Η καταγωγή μου, η Μάνη, έπαιξε μεγάλο ρόλο στην ιδιοσυγκρασία μου, είναι και οι δύο γονείς μου Μανιάτες και μάλιστα η μαμά μου είναι το γένος Κολοκοτρώνη.
Ίσως επειδή είναι μια “σκληροτράχηλη” περιοχή είμαι κι εγώ πιο… ανθεκτική.
Κρατάω μέσα μου όλες τις καταβολές, ό,τι φέρω από εκεί.
Στην οικογένειά μου υπήρχε έντονο το στίγμα της ακεραιότητας, της ακεραιότητας στις συναναστροφές, υπήρχε η πίστη ότι μπορούμε να καταφέρουμε πράγματα στη ζωή μας.
Η πίστη δεν είχε να κάνει τόσο με την εκκλησία, αν και ο παππούς μου και ο μπαμπάς μου ήταν ψάλτες, αλλά υπήρχε πίστη στις δυνάμεις μας.
Η οικογένειά μας αποτελεί για τον καθένα μας, την ίδια ακριβώς στιγμή, τη μεγαλύτερη ενδυνάμωση αλλά και τη μεγαλύτερη πρόκληση.
Θεωρώ ότι, όπως για όλους, έτσι και για εμένα η οικογένειά μου ήταν μια μεγάλη πρόκληση και την ίδια στιγμή ένα μεγάλο εφαλτήριο για να προχωράω.
Όταν ήμουν μικρή, υπήρχαν μέσα μου δύο κομμάτια, εκ διαμέτρου αντίθετα.
Ήταν πολύ δυνατό το καλλιτεχνικό κομμάτι, καθώς ήθελα να γίνω χορεύτρια, χορογράφος, να ανοίξω σχολή χορού, αλλά και να ασχοληθώ με τα παιδαγωγικά, να ανοίξω Νηπιαγωγείο. Πτυχές που σχετίζονταν με την εκπαίδευση αλλά και με το θέατρο, την καλλιτεχνία,.
Το άλλο κομμάτι αφορούσε στον μοναχισμό, ήθελα να γίνω καλόγρια! Δώδεκα-δεκακτριών χρόνων στο λεύκωμά μου, στο ημερολόγιό μου, έγραφα ότι ήθελα να πάω σε ένα μοναστήρι, να μονάσω.
Μία παράμετρος την οποία ακόμη έχω. Έχω από τη μια δηλαδή τον χαρακτήρα της Πρωταθλήτριας, να προχωράω μπροστά, να κάνω πράγματα καινοτόμα, κι απ’ την άλλη προσπαθώ να κοινωνικοποιηθώ, γιατί σπάνια βγαίνω έξω από το σπίτι και είναι σαν ένας μοναχισμός.
Και όχι μόνο στη δεκαετία του πρωταθλητισμού, όσοι με ξέρουν γνωρίζουν πως σπάνια κυκλοφορώ έξω, είμαι συνέχεια στο σπίτι ή τη δουλειά μου και τώρα τελευταία προσπαθώ συνειδητά να λέω «έλα τώρα τέρμα, πρέπει να μπεις σε μια εξωστρέφεια».
Το 2000, ίσως και τέλος του 1999, είχα ξεκινήσει να πηγαίνω γυμναστήριο, βαριόμουν απίστευτα αυτήν τη διαδικασία, να τρέχω απλώς σε έναν διάδρομο, δεν αποτελούσε καθόλου κίνητρο για εμένα.
Ένας φίλος μου μου πρότεινε να πάω στο Ολυμπιακό στάδιο, είχε έναν προπονητή εκεί, για να μου κάνει λίγο τρέξιμο, λίγο κοιλιακούς, μια ενδυνάμωση.
Αυτό διήρκησε δυο-τρεις μήνες και μου λέει «μήπως να σε κατεβάσω στα 400μ. εμπόδια;», το οποίο μου φαινόταν λίγο περίεργο, γιατί τότε ήθελα να ασχοληθώ με τη δουλειά μου και είχα εντελώς διαφορετικές προτεραιότητες.
Παρόλα αυτά, το σκέφτηκα να ξεκινήσω και άρχισα λίγο πιο συχνά προπόνηση, ώσπου μια μέρα βλέπω κάποια κορίτσια που κάνουν άλμα επί κοντώ. Μέχρι τότε δεν υπήρχε για τις γυναίκες, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ ήταν η πρώτη φορά που εντάχθηκε το άλμα επί κοντώ γυναικών ως Ολυμπιακό αγώνισμα. Εντάξει, το είδα εκεί και το ερωτεύτηκα, ξετρελάθηκα.
Προπονούμουν, ενώ εργαζόμουν παράλληλα, νόμιζα ότι ήταν μια “καψούρα” και θα περάσει. Αυτό δεν συνέβη όμως και η επιθυμία μου αυτή φούντωνε ολοένα και περισσότερο.
Πήγα στον Ομοσπονδιακό προπονητή, τον Παναγιώτη Συμεωνίδη, τον ρωτάω «να κάνω επί κοντώ;» και μου απαντάει «Κορίτσι μου, σε αυτήν την ηλικία που είσαι, στα 25, συνήθως σταματούν οι άνθρωποι. Αν όμως έχεις την κάψα και για δύο-τρία χρόνια έχεις και τη δυνατότητα να το στηρίξεις, μην σου μείνει ο καημός, κάν’ το».
Κάπως έτσι έγινε. Άφησα τη δουλειά μου, αφοσιώθηκα εκεί, χωρίς να έχω στο μυαλό μου ότι θα κάνω πρωταθλητισμό, ότι θα μπορούσα να έχω διακρίσεις, πήγαινα μόνο να μάθω το αγώνισμα.
Έχω δουλέψει ως υπεύθυνη παραγωγής σε ναυπηγείο, βοηθός σκηνοθέτη, χορογράφος, συντονίστρια προγράμματος σε στούντιο ηχογραφήσεων, group manager σε συναυλίες.
Η πιο ακραία δουλειά πάντως που έχω κάνει είναι δύο μεροκάματα σε οικοδομή, έχω φτυαρίσει αμμοχάλικο για να βγάλω χρήματα.
Αλλά υπάρχει και το άλλο άκρο, ήμουν στο κομμάτι του franchise σε μια εταιρεία με πισίνες, την Ideales, η οποία ήταν χορηγός μου. Ήμουν στο πόστο των πωλήσεων και έπρεπε να μάθω πολύ γρήγορα νέα πράγματα.
Το ένα λοιπόν είχε μια πολύ έντονη χειρωνακτική διαδικασία, το άλλο απαιτούσε μια πολύ γρήγορη νοητική προσέγγιση, ώστε μπορέσω να ανταπεξέλθω σε αυτό που μου ζητούσε το franchise.
Όσον αφορά στο Replayce, το δημιούργημά μου βρίσκεται στο Ολυμπιακό στάδιο.
Εκεί βλέπω αθλητές διαφόρων αγωνισμάτων, όπως και του επί κοντώ, αλλά δεν νιώθω ότι μου λείπει ή λαχταράω να πιάσω ένα κοντάρι να πηδήξω.
Έχω την επίγνωση ότι το επί κοντώ ήταν πάντα δρόμος και όχι αποστολή της ζωής μου.
Αν με ρωτήσει κάποιος «τι σου έχει δώσει το επί κοντώ;», θα απαντήσω ότι έμαθα την Έρρικα μέσα από αυτό, την ύπαρξή μου σε όλα τα επίπεδα, κατάλαβα τι με στενοχωρεί, τι με χαροποιεί, πού θολώνει και πού είναι ξεκάθαρο, διαυγές το μυαλό μου.
Το επί κοντώ έκανε τον κύκλο του τέλεια, δεν αισθάνθηκα ούτε μια στιγμή, τελειώνοντας, «ω ρε φίλε, θα μπορούσα να κάνω κάτι παραπάνω», γιατί δεν ήταν ποτέ η αποστολή μου αυτό.
Αλλά κρατάω επαφές, βλέπομαι και με την Κατερινούλα (σ.σ. Στεφανίδη), παρά το γεγονός ότι είναι πιο πολύ στο εξωτερικό, έχω πολύ καλή επαφή, θα μιλήσουμε μέσω skype, viber κτλ. Και με τον Εμμανουήλ Καραλή βλεπόμαστε εδώ στο ΟΑΚΑ.
Παράλληλα, με το Replayce έχω πάρα πολύ προπόνηση, τέτοια που προπονεί και τα “μέσα” και τα “έξω” των ανθρώπων. Αν δεν είχα το επί κοντώ, τη διαδρομή αυτή, δεν θα είχα ποτέ καταλάβει την αξία ότι τα “μέσα” φέρνουν αποτέλεσμα στα “έξω”.
Τα εσωτερικά είναι αυτά που οδηγούν το σώμα μας να ζει καλύτερα, να λειτουργεί καλύτερα, να είναι ευτυχισμένο ή δυστυχισμένο. Ό,τι γίνεται μέσα μας εκδηλώνεται και στο σώμα μας.
Σχεδόν από τα 17 μου, όταν έφυγα από το σπίτι, αρχικά ασχολήθηκα με το κομμάτι της ψυχοθεραπείας, ενώ στη συνέχεια και με “ενεργειακά” και παρεμφερή, καθαρά για προοπτική, εξέλιξη.
Το 2005, όταν ξεκίνησα να δημιουργώ το Replayce, συνειδητοποίησα την αξία αυτού του πράγματος, το πόσο σημαντικό είναι να γυμνάζω και το μέσα μου, την ενέργειά μου, το μυαλό μου, το πώς νιώθω, ώστε όλο αυτό να φέρνει αποτέλεσμα στο σώμα μου.
Όταν έσπασα το πόδι μου το 2004, παραμονές Ολυμπιακών Αγώνων, και έπρεπε μετά να συνεχίσω, επανήλθα. Το 2007 κέρδισα Πανελλήνιο Πρωτάθλημα και Βαλκανικούς αγώνες. Και στις δύο περιπτώσεις συνέβαλε και η μέθοδος Replayce, δηλαδή μπήκα και είπα «εδώ μαζί είμαστε, παίξε, δεν σταματάμε, δεν τελειώνουν οι αγώνες εδώ».
Στη συνέχεια βέβαια, επειδή δούλευα στο Replayce ήδη δυο-τρία χρόνια, αισθανόμουν ότι, και να συμμετείχα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου το 2008, δεν θα ήταν εκεί η ουσία.
Αυτό που είχε να μου δώσει εμένα ο πρωταθλητισμός μού το είχε δώσει. Αυτό που είχε να μου προσφέρει στην πραγματικότητα, όλην αυτήν την διαδρομή δηλαδή, μου το είχε προσφέρει.
Δεν θεωρώ ότι μπορώ να πάρω “αξία” από το αν θα πηδήξω πέντε πόντους παραπάνω ή παρακάτω, δεν μπορεί να με καταστήσει αυτό σημαντική.
Σίγουρα έχει άλλη δυναμική, όταν λες πράγματα στους ανθρώπους, κάποιος θα πει «αυτός έχει κάνει όλα αυτά, άρα μπορώ να τον ακούσω», αλλά το πόσο σημαντικοί είμαστε είναι άλλο πράγμα, είμαστε σημαντικοί και μόνο που αναπνέουμε και αυτό μου έχει γίνει πολύ ξεκάθαρο.
Αναμφισβήτητα, πρέπει να βάζουμε στόχους, να πετυχαίνουμε πράγματα, αλλά, εάν εγκλωβιστούμε σε αυτό, γιατί αυτό είναι που θα καθορίσει την ύπαρξή μας, έχουμε χάσει το παιχνίδι στη ζωή.
Το σημαντικό είναι να βλέπουμε τι μας προσφέρει το κάθε τι. Άλλα πράγματα είναι για ψυχαγωγία, άλλα είναι η αποστολή μας.
Στη δική μου ζωή λοιπόν το Replayce είναι η αποστολή μου. Το να μπορέσω να δω παιδάκια να έχουν μέσα τους “εργαλεία”, για να δυναμώνουν και να είναι καλά. Το να βλέπω ενήλικες ψυχικά πιεσμένους ξαφνικά να βρίσκουν μια διέξοδο μέσα από τη χαρά που τους προσφέρει ο τρόπος με τον οποίον προπονούμαστε εκεί. Αυτά είναι και τα μεγαλύτερα δώρα για εμένα.
Όπως σε κάθε ατομικό άθλημα (και στα ομαδικά φυσικά), έτσι και στο επί κοντώ δημιουργείται μια άλλη αίσθηση.
Ενώ είχα έναν προπονητή που μου έδειχνε τα πρακτικά, τα λογικά πράγματα, «τρέχα, πάτα, πήδα, φέρε το πόδι κτλ», πήγαινα στην αρχή σε αγώνες και το μυαλό μου μπορεί να ήταν στην κερκίδα, το άγχος μου ήταν ότι μπορεί να υπήρχε εκεί κάποιος και να με κοιτούσε!
Και ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι, αν εγώ δεν είμαι εντελώς στο “κέντρο” μου, εντελώς συνειδητοποιημένη, συντονισμένη με κάθε μου κύτταρο, να είμαι χαρούμενη γι’ αυτό που έχω πάει να κάνω και με πολύ θετικό διάλογο με τον εαυτό μου, δεν είχα το ίδιο αποτέλεσμα, μάλλον δεν είχα ένα καλό αποτέλεσμα.
Ήμουν κεντραρισμένη μέσα μου, στον πήχη, στο τι άλμα θα κάνω, στο πώς θα είναι η τεχνική μου, ήμουν παρούσα στο σώμα μου, ήμουν εκεί, χαμογέλαγα, έπιανα το κοντάρι και έλεγα «πάμε, κορίτσι μου, εδώ, γερά, μαζί».
Όταν λοιπόν ήμουν καλά και παρούσα σε αυτό που συνέβαινε “εδώ και τώρα”, είχα άλλη απόδοση! Πάνω σε αυτό ακριβώς βασίστηκε και το Replayce.
Επίσης, γνωρίζω ότι, κατά την περίοδο που έκανα πρωταθλητισμό, γινόταν λόγος για την εξωτερική μου εμφάνιση.
Είναι σίγουρα σημαντικό να έχεις κάποια γνωρίσματα βοηθητικά στην κοινωνική επαφή, αλλά κανένας πήχης δε “λύγισε” από την “συγκλονιστική” μου εμφάνιση.
Σίγουρα, όλα αυτά ήταν κάπως βοηθητικά κατά κάποιον τρόπο, αλλά ήξερα από την αρχή ότι η ουσία στο αγώνισμά μου είναι να μπορείς να ξεπεράσεις τον πήχη και σ’ αυτό δεν μπορούσαν να με βοηθήσουν ούτε τα εξωτερικά μου χαρακτηριστικά ούτε κάτι άλλο.
Όσον αφορά στο «Dancing With The Stars», δεν ήταν να πάω. Τότε είχα τελειώσει με τον πρωταθλητισμό, το 2009, είχα ήδη ξεκινήσει έναν χρόνο το Replayce και φοβόμουν μήπως μπερδευτεί η “ταυτότητά” μου.
Όταν όμως εγώ ξεκίνησα και είπα «α, έχω αυτήν την ιδέα» και την πρότεινα στους υπευθύνους του Ολυμπιακού σταδίου προκειμένου να νοικιάσω τον χώρο, στην κυριολεξία δεν είχα χρήματα ούτε για να περάσω τον επόμενο μήνα.
Και αυτό που μπήκα να κάνω εκεί ήταν ένα «σάλτο μορτάλε». Δεν είχα να πληρώσω το ενοίκιο του επόμενου μήνα, δεν είχα ούτε business plan ούτε τίποτα.
Μπήκα μέσα, δούλευα σαν τον εργάτη, έβαφα, έτριβα, έκανα ό,τι μπορεί να φανταστεί κάποιος, ευτυχώς έρχονταν άνθρωποι και όλο και κάτι έφερναν, «έχω δυο κιβώτια χρώμα, πάρε να βάψεις», όλο και κάτι καλό γινόταν, ώστε να μπορέσει να στηθεί το όνειρό μου!
Τον πρώτο χρόνο λοιπόν ο λόγος για τον οποίον ουσιαστικά πήγα στο σόου, πέραν του ότι μ’ αρέσει φυσικά πολύ ο χορός, ήταν ότι, με τα οδοιπορικά και με κάποια χρήματα που μου έδιναν εκεί, με βοηθούσαν να μπορέσω να στηρίξω το Replayce.
Ένιωθα ότι είχα κάνει ένα τεράστιο άλμα, χωρίς να έχω ιδέα πού πάω, πώς μπορώ να το κάνω όλο αυτό. Έγινε όμως!
Το «Dancing With The Stars» δεν μου “έδωσε” κάτι σχετικά με το Replayce και την επόμενη χρονιά, όταν μου πρότειναν να κάνω τηλεόραση, είπα «όχι, θα μείνω στη δουλειά μου σταθερή», ήμουν μόνο κριτής, αλλά και αυτό μου έδινε κάποιες δυνατότητες.
Τον δεύτερο χρόνο μάλιστα η δουλειά μου είχε ρολάρει τόσο πολύ, πήγαινε πολύ καλύτερα από ό,τι περίμενα, αισθάνθηκα ότι αυτό το όνειρο είχε αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά!
Αν μου έλεγε κάποιος ότι θα έρχονταν όλα τα χτυπήματα της μοίρας μαζί, δεν θα το περίμενα.
Νομίζω ότι υπήρχε μέσα μου μια βαθιά πίστη, προϋπήρχε, αλλά ενδυναμώθηκε πάρα πολύ, υπήρχε μια εμπιστοσύνη για το θεϊκό σχέδιο, δεν το λέω θρησκευτικά, εμπιστοσύνη ότι ο καθένας μας έχει κάτι να ζήσει εδώ.
Οπότε πιστεύω πολύ και στην συνδημιουργία,, στο «συν Αθηνά και χείρα κίνει», κάνε εσύ ό,τι περισσότερο και καλύτερο μπορείς με όλη σου την καρδιά και μετά παράδωσέ το “επάνω”.
Το ίδιο έχω κάνει με το επί κοντώ, το ίδιο έχω κάνει με το Replayce, το ίδιο έχω κάνει και με την χαμένη μου ανιψούλα, έκανα ό,τι μα ό,τι πέρναγε από το χέρι μου.
Επί έναν χρόνο απαντούσα στον κάθε άνθρωπο, σε χιλιάδες ανθρώπους που μου έστελναν μήνυμα αφιέρωνα ώρες ατελείωτες, σεβόμενη το κάθε ευρώ που έχει δώσει ο καθένας για να ταξιδέψει η Αναστασία στην Αμερική και να λάβει ειδική θεραπεία για τον καρκίνο που τη βασάνιζε. Όταν έγινε η κηδεία, έκλαιγα και έλεγα «έχεις κάνει ό,τι καλύτερο μπορείς για το παιδάκι». Ήμουν ήσυχη, η ψυχή ξέρει, η ψυχή του παιδιού ξέρει.
Και αντιμετώπιζα και το ατύχημα με το χέρι μου, τον ακρωτηριασμό στα δάχτυλα. Τώρα προσπαθώ και γράφω με το δεξί, δεν μπορώ να γράψω κανονικά, είναι σαν να γράφει “καλικάντζαρος”, αλλά το αριστερό μου δουλεύει καλά, τα γράμματα είναι μια χαρά.
Αρχίζω και καταλαβαίνω λίγο τι γίνεται, γιατί πριν δεν προλάβαινα.
Έτυχαν όλα μαζί, η Αναστασία, ο τραυματισμός του χεριού μου, ένα θέμα υγείας με τη μητέρα μου, μετά συνειδητοποιώ ότι ένας ένας άνθρωπος με τον οποίον συνεργάζομαι δημιουργεί οικονομικές ατασθαλίες με το Replayce και προσπαθώ επί μήνες να βρω έναν τρόπο να απεγκλωβιστώ από αυτόν, ενώ, μέσα σε όλο αυτό και σε συνδυασμό με το ατύχημα, αντιμετωπίζω και σοβαρά ορμονικά θέματα, με ενδεχόμενες δυσάρεστες επιπτώσεις.
Συνεχή χτυπήματα…
Το καλοκαίρι του 2022 πήγα σε ένα σεμινάριο αυτογνωσίας και, για πρώτη φορά μετά από αυτά τα δύο χρόνια που μου έχουν συμβεί τα πάντα, έκλαιγα με λυγμούς και έλεγα ότι δεν αντέχω άλλο, έχω διαλυθεί.
Ευτυχώς που υπάρχει και αυτή η δουλειά που κάνω με τον εαυτό μου. Αν δεν είχα κάνει τόση δουλειά, αν δεν είχα κάνει pampering σε εμένα, «εδώ μαζί είμαστε, κοριτσάκι μου, θα βρούμε λύση», δεν ξέρω τι θα γινόμουν.
Τότε με τη μεγάλη χιονόπτωση, πήγα σε ένα μοναστήρι στην Σπάρτη να εξομολογηθώ. Πάω μέσα, εξομολογούμαι, βγαίνω και βλέπω την εικόνα του μοναστηριού, κλειστά όλα, παγωμένα, χιονισμένα. Κι έχω καθίσει έξω και κλαίω.
Αυτός ο ακρωτηριασμός στο χέρι μου, η στενοχώρια και όλα τα υπόλοιπα επηρέασαν τον οργανισμό μου, την υγεία μου, και είπα μέσα μου «Θεέ μου, βοήθησέ με να το ξεπεράσω».
Κάπως έτσι λυτρώθηκε η ψυχή μου, πήρα κατεύθυνση ότι κάπου πηγαίνω, γιατί δεν είχε νόημα τίποτα, έλεγα τι κάνω, γιατί ζω, ποιος είναι ο λόγος που ζω.
Όσο περνούν τα χρόνια, αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι το μόνο που μένει είναι η αγάπη, δεν έχει σημασία προς ποια κατεύθυνση. Το μόνο είναι η αγάπη. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο.
Τι να πω για τον εαυτό μου; Ότι έχω πλαστεί για να είμαι σημαντική, ότι έχω πλαστεί για να πετύχω πράγματα; Βλακείες!
Ό,τι και να πετύχεις στη ζωή σου, το μόνο που σου μένει είναι οι άνθρωποι τους οποίους αγαπάς και από τους οποίους αγαπιέσαι. Τίποτ’ άλλο.
Όλα τα υπόλοιπα είναι μια ψευδαίσθηση…
Η Έρρικα Πρεζεράκου είναι Πρωταθλήτρια στο άλμα επί κοντώ.
Επιμέλεια κειμένου: Ζέτα Θεοδωρακοπούλου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Κατερίνα Στεφανίδη: Βαθιά Ανάσα / Νικόλ Κυριακοπούλου: Το Άγγιγμα του Θεού
Ελένη Κλαούντια Πόλακ: Άλμα Πάνω Από Τον Πήχη / Τατιάνα Γκούσιν: Με λένε Τατιάνα Γκούσιν / Ελίνα Τζένγκο: Ιδρώτας και κόπος!
Κατερίνα Κόφφα: Πείτε μου τι έγινε / Άγγελος Παυλακάκης: Ο πιο γρήγορος Έλληνας
Τασούλα Κελεσίδου: Ήρεμη Δύναμη / Νίκη Μπακογιάννη: Η Ιστορία Του Μεταλλίου
Γιώργος Πομάσκι: Στη ζωή μου έμαθα τρία πράγματα / Γιώργος Παναγιωτόπουλος: Δύο Κόσμοι
Αθανασία Τσουμελέκα: Περπατώντας Στην Άγρια Πλευρά / Ο Άλλος Εαυτός
Μιρέλα Μανιάνι: Καινούργια Εγώ / Πηγή Δεβετζή: Δέκα Χρόνια Μετά
Σπυριδούλα Καρύδη: Ψήφος Εμπιστοσύνης / Χρήστος Φραντζεσκάκης: Σε θέση βολής
Αντιγόνη Ντρισμπιώτη: Σταθερό Βήμα
Κωνσταντίνος Μπανιώτης: Στο τέλος του δρόμου /Αντώνης Μέρλος: Επιστροφή Στο Μέλλον