Όταν ήμουν μικρός, δεν πίστευα ότι θα μπορούσα να παίξω σε μια μεγάλη ομάδα όπως η ΑΕΚ, ήταν απλώς ένα όνειρο, όπως έχουν όλα τα παιδιά στο ξεκίνημά τους.
Πρέπει να κάνεις θυσίες, να υποβληθείς σε στερήσεις, με στόχο κάποια στιγμή να σου δοθεί η ευκαιρία, γιατί παίζει ρόλο και ο παράγοντας τύχη, ώστε να καταφέρεις να μπεις στο ρόστερ μιας μεγάλης ομάδας.
Με έπιασε δέος, όταν μπήκα στα αποδυτήρια στους Θρακομακεδόνες, έχουν αλλάξει και λίγο οι εποχές, τότε έμπαινες μες στα αποδυτήρια και υπήρχε ένας απαράβατος νόμος που λέγεται σεβασμός. Δεν ήταν όπως τώρα που νέοι παίκτες θα κάνουν χαβαλέ, θα αστειευτούν προς τους μεγάλους. Εμάς πάντως τότε στην ΑΕΚ οι μεγάλοι μάς αγκάλιασαν πάρα πολύ.
Από μόνος σου, μόνο και μόνο βλέποντας δίπλα σου αυτά τα ονόματα, τα οποία την προηγούμενη χρονιά ήταν οι παίκτες που είχαν χάσει το Πρωτάθλημα τελευταία αγωνιστική από τον Ιωνικό, αισθάνεσαι συγκλονισμένος. Ταυτόχρονα, έβλεπα κι αυτούς για τους οποίους ήμασταν στους δρόμους και πανηγυρίζαμε το Πρωτάθλημα Ευρώπης, τον Κατσουράνη, τον Δέλλα, τον Λάκη, αλλά κι άλλους σπουδαίους ποδοσφαιριστές, όπως ο «Λύμπε», με τις πορείες τους όλα αυτά τα χρόνια.
Προσωπικές επαφές και φιλία είχα τότε με τον Γιώργο Αλεξόπουλο, ταιριάξαμε κατευθείαν και έως και σήμερα διατηρώ αδερφικές σχέσεις, όλα τα παιδιά όμως μας υποδέχτηκαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, δεν νιώσαμε περίεργα ή αμήχανα, ήταν λες και ήμασταν χρόνια στην ομάδα.

Ιούλιος 2005: Ο Βασίλης Πλιάτσικας στην πρώτη του προπόνηση με την ΑΕΚ, μαζί με τους Κουτρουμάνο, Αλεξόπουλο, Παπασταθόπουλο, Κομβολίδη, Λάκη και Σαπάνη / Photo by: ΙΝΤΙΜΕ.
Τα “γκάζια” του Σάντος, το πρότυπο «Ντέμης», η προσφορά του Ντούσαν
Ο Φερνάντο Σάντος στον πάγκο τότε κράταγε πάντα χαμηλούς τόνους, ήταν ένας αυστηρός προπονητής, δεν είχαμε κάποια ιδιαίτερα στιγμή, τυπικά, σεβασμός προς το πρόσωπό του και εξαρχής σκληρή δουλειά.
Μου έδωσε φανέλα βασικού, ενώ ήμουν 17 ετών, δεν το περίμενε κανένας, αν και είχαμε ένα φιλικό με την Παρί και είχα πάει πολύ καλά. Μετά είχα τραυματισμό, αλλά γύρισα στην προετοιμασία γρήγορα. Ήταν η χρονιά που επέστρεψε στην Α’ Εθνική.
Πηγαίνουμε λοιπόν στον Ατρόμητο, γεμάτο κόσμο το γήπεδο, και ξαφνικά λέει το όνομά μου, δεν μας είχε πει την ενδεκάδα στο ξενοδοχείο. Οι περισσότεροι κοκάλωσαν, όπως κι εγώ φυσικά.
Αλλά, όταν μπαίνεις σ’ αυτή τη διαδικασία, είσαι συνειδητοποιημένος και αποφασισμένος, δεν υπάρχει αγωνία.
Είναι το σοκ της στιγμής, μετά όμως, όταν ξεκινάς το ζέσταμα, εγκλιματίζεσαι κατευθείαν και μπαίνεις στον ρυθμό.
Ήμουν αρκετά καλός, τα πράγματα που έπρεπε να κάνω τα έκανα, ειδικά σε ένα παιχνίδι τέτοιας έντασης. Είχαμε και τα επεισόδια τότε στις κερκίδες με τις φωτοβολίδες, ήταν τότε που μπήκε η Αστυνομία μέσα.
Αναμνήσεις βέβαια έχω και από το Κύπελλο Ελλάδος, στο οποίο επίσης έπαιξα στα 17 μου. Είχα ξεκινήσει βασικός με τη Νίκη Βόλου, σε οποιοδήποτε παιχνίδι ξεκινάς βασικός, νιώθεις περήφανος αλλά και οι ευθύνες είναι μεγάλες, με τον Ηρακλή είχα μπει αλλαγή, στο άλλο παιχνίδι δεν με έβαλε και στη συνέχεια ο Σάντος με έστειλε στη Β’ ομάδα για να μου τσιτώσει λίγο τον εγωισμό, να μου σπάσει λίγο τον τσαμπουκά. Δεν το είχα πάρει και πολύ καλά τότε και δεν ήμουν καλός σε ένα παιχνίδι, με είδε και έπεσαν γκάζια.

Αύγουστος 2005: Ο Βασίλης Πλιάτσικας στο ντεμπούτο του με τη φανέλα της ΑΕΚ, κόντρα στον Δημήτρη Γελαδάρη του Ατρομήτου / Photo by: Eurokinissi (Action Images).
Σ’ αυτήν την ηλικία αρχίζεις και “πετάς”, παίρνουν τα μυαλά σου αέρα και συμπεριφέρεσαι κάποιες φορές με έναν τρόπο που δεν πρέπει. Όλο αυτό ξεκινάει βέβαια από το σπίτι και αποτυπώνεται στον αγωνιστικό χώρο, ο χαρακτήρας είναι ίδιος εντός και εκτός γηπέδου, δεν μπορείς να τον αλλάξεις. Χρειάζεται λοιπόν να έχεις δίπλα σου ανθρώπους, είτε μέσα από την ομάδα είτε από τον περίγυρό σου, να σε προσγειώνουν απότομα στην πραγματικότητα. και να σε βοηθούν να κρατάς χαμηλούς τόνους.
Όσον αφορά σε εμένα λοιπόν, υπήρχαν φορές που όλο “αυτό” το θεωρούσα δεδομένο, τις περισσότερες όμως ήμουν προσγειωμένος και προσηλωμένος. Είχα τσαμπουκά, αγωνιστικό τσαμπουκά, ήταν ένα χαρακτηριστικό που με διέκρινε, ήταν και αυτό που άρεσε και στους συμπαίκτες μου.
Με τον Ντέμη Νικολαΐδη δεν είχα πολλές επαφές, κρατούσε και κάποιες αποστάσεις απ’ τους νέους. Δεν είχε όμως αυτό το κλασικό χαρακτηριστικό του Προέδρου που ερχόταν και σου μετέφερε πίεση και άγχος με ομιλίες, όπως βλέπουμε συνήθως. Αντιθέτως, σε άφηνε ελεύθερο και είχε εμπιστοσύνη στους συνεργάτες του. Λείπει ένας άνθρωπος όπως ο Ντέμης από τον χώρο του ποδοσφαίρου.
Πρόλαβα τον Ντούσαν Μπάγεβιτς, δέος και πάλι. Όταν είσαι πιτσιρικάς και τον έχεις ζήσει σε ΑΕΚ, Ολυμπιακό, ξανά ΑΕΚ… Δεν ήρθε όμως τότε σε μια τόσο καλή περίοδο για την ομάδα, ήταν και αρκετά μεγάλος ηλικιακά. Δεν είχε αυτήν την αυστηρότητα που έβγαζε πιο παλιά, είχε μαλακώσει αρκετά, ήταν πολύ πιο προσιτός και με εμάς έκανε πολύ πλάκα.
Έκατσε ένα μικρό χρονικό διάστημα η ομάδα πήγε στον Τελικό Κυπέλλου, τότε που χάσαμε στα πέναλτι από τον Ολυμπιακό, το 4-4. Θεωρώ ότι δεν του άξιζαν ο τρόπος που έφυγε από την ΑΕΚ και η συμπεριφορά μιας μερίδας οπαδών. Ήταν ένας άνθρωπος που προσέφερε πάρα πολλά στην ομάδα.

Ιανουάριος 2009: Ο Βασίλης Πλιάτσικας στην τέταρτη και τελευταία του σεζόν με τη φανέλα της ΑΕΚ / Photo by: ΙΝΤΙΜΕ.
Δώνης, Εθνική και… βαμμένα μαλλιά
Ένας άνθρωπος που είχε προσωπικότητα, ανθρωπιά και λόγο και σήμαινε πολλά για εμένα ήταν ο Γιώργος Δώνης. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, με το που ήρθε στην ομάδα και υπέγραψε μετά τη Λάρισα, μας είδε στο τελευταίο παιχνίδι με τον Πανιώνιο και είχε ζητήσει να αποχωρήσουν κάποιοι ποδοσφαιριστές μεταξύ των οποίων ήμουν και εγώ.
Τον παρακάλεσα μέσα στην προετοιμασία στην Αυστρία να με κρατήσει. Με είχε καλέσει στο γραφείο του και μου λέει «Βασίλη, δεν σε υπολογίζω» και του λέω «σας παρακαλώ πολύ, δώστε μου μια ευκαιρία να κάνω την προετοιμασία και, εάν δεν είμαι καλός, να φύγω για δανεικός». Και έρχεται ο άνθρωπος στο δεύτερο φιλικό με την Κότμπους, μπαίνει στα αποδυτήρια και μου λέει «Βασίλη, έκανα λάθος, θεωρώ ότι αξίζεις τη θέση σου στην ομάδα και θα πάρεις τις ευκαιρίες που σου αναλογούν».
Αυτό δεν το λέει κάποιος εύκολα, πόσο μάλλον σε ένα παιδί 20 ετών. Συνήθως οι προπονητές δεν αλλάζουν την άποψή τους και μόνο από εγωισμό, ενώ θέλουν να φέρνουν και δικούς τους. Πιστεύω ότι άλλος στη θέση του δεν θα μου έδινε την ευκαιρία. Με βάζει πρεμιέρα με τον Παναθηναϊκό και πάω και στην Εθνική Ελλάδος. Όχι απλώς χρωστάω στον άνθρωπο αυτόν αλλά δεν θα ξεχάσω και την στάση του απέναντί μου.
Σε αυτό το παιχνίδι με τον Παναθηναϊκό, πρεμιέρα εντός έδρας στο ΟΑΚΑ, δεν περίμενα ότι θα ξεκινούσα, γιατί είχαμε αποκλειστεί μες στην εβδομάδα απ’ την Ομόνοια για τα προκριματικά του Κυπέλλου UEFA και παίζαμε με το μαχαίρι στα δόντια και μάλιστα απέναντι σε έναν Παναθηναϊκό εξαιρετικό, πχ στο κέντρο είχα να αντιμετωπίσω τότε Καραγκούνη, Ζιλμπέτρο Σίλβα, Σιμάο.
Κι όμως μου έδωσε την ευκαιρία! Εγώ κάνω το καλύτερό μου, θεωρώ, παιχνίδι με τη φανέλα της ΑΕΚ και την επομένη μού έρχεται η κλήση από τον Ρεχάγκελ, γιατί ο άνθρωπος δεν ήξερε ποιος είμαι, είχα βάψει τότε και τα μαλλιά, οπότε βλέπει έναν ξανθό στο κέντρο και λέει «ποιος είναι αυτός; Έλληνας είναι; Πάρτε τον!».

Οκτώβριος 2009: Ο Βασίλης Πλιάτσικας με τη φανέλα της Εθνικής ομάδας / Photo by: INTIME.
Όταν μου είπε ο κύριος Δώνης ότι πρέπει να φύγω από την ομάδα, είχα, θυμάμαι, ξυρισμένο το κεφάλι. Γυρίζω απογοητευμένος στο σπίτι το βράδυ, είχαμε ρεπό, και λέω σε έναν πολύ καλό μου φίλο και κομμωτή «Αντρέα, θέλω να κάνω κάτι για να αλλάξει η ψυχολογία μου. Δεν καπνίζω, δεν πίνω, δεν ξενυχτάω, θέλω να κάνω κάτι που θα με τονώσει ψυχολογικά» και μου λέει «δεν βάφουμε τα μαλλιά;». Και τα βάψαμε τέσσερεις τα ξημερώματα!
Πάω στην προπόνηση, με βρίσκει ο Δέλλας, με καλεί μπροστά σε όλους και λέει «να σας παρουσιάσω τον καινούργιο παίκτη μας, τον Γκασγκόιν». Κι άρχισαν τα γέλια! Στους γονείς μου μάλιστα δεν το είχα πει για το βάψιμο, με αποτέλεσμα να με δουν στην τηλεόραση, παίζαμε ένα φιλικό στο ΟΑΚΑ, και να μην καταλάβουν ποιος είμαι! Ψυχολογία πλέον στα ύψη, ξεκίνησα στα διτέρματα τα γκολ, πήγαμε στα φιλικά στην Αυστρία κι έβαλα και εκεί δύο γκολ. Κι αυτό ήταν τόσο θετικό, ήταν απρόσμενο.
Σπουδαίοι παίκτες, σπουδαίες προσωπικότητες
Πέρασαν σπουδαίοι ποδοσφαιριστές από την ομάδα, Έμερσον, Σωτήρης Κυργιάκος, Άγγελος Μπασινάς, Χουανφράν, Μαϊστόροβιτς, Τσιρίλο, Σορεντίνο, ο Σκόκο ήταν παιχταράς και είχα εντυπωσιαστεί, αλλά οροφή, πάνω απ’ όλους παικτικά, ήταν ο Ριβάλντο.
Άλλωστε, είναι και ο μοναδικός παίκτης με «Χρυσή Μπάλα» που ήρθε στην Ελλάδα και ήταν κάτι συγκλονιστικό και μόνο το να τον παρακολουθείς στην προπόνηση.
Θέλω περισσότερο όμως να σταθώ στην προσωπικότητα κάποιων ανθρώπων, οι οποίοι έμπαιναν μέσα στα αποδυτήρια και υπήρχε σεβασμός, δεν χρειαζόταν καν να μιλήσει ο προπονητής.
Τέτοιος λοιπόν ήταν ο Δέλλας. Ο «Τράι» ήταν τεράστια προσωπικότητα, όπως βέβαια και ο «Λύμπε», ο Παντελής Καφές, ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος.
Με τον Σωκράτη μάλιστα μεγαλώσαμε μαζί, ήταν κι εκείνη η χρονιά που είχε φύγει να πάει στην Τζένοα, αλλά μοιραστήκαμε στιγμές. Φαινόταν ότι η πορεία του ότι ήταν προδιαγεγραμμένη, από όταν ήταν μικρός. Είχε τέτοια ηγετικά χαρακτηριστικά και τέτοια προσόντα που θα ήταν κρίμα να μην παίξει ποδόσφαιρο σε τόσο υψηλό επίπεδο. Και το πιο δύσκολο, κατά την γνώμη μου, ήταν ότι διατηρήθηκε όλα αυτά τα χρόνια εκεί. Αυτή, τη διατήρηση σε υψηλό επίπεδο, χρειάζεται να έχεις, αυτή ήθελα και εγώ.

Ιούλιος 2005: Ο Βασίλης Πλιάτσικας και ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος μαζί με τους Άγγελο Κομβολίδη και Δημήτρη Κουτρομάνο, συμπαίκτες στην ΑΕΚ / Photo by: Eurokinissi (Action Images).
Η Σάλκε και η ζημιά… σαν από τρακάρισμα
Όταν έφτασε η ώρα της μεταγραφής μου στη Σάλκε, δεν μεγαλοπιάστηκα. Ήταν μια συγκυρία. Εκείνο το καλοκαίρι είχε αλλάξει ιδιοκτησία η ΑΕΚ, από τον κύριο Νικολαΐδη πέρασε στον κύριο Θανόπουλο. Εν τω μεταξύ, κάθε χρόνο παιζόταν το όνομά μου να φύγω ή να μείνω, έπρεπε κάθε χρονιά να αποδεικνύω ουσιαστικά ότι αξίζω θέση μέσα στο ρόστερ.
Μιλάω λοιπόν με τον Πρόεδρο και του λέω, εάν δεν με υπολογίζει, να φύγω, χωρίς βέβαια να γνωρίζω κάτι για τη Σάλκε, δεν περνούσε από το μυαλό μου ούτε μια στο εκατομμύριο. Μου λέει «φέρε μας κάποια λεφτά και φύγε», φάνηκε δηλαδή ότι δεν ήθελαν να μείνω στην ομάδα.
Η προετοιμασία της ΑΕΚ ξεκινούσε Δευτέρα και Κυριακή με καλεί ο μάνατζέρ μου να ανέβω στην Φρανκφούρτη. Τον ρωτάω πού πηγαίνουμε και μου λέει ότι είναι έκπληξη. Υπέθετα ότι θα πάω κάπου πχ Β’ Γερμανίας, ούτως ή άλλως ήταν όνειρο για εμένα να φύγω στο εξωτερικό.
Φτάνουμε σε ένα προπονητικό και βλέπω το πούλμαν της Σάλκε. Σου κόβονται τα πόδια, λες «τι κάνω τώρα εγώ εδώ;», δεν έχεις χρόνο όχι για έπαρση ή να πάρουν τα μυαλά σου αέρα αλλά ούτε… Πόσο μάλλον όταν βλέπεις και με ποιον προπονητή έχεις να κάνεις, τον Μάγκατ. Ε, προσγειώθηκα απότομα στην πραγματικότητα.
Μέχρι που χτύπησα στον αγώνα μπαράζ με την Ουκρανία, ήταν τέσσερεις μήνες που δεν μπορώ να πω ότι μου έλειπε η Ελλάδα, ήταν μια συνειδητή απόφαση, δεν είχα χρόνο να σκεφτώ, ήμουν όλη μέρα για ύπνο, ήταν τόσο κουραστικές οι προπονήσεις, τόσο υψηλό το επίπεδο, δεν σκεφτόμουν τίποτα άλλο παρά μόνο πώς θα πάω να βγάλω την προπόνηση της επόμενης μέρας. Αλλά εκείνους τους τέσσερεις μήνες ήμουν πολύ καλός, γι’ αυτό είχα και αρκετό χρόνο συμμετοχής μες στην ομάδα.

Ιούλιος 2012: Ο Βασίλης Πλιάτσικας με τη φανέλα της Σάλκε / Photo by: INTIME.
Με τον βαρύ τραυματισμό μου, κατάλαβα πώς είναι η ζωή! Ήταν ένα τεράστιο σοκ που μου δημιούργησε ψυχολογικά προβλήματα! Έχεις αλλιώς στο μυαλό σου κάποια πράγματα, κάποιους ανθρώπους, κάποιες καταστάσεις και τελικά απομυθοποιούνται πολλά, τελειώνει ένα όνειρο και μπαίνεις σε μια πραγματικότητα πολύ σκληρή.
Μια καθημερινή μάχη στην οποία παλεύεις μόνο με τον ίδιο σου τον εαυτό. Για να δεις τι αντοχές έχεις από δω και πέρα, να μην σε πάρει από κάτω, να μην δικαιώσεις αυτούς που σε αμφισβητούν και θεωρούν ότι δεν θα επανέλθεις ποτέ σε υψηλό επίπεδο. Ο κόσμος εξαφανίζεται, είναι αυτό που παθαίνουν πολύ ποδοσφαιριστές, όταν σταματούν το ποδόσφαιρο, πχ στα 38 τους, βιώνοντας ένα μεγάλο σοκ, ε, εγώ αυτό το έζησα στα 21 μου!
Σκέψου, την Κυριακή παίζεις με την Μπάγερν και παίρνεις αποτέλεσμα, την Πέμπτη παίρνεις πρόκριση να πας στο Μουντιάλ και μετά σου ανακοινώνει ο γιατρός ότι ίσως να μην ξαναπαίξεις ποδόσφαιρο. Δεν διαχειρίζεσαι εύκολα μια τέτοια κατάσταση, είναι πολύ δύσκολο.
Μου είπε ο γιατρός ότι έπαθα μια ζημιά που στο ποδόσφαιρο δεν συμβαίνει σχεδόν ποτέ, μόνο όταν τρακάρεις με αυτοκίνητο, και ότι θα πρέπει να μείνω από ενάμιση χρόνο έως δύο χρόνια έξω, χωρίς να είναι σίγουρο ότι θα επανέλθω ποτέ σε υψηλό επίπεδο.
Παρακολουθούσα τους συμπαίκτες μου στο Μουντιάλ και τις νίκες που έκαναν, ενώ την ίδια στιγμή εγώ έπρεπε να μείνω τρεις μήνες σε ακινησία στο κρεβάτι με ένα μηχάνημα, χωρίς να ξέρω εάν θα μπορέσω να ξαναπαίξω. Δεν περιγράφεται.
Δέκα ώρες αποκατάσταση την ημέρα, φυσικοθεραπευτήριο, γήπεδο, πισίνα, υπερβαρικό οξυγόνο, τα πάντα. Όλοι έλεγαν «τέλειωσε η καριέρα αυτού του παιδιού, έως εδώ ήταν», αλλά εγώ ήθελα να μην με πάρει από κάτω, να μην δικαιωθούν οι αμφισβητίες, καθώς πιστεύω ότι, μέσα από τα προβλήματα που παρουσιάζονται στη ζωή σου, βρίσκεις τις αντοχές σου και συνειδητοποιείς πόσο δυνατός είσαι ψυχικά.

Photo by: INTIME.
Εμπόλεμη κατάσταση στην πόλη του Ντόνετσκ
Έχει τελειώσει το συμβόλαιό μου με τη Σάλκε, δεν έχω βρει ομάδα, δεν θέλω να γυρίσω στην Ελλάδα και πάω στην Ουκρανία για λογαριασμό της Μέταλουργκ. Αρχικά πήγα για δοκιμή, μου είπαν «είσαι καιρό σε απραξία και θέλουν να δουν κάποια θεματάκια». Πάω Οκτώβριο, κάνω δύο προπονήσεις, είναι έτοιμα τα συμβόλαια, στην τελευταία προπόνηση παθαίνω βαρύ διάστρεμμα, τρεις μήνες έξω, ακυρώνεται το συμβόλαιο!
Πρέπει να γυρίσω την Ελλάδα για αποκατάσταση και να πάω ξανά για δοκιμή τον Ιανουάριο στην Αττάλεια, όπου έκανε η ομάδα προετοιμασία. Πάω στην Τουρκία, είμαι πολύ καλός, υπογράφω συμβόλαιο.
Μεγάλη η εμπειρία εκεί, ήταν ένα Πρωτάθλημα πολύ καλό, πολύ ανταγωνιστικό και με υψηλό επίπεδο. Εάν είχα τη δυνατότητα, θα πήγαινα και νωρίτερα. Η ομάδα είχε έξι-επτά θερμαινόμενα γήπεδα, καθώς τον χειμώνα είχε -20 βαθμούς, πηγαίναμε δυόμισι μήνες να κάνουμε προετοιμασία και ήμασταν στα καλύτερα ξενοδοχεία στην Ατάλλεια.
Το γήπεδο ήταν μικρό, δεν υπήρχε καθόλου πίεση ούτε άγχος, είχαμε υψηλού επιπέδου ποδοσφαιριστές και είχαμε βγει πέμπτοι, με μια Σαχτάρ φανταστική, τη Δυναμό Κιέβου, τη Μέταλιστ. Το 2012, έναν χρόνο νωρίτερα απ’ όταν πήγα εγώ, είχε ζητήσει το γήπεδο η Εθνική Πορτογαλίας και είχε κάνει προετοιμασία για το Euro Ουκρανίας – Πολωνίας.
Κρίμα για τον κόσμο, τους παίκτες, τους ανθρώπους της ομάδας, τις εγκαταστάσεις, όλα καταστράφηκαν με τον πόλεμο. Ζήσαμε μια εμπόλεμη κατάσταση στην πόλη του Ντόνετσκ, με στρατιώτες, όπλα, τανκς να κυκλοφορούν.
Ο χαμός γινόταν στην επαρχία Λουχάνσκ, η οποία μόλις είχε περάσει στα χέρια της Ρωσίας, όπως και η Κριμαία, χωρίς όμως έντονα προβλήματα τότε, καθώς ήταν ρωσόφωνη. Όλο το “έργο” γινόταν ανατολικά, στα σύνορα με την Ρωσία, εκεί ήταν το δύσκολο κομμάτι, μέχρι που ήρθε στο Ντόνετσκ. Εμείς είχαμε φύγει εκείνο το διάστημα και ήμασταν για προετοιμασία στην Αυστρία, δεν επιστρέψαμε ποτέ, έχασα και τα χρήματά μου.
Πήγα στη Ρουμανία για έξι μήνες, αλλά στη συνέχεια γύρισα στην Ουκρανία. Είχα τρεις προτάσεις μέσα στον χειμώνα, γιατί είχαμε περάσει Europa League με την ομάδα μου, την ΦΚ Άστρα, και είχα κάνει και ένα πολύ καλό πρωτάθλημα. Μου είχαν πει τότε ότι επιστρέφει η ομάδα στο Κίεβο με καλύτερες συνθήκες, ότι δεν θα χάσω τα λεφτά μου και θα κάνω ένα πολύ καλύτερο συμβόλαιο ακόμα και από αυτό της Σάλκε, οπότε πήρα τις εγγυήσεις από τους ανθρώπους εκεί ότι είναι safe η κατάσταση.
Στο πρώτο παιχνίδι που παίζω παίρνω κόκκινη. Στο επόμενο σπάω το στέρνο και μένω πέντε μήνες εκτός. Ήμουν σε ένα ξενοδοχείο στο Κίεβο, μέχρι που μας κάλεσαν μέσα στον Αύγουστο και μας είπαν «παιδιά, δεν υπάρχει μία, κλείσανε οι τράπεζες, έκλεισαν τα εργοστάσια του Προέδρου, δεν μπορείτε να διεκδικήσετε από πουθενά τα λεφτά σας, είναι εμπόλεμη η κατάσταση και πρέπει να φύγετε σε ένα βράδυ».

Photo by: Eurokinissi.
Γράφοντας τον επίλογο
Δεν λέω, γενικά υπήρξα άτυχος, αλλά μπορεί να είναι και κάποιες επιλογές που κάνουμε στη ζωή μας. Όσο καλή τύχη είχα τα τέσσερα πρώτα χρόνια ποδοσφαίρου σε ΑΕΚ, Εθνική και Σάλκε, μετά δεν την είχα στο ελάχιστο.
Με την Σλόβαν Μπρατσισλάβας, για παράδειγμα, δεν πήγε επίσης καλά. Ήμουν επιλογή του Νίκι Παπαβασιλείου, τότε στο ξεκίνημα της Σλόβαν να χτίσει κάτι καλό, είχαμε πάει και στον Τελικό του Κυπέλλου, αλλά διώχνουν τον κόουτς στα προκριματικά του Europa League, απ’ όπου αποκλειστήκαμε, και, επειδή ήμουν επιλογή του, ήθελαν να διώξουν και εμένα, παρότι είχα δύο χρόνια συμβόλαιο.
Δεν συμφωνήσαμε στη λύση, μου έκαναν πόλεμο, είπαν δήθεν ότι απείλησα τις ζωές κάποιων παιδιών, πήγα δικαστικά με τον κύριο Πιλάβιο και δικαιώθηκα, καθώς μου είχαν κάνει παράνομη διακοπή συμβολαίου μέσα σε ένα βράδυ!
Εμένα μου “τελείωνε” σιγά-σιγά, δεν είχα πλέον την όρεξη και έβλεπα το ποδόσφαιρο από εντελώς διαφορετική οπτική σε σύγκριση με το πώς το έβλεπα ως πιτσιρικάς, είδα ότι υπάρχουν τόσες δυσκολίες, τόσα προβλήματα, κατάλαβα ότι τελικά το καλό του ποδοσφαίρου είναι αυτό που γίνεται μέσα στον αγωνιστικό χώρο, αυτό που γίνεται έξω από αυτόν είναι πολύ δύσκολο.
Ταυτόχρονα, μετά το εξωτερικό και αυτά που πέρασα, θεωρώ ότι δεν μπορούσα να επιστρέψω στο ίδιο επίπεδο που ήμουν παλιά. Το σώμα μου πονούσε πολύ καθημερινά, για να κάνω μια προπόνηση, έπρεπε να πάω δύο ώρες νωρίτερα για θεραπεία, μασάζ, κινητοποίηση και στο στο τέλος άλλες δυο ώρες για ειδική αποθεραπεία, να μην ξέρω πώς θα βγάλω την προπόνηση, ο μηχανισμός του σώματος λόγω του μοσχεύματος στο πόδι είχε αλλάξει τελείως.
Όταν έχεις καθίσει τρεις μήνες σε ακινησία με κομμένο τένοντα απ’ τον δικέφαλο, πώς να επανέλθεις; Ήμουν με συνεχείς τραυματισμούς, οι οποίοι δεν με άφηναν να σηκώσω κεφάλι.
Η πορεία μου τελικά δεν ήταν αυτή που μου άξιζε ούτε και αυτή που θα ήθελα για εμένα.
Μέχρι και η τελευταία μέρα στη δουλειά, στην Παναχαϊκή, ήταν μαρτυρική, μάλλον εντελώς αδιάφορη. Μια ομάδα με πάρα πολλά προβλήματα από την αρχή της σεζόν και εν μέσω κορωνοϊού.

Απρίλιος 2021: Ο Βασίλης Πλιάτσικας στον τελευταίο αγώνα της καριέρας του, φορώντας τη φανέλα της Παναχαϊκής, αντιμέτωπος με τον Θανάση Παπάζογλου της Ξάνθης / Photo by: ΙΝΤΙΜΕ.
Όταν έχεις δει τον απόλυτο επαγγελματισμό, έχεις ζήσει τόσο μεγάλα πράγματα σε μικρή ηλικία και στα 32 σου πηγαίνεις σε μια ομάδα πολύ χαμηλότερη των προσδοκιών σου, αυτό είναι σοκ.
Έβλεπα την ανακοίνωση του Σωτήρη Νίνη, με τον οποίον μεγαλώσαμε μαζί, για τη λήξη της καριέρας του κι εγώ δεν ήθελα ούτε ανάρτηση να κάνω, το άφησα να φύγει έτσι, δεν είχα καν το κουράγιο να ανακοινώσω το τέλος, τόσο απογοητευμένος και στενοχωρημένος ήμουν, αφού με ρωτούσαν μετά από ένα-δύο χρόνια, δεν ήξεραν καν τι κάνω.
Είναι η πικρία που δεν ξέρεις πού θα μπορούσες να φτάσεις. Αν μπορούσα, θα άλλαζα κάποιες αποφάσεις για κάποιους ανθρώπους, δεν θα άλλαζα με τίποτα όμως τον τρόπο δουλειάς, γιατί ήταν ένα χαρακτηριστικό που με διέκρινε όλα αυτά τα χρόνια, την απίστευτη υπομονή μου, την σκληρή δουλειά, την πειθαρχία, τις στερήσεις.
Το ποδόσφαιρο είναι πολύ σκληρός χώρος, θέλει πολύ γερό στομάχι, τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Για να διατηρηθείς σε υψηλό επίπεδο, πρέπει να κάνεις απίστευτες θυσίες, να στερηθείς πολλά. Οι πίκρες και οι στενοχώριες είναι πολύ περισσότερες από τις χαρές. Κοιτάμε δυστυχώς μόνο αυτό που φαίνεται στην τηλεόραση, το ποδόσφαιρο σε υψηλό επίπεδο και τους ποδοσφαιριστές που παίρνουν τα πολλά λεφτά.
Δεν βλέπουμε τι συμβαίνει στις πιο χαμηλές κατηγορίες, στις οποίες τα παιδιά, για να επιβιώσουν, κάνουν απίστευτα πράγματα και πολλές φορές καταστρέφουν τη ζωή τους. Αφιερώνουν όλο το “είναι” τους εκεί πέρα και στο τέλος δεν έχουν τίποτα, κάποιες φορές τούς κακομεταχειρίζονται οι ομάδες και δεν δικαιώνονται από πουθενά, ενώ οικονομικά τα δεδομένα είναι τόσο χαμηλά που δεν αξίζει.

Σεπτέμβριος 2008: Σωτήρης Νίνης και Βασίλης Πλιάτσικας σε προπόνηση της Εθνικής ομάδας / Photo by: Eurokinissi (Action Images).
Παρόλ’ αυτά, τα παιδιά μου, οι δύο γιοι μου, προσωπικά θα ήθελα να ασχοληθούν με οποιοδήποτε κομμάτι του αθλητισμού, αν και στο τέλος δική τους θα είναι η επιλογή. Φυσικά, υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ αθλητισμού και πρωταθλητισμού, οπότε, εάν έχουν τη διάθεση να ασχοληθούν με τον δεύτερο, θα πρέπει να έχουν πρώτα στο μυαλό τους την υπομονή και την πολλή δουλειά.
Δύσκολη βέβαια είναι και η επόμενη μέρα, αφού σταματήσεις το ποδόσφαιρο. Όλα τα χρόνια ζεις ουσιαστικά σε μια φούσκα, σε έναν μικρόκοσμο και νομίζεις ότι όλα θα είναι έτσι. Και μετά βγαίνεις σε έναν άλλον κόσμο, σε μια άλλη πραγματικότητα και χρειάζεσαι χρόνο για να συνειδητοποιήσεις τι θέλεις να κάνεις και γιατί, να σκεφτείς τι επιλογές έχεις, τι θα ήταν το καλύτερο δυνατό για την πορεία σου.
Όσον αφορά λοιπόν σε εμένα, έχω ανοίξει στο Άργος την ακαδημία Sports Club Arena. Πιστεύω ότι τα παιδιά είναι σαν ένα διαβατήριο για να σώσουμε τη δική μας τη ζωή, οπότε πρέπει να τους μεταδώσουμε ιδανικά. Τα ιδανικά του αθλητισμού και του πρωταθλητισμού. Παράλληλα, θεωρώ ότι οι γονείς πρέπει να μείνουν και λίγο στην άκρη, να μην τα πιέζουν να γίνονται οπωσδήποτε ποδοσφαιριστές, δεν θα μπορέσουν όλα τα παιδιά να παίξουν ποδόσφαιρο, πρέπει όμως να τα “πιέζουν” να γίνονται σωστοί άνθρωποι!
Επιθυμία μου είναι να δίνω το καλύτερο που μπορώ στα παιδιά και τους γονείς και να τους μεταφέρω τις εμπειρίες μου. Πιστεύω μάλιστα ότι πλέον, μιας και όλη η τεχνογνωσία υπάρχει πια στις περισσότερες ακαδημίες, είναι πιο σημαντικό να διδάσκονται κάποια πράγματα εξωαγωνιστικά. Να αναλύονται δηλαδή θέματα συμπεριφοράς, τρόποι προετοιμασίας των παιδιών μας για την κοινωνία και τη ζωή, αρχές και αξίες.
Σαν να μιλάμε για μαθήματα ζωής. Όπως αυτά που μας έδωσε η αδερφή μου. Χάθηκε τον Νοέμβριο του 2024, την σκέφτομαι πολύ, ήμασταν πάρα πολύ κοντά, είναι ένα μεγάλο σοκ για εμάς η απώλειά της, δεν μπορούμε να το συνειδητοποιήσουμε ακόμη ότι ένα τόσο καλό και νέο κοριτσάκι δεν είναι πια κοντά μας. Είμαστε συγκλονισμένοι.
Αυτά τα δύο χρόνια που πάλευε η αδερφή μου με τη νόσο, βλέπαμε πώς την αντιμετώπιζε, μας έδειξε ότι πρέπει να είμαστε χαμογελαστοί, να αφήνουμε όλες τι έγνοιες, γιατί αυτά που νομίζουμε ως έγνοιες και προβλήματα είναι απλώς προβληματισμοί στην πραγματικότητα. Μέσα στα νοσοκομεία είδα ήρωες να παλεύουν και να προσπαθούν για τη ζωής τους, ασθενείς, ανθρώπους στο πλάι τους, γιατρούς, προσωπικό. Η απώλεια είναι τόσο μεγάλη, τόσο έντονη, αλλά με συγκλόνισε και η μοναξιά που συνάντησα.
Όλα αυτά τα χρόνια λοιπόν νόμιζα ότι είχα προβλήματα, στο τέλος της ημέρας όμως αυτά είναι για να γελάμε.

Photo by: Eurokinissi.
Ο Βασίλης Πλιάτσικας είναι πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Σωτήρης Νίνης: Η ιστορία της ζωής μου – μέρος 1ο
Κυριάκος Παπαδόπουλος: Δεν έμαθα το όριό μου