O «Mamba», o «Diesel», o «Big Shot», o «Fish». Αλλά και ο «Foxy». Στους μεγάλους Λέικερς στο γύρισμα του αιώνα (και της χιλιετίας) ο αφανής ήρωας ήταν ένας μορφονιός από τον Καναδά.
Κόμπι Μπράιαντ ο ηγέτης και σούπερ σκόρερ, Σακίλ Ο’Νιλ ο οδοστρωτήρας κάτω από τα καλάθια. Ρόμπερτ Χόρι για τα μεγάλα σουτ, Ντέρεκ Φίσερ η φαιά ουσία στην οργάνωση. Αλλά και Ρικ Φοξ. Η «αλεπού», η οποία ήταν περισσότερο λιοντάρι με την ψυχή που κατέθετε στο παρκέ.
Τον γνωρίσαμε καλά (και μας γνώρισε εκείνος από την ανάποδη) ήδη από το 1994 στο Μουντομπάσκετ του δικού του Καναδά. Σχετικά νέος ακόμη στο ΝΒΑ, έμελλε να συμπληρώσει μια συναπτή εξαετία στο Βοστώνη, πριν από την ένδοξη επταετία με τους Λέικερς στο Λος Άντζελες. Εκεί όπου πήγε όχι για χάρη των «Λιμνανθρώπων» αλλά (πρωτίστως) για να βρίσκεται κοντά στο Χόλιγουντ. Ηθοποιός και παράλληλα επαγγελματίας μπασκετμπολίστας, μπόρεσε να χωρέσει τα δύο καρπούζια κάτω από τη μασχάλη. Three-peat ήταν αυτό με τους Καλιφορνέζους…
Μέσα στις τέσσερεις γραμμές βέβαια, μόνο… ηθοποιός δεν ήταν. Ήταν εκεί, αφοσιωμένος στην αποστολή του. Στον ρόλο του, αυτόν του ρολίστα (σόρι για τον πλεονασμό) που θα βγάλει τις άμυνες και θα βάλει τα ελεύθερα τρίποντα που θα βρει. Της συμπληρωματικής μεν, τόσο πολύτιμης δε μονάδας δίπλα στον Κόμπι και τον Σακ -ή μάλλον ανάμεσά τους, αν κρίνουμε από τη θέση του.
Ένα πολυσύνθετο “3άρι”, τον οποίον εκτιμούσε όσο λίγους ο αρχηγός από τη θέση “2” και που χάρηκε, όταν τον βρήκε μετά από χρόνια και δη συμπαίκτη, ο πληθωρικός τύπος στο “5” -παρότι στα κολεγιακά τους χρόνια έχασε… γκόμενες από δαύτον.
Χαλάστρα στον Σακίλ, ήρωας των Ταρ Χιλς
«Γιατί δεν επέλεξα το φημισμένο Νορθ Καρολάινα, στο οποίο με ήθελαν σαν τρελοί, και πήγα στο Λουιζιάνα Στέιτ; Μα γιατί τόλμησα να βρεθώ σε πάρτι που ήταν και ο Ρικ Φοξ. Όλα τα όμορφα κορίτσια πήγαιναν προς το μέρος του, εγώ καθόμουν σε μια γωνιά…».
Σακίλ Ο’Νιλ, μεταξύ σοβαρού και αστείου για την εξωαγωνιστική χαλάστρα που του είχε κάνει ο ευειδής Καναδός. Και Μπαχαμέζος, από τον μπίζνεσμαν πατέρα του. Στο Τορόντο γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1969, στο Νασάου μεγάλωσε. Στην πρωτεύουσα του νησιωτικού κράτους, βόρεια της Κούβας και νοτιοανατολικά της Φλόριντα.
Ο μπαμπάς, Ούλρικ, αντιλήφθηκε νωρίς ότι ο γιος του δεν θα έμπαινε στις επιχειρήσεις του. Όχι προτού γίνει αθλητής υψηλού επιπέδου τέλος πάντων -διότι το επιχειρείν το έχει και με το παραπάνω ως προσωπικότητα ο Ρικ, όπως αποδεικνύει με τις ενασχολήσεις του μετά το πέρας της μπασκετικής του καριέρας.
Άλτρια του ύψους και πενταθλήτρια η μαμά, Αλμπέρτα Γκεράτσε, ιταλικής και σκοτσέζικης καταγωγής. Εκπροσώπησε τον Καναδά μέχρι και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο το 1964, καταλαμβάνοντας την πέμπτη θέση στο πρώτο αγώνισμα (και τη 15η στο πένταθλο). Αυτό το χαρμάνι γονιδίων από διάφορες γωνιές του πλανήτη το αξιοποίησε η Τζανίν, η οποία έγινε μοντέλο.
Η άλλη αδερφή του, η Σάρα, είναι η καλλιτέχνιδα της φαμίλιας.
Ο Ρίκι, ο οποίος έγινε μεγάλος και τρανός ως Ρικ και ως μπασκετμπολίστας, είχε μέσα του το σαράκι και του αθλητισμού, πέραν της υποκριτικής.
Έπιασε σχετικά μεγάλος πορτοκαλί μπάλα, σε μια θερινή κατασκήνωση. Ξεχώρισε αμέσως στην ακαδημία Kingsway του Νασάου, ανέβηκε στις ΗΠΑ και πρωταγωνίστησε και στο χάισκουλ Γουόρσο της Ιντιάνα. Από… Πολωνός (Warsaw γαρ) έγινε Ταρ Χιλ το 1987. Νορθ Καρολάινα το κολέγιό του, τρία χρόνια αφότου είχε “βγει” από κει ο Μάικλ Τζόρνταν.
Στις δύο τελευταίες χρονιές του ο «MJ» δεν είχε καταφέρει να το φτάσει στο Final 4. Από τον τίτλο του 1982 είχε να συμβεί αυτό, όταν πια οι Ταρ Χιλς ξανάφτασαν στο μεγάλο ραντεβού το 1991. Επί Φοξ. Τα δύο πρώτα του χρόνια εκεί ήταν αναπληρωματικός του Στιβ Μπάκναλ. Του σμολ φόργουορντ που είδαμε επί σειρά ετών στον Ηρακλή και τον Άρη.
Όταν ο Άγγλος αποφοίτησε (για να παίξει στους… σημαδιακούς Λέικερς την επόμενη περίοδο), ο Φοξ έγινε βασικούρα και εκ των ηγετών του θρυλικού κόουτς, Ντιν Σμιθ. Το 1990 έβαλε στο τελικό τουρνουά νικητήριο καλάθι σε νεκρό χρόνο, σοκάροντας -και αποκλείοντας- το Νο.1 της περιφέρειας, Οκλαχόμα. Ακολούθησε αποκλεισμός του Νορθ Καρολάινα.
Το ’91 το Final 4 δεν του ξέφυγε. Είχε και ειδικό κίνητρο. Να βρεθεί στη γνώριμή του από τα λυκειακά χρόνια, Ιντιανάπολις. Στον ημιτελικό ηττήθηκε από το Κάνσας παρά το δικό του 13-9-7 σε πόντους, ριμπάουντ και ασίστ. Ολοκλήρωσε τη σεζόν με αντίστοιχα 16.9, 6.6 και 3.7.
Ως ο πρώτος στα κλεψίματα όλων των εποχών στο φημισμένο πρόγραμμα, έχοντας ισοφαρίσει και το ρεκόρ συμμετοχών με 140. Ούτε παιχνίδι δεν έχασε στην τετραετία του.
Φάνης, ο… εφιάλτης, σωτήρια διάγνωση
Πολυσύνθετος και συνάμα βιονικός. Συνεπής σκόρερ και ταυτόχρονα αφοσιωμένος αμυντικός. Αυτά είδαν οι Σέλτικς και τον επέλεξαν στο Νο.24 του ντραφτ του 1991. Δεν είδαν, δεν το είχε δει, αντιληφθεί ούτε ο ίδιος, ότι είχε σοβαρή ιατρική πάθηση. ΔΕΠΥ.
Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερικινητικότητας.
Απαντά συχνότερα κατά την παιδική ηλικία, ενίοτε η διάγνωση γίνεται αρκετά αργότερα. Όπως στη δική του περίπτωση. Εν προκειμένω, το 1994. Κάτι είχαν ψυλλιαστεί στη Βοστώνη, βλέποντάς τον να χάνει την αυτοσυγκέντρωσή του μέσα στα παιχνίδια. Να κάνει λες και ήρθε το τέλος του κόσμου, υποπίπτοντας σε επουσιώδη λάθη.
Τον έσωσε η μητέρα της φιλενάδας του. Είχε παρακολουθήσει ένα ιατρικό συνέδριο και τα σχετικά συμπτώματα τής έφεραν αμέσως στον νου τον Ρικ. Που δεν μπορούσε καν να συγκεντρωθεί για να διαβάσει συνεχόμενες σελίδες μιας εφημερίδας. Εκείνος δεν το πήρε αρχικά καλά. «Δεν θα με βγάλετε τρελό», έλεγε.
Είχε απλώς ένα θέμα που σε πολλούς ανθρώπους (εν)υπάρχει και δεν διαγιγνώσκεται ποτέ. Με την κατάλληλη ιατρική αγωγή, από ένα σημείο και μετά μονάχα με ασκήσεις ψυχικής ηρεμίας, το διαχειρίστηκε μια χαρά. Δεν είναι τυχαίο ότι τα μονοψήφια νούμερά του στο σκοράρισμα έγιναν 14 πόντοι (με 5.6 ριμπάουντ και 4.6 ασίστ, αμφότερα ρεκόρ καριέρας) το 1995-1996 και 15.4 πόντοι (με ρεκόρ καριέρας τα 2.2 κλεψίματα) το 1996-1997.
Βοήθησε προφανώς και το ότι το ’95 έφυγαν ταυτόχρονα με τελικό προορισμό την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, για λογαριασμό του Παναθηναϊκού και του Ηρακλή, ο Ντόμινικ Γουίλκινς και ο Εξέιβιερ ΜακΝτάνιελ, αντίστοιχα. Ο Φοξ, από την πλευρά του, για Ελλάδα ούτε που ήθελε να ακούει.
Έχοντας εκπροσωπήσει τον Καναδά και στο Μουντομπάσκετ 1990 στην Αργεντινή, σημειώνοντας 12 πόντους μέσο όρο και κατατασσόμενος στην ίδια θέση, έλαβε θέση συμμετοχής και στο επόμενο. Στον ίδιο τον Καναδά, στην ίδια τη γενέτειρά του. Τα όνειρα για μετάλλιο γκρεμίστηκαν στο πρώτο ματς της δεύτερης φάσης των ομίλων. Από την Εθνική Ελλάδος του Μάκη Δενδρινού.
Με το σκορ στο 72-71 για τους φιλοξενούμενους με τους χιλιάδες οπαδούς στο Maple Leaf Gardens του Τορόντο, η μπάλα πήγε στα χέρια του Φοξ των 17 πόντων.
Για να γίνει ήρωας. Και έγινε μοιραίος…
Ο Γιώργος Σιγάλας έκλεισε τον ηγέτη των οικοδεσποτών, οι οποίοι είχαν παρόντα και τον κολεγιόπαιδα ακόμη, Στιβ Νας.
Ο Παναγιώτης Γιαννάκης ήρθε σε βοήθεια στο μαρκάρισμα και προκάλεσε το κλέψιμο. Η μπάλα κατέληξε στα χέρια του Φάνη Χριστοδούλου.
Κάρφωμα ο Παναγιώτης Φασούλας στον αιφνιδιασμό, ελληνική νίκη-χρυσάφι στην οικονομία του Παγκοσμίου του 1994.
Ίσως στο ματς της ζωής του, ο Φάνης έριξε 26άρα και κατέγραψε επίσης 10 ριμπάουντ, 3 ασίστ, 4 κλεψίματα. Ο καλύτερος φόργουορντ της κρίσιμης αναμέτρησης δεν ήταν ο NBAer των 16.3 πόντων στο τουρνουά (και των πέντε λαθών στο συγκεκριμένο ματς).
Role player, glue guy, clutch…
Έχοντας αποφοιτήσει από το Νορθ Καρολάινα με πτυχίο σε σπουδές κινηματογράφου, τηλεόρασης και ραδιοφώνου, τον έτρωγε να μετακινηθεί δυτικότερα. Όσο το δυνατόν πιο κοντά στο Χόλιγουντ. Στο Λος Άντζελες ιδανικά. Όταν λοιπόν έσκασε πρόταση από τους Λέικερς, δεν το πολυσκέφτηκε.
Λεπτομέρεια: οι «Λιμνάνθρωποι» έδιναν στον ελεύθερο σμολ φόργουορντ 1 εκατ. δολάρια για μονοετές συμβόλαιο το 1997, ενώ οι Καβαλίερς 20 “χαρτιά” για πολυετές συμβόλαιο. Και φυσικά επέλεξε το πρώτο! Την αθλητική αβεβαιότητα, για χάρη της πραγμάτωσης και του υποκριτικού του ονείρου. Γρήγορα κατέστη… βέβαιο ότι θα στέριωνε και στο Λ.Α. Ως μπασκετμπολίστας. Κατευθείαν βασικός, με 12-4.4-3.4 στις βασικές στατιστικές κατηγορίες. Μία χρονιά σχετικής οπισθοχώρησης, κατόπιν εκτόξευση: τρεις συνεχείς τίτλοι, κάτι που ακόμα και αυτοί οι Λέικερς των 11 (τότε) τίτλων δεν είχαν καταφέρει μετά το 1954.
Αναπληρωματικός του Γκλεν Ράις στο πρώτο χρυσό δαχτυλίδι, πάλι βασικός στα άλλα δύο που πέρασε στα δάχτυλά του. Με διψήφιο αριθμό πόντων (10 και 9.8, για την ακρίβεια) στα πλέι οφ, με πληθώρα κρίσιμων καλαθιών. Ακόμα και το 2000, το έτος με τον λιγοστό συγκριτικά χρόνο συμμετοχής, το μοναδικό του τρίποντο στον έκτο και τελευταίο τελικό με την αναπόφευκτη Ιντιάνα (116-111) το έβαλε λίγο πριν τη λήξη.
Νέος τίτλος το 2001 με το 4-1 επί των Σίξερς, ματσάρα πάλι στον (τελευταίο) πέμπτο τελικό στη Φιλαδέλφεια: 20 πόντοι με 3/3 τρίποντα, από 6 ριμπάουντ και τελικές πάσες. Στους τρεις προηγούμενους γύρους η αρμάδα του Φιλ Τζάκσον είχε “σκουπίσει” κάθε αντίπαλο (!) και ειδικά στον δεύτερο, με το γειτονικό Σακραμέντο, ο Φοξ είχε παίξει σούπερ άμυνα στον Πέτζα Στογιάκοβιτς.
Όσο για το 2002, οι ΝΒΑ Finals με τους Νετς (4-0) ήταν διαδικαστικοί. Η πραγματική μάχη είχε γίνει αμέσως πιο πριν, στους τελικούς της Δύσης. Πάλι οι Κινγκς αντίπαλοι. Και, μαντέψτε, “κλειδί” του Game 7 για το 4-3 στην παράταση μέσα στο Σακραμέντο ήταν ο Καναδός. Κορυφαίος ριμπάουντερ του επικού αγώνα με 14, συν 13 πόντους και 7 ασίστ. Όχι μακριά από τριπλ νταμπλ.
Role player από τους λίγους. Να ξέρει ότι πρέπει να τα δίνει όλα στην άμυνα και να παίρνει τα σουτ που θα περισσεύουν από τους σούπερ σταρ στην επίθεση. Συγκολλητική ουσία ανάμεσα στην περιφέρεια και τη φροντ λάιν.
Με τα τρίποντά του αλλά και με τα ριμπάουντ, ακόμα και με τις τάπες του, όποτε χρειαζόταν. Ο glue guy του «Ζεν Μάστερ» και βέβαια ένας clutch σκόρερ. Για τις δύσκολες, τις κρίσιμες στιγμές. Κάτι περισσότερο από ένας συνεπής “3 and D” παίκτης.
Mε τη νοοτροπία του Κόμπι
Ο Μπράιαντ ήταν εννιά χρόνια μικρότερός του. Ήταν όμως και από τα 18 του στους Λέικερς. Πιο παλιός από τον Φοξ εκεί, ο απόλυτος ηγέτης. Πέρα από σπάνιος σκόρερ, απαράμιλλα εργατικός. Και σκληρός προς τους συμπαίκτες του. Δίχως οίκτο.
Στην προετοιμασία του 2000, ο σούτινγκ γκαρντ Κόμπι ζήτησε και φυσικά πέτυχε να χρησιμοποιείται ως “3άρι”. Ο Ράις είχε αποχωρήσει, ο ίδιος πίστευε πως υπήρχε έλλειμμα ποιότητας στη συγκεκριμένη θέση. Ή έτσι ήθελε να δείχνει… Χώρια που, στην περίφημη «τριγωνική επίθεση» του Τζάκσον, το “3” ήταν ακόμα πιο σημαντικό απ’ ό,τι σε μια οποιαδήποτε άλλη ομάδα.
Ο Φοξ δεν το άφησε να περάσει έτσι. Πίσω από τα όμορφα μάτια και το διαπεραστικό βλέμμα του, κάτω από το σγουρά μαλλιά και την κοτσίδα στην οποία συχνά τα έπιανε, μέσα του τέλος πάντων κρυβόταν πάντα ένας μεγάλος μαχητής.
Κόντραρε στα ίσια τον ηγέτη της ομάδας του, έφτασε στα πρόθυρα να παίξει μαζί του ξύλο στις προπονήσεις. Προτού συμπληρωθεί βδομάδα, ο Μπράιαντ έκανε νόημα στον Τζάκσον πως δεν έχει νόημα να παριστάνει άλλο τον σμολ φόργουορντ. Θα έπαιζε πάλι στο “2”…
Η πλάκα είναι ότι τον Δεκέμβριο του 2005, στον αγώνα που οι Καλιφορνέζοι τίμησαν τον παλαίμαχο πια Φοξ, ο Κόμπι φρόντισε να του κλέψει έστω κι αυτή την πρόσκαιρη δόξα. Ήταν ο αγώνας των 62 πόντων του «Black Mamba». Σε τρεις περιόδους (δεν ξεντύθηκε στην τέταρτη), όταν όλοι οι Μάβερικς είχαν βάλει σε εκείνο το χρονικό σημείο 61!
Ο «Foxy» γελούσε με την καρδιά του, βλέποντας τον φίλο του να μη δείχνει οίκτο ούτε στους «Mavs».
Οι θεατές άλλωστε δεν τον έβγαλαν ποτέ από τη δική τους. Τους είχε σκλαβώσει και το 2004 που αποχώρησε από την ενεργό δράση, παρότι οι «Λιμνάνθρωποι» ήταν εκείνοι που τον είχαν στείλει με τρέιντ πίσω στη Βοστώνη. Δεν ήθελε να γυρίσει στη Μασαχουσέτη.
Χάρισε τα 5.1 εκατ. δολάρια που είχε λαμβάνειν σε ένα ακόμα έτος συμβολαίου και σταμάτησε ως Λέικερ. Μεταξύ μας, πονώντας μάλιστα και σε πόδια, χέρια και δάχτυλα, για να παραμείνει στο Χόλιγουντ και να φορτσάρει στην κινηματογραφική του καριέρα, το έκανε.
Το 1994 είχε παίξει στο «Blue chips», με Νικ Νόλτε και (από τότε δίπλα στον) Σακίλ Ο’Νιλ, πιάνοντας και φιλία με τον Γουίλιαμ Φρίντκιν. Τον σκηνοθέτη επίσης του «Εξορκιστή» και του οσκαρικού «Ανθρώπου από τη Γαλλία».
Ο άνθρωπος από τον Καναδά εμφανίστηκε δύο χρόνια αργότερα στο «Έντι» με τη Γούπι Γκόλντμπεργκ και άλλα δύο χρόνια πιο μετά στο «He got game» με τους Ντένζελ Ουάσινγκτον και Ρέι Άλεν. Στον Σπάικ Λι είχε συστηθεί και αυτοπροταθεί για ένα ρολάκι στο περιθώριο ενός αγώνα των Σέλτικς στο Madison Square Garden, όπου ο γνωστός σκηνοθέτης δεν χάνει αγώνα από… γεννησιμιού του.
Όταν αποσύρθηκε από τα παρκέ ο Φοξ, διεύρυνε το ρεπερτόριό του. Όχι πια ταινίες μόνο με θέμα το μπάσκετ. Και πολύ περισσότεροι ρόλοι, έστω με περάσματα, από (καμιά 60αριά διαφορετικές!) σειρές. Από «Τhe Big Bang Theory» μέχρι «Criminal Minds».
Με πολυετείς σχέσεις στο παρελθόν με τη Βανέσα Γουίλιαμς (συζυγική μάλιστα, έχουν και μια κόρη) και την Ελίζα Ντούσκου, έγινε σελέμπριτι και ο ίδιος. Έγινε για χρόνια και επαγγελματίας gamer σε eSports, διαγωνίστηκε στο «Dancing With The Stars», συμμετείχε σε ριάλιτι, έστησε εταιρεία που εμπορεύεται σκυρόδεμα με ουδέτερο αποτύπωμα άνθρακα.
Το δικό του αποτύπωμα στους μοναδικούς τρεις συνεχόμενους τίτλους των Λέικερς στη σύγχρονη εποχή έχει μείνει ανεξίτηλο.
CHECK IT OUT: Το θεώρημα του Στιβ Νας
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
ΟΛΑ τα κείμενα για τον Κόμπι Μπράιαντ