν σε δουλειές στην κουζίνα, στην κοπή ξύλων για το μαγείρεμα και σε άλλες ασχολίες στον χώρο.
Μεγαλώνοντας, ο σεμνός και τακτικός Πασκάλ άρχισε να καθυστερεί να ολοκληρώσει τις αναθέσεις του. Αν και πάντα πρώτος σε βαθμούς στην τάξη, σταμάτησε να διαβάζει και να παραδίδει εργασίες.
Δεν δίσταζε να παραβιάζει το ωράριο της μίας ώρας (μεταξύ 4:00-5:00μ.μ.) για αθλητικές δραστηριότητες, κλωτσώντας μία μπάλα και εκτός προγράμματος ή σουτάροντας μόνος του σε μία μπασκέτα σ’ ένα τσιμεντένιο γήπεδο.
Μέχρι που «συνελήφθη» να «δραπετεύει» από το σχολείο σε ώρες και ημέρες πέρα από τις προγραμματισμένες.
«Εξελίχθηκε από ένα ήρεμο παιδί σε έναν πεισματάρη έφηβο», επισήμανε ο πάτερ Κόλινς και παραδέχθηκε πως «πολλές φορές σκέφτηκα να τον αποβάλω, όμως πώς να διώξεις έναν μαθητή με άριστες επιδόσεις;»…
«Η σχέση μας έγινε μία καθημερινή “μάχη”», απάντησε ο Σιάκαμ, εξηγώντας ότι στα 15 του θέλησε τόσο πολύ να φύγει από το καθολικό σχολείο που έκανε τα πάντα ώστε ο Κόλινς να τον αποβάλει!
Η κατάσταση έγινε κουραστική και για τους δύο.
Μέχρι που ο πατέρας του Πασκάλ αποφάσισε να τον βάλει σε ένα λεωφορείο το οποίο, έπειτα από μία διαδρομή οκτώ ωρών, θα τον έφερνε και πάλι στο σπίτι, στη Ντουάλα. Προσωρινά, πάντως.
Ο Τσάμο Σιάκαμ επέμενε ότι αυτό δεν θα ήταν για πολύ, ξεκαθαρίζοντας πως ο γιος του θα ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις του στο Σεντ Άντριους.
Ο πάτερ Κόλινς, όμως, είχε ήδη ψυχολογήσει τον μικρό.
«Γνώριζα ότι ο μπαμπάς του δεν θα καταφέρει να τον κάνει να θέλει να γίνει ιερέας. Είχα την ελπίδα, πάντως, ότι θα του μάθει να φέρεται σαν άντρας»…
Ο Πασκάλ Σιάκαμ έκανε το (χρονικό) χατίρι του πατέρα του και έμεινε στο σχολείο μέχρι την αποφοίτησή του, το 2012. Μάζεψε τα πράγματά του, αποχαιρέτησε τον πατέρα Κόλινς και την πόλη Μπάφια και δεν κοίταξε ξανά πίσω.
Δεν γνώριζε ακόμη, τότε, ότι η αθλητική μοίρα του είχε άλλα σχέδια από εκείνα που είχε «ζωγραφίσει» ο ίδιος στο μυαλό του…
Η έκφραση «επαγγελματικός προσανατολισμός» ήταν ακόμη άγνωστη για τον Πασκάλ Σιάκαμ, αφού και το ποδόσφαιρο παρέμενε για τον νεαρό περισσότερο μία χαρούμενη ενασχόληση, παρά επαγγελματικό μέλλον.
Η άρνησή του να γίνει ιερέας δεν στεναχώρησε τον πατέρα του. Απλώς, στο μυαλό του Τσάμο Σιάκαμ άλλαξε η πορεία για τον γιο του.
Βλέποντας τον Πασκάλ να εγκαταλείπει τα της εκκλησίας, ο μπαμπάς του δεν εγκατέλειψε το δικό του… «Plan-B».
Έναν χρόνο πριν από την τυπική αποφοίτηση του από το Σεντ Άντριους, το καλοκαίρι του 2011, ο Τσάμο έπεισε τον γιο του να λάβει μέρος στο καμπ του Καμερουνέζου φόργουορντ του ΝΒΑ, τότε παίκτη του Μιλγουόκι και μετέπειτα των Σακραμέντο, Φιλαδέλφεια, Χιούστον και Λ.Α. Κλίπερς, Λουκ Μπα α Μούτε.
Σε ένα καμπ στο οποίο στο παρελθόν είχε αγωνιστεί και ο Τζοέλ Εμπίιντ.
Ήταν η πρώτη συνάντηση Σιάκαμ και Μπα α Μούτε, αν και για χρόνια οι οικογένειές τους ζούσαν μόλις τρία χιλιόμετρα μακριά.
Ήταν επίσης η πρώτη απόπειρα του Πασκάλ να παίξει οργανωμένο μπάσκετμπολ, μακριά από γήπεδα από τσιμέντο και καλάθια δίχως διχτάκια.
Το 2012, ο Μπα α Μούτε τον κάλεσε και πάλι στο καμπ του στο Καμερούν και τον ενημέρωσε ότι έλαβε πρόσκληση και για το Basketball Without Borders, που διοργάνωνε το ΝΒΑ στη Νότια Αφρική.
Την πρώτη φορά πήγε στο καμπ για πλάκα. Για να περάσει η ώρα. Τη δεύτερη σεζόν σκόπευε να απορρίψει την πρόταση, όμως σκέφτηκε πρακτικά…
Η μία από τις δύο αδερφές του ζούσε στη Νότια Αφρική και είχε να την συναντήσει για χρόνια.
«Δωρεάν ταξίδι στη Νότια Αφρική για να κάνω παρέα με την αδερφή μου και το μόνο που έχω να κάνω είναι να παίξω λίγο μπάσκετμπολ; Γιατί όχι;», αναρωτήθηκε και συνάντησε το… πεπρωμένο του.
Στο Basketball Without Borders του 2012 ήταν παρών ο τότε αντιπρόεδρος των Ντένβερ Νάγκετς και από το 2013 πρόεδρος των Ράπτορς, Μασάι Ουζίρι, άνθρωπος που ουσιαστικά τον επέλεξε στο ντραφτ του 2016.
Ο Νιγηριανός παράγοντας δεν εντυπωσιάστηκε, αρχικά. «Δεν βλέπω σε αυτόν έναν παίκτη του ΝΒΑ», σημείωσε στο μπλοκάκι του, όμως η προοπτική του δεν πέρασε απαρατήρητη.
Ο Σιάκαμ σκεφτόταν περισσότερο τις βόλτες στο Γιοχάνεσμπουργκ παρά τους αγώνες.
Όταν μπήκε για πρώτη φορά στο γήπεδο, ρώτησε έναν νεαρό που καθόταν δίπλα του: «Γιατί είναι όλοι τόσο ενθουσιασμένοι;». Στο παρκέ μόλις είχαν εμφανιστεί οι Σερζ Ιμπάκα και Λουόλ Ντενγκ, έμπειροι φόργουορντ του ΝΒΑ, με αφρικανική καταγωγή.
«Δεν τους γνωρίζω», ήταν η αφοπλιστική απόκριση του Πασκάλ.
Δεν ήταν μόνο ότι δεν είχε εμπειρία από οργανωμένο μπάσκετμπολ. Ήταν και ότι ως φαν του ποδοσφαίρου, δεν γνώριζε τίποτε για το ΝΒΑ.
Οι Ιμπάκα και Ντενγκ, ωστόσο, έγιναν παραδείγματα για τον ίδιο. Όχι τόσο μπασκετικά, αλλά κυρίως ως πρότυπα για το πώς κατόρθωσαν να πετύχουν και να φύγουν από την Αφρική.
Ξάφνου, το ενδιαφέρον του έγινε μεγαλύτερο και τα βλέμματα των σκάουτερ δεν άργησαν να τον εντοπίσουν.
Μία στιχομυθία και η εικόνα δύο νέων ινδαλμάτων διαμόρφωσε από την αρχή την κοσμοθεωρία και τις φιλοδοξίες του Σιάκαμ, φέρνοντας στο προσκήνιο το αρχικό και μόνιμο είδωλό του. Τον πατέρα του…
«Από εκείνο το σημείο κι έπειτα αγωνιζόμουν για τον πατέρα μου. Έπαιζα για να πραγματοποιήσω το όνειρό του να δει έναν γιο του στο ΝΒΑ. Ήθελα να τον κάνω υπερήφανο και να του χαρίσω αυτό το δώρο», τόνισε ο Πασκάλ και το ταξίδι για τις Η.Π.Α. δεν άργησε.
Παράγοντες του προπαρασκευαστικού γυμνασίου Γκαντ’ς Ακάντεμι, στο Ντάλας, τον προσέγγισαν, αλλά ο νεαρός δεν γνώριζε αγγλικά. Ο πατέρας του, όμως, τον ενθάρρυνε να φύγει για την Αμερική.
Όταν ανακοίνωσε τα νέα στον αδερφό του, Τζέιμς, εκείνος απόρησε: «Και τι σχέση έχεις εσύ με το μπάσκετμπολ;»!
«Από εδώ και στο εξής έχω», απάντησε δίχως να χάσει τα λόγια του ο μικρός.
Στο Τέξας, το «άγουρο» και αδούλευτο ταλέντο, σε συνδυασμό με εξαιρετικά αθλητικά προσόντα, δεν έφτανε.
Ο 17χρονος Σιάκαμ έκανε δεύτερο σπίτι του το παρκέ και το γυμναστήριο. Παρά το γεγονός ότι αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα από την κακή διατροφή και το πρόχειρο φαγητό.
Καθώς είχε φτάσει στις Η.Π.Α. με ύψος 2,06μ., αλλά μόλις 86 κιλά.
Έπειτα από μία σεζόν στο Γκαντ’ς Ακάντεμι, δεν έλαβε πολλές επιστολές για υποτροφίες, τουλάχιστον από φημισμένα πανεπιστημιακά προγράμματα, αλλά ο ίδιος εντυπωσιάστηκε από το Νιου Μέξικο Στέιτ.
Το 2013, ενσωματώθηκε στο κολέγιο και άρχισε να εξασκεί τα αγγλικά του από την «βιβλιοθήκη» που είχε στήσει στα αποδυτήρια -όπως έκανε σε κάθε ομάδα που εργαζόταν- ο ασίσταντ κόουτς με καταγωγή από το Τορόντο, Πολ Ουέιρ.
Διάβασε το «Basketball» του θρυλικού κόουτς του Νορθ Καρολάινα και του Μάικλ Τζόρνταν, Ντιν Σμιθ και πήγαινε στο γραφείο του βοηθού για περισσότερα βιβλία.
Ο Ουέιρ αστειεύτηκε σε δηλώσεις του ότι «δεν μου έδωσε ποτέ εκείνα τα βιβλία πίσω! Όμως το γεγονός ότι είχε όρεξη να διαβάσει, ενώ μπροστά του ανοιγόταν ένα αθλητικό μέλλον, δείχνει πόσο αφοσιωμένος ήταν.
Ήταν ένα παιδί που επιχειρούσε να μάθει μπάσκετμπολ. Να μάθει την Αμερική. Αλλά, κυρίως, να μάθει τη ζωή».
Τον Ιούλιο του 2013, ο Σιακάμ βρέθηκε στο Λας Βέγκας για να παρακολουθήσει το σάμερ λιγκ του ΝΒΑ.
Εκεί συνάντησε τον αδερφό του, Κριστιάν, τον οποίο είχε να δει σχεδόν μία δεκαετία.
«Όταν έφυγα από το Καμερούν ο Πασκάλ ήταν μωρό και τώρα είναι ψηλότερος από εμένα!», διαπίστωσε ο Κριστιάν.
Ο μικρός επέστρεψε στο ξενοδοχείο έπειτα από την παρθενική εμπειρία του με το ΝΒΑ, άρπαξε το κινητό του, άνοιξε την εφαρμογή του facebook και έγραψε: «Βρέθηκα τόσο κοντά σε παίκτες του ΝΒΑ και αισθάνθηκα κοντά στο όνειρό μου. Αλλά, στην πραγματικότητα, είμαι μακριά και έχω ακόμη, πολύ, πολύ, πολύ δρόμο να διανύσω»…
Ο Σιάκαμ δεν αγωνίστηκε σαν πρωτοετής, λόγω ακαδημαϊκών κανονισμών.
Όταν άρχισε να προπονείται με την υπόλοιπη ομάδα, παραδέχθηκε σε κείμενό του στην ιστοσελίδα «The Players Tribune» ότι «η μετάβαση δεν ήταν εύκολη.
«Με κλωτσούσαν στον πισινό κάθε μέρα! Οι κλωτσιές ήταν “ιδιοκτησία” του συμπαίκτη μου, Τσιλίντζι Νεφάουε. Και όταν λέω “κλωτσιές στον πισινό” δεν παίζω με τις λέξεις.
«Ο Νεφάουε ήταν ένας τύπος 2,09μ. και 120 κιλά. Στην πρώτη χρονιά μου συνέβαινε μόνο αυτό. Σκέφτηκα κάποια στιγμή: “Αρκετά!”. Γι’ αυτό και ήμουν στο γήπεδο μέρα και νύχτα. Και θυμόμουν το πόσο άσχημα μου μιλούσαν οι συμπαίκτες μου στο γυμνάσιο.
Όταν άρχισε η προετοιμασία της επόμενης χρονιάς, ήμουν έτοιμος και ο Νεφάουε δεν με έσπρωχνε πια».
Το σώμα και το μυαλό του ήταν, πλέον, έτοιμα.
Στις 23 Οκτωβρίου 2014, όμως, ο κόσμος του «κατέρρευσε» και η καρδιά του πήγε να «σπάσει».
Λίγο πριν το πρώτο ματς της σεζόν, έλαβε ένα τηλεφώνημα από τη μεγαλύτερη αδερφή του, Ράισα, από το Καμερούν.
Ο πατέρας του είχε αφήσει την τελευταία πνοή του από τραύματα ενός τροχαίου, δύο εβδομάδες νωρίτερα…
Ο Πασκάλ έκλαψε ασταμάτητα. Τόνισε στο κείμενό του στο «The Players Tribune» πως «ποτέ δεν αισθάνθηκα πιο μακριά από το σπίτι μου. Τίποτε δεν είχε σημασία εκείνη τη στιγμή. Ούτε το μπάσκετμπολ ούτε το σχολείο. Μόνο η οικογένειά μου. Ήθελα να γυρίσω πίσω για να αποχαιρετήσω τον πατέρα μου».
Η μητέρα του, όμως, δεν τον άφησε… Σκληρή απόφαση, αλλά με εξήγηση. Στη θεωρία, με αιτιολογία ότι «ο πατέρας σου θα ήθελε να μείνεις εκεί και να παίξεις».
Πρακτικά, διότι η βίζα παραμονής του στις Η.Π.Α. είχε λήξει και σε περίπτωση που επιβιβαζόταν στο αεροπλάνο για το Καμερούν, δεν θα είχε δικαίωμα να επιστρέψει.
«Μέσα μου έκαιγε φωτιά. Από εκείνη τη στιγμή, δεν ανησυχούσα να αποδείξω στους άλλους ότι έκαναν λάθος για μένα. Έπαιζα για τον πατέρα μου. Από εκείνη τη στιγμή ένιωσα ότι κανένας και τίποτα δεν μπορεί να με σταματήσει».
Ο Σιάκαμ έγραψε «R.I.P.» (=«αναπαύσου εν ειρήνη») στα παπούτσια του και εκμεταλλεύτηκε τον τραυματισμό του Νεφάουε, παίζοντας βασικός στα 27 από τα 34 παιχνίδια της σεζόν και μετρώντας μ.ό. 12,8 πόντους και 7,7 ριμπάουντς.
Στην επόμενη χρονιά οι επιδόσεις του «εκτοξεύθηκαν» στους 20,3 πόντους και 11,6 ριμπάουντς και το όνειρο του ΝΒΑ πλησίαζε.
Για μία ακόμη φορά «βούτηξε» στο άγνωστο.
Δοκιμάστηκε στο Draft Combine και είχε προθεσμία δέκα ημερών μετά τα try-outs να αποσύρει τη συμμετοχή του στο ντραφτ.
Όλα άλλαξαν όταν το Τορόντο τον προσκάλεσε σε ατομική προπόνηση στο Μπάφαλο.
«Όταν μπήκα στο γήπεδο, ήταν εκεί ο Σκαλ Λαμπισιέρ και ο Τζέικομπ Περτλ. Είχα ακούσει ότι είναι καλά παιδιά, όμως έπρεπε να βρω λόγους να τους κάνω εχθρούς μου. Προσποιήθηκα ότι είναι εκείνοι οι παλιοί συμπαίκτες μου που δεν σταματούσαν το trash–talking σε μένα.
»Σκεφτόμουν να καρφώσω μπροστά στον Σκαλ και να μοιράσω τάπες στον Τζέικομπ, όμως ένας κόουτς μού είπε ότι εκείνοι θα κάνουν ξεχωριστή προπόνηση κι εγώ θα είμαι σε άλλο γκρουπ.
»Θύμωσα! Χρησιμοποίησα όμως την ενέργειά μου. Ποτέ δεν είχα τόση ενέργεια, αλλά ενώ τα πήγα εξαιρετικά, πίστευα πως δεν έχω ελπίδες αφού δεν ήμουν στην “ελίτ” δοκιμή. Ορισμένοι με συμβούλευσαν να γυρίσω πίσω στο σχολείο. Άλλοι πρότειναν να πάω να παίξω στην Ευρώπη για μία σεζόν.
»Αν δεν γινόμουν επιλογή στο ντραφτ, θα έχανα την διαθεσιμότητα του κολεγίου. Και ο Πολ Ουέιρ είχε προαχθεί σε χεντ κόουτς και τα πήγαινα πολύ καλά μαζί του. Όμως δεν απέσυρα το όνομά μου από το ντραφτ»…
Ο Σιάκαμ βρέθηκε στο Ορλάντο και παρακολούθησε από την τηλεόραση τη διαδικασία του ντραφτ. Όσο οι επιλογές έφταναν στην πρώτη 20αδα και δεν άκουγε το όνομά του, αγχωνόταν.
Στο Νο27, για πικ των Ράπτορς, άκουσε τον κομισάριο του ΝΒΑ, Άνταμ Σίλβερ, να λέει το όνομά του «και τα αδέρφια μου άρχισαν να κλαίνε και όλοι οι φίλοι να ζητωκραυγάζουν!
»Θα πήγαινα στο Τορόντο».
Τη στιγμή της επιλογής του ομολόγησε πως «θα ήθελα να ήταν εδώ ο πατέρας μου, να δω την αντίδρασή του».
Για λίγα λεπτά κανένας δεν μίλησε. Τα τέσσερα αδέρφια δεν είχαν να πουν κάτι και έκλαιγαν αγκαλιασμένα.
Όλα σκέφτονταν το ίδιο πράγμα… «Τα καταφέραμε»!
Η αφετηρία στο ΝΒΑ ήταν νωθρή.
Οι μ.ό. των 4,2 πόντων και 3,4 ριμπάουντς σε 15,6 λεπτά έλεγαν τη μισή αλήθεια.
Ο Σιακάμ βρέθηκε στη G–League και τους Ράπτορς 905, θυγατρική της επαγγελματικής ομάδας.
«Θα είναι μόνο για μία βραδιά, για έναν αγώνα», είπε στον εαυτό του.
Ήταν για περισσότερο…
Αλλά στέφθηκε από ομαδική και ατομική επιτυχία, καθώς οι Ράπτορς 905 κατέκτησαν τον τίτλο το 2017, με τον Σιάκαμ να αναδεικνύεται MVP.
Έχασε για λίγο την πολυτέλεια και τη λάμψη του ΝΒΑ, όμως βρήκε τον εαυτό του. Κυρίως εσωτερικά.
Τα «βαθιά» και άγνωστα «νερά» δεν τον φόβισαν ποτέ.
Το περιοδικό Forbes έγραψε ότι ο Σιάκαμ «δεν είναι πλέον το καλύτερα κρυμμένο μυστικό του ΝΒΑ».
Ενώ ο μέσος μισθός παίκτη ΝΒΑ είναι 6.800.000 δολάρια, εκείνος έχει ένα τετραετές συμβόλαιο που κοστίζει συνολικά 6.400.000. Τη σεζόν 2018-19 έλαβε 1.544.951 δολάρια και την επόμενη 2.351.838.
Θεωρείται πια «λαβράκι» με τέτοια οικονομικά δεδομένα, αλλά και «κλοπή» για Νο27 στο ντραφτ.
Όλα δείχνουν ότι ο αθλητής που είναι επικρατέστερος για το βραβείο του «Πιο Βελτιωμένου Παίκτη» της σεζόν θα λάβει το καλοκαίρι του 2020 ένα ακριβό συμβόλαιο.
Για την ώρα, σε μία σεζόν γεμάτη από highlights, ο Καμερουνέζος πέτυχε 44 πόντους στις 13 Φεβρουαρίου 2019 εναντίον της Ουάσινγκτον, για ρεκόρ καριέρας!
Σχεδόν ένα μήνα νωρίτερα, στις 17 Ιανουαρίου, είχε κερδίσει ένα άλλο «παράσημο», σκοράροντας το νικητήριο καλάθι στην εντός έδρας νίκη επί του Φίνιξ!
Ακόμη και στη χρονιά της καθιέρωσης, δεν επαναπαύτηκε.
Συνεχίζει να ξυπνά στις 5:30 το πρωί για προπόνηση, όταν δεν υπάρχει αγωνιστικό πρόγραμμα.
Εξακολουθεί να σουτάρει 1.000 τρίποντα κάθε μέρα, αφού επέμενε ότι «θα είναι υψηλότερο το ποσοστό μου», όταν οι κόουτς του Τορόντο πίστευαν πως «θα είμαστε ενθουσιασμένοι αν σουτάρει με 35%». Και έφτασε στο 36,9%!
Συνεχίζει να λέει στον αδερφό του, Κριστιάν, που πλέον σχεδόν μένει μαζί του μόνιμα, «περίμενε, λίγο ακόμη», όταν ξημεροβραδιάζονται σε ένα άδειο γήπεδο για ατομική προπόνηση.
Εξακολουθεί να λέει ότι «ο Κέβιν Ντουράντ είναι μελλοντικός Hall Of Famer και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είναι ο “Greek–Freak”. Ποτέ δεν θα βάλω τον εαυτό μου στην ίδια κατηγορία με εκείνους, όμως το να τοποθετούν το όνομα μου σε συγκρίσεις μαζί τους, είναι τιμή και κίνητρο».
Συνεχίζει να πιστεύει πως, αν και δεν έχει (πραγματική) βασιλική καταγωγή σαν τον Νιγηριανό Αλ-Φαρούκ Αμίνου των Μπλέιζερς, μπορεί να γίνει «βασιλιάς».
Το όνειρο του πατέρα του έγινε πια δικό του όνειρο και συνεχίζει να λέει πως «θέλω απλώς να τον κάνω υπερήφανο».
Θα εξακολουθεί, κάθε φορά που θα μπαίνει στο παρκέ με τη φανέλα με το Νο43, να αγγίζει το νούμερο «4» τέσσερις φορές «για τον πατέρα μου και τους τρεις αδερφούς μου».
Δεν θα σταματήσει στη συνέχεια να αγγίζει και το νούμερο «3» τρεις φορές, για «τη μητέρα μου και τις δύο αδερφές μου».
Και να δείχνει ψηλά στον ουρανό, «διότι ξέρω ότι ο πατέρας μου με παρακολουθεί από κάπου εκεί».